Ἅγιος Ἱερομάρτυς Κοσμᾶς Αἰτωλός

Τρεῖς Λόγοι τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης
Αὐγουστίνου Καντιώτη τοῦ Παρίου (1906-2010)
(Ἐκ τοῦ: Κοσμᾶς Αἰτωλός. Ἐκδ. Σταυρός, Ἀθήνα 1998)

Λόγοι

Α. Σκιαγραφία τοῦ Ἁγίου

Β. Ὁ Ἱεραπόστολος

Γ. Ἀλβανία καὶ Κοσμᾶς


ΛΟΓΟΣ ΠΡΩΤΟΣ
ΣΚΙΑΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ

Ἐδημοσιεύθη εἰς τὸ ὑπ᾿ ἀριθμ. 96/1949 φύλλον τοῦ περιοδικοῦ «Χριστιανικὴ Σπίθα».

Ἡμέρᾳ τρίτῃ, ἦλθεν εἷς ασκητής, καλούμενος Κοσμᾶς ἱερομόναχος, καὶ ἐδίδαξεν ἡμέρας τρεῖς ἐν Βερατίῳ. Τῇ διδαχῇ δὲ ἔβγανε ἀναβαίνων ἐπὶ σκαμνίου, καὶ ἐδίδαξεν ὅλον τὸν κόσμον καὶ ἔκαψαν αἱ γυναῖκες τὰ ἀσήμια καὶ τὰ μεταξωτὰ φορέματα. Καὶ μετὰ δεύτερο χρόνο πάλι ἦλθε εἰς Μουζακιὰ καὶ ἔφθασεν εἰς τὸ χωρίον Καλικούδησι καὶ τὸν ἔπνιξαν μὲ σχοινὶ καὶ τὸν ἔῤῥιξαν εἰς τὸν ποταμὸ καὶ τὸν ἔβγαλαν καὶ τὸν ἐνταφίασαν εἰς τὸ ῥηθὲν χωρίον. Καὶ γράφω τὴν ἡμέρα, ὅπου τὸν ἐσκότωσαν -1779 Αὐγούστου 24, ἡμέρα Σάββατο.

(Ἀπὸ τὸ συναξάρι τῆς σκλαβωμένης φυλῆς).

Πλησιάζει ἡ ἡμέρα, ἡ 24η Αὐγούστου, κατὰ τὴν ὁποίαν συμπληροῦται 170 ἔτη ἀφ᾿ ὅτου εἰς ἕνα μικρὸν χωρίον παρὰ τὸν Ἄψον ποταμὸν τῆς Ἀλβανίας παρέδωκε τὸ πνεῦμα εἰς τὸν Οὐράνιον Πατέρα ἕνας ἀπὸ τοὺς φλογερωτέρους ἱεροκήρυκας τοῦ Χριστοῦ, ὁ πάτερ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός.

Ὤ, πόσα ὀφείλει ἡ Ἑλλὰς εἰς τὸν ἅγιον τοῦτον ἄνδρα! Ἐὰν οἱ κυβερνῶντες τὸ Ἔθνος τοῦτο εἶχον γνῶσιν καὶ συναίσθησιν τοῦ μεγάλου ἔργου, ὅπερ ἐπετέλεσεν ἐν τῷ Ἑλληνισμῷ ὁ ἱερομάρτυς καὶ ἰσαπόστολος Κοσμᾶς, ἀσφαλῶς ἡ 24η Αὐγούστου, ἡ ἡμέρα τοῦ μαρτυρίου του, θὰ εἶχεν ὁρισθῇ νὰ ἑορτάζεται ὄχι μόνον ἐν Ἰωαννίνοις, ἀλλὰ καθ᾿ ἅπασαν τὴν Ἑλλάδα, διὰ νὰ στρέφουν οὕτως αἱ νεώτεραι γενεαὶ τὰς διανοίας καὶ τὰς καρδίας των πρὸς τοὺς σκοτεινοὺς ἐκείνους χρόνους τῆς Τουρκοκρατίας, κατὰ τοὺς ὁποίους τὴν Ἑλλάδα ἔσωσε, ναὶ ἔσωσε, τὸ φωτοβόλον ῥάσον ταπεινῶν ἱερομονάχων, οἱ ὁποῖοι μηδὲν ἐκ τῆς ὕλης ἔχοντες ἐθαυματούργησαν, διότι κατεῖχον τὸ πᾶν, διότι εἰς τὰ στήθη των εἶχον τὸν ἀνεκτίμητον μαργαρίτην, τὸν Χριστόν!

Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός! Ἕνας κόσμος ὁλόκληρος! Δὲν εἶνε δυνατὸν εἰς τὸ παρὸν ἄρθρο, νὰ ἀναλύσωμεν τὸ ὅλον ἔργον τοῦ νεομάρτυρος τούτου. Ἀλλ᾿ ἀπὸ τὴν ζωή του, καὶ ἰδίως ἀπὸ τὴν διδασκαλίαν του ὡς ἱεροκήρυκος, ἡ ὁποία ὡς κῆπος ἤνθησεν, εὐωδίασεν καὶ ἐκαρποφόρησεν εἰς ὁλόκληρον τὴν Βαλκανικὴν χερσόνησον, θὰ τολμήσωμεν νὰ συλλέξωμεν ὀλίγα ἄνθη, διὰ νὰ τὰ προσφέρωμεν ὡς μίαν ἀνθοδέσμην εἰς τοὺς ἀγαπητοὺς ἀναγνώστας, διὰ νὰ ἀναπνεύσουν τὸ γνήσιον ἄρωμα τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς πατρώας εὐσεβείας.

Ὁ Κοσμᾶς, ὁ θησαυρὸς αὐτὸς τῆς Ὀρθοδοξίας, ἦτο κεκρυμμένος εἰς τὴν Ἱερὰν Μονὴν Φιλοθέου τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἐπὶ δύο περίπου δεκαετίας ὑπὸ σοφοῦς καθηγητὰς τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς ἐσπούδαζεν, ἐμελέτα, προσηύχετο, ἐξηγνίζετο, ἐπτεροῦτο θεϊκῷ ἔρωτι, καὶ ἐκεῖ ἐν εἰρήνῃ θὰ παρέδιδε τὴν ψυχήν του εἰς τὸν Πλάστην. Ἀλλὰ πληροφορούμενος τὰ ἀνεκδιήγητα μαρτύρια τῶν συμπατριωτῶν του, ἐθλίβετο. Ἐπόνει ὁ φιλόπατρις. Ἔχυνε πικρὰ δάκρυα. Μυστικὴ φωνὴ τοῦ ἔλεγε: Κοσμᾶ! Τὸ ἔθνος καίεται καὶ σὺ ἀναπαύεσαι; Λάβε τὴν ἀποστολικὴν ῥάβδον καὶ κήρυξε τὰ μεγαλεῖα τοῦ Σταυρωθέντος καὶ Ἀναστάντος Κυρίου. Παρηγόρησε τὸ ἔθνος τῶν Ἑλλήνων.

Εἰς ἡλικίαν 45 ἐτῶν, ὅτε τὸ πνεῦμά του εἶχε μεστώσει ἀπὸ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ, ὁ π. Κοσμᾶς ἀφήνει τὸ Ἅγιον Ὄρος, μεταβαίνει εἰς τὸ Πατριαρχεῖον, ἐκφράζει εἰς τὸν Πατριάρχην Σεραφεὶμ Β´ (1757-1761) τὸν ἐσωτερικόν του πόθον, διορίζεται ἱεροκήρυξ τοῦ Γένους, καὶ μὲ τὰς εὐχὰς τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἐξέρχεται εἰς τὴν πρώτην ἱεραποστολικὴν περιοδείαν, τὴν ὁποίαν ἠκολούθησαν ἄλλαι τρεῖς περιοδεῖαι. Ἐπὶ 20 ἔτη περιώδευε τὴν Ἑλληνικὴν γῆν, ἀπὸ τῶν Δωδεκανήσων μέχρι τοῦ Βερατίου καὶ τῆς Αὐλώνος! Παντοῦ ἐκήρυξεν.

Ὁ π. Κοσμᾶς ἦτο ἁπλοῦς, ἀλλὰ δυνατός, πρωτότυπος εἰς τὸ κήρυγμά του. Εἰς τὸ μέρος ὅπου ἐπρόκειτο νὰ κηρύξῃ, ἐστήνετο ἕνας μεγάλος Σταυρός. Κάτω ἀπὸ τὴν σκιὰν τοῦ Σταυροῦ, ἐπάνω εἰς ἕνα σκαμνί, πρόχειρον ἄμβωνα τῆς ὑπαίθρου ἀνήρχετο ὁ ταπεινὸς ἱερομόναχος καὶ ὡμίλει. Ὡμίλει ἐκ τοῦ θησαυροῦ τῆς καρδίας του. Ὡμίλει μὲ τὴν γλῶσσαν τῶν ἁλιέων τῆς Γαλιλαίας. Εἶχε βαθεῖαν συνείδησιν τῆς μεγάλης ἀποστολής του ὡς ἱεροκήρυκος. Ἐγὼ -ἔλεγε πρὸς τὸν λαόν- μὲ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ, μήτε σακκούλα ἔχω, μήτε σπίτι, μήτε ἄλλο ῥάσο, καὶ τὸ σκαμνὶ ὅπου ἔχω ἰδικόν σας εἶνε, τὸ ὁποῖον εἰκονίζει τὸν τάφον μου. Ἐτοῦτος ὁ τάφος ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ διδάξῃ, βασιλεῖς, πατριάρχας, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, ἄνδρας καὶ γυναῖκας, νέους καὶ γέροντας, καὶ ὅλον τὸν κόσμον.

Ἡ καρδία του ἦτο ἀτρόμητος. Πᾶσα περὶ τὰ ἤθη ἀταξία, πᾶσα σκανδαλίζουσα τὸν λαὸν ἁμαρτίαν, ἠλέγχετο δημοσίᾳ. Οἱαδήποτε ἀδικία, ἡ ὁποῖα διεπράττετο εἰς βάρος τοῦ λαοῦ ἐκ μέρους τῶν πλουσίων καὶ τῶν ἰσχυρῶν τῆς ἡμέρας, προεκάλει κύματα ἀγανακτήσεως εἰς τὰ στήθη του. Ὁ π. Κοσμᾶς δὲν ἐχαρίζετο εἰς οὐδένα. Εἰς τὴν Λάρισαν, τὴν Ζάκυνθον, τὴν Κεφαλληνίαν, τὴν Κέρκυραν καὶ εἰς ἄλλας πόλεις, οἱ πλούσιοι, ἐκείνοι οἱ ὁποῖοι εἶχον συμμαχήσει μὲ τοὺς κατακτητὰς (Τούρκους καὶ Ἑνετούς), καὶ μὲ τὴν αἰσχρὰν πλεονεξίαν ἀπεμύζων καὶ τὴν ἐλαχίστην οἰκονομικὴν ἰκμάδα τοῦ λαοῦ, ἠλέγχθησαν σφοδρῶς, καὶ διὰ τοῦτο ἠγέρθησαν ἐναντίον του. Εἰς πολλὰς πόλεις, μὲ τὰς διαβολὰς καὶ τὰς συκοφαντίας των, οἱ σκοτεινοὶ αὐτοὶ ἄνθρωποι κατώρθωσαν νὰ ἀπαγορευθῇ τὸ κήρυγμά του. Εἰς τὴν Κέρκυραν μάλιστα ἐγένετο συμπλοκή, καὶ τὸ ὑποκάμισον τοῦ Κοσμᾶ ἐσχίσθη. Ἕνα τεμάχιον τούτου σώζεται ὡς ἱερὸν κειμήλιον εἰς τὸν Ἱ. Ν, τῆς Ἁγίας Βαρβάρας τοῦ χωρίου Μαντουκίου.

Ὁ λαὸς ὅμως, ὁ πολὺς λαός, ὁ ὁποῖος ἔβλεπε τὸ ἁγνὸν ἐνδιαφέρον τοῦ Ἁγίου, ἦτο μαζί του. Τὸν ἠκολούθει κατὰ χιλιάδας. Ὅτε ἐκ Κεφαλληνίας ἔφευγε πρὸς τὴν Ζάκυνθον, 10 καΐκια γεμάτα ἀπὸ εὐσεβεῖς Κεφαλλῆνας τὸν συνόδευον. Ὅπου διήρχετο, ἡ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων ἤλλασσεν. Ἐκ γῆς πρὸς οὐρανὸν ἀνύψωνε τὰς ψυχὰς τὸ ἐμπνευσμένον κήρυγμά του. Ζῷα, κτήνη, ἔτσι ὤνόμαζε τοὺς Χριστιανοὺς ἡ γλῶσσα τῶν Τούρκων. Ἔτσι τοὺς ἐθεώρουν, καὶ ἔτσι, καὶ ἀκόμη χειρότερον, τοὺς μετεχειρίζοντο οἱ ἄπιστοι κατακτηταί των. Ὄχι -ἐφώναζεν ὁ ἱεροκήρυξ τοῦ Χριστοῦ- ὄχι δὲν εἶσθε κατώτερα ὄντα, οὔτε σεῖς, οὔτε αἱ γυναῖκές σας, οὔτε τὰ παιδιά σας. Εἶσθε τέκνα τοῦ Θεοῦ. Ἐπλάσθητε διὰ τὰ μεγάλα καὶ ὑψηλά. Ἡ ψυχὴ καὶ τοῦ ταπεινωτέρου ἀνθρώπου προώρισται διὰ τῆς πίστεως, τοῦ ἁγίου βαπτίσματος καὶ τῶν λοιπῶν μυστηρίων καὶ τῶν ἀγαθῶν μυστηρίων νὰ λάμψῃ ὥσπερ ὁ ἥλιος, ὑπὲρ τὸν ἥλιον, νὰ γίνῃ νύμφη Χριστοῦ.

Τὸ κήρυγμά του εἶχε τεραστίαν τὴν ἐπίδρασιν. Καὶ λῃστὰς ἀκόμη ἀφώπλιζεν. Εἰς τὰ ἄγρια βουνὰ τῆς Βουβούσης συνήντησε λῃστοσυμμορίαν, τρομοκρατοῦσαν τὴν περιφέρειαν. Ἀλλ᾿ ὁ ἀρχηγός της συνεκινήθη ἀπὸ τὴν διδασκαλίαν τοῦ Ἁγίου τόσον, ὥστε μετενόησε διὰ τὰ ἐγκλήματα, ποὺ εἶχε διαπράξει εἰς βάρος ἀθώων πλασμάτων, ἐπέταξε τὰ ὅπλα του, διέλυσε τὴν συμμορίαν, καὶ ἐγένετο ἕνας ἀπὸ τοὺς κοινωφελέστερους χριστιανοὺς τοῦ τόπου του.

Ὁ πάτερ Κοσμᾶς, ἀκραιφνὴς Χριστιανός, ἠγάπα τὴν ἀνθρωπότητα ὅλην. Ἀλλὰ μέσα εἰς τὴν ἁγίαν του ψυχήν, ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης, εἶχεν ἀνάψει δύο μεγάλας, οὐρανομήκεις φλόγας, ποὺ ἐφώτιζον ὁλόκληρον τὴν ζωήν του. Ὁ π. Κοσμᾶς ἐφλέγετο, ἐκαίετο ἀπὸ τὴν ἀγάπην πρὸς τὴν Ὀρθοδοξίαν, καὶ ἀπὸ τὴν ἀγάπην πρὸς τὴν Ἑλλάδα.

Ἠγάπα ἐν πρώτοις τὴν Ὀρθοδοξίαν. Ἰδοὺ τί περὶ αὐτῆς ἔλεγεν: Ἐγὼ ἐδιάβασα πολλὰ περὶ Ἑβραίων, ἀσεβῶν, αἱρετικῶν καὶ ἀθέων. Τὰ βάθη τῆς σοφίας ἠρεύνησα. Ὅλες οἱ πίστες εἶνε ψεύτικες. Τοῦτο ἐκατάλαβα ἀληθινά· μόνον ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων εἶνε καλὴ καὶ ἁγία, τὸ νὰ πιστεύωμεν καὶ νὰ βαπτιζώμεθα εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, καὶ τοῦ Υἱοῦ, καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος… Τοῦτο σᾶς λέγω εἰς τὸ τέλος· νὰ εὐφραίνεσθε ὅπου εἶσθε Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, καὶ νὰ κλαίετε διὰ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ τοὺς αἱρετικοὺς ὅπου περιπατοῦν εἰς τὸ σκότος.

Ἠγάπα τὴν Ὀρθοδοξίαν. Καὶ μαζὶ μὲ τὴν Ὀρθοδοξίαν, ἠγάπα καὶ τὴν Ἑλλάδα, ὡς στενῶς καὶ ἀδιαῤῥήκτως μετ᾿ αὐτῆς συνδεδεμένην. Ἡ Ἑλλὰς ἦτο ἡ πρώτη πιστὴ θυγάτηρ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὀρθοδοξία καὶ Ἑλλὰς ἦσαν ἀχώριστοι ἐν τῇ καρδίᾳ τοῦ Ἁγίου. Διὰ τὴν Ἑλλάδα, τὴν βασκανισμένην αὐτὴν χώραν, ὡμίλει μὲ δάκρυα. Συνίστα τὴν Ἑλληνικὴν παιδείαν καὶ ἵδρυσε περὶ τὰ 300 Ἑλληνικὰ Σχολεῖα. Ἀδελφέ! -ἔλεγεν εἰς τὸ κήρυγμά του- σὺ ποὺ κάμνεις παιδιά, νὰ τὰ παιδεύῃς καὶ νὰ τὰ μανθάνῃς γράμματα καὶ ἐξόχως Ἑλληνικά, διότι ἡ Ἐκκλησία μας εἶνε εἰς τὴν Ἑλληνικὴν γλῶσσαν. Δὲν σᾶς λέγω περισσότερα, διότι εἶσθε φρόνιμοι καὶ γνωστικοί… Τόσον ἠγάπα τὴν Ἑλλάδα ὁ μακάριος, ὥστε ηὐφραίνετο νὰ ἀκούῃ παντοῦ τὴν Ἑλληνικὴν γλῶσσαν. Ἰδιαιτέρας προσπαθείας κατέβαλεν εἰς τὰ βλαχοχώρια τῆς Πίνδου διὰ νὰ μάθουν τὴν Ἑλληνικὴν γλῶσσαν οἱ κάτοικοι. Εἰς δὲ τὰ χωρία ἐκεῖνα τῶν Ὀρθοδόξων τῆς Ἀλβανίας, εἰς τὰ ὁποῖα εἶχεν ἐπικρατήσει ἡ ἀλβανικὴ γλῶσσαν καὶ μαζὶ μὲ τὴν διάδοσιν τῆς γλώσσης ὑπῆρχε καὶ ὁ κίνδυνος τοῦ ἐξισλαμισμοῦ, ὁ Ἅγιος ἦτο αυστηρότατος. Κάποτε ἠκούσθη νὰ λέγῃ: Ὅποιος χριστιανός, ἄνδρας ἤ γυναῖκα, ὑπόσχεται μέσα εἰς τὸ σπίτι του νὰ μὴν κουβεντιάζῃ ἀρβανίτικα, ἂς σηκωθῇ ἐπάνω νὰ μοῦ εἰπῇ καὶ νὰ πάρω ὅλα μου τὰ ἁμαρτήματα εἰς τὸν λαιμό μου ἀπὸ τὸν καιρὸν ὅπου ἐγεννήθηκε ἕως τώρα καὶ νὰ βάλω ὅλους τοὺς χριστιανούς, νὰ τὸν συγχωρέσουν καὶ νὰ λάβῃ μίαν συγχώρεσιν ὅπου νὰ ἔδιδε χιλιάδες πουγγιὰ δὲν θὰ τὴν ἐματάβρισκε.

Μὲ διάφορα σημεῖα προεφήτευσεν τὴν ἀπελευθέρωσιν τῆς Ἑλλάδος. Ὀλίγον δὲ πρὸ τοῦ μαρτυρικοῦ του θανάτου εἶπε ὅτι ἡ Ἑλλὰς θὰ ἔχῃ ἔνδοξον μέλλον εἰς τὴν Ἀνατολήν.

Ἠγάπα ὁ Κοσμᾶς τὴν ἐπίγειον Πατρίδα. Ἀλλὰ πέρα ἀπὸ τὴν ἐπίγειον Πατρίδα, ὁ πιστὸς καὶ ἀφωσιωμένος δοῦλος τοῦ Κυρίου ἔβλεπε τὴν Οὐράνιον Πατρίδα. Ὤ, μὲ πόσην θερμότητα ὡμίλει δι᾿ αὐτήν! Ὁ Θεὸς -ἐκήρυττε- μᾶς ἔκανε μὲ τὸ κεφάλι ὀρθούς, καὶ μᾶς ἔβαλε τὸν νοῦν εἰς τὸ ἐπάνω μέρος, διὰ νὰ στοχαζώμεθα πάντα τὴν οὐράνιον βασιλείαν, τὴν ἀληθινήν μας Πατρίδα. Ὅθεν ἀδελφοί μου, σᾶς διδάσκω καὶ σᾶς συμβουλεύω, πλὴν τολμῶ πάλιν καὶ παρακαλῶ τὸν γλυκύτατον Ἰησοῦν Χριστόν, νὰ στείλῃ οὐρανόθεν τὴν χάριν του, καὶ τὴν εὐλογίαν του εἰς αὐτὴν τὴν χώραν καὶ ὅλους τοὺς χριστιανούς, ἄνδρας καὶ γυναῖκας, νέους καὶ γέροντας, καὶ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν σας· καὶ πρῶτον ἀδελφοί μου, ἄμποτε νὰ σᾶς εὐσπλαγχνισθῇ καὶ νὰ σᾶς συγχωρέσῃ τὰς ἁμαρτίας σας καὶ νὰ σᾶς ἀξιώσῃ νὰ διέλθετε καὶ ἐδὼ καλὴν καὶ εἰρηνικὴν αὐτὴν τὴν μάταιαν ζωήν, καὶ μετὰ θάνατον εἰς τὸν Παράδεισον, εις τὴν Πατρίδα μας τὴν ἀληθινήν, νὰ χαιρώμεθα πάντοτε, νὰ δοξάζωμεν καὶ νὰ προσκυνῶμεν τὴν Ἁγίαν Τριάδα εἰς αἰῶνας αἰώνων. Ἀμήν.

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ-ΕΛΛΑΣ-ΑΙΩΝΙΟΤΗΣ. Ἰδοὺ τὰ συναισθήματα ποὺ μὲ μεγάλην δύναμιν ἔῤῥιπτε παντοῦ ὁ π. Κοσμᾶς.

Μαθηταί του ὑπῆρξαν χιλιάδες. Ὁ Σαμουήλ, ὁ διάσημος ἐκεῖνος ἱερομόναχος, ὅστις ἔθεσε πῦρ καὶ ἐνεταφιάσθη εἰς τὰ ἐρείπια τοῦ Σουλίου· ὁ ἐκ Σαμαρίνης νεομάρτυς Δημήτριος, ὅστις ζῶν ἐκτίσθη καὶ ἐμαρτύρησε· χιλιάδες ἁμαρτωλοὶ καὶ κλέφται, οἱ ὁποῖοι ὡς μικρὰ παιδία τὸν ἤκουσαν, καὶ ἀνδρωθέντες κατόπιν συμμετέσχον εἰς τὸν ἱερὸν ἀγῶνα τοῦ 1821· ὑπῆρξαν ἀφοσιωμένοι μαθηταί του. Καὶ μέχρι σήμερον, ἡ ἀνάμνησίς του ὡς διδασκάλου, ὡς προφήτου, ὡς θαυματουργοῦ ζῇ εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ λαοῦ μας. Κατὰ τὴν περιοδείαν μου ὡς ἱεροκήρυκος εἰς τὴν ἐπαρχίαν Γρεβενῶν, συνήντησα σεβασμίους γέροντας, βοσκοὺς τῆς Πίνδου, οἱ ὁποῖοι ἤκουσαν τοὺς πάππους των νὰ λέγουν ὅτι οἱ γονεῖς των εἶχον ἀκούσει οἱ ἴδιοι τὸν ἀείμνηστον διδάσκαλον, καὶ ἀνέφερον πλεῖστα ὅσα ἀνέκδοτα ἐκ τῆς θαυματουργοῦ δράσεώς του. Εἰς δὲ τὴν ὡραίαν κωμόπολιν τῆς Πίνδου τὴν Σαμαρίναν, εἰς τὸ μέρος ὅπου ἐκήρυξεν, οἱ εὐσεβεῖς της κάτοικοι ἔκτισαν πρὸ ὀλίγων ἐτῶν Ἱερὸν Ναὸν τιμώμενον ἐπ᾿ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου.

Ἀλλ᾿ ἐὰν τώρα ἐκ τῶν ὑπωρειῶν τῆς Πίνδου μεταβῶμεν εἰς τὴν ἰδιαιτέραν πατρίδα τοῦ Ἁγίου, τὴν εὑρισκομένην εἰς τὰ ὅρια τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας, θὰ συναντήσωμεν ἐκεῖ ἄραγε μεγαλοπρεπῆ ναὸν ἀντάξιον τοῦ μεγάλου τούτου χριστιανοῦ διαφωτιστοῦ καὶ διδασκάλου τοῦ Ἑλληνικοῦ Γένους; Δυστυχῶς ὄχι! Καὶ ὅμως οἱ Αἰτωλοὶ καὶ οἱ Ἀκαρνᾶνες, οἱ διακρινόμενοι ἀνέκαθεν διὰ τὰ θρησκευτικὰ καὶ πατριωτικὰ συναισθήματά των, θὰ ἔπρεπε νὰ εἶχον κτίσει πρὸ πολλοῦ τοιοῦτον Ἱερὸν Ναόν. Πρὸ τοῦτο ὅμως ἀπαιτεῖται ἄνθρωπος, ὅστις θ᾿ ἀνάψῃ τὸ πρῶτον πῦρ*.

* Ὅπως καὶ εἰς τὸν πρόλογον τῆς δευτέρας ἐκδόσεως ἐγγράφομεν, ὡραῖος Ναὸς ἐπ᾿ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου ἐκτίσθη εἰς τὴν ἰδιαιτέραν του πατρίδα. Ἄξιοι πολλῶν ἐπαίνων οἱ διὰ τὴν ἀνοικοδόμησιν τοῦ Ναοῦ μετὰ ζήλου ἐργασθέντες κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, καταγόμενοι ἐκ τῆς περιφερείας τοῦ Ἁγίου. Εἶθε νὰ μὴν εἶνε μακρὰν ἡ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποίαν καὶ Μονὴ θὰ κτισθῇ, καὶ Ἱεραποστολικὴ Σχολὴ ἐπ᾿ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου θὰ ἱδρυθῇ πρὸς ἀναζωογόνησιν τοῦ θρησκευτικοῦ συναισθήματος.

Εἶθε ἕνας ἐκ τῶν δραστηρίων κληρικῶν, τῶν πεφωτισμένων θεολόγων καὶ τῶν εὐσεβῶν τέκνων, ποὺ δὲν ἔπαυσε νὰ γεννᾷ ἡ ἡρωϊκὴ αὕτη ἐπαρχία τῆς Ῥούμελης, εἶθε ἕνας νὰ εὑρεθῇ νὰ ἐνστερνισθῇ τὴν ἰδέαν αὐτήν, καὶ ἐκεῖ ὅπου εἶδε τὸ πρῶτον τὸ φῶς τοῦ ἡλίου ὁ Νεομάρτυς, νὰ κτισθῇ περίλαμπρος Ναὸς καὶ παραπλεύρως τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Σχολὴ μὲ τὴν ἐπιγραφήν· ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ «Ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ», τῆς ὁποίας οἱ μαθηταὶ θὰ ἐμπνεώνται, θὰ διδάσκωνται καὶ θὰ ἐφαρμόζουν τὰς πρακτικὰς μεθόδους τοῦ κηρύγματος τοῦ μεγάλου τούτου ἱεραποστόλου τῶν νεωτέρων χρόνων.

Ἡ Ἑλλὰς περιμένει ἀπὸ τὴν Ἀκαρνανίαν νέους ἱεραποστόλους μὲ τὴν φλόγα τοῦ μεγάλου συμπατριώτου των.

* * *

Ἅγιε Κοσμᾶ, ἱερομάρτυς καὶ ἰσαπόστολε! Ἐβάδισες ἐπάνω εἰς τὰ ἴχνη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Νεώτερος Ἀπόστολος τοῦ Κυρίου ἀνεδείχθης. Ἡ Ἑλλὰς τὴν ὁποίαν εὐηργέτησες μὲ διδασκαλίαν, μὲ προφητείας, μὲ θαύματα, καὶ τέλος μὲ τὸ μαρτυρικόν σου αἷμα, δὲν πρόκειται νὰ λησμονήσῃ τὸ ὄνομά σου. Τὸ ἱερόν σου λείψανον μένει ἐκεῖ, πέραν τῶν συνόρων μας, ὅπως μένουν τὰ ὀστᾶ τόσων ἡρώων καὶ μαρτύρων τῆς Φυλῆς μας… Ἀλλ᾿ ἡ μακαρία ψυχή σου πτερυγίζει ὑπεράνω τῆς Χώρας ταύτης, βλέπει τὰ δάκρυα καὶ τὰ αἵματα, τὰς ἀγχόνας καὶ τὰ ἰκριώματα, ποὺ ἔστησεν ὁ Ἑωσφόρος διὰ νὰ ἐξαφανίσῃ τὴν Φυλήν μας, καὶ δέεται**. Καὶ μὴ παύσῃς δεόμενος ὅπως ὁ Θεὸς δώσῃ λύτρωσιν τῷ λαῷ αὐτοῦ, διὰ νὰ ἐπαναλάβῃ ὁ μαρτυρικὸς αὐτὸς λαός, τὰ τελευταῖα παρήγορά σου λόγια, μὲ τὰ ὁποῖα ἐσφράγισες τὴν ἰδικήν σου μαρτυρικὴν ζωήν: ΔΙΗΛΘΟΜΕΝ ΔΙΑ ΠΥΡΟΣ ΚΑΙ ΥΔΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΞΗΓΑΓΕΣ ΗΜΑΣ ΕΙΣ ΑΝΑΨΥΧΗΝ. (Ψαλμ. 65, 12)

** Ταῦτα ἐγράφοντο καθ᾿ ὃν χρόνον εἰς τὰς κορυφὰς τῶν Ἠπειρωτικῶν καὶ Μακεδονικῶν ὀρέων σφοδραὶ μάχαι διεξήγοντο καὶ ἡ Ἑλλὰς ἐκινδύνευε νὰ πέσῃ εἰς στὸ στόμα ἀγρίων θηρίων τῆς Ἀποκαλύψεως. Ἡμεῖς πιστεύομεν ὅτι, ἐὰν πολλάκις ἐσώθημεν ἐκ φοβερῶν κινδύνων, τοῦτο ὀφείλομεν εἰς τὰς προσευχὰς τῶν Ἁγίων καὶ Μαρτύρων, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν καὶ ἐμαρτύρησαν ἐν μεσῳ ἡμῶν. Ἐὰν ὅμως μένωμεν ἀμετανόητοι, σκληροκάρδιοι, ὅπως οἱ Ἰουδαῖοι, τότε, κἂν ὅλοι οἱ Ἅγιοι καὶ Μάρτυρες ὑπὲρ ἡμῶν δέωνται, δὲν θὰ σωθῶμεν.


ΛΟΓΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ.
Ο ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

Ἐδημοσιεύθη εἰς τὸ ὑπ᾿ ἀριθμ. ??/1959 φύλλον τοῦ περιοδικοῦ «Χριστιανικὴ Σπίθα».

Πρὸ καιροῦ μία ἱερὰ ἐπέτειος ἑωρτάσθη ἐν Ἑλλάδι. Κατὰ τὸν παρελθόντα Αὔγουστον, 24 τοῦ μηνός, συνεπληρώθησαν 180 ἔτη ἀπὸ τῆς ἡμέρας ἐκείνης, κατὰ τὴν ὁποίαν εἰς κάποιον χωρίον τῆς Βορείας Ἠπείρου παρὰ τὰς ὄχθας τοῦ Ἄψου ποταμοῦ (Δεβόλη), πλησίον τοῦ Βερατίου, κατόπιν μαρτυρίου ἐξεμέτρησε τὸ ζῆν ἕνα ἔνδοξον τέκνον τῆς ἡρωϊκῆς ταύτης γῆς. Τὸ ὄνομά του ἠλεκτρίζει καὶ σήμερον· Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός (1714-1779).

Ἐπὶ τῇ ἐπετείῳ ταύτῃ εἰς ἐφημερίδας καὶ περιοδικὰ τῆς πρωτευούσης καὶ τῶν ἐπαρχιῶν, ἐδημοσιεύθησαν ἄρθρα τινά, ἀλλ᾿ ὡς παρετήρησεν ἐκλεκτὸς δημοσιογράφος, εἰς τὰ πλεῖστα τῶν ἄρθρων δὲν ἐνεφανίζετο ἡ εἰκὼν τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ γνησία. Διότι ἕκαστος προσεπάθει νὰ δώσῃ εἰς τὴν εἰκόνα τὸ χρῶμα τῆς ἰδίας του ἀρεσκείας, τῶν σκέψεων καὶ τῶν αἰσθημάτων αὐτοῦ, εἰς τρόπον ὥστε διὰ τοῦ στόματος τοῦ Ἁγίου, νὰ ἐκφράζωνται ἰδέαι τῶν κοσμικῶν κύκλων, τὰς ὁποίας ἐὰν ἔζη σήμερον καὶ ἤκουε, θὰ ἔφριττεν ὁ Ἅγιος διὰ τὴν δεινὴν παραποίησιν καὶ διαστρέβλωσιν τοῦ νοήματος τοῦ ἀγῶνός του. Ἐπειδὴ π.χ. ὁ Ἅγιος διὰ τὴν δεινὴν παραποίησιν ἐπέτρεψεν ὑλικὸν κατεστραμμένου τινὸς Ναοῦ νὰ χρησιμοποιηθῇ διὰ τὴν ἀνέργεσιν σχολείου, ἐξ αὐτοῦ τοῦ περιστατικοῦ ἐξήχθη ἀμέσως τὸ συμπέρασμα, ὅτι ὁ Κοσμᾶς δὲν ἔκαμνε τίποτε ἄλλο, παρὰ νὰ κρημνίζῃ ἐκκλησίας διὰ νὰ κτίζῃ σχολεῖα. Ποῖος; Ἐκεῖνος, ὅστις, ἐὰν ἤθελε τὰ γράμματα, τὰ ἤθελε ὡς ὑποβοηθητικὰ τῆς ἠθικῆς καὶ θρησκευτικῆς μορφώσεως τοῦ ἀνθρώπου, λέγων ὅτι τὸ σχολεῖον ἀνοίγει ἐκκλησίας, ἀνοίγει μοναστήρια. Καὶ ἄρα σχολεῖον, τὸ ὁποῖον δὲν ἔχει θεμέλιον θρησκευτικόν, δὲν ἔχει θεμέλιον τὴν μεγάλην ἐντολὴν τῆς ἀγάπης, τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὸν πλησίον, ἀλλ᾿ εἶνε ψυχρόν, ἀδιάφορον, πολέμιον τῆς ἀληθοῦς πίστεως, τὸ σχολεῖον αὐτὸ ἔχει ἐκφυλισθῆ, εὑρίσκεται ἐκτὸς προορισμοῦ καὶ εἶνε δυναμίτις εἰς τὰ θεμέλια τῆς Ὀρθοδόξου κοινωνίας. Διότι, ὡς προφητικῶς ἔλεγεν ὁ Ἅγιος: τὰ μεγάλα κακὰ εἰς τὴν ἀνθρωπότητα θἄρθουν ἀπὸ τοὺς διαβασμένους. Ἐπειδὴ εἰς ἄλλην περίπτωσιν συνέβῃ νὰ καυτηριάζη νὰ ἁμαρτήματα, τὰς ἠθικὰς παρεκτροπάς, τὴν ἀσπλαγχνίαν καὶ ἀδικίαν τῶν πλουτούντων καὶ ἐν γένει τῶν κατεχόντων κάποιαν θέσιν ἐν τῇ κοινωνίᾳ, ἐκ τοῦ ἐλέγχου τούτου ἐξήγαγον ἄλλοι τὸ συμπέρασμα, ὅτι ὁ Ἅγιος δὲν ἦτο τίποτε ἄλλο, παρὰ ἕνας κοινωνικὸς ἐπαναστάτης, κάμνων ταξικὸν ἀγῶνα, ἐξεγείρων τοὺς μικροὺς κατὰ τῶν μεγάλων. Ἐπειδὴ εἰς ἄλλην περίπτωσιν συνέβη νὰ ἐλέγξῃ τὰς παρεκτροπὰς τοῦ ἱερατείου καὶ μάλιστα τῶν ἀρχιερέων, ἐκ τοῦ ἐλέγχου τούτου πάλιν κατέληξαν εἰς τὸ συμπέρασμα, ὅτι ὁ Κοσμᾶς ἦτο κατὰ τῆς Ἱεραρχίας. Ἐπειδὴ ὡμίλει εἰς τὴν γλῶσσαν τοῦ λαοῦ, ἄρα –εἶπον οἱ ὀπαδοὶ τῆς μαλλιαρῆς γλώσσης- ὁ Κοσμᾶς δημοτικιστής, φρονῶν ὅτι μόνον διὰ τῆς γλώσσης θὰ σωθῇ ὁ κόσμος! Καὶ ἄλλοι τέλος, ἀπὸ ὡρισμένας φράσεις καὶ ἐνεργείας κρίνοντες αὐτόν, ἔλεγον ὅτι εἶνε πράκτωρ ξένης δυνάμεως, τῶν Μοσχοβιτῶν, ἔχων σχέσιν μὲ τὸ κίνημα Ὀρλώφ (1770), κατηγορία, ἡ ὁποία ἐχρησιμοποιήθη ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν του, τῶν Ἑβραίων, διὰ τὴν ἐξόντωσίν του.

Πόσον ὀλίγον οἱ τοιοῦτοι ἠννόησαν τὸν Κοσμᾶν! Ὁ Κοσμᾶς ἦτο βεβαίως μία πολυμερὴς προσωπικότης, πολύεδρός τις ἀδάμας. Ἀλλ᾿ ἑκάστη πλευρὰ τοῦ πνευματικοῦ τούτου ἀδάμαντος ἠκτινοβόλει τὸ ἴδιον φῶς, τὸ ἀνέσπερον φῶς τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου. Τὸ βάθος τῆς ὑπάρξεως τοῦ Κοσμᾶ ἦτο καθαρῶς πνευματικόν, εὐαγγελικόν, μεταφυσικόν. Ὁ Κοσμᾶς ἐν τῇ γενεᾷ αὐτοῦ ὑπῆρξε πρέσβυς Θεοῦ, ἀπόστολος Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἦτο ἕνας ἀληθὴς ἱεραπόστολος. Ἐξετέλεσε τὴν ἐντολὴν ἐκείνην τοῦ Κυρίου: Πορευθέντες, μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη…· ἡ ὁποία καὶ σήμερον ἀναζητεῖ τοὺς ἐκτελεστάς της ἐν πάσῃ γωνίᾳ τῆς γῆς. Πόσα ἑκατομμύρια λαῶν ἀναμένουν τοὺς νέους εὐαγγελιστάς!

Διὰ νὰ συλλάβωμεν καλῶς τὸ νόημα τῆς ἀποστολῆς Κοσμᾶ τοῦ Ἀιτωλοῦ, πρέπει νὰ ἴδωμεν τὴν ἐποχήν του καὶ τὸ ἔργον του, νὰ ἴδωμεν δηλαδή, ποῖον ὑπῆρξε τὸ ἱστορικὸν πλαίσιον, ἐντὸς τοῦ ὁποίου ἐκινήθη καὶ ἔδρασεν ἱεραποστολικῶς, καὶ πῶς ἐκινήθη καὶ ἔδρασεν.

* * *

Ὁ αἰών, ἐντὸς τοῦ ὁποίου ἔζησε καὶ ἐμαρτύρησεν ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὑπῆρξε διὰ τὸν Χριστιανισμὸν τῆς Ἀνατολῆς αἰὼν μεγάλης δοκιμασίας τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως. Ὁ σατανᾶς, ἵνα μεταχειρισθῶμεν εὐαγγελικὴν ἔκφρασιν (Λουκ. 22, 31), ἐκράτει κόσκινον καὶ ἐκοσκίνιζε τοὺς χριστιανοὺς τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Τὰ ὄργανά του, μικροὶ καὶ μεγάλοι ἄρχοντες τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, ὅλοι φανατικοὶ ὀπαδοὶ τοῦ Μωάμεθ, ἐπίεζον ποικιλοτρόπως τοὺς χριστιανοὺς διὰ νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν Πίστιν των.

Δι᾿ ἐλαχίστην ἀφορμήν, συνελάμβανον καὶ ἐφυλάκιζον χιλιάδας χριστιανῶν, καὶ τότε μόνον ἤνοιγον τὰς σιδηρᾶς θύρας τῶν ἀπαισίων φυλακῶν καὶ ἄφηναν αὐτοὺς ἐλευθέρους, ὅταν ἠρνοῦντο τὴν Πίστιν των καὶ ἐδήλωνον ὅτι προσχωροῦν εἰς τὴν θρησκεία τοῦ ψευδοπροφήτου των. Φόροι βαρεῖς, δυσβάσταχτοι ἐπιβάλλοντο εις τοὺς ῥαγιᾶδες, οἱ ὁποῖοι ὁπωσδήποτε θὰ ἔπρεπε νὰ εἰσπραχθοῦν, μία δὲ ὁδὸς ἀπαλλαγῆς ἐκ τῶν φόρων ὑπῆρχεν, ἡ ἀλλαξοπιστία. Ἐλεύθερος ἐκ τῶν φόρων ὁ ἀλλαξοπιστῶν. Εὐνοῦχοι τῶν σουλτανικῶν ἀνακτόρων ἥρπαζον ἐκ τῶν ἀγκαλῶν τῶν μητέρων τὰς ὡραιοτέρας Ἑλληνίδας καὶ ἐνέκλειον εἰς τὰ ἄντρα τῆς ἀκολασίας, τὰ περιβόητα χαρέμια. Ἀξιωματικοὶ τοῦ ὀθωμανικοῦ στρατοῦ περισυνέλεγον τὰ εὐρωστώτερα καὶ εὐφυέστερα παιδιὰ τῶν χριστιανῶν διὰ νὰ τὰ κάμουν Γενιτσάρους.

Ὑπὸ τὴν πίεσιν αὐτῶν, οἱ ἀσθενέστεροι χαρακτῆρες ἔπιπτον. Ὄχι μόνον ἄτομα, ἀλλὰ καὶ οἰκογένειαι καὶ χωριὰ ὁλόκληρα μαζὶ μὲ τοὺς ἱερεῖς των ἠλλαξοπίστουν. Δὲν εἶνε ὑπερβολὴν νὰ εἴπωμεν, ὅτι ἕνα μέγα μέρος τῶν σημερινῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι κατοικοῦν καὶ νέμωνται τὴν πλουσιωτάτην χώραν τῆς Μ. Ἀσίας, εἶνε μακρινοὶ ἀπόγονοι… χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπρόδωσαν τὴν Πίστιν των. Ὡς ἔγραφεν ὁ ἀείμνηστος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρύσανθος, τέως Μητροπολίτης Τραπεζοῦντος: οὐδεὶς ὑπάρχει τουρκικῆς καταγωγῆς καθ᾿ ὅλην τὴν ὑπερθαλάσσιαν ὑπερκειμένην τῆς Τραπεζοῦντος χώραν καὶ τὸ πλεῖστον τῆς ὑπεράνωθεν τούτων διηκούσης περιφερείας Χαλδείας. Πάντες δ᾿ οὗτοι (οἱ Τοῦρκοι) εἰσὶν Ἕλληνες ἐξ Ἑλλήνων καταγόμενοι. Πάντες οὗτοι πανδημεὶ ἤ τινες μόνον ἐξώμοσαν. Ἰδίως ὁ ἐξισλαμισμὸς ἔκανε θραῦσιν εἰς τὴν Μακεδονίαν, Ἤπειρον καὶ πρὸ πάντων Ἀλβανίαν, εἰς τὴν ὁποίαν ὁ ἀριθμὸς τῶν χριστιανῶν ἀπὸ 550 χιλιάδας κατῆλθεν εἰς τὸν ἀριθμὸν τῶν 50 χιλιάδων, οἱ ὁποῖοι καὶ αὐτοὶ ἐκινδύνευον νὰ ἐξισλαμισθοῦν. Ἐκεῖνοι δε, οἱ ὁποῖοι ἔμενον ἀμετακίνητοι εἰς τὴν Πίστιν τῶν Πατέρων, ὑφίσταντο σκληροὺς διωγμοὺς καὶ μαρτύρια, τὸ δὲ τελευταῖον αἷμα, ὅπερ ἐχύθη, ἦτο τὸ αἷμα τῶν χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι ὡς ἀρνία ἐσφάγησαν κατὰ τὴν Μικρασιατικὴν καταστροφήν. Εἰς 2 ½ ἑκατομμύρια συμποσοῦνται οἱ νεώτεροι οὗτοι Μάρτυρες! Κατὰ δὲ τὸ τέλος τοῦ 18ου αἰῶνος, περὶ τοῦ ὁποίου ὁμιλοῦμεν, ἐνεφανίσθη εἰς τὸ προσκήνιον τῆς ἱστορίας ἀγριώτατον θηρίον, ὁ Σουλτᾶνος Μουσταφᾶς ὁ Δ´, ὅστις συνέλαβε τὸ σατανικὸν σχέδιον νὰ ἐνεργήσῃ μετοικεσίαν Βαβυλῶνος, ὅλους δηλαδὴ τοὺς χριστιανοὺς τῆς Ἑλλάδος νὰ μεταφέρῃ εἰς τὰ βάθη τῆς Ἀσίας, εἰς τὴν Μεσοποταμίαν, εἰς δὲ τὴν Ἑλλάδα νὰ ἐγκαταστήσῃ ἀγρίας φυλάς, Ἀβασγούς, Κιρκασίους καὶ Κούρδους. Ἐὰν τὸ σχέδιον τοῦτο ἐξετελεῖτο, τελεία ἐκρίζωσις τῆς Χριστιανικῆς Ἑλλάδος θὰ ἐπετυγχάνετο.

Καὶ ταῦτα μὲν ἐσκέπτοντο καὶ ἐνήργουν οἱ ὑιοὶ τοῦ σατανᾶ πρὸς καταστροφὴν καὶ ἐξαφάνισιν τοῦ Ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ κόσμου, ἀλλ᾿ ὁ ὕψιστος Θεός, ὅστις ἐφύτευσε τὸ δένδρον τοῦτο τῆς Ὀρθοδοξίας ἵνα ἀνθῇ καὶ καρποφορῇ, ἵνα ὑπὸ τὴν σκιὰν αὐτοῦ εὑρίσκουν ἀνάπαυσιν οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι ὅλων τῶν αἰώνων, δὲν ἀφῆκε νὰ πραγματοποιηθοῦν τὰ καταχθόνια σχέδια. Ἐξέλεξε τὰ κατάλληλα ὄργανα. Ἐνέπνεεν εἰς ἐκλεκτὰς ψυχὰς πνεῦμα ζήλου, ἱεροῦ ἐνθουσιασμοῦ, αὐταπαρνήσεως, ἀνδρείας καὶ σοφίας, καὶ ἐξαπέστελλεν αὐτούς, ὡς νέους Ἀποστόλους καὶ Εὐαγγελιστὰς ἐκεῖ ὅπου ἐκινδύνευε ἡ Πίστις. Ἕνα ἐκ τῶν ἐκλεκτῶν τούτων τῆς θείας Προνοίας ὀργάνων ἦτο καὶ ὁ Κοσμᾶς2.

Ποῦ κατὰ τὴν δεινὴν ἐκείνην περίοδον τῆς ἱστορίας εὑρίσκετο ὁ Κοσμᾶς; Ἔζη εἰς τόπον ἔρημον. Εὑρίσκετο εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐμόναζεν εἰς τὴν Ἱ. Μ. Ἁγίου Φιλοθέου. Πόσον ὡραῖα, ἀπὸ πνευματικῆς ἀπόψεως ἐννοῶ, πόσον ὡραῖα διήρχετο ἐκεῖ τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς του ὁ Κοσμᾶς! Ψαλμωδίαι, ἀγρυπνίαι, ἀνάγνωσις Γραφῶν καὶ Πατερικῶν βιβλίων, ἄσκησις καὶ σκληραγωγίαι, συνομιλίαι μὲ τοὺς ἁγίους ἀδελφοὺς καὶ πατέρας, πρὸ πάντως δὲ διὰ τῆς νοερᾶς προσευχῆς γλυκυτάτη συνομιλία μὲ τὸν Ουράνιον Πατέρα, ἐδημιούργουν ἕνα εὐχάριστον πνευματικὸν κλῖμα, μίαν ἰδεώδη ἀτμόσφαιραν, ἡ ὁποίαν ὑπενθύμιζε τὴν κορυφὴν τοῦ Θαβωρείου Ὄρους. Εὑρίσκετο μακρὰν τῶν ἀθλιοτήτων τοῦ κόσμου, μακρὰν τῆς θυέλλης, ἡ ὁποία ἐλυσσομανοῦσεν εἰς τὰς πόλεις καὶ τὰ χωρία τῶν Ὀρθοδόξων. Ἀλλ᾿ ὅσον μακρὰν καὶ ἐὰν εὑρίσκετο, ἔφθανον ὅμως εἰς τὴν ἀκοὴν τοῦ Ἁγίου αἱ σπαρακτικαὶ φωναί, οἱ κοπετοὶ καὶ οἱ θρῆνοι τῶν μυριάδων χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι ὑπέφερον καὶ ἔπασχον τὰ πολυειδῆ μαρτύρια. Ἔφθανον αἱ θλιβεραὶ εἰδήσεις, ὅτι καθημερινῶς εἰς ὅλα τὰ μέρη τῆς Δ. Μακεδονίας, Ἠπείρου καὶ Ἀλβανίας, ὁ σατανᾶς ἔκαμνε θραῦσιν, καθημερινῶς Ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ ἠλλαξοπίστουν, ἐποδοπάτουν τὸν Σταυρὸν τοῦ Κυρίου καὶ προσεκύνουν τὴν ἡμισέληνον τοῦ Μωάμεθ. Ἀπέναντι τῆς καταστάσεως αὐτῆς δὲν ἠδύναντο νὰ μένῃ ἀδιάφορος. Εἰς τὴν μόνωσίν του ἐσυλλογίζετο: Ἐγὼ νὰ μένω εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὄρους ἀπρόσβλητος ἐκ τῆς συμφορᾶς, καὶ κάτω ἐκεῖ εἰς τοὺς πρόποδας τοῦ Ὄρους, εἰς τὰ χωρία καὶ τὰς πόλεις, οἱ ἀδελφοί μου νὰ βασανίζωνται καὶ νὰ μαρτυροῦν; Δὲν πρέπει καὶ ἐγὼ νὰ σπεύσω εἰς βοήθειάν των; Ναι! Τοὺς βοηθῶ καὶ ἀπὸ ἐδῶ μὲ τὰς προσευχάς μου, διότι τὸ μετὰ πίστεως καὶ καθαρᾶς καρδίας ὑπὲρ τῶν ἄλλων προσεύχεσθαι εἶνε ἴσον πρὸς τὸ ἀγωνίζεσθαι ὑπὲρ τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀρετῆς. Ἀλλ᾿ εἰς μίαν τοιαύτην περίπτωσιν δεινῆς δοκιμασίας δὲν χρειάζεται καὶ ἡ ἐνεργὸς συμμετοχή; Δὲν χρειάζεται ἡ ἐπίσκεψις τῶν ἐν φυλακαῖς μαρτύρων, δὲν χρειάζεται ἡ προσωπικὴ ἐπαφὴ μὲ τοὺς τεθλιμμένους ἀδελφούς; Ἕνας παρήγορος λόγος, μία συμβουλή, μία ἐκδήλωσις εὐσπλαγχνίας, ἕνα δάκρυ, ποὺ ἑνώνεται μὲ τὰ δάκρυα τῶν πονεμένων, δὲν εἶνε ἀνεκτίμητοι προσφοραὶ εἰς τὸν ἀγῶνα τῆς πίστεως; Ἀλλὰ ἄρα γε νὰ εἶμαι ἱκανὸς διὰ μίαν τοιαύτην ἀποστολήν; Θὰ ὠφελήσω ἤ μήπως θὰ βλάψω; Θὰ ἔχω τὴν δύναμιν νὰ ἀντισταθῶ εἰς ὅλους τοὺς πειρασμοὺς τοῦ κόσμου; Καὶ προσπαθῶν νὰ σώσω τοὺς ἄλλους, μήπως ὑπάρχει κίνδυνος νὰ ἀπωλέσω τὴν ἰδικήν μου ψυχήν; Τι πρέπει νὰ πράξω; Ὤ Ὕψιστε! Γνώρισόν μοι ὁδὸν ἐν ᾗ πορεύσομαι.

Ὁ Κοσμᾶς ἐπάλαιε μὲ τοὺς λογισμούς. Ἠγωνία. Εἶχεν εἰσέλθει εἰς τὴν Γεθσημανῆ τῆς ζωῆς, ὅπως πᾶς ὅστις καλεῖται νὰ ἀναλάβῃ ἐν τῷ κόσμῳ βαρεῖαν ἀποστολήν. Πικρὸν ποτήριον δι᾿ αὐτὸν ἡτοιμάζετο. Εἰς τὴν ἀγωνίαν του αὐτὴ ἔδωκεν ἀπάντησιν φωνὴ τοῦ Θεοῦ. Ἤνοιξεν τὴν Γραφήν, καὶ τὸ βλέμμα του προσηλώθη εἰς τὸ ῥητὸν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: Μηδεὶς τὸ ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλὰ τὸ τοῦ ἑτέρου ἕκαστος. (Α´ Κορ. 10, 24). Τὸ ῥητὸν τοῦτο ἔῤῥιψε τὸ φῶς τοῦ Οὐρανοῦ εἰς τὴν καρδίαν του. Διὰ τοῦ ῥητοῦ τούτου ἦτο ὡς νὰ ἔλεγε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον: Κοσμᾶ! Μὴ σκέφτεσαι μόνον τὸ ἰδικόν σου πνευματικὸν συμφέρον, ἀλλὰ καὶ τὸ συμφέρον τῶν ἄλλων ἀδελφῶν. Τὸ δὲ συμφέρον τῶν ἄλλων ἐπιβάλλει νὰ ἀφήσῃς τὸ ἐρημητήριό σου, νὰ λάβῃς τὴν ὁδοιπορικὴν ῥάβδον, καὶ νὰ ῥιφθῇς εἰς τὴν μεγάλην περιπέτειαν τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῶν ψυχῶν…

Ἀλλὰ ὁ Κοσμᾶς δὲν ἠρκέσθη μόνον εἰς τὸν φωτισμὸν ποὺ ἔλαβεν ἀπὸ τὸ ῥητὸν τοῦτο τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἠθέλησε νὰ ἴδῃ ἐὰν καλῶς ἐφήρμοζε εἰς ἑαυτὸν τὴν συμβουλὴν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Συνεβουλεύθη λοιπὸν τοὺς πνευματικοὺς πατέρας, μετέβη καὶ εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, ἐπεσκέφθη τὸν τότε Πατριάρχη Σεραφείμ, καὶ ἐξέφρασεν αὐτῷ τὰς ἐνδομύχους σκέψεις καὶ πόθους του. Ὁ Πατριάρχης ἐπεδοκίμασεν τὸ σχέδιον, τοῦ ἔδωκεν εὐλογίαν, τὸν ἐφωδίασε μὲ γραπτὴν ἄδειαν κηρύγματος, καὶ τότε ὁ Κοσμᾶς, πεπεισμένος ὅτι διὰ τῆς φωνῆς τῆς συνειδήσεώς του, διὰ τῆς φωνῆς τῆς Ἁγίας Γραφῆς, καὶ διὰ τῶν συμβουλῶν τῶν πνευματικῶν πατέρων ἐκαλεῖτο εἰς τὸ ἔργον τῆς σωτηρίας ψυχῶν, ἐξῆλθεν εἰς τὴν ἀποστολήν του. Εἰς ὁποίαν βαρεῖαν ἀποστολήν! Νὰ πολεμήσῃ τὸν ἑωσφόρον, νὰ πολεμήσῃ τὸ θηρίον εἰς τὰ ἴδιά του κέντρα. Νὰ ἀφυπνίσῃ συνειδήσεις βεβαρημένας. Νὰ παρηγορήσῃ. Νὰ σπογγίσῃ δάκρυα. Νὰ ἀναπτερώσῃ τὸ φρόνημα, νὰ θερμάνῃ τὸ συναίσθημα τῶν πιστῶν, νὰ σταματήσῃ τὸ κῦμα τοῦ ἐξισλαμισμοῦ, νὰ ὑψώσῃ κέρας χριστιανῶν Ὀρθοδόξων, νὰ πέσῃ ἐπὶ τέλους μαχόμενος διὰ τὴν Πίστιν. Ἰδοὺ ἡ ἀποστολή του!

* * *

Καὶ τὴν βαρεῖαν αὐτοῦ ἀποστολήν, ἐξεπλήρωσεν ὁ Ἅγιος. Διότι διὰ τοῦ πιστοῦ τούτου δούλου τοῦ Θεοῦ καὶ συνειδήσεις ἀφυπνίσθησαν, καὶ τὸ φρόνημα ἀναπτερώθη, καὶ τὸ συναίσθημα ἐθερμάνθη, καὶ τὸ κῦμα τοῦ ἐξισλαμισμοῦ ἐκόπασε, καὶ ἐγένετο γαλήνη. Πῶς; Ποία ἡ μέθοδός του; Ποῖα τὰ μέσα ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα μετεχειρίσθη διὰ τὸν ἅγιον σκοπόν του;

1. ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Ποῖον κήρυγμα; Τὸ κήρυγμα ἐκεῖνο, εἰς τὸ ὁποῖον ὁ ἱεροκῆρυξ προσπαθεῖ νὰ θαμπώσῃ τοὺς ἀκροατὰς μὲ ῥητορικὰ σχήματα-πυροτεχνήματα; Ποῖον κήρυγμα; Τὸ κήρυγμα ἐκεῖνο, κατὰ τὸ ὁποῖον ὁ ἱεροκῆρυξ ὁμιλεῖ εἰς γλῶσσαν ὑψηλήν, ἀπρόσιτον καὶ ἀκατάληπτον ἀπὸ τὸν πολὺν λαόν; Ποῖον κήρυγμα; Τὸ κήρυγμα, τὸ ὁποῖον διαρκῶς κοινωνιολογεῖ καὶ οὐδέποτε ἀσχολεῖται μὲ τὸ κυριώτερον τῶν θεμάτων, τὴν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν; Ὄχι. Τὸ κήρυγμα τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ εἶχε τὴν σφραγῖδα τοῦ γνησίου ἀποστολικοῦ κηρύγματος. Ἐν πρώτοις ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δι᾿ ἑαυτὸν καὶ τοὺς λοιποὺς Ἀποστόλους: ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα. (Β´ Κορ. 4, 13), εἶχε τὴν πλήρη ἐφαρμογήν του εἰς τὸν ἅγιον τοῦτον ἄνδρα. Ὁ Κοσμᾶς ἐπίστευεν εἰς ὅλας τὰς σωτηριώδεις ἀληθείας τῆς Ὀρθοδόξου. Ἐπίστευεν ἀκραδάντως. Ἐγὼ -ἐκήρυττεν- ἐδιάβασα πολλὰ περὶ Ἑβραίων, ἀσεβῶν, αἱρετικῶν καὶ ἀθέων. Τὰ βάθη τῆς σοφίας ἠρεύνησα. Ὅλες οἱ πίστες εἶνε ψεύτικες. Τοῦτο ἐκατάλαβα ἀληθινά· μόνον ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων εἶνε καλὴ καὶ ἁγία, τὸ νὰ πιστεύωμεν καὶ νὰ βαπτιζώμεθα εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, καὶ τοῦ Υἱοῦ, καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος… Τοῦτο σᾶς λέγω εἰς τὸ τέλος· νὰ εὐφραίνεσθε ὅπου εἶσθε Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, καὶ νὰ κλαίετε διὰ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ τοὺς αἱρετικοὺς ὅπου περιπατοῦν εἰς τὸ σκότος. Καὶ τὴν πίστιν αὐτὴν ἐκήρυττε μὲ ἁπλότητα θαυμαστήν. Ἐκήρυττε τόσον ἁπλᾶ, ὥστε καὶ ἕνα παιδὶ ἀκόμα ἠδύνατο νὰ ἐννοήσῃ. Ἐκήρυττε μὲ συναίσθησιν. Ἐκήρυττε μὲ δάκρυα. Ἐκήρυττε κάτω ἀπὸ τὴν σκιὰν τοῦ Σταυροῦ. Ἔκοπτε τὸν πνευματικὸν ἄρτον εἰς μικρὰ τεμάχια καὶ τὸν διένειμεν εἰς ὅλους, ὅπως ὁ ἱερεὺς μὲ τὸ ἅγιον κοχλιάριον μεταδίδει τὴν Θείαν Κοινωνίαν, τὸ τίμιον Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Κυρίου. Ὄντως ἱερουργίαν ἐπετέλει κηρύττων τὸ Εὐαγγέλιον. Διὰ τῆς προσευχῆς, ἡνωμένος μὲ τὸν Θεόν, ἐγνώριζε τὸν τρόπον, μὲ τὸν ὁποῖον ἐπεκενώνει μὲ τὰς ψυχὰς τῶν ἀκροατῶν. Τὸ κήρυγμά του ἦτο μεταρσίωσις ψυχῶν. καὶ σήμερον ἀκόμη ὅποιος διαβάζει τὰς διδαχάς, τὰς ὁποίας διέσωσαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, αἰσθάνεται ὅτι μία δύναμις πνευματικὴ τὸν ἁρπάζει, τὸν ὑψώνει ὑπεράνω τῆς γῆς, καὶ μὲ πτέρυγας ἀετοῦ, μὲ πτέρυγας ἀγγέλου, τὸν μεταφέρει εἰς κόσμους πνευματικούς, καὶ ἀΰλους. Τοιαύτην ἦτο ἡ ἐντύπωσις, τὴν ὁποίαν προεκάλει τὸ ἁπλοῦν, ἀλλὰ πλήρες ἀπὸ τὴν δύναμιν τοῦ παναγίου Πνεύματος κήρυγμα, ὥστε μὲ δάκρυα εἰς τὰ μάτια οἱ ἀκροαταί του παρεκάλουν νὰ μείνῃ εἰς τὸν τόπον, νὰ ὁμιλήσῃ καὶ πάλιν, καὶ κατὰ χιλιάδας, κλῆρος καὶ λαός, ἠκολούθουν αὐτὸν εἰς μακρὰς ἀποστάσεις, διότι δὲν ἤθελον νὰ ἀποχωρισθοῦν τοιούτου ἀνεκτίμητου κήρυκος τοῦ Εὐαγγελίου, ὁδηγοῦ ψυχῶν.

2. Η ΚΑΤ᾿ ΑΤΟΜΟΝ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὡς ἱεραπόστολος δὲν ἠρκεῖτο μόνον εἰς τὸ κήρυγμα, ὅπερ ἀπηύθηνε πρὸς χιλιάδας ἀκροατῶν. Πλὴν τοῦ γενικοῦ τούτου κηρύγματος, μιμητὴς τοῦ κορυφαίου Ἀποστόλου, τοῦ ἀΰλου, ὅστις κάμνων σύντομον ἀπολογισμὸν τοῦ ἀποστολικοῦ του ἔργου ἐν Ἐφέσῳ ἔλεγε: Τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον. (Πράξ. 20, 31), ἀληθὴς ὁπαδὸς τοῦ Θεανθρώπου, ὅστις παρὰ τὸ φρέαρ Συχὰρ ὡς ἀκροατήριον εἶχε μίαν καὶ μόνην ψυχήν, τὴν Σαμαρείτιδα (Ἰωάν. 4, 7-27), ὁ Κοσμᾶς ἐδίδασκεν, ὅσον ἠδύνατο, καὶ ἰδιαιτέρως ἕνα ἕκαστον. Κατὰ τὰς ἀποστολικάς του περιοδείας ἤρχετο εἰς ἐπαφὴν μὲ ποικίλης καταστάσεως ἄτομα, ἤνοιγε συζητήσεις καὶ μὲ πτωχούς, ἀλλὰ καὶ μὲ πλουσίους καὶ ἄρχοντας καὶ ἐξουσιαστὰς τοῦ καιροῦ ἐκείνου, καὶ μὲ ἀλλοπίστους ἀκόμη, μὲ ἕναν καὶ μόνον σκοπόν, νὰ διαφωτίσῃ καὶ νὰ σώσῃ, νὰ ἑλκύσῃ ἐκ τοῦ σκότους εἰς τὸ θαυμαστὸν φῶς πᾶσαν ψυχήν. Εἶχε τὸ τάλαντον τοῦ λόγου, τῆς εὐκόλου καὶ ταχείας ἐπικοινωνίας μὲ τὰς ψυχάς, κατεῖχε τὸ μυστικὸν νὰ ἀπαντᾷ εἰς ἕνα ἕκαστον ὅ,τι δι᾿ αὐτὸν ἦτο χρήσιμον καὶ ἀναγκαῖον καὶ νὰ πληροφορῇ τὸν νοῦν καὶ νὰ ἀναπαύῃ τὴν καρδίαν. Ὡς ἰατρὸς πολύπειρος ἔκαμνεν ὀρθὴν διάγνωσιν τῶν πνευματικῶν νόσων καὶ ἐχορήγει ἑκάστῳ τὸ κατάλληλον φάρμακον εἰς δόσεις κανονικάς.

Ἂς ἀναφέρωμεν δύο ἀνέκδοτα ἐκ τῆς ἱεραποστολικῆς του ζωῆς.

Ἕνας Μπέης ἦτο ἀσθενής, καὶ μὴ εὑρίσκων θεραπείαν εἰς αὐτούς, κατέφυγε εἰς αὐτόν. Ὁ Ἅγιος τὸν ἤκουσε μὲ προσοχήν, καὶ κατόπιν σκέψεως τοῦ λέγει: Ἐὰν θέλῃς νὰ θεραπευθῇς, τὸ πρῶτον ποὺ ἔχεις νὰ κάμῃς εἶναι νὰ παύσῃς νὰ πίνῃς ῥακί (Ὁ Μπέης ἦτο ἀλκοολικός). Τὸ δεύτερον· ὅσας κακουργίας ἔκαμες, τόσας ἀγαθοεργίας νὰ κάμῃς. Καὶ τρίτον· νὰ δίδῃς πάντοτε ἐλεημοσύνην, τουλάχιστον τὸ 1/10 τῶν ἀγαθῶν σου. Αὐτὰ τὰ φάρμακα συνέστησεν εἰς τὸν Μπέην. Ὁ Μπέης ἐστενοχωρήθη, ἰδίως διὰ τὸ πρῶτον φάρμακον, τὴν τελείαν ἀποχὴν ἀπὸ τὴν μέθην, ἀπὸ τὰ οἰνοπνευματώδη ποτά, ἀλλὰ τέλος ὑπεχώρησε καὶ ἐδήλωσεν, ὅτι θὰ συνεμορφοῦτο πρὸς τὰς ὁδηγίας τοῦ Ἁγίου. Συνεμορφώθη καὶ ἐθεραπεύθη καὶ ἐγένετο θαυμαστὴς τοῦ Ἁγίου.

Ἄλλοτε πάλιν συνήντησε ληστοσυμμορίαν, τῆς ὁποίας ὁ ἀρχηγὸς καὶ τὰ παλληκάρια ἦλθον καὶ ἡσπάθησαν τὴν χεῖρά του. Τόσον σεβασμὸν ἐνέπνεεν καὶ εἰς τὰς ἀγρίας αὐτὰς φύσεις. Τοὺς ἐδίδαξε καταλλήλως. Οἱ λησταὶ συνεκινήθησαν. Τὸ ἀποτέλεσμα· Ἄφησαν τὰ ὅπλα, καὶ ἄλλοι μὲν ἀπῆλθον εἰς μοναστήρια θρηνοῦντες διὰ τὰ κακουργήματα ποὺ εἶχον διαπράξει, ἄλλοι δὲ κατῆλθον εἰς τὴν πολιτείαν καὶ ἔζησαν ἥσυχον βίον μεταξὺ τῶν χριστιανῶν, τοὺς ὁποίους προηγουμένως ἔκλεπτον καὶ ἐλήστευον.

Ἀκόμη καὶ κατὰ τὴν ὥραν τοῦ γενικοῦ κηρύγματος προσεκάλει ἕναν ἐκ τῶν ἀκροατῶν καὶ ἤνοιγε μετ᾿ αὐτοῦ χαριέστατον διάλογον, προσπαθῶν διὰ ἐρωτήσεων νὰ πληροφορηθῇ ἐὰν καὶ κατὰ πόσον οἱ ἀκροαταί του ἐφήρμοζον τὴν βασιλικὴν ἐντολήν, τὴν ἐντολὴν τῆς ἀγάπης, ἐὰν εἶχον τὴν ἀγάπην πρὸς τὸν Θεόν, καὶ τὸν πλησίον. Θέλω -ἔλεγε- νὰ ζυγίσω τὴν ἀγάπη σας ἐὰν εἶνε γνησία…

3. ΟΜΑΔΕΣ (πυρῆνες χριστιανικῆς μελέτης)

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς δὲν ἤθελε ἡ γενική καὶ κατ᾿ ἄτομον διδαχήν του μετὰ τὴν ἀναχώρησίν του νὰ λησμονηθῇ, δὲν ἤθελε ὁ πολύτιμος σπόρος τῆς ἀληθείας νὰ ἁρπαχθῇ ἀπὸ τὰ ἐναέρια πνεύματα καὶ νὰ μὴν μείνῃ τίποτε ἀπολύτως εἰς τὴν μνήμην των. Ἤθελεν ἡ θεία διδαχὴ νὰ φυλαχθῇ εἰς τὸ βάθος τῆς ὑπάρξεως τῶν ἀκροατῶν, ὡς μία διαρκὴς ὑπόμνησις τοῦ ἠθικοῦ καὶ θρησκευτικοῦ των χρέους. Πρὸς τοῦτο προέτρεπεν, ἵνα οἱ ἀκροαταί του συγκεντρώνωνται κάπου, καὶ ἀντὶ νὰ συζητοῦν ἀνωφελεῖς καὶ ματαίας συζητήσεις, συζητοῦν ἐπάνω εἰς τὸ κήρυγμα, εἰς τὰ θεῖα ῥητὰ τῆς Γραφῆς, ποὺ αὐτὸς ἡρμήνευσεν. Ἰδοὺ πὼς ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου ἐκφράζεται: Τώρα καὶ ἐγὼ ἐδῶ ὅπου ἦλθα καὶ κοπιάζω εἶνε καλὸν νὰ μὴν δώσητε ὀλίγην παρηγορίαν, πληρωμήν; Καὶ τι πληρωμὴν θέλω ἐγώ; Χρήματα; Καὶ τι νὰ τὰ κάμω; Ἐγὼ μὲ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ μήτε σακκούλα ἔχω, μήτε σπίτι, μήτε ἄλλο ῥάσο, καὶ τὸ σκαμνὶ ὅπου ἔχω ἰδικόν σας εἶνε, τὸ ὁποῖον εἰκονίζει τὸν τάφον μου. Ἐτοῦτος ὁ τάφος ἔχει τὴν ἐξουσίαν νὰ διδάξῃ βασιλεῖς, πατριάρχας, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, ἄνδρας καὶ γυναῖκας, νέους καὶ γέροντας καὶ ὅλον τὸν κόσμον. Ἀνίσως καὶ ἐπερπατοῦσα διὰ ἄσπρα, θὰ ἤμουν τρελλὸς καὶ ἀνόητος. Ἀμὴ τι εἶνε ἡ πληρωμή μου; Νὰ καθήσετε ἀπὸ πέντε-δέκα νὰ συνομιλῆτε αὐτὰ τὰ θεῖα νοήματα, νὰ τὰ βάλετε μέσα εἰς τὴν καρδίαν σας, διὰ νὰ προξενήσουν τὴν αἰώνιον ζωήν… Τώρα ἀνίσως καὶ τὰ κάμνετε καὶ τὰ βάλλετε εἰς τὸν νοῦν σας, δὲν μὲ φαίνεται καὶ ἐμὲ τίποτε ὁ κόπος. Εἰ δὲ καὶ δὲν τὰ κάμνετε, φεύγω λυπημένος μὲ τὰ δάκρυα στὰ μάτια.

4. Η ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ (καλὰ ἔργα).

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς δὲν ἤθελε οἱ ἀκροαταί του νὰ μένουν μόνον εἰς τὴν θεωρίαν, εἰς τὰς ὠφελίμους συζητήσεις ἐπὶ τῆς Γραφῆς καὶ τῶν θρησκευτικῶν βιβλίων, εἰς τὴν ξηρὰν ἐκπλήρωσιν τῶν τυπικῶν καθηκόντων των ὡς χριστιανῶν. Δὲν ἤθελε ἡ πίστις αὐτῶν νὰ εἶνε νεκρά. Τὴν ἤθελεν ζωντανήν, μυστικὸν μοχλόν, κινητήριον δύναμιν διὰ πᾶν ὅ,τι ὡραῖον καὶ ὑψηλὸν ὑπάρχει ἐν τῷ κόσμῳ. Ἤθελε τοὺς πιστοὺς πρωτοστατοῦντας εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν, ὅλους τοὺς ἀκροατὰς τῶν κηρυγμάτων του δημιουργοὺς καὶ ποιητάς, ἐκτελεστὰς δηλαδὴ ὅλων τῶν ἐντολῶν, τῶν μικρῶν καὶ μεγάλων τοῦ Κυρίου, διὰ νὰ γίνουν οὗτοι ἄξιοι τοῦ θείου μακαρισμοῦ: Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν. (Λουκᾶ 11, 28).

Ἠκολούθει καὶ ἐν τούτῳ τὰ ἴχνη τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν, ὅστις, γράφων πρὸς τὸν πιστόν του μαθητὴν Τίτον, συνεμβούλευε τοῦτον διαρκῶς νὰ προτρέπῃ τοὺς πιστοὺς εἰς ἔργα ἀγαθά. Μανθανέτωσαν καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὧσιν ἄκαρποι. (Τίτον 3, 14). Καὶ ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς εἰς ἔργα χριστιανικῆς ἀγάπης διαρκῶς παρεκίνει τοὺς ἀκροατάς του. Διότι εἶχε σπλάγχνα πατρικά. Ἐπόνει, συνέπασχε, συνεσταυροῦτο μὲ τὸν καθημερινῶς σταυρούμενον ἐπὶ μυριάδων σταυρῶν λαὸν τοῦ Κυρίου. Ἠσθάνετο τὰς ἀνάγκας τῶν χριστιανῶν, ὑλικὰς καὶ πνευματικάς, ὡς ἰδίας ἀνάγκας, συνελάμβανε τοὺς ἤχους τῶν πόνων τῶν δυστυχούντων τῆς ἐποχῆς καὶ συγκεκινημένος ὁ ἴδιος ἐκ τῆς θέας τῆς ἀνθρωπίνης δυστυχίας μὲ τέχνην ὡμίλει, ἔπληττε τὰς χορδὰς τῶν καρδιῶν τῶν ἀκροατῶν του, προεκάλει τὴν συμπάθειαν, διήγειρεν ὅσον οὐδεὶς ἄλλος τὰ φιλάνθρωπα αἰσθήματα καὶ μὲ γιγαντιαίαν δύναμιν, μὲ τὴν δύναμιν τῆς θείας χάριτος, ὤθει τὸν λαὸν πρὸς ἔργα κοινῆς αγαθοεργίας.

Καὶ τὶ δὲν ἔπραξε ὑπὲρ τοῦ γένους ὁ κοινωφελέστατος οὗτος ἄνθρωπος!

Πρῶτον ἀγαθὸν ἔργον. Εἰς τὰ παλάτια τῶν μπέηδων καὶ τῶν πασάδων ὑπηρέτουν νεαραὶ χριστιαναὶ γυναῖκες (βάγιες), αἱ ὁποῖαι ἐγαλούχουν τὰ τέκνα τῶν τυράννων καὶ ἐκινδύνευαν νὰ παρασυρθοῦν εἰς τὴν διαφθορὰν καὶ τὴν ἀκολασίαν καὶ τελείως νὰ ἀπωλεσθοῦν. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς κατώρθωσε νὰ πείσῃ πολλοὺς Τούρκους νὰ ἐκδιώξουν ἐκ τῆς ὑπηρεσίας των τὰς τοιαύτας γυναῖκας, λέγων εἰς αὐτούς, ὅτι λόγῳ τῆς ἀκολασίας των καὶ τοῦ μολυσμοῦ μὲ γυναῖκας ξένης θρησκείας θὰ ἐπισύρουν τὴν ὀργὴ τοῦ Οὐρανοῦ καὶ ἡ φυλή των θὰ ἐξαλειφθῇ ἐκ τοῦ προσώπου τῆς γῆς. Ποῦ εἶνε –τοὺς ἔλεγεν- ἡ παλαιά σας δόξα; Δὲν εἶσθε σεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐπὶ Σουλεϊμάνη εἴχατε φθάσει μέχρι Βιέννης; Σᾶς ἐταπείνωσεν καὶ κατέστρεψεν ἡ ἀκολασίας σας. Μετανοήσατε, ἐκδιώξατε τὰς χριστιανὰς γυναῖκας. Εἰς δὲ τοὺς χριστιανοὺς πάλιν ἔλεγεν, ὅτι δὲν πρέπει αἱ γυναῖκές των νὰ γαλουχοῦν τουρκόπαιδα, ἵνα μὴν πάθουν ὅ,τι ἔπαθεν ἡ ὄρνις ἐκείνη τοῦ Αἰσωπείου μύθου, ἡ ὁποία ἐθέρμαινεν ὑπὸ τὰς πτέρυγας ὠὰ ὄφεως. Κατὰ τὸν ἱστορικὸν Ζῶτον-Μολοττόν, συγγραφέα τοῦ λεξικοῦ τῶν Ἁγίων Πάντων, κατόπιν δραστηρίων ἐνεργειῶν τοῦ Ἁγίου 1.500 γαλοῦχοι (παραμάνες) χριστιαναὶ γυναῖκες, αἱ ὁποῖαι ὑπηρέτουν εἰς τὰ παλάτια τῶν πασάδων καὶ μπέηδων, ἀπηλευθερώθησαν καὶ ηὐλόγουν τὸν Ἅγιον διὰ τὴν σωτηρίαν των.

Δεύτερον. Εἰς τὰ περισσότερα χωρία Ἠπείρου, Μακεδονίας καὶ Ἀλβανίας δὲν ὑπῆρχον κολυμβήθραι, καὶ ἡ βάπτισις τῶν νηπίων ἐγίνετο ἀτελής, καὶ μεγάλη ἦτο διὰ τοῦτο ἡ εὐθύνη κλήρου καὶ λαοῦ. Ὁ Ἅγιος ἔφριξε διὰ τὴν ἁμαρτίαν αὐτήν, νὰ μὴν βαπτίζωνται κανονικῶς τὰ παιδιὰ τῶν Ὀρθοδόξων! Ἔπεισε τοὺς πλουσίους ὁμογενεῖς Κωνσταντινουπόλεως, Ἰωαννίνων καὶ ἄλλων πόλεων τοῦ Ἑλληνισμοῦ νὰ δώσουν διὰ τὴν κατασκευὴν κολυμβηθρῶν, καὶ οὕτω 4.000 χαλκωματένιαι κολυμβῆθραι κατεσκευάσθησαν καὶ ἐστάλησαν εἰς ὅλας τὰς ἐκκλησίας τῶν χωρίων ποὺ ἐστεροῦντο.

Τρίτον. Πολυπληθῆ περιεφέροντο εἰς τοὺς δρόμους τὰ ὀρφανὰ πεινασμένα, γυμνά, ἀξιοθρήνητα, τῶν ὁποίων οἱ ἥρωες πατέρες ἐφονεύθησαν ὑπὸ τῶν τυράννων. Τις περὶ αὐτῶν τῶν θυμάτων τῆς ἐθνικῆς συμφορᾶς θὰ ἐμερίμνα; Πάλιν ἡ ἀγάπη τοῦ στοργικοῦ πατρὸς ἐθαυματούργει. Εἰς τὰς διδαχάς του ἐσυνίστα θερμῶς εἰς ὅλους τοὺς χριστιανούς, τοὺς ὁπωσδήποτε εὐποροῦντας, καὶ ἰδίως εἰς τὰ ἀνδρόγυνα ποὺ δὲν εἶχον ἀποκτήσει τέκνα, νὰ προσλάβουν ὡς μέλη τῆς οἰκογενείας των ἕνα ἤ δύο ὀρφανὰ παιδιά, καὶ ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ πλουσίως θὰ ἐξεχύνετο εἰς τοὺς οἴκους των. Πόσα ὀρφανὰ καὶ πτωχὰ παιδιὰ δὲν ἐσώθησαν χάρις εἰς τὸ στοργικὸν ἐνδιαφέρον τοῦ ἀποστολικοῦ ἱεροκήρυκος!

Τέταρτον. Περιερχόμενος ὁ Ἅγιος τὴν ὕπαιθρον χώραν, μετὰ βαθυτάτης του λύπης διεπίστωνεν, ὅτι Ἑλληνικὰ σχολεῖα δὲν ὑπῆρχον. Ὅλοι σχεδὸν οἱ χριστιανοί, ἄνδρες καὶ γυναῖκες ἦσαν ἀγράμματοι, καὶ εἰς τὰ δάκτυλα τῆς μιᾶς χειρὸς εἰς κάθε χωρίον ἠριθμοῦντο οἱ γνωρίζοντες ἀνάγνωσιν καὶ γραφήν. Μὲ πόσην θερμότητα ὡμίλει πρὸς τὸν λαὸν περὶ τῆς ἀξίας τῶν γραμμάτων, τῆς ἀναγκαιότητος τῆς χριστιανικῆς παιδείας καὶ ἀνατροφῆς τῆς νέας γενεᾶς, ἡ ὁποία ἀργότερον ἐδημιούργησε τὸ θαῦμα τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Ἀνοίξατε σχολεῖα -ἐφώναζε παντοῦ- . Νὰ σπουδάζετε καὶ ἐσεῖς ἀδελφοί μου, νὰ μανθάνετε γράμματα ὅσα μπορεῖτε. Καὶ ἂν δὲν ἐμάθατε οἱ πατέρες, νὰ σπουδάζετε τὰ παιδιά σας νὰ μανθάνουν τὰ Ἑλληνικά, διότι καὶ ἡ Ἐκκλησίαν μας εἶνε εἰς τὴν Ἑλληνικήν. Καὶ ἂν δὲν σπουδάσῃς τὰ Ἑλληνικὰ ἀδελφέ μου, δὲν ἠμπορεῖς νὰ καταλάβῃς ἐκεῖνα ὅπου ὁμολογεῖ ἡ Ἐκκλησία μας. Καλύτερον ἀδελφέ μου νὰ ἔχῃς Ἐλληνικὸν σχολεῖον εἰς τὴν χώραν σου, παρὰ νὰ ἔχῃς βρύσες καὶ ποτάμια, καὶ ὡσὰν μάθῃ τὸ παιδί σου γράμματα, τότε λέγεται ἄνθρωπος. Τὸ σχολεῖον ἀνοίγει τὰς ἐκκλησίας· τὸ σχολεῖον ἀνοίγει τὰ μοναστήρια.

Χάρις εἰς τὰς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου 210 Ἑλληνικὰ Σχολεῖα ἐκτίσθησαν, ὡς καὶ 1.100 ἄλλα κατώτερα σχολεῖα ἤρχισαν νὰ λειτουργοῦν, εἰς τὰ ὁποῖα ἐδιδάσκοντο οἱ Ἑλληνόπαιδες ἀνάγνωσιν καὶ γραφήν. Φῶς ἔλαμψεν εἰς τοὺς ἐν τῷ ζοφερῷ σκότει τῆς ἀμαθείας καθημένους, φῶς Χριστιανικῆς παιδείας, τὸ ὁποῖον ἤναψεν ὁ πυρφόρος Ἅγιος. Ἕνας αὐτὸς ἀνεπλήρωσεν τὴν ἔλλειψιν Ὑπουργείου Παιδείας κατὰ τοὺς χρόνους ἐκείνους τῆς Τουρκοκρατίας.

Ἀλλὰ θὰ ἐρωτήσῃ τις, ποῦ εὕρισκε τὰ μεγάλα χρηματικὰ ποσά, τὰ ὁποῖα ἐχρειάζοντο διὰ τὴν ἀνέργεσιν καὶ λειτουργίαν τοσοῦτων σχολείων; Αὐτὸς ὁ ἴδιος χρήματα δὲν εἶχεν. Ἦτο πένης, ἀκτήμων ὅπως ὁ Χριστός. Ἐγὼ ἀδελφοί μου -ἔλεγε- μὲ τὴν χάριν τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ ἐσταυρωμένου καὶ Θεοῦ δὲν ἔχω μήτε σακκούλα, μήτε σπίτι, μήτε κασσέλλα, μήτε ἄλλο ῥάσο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ φορῶ, ἀλλὰ ἀκόμη παρακαλῶ τὸν κύριόν μου μὲχρι τέλος τῆς ζωής μου νὰ μὲ ἀξιώσῃ νὰ μὴν ἀποκτήσω σακκούλα, διότι ὡσὰν κάμνω ἀρχὴν νὰ παίρνω ἄσπρα εὐθὺς ἔχασα τοὺς ἀδελφούς μου καὶ δὲν ἠμπορῶ καὶ τὰ δύο, ἤ τὸν Θεὸν ἤ τὸν διάβολον. Καὶ ὅμως ὁ ἀκτήμων αὐτὸς καλόγηρος κατώρθωσε νὰ συγκεντρώσῃ διὰ τὸ ἔργον τοῦ Θεοῦ τεράστια ποσά. Πῶς; Ἀκούσατε! Ὁ ἀποστολικὸς ἱεροκήρυξ κατὰ τὰς περιοδείας, ἔβλεπεν ὅτι αἱ γυναῖκες τῶν ὁπωσδήποτε εὐποροῦντων ἠγάπων τὴν πολυτέλειαν, ἐνεδύοντο μὲ μεταξωτὰ ἐνδύματα, καὶ ἐστολίζοντο μὲ δακτυλίδια, βραχιόλια, σκουλαρίκια, καδένες, ἐφόρουν εἰς τὴν κεφαλὴν ταινίας ἀπὸ χρυσὰ φλουριά. Πλοῦτος πολὺς εἰς τὰ χέρια, τὰ στήθη καὶ τὰς κεφαλὰς τῶν πλουσίων γυναικῶν. Στολισμὸς ματαιότητος! Αἴ! Ὅλον αὐτὸν τὸν στολισμὸν τῆς ματαιότητος τὸν κατήργησεν ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς. Ὅλον αὐτὸν τὸν ἄχρηστον θησαυρόν, τὸ χρυσάφι, τὸ ἀσήμι, τὰ πολύτιμα πετράδια μὲ τὴν διδαχήν του κατὰ τῆς πολυτελείας ἔπεισε τὰς χριστιανὰς γυναῖκας νὰ τὸν παραδώσουν ὑπὲρ τοῦ Γένους, ὑπὲρ τῆς ἱδρύσεως καὶ λειτουργίας τῶν Ἑλληνικῶν Σχολείων. Καὶ τὸν παρέδωκαν! Οὕτω συνελέγησαν θησαυροί, οἱ ὁποῖοι ἀπετέλεσαν τὴν πρώτην ἀρχὴν τοῦ ἰδιαιτέρου ταμείου, τοῦ ταμείου τῶν ἐλεῶν. Ὑπὲρ τῶν γυναικῶν αὐτῶν, αἱ ὁποῖαι μόλις ἤκουον τὸ κήρυγμα τοῦ Ἁγίου ἔσπευδον καὶ προσέφερον τὰ πολύτιμα στολίδια των, ὑπὲρ τῶν ἀξιοθαυμάστων αὐτῶν γυναικῶν ὡς καὶ τῶν ἄλλων συνεργατῶν τοῦ Ἁγίου, ὁ μνημονευθεὶς συγγραφεὺς ὑψώνει φωνὴν ἱκέτιδα πρὸς τὸν θρόνον τοῦ Ὑψίστου, καὶ λέγει τὰ ἑξῆς συγκινητικὰ λόγια: Ἔμποροι, κτίσται, ἁγιογράφοι, διδάσκαλοι, ἱερεῖς, μοναχοὶ καὶ κοσμικοὶ ἠκολούθουν τὸν Ἅγιον εὐκολύνοντες τὴν σύστασιν σχολείων καὶ ἐκκλησιῶν. Αἰωνία ἡ μνήμη τῶν γυναικῶν τῆς Ἠπείρου, αἱ ὁποῖαι ἔκτισαν 210 Ἑλληνικὰ Σχολεία μὲ τὴν ἀξίαν τῶν κοσμημάτων καὶ ἐπροίκισαν αὐτὰ μὲ τὸ περίσσευμα αὐτῶν, σωζόμενα ἕως τὴν σήμερον. Αἰωνία ἡ μνήμη χιλιάκις. (Ζώτου-Μολοττοῦ· Λεξικὸν τῶν Ἁγίων Πάντων, σελ. 620).

Πέμπτον. Μὲ τὴν θερμήν, τὴν πύρινην διδασκαλίαν, κατώρθωσε νὰ καταργήσῃ τὰ παζάρια τῆς Κυριακῆς καὶ νὰ μεταφέρῃ ταῦτα εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου πρὸς μεγάλην λύπην τῶν Ἑβραίων, οἱ ὁποῖοι καὶ τὸν ἐμίσησαν θανασίμως. Ἐδίδαξεν ὅσον οὐδεὶς ἄλλος τῆς ἀξίαν τῆς Κυριακῆς ἡμέρας καὶ ἐκαυτηρίασε τοὺς βεβηλοῦντας τὴν ἁγίαν ταύτην ἡμέραν. Συνίστα τὴν ἐργασίαν, νὰ καλλιεργοῦν ἐντατικῶς τὴν γῆν, ἰδίως δὲ νὰ φυτεύουν δένδρα. Ἐπιγραμματικῶς ἐκήρυττεν: Ὅσοι δὲν ἀγαποῦν τὰ δένδρα καὶ τὰ φυτά, θὰ ζοῦν φτωχικά. Χάρις εἰς τὰς ἐντόνους συστάσεις τοῦ Ἁγίου χιλιάδες ἀγρίων δένδρων ἐνεβολιάσθησαν καὶ ἐγένοντο καρποφόρα.

5. ΘΑΥΜΑΤΑ-ΠΡΟΦΗΤΕΙΑΙ

Ἀλλ᾿ ἡ μεγάλη ἐπίδρασις τοῦ Κοσμᾶ ἐπὶ τῶν ψυχῶν δὲν δύναται νὰ ἐξηγηθῇ πλήρως, ἐὰν δὲν ληφθῇ ὑπ᾿ ὅψιν, ὅτι καὶ κάποιο ἄλλο στοιχεῖο σπουδαίως συνήργει εἰς τὴν καταπληκτικὴν πρόοδον τῆς ὅλης ἱεραποστολικῆς του ἐργασίας. Ἦτο ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον εἰς τὸ τέλος τοῦ κατὰ Μᾶρκον Εὐαγγελίου σημειώνεται: Ἐκεῖνοι δὲ (οἱ Ἀπόστολοι) ἐξελθόντες ἐκήρυξαν πανταχοῦ, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος καὶ τὸν λόγον βεβαιοῦντος διὰ τῶν ἐπακολουθούντων σημείων. Ἀμήν. Καὶ τὴν διδαχὴν τοῦ Ἁγίου ἠκολούθουν σημεῖα. Διότι ὁ Ἅγιος εἶχεν ὄχι μόνον τὸ χάρισμα τοῦ λόγου, ἀλλὰ καὶ τὸ χάρισμα τοῦ ποιεῖν θαύματα καὶ προφητεύειν τὰ μέλλοντα.

* * *

Ἀγαπητοί! Τοιοῦτος ἱεραπόστολος, ἰσαπόστολος, ὅπως ψάλλει εἰς τὴν ἀκολουθίαν του ὁ ὑμνογράφος ἀνεδείχθη ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς. Τιμῶντας τὴν ἱεράν του μνήμην ἂς εὐχαριστήσωμεν ἐκ βάθους καρδίας τὸν Κύριον διὰ τὸν νεώτερον τοῦτον φωστῆρα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ ἂς ἀποδώσωμεν τιμὴν καὶ εἰς τοὺς παράγοντας, εἰς τὰ πρόσωπα ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα συνήργησαν εἰς τὸ σχέδιον τῆς θείας Προνοίας, εἰς τὴν ἀνάπτυξιν τῆς μεγάλης αὐτῆς ἱεραποστολικῆς φυσιογνωμίας τῶν νεωτέρων χρόνων. Ἂς ἀνταποδώσωμεν ἐν πρώτοις τιμὴν εἰς τοὺς εὐσεβεῖς γονεῖς του, οἱ ὁποῖοι ἐκ νηπιακῆς ἡλικίας ἔθρεψαν αὐτὸν μὲ τὸ ἄδολον γάλα τῆς Ὀρθοδοξίας, εἰς τοὺς διδασκάλους ἔπειτα, τὸν σοφὸν Εὐγένιον Βούλγαριν, εἰς τοὺς πνευματικοὺς πατέρας καὶ ἀδελφοὺς τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἐν μεσῳ τῶν ὁποίων ἐγυμνάσθη εἰς γενναῖον ἀγωνιστὴν τῆς Πίστεως· ἂς ἀποδώσωμεν τέλος τιμὴν εἰς τοὺς ἀοιδίμους ἐκείνους πατριάρχας Σεραφεὶμ καὶ Σωφρόνιον, οἱ ὁποῖοι τὸν προέτρεψαν εἰς τὸ ἰεραποστολικὸν ἔργον καὶ τὸν ἐφωδίασαν μὲ συστατικὰ γράμματα πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς ὅλου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.

Ἡ τελευταία αὕτη βοήθεια ὑπῆρξεν ἀνεκτίμητος. Διότι ἄνευ τῆς ἀδείας καὶ συστάσεως τοῦ Πατριαρχείου ὁ Κοσμᾶς θὰ ἦτο ἀδύνατον νὰ κινηθῇ εἰς τὴν τουρκοκρατούμενην Ἑλλάδα. Καὶ αὐτομάτως εἰς τὸν νοῦν μας ἔρχεται ἡ σκέψις· ἐὰν σήμερον ἔζη ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς, θὰ ἐτύγχανε τοιαύτης πνευματικῆς ὑποστηρίξεως παρὰ τῶν ἀνωτάτων τῆς συγχρόνου Ἐκκλησίας ἀξιωματούχων; Πολὺ φοβούμεθα, ὅτι εἰς τὸν ἀποστολικὸν τοῦτον ἄνδρα, ὁ ὁποῖος δὲν ἐκολάκευε τὰς ἀδυναμίας τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχόντων, ἀλλ᾿ ἤλεγχε τὸ κακὸν ὁπουδήποτε καὶ ἐὰν τὸ συνήντα, καὶ εἰς αὐτὰς ἀκόμη τὰς ἀρχιερατικὰς καὶ πατριαρχικὰς αὐλάς, δὲν θὰ ἐδίδετο ἡ σχετικὴ ἄδεια τοῦ κηρύγματος. Θὰ διετάσσετο νὰ ἐπιστρέψῃ εἰς τὴν ἱερὰν Μονὴν τῆς μετανοίας του ὡς ταραξίας καὶ ἐπικίνδυνος!...

Ῥίπτων τις ἕνα βλέμμα εἰς τὴν σύγχρονον ἐκκλησιαστικὴν ζωὴν θὰ ἀναστενάξῃ πικρῶς διὰ τὴν ἔλλειψιν ἱεραποστολικῶν μορφῶν, οἷος ἦτο ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Ἀλλὰ ἐὰν ἤθελεν ἐρευνήσει διατὶ ἡ ἔλλειψις αὕτη πολλὰ θὰ ἀνεκάλυπτε τὰ αἴτια· ἕνα δὲ ἐξ αὐτῶν τὸ πρῶτον κατὰ τὴν ἡμετέραν κρίσιν, εἶναι ὅτι τοιαῦται ἱεραποστολικαὶ τάσεις ἁγνῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου δὲν ὑποστηρίζοντο σήμερον, μάλλον δὲ καὶ καταδιώκονται. Καταδιώκονται παρ᾿ ἐκείνων οἱ ὁποῖοι πρῶτοι αὐτοὶ θὰ ἔπρεπε νὰ ἐνθαῤῥύνουν καὶ νὰ ἐνισχύουν. Εἶνε τοῦτο μία θλιβερὰ διαπίστωσις.


ΛΟΓΟΣ ΤΡΙΤΟΣ.
ΑΛΒΑΝΙΑ ΚΑΙ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ

Ἐδημοσιεύθη εἰς τὸ ὑπ᾿ ἀριθμ. 381/1976 φύλλον τοῦ περιοδικοῦ· Χριστιανικὴ Σπίθα.

Ὥστε με ἀπὸ Ἱερουσαλὴμ καὶ κύκλῳ μέχρι τοῦ Ἰλλυρικοῦ
πεπληρωκέναι τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ.
(Ῥωμ. 15, 19)

24η Αὐγούστου, ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ. Ἡ ἐπέτειος αὕτη ὑπενθυμίζει ἐκτὸς τῶν ἄλλων καὶ τὴν μαρτυρικὴν χώραν τῆς Β. Ἠπείρου, εἰς τὴν ὁποίαν πρὸ δύο περίπου αἰώνων ἀφῆκε τὴν τελευταίαν του πνοὴν ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς. Περὶ τῆς μαρτυρικῆς αὐτῆς χώρας, ὡς ἦτο καὶ ὡς εἶνε σήμερον, θὰ χαράξωμεν ὀλίγας γραμμάς.

* * *

Ἡ Βόρειος Ἤπειρος, ἀνήκουσαν σήμερον εἰς τὴν Δημοκρατίαν(;) τῆς Ἀλβανίας, κατὰ τὴν ἐποχὴν τῆς Ῥωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας συμπεριελαμβάνετο εἰς μίαν μεγάλην περιοχὴν ἡ ὁποία ἦτο γνωστὴ εἰς τὸν ἀρχαῖον κόσμον ὡς Ἰλλυρία. Ὡς ἕνα ἀπὸ τὰ ἰσχυρότερα θέματα τῆς Ῥωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, ἐπεξετείνετο κατὰ μῆκος τῶν ἀκτῶν τοῦ Ἀνδριατικοῦ πελάγους καὶ κατῳκεῖτο ἀπὸ ὀρεσιβίους, σκληροτράχηλους καὶ γενναίους ἄνδρας, τοὺς ὁποίους δυσκόλους κατενίκησαν αἱ ῥωμαϊκαὶ λεγεῶνες. Εἰς τὴν χώραν αὐτὴν ἡ ἁρχαία Ἑλλὰς εἶχεν ἐγκαταστήσει ἀποικίας ὡς τὴν Ἐπίδαμνην, ἡ ὁποία εἶχε καταστῆ τὸ μῆλον τῆς ἔριδος μεταξὺ τῶν δύο ἑλληνικῶν πολιτειῶν, τῆς Κερκύρας καὶ τῆς Κορίνθου. Ἀπὸ τότε ζωηρῶς εἶχον ἐντυπωθῇ τὰ ἴχνη τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ. Ἀλλὰ ὁ ἐμφύλιος σπαραγμὸς τῶν Ἑλλήνων, κατάρα προγονική, δὲν ἀφῆκε νὰ σταθεροποιηθῇ εἰς τὴν χώραν αὐτὴν τὸ κράτος τῆς Ἑλλάδος. Μόνον μνημεῖα, τὰ ὁποῖα ἀνακαλύπτει ἑκάστοτε ἡ ἀρχαιολογικὴ σκαπάνη μαρτυροῦν ὅτι κάποτε ἀπὸ ἐκεῖ ἐπέρασεν ἡ Ἑλλάς.

Ἡ Ἰλλυρία ἀναφέρεται εἰς τὴν Καινὴν Διαθήκην. Τὴν ἀναφέρει ὁ κορυφαῖος τῶν Ἀποστόλων, Ἀπόστολος Παῦλος. Γράφων οὗτος τὴν πρὸς Ῥωμαίους ἐπιστολήν ἐν τέλει ἀναφέρει καὶ τὸ ὄνομα τῆς Ἰλλυρίας. Ἰδοὺ τὸ σχετικὸν χωρίον: Ἔχω οὖν καύχησιν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τὰ πρὸς τὸν Θεόν, οὐ γὰρ τολμήσω λαλεῖν τι οὖν κατειργάσατο Χριστὸς δι᾿ ἐμοῦ εἰς τὴν ὑπακοήν ἐθνῶν λόγῳ καὶ ἔργων, ἐν δυνάμει σημείων καὶ τεράτων, ἐν δυνάμει Πνεύματος Θεοῦ, ὥστε με ἀπὸ Ἱερουσαλήμ, καὶ κύκλῳ μέχρι τοῦ Ἰλλυρικοῦ πεπληρωκέναι τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ. (Ῥωμ. 15, 17-19).

Ὁ Παῦλος, ὡς χρυσαετός, ἐπέταξεν εἰς ἀνατολὴν καὶ δύσιν, διέδραμε χώρας ὁλοκλήρους καὶ μετέφερε παντοῦ τὸ μήνυμα τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας. Ἔφθασε, κατὰ τὸ χωρίον τοῦτο, καὶ μέχρις Ἰλλυρίας. Καὶ ὅτι μὲν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐκήρυξεν εἰς τὴν Νικόπολιν (σημερινὴν Πρέβεζαν), πόλιν τῆς Ἠπείρου κειμένην εἰς τὰ κράσπεδα τῆς Ἰλλυρίας, εἶνε ἱστορικὸν γεγονός, τὸ ὁποῖον μαρτυρεῖται ὑπὸ τοῦ ἰδίου ἐν τῇ πρὸς Τίτον Ἐπιστολῇ, εἰς τὴν ὁποίαν γράφει: Σπούδασον ἐλθεῖν προς με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι (Τι. 3 12). Ἀλλὰ ἐὰν ὁ Παῦλος ἐπροχώρησε εἰς τὰ ἐνδότερα καὶ ἐπεριόδευσε εἰς τὰ σπουδαιοτέρας πόλεις τοῦ Ἰλλυρικοῦ, τοῦτο δὲν μαρτυρεῖται ἱστορικῶς. Εἰς τὸ ἀνωτέρω ὅμως χωρίον στηριζόμενοι πολλοὶ παραδέχονται ἀρχαίαν παράδοσιν, κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν, καὶ εἰς τὴν χώραν αὐτὴν ἐκήρυξε τὸ Εὐαγγέλιον. Σημειωτέον, ὅτι εἰς μίαν παράλιον πόλιν τοῦ Ἰλλυρικοῦ, τὸ Δυῤῥάχιον, κατέληγεν ἡ περίφημος Ἐγνατία ὁδός, διὰ τῆς ὁποίας ἐπεκοινώνει ἡ Ἀνατολὴ μὲ τὴν Δύσιν. Ἐὰν δὲ λάβωμεν ὑπ᾿ ὅψιν ὅτι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος κατὰ τὰς ἀποστολικάς του περιοδείας ἐπεσκέπτετο συνήθως τὰ κέντρα τοῦ ἀρχαίου κόσμου καὶ ἐκεῖ ἠγωνίζετο νὰ ἱδρύσῃ τὰς πρώτας Ἐκκλησίας, ἵνα ἐκεῖθεν ἀκτινοβολήσῃ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ τότε διατὶ νὰ μὴν παραδεχθῶμεν ὅτι καὶ εἰς τὸ Δυῤῥάχιον, κόμβον συγκοινωνίας, ἐὰν αὐτοπροσώπως δὲν μετέβη ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, πάντος ὑπό τινος μαθητοῦ ἐκηρύχθη τὸ κήρυγμα τοῦ ἑσταυρωμένου Λυτρωτοῦ τοῦ κόσμου. Ὁ δὲ μαθητὴς αὐτός, κατὰ πᾶσαν πιθανότητα, εἶνε ὁ Τίτος. Αὐτὸς κατ᾿ ἐντολὴν τοῦ Παύλου περιώδευσε τὴν Δαλματίαν, ἡ ὁποία συνώρευε μὲ τὴν Ἰλλυρίαν. (Β´ Τιμ. 4, 10).

Ἀλλὰ ἀφήνοντες τοὺς ἑκκλησιαστικοὺς ἱστορικοὺς νὰ ἀσχοληθοῦν μὲ τὴν ἔρευναν, τὶς πρῶτος ἐκήρυξε τὸ Εὐαγγέλιον εἰς τὴν Ἰλλυρίαν, ἂς ἴδωμεν τὸ βέβαιον καὶ ἀναμφισβήτητον γεγονός, ὅτι ἡ Ἰλλυρία ὑπῆρξε μία ἀπὸ τὰς χώρας τῶν Βαλκανίων, εἰς τὰς ὁποίας ἐσπάρη κατὰ τὸν πρῶτον ἀποστολικὸν αἰῶνα ὁ λόγος τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ λόγος δὲ τοῦ Εὐαγγελίου ἐκαρποφόρησεν εἰς τὴν χώραν αὐτήν. Οἱ κάτοικοι τῆς χώρας αὐτῆς ἀπέβαλον τὰ ἄγρια εἰδωλολατρικὰ ἤθη καὶ ἔθιμά των, καὶ ἔγιναν πιστοὶ χριστιανοί. Ἤκμασεν ἐκεῖ ὁ Χριστιανισμός. Ἄνθη εὐώδη ἁγιότητος ἀνέδειξεν ἡ πρώην χέρσος καὶ ἀγρία γῆ. Ὁ λόγιος ἱεροκῆρυξ τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πρεβέζης Ἀρχιμ. Φιλάρετος Βιτάλης, ἐρευνήσας ἐπιμελῶς τὰς ἀρχαίας πηγάς, εὗρεν, ὅτι κατὰ τὴν περίοδον τῶν φοβερῶν διωγμῶν τῶν τριῶν πρώτων αἰώνων, δώδεκα μάρτυρες τῆς περιφερείας αὐτῆς ἔχυσαν τὸ αἷμά των ὑπὲρ τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ. Οὗτοι δὲ εἶνε· 1) Ἄστιος ἐπίσκοπος Δυῤῥαχίου, 2) Ἐλευθέριος ἐπίσκοπος Αὐλῶνος, 3) Ἀνθία μήτηρ τοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου, 4) Δάναξ ἀναγνώστης, 5) Δονᾶτος, 6) Θερῖνος, 7)Ἴσαυρος, 8) Βασίλειος, 9) Ἰννοκέντιος, 10) Ἑρμείας,11) Φῆλιξ καὶ 12) Περεγρῖνος. (Ἰδὲ Ἀρχ. Φιλαρ. Βιτάλη· Ὁ χριστιανισμὸς εἰς τὴν Βόρειαν Ἤπειρον καὶ τὴν Ἀλβανίαν. Ἀθῆναι 1974, σελ. 6).

Ἔνδοξος ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἰλλυρίας, τῆς ὁποίας τὸ ὄνομα μὲ συγκίνησιν ἀνέφερεν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅτε καυχώμενος ἐν Κυρίῳ ἔῤῥιπτεν ἓν βλέμμα εἰς τὴν τότε ἱεραποστολικήν του δρᾶσιν. Τῆς δὲ Ἰλλυρίας σημαντικὸν τμῆμα ἦτο ὁλόκληρος ἡ σημερινὴ Ἀλβανία. Ἐπὶ αἰῶνας ἀναφέροντο καὶ ἤκμαζον αἱ ἐπισκοπαὶ Δυῤῥαχίου, Ἀγχιάσμου, Ἀνδριανουπόλεως, Φοινίκης καὶ Βουθρωτοῦ, Ἅγιοι δὲ Ἱεράρχαι ἐκ τῆς περιοχῆς αὐτῆς ἔλαβον μέρος εἰς Οἰκουμενικὰς Συνόδους.

* * *

Ἤκμαζεν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἰλλυρίας. Ἀλλὰ ἐὰν ἐκ τῆς ἐνδόξου ἐκείνης ἐποχῆς ῥίψωμεν ἓν βλέμμα εἰς τοὺς μετὰ ταῦτα αἰῶνας, καὶ μάλιστα εἰς τὸν τελευταῖον αἰῶνα, αἴσθημα βαθυτάτης λύπης θὰ καταλάβῃ τὰς καρδίας μας.

Πολλὰ πλήγματα ὑπέστη ἡ Ἐκκλησία αὕτη. Τὸ πρῶτον πλῆγμα ἦλθεν ἐκ δυσμῶν. Ἀπὸ ποῖον νομίζετε; Ἀπὸ εἰδωλολατρικὸν καὶ κοσμικὸν συγκρότημα; Ἀπὸ ἡγεμόνας καὶ βασιλεῖς, οἱ ὁποῖοι δὲν ἐπίστευον εἰς τὸν ἀληθινὸν Θεόν; Ὄχι. Ἦλθεν ἀπὸ τὸν παπισμόν, τοῦ ὁποίου τινὲς τῶν ἡμετέρων, ἀγνοοῦντες τὴν ἱστορίαν, ἐπιζητοῦν τὴν φιλίαν καὶ συνεργασίαν ἐπὶ σκοπῷ ἑνώσεως, ἤ μᾶλλον ἀποῤῥοφήσεως τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ὁ Παπισμός, ὡς ἐκ τῆς φύσεώς του, ἦτο καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι ἐχθρὸς τῆς Ὀρθοδοξίας. Δὲν εἶναι ἁπλὸ σχίσμα, ἀλλὰ αἵρεσις. Καὶ εἶνε μὲν ἀληθὲς ὅτι κατὰ τὴν τελευταίαν ἐποχὴν ὁ παπισμὸς ἔχει δείξει σημεῖά τινα στροφῆς, ἀλλὰ ἡ στροφὴ αὐτοῦ δὲν δύναται νὰ λογισθῇ ὡς βεβαία ἀπόδειξις ἐπιστροφῆς εἰς τὴν ἀρχαίαν παράδοσιν, εἰς τὴν ἐκκλησίαν τῶν ὀκτὼ πρώτων αἰώνων. Ὑπὸ τὸ ἔνδυμα τοῦ ἀρνίου κρύπτεται τὸ θηρίον, ἓν ἐκ τῶν θηρίων τῆς Ἀποκαλύψεως. Σκληροὶ εἶνε οἱ λόγοι οὗτοι καὶ δυσάρεστοι εἰς τοὺς ἀντὶ πάσης θυσίας ἐπιζητοῦντας τὴν ἕνωσιν τῆς ὀρθοδοξίας μετὰ τοῦ παπισμοῦ. Ἀλλὰ εἰς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ῥίπτουν ἓν βλέμμα εἰς τὸ παρελθόν, τὸ μακρὰν καὶ τὸ ἐγγύς, ὁ χαρακτηρισμὸς τοῦ παπισμοῦ ὡς θηρίου τῆς Ἀποκαλύψεως δὲν εἶνε ἄδικος.

Τοῦτο βλέπει τις σαφῶς μελετῶν καὶ τὴν ἱστορίαν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἰλλυρίας ἤ Ἀλβανίας. Ἡ ὀρθόδοξος αὐτὴ χώρα ὑπέστη τὸ πρῶτον αὐτῆς πλῆγμα ὑπὸ τῶν ὀργάνων τοῦ παπισμοῦ, τὰ ὁποῖα κατώρθωσαν νὰ ἀποσπάσουν ἀπὸ τοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας ὡρισμένους ὀρθοδόξους τῶν βορείων ἐπαρχιῶν, καὶ ἰδίως τῆς περιφερείας Σκόδρα, καὶ διὰ τῆς προσελκύσεως αὐτῶν εἰς τὸν παπισμόν, προκάλεσαν ῥῆγμα εἰς τὴν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου Εκκλησίας. Ἐν τούτοις, παρὰ τὰς ἐπιμόνους προσπαθείας τοῦ Παπισμοῦ, οἱ χριστιανοὶ τῆς Ιλλυρίας (Ἀλβανίας) παρέμειναν κατὰ τὴν μεγίστην πλειονοψηφίαν ἀφωσιωμένοι εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν.

Ἀλλὰ καὶ δεύτερον πλῆγμα ὑπέστη ἡ Ἀλβανία, ὄχι ἐκ τῆς Δύσεως, ἀλλὰ ἐκ τῆς Ἀνατολῆς. Ἦτο ὁ μωαμεθανισμός, ὁ ὁποῖος ἐνεφανίσθη ἐπὶ τῆς σκηνῆς τοῦ κόσμου τὸν 7ον αἰῶνα. Τὸ ἀντιχριστιανικὸν τοῦτο σύστημα, ἐσημείωσε καταπληκτικὴν πρόοδον, ἡ ὁποία ὠφείλεται κυρίως εἰς τὸ γεγονός, ὅτι τὸ Κοράνιον, τὸ βιβλίον τοῦ μωαμεθανισμοῦ, κολακεύει ἐλεεινῶς τὰ ἀνθρώπινα πάθη, καὶ μάλιστα τὸ πάθος τοῦ σεξουαλισμοῦ, ὑπόσχεται παράδεισον σαρκικῶν καὶ ὑλικῶν ἀπολαύσεων, καὶ συνιστᾷ τὴν μάχαιραν ὡς μέσον διαδόσεως τῆς πλάνης.

Ὁ μωαμεθανισμός, ἐνέσπειρε τὸν φόβον καὶ τὸν τρόμον εἰς τοὺς λαούς. Κατέκτησε τὰς χώρας τῆς Ἀνατολῆς, ὑπερέβη τὴν Προποντίδα, ἔθεσε τὰς πόδας ἐπὶ τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ ἐδάφους, ἐκυρίευσε τὴν βασιλίδα τῶν πόλεων, καὶ ἐκεῖθεν ἐξώρμησεν πρὸς κατάκτησιν ὅλων ἐκείνων τῶν ἐδάφων, ἐπὶ τῶν ὁποίων ἐκυριάρχει ἡ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία. Αἱ κτήσεις αὐτῆς, ἡ μία κατόπιν τῆς ἄλλης, περιήρχοντο εἰς τὴν ἐξουσίαν τῆς ἡμισελήνου. Οὕτω τὸ θηρίον τοῦτο τῆς ἀβύσσου ἔφθασε καὶ μέχρι τῆς ὀρεινῆς καὶ δυσπροσίτου Ἰλλυρίας. Ἀλλὰ ἐκεῖ συνήντησεν ἡρωϊκὴ ἀντίστασιν ἀπὸ τὸν χριστιανικὸν πληθυσμόν, ἐπὶ κεφαλῆς τοῦ ὁποίου ἐτέθη ὁ ἐθνικὸς ἥρως Γεώργιος Καστριώτης ἤ Σκεντέρμπεης. Οὗτος ὅτε ἦτο μικρός, συνελήφθη αἰχμάλωτος καὶ ἐξισλαμίσθη. Ἀλλὰ ὅταν ἠνδρώθη, κατώρθωσε νὰ θραύσῃ τὰ δεσμά του καὶ νὰ ἐπιστρέψῃ εἰς τὴν πίστιν τῶν πατέρων του, εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν. Συγκροτήσας στρατὸν ἀξιόλογον, κατώρθωσε κατ᾿ ἐπανάληψιν νὰ νικήσῃ τοὺς Τούρκους, καὶ τὸ ὄνομά του ἀπέβη θρῦλος εἰς ὅλα τὰ χριστιανικὰ ἔθνη.

Μετὰ τὸν θάνατον τοῦ Σκεντέρμπεη (1468) οἱ Τοῦρκοι μετὰ μανίας ἐπέπεσαν κατὰ τοῦ ἡρωϊκοῦ χριστιανικοῦ λαοῦ τῆς Ἰλλυρίας καὶ μὲ φοβερὰς πιέσεις κατώρθωσαν νὰ ἀποσπάσουν πολλοὺς ἀπὸ τὴν χριστιανικὴν πίστιν καὶ νὰ τοὺς κάμουν ὁπαδοὺς τοῦ Μωάμεθ. Οἱ ἀλλαξοπιστήσαντες δὲ οὗτοι εἶνε οἱ Τουρκαλβανοί, οἱ ὁποῖοι, ὡς ἀποστάται, ἔγιναν θανάσιμοι ἐχθροὶ τοῦ χριστιανισμοῦ. Ἀλλὰ καὶ παρὰ τὰς πιέσεις αὐτάς, μέγα μέρος τῶν κατοίκων παρέμεινε πιστὸν εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν, καὶ πλῆθος χριστιανοί, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, προσέφεραν τὸ αἷμά των, ὡς ἱερὰν σπονδὴν ὑπὲρ τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ διωγμὸς κατὰ τῆς Χριστιανωσύνης, συνεχίζετο διὰ μέσου τῶν αἰώνων μέ τινας διακοπάς, αἱ ὁποῖαι ὡφείλοντο εἰς τὰ φιλάνθρωπα καὶ ἐλεήμονα αἰσθήματα ὡρισμένων ἐκπροσώπων τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, εἰς τὰς ψυχὰς τῶν ὁποίων, ἀκτῖνές τινες τῆς θείας ἀληθείας τοῦ Εὐαγγελίου, ἔῤῥιπτον φῶς, καὶ ἐμετρίαζον τὸ ἀπαίσιον σκότος τοῦ μωαμεθανικοῦ φανατισμοῦ. Ἀλλὰ οἱ συμπαθῶς πῶς βλέποντες τοὺς χριστιανούς, ἀπετέλουν ἐξαιρέσεις τοῦ κανόνος, ὁ δὲ κανὼν ἦτο ἡ διὰ παντὸς μέσου ἐξόντωσις τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου. Τὰ μικρὰ ἐκεῖνα διαλείμματα γαλήνης διεδέχοντο διωγμοὶ σκληρότεροι τῶν προηγουμένων. Ἀγριώτεροι δὲ ὅλων ἦσαν οἱ διωγμοί, οἱ ὁποῖοι ἐξέσπασαν εἰς τὴν Ἰλλυρίαν καὶ γενικώτερον εἰς τὰ Βαλκάνια κατὰ τὸ τέλος τοῦ 18ου αἰῶνος.

* * *

Μέσα εἰς τὸ σκότος ἐκεῖνο τῆς Τουρκοκρατίας, τὸ ὁποῖον διαρκῶς ἐξηπλώνετο καὶ ἔτεινε νὰ καλύψῃ ὅλα τὰ Βαλκάνια, ὡς ἄστρον τῆς αὐγῆς ἐνεφανίσθη καὶ ἔλαμψεν ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Μιμητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, παντοῦ περιώδευε καὶ ἐκήρυττε τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ συχνότερον τὰ βήματά του ἔφερεν εἰς τὰ μέρη ὅπου ὁ ἐξισλαμισμὸς ἠπείλει νὰ ἐξαφανίσῃ τελείως τὸν Χριστιανισμόν. Καὶ τὰ μέρη αὐτὰ ἦσαν ἡ Ἤπειρος, ἡ Ἀλβανία, ἡ παλαιὰ Ἰλλυρία, καὶ ἡ νότιος Σερβία.

Ὡς ἀετὸς χρυσαετὸς ἐπέταξε καὶ ἐκήρυξεν εἰς μέρη ὅπου δὲν ἠκούσθη φωνὴ ἱεροκήρυκος. Τί δὲ ἐκήρυττεν; Ὅ,τι ἐκήρυττεν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ἐκήρυττεν Ἰησοῦν ἑσταυρωμένον καὶ ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν. Ἐκήρυττεν, ὄχι μὲ θεολογικὴν καὶ φιλοσοφικὴν γλῶσσαν, ἀκατάληπτον εἰς τοὺς πολλούς, ἀλλὰ μὲ γλῶσσαν ἁπλῆν, μὲ εἰκόνας καὶ παραδείγματα ἀπὸ τὴν καθημερινὴν ἀγροτικὴν ζωήν, μὲ ἱστορίας καὶ ἀνέκδοτα καὶ προφητείας ἀκόμη, ποὺ ἔκαμνον ζωηρὰν ἐντύπωσιν εἰς τὸν λαόν. Ἐκήρυττε, καὶ οἱ λόγοι του πύρινοι ἐξήρχοντο ἀπὸ μίαν καρδίαν, ἡ ὁποία ἐφλέγετο ἀπὸ τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀγάπην τοῦ πλησίον. Μαγνήτης τὸ ἁπλοῦν του κήρυγμα. Χιλιάδες λαὸς ἤκουε μὲ βαθυτάτην κατάνυξιν, καὶ ἀλλόπιστοι ἀκόμη, ἀξιωματοῦχοι τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, οἱ ὁποῖοι δὲν ἱκανοποιοῦντο ἀπὸ τὸ Κοράνιον, εἱλκύοντο ἀπὸ τὴν ἁπλῆν διδασκαλίαν τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ.

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς εἰς τὰ κηρύγματά του ἠγωνίζετο νὰ τονώσῃ τὴν πίστιν τῶν χριστιανῶν. Μὲ δύναμιν περιέγραφε τὸ μεγαλεῖον τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως. Δὲν ὑπάρχει -ἔλεγεν- ἄλλη πίστις ἀνωτέρα ἀπὸ τὴν πίστιν τὴν ἰδικήν μας.

* * *

Εἰς τὰ ἁπλᾶ ἀλλὰ πλήρη πνευματικῆς δυνάμεως κηρύγματα τοῦ νεωτέρου ἰσαποστόλου Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, τὰ ὁποῖα εἴς τινας περιπτώσεις συνώδευον καὶ θαύματα ἀκόμη, συνέῤῥεον πλήθη λαοῦ. Ὅταν ἀνεχώρει εἰς ἄλλον χωρίον, τὸν συνώδευε πλῆθος θαυμαστῶν, ἱερέων καὶ λαϊκῶν. Συγκινητικὴ θρησκευτικὴ διαδήλωσις, ἡ ὁποία κατὰ τὴν ἐποχὴν ἐκείνην προσελάμβανεν ἰδιαιτέραν σημασίαν καὶ ἦτο ὡς μία δημοσία ὁμολογία πίστεως ἐν μεσῳ τῶν ἀλλοθρήσκων. Ἀλλὰ καὶ Τοῦρκοι καλοπροαίρετοι, ὅπως εἴπομεν ἤκουον μὲ συγκίνησιν τὴν ἱεράν του διδασκαλίαν. Καὶ αὐτὸς ὁ Κοὺρτ πασᾶς, ὁ ἀνώτερος διοικητῆς τῆς Ἀλβανίας, ἔχων ἔδραν τὸ Βεράτι, κατ᾿ ἀρχὰς εὐμενῶς διετέθη ἔναντι αὐτοῦ. Ἔβλεπεν ἐν τῷ προσώπῳ αὐτοῦ θεῖον ἄνδρα. Καὶ ὡς ἄλλοτε ὁ Ἡρώδης ἤκουεν ἡδέως τῶν ῥημάτων τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ. Ἐκδηλώνων δὲ τὴν ἐκτίμησίν του πρὸς τὸν Ἅγιον Κοσμᾶν, τοῦ ἐχάρισε σκαμνίον, δηλαδὴ ἔδραν, ἵνα ἐπ᾿ αὐτοῦ ἀνερχόμενος ὁ διδάσκαλος, κηρύττῃ πρὸς τὰ πλήθη. Ἀλλ᾿ ὅπως ὁ Ἡρώδης, ὑποχωρῶν εἰς ἀπαιτήσεις τῆς αἰσχρᾶς ἐκείνης γυναικός, τῆς Ἡρῳδιάδος, διέταξε τὸν φόνον τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου, οὕτω καὶ ὁ Κοὺρτ πασᾶς, ὑποχωρῶν εἰς τὰς ἀπαιτήσεις τῶν Ἑβραίων, οἱ ὁποῖοι ἔπνεον μένεα κατὰ τοῦ Ἁγίου διὰ τὸ κατ᾿ αὐτῶν κήρυγμά του, καὶ ἱκανὸν ἀργύριον παρ᾿ αὐτῶν λαβών, διέταξε τὸν φόνον τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ.

Ἀπίστευτα τὰ ἤθη τῶν ἀρχόντων, καὶ μάλιστα ὅταν οἱ ἄρχοντες αὐτοὶ εἶνε ἀλλόφυλοι καὶ ἀλλόθρησκοι.

Εἰς μίαν τῶν τελευταίων ἡμερῶν τῆς ἐπιγείου του ζωῆς, ὅτε ὁ Ἅγιος εἶχε φθάσει μέχρι Τεπελενίου, μεταξὺ ἐκείνων οἱ ὁποῖοι τὸν ἤκουον ἦτο καὶ ἕνας νεαρὸς Τουρκαλβανός. Ἦτο ὁ μετὰ ταῦτα περιβόητος Ἀλῆς πασᾶς. Οὗτος ἐκ περιεργείας παρηκολούθησε τὸν Ἅγιον. Πρὸς αὐτὸν κάποιαν στιγμὴν ἐστράφη ὁ Ἅγιος καὶ εἶπε τὰ ἑξῆς προφητικὰ λόγια: Θὰ γίνῃς μεγάλος ἄνθρωπος· θὰ κυριεύσῃς ὅλη τὴν Ἀρβανιτιά, θὰ ὑποτάξῃς τὴν Πρέβεζαν, τὴν Πάργα, τὸ Σούλι, τὸ Δέλβινο, τὸ Γαρδίκι καὶ αὐτὸ τὸ τάχτι τοῦ Κοὺρτ πασᾶ. Θὰ ἀφήσῃς μεγάλο ὄνομα στὴν οἰκουμένη. Αὐτὴ εἶνε ἡ θέλησις τῆς θείας προνοίας. Ἐνθυμοῦ ὅμως εἰς ὅλην τὴν διάρκειαν τῆς ἐξουσίας σου νὰ ἀγαπᾷς καὶ νὰ ὑπερασπίζεσαι τοὺς χριστιανούς, ἂν θέλῃς νὰ μείνῃ ἡ ἐξουσία στοὺς διαδόχους σου. Ὅτε δὲ ὁ νεαρὸς ἐπρόκειτο νὰ ἀποχωρισθῇ ἀπὸ τὸν Ἅγιον Κοσμᾶ ἠρώτησε καὶ πάλιν γιὰ τὸ μέλλον του καὶ συγκεκριμένως ἂν θὰ φθάσῃ εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν. Καὶ ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ἀπήντησε: Καὶ στὴν Πόλη θὰ πᾶς, μὰ μὲ κόκκινα γένεια. Προφητικὸς ἦτο ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Ἁγίου, τὸν ὁποῖον δὲν κατενόησεν ὁ νεαρός. Ὁ Ἀλὴ Πασᾶς, κηρυχθεὶς ἐν τέλει ἐχθρὸς τοῦ Σουλτάνου ἀπεκεφαλίσθη, ἡ δὲ κεφαλὴ αὐτοῦ αἱματόβρεκτος ἐστάλη εἰς τὴν Πόλην ὡς δῶρον εἰς τὸν σουλτάνον. Ὄντως ἐπῆγεν εἰς τὴν Πόλην μὲ κόκκινα γένεια. Νεκρὸς καὶ ἠτιμασμένος.

Ἀκροαταὶ ἢ μᾶλλον μαθηταὶ τῶν κηρυγμάτων τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ ἦσαν καὶ ἁμαρτωλοὶ καὶ κλέφται τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, οἱ ὁποῖοι κατήρχοντο ἐκ τῶν κρησφυγέτων καὶ ἤκουον τοὺς λόγους τοῦ θαυμαστοῦ ἱεροκήρυκος. Εἰς ἰδιαιτέρας πρὸς αὐτοὺς ὁμιλίας, ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ἀναμφιβόλως ἔσπειρε τὸν σπόρον τῆς ἀναστάσεως καὶ ἀναγεννήσεως τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, ἡ ὁποία θὰ ἐπετυγχάνετο διὰ τοῦ θείου κηρύγματος, καὶ τῆς πιστῆς ἐφαρμογῆς αὐτοῦ. Διὰ τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἑλλὰς θὰ ἐγίνετο μεγάλη καὶ ἔνδοξος. Καὶ αὐτοὶ οἱ ἀλλόφυλοι, ἀκούοντες τὴν ἁγίαν διδασκαλίαν καὶ βλέποντες τὴν λαμπρὰν ζωὴν τῶν χριστιανῶν θὰ εἱλκύοντο εἰς τὴν πίστιν, θὰ ἐγίνοντο καὶ αὐτοὶ χριστιανοί. Αὐτὸς ἦτο ὁ μέγας ὁραματισμὸς τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ.

Ἐπίστευεν ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς εἰς τὴν θείαν ἀποστολὴν τὴν ὁποίαν εἶχεν ἐν τῷ κόσμῳ ἡ Ἑλλάς. Προεφήτευε τὴν προσεγγίζουσαν ἐλευθερίαν τῆς πατρίδος. Εἰς τὸ χωρίον Τσαραπλανᾶ τῆς Ἠπείρου ἀτενίζων ὁ Ἅγιος τὴν σχισμὴν ἑνὸς πελωρίου πλατάνου, εἶπε: Τὰ βάσανα εἶνε ἀκόμη πολλά. Θυμηθῆτε τὰ λόγια μου. Προσεύχεσθε, ἐνεργεῖτε καὶ ὑπομένετε στερεά· ἕως ὅτου κλείσῃ αὐτὴ ἡ πληγὴ τοῦ πλατάνου, τὸ χωριό σας θὰ εἶνε σκλαβωμένο καὶ δυστυχισμένο. Ἡ σχισμὴ εκλεισε τὸ 1912, τὸ ἔτος κατὰ τὸ ὁποῖον ἀπηλευθερώθη ἡ Ἤπειρος. Ἀλλὰ ἐκτὸς τῆς προφητείας ταύτης ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς εἶπε καὶ ἄλλας προφητείας. Μερικαὶ ἐξ αὐτῶν εἶνε καταπληκτικαὶ διὰ τὴν ἐπαλήθευσίν των, ὡς εἶνε αἱ περὶ τηλεγράφου, αὐτοκινήτου, ἀεροπλάνου καὶ ἑτέρων ἐφευρέσεων προφητεῖαι. Ἀναμφισβητήτως ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς εἶχε τὸ προφητικὸν χάρισμα.

Κήρυγμα, ὡς ἦτο τὸ κήρυγμα τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ, κήρυγμα ἁπλοῦν, ζωηρόν, ἐλεγκτικόν, προφητικόν, κήρυγμα τὸ ὁποῖον συνώδευεν ἡ θαυματουργὸς δύναμις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐδημιούργει, ὡς ἦτο ἑπόμενον, πνευματικὸν σεισμόν. Προλήψεις, δεισιδαιμονίαι, πλάναι καὶ αἱρέσεις, ἐῤῥιζωμέναι κακίαι καὶ ἐλαττώματα, ποὺ ἀπετέλουν τὸ σύγχρονον καθεστὼς τοῦ ψεύδους καὶ τῆς ἁμαρτίας, ὑπὸ σφοδρὰ πλήγματα τοῦ θείου κηρύγματος ἐκλονίζοντο καὶ ἔπιπτον, καὶ μιὰ νέα ζωὴ ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ἀρετῆς ἤρχισεν νὰ ἀναθάλλῃ εἰς τὴν χέρσον ἐκείνην γῆν.

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ἀνήκει εἰς τὴν κατηγορίαν ἐκείνην τῶν κηρύκων, τοὺς ὁποίους ἀποστέλλει ὁ Θεὸς εἰς δυσκόλους στιγμάς, ἵνα, ὡς λέγει ἡ προφητεία τοῦ Ἱερεμίου: διπλοῦν ἔργον ἐπιτελέσουν, τὸ ἐκριζώνειν καὶ τὸ φυτεύειν. (Ἱερ. 1, 10).

Ἐκριζωτὴς καὶ φυτοκόμος ὑπῆρξεν ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Τὸν ἀπέστειλεν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, εἰς ἐποχὴν κατὰ τὴν ὁποίαν τὸ ὑπόδουλον Γένος διέτρεχε τὸν φοβερὸν κίνδυνον τοῦ ἐξισλαμισμοῦ. Χάρις εἰς τοὺς ἀτρύτους κόπους καὶ ἀγῶνάς του, εἰς τὴν πάλαι ποτὲ Ἰλλυρίαν καὶ νῦν Ἀλβανίαν, καὶ ἰδιαιτέρως εἰς τὴν Βόρειον Ἤπειρον, δύο καὶ πλέον ἑκατοντάδες χιλιάδες ψυχὲς παρέμειναν πισταὶ εἰς τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν. Τὸ κήρυγμά του ἐῤῥιζωσε εἰς τὰς ψυχάς, καὶ καμία δύναμις δὲν ἠδυνήθη νὰ τὸ ἐκριζώσῃ. Τὸ ὄνομά του ἔγινε θρῦλος. Τὸ μνημόσυνόν του αἰώνιον. Δάκρυα φέρει εἰς τοὺς ὀφθαλμοὺς τῶν πιστῶν. Πρὸ ἑκατῶν περίπου ἐτῶν, ὡς ἀνέγραψε τότε περιοδικὸ τῶν Ἀθηνῶν, συγγραφεύς τις εἶχε ἐπισκεφθῆ τὸ Γηροκομεῖον τῶν Ἰωαννίνων καὶ ἠρώτησεν ἑκατοντούτην γέροντα, τὶ ἐξ ὅλων ὅσα ἤκουσε καὶ εἶδεν εἰς τὴν μακράν του ζωήν, τοῦ ἔκαμε ἐντύπωσιν. Καὶ ὁ γέρων ἀπήντησεν: Ὅταν μικρὸς ἄκουσα τὴν διδαχὴ τοῦ Πάτερ Κοσμᾶ, καὶ φίλησα τὸ χέρι του.

Νέος Παῦλος ἀνεδείχθη ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Οὕτω πως τὸν ἐγκωμιάζει τὸ δοξαστικὸν τῶν αἴνων τοῦ ὄρθρου τῆς ἑορτῆς του.

* * *

Δυστυχῶς, ἡ Βόρειος Ἤπειρος, ἡ ἐκλεκτὴ αὐτὴ χώρα, διὰ τὴν ὁποίαν τόσον ἐκοπίασεν ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς, μένει ἔξω τῶν ὁρίων τῆς πατρίδος. Τὸ ἄστρο τῆς ἐλευθερίας τρεῖς φορὲς ἐφάνη καὶ ἔλαμψεν εἰς τὴν μαρτυρικὴν αὐτὴν γῆν. Ἡ πρώτη φορὰ ἦτο τὸ 1912, ὅτε τὰ Ἑλληνικὰ στρατεύματα ἐκ Δυτικῆς Μακεδονίας ἐξώρμησαν καὶ κατέλαβον ὁλόκληρον τὴν Βόρειον Ἤπειρον. Ἡ δευτέρα φορὰ ἦτο τῷ 1916, ὅτε ἡ Ἑλλὰς συμμετέχουσα εἰς τὸν Α´ παγκόσμιον πόλεμον, ἐξώρμησε καὶ κατέλαβε καὶ πάλιν τὴν Βόρειον Ἤπειρον. Ἡ δὲ τρίτη φορά, ἡ καὶ ἐνδοξοτέρα, ἦτο τῷ 1940-41, ὅτε κατὰ τὸν ἑλληνοιταλικὸν πόλεμον τὰ ἡρωϊκὰ τάγματα τῆς μικρᾶς Ἑλλάδος ἐνίκησαν τὸν Γολιάθ, τὸν Ἰταλὸν δικτάτορα, καὶ μὲ ὁρμὴν ἀκάθεκτον κατέλαβον ὅλην τὴν ἱερὰν γῆν τὴν ὁποίαν διὰ τοῦ αἵματός του καθηγίασεν ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς. Μὲ ἀνέκφραστον χαρὰν οἱ ὑπόδουλοι χριστιανοὶ τοῦ Ἀργυροκάστρου, τῆς Κορυτσᾶς, τῆς Χειμάῤῥας καὶ ἄλλων πόλεων καὶ χωρίων ὑπεδέχθησαν τοὺς ἥρωας ἐλευθερωτάς. Καὶ ἤλπιζον ὅτι τὴν φορὰν αὐτὴν μόνιμος πλέον θὰ ἐκυμάτιζεν ἡ σημαία τοῦ Σταυροῦ.

Ὅλοι οἱ Ἕλληνες ἤλπιζον, ὅτι μετὰ τὴν λῆξιν τοῦ Β´ παγκοσμίου πολέμου, ἡ μικρὰ αὕτη γωνιὰ τῶν Βαλκανίων, θὰ ἀπεδίδετο ὁριστικῶς εἰς τὴν Ἑλλάδα, ἡ ὁποία ἐχάρισεν εἰς τοὺς συμμάχους τὴν πρώτην λάμψιν τῆς νίκης. Ἀλλὰ δυστυχῶς, αἱ ἐλπίδες αὐταὶ διεψεύσθησαν. Ἡ μεγάλη δύναμις τοῦ Βοῤῥᾶ, ἡ Ῥωσία, διὰ τοῦ στόματος τοῦ Στάλιν, ἀντέταξε τὸ ὄχι εἰς τὴν δικαίαν αὐτὴν ἀπαίτησιν τῆς μικρᾶς Ἑλλάδος. Εἰς τὴν ἄρνησιν αὐτήν, συνηυδόκησαν δυστυχῶς καὶ αἱ ἄλλαι λεγόμεναι Μεγάλαι Δυνάμεις, καὶ οὕτως ἡ Βόρειος Ἤπειρος παρέμεινεν ἐκτὸς τῆς Ἑλλάδος, καὶ ἔκτοτε ὑπήχθη εἰς τὴν δικαιοδοσίαν τῆς Ἀλβανίας.

Τὸ νέον καθεστώς, ἐκήρυξεν ἀπηνῆ διωγμὸν ἐναντίον τῆς θρησκείας. Ἐνοχλεῖται καὶ μόνον ἀκοῦον τὴν λέξιν Θεός. Εἶναι ἡ ἀγριωτέρα ἐμφάνισις ἀθεϊστικοῦ κράτους ἐν τῇ συγχρόνῳ ἐποχῇ. Ἰδίως ὁ διωγμὸς ἐστράφη ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπὶ αἰῶνας διετήρησαν τὴν θρησκευτική των πίστιν. Θλιβεραὶ εἶνε αἱ ἐκεῖθεν πληροφορίαι. Ὁ γέρων Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας Δαμιανός, ἀπέθανεν ἐν τῇ φυλακῇ. Ἱερεῖς ἐφυλακίσθησαν, ἐξωρίσθησαν, ἐξετελέσθησαν ὡς δῆθεν ἀντιδρῶντες. Ναὶ περίλαμπροι εἰς Ἀργυρόκαστρον, Κορυτσᾶν καὶ ἄλλας μεγάλας πόλεις ἤ χωρία, ἤ κατηδαφίσθησαν, ἤ μετατράπησαν εἰς ἀποθήκας, λέσχας, κέντρα διασκεδάσεως, καὶ οὐδαμοῦ διὰ τῆς καθαγιασθείσης διὰ τοῦ αἵματος τῶν Μαρτύρων καὶ ἡρώων γῆς ἀκούεται ἡ φωνὴ Ὀρθοδόξου ἱερέως. Βαπτίσεις ἀπαγορεύονται. Ἐσχάτως δε, ὡς ἀνεγράφη εἰς τὸν τύπον, οἱ χριστιανοί, ὑποχρεώθησαν ἐντὸς τακτῆς προθεσμίας νὰ ἀντικαταστήσουν τὰ χριστιανικά των ὀνόματα μὲ ὀνόματα τῆς ἀρεσκείας τοῦ ἀθέου καθεστώτος. Γενικῶς πᾶν ὅ,τι ὑπενθυμίζει χριστιανισμόν, πρέπει νὰ ἐξαλειφθῇ ἐν τῷ ἀθέῳ καθεστῶτι τοῦ Ἐμβὲρ Χότζα.

Ἐν τούτοις, ὡς πληροφορούμεθα, οἱ ἐκεῖ Ὀρθόδοξοι χριστιανοί, παραμένουν πιστοὶ εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν. Εἰς τὰ ὑπόγεια τῶν οἰκιῶν των συγκεντρωμένοι ἀκούουν τὴν θείαν λειτουργίαν ἐκ τῶν ῥαδιοφωνικῶν σταθμῶν τῆς Ἑλλάδος. Κατὰ δὲ τὴν ἑορτὴν τοῦ Πάσχα, τολμηροὶ χριστιανοὶ νέοι, ἔῤῥιψαν εἰς τοὺς πόδας τῶν ἀθέων τὰ φλούδια κοκκίνων ἀυγῶν τῆς Ἀναστάσεως! Καὶ οὕτως ἀποδεικνύουν, ὅτι εἶνε γνήσια παιδιὰ τοῦ Ἱεραποστόλου τῶν Βαλκανίων, Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ.

* * *

Ἀλλὰ ἡ ἑλληνικὴ πατρίς, ἡ ὁποία πληροφορεῖται τὰ φοβερὰ γεγονότα, τι πράττει διὰ τοὺς Ὀρθοδόξους αὐτοὺς χριστιανοὺς τῆς Βορείου Ἠπείρου; Ἡ γείτων Τουρκία, διὰ τὴν πυρπόλησιν ἑνὸς τουρκικοῦ σχολείου τῆς Θράκης, προβαίνει εἰς ἔντονον διαμαρτυρίαν πρὸς τὴν Ἑλλάδα. Ἡ δὲ Ἑλλὰς τί ποιεῖ διὰ τὸν διωγμὸν τῶν Ἑλλήνων ἐν τῇ Βορείῳ Ἠπείρῳ; Δυστυχῶς τὸ Κράτος, ὑπηρετοῦν εἰς σκοποὺς καθαρῶς οἰκονομικοὺς καὶ ἐμπορικούς, συνάπτει συμφωνίας μὲ τὰς γείτονας χώρας ἐπὶ τοῦ οἰκονομικοῦ πεδίου καὶ ἀδιαφορεῖ διὰ τὰ ὕψιστα, ὡς εἶνε ἡ ἐλευθέρα ἄσκησις τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων Χριστιανῶν ἐν Βορείῳ Ἠπείρῳ.

Τὸ Κράτος μας ἀδιαφορεῖ. Οἱ δὲ νέοι τῆς Ἑλλάδος μένουν ἀδιαφώτιστοι καὶ ἀκαθοδήγητοι ἐπὶ τῶν ὑψίστων θεμάτων. Ἕρμαια ἀναρχικῶν καὶ ἀντιχριστιανικῶν ἱδεολογιῶν, εἶνε ἕτοιμοι νὰ κατέλθουν εἰς τὰ πεζοδρόμια διαμαρτυρόμενοι διὰ τὰ πολιτικὰ δικαιώματα τῶν κατοίκων τῆς Χιλῆς ἤ ἄλλης τινὸς χώρας τῆς Εὐρώπης ἤ τῆς Ἀσίας. Ἀλλὰ διὰ τὰ στοιχειώδη δικαιώματα τὰ ὁποῖα τόσον βαναύσως καταπατεῖ τὸ ἄθεον καθεστὼς τοῦ Ἐμβὲρ Χότζα ἐν Ἀλβανίᾳ, οὐδεμία φωνή!

Ὑπὸ πάντων λοιπόν, ἐγκαταλείφθησαν οἱ ἥρωες ἀδελφοί μας τῆς Βορείου Ἠπείρου; Ἀλλὰ ἐκείνη, ἡ ὁποία κατ᾿ ἐξοχὴν φαίνεται ἀποῦσα κατὰ τὰς τραγικὰς στιγμὰς ποὺ διέρχεται ἡ Πατρίς, εἶνε ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἑκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Αὕτη ἔπρεπε πρὸ πολλοῦ νὰ εἶχε συνέλθει μὲ ἕνα μόνον θέμα, τοὺς διωγμοὺς τῶν Ὀρθοδόξων χριστιανῶν ἐν Βορείῳ Ἠπείρῳ, αἰρομένη δὲ ὑπεράνω τῶν ἀθλίων πολιτικῶν σκοπιμοτήτων τῆς ἐποχῆς μας νὰ ἐκδώσῃ ἔντονον διαμαρτυρίαν πρὸς ὅλον τὸν κόσμον διὰ τοὺς σατανικοὺς διωγμοὺς ἐναντίον τῶν χριστιανῶν τῆς Βορείου Ἠπείρου.

Ἀλλὰ δυστυχῶς, ἡ σημερινὴ διοίκησις τῆς Ἐκκλησίας, περὶ ἄλλα μικρὰ μεριμνᾷ καὶ τυρβάζει. Ὡς γράφει εὐθαρσὴς ἐπίσκοπος τοῦ Βοῤῥᾶ, οὐδεμία ἔξαρσις, οὐδεμία συγκίνησις, οὐδεμία πνοή…

Ἀλλὰ ὅ,τι δὲν πράττει ἡ Ἱεραρχία ἐν τῷ συνόλῳ της ἂς πράξουν τουλάχιστον οἱ ἐπίσκοποι τῶν παραμεθορίων περιοχῶν, οἱ ὁποῖοι γειτνιάζουν μὲ τὴν μαρτυρικὴν αὐτὴν χώραν καὶ αισθάνωνται ἐντονότερον τὸν πόνον καὶ τὸν κλαυθμὸν τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ τῆς Βορείου Ἠπείρου. Ἂς κινηθοῦν λοιπόν, καὶ ἂς καλέσουν τὸν Ὀρθόδοξον λαόν, εἰς πάνδημον συλλαλητήριον, διὰ νὰ ἀκουσθῇ βροντόφωνος ἡ διαμαρτυρία τῆς χριστιανικῆς μας Πατρίδος, ἡ ὁποία ὑπὲρ τοὺς ἐμπορικοὺς ὑπολογισμοὺς καὶ τὰς πολιτικὰς σκοπιμότητας θέτει τὴν Ὀρθόδοξον Πίστιν· τὴν πίστιν, διὰ τῆς ὁποίας τὸ Ἔθνος μας ἀνέστη ἐκ τῆς δουλείας, καὶ χάριν τῆς ὁποίας ἀξίζει καὶ ν᾿ ἀποθνήσκωμεν.