Ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα μαθητὲς τοῦ Κυρίου. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Βηθσαϊδᾶ τῆς Γαλιλαίας, ἀπ᾿ ὅπου καὶ ὁ Ἀνδρέας μὲ τὸν Πέτρο. Τὸν κάλεσε μαθητή Του ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, καὶ κατόπιν ὁ Φίλιππος ἔφερε στὸν Κύριο τὸ Ναθαναήλ. Παραθέτουμε ὁρισμένα χωρία τῆς Καινῆς Διαθήκης, στὰ ὁποῖα ὁ ἀναγνώστης μπορεῖ νὰ μάθει περισσότερα γιὰ τὸ Φίλιππο, σχετικά με τὴ ζωή του κοντὰ στὸ Χριστό: Ματθ. ι´ -3, Μαρκ. γ´ -18, Λουκ. στ´ -14, Ἰω. α´ 44-49, Ἰω. ιΒ´ 20-23, Πράξ. α´ 13. Ἀξίζει, ὅμως, νὰ ἀναφέρουμε ἕνα διάλογο ποὺ εἶχε ὁ Φίλιππος μὲ τὸν Κύριο, ὅπου δίνει ἀφορμὴ στὸν Κύριο νὰ φανερώσει ὁ ἴδιος ὅτι εἶναι ὁμοούσιος με τὸν Πατέρα Θεό. Εἶπε λοιπὸν ὁ Φίλιππος: «Κύριε, δεῖξον ἡμῖν τὸν πατέρα καὶ ἀρκεῖ ἡμῖν». Κύριε, ἀποκάλυψέ μας, δεῖξε μας τὸν Πατέρα, καὶ αὐτὸ μᾶς ἀρκεῖ. Καὶ ὁ Κύριος μεταξὺ ἄλλων τοῦ ἀπάντησε: «Οὐ πιστεύεις ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ ὁ πατὴρ ἐν ἐμοί ἐστι; τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν, ἀπ᾿ ἑμαυτοῦ οὐ λαλῶ· ὁ δὲ πατὴρ ὁ ἐν ἐμοὶ μένων αὐτὸς ποιεῖ τὰ ἔργα». Δὲν πιστεύεις, Φίλιππε, ὅτι ἐγὼ εἶμαι ἀχώριστα συνδεδεμένος μὲ τὸν Πατέρα, ὥστε ἐγὼ νὰ εἶμαι καὶ νὰ μένω μέσα στὸν Πατέρα καὶ ὁ Πατέρας νὰ εἶναι καὶ νὰ μένει μέσα μου; Εἶμαι δὲ τόσο πολὺ ἑνωμένος, ὥστε αὐτὰ ποὺ σᾶς διδάσκω δὲν εἶναι ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου. Ἀλλὰ ὁ Πατέρας μου ποὺ μένει μέσα μου, αὐτὸς ἐνεργεῖ τὰ ὑπερφυσικὰ ἔργα. Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι ὁ Φίλιππος κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο στοὺς Πάρθους καὶ πέθανε μαρτυρικὰ στὴν Ἱεράπολη τῆς Συρίας.
Ὁ Ἅγιος Στάχυς ἐπίσκοπος Ἱεραπόλεως
Στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου καὶ στὴ βιογραφία τοῦ πιὸ πάνω ἀποστόλου Φιλίππου, ἀναφέρεται ὅτι μετὰ τὸν θάνατο αὐτοῦ, ὁ συνοδεύων αὐτὸν ἀπόστολος Βαρθολομαῖος, ἔκανε τὸν Στάχυν ἐπίσκοπο Ἱεραπόλεως. σ᾿ ἄλλους ὅμως Συναξαριστές, τὸ γεγονὸς αὐτὸ δὲν ἀναφέρεται.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ὁ Θαυματουργός
Δεινὸς θεολόγος καὶ διαπρεπέστατος ῥήτορας καὶ φιλόσοφος ὁ Γρηγόριος, δὲν γνωρίζουμε τὸ χρόνο καὶ τὸν τόπο τῆς γέννησής του. (Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης ὅμως, στὸ ἁγιολόγιό του, ἀναφέρει ὅτι ὁ Ἅγιος Γρηγόριος γεννήθηκε τὸ 1296 στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀπὸ τὸν Κωνσταντῖνο τὸν Συγκλητικὸ καὶ τὴν εὐσεβέστατη Καλλονή). Ξέρουμε ὅμως, ὅτι κατὰ τὸ πρῶτο μισὸ τοῦ 14ου αἰῶνα ἦταν στὴν αὐτοκρατορικὴ αὐλὴ τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἀπ᾿ ὅπου καὶ ἀποσύρθηκε στὸ Ἅγιον Ὄρος χάριν ἡσυχότερης ζωῆς, καὶ ἀφιερώθηκε στὴν ἠθική του τελειοποίηση καὶ σὲ διάφορες μελέτες. Ὅταν ὅμως ξέσπασε ἡ περίφημη διχόνοια γιὰ τοὺς ἁγιορεῖτες Ἡσυχαστές, κατὰ τῶν ὁποίων ἐπετέθη ὁ μοναχὸς Βαρλαὰμ ὁ Καλαβρός, ὁ Γρηγόριος πῆγε στὴ Θεσσαλονίκη καὶ ἀναδείχτηκε ὁ ὀρθόδοξος ἡγέτης στὴ μεγάλη ἐκείνη θεολογικὴ πάλη. Τὸ ζητούμενο τῆς πάλης αὐτῆς ἦταν κυρίως τὸ μεθεκτικὸν ἢ ἀμέθεκτον τῆς θείας οὐσίας. Ὁ Γρηγόριος, ὁπλισμένος μὲ μεγάλη πολυμάθεια καὶ ἰσχυρὴ κριτικὴ γιὰ θέματα ἁγίων Γραφῶν, διέκρινε μεταξὺ θείας οὐσίας ἀμεθέκτου καὶ θείας ἐνεργείας μεθεκτῆς. Καὶ αὐτὸ τὸ στήριξε σύμφωνα μὲ τὸ πνεῦμα τῶν Πατέρων καὶ ἡ Ἐκκλησία ἐπικύρωσε τὴν ἑρμηνεία του μὲ τέσσερις Συνόδους. Στὴν τελευταία, ποὺ ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1351, ἦταν καὶ ὁ ἴδιος ὁ Παλαμᾶς. Ἀλλ᾿ ὁ Γρηγόριος ἔγραψε πολλὰ καὶ διάφορα θεολογικὰ ἔργα, περίπου 60. Ἀργότερα ὁ Πατριάρχης Ἰσίδωρος, τὸν ἐξέλεξε ἀρχικὰ ἐπίσκοπο Θεσσαλονίκης. Λόγω ὅμως τῶν τότε ζητημάτων, ἀποχώρησε πρόσκαιρα στὴ Λῆμνο, ἀλλὰ κατόπιν ἀνέλαβε τὰ καθήκοντά του. Πέθανε τὸ 1360 καὶ τιμήθηκε ἀμέσως σὰν Ἅγιος. Ὁ Πατριάρχης Φιλόθεος ὁ Κόκκινος, ἔγραψε τὸ 1376 ἐγκωμιαστικὸ λόγο στὸ Γρηγόριο Παλαμᾶ, μαζὶ καὶ ἀκολουθία. Καὶ ὅρισε τὴν ἐκκλησιαστικὴ μνήμη του στὴ Β´ Κυριακὴ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Ὁ Ἅγιος Θωμᾶς ὁ Β´ ὁ νέος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Αὐτὸς ἦταν διάκονος καὶ χαρτοφύλακας τῆς Ἁγίας Σοφίας, κατὰ τὸν Νικηφόρο Κάλλιστο, ἐκλέχτηκε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως τὸ 665 καὶ διαδέχτηκε τὸν Πέτρο. Παρέμεινε στὸ θρόνο μέχρι τὸ 668, τὸν ὁποῖο θεάρεστα κυβέρνησε καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ (Παρισινὸς Κώδικας 259). (Ἡ μνήμη του, ἀπὸ ὁρισμένους Συναξαριστές, τοποθετεῖται καὶ τὴν 15η Νοεμβρίου).
Ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος ὁ Ὑδραῖος Νεομάρτυρας
Γεννήθηκε στὴν Ὕδρα καὶ ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Μιχαήλ, ἡ δὲ μητέρα του Μαρίνα. Δεκαοκτὼ χρονῶν ἔφυγε ἀπὸ τὴν Ὕδρα καὶ πῆγε στὴ Ῥόδο, κοντὰ στὸν Τοῦρκο ἡγεμόνα Χασᾶν Καπετάν. Ἐκεῖ ὁ Κωνσταντῖνος παρασύρθηκε καὶ ἐξισλαμίστηκε, μὲ τὸ ὄνομα Χασᾶν, καὶ γιὰ τρία χρόνια ἀπολάμβανε μεγάλες τιμές. Ἀργότερα ὅμως, συναισθάνθηκε τὸ ὀλίσθημά του καὶ ἄρχισε νὰ μετανοεῖ. Ἔκανε ἐλεημοσύνες καὶ ἔκλαψε πικρά. Τελικά, γιὰ νὰ ἐξιλεωθεῖ ἀποφάσισε νὰ μαρτυρήσει. Βρῆκε λοιπὸν κάποιο πνευματικό, ἐξομολογήθηκε καὶ ζήτησε τὴν εὐχή του νὰ μαρτυρήσει. Ὁ πνευματικός του ὅμως τὸν ἀπέτρεψε, διότι φοβήθηκε τὸ νεαρὸ τῆς ἡλικίας του. Ὁ Κωνσταντῖνος ἔκανε ὑπακοή, ἐγκατέλειψε τὴν Ῥόδο καὶ πῆγε στὴν πόλη Κρίμι, κατόπιν στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ Ἅγιον Ὄρος. Στὴν Μονὴ Ἰβήρων, προετοιμάστηκε γιὰ τὸ μαρτύριο καὶ ἀφοῦ πῆρε τὴν εὐχὴ τῶν πατέρων ἦλθε στὴ Ῥόδο. Ἐκεῖ, παρουσιάστηκε στὸν ἡγεμόνα καὶ μὲ θάῤῥος ὁμολόγησε τὸν Χριστό. Τὰ βασανιστήρια ποὺ ἀκολούθησαν ἦταν φρικτά. Τελικὰ τὸν ἀπαγχόνισαν στὶς 14 Νοεμβρίου 1800. Σήμερα, στὴ γενέτειρά του τὴν Ὕδρα, ὑπάρχει λαμπρότατος Ναὸς στὸ ὄνομά του, ὅπου βρίσκεται καὶ τὸ ἱερό του λείψανο.
Ὁ Ἅγιος Παντελεήμων ὁ Νεομάρτυρας, ἐν Κρήτῃ
Καταγόταν ἀπὸ τὶς Σπέτσες καὶ μαρτύρησε στὴν Κρήτη τὸ 1848.
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς Ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστοφόρου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.