Γεννήθηκε στὴν Ἀρμαθαίμ Σιφᾶ στὸ ὄρος Ἐφραίμ, ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Λευΐ. Ἦταν γιὸς τοῦ Ἐλκανὰ καὶ τῆς Ἄννας, ἡ ὁποία ἦταν στεῖρα καὶ διὰ τῆς προσευχῆς ὁ Θεὸς τῆς χάρισε παιδί, τὸ Σαμουήλ, ποὺ τὸν ἀφιέρωσε στὸ Θεὸ γιὰ νὰ ἐκφράσει τὴν εὐγνωμοσύνη της. Ὁ Σαμουὴλ ὅταν μεγάλωσε, ὑπηρέτησε τὸν Κύριο καὶ ἔγινε μέγας προφήτης καὶ κριτὴς τοῦ λάου δικαιότατος. Αὐτὸς ἔχρισε βασιλεῖς, τὸ Σαοὺλ καὶ τὸ Δαυίδ, προφήτευσε 40 χρόνια καὶ πέθανε σὲ βαθειὰ γεράματα. Ἂς ἀναφέρουμε, ὅμως, μερικοὺς οἰκοδομητικοὺς λόγους του, ποὺ ἐξεφώνησε στὸ λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, ἀλλὰ ἰσχύουν καὶ γιὰ τοὺς λαοὺς κάθε ἐποχῆς. Λέει λοιπόν: «Ἐὰν φοβηθεῖτε τὸν Κύριον καὶ δουλεύσητε αὐτῷ καὶ ἀκούσητε τῆς φωνῆς αὐτοῦ καὶ μὴ ἐρίσητε τῷ στόματι Κυρίου καὶ ἦτε καὶ ὑμεῖς καὶ ὁ βασιλεὺς ὁ βασιλεύων ἐφ᾿ ὑμῶν ὀπίσω Κυρίου πορευόμενοι ἐὰν δὲ μὴ ἀκούσητε τῆς φωνῆς Κυρίου... ἔσται χεὶρ Κυρίου ἐφ᾿ ὑμᾶς καὶ ἐπὶ τὸν βασιλέα ὑμῶν». Δηλαδή, ἂν φοβᾶστε καὶ ὑπολογίζετε τὸν Κύριο, καὶ Τὸν λατρεύετε καὶ ὑπακούετε στὰ προστάγματά Του, καὶ δὲν ἀντιδράσετε πρὸς αὐτὰ ποὺ σᾶς παραγγέλλει ὁ Κύριος, καὶ ἀκολουθεῖτε σταθερὰ καὶ σεῖς καὶ ὁ κυβερνήτης ποὺ σᾶς κυβερνᾷ τὸ δρόμο ποὺ σᾶς ὑποδεικνύει ὁ Κύριος, σᾶς λέγω ὅλα θὰ πηγαίνουν καλά. Θὰ ἔχετε τὴν εὐλογία τοῦ Κυρίου. Ἂν ὅμως δὲν ὑπακούσετε στὰ προστάγματα τοῦ Κυρίου, τότε θὰ πέσει ἐπάνω σὲ σᾶς καὶ τὸν κυβερνήτη σας, βαρὺ τὸ χέρι τοῦ Κυρίου καὶ θὰ τιμωρηθεῖτε.
Οἱ Ἅγιοι 37 (κατ᾿ ἄλλους 40) Μάρτυρες ποὺ μαρτύρησαν στὴ Βιζύη τῆς Θρᾴκης
Ἀπ᾿ αὐτοὺς τοὺς Ἁγίους, ἄλλοι μὲν ἦταν ἀπὸ τὸ Βυζάντιο, ἄλλοι δὲ ἀπὸ τὴν Φιλιππούπολη. Συνελήφθησαν στὴ Βιζύη τῆς Θρᾴκης ἀπὸ τὸν ἔπαρχο Ἀπελλιανό, καὶ ἐπειδὴ ὁμολόγησαν μὲ θάρρος τὴν ἀληθινὴ πίστη τους στὸν Χριστό, στὴν ἀρχὴ τοὺς ἔκοψαν τὰ πόδια καὶ τὰ χέρια καὶ ἔπειτα τοὺς ἔκαψαν ζωντανοὺς μέσα σὲ ἀναμμένο καμίνι. Ὁ δὲ Παρισινὸς Κώδικας 1587, ἀναφέρει καὶ κατάλογο ὀνομάτων τους ὡς ἑξῆς: Σευῆρος, Ὠρίωνας, Ἀντιλῖνος, Μολίας, Εὐδαίμονας, Σιλουανός, Σαβίνος, Εὐστάθιος, Στράτωνας καὶ Βόσβας ἀπὸ τὸ Βυζάντιο, ἀπὸ δὲ τὴν Φιλιππούπολη Τιμόθεος, Παλμᾶτος, Μεστός, Νίκωνας, Δίφιλος, Δομετιανός, Μάξιμος, Νεόφυτος, Βίκτωρας, Ρίνος, Σατορνίνος, Ἐπαφρόδιτος, Κερκᾶς, Γάιος, Ζωτικός, Κρονίονας, Ἀνθανάς, Εὖρος, Ζωΐλος, Τύραννος, Ἀγαθός, Πανσθένης, Ἀχιλλέας, Πανθήριος, Χρύσανθος, Ἀθηνόδωρος, Παντολέοντας, Θεοσεβής, Γενέθλιος καὶ Μέμνονας. Στὸ δὲ Πατμιακὸ Κώδικα 266, ἀναφέρονται τὴν 24η Αὐγούστου καὶ στὸ σύνολό τους 33 καὶ μὲ κάποιες διαφορὲς στὰ ὀνόματά τους, σὲ σχέση μὲ τὸν Παρισινὸ Κώδικα. «Τῇ αὑτῇ ἡμέρᾳ ἄθλησις τῶν ἁγίων μαρτύρων Σεβήρου καὶ Μέμνονος τῶν ἐν Θρᾴκῃ μαρτυρησάντων, ὧν τὰ ὀνόματα εἰσὶ ταῦτα: Ρίων, Ἀνειτυλλιανός, Σαβῖνος, Εὐστάθιος, Στρατίων, Βόσβας, οὗτοι εἰσι Βυζάντιοι. Τιμόθεος δὲ καὶ Παλμάτιος, Μεστός, Νίκων, Δίφιλος, Δομέτιος, Μάξιμος, Νεόφυτος, Βίκτωρ, Βίνος, Σατορνῖνος, Ἐπαφροδίτης, Κέρκος, Γάιος, Ζωΐλος, Τύραννος, Ἀγαθός, Παρθένος, Ἀχιλλεύς, Πανθήριος, Χρύσανθος, Ἀθηνόδωρος, Παντολέων, Θεόσεβρος, Γενέθλιος, Ὧρος, οὗτοι Θράκες ὑπῆρχον ἐπὶ Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιμιανοῦ τῶν βασιλέων».
Οἱ Ἅγιοι Σεβῆρος καὶ Μέμνων ὁ Κεντυρίων
Ὁ Σεβῆρος ἦταν ἀπὸ τὴν Σίδη τῆς Παμφυλίας, γιὸς τοῦ Θρακιώτη Πετρωνίου καὶ τῆς Μυγδονίας. Αὐτὸς λοιπόν, ὅταν ἦλθε στὴ Φιλιππούπολη καὶ εἶδε τοὺς παραπάνω 37 Ἁγίους Μάρτυρες νὰ ἀγωνίζονται γενναῖα γιὰ τὸν Χριστό, μὲ θάρρος ὁμολόγησε καὶ αὐτὸς τὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεό. Ἀμέσως τότε ξέσχισαν τὶς σάρκες του μὲ σιδερένια πυρακτωμένα νύχια, κατόπιν τὸν πριόνισαν, ἔπειτα τοῦ φόρεσαν σιδερένια πυρακτωμένη ζώνη καὶ στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισαν. Παρόμοια βασανιστήρια ὑπέστη καὶ ὁ Μέμνων, ποὺ καὶ αὐτὸς μὲ τόλμη ὁμολόγησε τὸν Χριστό. Τελικὰ αὐτόν, τὸν ἔκαψαν ζωντανὸ μέσα σὲ ἀναμμένο καμίνι.
Ἡ Ἁγία Φωτεινὴ «ἔξω τῆς θύρας τῶν Βλαχερνῶν»
Μᾶλλον πρόκειται περὶ ἐγκαινίων ναοῦ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς στὴν τοποθεσία αὐτή.
Φόρεσε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (299 μ.Χ.). Καταγόταν ἀπὸ τὴν Κυρήνη τῆς Λιβύης, καὶ ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς βουλευτές της. Ἂν καὶ εἰδωλολάτρης, ἀκολουθοῦσε τὸ νόμο τῆς συνείδησης καὶ διακρινόταν γιὰ τὴν ἐπιεικῆ καὶ φιλάνθρωπη συμπεριφορά του. Ὅταν λοιπὸν ὁ ἐπίσκοπος Κυρήνης Ἱερομάρτυρας Θεόδωρος -ποὺ γιορτάζουμε τὴν 4η Ἰουλίου- φανέρωσε στὸ μαρτύριό του τοὺς θαυμάσιους θησαυροὺς τῆς χριστιανικώτατης ψυχῆς του, ὁ Λούκιος ἑλκύστηκε καὶ δέχτηκε τὸ ἅγιο βάπτισμα. Ἀφοῦ ἄναψε μέσα του ἡ χριστιανικὴ φλόγα, μπόρεσε νὰ φέρει στὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὸν ἔπαρχο Διγνιανό. Καὶ οἱ δυὸ κατόπιν πῆγαν στὴν Κύπρο, ὅπου ἐργάστηκαν γιὰ τὴν διάδοση τῆς πίστης. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν ἦταν στὸ ἀποκορύφωμά του. Ἐκεῖ λοιπὸν καὶ ὁ Λούκιος, ἀφοῦ συνελήφθη, πῆρε τὸ μαρτυρικὸ στεφάνι μὲ ἀποκεφαλισμό.
Οἱ Ἅγιοι Ἡλιόδωρος καὶ Δοσά (ἢ Δοσαὶ ἢ Σοδᾶς)
Ἔζησαν ἐπὶ βασιλείας Σαβωρίου, ποὺ ἦταν βασιλιὰς τῶν Περσῶν. Αὐτὸς λοιπόν, μὲ τὰ στρατεύματά του, κατέλαβε μία πόλη τῶν Ρωμαίων καὶ ἄρχισε νὰ γκρεμίζει τοὺς ναοὺς τῶν χριστιανῶν καὶ νὰ καίει τὶς ἅγιες εἰκόνες. Τότε ὁ Ἠλιόδωρος, ποὺ τότε ἦταν 95 χρονῶν, μαζὶ μὲ τὸν Δοσά, παρουσιάστηκαν στὸν ἀσεβῆ βασιλιὰ καὶ τοῦ ἔκαναν δριμύτατες παρατηρήσεις, ὁμολογώντας συγχρόνως τὸν Χριστὸ Θεὸ ἀληθινό. Τότε ὁ Σαβὼρ τοὺς βασάνισε σκληρὰ καὶ ἀνελέητα. Ἀφοῦ ἔκοψε τὶς μύτες τους, τελικά τους θανάτωσε καίγοντας τὰ κεφάλια τους.
Οἱ Ἅγιοι Ρηγῖνος καὶ Ὀρέστης «οἱ ἐν Κύπρῳ»
Ἄγνωστοι στοὺς Συναξαριστές. Ἡ μνήμη τους γινόταν στὴν Κύπρο, ὅπου ὑπέστησαν μαρτυρικὸ θάνατο ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες. Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Χαλκηδόνα (μᾶλλον Καρχηδόνα), ὅπου συνελήφθησαν ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα καὶ διότι ἦταν χριστιανοὶ φυλακίστηκαν. Ὅταν ἐλευθερώθηκαν κατέφυγαν στὴν Κύπρο, ὅπου, κοντὰ στὴ Λεμεσό, μαρτύρησαν γιὰ τὴν χριστιανική τους πίστη. Οἱ πληροφορίες αὐτὲς σύμφωνα μὲ τὴν Ἀκολουθία τους, ποὺ ἐκδόθηκε στὴ Λεμεσὸ τὸ 1902 (βλ. καὶ Delehaye, Les Saints de Chypre, σελ. 271).
Ὁ Ἅγιος Θεοχάρης ὁ Νεαπολίτης, ἀπὸ τὴν Μικρὰ Ἀσία
Τὸ ἔτος 1740, ἐπὶ Σουλτάνου Ἀχμὲτ καὶ Ἰμπραὴμ Πασᾶ γενικοῦ διοικητῆ τῆς Μ. Ἀσίας, ἐκδόθηκε διάταγμα συγκέντρωσης τῶν ἀγοριῶν τῶν χριστιανῶν σὲ στρατόπεδα συγκέντρωσης. Μέσα σ᾿ αὐτὰ βρέθηκε καὶ ὁ ὀρφανὸς Θεοχάρης. Κάποια μέρα ὅμως, ὁ δικαστὴς τῆς Νεαπόλεως (Νέβσεχηρ) Καππαδοκίας, εἶδε τὸν Θεοχάρη μέσα στὸ στρατόπεδο, τοῦ ἄρεσε καὶ τὸν πῆρε στὸ σπίτι του νὰ περιποιεῖται τὰ ζῷα του. Ἡ εὐσέβεια καὶ ἡ ὀμορφιὰ τοῦ Θεοχάρη, ἔκαναν τὸν δικαστὴ νὰ τοῦ προτείνει νὰ γίνει γαμπρός του, ἀφοῦ ὅμως γίνει πρῶτα μωαμεθανός. Ὁ Θεοχάρης μὲ θάρρος ἀπάντησε: «Ἀφέντη μου, ἐγὼ γεννήθηκα χριστιανός, καὶ δὲν μπορῶ νὰ ἀρνηθῶ τὴν πίστη τοῦ Σωτῆρα μου καὶ τῶν πατέρων μου». Ὁ Ὀθωμανὸς δικαστής, θεώρησε τὴν ἀπάντηση προσβλητικὴ καὶ τὸν ἀπείλησε μὲ βασανιστήρια. Τότε ὁ Θεοχάρης ἔτρεξε στὸν Ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καὶ μετάλαβε τῶν ἀχράντων Μυστηρίων. Ὅταν τοῦ ἔκανε καὶ πάλι πρόταση γάμου μὲ τὴν κόρη του ὁ δικαστής, ὁ Θεοχάρης σταθερὰ ἀρνήθηκε. Τότε μετὰ ἀπὸ σκληρὰ βασανιστήρια, τὸν ὁδήγησαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη τῆς Νεαπόλεως, ὅπου τὸν λιθοβόλησαν καὶ κατόπιν τὸν ἀπαγχόνισαν, μεσημέρι στὶς 20 Αὐγούστου 1740. Τὸ 1923 τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Θεοχάρη ἦλθαν στὴν Θεσσαλονίκη καὶ τοποθετήθηκαν στὸν Ναὸ τῆς ἁγίας Αἰκατερίνης, ὅπου καὶ σήμερα βρίσκονται.
Ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος Ἀρχιμανδρίτης Σμολένσκης ὁ Θαυματουργὸς (Ρῶσος)
Ἅγιος Ἱερόθεος Α´ Ἐπίσκοπος Οὐγγαρίας, Ἅγιος Στέφανος Α´ Βασιλεὺς Οὐγγαρίας
Ἡ διακήρυξις τῆς ἁγιότητάς τους ἔγινε τὸ καλοκαῖρι τοῦ 2000 ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο.