ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΟΡΩΝΗΣ ΚΑΡΔΙΤΣΗΣ

(Ἀρχιμ. Παντελεήμονος Πούλου: Ἡ Ἱερὰ Μονὴ Παναγίας Κορώνης, Ἀθῆναι 2006)

Α) ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ-ΟΝΟΜΑΣΙΑ

Στὸ ἀνατολικὸ τμῆμα τῆς Νότιας Πίνδου, στὸν ὀρεινὸ ὄγκο τῶν Ἀγράφων, καὶ πάνω ἀπὸ τὸν κάμπο τῆς Καρδίτσας, σὲ μιὰ κατάφυτη ἀπὸ βελανιδιὲς καὶ καστανιὲς πλαγιά, ὅπου τὸ κελάρυσμα τῶν πηγῶν γίνεται ἕνα μὲ τὸ κελάδισμα τῶν ἀηδονιῶν, πάνω σὲ ἕνα φυσικὸ μετέωρο μπαλκόνι, ἀπὸ ὅπου βλέπεις ὅλον τὸν θεσαλλιώτικο κάμπο καὶ ἀγναντεύεις ἀπὸ τὸν Ὄλυμπο μέχρι τὸ Πήλιο καὶ τὸν Τυμφρηστό, στέκει ἀγέρωχο πέρα καὶ πάνω ἀπὸ τὸν χρόνο τὸ Μοναστήρι τῆς Παναγίας τῆς Κορώνας, ποῦ τιμᾶ τὸ Γενέθλιον τῆς Θεοτόκου.

Δύο δρόμους μπορεῖ νὰ πάρει ὁ προσκυνητὴς γιὰ νὰ ἔλθει στὸ Μοναστήρι ἀπὸ τὴν Καρδίτσα· ἕνας περίπου 26 χιλιόμετρα περνᾶ ἀπὸ τὸ χωριὸ Μητρόπολη καὶ ἔξω ἀπὸ τὸ χωριὸ Μεσενικόλας, μοναδικὴ διαδρομὴ ἀπὸ πλευρὰ φυσικῆς καλλονῆς· ὁ ἄλλος δρόμος, κατὰ περίπου 8 χιλιόμετρα πιὸ σύντομος, περνᾶ πάλι ἀπὸ τὸ χωριὸ Μητρόπολη, τὴν ῥυθμιστικὴ τεχνητὴ λίμνη καὶ τὸν οἰκισμὸ τῆς ΔΕΗ, διασχίζει τὸ χωριὸ Μοσχᾶτο καὶ καταλήγει στὸ Μοναστήρι.

Τὸ Μοναστήρι, σὰν κορώνα στέφει τὸν εὔφορο κάμπο τῆς Θεσσαλίας σὲ ὕψος 800 περίπου μέτρων, γιὰ αὐτὸ τὸ λόγο ἔλαβε και τὸ ὄνομα Μονὴ Κορώνας. Παλαιὰ ὀνομαζόταν Μονὴ τῆς Κρυερᾶς Πηγῆς. Κοντὰ στὸ Μοναστήρι βρίσκεται ἡ τεχνητὴ λίμνη Νικολάου Πλαστήρα καὶ σὲ ἀπόσταση 22 περίπου χιλιομέτρων τὸ ὁμώνυμο φράγμα, γύρω δὲ ἀπὸ τὴν λίμνη βρίσκονται τὰ ἀλπικῆς ὀμορφιᾶς χωριὰ Μεσενικόλας, Βουνέσι, Κρυονέρι, Μπεζούλα (ἤ Πεζούλα), Νεράϊδα, Νεοχώρι, Λαμπερὸ κ. ἄ.

Σὲ αὐτὸν τὸν ὄμορφο τόπο, ἡ Κυρά μας ἡ Παναγιά, θέλησε ἀπὸ τὸν 12ο αἰώνα νὰ ἐνθρονισθεῖ καὶ ἀπὸ τότε μέχρι σήμερα, Παντοβασίλισσα καὶ ἀφέντρα εὐλογεῖ τὸν λαό Της.

Β) ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ-ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Πάνω στὰ ἐρείπια ἀρχαίου εἰδωλολατρικοῦ ναοῦ τῆς ἀδελφῆς τοῦ Φοίβου, τῆς θεὰς Ἄρτεμης, μετὰ τὴν πτώση τῶν Ὀλυμπίων ἀπὸ τὰ βάθρα τους, στὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Ίωάννη τοῦ Κομνηνοῦ, μετὰ ἀπὸ τὴν θαυμαστὴ εὕρεση τῆς Ἱερῆς Εἰκόνος τῆς Μητέρας τοῦ Κυρίου μας στὸν τόπο που σήμερα ὑπάρχει τὸ παρεκκλήσι τῆς Παναγίας τῶν Ἀγγέλων, ἡ εὐσέβεια τῶν χριστιανῶν στὰ 1123 ὕψωσε τὸ Μοναστήρι καὶ τὸ ἀφιέρωσε στὴν Γέννηση τῆς Παναγίας.

Ἄγνωστο γιὰ ποιοὺς λόγους, ἴσως λόγω βαρβαρικῶν ἐπιδρομῶν, τὸ Μοναστήρι ἔπεσε σὲ παρακμὴ καὶ καταστράφηκε. Σήμερα σώζεται ἕνα κιονόκρανο καὶ μερικοὶ σπόνδυλοι ἀπὸ κολώνα τοῦ ἀρχαίου ναοῦ καὶ μερικὰ κομμάτια μάρμαρο μὲ γλυπτὲς διακοσμήσεις, ἀπομεινάρια τοῦ Μοναστηριοῦ τῆς Βυζαντινῆς περιόδου.

Οἱ Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως Ἰωάννης Θ´ ὁ Ἱερομνήμων (1111-1134), Λέων ὁ Στυππῆς (1134-1143) καὶ Μιχαὴλ Β´ ὁ Κουρκουνᾶς (1143-1146) μὲ πατριαρχικὰ σιγίλλια ἀναγνώρισαν τὴν Μονὴ σὰν Πατριαρχικὸ Σταυροπήγιο.

Γ) ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Στὶς ἀρχὲς τοῦ 16ου αἰώνα, τὸ Μοναστήρι ξανακτίζεται ἀπὸ τὸν Παναγιώτη Κωσκουλᾶ, τὸν κτίτορα πολλῶν Μοναστηριῶν τῆς περιοχῆς. Ὁ Κωσκουλᾶς ὑπῆρξε διοικητὴς τῆς Κρήτης, πρόδωσε ὅμως τὸν ἀγώνα τῆς Μεγαλονήσου στοὺς Τούρκους καὶ ἀργότερα μετανοημένος γύρισε στὴν πατρίδα του τὸ Νεοχώρι καὶ ἔγινε κτίτορας Μοναστηριῶν τῆς περιοχῆς, γιὰ νὰ ἐξιλεωθεῖ ἀπὸ τὸ ἁμάρτημά του.

Σήμερα, ἀπὸ τὸ Μοναστήρι τοῦ 16ου αἰώνα, ὑπάρχει μόνο τὸ καθολικό, τὸ ὁποῖο διατηρεῖται σὲ ἄριστη κατάσταση.

Δ) ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ

Ὅπως ὅλα τὰ Μοναστήρια μας, ἔτσι καὶ ἡ Μονὴ τῆς Κορώνας, κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας ἔπαιξε πρωτεύοντα ῥόλο στὴν διατήρηση τῆς ἐθνικῆς μας αὐτογνωσία ὡς Ἑλλήνων καὶ Ὀρθοδόξων, ἑνῶ ὑπάρχει ἡ παράδοση ὅτι στὴν Μονὴ λειτούργησε Σχολὴ τοῦ Γένους στὴν ὁποία δίδαξαν προσωπικότητες τῆς ἐποχῆς, ὅπως ὁ Ἀναστάσιος Γόρδιος, ἑνῶ σὲ περιόδους Τουρκικῶν πιέσεων λειτούργησε τὸ Κρυφὸ Σχολειό.

Ε) ΤΟ ΚΑΘΟΛΙΚΟ

Τὸ Καθολικό, ὁ κεντρικὸς δηλαδὴ ναὸς τῆς Μονῆς, τιμᾶται σὲ ἀνάμνηση τῆς Γεννήσεως τῆς Θεοτόκου καὶ ἀρχιτεκτονικὰ ἀνήκει στὸν τετρακιόνιο ἀθωνικὸ τύπο. Εἶναι τρίκογχος καὶ ἁγιογραφήθηκε μὲ ἔξοδα τοῦ τοπικοῦ προύχοντα Ἀνδρέα Μπούνου ἀπὸ τὸν ἄζευκτο Δανιήλ. Στὴν δυτικὴ πλευρὰ τοῦ κυρίως Ναοῦ, εἰκονίζεται ὁ Ἀνδρέας Μποῦνος νὰ προσφέρει τὸν Ναὸ στὴν ἔνθρονη Θεοτόκο.

Ὁ ἁγιογράφος τοῦ Καθολικοῦ μοναχὸς Δανιήλ, φαίνεται ὅτι ὑπῆρξε καλὸς τεχνίτης τοῦ χρωστήρα, ἀκολουθεῖ τὴν Κρητικὴ Σχολή, καὶ δίνει ἰδιαίτερη βαρύτητα στὰ πρόσωπα καὶ στὴν πτυχολογία τῶν ἐνδυμάτων.

Τὸ Καθολικὸ εἶναι κατάγραφο, δηλαδὴ ἁγιογραφημένο ἀπὸ τὸν τροῦλο μέχρι τὸ δάπεδο καὶ μεταξὺ τῶν ἁγιογραφιῶν ποὺ διακρίνονται γιὰ τὴν πρωτοτυπία τους εἶναι ὁ ἐνταφιασμὸς τῆς Θεοτόκου (πάνω ἀπὸ τὸν κίονα τοῦ κυρίως Ναοῦ)· καὶ ἡ ἀπεικόνισις φορητῆς Εἰκόνας μὲ τίτλο «Ἡ Ἐπίσκεψις» ποὺ εἰκονίζει τὴν Θεοτόκο νὰ κάθεται κάτω ὀκλαδὸν καὶ νὰ παίζει μὲ τὸν Χριστό, στὴν λιτή.

Τὸ Καθολικὸ εἶναι χωρισμένο σὲ 4 τμήματα· α) χῶρος Προπυλαίων (ἐξωνάρθηκας) ποὺ τελευταία κλείσθηκε μὲ τζαμαρία, προκειμένου ἐκεῖ νὰ τοποθετηθοῦν τὰ μανουάλια ἔτσι ὥστε νὰ μὴν καταστρέφεται ἀπὸ τὴν κάπνα ἡ ἁγιογραφία· β) ἡ Λιτή· γ) ὁ κυρίως Ναός, καί· δ) τὸ Ἱερὸ Βῆμα.

ΣΤ) ΤΟ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙ

Στὴν βορεινὴ πλευρὰ τῆς Λιτῆς, εἶναι προσκολλημένο Παρεκκλήσιον τοῦ 1739 πρὸς τιμὴν τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ὅπου δεσπόζει τὸ ξυλόγλυπτο τέμπλο μὲ μικρὲς Εἰκόνες τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν μεγάλων ἑορτῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ κτίτοράς του Ἀποστόλης ἀπὸ τὰ Βρανιανά (Βραγγιανά), εἰκονίζεται νὰ κρατάει τὴν Εἰκόνα τοῦ Προδρόμου. Τὸ Παρεκκλήσι, ἐπίσης εἶναι κατάγραφο, μὲ εἰκόνες λαϊκῆς τέχνης ἄγνωστου λαϊκοῦ ζωγράφου.

Ζ) Η ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΚΑΘΟΛΙΚΟΥ

Ὁ ἁγιογράφος τοῦ Καθολικοῦ μοναχὸς Δανιήλ, τελείωσε τὸ ἔργο του στὰ 1587, καθῶς ἀναφέρεται στὴν σχετικὴ ἐπιγραφὴ τοῦ κυρίως Ναοῦ, ποὺ βρίσκεται κάτω ἀπὸ τὴν ἀπεικόνιση τοῦ κτίτορα. Ἡ ἁγιογραφία ἀνήκει στὴν Κρητικὴ Σχολή, καὶ ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἁγιογραφίες ποὺ προαναφέραμε, ἄξια λόγου γιὰ τὴν δραματική της κίνηση εἶναι ἡ τοιχογραφία τῆς Σφαγῆς τῶν Νηπίων, τοιχογραφία μὲ ἔντονη κίνηση καὶ ὑπερβάλλον δραματικὸ στοιχεῖο.

Οἱ εἰκόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, καὶ τὰ στηθάρια Ἱεραρχῶν στὸ διακονικό, δίνουν τὴν σφραγίδα τοῦ καλλιτέχνη. Ἐπίσης ἡ εἰκόνα τοῦ κτίτορα εἶναι ἰδιαιτέρως ἄξια λόγου, γιατὶ μᾶς δίνει πολλὰ ἐνδυματολογικὰ στοιχεῖα τῆς ἐποχῆς.

Στὸ βόρειο τοῖχο τοῦ Καθολικοῦ, ἡ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Σεραφεὶμ εἶναι μεταγενέστερη καὶ ἴσως ἀποδίδει τὴν μορφὴ τοῦ Ἁγίου κατὰ τρόπο ῥεαλιστικό. Ἀριστερὰ τῆς εἰσόδου ἀπὸ τὴν λιτὴ στὸ κυρίως Ναό, ὁλόσωμη εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, εἶναι ἐπιζωγράφισμα δυτικῆς τεχνοτροπίας, γλυκερὸ καὶ ἄτεχνο ποὺ δὲν δένει μὲ τὸ σύνολο τῆς ἁγιογραφίας.

Η) ΤΟ ΕΙΚΟΝΟΣΤΑΣΙΟ (ΤΕΜΠΛΟ)

Τὸ τέμπλο εἶναι ἔργο τῶν αρχῶν τοῦ 17ου αἰώνα καὶ προέρχεται ἀπὸ τὰ ἄξια χέρια λαϊκοῦ ξυλογλύπτη. Θεωρεῖται ἀπὸ τὰ καλύτερα τέμπλα τοῦ θεσσαλικοῦ χώρου. Ὁ ξυλόγλυπτος φυτικὸς διάκοσμος ἐμπλουτισμένος μὲ πτηνά, καλύπτει ὅλη τὴν ἐπιφάνεια. Τὰ θωράκια –κάτω ἀπὸ τὶς Εἰκόνες τῆς Γεννήσεως τῆς Θεοτόκου, τῆς Θεοτόκου τῆς Παμμακαρίστου, τοῦ Κυρίου καὶ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου- κοσμοῦνται ἀντίστοιχα ἀπὸ ξυλόγλυπτες παραστάσεις τοῦ θρήνου τῶν Πρωτοπλάστων γιὰ τὸν χαμένο Παράδεισο, τοῦ διωγμοῦ τῶν Πρωτοπλάστων ἀπὸ τὸν Παράδεισο, τῆς Θυσίας τοῦ Ἀβραάμ, καὶ τῆς πορείας Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ στὸν τόπο τῆς Θυσίας.

Οἱ Εἰκόνες τοῦ τέμπλου εἶναι ἔργα τοῦ 16ου αἰωνα ἐκτὸς τοῦ Ἐσταυρωμένου καὶ τῶν λυπητερῶν, τῶν Ἀρχαγγέλων τῶν πλαγίων θυρῶν τοῦ τέμπλου, τῶν εἰκονιδίων τῆς Ὡραίας Πύλης καὶ τῆς Εἰκόνας τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου, ποὺ εἶναι ἔργα τοῦ 18ου αἰώνα.

Θ) ΝΕΩΤΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ

Στὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰῶνος, ἀναφέρονται ὡς ἡγούμενοι· ὁ Ἀρχιμανδρ. Χριστόφορος Παπανδρεόπουλος (ἤ Παπανδρέου) 1907-1917 καὶ 1922-1923· καὶ ὁ μετέπειτα Ἀρχιεπ. Ἀθηνῶν Δαμασκηνὸς Παπανδρέου 1917-1922. Στὸ μοναχολόγιο, ἀναφέρονται τὰ ὀνόματα τῶν Δωροθέου Κοταρᾶ (μετέπειτα Ἀρχιεπ. Ἀθηνῶν), Ἰεζεκιὴλ Τσουκαλᾶ (μετέπειτα Ἀρχιεπ. Αὐστραλίας), Σεραφεὶμ Τίκα (μετέπειτα Ἀρχιεπ. Ἀθηνῶν), Χρυσοστόμου Θέμελη (μετέπειτα Μητρ. Μεσσηνίας), Σεραφεὶμ Στεφάνου (νῦν Μητρ. Σταγῶν καὶ Μετεώρων) καὶ ὁ ἱεροκήρυξ π. Σεραφεὶμ Παπακώστας.

Ὁμως οἱ ἐθνικὲς περιπέτειες τῶν νεωτέρων χρόνων δὲν ἄφησαν ἀπείρακτο τὸ Μοναστήρι. Στὴν περίοδο τῆς Γερμανικῆς Κατοχῆς ἡ Μονὴ βρέθηκε στὸ ἐπίκεντρο τῶν μαχῶν μεταξὺ Ἑλλήνων πατριωτῶν καὶ Γερμανῶν κατακτητῶν. Εἶναι κέντρο ἐθνικῆς ἀντιστάσεως, γιὰ αὐτὸ καὶ οἱ Ναζὶ τὴν παραμονὴ τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Σεραφείμ (3/12/1943), τὸ παραδίδουν στὶς φλόγες, ἀφοῦ πρῶτα δολοφονοῦν τὸν Ἀντώνιο, κηπουρὸ τῆς Μονῆς, στὴν εἴσοδο τοῦ Καθολικοῦ. Ὁ Ἀντώνιος εἶχε μείνει φύλακας στὸ Μοναστήρι, μιὰ καὶ ὁ Ἡγούμενος μὲ τοὺς Πατέρες εἶχαν πάρει τὰ βουνά, γιὰ νὰ φυλάξουν τὰ ἱερὰ κειμήλια.

Στὶς 6/12, κάτοικοι τοῦ Μεσενικόλα πᾶνε στὸ Μοναστήρι και βρίσκουν τὸν Ἀντώνιο δολοφονημένο. Στὸ κέντρο τοῦ Καθολικοῦ, κάτω ἀπὸ τὸν τροῦλο καπνίζουν τὰ ἀποκαΐδια, καὶ βρίσκουν βιβλία καὶ στασίδια κάρβουνο. Ἀνάμεσά τους τὴν Εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Παμμακαρίστου, ποὺ βέβηλα χέρια εἶχαν ῥίξει στὴν φωτιά. Αὐτὴ στέκει ἀπείρακτη ἀπὸ τὶς παμφάγες φλόγες, μὲ μόνη μαρτυρία τοῦ μαρτυρίου ποὺ πέρασε, τὸ φουσκάλιασμα τοῦ χρυσοῦ τοῦ φόντου. Ἀπείρακτο καὶ τὸ ξυλόγλυπτο τέμπλο καὶ τὰ ξυλόγλυπτα προσκυνητάρια.

Δυστυχῶς, ὅ,τι σεβάστηκε ἡ φωτιά, τὰ τελευταῖα χρόνια δὲν σεβάσθηκαν οἱ ὑπεύθυνοι· προκειμένου νὰ ὑπερυψώσουν τὸ κεντρικὸ τμῆμα τοῦ Ἱεροῦ Βήματος καὶ νὰ δημιουργήσουν βαθμίδα στὴν Ὡραία Πύλη, κόβουν βαρβαρικὰ τὸ κάτω μέρος τῶν στύλων της, ξηλώνουν τὸ παλαιὸ δάπεδο καὶ τὸ ἀντικαθιστοῦν μὲ ἄσπρο μάρμαρο, ἐνῶ στὸν ὀμφαλὸ τοποθετοῦν ἄτεχνο μωσαϊκό, μὲ ἀπεικόνιση δικεφάλου ἀητοῦ. Ἔτσι, ἡ χρωματικὴ ἑνότητα ἁγιογραφίας-δαπέδου ἔχει διασπασθεῖ.

Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ἐμφυλίου, τὸ Μοναστήρι καὶ πάλι βρίσκεται στὸ ἐπίκεντρο τῶν συγκρούσεων μὲ ἀποτέλεσμα τὴν φυγὴ τῶν μοναχῶν. Μετὰ τὸ τέλος τῆς δραματικῆς ἐκείνης περιόδου ἐπανέρχεται ὁ Ἡγούμενος Ἰάκωβος Κουτρούμπας καὶ λίγοι μοναχοί, ἀλλὰ σιγὰ-σιγὰ ἡ ἀδελφότητα διαλύεται καὶ μένει μόνος του, καὶ τὸν διαδέχεται μετὰ τὸν θάνατό του (1967) ὁ Ἀρχιμανδίτης Σολομών. Μετὰ τὸν θάνατο του, στὸ Μοναστήρι ἐγκαθίσται γυναικεία ἀδελφότητα, ἐνῶ μετὰ τὴν ἀποχώρηση τῶν μοναστριῶν, στὴν Μονὴ ὑπηρέτησαν ἱερεῖς καὶ ἱερομόναχοι ὡς ἐφημέριοι ἀποσπασμένοι ἀπὸ ἄλλες ἐνορίες.

Ι) ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΣΗΜΕΡΑ

Σήμερα στὸ Μοναστήρι μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, καὶ τὶς πρεσβείες τῆς Θεοτόκου καὶ τοῦ Ἁγίου Σεραφείμ, ἔχει ἐγκατασταθεῖ μικρὴ ἀδελφότητα, μὲ σκοπό, ἐκτὸς ἀπὸ την κατὰ Θεὸ ἄσκηση, τὴν φιλοξενία τῶν προσκυνητῶν καὶ τὴν ἀναστήλωση τῆς Μονῆς, προκειμένου τὸ ἱστορικὸ Μονατήρι νὰ ξαναβρεῖ τὴν παλιά του αἴγλη, καὶ χωρὶς περισπασμούς, νὰ ἐπιδοθεῖ στὴν πνευματική του ἀποστολή.

Πρῶτος Ἡγούμενος ὁ Ἀρχιμανδρίτης Παντελεήμων Ποῦλος, ποὺ ἐνθρονίστηκε στὶς 7/11/1986. Εἰς διαδοχήν του ἦσαν οἱ Ἀρχιμανδρίτες Μακάριος Τόγιας (†9/1/1995)· Θεοδόσιος Θεοδωρίδης· Κύριλλος Χρηστάκης (νῦν Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος & Φαναριοφαρσάλων)· Χρυσόστομος Κολοβός· καὶ ὁ σημερινὸς Μεθόδιος Κολοβός.

ΙΑ) ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ

Ι. Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΚΟΡΩΝΑΣ εἶναι ἡ πολιούχος τῆς Μονῆς ποὺ βρέθηκε τὸν 12ο αἰώνα. Ἀπεικονίζεται ἡ Παναγία νὰ κρατάει τὸν Κύριο, ἡ Εἰκόνα καλύπτεται ἀπὸ ἀσημένια ἐπένδυση λαϊκῆς τέχνης καὶ εἶναι ἐνθρονισμένη σὲ περίτεχνο ξυλόγλυπτο θρόνο, ἴδιας τεχνοτροπίας μὲ τὸ τέμπλο.

ΙΙ. Η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ προέρχεται ἀπὸ τὸ ὁμώνυμο μετόχι τῆς Μονῆς στὸ Βουνέσι καὶ εἶναι ἐνθρονισμένη ἐπίσης σὲ περίτεχνο ξυλόγλυπτο θρόνο, ἴδιας τεχνοτροπίας μὲ τὸ τέμπλο.

ΙΙΙ. Η ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΠΑΜΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ Εἰκόνα τοῦ 16ου αἰώνα ἐνθρονισμένη στὸ τέμπλο. Ῥίχθηκε στὶς 3/12/1943 ἀπὸ τοὺς Γερμανοὺς στὴν φωτιά, τὴν βρῆκαν ἀπείραχτη κάτοικοι τοῦ Μεσενικόλα ἀνάμεσα στὰ στασίδια ποὺ εἶχαν καρβουνιάσει και ἀπὸ τότε θεωρεῖται ἐφέστιος Εἰκόνα τῆς Μονῆς

ΙΒ) ΑΛΛΑ ΙΕΡΑ ΚΕΙΜΗΛΙΑ

Φορητὲς Εἰκόνες βυζαντινὴς καὶ λαϊκῆς τεχνοτροπίας, ἀσημένια δισκοπότηρα καὶ Εὐαγγέλια, χειρόγραφα, παλιὰ ἔντυπα καὶ βιβλία ὑπάρχουν στὴν Μονή. Αὐτὰ ὅλα τὰ κειμήλια, μετὰ τὴν κατασκευὴ κειμηλιαρχείου θὰ ἐκτεθοῦν, προκειμένου οἱ ἐπισκέπτες νὰ ἀποθαυμάζουν τὴν τέχνη καὶ τὴν ἀγάπη των παλαιῶν γενεῶν γιὰ τὸ Μοναστήρι τῆς Κορώνης.

ΙΓ) ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ

ΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (8 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ)

Τὴν παραμονὴ τὸ ἀπόγευμα τελεῖται Μέγας Ἑσπερινός, καὶ ψάλλεται ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος, ἀνήμερα ψάλλεται ὁ Ὄρθρος καὶ τελεῖται Ἀρχιερατικὴ Θεία Λειτουργία, τὸ δὲ ἀπόγευμα Ἑσπερινὸς καὶ Παράκληση.

ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΠΑΜΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΣΕΡΑΦΕΙΜ (3-4 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)

Τριήμερο πανηγύρι πρὸς τιμὴν τῆς φλεργομένης καὶ μὴ κατακαιομένης Εἰκόνας τῆς Παναγίας τῆς Παμμακαρίστου ποὺ μὲ θαῦμα σώθηκε ἀπὸ τὴν φωτιὰ στὶς 3/12/1943, καὶ τοῦ μαρτυρίου τοῦ Ἁγίου Σεραφεὶμ στὶς 4/12/1601. Τὸ ἀπόγευμα τῆς 2ας Δεκεμβρίου τελεῖται Μέγας Ἑσπερινός, καὶ ψάλλεται ἡ ἀκολουθία τῶν Χαιρετσιμῶν στὴν Παμμακάριστο, ἀνήμερα στὶς Δεκεμβρίου τὸ πρωὶ ψάλλεται ὁ Ὄρθρος καὶ τελεῖται Θεία Λειτουργία, τὸ ἀπόγευμα ψάλλεται ἐπίσης ὁ Μέγας Ἑσπερινὸς τοῦ Ἁγίου καὶ οἱ χαιρετισμοί του καὶ ἀνήμερα στὶς 4 Δεκεμβρίου ὁ Ὄρθρος καὶ ἡ Θεία Λειτουργία, ἐνῶ τὸ ἀπόγευμα τὸ τριήμερο πανηγύρι τελειώνει μὲ τὸν Ἑσπερινὸ καὶ τὴν Παράκληση στὸν Ἅγιο.

ΙΔ) ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΑ-ΜΕΤΟΧΙΑ

Παλαιότερα, ἡ Μονὴ εἶχε πολλὰ μετόχια. ἀκόμη καὶ ἔξω ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα. Σήμερα, τῆς ἔχουν ἀπομείνει ἐλάχιστα:

1. Παρεκκλήσιον Ἁγ. Ἰωάννου Προδρόμου ἐντὸς Μονῆς, τοῦ 1739.

2. Παρεκκλήσιον τῆς Παναγίας τῶν Ἀγγέλων ἤ τῆς Εὑρέσεως, δεξιὰ τῆς πλατείας μπροστὰ στὴν Μονή, κτίσμα τοῦ1967.

3. Παρεκκλήσιον Ἁγ. Τριάδος στὸ κοιμητήριο τῆς Μονῆς, τοῦ 1846.

4. Παρεκκλήσιον τοῦ Ἁγίου Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ, ποὺ βρίσκεται βορειανατολικὰ τῆς Μονῆς, κτίσμα τοῦ 1992.

5. Μετόχιον τῆς Ἁγίας Τριάδος στὸ Μορφοβούνι ἤ Βουνέσι Καρδίτσας, κτίσμα τοῦ 1858.

6. Μετόχιον Ἁγίου Σεραφεὶμ στὴν Καρδίτσα, ποὺ ἀρχικὰ κτίσθηκε κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Β´ Π. Π. Ὁ σημερινὸς ναὸς ὅμως εἶναι τοῦ 1977.

7. Μετόχιον Ἁγ. Τρύφωνος στὸ χωριὸ Μοσχάτο Καρδίτσας, τοῦ 1928.

8. Μετόχιον, ἡ παλαιὰ Ἱ. Μ. τῆς Πέτρας Καταφυγίου, τοῦ 16ου αἰῶνος.

9. Μετόχιον ἡ παλαιὰ Ἱ. Μ. Ἁγ. Παντελεήμονος Πεζούλας τοῦ 17ου αἰ.

10. Μετόχιον, ἡ παλαιὰ Ἱ. Μ. Ἁγ. Δημητρίου Μεσενικόλα τοῦ 18ου αἰ.

ΙΕ) ΤΟ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΟΝ ΤΗΣ ΕΥΡΕΣΕΩΣ
ΚΑΙ Ο ΤΑΦΟΣ ΤΟΥ ΑΡΧΙΜΑΝΔΙΤΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ ΚΟΥΤΡΟΥΜΠΑ

Δεξιὰ τῆς πλατείας ποὺ βρίσκεται μπροστὰ στὴν Μονή, ὑπάρχει τὸ παρεκκλήσιον τῆς Εὑρέσεως τῆς θαυματουργοῦ Εἰκόνος τῆς Παναγίας τῆς Κορώνας.

Ἐκεῖ λοιπὸν οἱ ποιμένες τῆς περιοχῆς ἔβλεπαν πολλὲς φορὲς νὰ καίη ἕνα φῶς. Ὅταν πλησίασαν αὐτὸν τὸν τόπο εἶδαν ὅτι ἦτο ἅγιος καὶ εὐλογημένος, διότι ἐκεῖ εὑρίσκετο ἡ Εἰκόνα τῆς Παναγίας. Ἀπὸ τότε καὶ μέχρι σήμερον ὁ τόπος αὐτὸς ὁ Ἅγιος εἶναι ἄξιος προσοχῆς, διότι ἐκεῖ ἐκτίσθη καὶ τὸ παρεκκλήσιον τῆς Εὑρέσεως, ὑπὸ τὴν ἐπωνυμίαν· Παναγία τῶν Ἀγγέλων.

Ὅπισθεν τοῦ Ἱεροῦ Βήματος ἐτάφη ὁ ἀείμνηστος Ἱερομόναχος Ἰάκωβος Κουτρούμπας, γνωστὸς διὰ τὴν εὐλάβειαν, τὴν ἀγάπην καὶ τὸ ἐνδιαφέρον του διὰ τὴν Ἱ. Μ. τοῦ Ἁγ. Σεραφείμ, ὁ ὁποῖος κοιμήθηκε στὶς 10/6/1967. Αὐτὸς ἐπὶ πολλὰ ἔτη ὑπηρέτησε ὡς Ἡγούμενος καὶ πνευματικὸς ὅλης τῆς περιοχῆς καὶ τῶν εὐλαβῶν προσκυνητῶν.

Χαρακτηριστικὸν εἶναι, ὅτι καὶ ὁ μακαριστὸς Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ πάση Ἑλλάδος Σεραφείμ, ἀπὸ μικρὸ παιδί, ἀλλὰ καὶ ὡς κληρικός, ἀκόμη καὶ ὡς Μητροπολίτης Ἄρτης καὶ μετέπειτα Ἰωαννίνων, ἤρχετο καὶ ἐξομολογεῖτο εἰς τὸν Ἅγιον Καθηγούμενον, ποὺ τὸν εὐλαβεῖτο πολύ, καὶ πολλὲς φορὲς ὁμίλει δι᾿ αὐτόν. Μάλιστα, ἰδιαιτέρως ἐνθυμοῦμαι μὲ συγκίνησιν τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Μακαριστοῦ, ὅταν ἦλθε γιὰ πρώτη φορὰ ἐπὶ τῆς ἡγουμενίας μου. Ἀφοῦ προσκύνησε τὴν Παναγία καὶ τὸν Ἅγιο, ἀμέσως, ἀφοῦ πῆρε κεριά, μᾶς εἶπε νὰ πάμε νὰ κάνει ἕνα τρισάγιο εἰς τὸ τάφον τοῦ ἠγαπημένου καὶ σεβαστοῦ του Γέροντα. Ἡ συγκίνησή του ἦτο ἀπερίγραπτη. Ὅταν κάθησε μὲ τὴν συνοδεία του στὸ Ἀρχονταρίκι γιὰ νὰ τὸν κεράσουμε, μᾶς εἶπε πόσο ἀγαποῦσε καὶ σεβόταν τὸν Γέροντα Ἰάκωβο καὶ πόσο αὐτὸς μὲ τὸ παράδειγμά του συνέβαλε εἰς τὴν πνευματικήν του πρόοδο.

Τὰ λείψανα τοῦ Γέροντα Ἰακώβου μετὰ τὴν ἐκταφή του μετεφέρθησαν εἰς τὸ παρεκκλήσιον τῆς Ἁγίας Τριάδος τῆς Μονῆς.

Ἡ ἀγαπή, ὁ σεβασμὸς καὶ ἡ ἐκτίμησις ποὺ εἶχαν ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς καὶ οἱ διερχόμενοι προσκυνηταὶ πρὸς τὸ πρόσωπόν του ἦτο πολὺ μεγάλη. Πολλὰ γεγονότα ποὺ συνέβησαν καὶ τὰ διηγοῦντο οἱ διερχόμενοι ἀπὸ τὴν Μονή, δείχνουν τὴν συμπαράστασή του εἰς τὰς δυσκόλους στιγμὰς τῆς ζωῆς των, τῆς ἀτομικῆς, τῆς οἰκογενειακῆς, τῆς κοινωνικῆς. Πολλὲς φορές, καὶ μάλιστα μέχρι τὰ βαθειά του γηρατειά, προθύμως ἔτρεχε νὰ μοιράσει τὸν πόνο, τὴν δυστυχία καὶ τὰ προβλήματα τῶν ἐχόντων ἀνάγκη. Ὁπου τὸν φώναζαν, ἔπαιρνε τὴν Ἁγία Κάραν τοῦ Ἁγίου Σεραφείμ, καὶ τον παρακαλοῦσε νὰ ἀπαλλάξει τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὶς ἀσθένειες καὶ τὶς θλίψεις ποὺ τοὺς ταλαιπωροῦσαν.


ΘΑΥΜΑΤΑ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΣΤΗΝ Ι. Μ. ΚΟΡΩΝΗΣ

Α) ΤΟ ΘΑΥΜΑ, ΠΑΙΔΙ ΑΚΡΙΒΟ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ

Ὁ Κύριος εἶπε: πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι. Πράγματι, ἡ πίστη, ἡ χωρὶς ὅρια καὶ ὑπολογισμούς, μπορεῖ καὶ βουνὰ νὰ μετακινήσει. Παιδὶ ἀκριβὸ τῆς πίστης εἶναι τὸ θαῦμα.

Ἄν καὶ τὸ θαῦμα εἶναι παιδὶ τῆς πίστης, ποτὲ ἡ πίστη δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ θαύματος καὶ τοῦτο γιατὶ μιὰ πίστη ποὺ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ θαῦμα θὰ ἦταν μία πράξη ἀντιπαροχῆς, δηλαδὴ μιὰ βέβηλη ἀνταλλαγὴ τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό.

Πολλὲς φορές, ὁ Θεὸς ἀπαντᾶ στὴν προσευχή μας γιὰ θαυματουργική Του ἐπέμβαση μὲ τρόπο ποὺ δὲν τὸν καταλαβαίνουμε, γιατὶ πότε μᾶς πλησιάζει σὰν κεραυνὸς καὶ βροντή, καὶ πότε σὰν ἁπαλὴ αὔρα. Πάντα ὅμως ἀπαντᾶ στὶς προσευχές μας, ἀπαντᾶ κατὰ τὸ συμφέρον τῆς ψυχῆς μας. Δυστυχῶς, ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, δέσμιοι τοῦ χώρου καὶ τοῦ χρόνου, τῶν πεπερασμένων δηλαδὴ ὁρίων μας, ἀδυνατοῦμε νὰ κατανοήσουμε τὸ πῶς ἐνεργεῖ ὁ Αἰώνιος καὶ πέρα ἀπὸ τὸν τόπο καὶ χρόνο Θεός.

Εῑναι ἀνάγκη λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος νὰ παραδίνεται στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ δέχεται τὴν θεία ἐπέμβαση, ὅπως καὶ ἄν αὐτὴ ἐκδηλώνεται, εἶτε ἐκδηλώνεται ὡς ἴαση ἀπὸ μία ἀσθένεια, εἶτε μᾶς ἀπαντᾶ ὁ Θεὸς μὲ δύναμη κεραυνοῦ, εἶτε μᾶς ἀπαντᾶ σὰν λεπτὴ αὔρα.

Τὴν δύναμη τῆς θαυματουργίας ἔδωσε ὁ Θεὸς τόσο στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκον, ὅσο καὶ στοὺς Ἁγίους ποὺ ἀκοίμητοι πρεσβεύουν γιὰ μᾶς. Γιὰ αὐτό, σὲ αὐτοὺς πρέπει μὲ πίστη ἀκλόνητη νὰ προστρέχουμε πάντα καὶ αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ μᾶς δοθεῖ, θὰ μᾶς δοθεῖ. Ἀδιάψευστος ὁ λόγος τοῦ Κυρίου: Αἰτεῖτε καὶ δοθήσεται ὑμῖν.

Β) ΘΑΥΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ

Θαυμάτων Πηγὴ ἡ Παναγία, καὶ ποιὸς πιστὸς κάποτε στὴν ζωή του δὲν ἔχει αἰσθανθεῖ τὴν μητρικὴ στοργὴ τῆς Μητέρας τοῦ Κυρίου μας. Σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύση, Βοῤῥᾶ καὶ Νότο ἡ Παναγία μὲ τὶς πρὸς τον Θεὸν δεήσεις της, σὲ τυφλοὺς δίνει φῶς, σὲ χωλοὺς εὐρωστία, σὲ κωφοὺς ἀκοή, σὲ καρκινοπαθεῖς ὑγεία. Ἔτσι καὶ ἐδῶ στὴν Κορώνα, στὸ σπίτι της, ἡ Κυρία Θεοτόκος τὴν Ἁγία Εἰκόνα της καὶ τὸν Ναό της προφυλάσσει ἀπὸ τὴν φωτιά. Σὲ στείρους γονεῖς, τῆς εὐτεκνίας χαρίζει τὴν ἀπόλαυση· μάρτυρες, τὰ βαπτίσια ποὺ μετὰ ἀπὸ τάμα τελοῦνται στὸ Μοναστήρι.

Α) Τὸ 1987, ἄλλη ἐπέμβαση τῆς Θεοτόκου, ὁ μαυρισμένος ἀπὸ τὴν φωτιὰ τῆς 3/12/1943 τροῦλος αὐτοκαθαρίζεται χωρὶς τὴν ἐπέμβαση τοῦ ἀνθρώπινου χεριοῦ. Ἦταν γνωστὴ σὲ ὅλους ἡ κατάσταση τοῦ τρούλου, κατάμαυρος. Ὅταν ἐγκαταστάθηκε στὸ Μοναστήρι ἡ νέα ἀδελφότητα, διῆλθε ἡμέρες δύσκολες, πειρασμοὶ ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ δὲν ἤθελαν νὰ δοῦν τὸ Μοναστήρι νὰ ἀνασταίνεται, οἱ καινούργιοι ἀδελφοὶ ὑβρίσθηκαν καὶ χτυπήθηκαν καὶ ἐρχόταν ἡ ὥρα τῆς ἀνθρώπινης ὀλιγοπιστίας: Μήπως δὲν μᾶς θέλει ἡ Παναγία; Μέσα στὴν θλίψη καὶ τὴν ἀγωνία τους ἔγιναν μάρτυρες τῆς Θεοτόκου καὶ τοῦ Ἁγίου. Ἕνα βράδυ, ἕνας νέος μοναχός, λέει σὲ ἕναν Ἱερομόναχο: Πάτερ, ἔλα στὸν Ναὸ νὰ δεῖς κάτι· καὶ τοῦ δείχνει τὸν τροῦλο. Μόλις διακρίνεται τὸ φωτοστέφανο τοῦ Παντοκράτορα. Ὁ Ἱερομόναχος, μὴ θέλοντας νὰ δώσει θάῤῥος ἄκαιρο στὸν νεαρὸ μοναχό, τὸν ἀποπέμπει, ὁ μοναχὸς δὲν μιλᾶ, ἦταν βράδυ. Τὸ ἄλλο πρωί, μπαίνοντας μέσα στὸν Ναὸ γιὰ τὴν Ἀκολουθία, διακρίνουν καθαρὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου. Σὲ λίγες μέρες εἶχε ἐμφανισθεῖ ὁλόκληρος ὁ Παντοκράτορας, σὲ λίγο καιρὸ διακρίνονται στὸ τύμπανο τοῦ τρούλου οἱ Ἄγγελοι καὶ τὰ ἐξαπτέρυγα, καὶ μετὰ ἀπὸ μερικὲς μέρες οἱ Προφῆτες, καὶ ὅλος αὐτὸς ὁ αὐτοκαθαρισμός, χωρὶς νὰ πέφτει στὸ ἔδαφος ἴχνος κάπνας. Τὸ πιὸ πάνω θαῦμα, καταγράφτηκε στὰ ἐπίσημα πρακτικὰ τοῦ ἡγουμενοσυμβουλίου τῆς Μονῆς.

Β) Ἐπίσης, κατὰ τὰ μέσα Μαΐου 1987, ἦλθε κάποιος κύριος ἀπὸ τὴν Ἀθήνα στὸ μοναστήρι καὶ μᾶς εἶπε ὅτι ἤθελε πρὸς τὰ τέλη Ἰουνίου νὰ κάνει μιὰ εὐχαριστήρια Θεία Λειτουργία. Τὸν ῥωτήσαμε τὸν λόγο τῆς εὐχαριστίας του καὶ μᾶς εἶπε ὅτι τὴν παραμονὴ ἐγχειρήσεως, κατὰ τὴν ὁποία λόγῳ σηψαιμίας θὰ τοῦ ἔκοβαν τὰ πόδια του, ἐμπιστεύτηκε τὸν ἑαυτό του στὰ χέρια τοῦ Ἁγίου Σεραφείμ. Τὸ βράδυ, εἶδε τὸν Ἅγιο, σὲ κάποια στιγμὴ ποὺ τὸν πῆρε ὁ ὕπνος. Τὸ πρωί, σηκώθηκε ἀπὸ τὸ κρεββάτι ἀποθεραπευμένος. Ἡ ἐγχείρηση δὲν ἔγινε, τὰ πόδια δὲν κόπηκαν.

Γ) Ὁ στρατηγὸς Νικόλαος Πλαστήρας, ὁ θρυλικὸς Μαῦρος Καβαλάρης τῆς Μικρασιατικῆς ἐκστρατείας, εἶχε πάνω του σὲ ὅλες τὶς μάχες ἕναν ἀσημένιο σταυρό, μὲ μικρὸ τεμάχιο λειψάνου τοῦ Ἁγ. Σεραφείμ. Πέντε ἄλογά του εἶχαν σκοτωθεῖ κατὰ τὴν διάρκεια τῶν μαχῶν, ἐνῶ τὸν ἴδιο μήτε ποὺ τὸν εἶχε ἀγγίξει σφαῖρα. Ὁ στρατηγός, ἀπέδιδε τὴν σωτηρία του στὴν ἀρωγὴ τοῦ Ἁγ. Σεραφείμ.

Δ) Ἀπροσμάχητος ἰατρὸς κατὰ τῆς πανώλους ὁ Ἅγιος, ὅταν λοιμικὲς ἀσθένειες θέριζαν τοὺς πληθυσμοῦς τῆς περιοχῆς, στὸν Ἅγιο προστρέχουν, καὶ μὲ τὴν ποιμαντορική του ῥάβδο πατάσσει τὴν πανούκλα. Γιὰ αὐτὸ καὶ στὶς παλαιὲς εἰκόνες ἱστορεῖται ντυμένος Ἀρχιερέας νὰ κάθεται στὸν θρόνο, καὶ μὲ τὴν πατερίτσα του νὰ σκοτώνει τὴν πανούκλα.

Ε) Κάποιου Ἱερέα τῆς περιοχῆς, ἡ πρεσβυτέρα δὲν μποροῦσε νὰ ἀποκτήσει παιδί. Ἡ κατάσταση αὐτὴ δηλητηρίαζε τὴν ζωὴ τοῦ Ἱερέα καὶ τῆς πρεσβυτέρας, ἔτρεχαν σὲ γιατρούς, ἀλλὰ τίποτε. Ὁ Σεβασμιώτατος ἔβλεπε τὸν Ἱερέα πάντοτε στενοχωρημένο, καὶ κάποτε τοῦ λέει: Νὰ μὴν ξαναπᾶτε σὲ γιατρό, ταχθῆτε στὴν Παναγία καὶ στὸν Ἅγιο Σεραφείμ. Ὁ Ἱερέας ἔκανε ὅ,τι εἶπε ὁ Σεβασμιώτατος, καὶ σήμερα, οἱ παιδικὲς φωνές, γεμίζουν μὲ χαρὰ τὸ ἱερατικὸ σπίτι.

ΣΤ) Καρκινοπαθεῖς γυναῖκες· ἀπὸ τὸ Νέο Μοναστήρι Φθιώτιδος· καὶ ἄλλη ἀπὸ τὴν Βοστώνη τῶν Η.Π.Α, μὲ τὶς μεσιτεῖες τῆς Θεοτόκου καὶ τοῦ Ἁγίου Σεραφείμ, θεραπεύτηκαν.

Ζ) Ψυχασθενεῖς καὶ δαιμονισμένοι, μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς Παναγίας καὶ τοῦ Ἁγίου λυτρώθηκαν.