Πρόλογος

«Σοφία Σειράχ» ἢ «Σοφία Ἰησοῦ, υἱοῦ Σειράχ» λέγεται ἕνα ἀπὸ τὰ θεόπνευστα βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Τὸ διδακτικώτατο δὲ αὐτὸ καὶ ἑλκυστικώτατο βιβλίο ἔγραψεν ὁ Ἰουδαῖος κάτοικος τῆς Ἱερουσαλὴμ Ἰησοῦς υἱὸς τοῦ Σειρὰχ περὶ τὸ 190 ἕως 180 π.Χ. καὶ σὲ μίαν ἐποχὴν ποὺ ἡ Παλαιστίνη εὑρίσκετο κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσίαν καὶ πολιτικὴν διακυβέρνησιν τῶν Πτολεμαίων, διαδόχων τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου.

Ὁ Ἰησοῦς τοῦ Σειρὰχ ἀνῆκε στὴν τάξιν τῶν γραμματισμένων καὶ πλουσίων ἀλλὰ καὶ εὐσεβῶν Ἰουδαίων. Εἶχε μελετήσει τὸν Μωσαϊκὸν Νόμον καὶ τὰ ἄλλα θεόπνευστα βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καθὼς καὶ τὴν ἐθνικὴν παράδοσιν τοῦ λαοῦ του. Ἐταξείδευσεν ἐπίσης, σὲ ὥριμην πιὰ ἡλικίαν, σὲ διάφορες ξένες χῶρες καὶ ἐγνώρισε τὰ ἤθη καὶ ἔθιμα καὶ τὸν τρόπον ζωῆς καὶ σκέψεως τῶν ἀνθρώπων πολλῶν χωρῶν. Ἀπὸ τὴν ἐπικοινωνίαν του δὲ αὐτὴν μὲ εἰδωλολάτρες ἀνθρώπους ὄχι μόνον δὲν ἐπηρεάσθηκε δυσμενῶς ἀλλὰ τουναντίον ἀγάπησεν ἀκόμη περισσότερον τὴν θείαν σοφίαν καὶ ἐξετίμησε βαθύτερα τὶς θεῖες εὐεργεσίες καὶ ἐπλημμύρισεν ἡ καρδιά του ἀπὸ ἀπέραντην εὐγνωμοσύνην πρὸς τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν τῶν πατέρων του.

Κατὰ τὰ τελευταῖα χρόνια της ζωῆς του ὁ σοφὸς καὶ ἔμπειρος «Σειραχίδης» ἐγκαταστάθηκε μόνιμα στὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ ἄνοιξεν ἰδικήν του σχολήν, διὰ νὰ διδάσκῃ τοὺς συμπατριῶτες του τὴν Ἁγία Γραφὴν καὶ νὰ τοὺς ἐνισχύῃ στὴν ἠθικὴν ζωήν. Κατὰ τὴν περίοδον αὐτὴν ἔγραψε στὴν ἑβραϊκὴν γλῶσσαν καὶ τὸ βιβλίο του, μὲ σκοπὸν καὶ πόθον νὰ προφύλαξη τοὺς ἀνθρώπους τοῦ ἔθνους του ἀπὸ τὴν πλάνην τῶν εἰδώλων καὶ νὰ τοὺς ἐνίσχυση στὶς θλίψεις, ποὺ ἐδοκίμαζαν καὶ νὰ στηρίξῃ ὅλους, ἰδιαίτερα δὲ τοὺς νέους, στὴν βίωσιν τῶν ἀληθειῶν τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ.

Τὸ βιβλίο αὐτὸ μετέφρασε στὴν ἑλληνικὴν γλῶσσαν τὸ 132 π.Χ. ὁ ἐγγονὸς τοῦ θεοπνεύστου συγγραφέως Ἰησοῦς, ποὺ εὑρίσκετο τότε μὲ πολλοὺς ἄλλους Ἰουδαίους στὴν Αἴγυπτον. Ὁ μεταφραστὴς στὸν πρόλογόν του δίδει σημαντικὲς πληροφορίες τόσον διὰ τὴν προσωπικότητα τοῦ παπποῦ του ὅσον καὶ διὰ τὶς συνθῆκες, κάτω ἀπὸ τὶς ὁποῖες ζοῦσαν τότε οἱ συμπατριῶτες του στὴν Αἴγυπτον, καθὼς καὶ διὰ τὸν ἄμεσον κίνδυνον νὰ ἀφομοιωθοῦν αὐτοὶ μὲ τοὺς εἰδωλολάτρες κατοίκους της. Ὑπογραμμίζει δὲ ὅτι κατὰ τὸ διάστημα τῆς μεταφράσεως ἀγρύπνησε καὶ ἐκουράσθηκε πολὺ πρὸς χάριν τῶν συμπατριωτῶν του τῆς διασπορᾶς, ποὺ ἤθελαν νὰ μελετοῦν τὰ ἱερὰ βιβλία καὶ ἦσαν πρόθυμοι νὰ συμμορφώνουν τὴν ζωήν τους σύμφωνα μὲ τὸν Νόμον τοῦ Κυρίου.

Παρ᾿ ὅλον ὅμως ποὺ τὸ βιβλίο τοῦ σοφοῦ Σειρὰχ ἀπευθύνετο πρὸς ἀνθρώπους τῆς προχριστιανικῆς ἐποχῆς, εἶναι διδακτικώτατο καὶ διὰ τοὺς Χριστιανούς. Διότι τὰ σοφὰ γνωμικά του καὶ τὰ ἐμπνευσμένα διδάγματα τοῦ γύρω ἀπὸ ζητήματα τῆς πρακτικῆς ζωῆς ἀνταποκρίνονται σχεδὸν στὸ σύνολό τους στὶς ἀνάγκες καὶ στὶς διαθέσεις τῆς συνειδήσεως τῶν Χριστιανῶν.

Μερικὰ λοιπὸν ἀπὸ τὰ διδάγματα τῆς Σοφίας Σειρὰχ ἐκρίναμε χρήσιμο καὶ ὠφέλιμο νὰ μεταφέρουμε καὶ νὰ ἀναλύσουμε στὸ βιβλίο μας αὐτὸ πρὸς πνευματικὴν οἰκοδομὴν τῶν ἀναγνωστῶν του.