Ὁ Ἅγιος Διονύσιος Ἱερομάρτυρας, ὁ Ἀρεοπαγίτης
Ἦταν διάσημος ἀθηναῖος, φιλοσοφικότατος νοῦς καὶ μέλος τοῦ ἀνωτάτου δικαστηρίου. Προσῆλθε στὸ χριστιανισμὸ τὸν πρῶτο αἰῶνα, διὰ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου (Πράξ. ιζ´ 34). Μαρτύρησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Δομετιανοῦ (81-96 μ.Χ.). Στὸ Διονύσιο ἀποδίδονται καὶ ἀρκετὰ θεολογικὰ συγγράμματα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα παραθέτουμε σὲ μετάφραση ὁρισμένα λόγια του, σχετικὰ μὲ τὴν Ἁγιότητα, τὴν Βασιλεία καὶ τὴν Κυριότητα τοῦ Θεοῦ: « Ἁγιότητα, λοιπόν, εἶναι κατὰ τὴν γνώμη μας ἡ καθαρότητα ἡ ἀσημάδευτη ἀπὸ ὁποιοδήποτε μίασμα, ἡ πλήρης καὶ ὁλότελα ἄσπιλη. Βασιλεία εἶναι ἡ τακτοποίηση κάθε ὁρίου, κάθε τάξης, κανονισμοῦ, κατάστασης. Κυριότητα δὲν εἶναι μόνο ἡ ὑπεροχὴ πάνω στοὺς χειρότερους, ἀλλὰ καὶ ἡ συνολικὴ τῶν καλῶν καὶ ἀγαθῶν καὶ πλήρης ὁλοκτησία, καθὼς καὶ ἡ ἀληθινὴ καὶ ἀμετάβλητη βεβαιότητα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ κυριότητα ἐτυμολογεῖται ἀπὸ τὸ «κῦρος» καὶ τὸ «κύριο» καὶ τὸ «κυριεύον». Θεότητα εἶναι ἡ πρόνοια ποὺ θεᾶται τὰ πάντα καὶ μὲ τέλεια ἀγαθότητα «περιθέει» (περιέχει) καὶ συνέχει τὰ πάντα, τὰ γεμίζει μὲ τὸν ἑαυτό της καὶ ὑπερέχει ἀπὸ ὅλα ὅσα ἀπολαμβάνουν τὰ δῶρα τῆς προνοίας της». (Περισσότερες καὶ πιὸ συγκεκριμένες ἱστορικὲς πληροφορίες γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Διονυσίου δὲν ἔχουμε πλὴν αὐτῶν τῶν λίγων ποὺ προαναφέραμε. Τὰ ὑπόλοιπα ποὺ ἀναφέρουν ὁρισμένοι Συναξαριστὲς ἀνήκουν στὰ πλαίσια τῆς παραδόσεως καὶ μόνο).
Οἱ Ἅγιοι Ρουστικὸς καὶ Ἐλευθέριος
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ ὑπῆρξαν μαθητὲς τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου. Ὁ μὲν πρῶτος ἦταν ἱερέας, ὁ δὲ δεύτερος διάκονος. Ἴσως μάλιστα νὰ ἦταν καὶ Ἀθηναῖοι. Μαρτύρησαν διὰ ξίφους μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Διονύσιο, κατὰ τὸν ἐπὶ Δομετιανοῦ διωγμὸ (81-96).
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ἐδῶ πρόκειται γιὰ τὸν Διονύσιο ἐπίσκοπο Ἀλεξανδρείας, ποὺ μαρτύρησε ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Οὐαλεριανὸς (254). Ὁ ἔπαρχος Αἰμιλιανὸς μάταια προσπάθησε νὰ τὸν ἀποσπάσει ἀπὸ τὴν χριστιανικὴ πίστη μὲ ὑποσχέσεις, ἀπειλὲς καὶ τιμωρίες. Ὁ Διονύσιος ἦταν δοκιμασμένος ἀθλητὴς τοῦ Χριστοῦ, ἀκόμα ἀπὸ τὸν διωγμὸ ἐπὶ Δεκίου. Μαζί του μάζεψε καὶ ὀκτὼ μαθητές του, κατὰ πάντα ἄξιους τοῦ διδασκάλου στὴ ζέση τῆς εὐσέβειας καὶ στὴ στερεότητα τῆς πίστης. Ὅλους, δέσμιους τοὺς ἔκλεισαν σ᾿ ἕνα στενὸ χῶρο, ὅπου τοὺς βασάνισαν σκληρὰ καὶ ἔτσι παρέδωσαν τὶς ἁγίες τους ψυχὲς στὸ Θεό. Τὰ ὀνόματα τῶν ἕξι ἀπὸ τοὺς ὀκτὼ μαθητὲς τοῦ Διονυσίου ἦταν, Φαῦστος, Γάιος, Πέτρος, Παῦλος, Εὐσέβιος καὶ Χαιρήμων. (Ἡ μνήμη τῶν δυὸ τελευταίων μαζὶ μ᾿ αὐτὴ τοῦ Φαύστου καὶ Γάιου, ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 4η Ὀκτωβρίου).
Ἡ μνήμη του συναντᾶται στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασματάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1959, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἀναφέρεται ἡ μνήμη του. Ἴσως νὰ εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ πάνω ὀκτὼ μαθητὲς τοῦ ἁγίου Διονυσίου, ποὺ μαρτύρησαν μαζί του. Ἴσως ὅμως, νὰ εἶναι περιττὴ ἐπανάληψη τῆς μνήμης τοῦ ἁγίου Αὐδάκτου, ποὺ ἀναφέρεται στὶς 4 Ὀκτωβρίου, μαζὶ μ᾿ αὐτὴν τῆς κόρης του Καλλισθένης.
Μαρτύρησε διὰ πυρός.
Μαρτύρησε διὰ λιθοβολισμοῦ.
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Χοζεβίτης, ἐπίσκοπος Καισαρείας
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης στὴν ἀρχὴ εἶχε πέσει στὴν πλάνη τῶν μονοφυσιτῶν. Ὅταν δηλαδὴ ἐπὶ βασιλίσσης Πουλχερίας ἡ Δ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος στὴ Χαλκηδόνα καταδίκασε τὶς αἱρετικὲς δοξασίες τοῦ Εὐτυχοῦς, ὁ Ἰωάννης δὲν θέλησε νὰ δεχτεῖ τὴν δογματικὴ ἑρμηνεία καὶ ἀπόφαση τῆς συνόδου αὐτῆς. Ἀλλὰ τὸ ἐσωτερικὸ τῆς ψυχῆς τοῦ Ἰωάννη δὲν εἶχε ἐγωιστικὰ ἐλατήρια, ἦταν δεκτικό, διότι οἱ πλούσιοι καὶ εὐσεβεῖς γονεῖς του, στὴ Θήβα τῆς Αἰγύπτου, τὸν ἀνέθρεψαν μὲ τὴν ἀνάλογη χριστιανικὴ παιδεία. Ἔτσι ὁ Θεὸς εὐλόγησε νὰ ἀπαλλαχτεῖ ἀπὸ τὴν πλάνη του ὡς ἑξῆς. Κάποτε πῆγε στὴν Ἱερουσαλήμ, γιὰ νὰ προσκυνήσει τὸν τάφο τοῦ Κυρίου καὶ νὰ δεχτεῖ ἐκεῖ τὴν θεία κοινωνία. Πρὶν φτάσει ἡ ἡμέρα ἐκείνη, ὀρθόδοξοι κληρικοί, φρόντισαν νὰ τὸν διαφωτίσουν καὶ νὰ τὸν ἀπαλλάξουν ἀπὸ τὴν πλάνη του. Ἀλλὰ καὶ πάλι ὁ Ἰωάννης βρισκόταν σὲ ἀμφιταλάντευση. Τὴν παραμονὴ λοιπὸν τῆς ἡμέρας ποὺ θὰ κοινωνοῦσε, ἄκουσε στ᾿ ὄνειρό του φωνή, ποὺ τοῦ ἔλεγε ὅτι εἶναι ἀνάξιοι νὰ κοινωνοῦν ὅσοι χωρίζονται ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησίας. Τότε ὁ Ἰωάννης πείστηκε ὁριστικά. Ὅταν ἐπέστρεψε στὴν Αἴγυπτο, μόνασε στὸν τόπο Χοζεβᾶ. Μάλιστα, τόσο πολὺ ἀνέπτυξε τὶς ἀρετὲς τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ θεραπεύει δαιμονισμένους μὲ τὴν προσευχή του. Κατόπιν τὸν ἔκαναν ἐπίσκοπο Καισαρείας, ἀλλ᾿ αὐτὸς ἐπέστρεψε στὸ ἀσκητήριό του, ὅπου καὶ πέθανε εὐεργετῶντας ἀναρίθμητες ψυχὲς μὲ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία του.