Ὁ Ἅγιος Παφνούτιος ὁ Ἱεροσολυμίτης, Ἱερομάρτυρας
Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ. Ὅταν αὐτὸς κήρυξε διωγμὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ ἔπαρχος Ἀῤῥιανὸς ξεκίνησε νὰ συλλάβει τὸν Παφνούτιο μέσα στὶς ἐρημιὲς τῆς Αἰγύπτου, ὅπου ζοῦσε. Ἀλλὰ αὐτὸς ἔρχεται καὶ συναντᾷ μόνος του τὸν Ἀῤῥιανό, ποὺ διέταξε νὰ βασανισθεῖ ὁ Παφνούτιος ἐπὶ τόπου. Ξέσχισαν τὶς σάρκες του μέχρι τοῦ σημείου νὰ φαίνονται τὰ ἐντόσθιά του. Ὁ Παφνούτιος προσευχήθηκε καί, ἐντελῶς θαυματουργικά, οἱ πληγές του ἔκλεισαν μὲ ἀποτέλεσμα νὰ πιστέψουν στὸ Χριστὸ οἱ δυὸ στρατιῶτες ποὺ τὸν βασάνισαν. Ὁ Ἀῤῥιανὸς ἀποκεφάλισε τοὺς δυὸ στρατιῶτες, καὶ τὸν Παφνούτιο τὸν ἔριξε στὴ φυλακή. Ἐκεῖ, συνάντησε 40 προκρίτους, ποὺ κατάφερε νὰ τοὺς κάνει χριστιανούς. Τὸ ἔμαθε ὁ Ἀῤῥιανὸς καὶ ὀργισμένος τοὺς ἔκαψε ὅλους ζωντανούς, ἀλλὰ ὁ Παφνούτιος μὲ θαῦμα ἔγινε ἄφαντος ἀπὸ τὰ μάτια του. Καί, ἀφοῦ ἐν τῷ μεταξὺ ἔφερε πολλοὺς στὴ χριστιανικὴ πίστη, παρουσιάζεται μόνος του στὸν Ἄῤῥιανο, ποὺ διέταξε νὰ τὸν κομματιάσουν. Καὶ ἐνῷ ὁ Ἀῤῥιανὸς πῆγε νὰ τὸν δεῖ κομματιασμένο νεκρό, τὰ κομμάτια τοῦ σώματος ἑνώθηκαν καὶ ὁ Παφνούτιος, ζωντανὸς μπροστά του, τοῦ λέει: «Μὲ γνωρίζεις, Ἀῤῥιανέ; Ὅλα αὐτὰ τὰ περὶ ἐμὲ θαυμάσια, πραγματοποιεῖ ὁ Κύριός μου Ἰησοῦς Χριστός, διὰ νὰ ἐλεγχθῇ ἡ ἀσέβειά σου, διὰ νὰ ἐννοήσης ὅτι, πολεμῶν πρὸς αὐτόν, λακτίζεις πρὸς κέντρον, διὰ νὰ καταλάβεις ὅτι λατρεύεις κωφὰ καὶ τυφλὰ εἴδωλα κατασκευασμένα ἀπὸ ὕλην ἀναίσθητον». Τὸ θαῦμα ἔγινε ἀφορμὴ νὰ πιστέψει ἕνα ὁλόκληρο τάγμα στρατιωτῶν. Στὴν ἀπελπισία του ὁ Ἀῤῥιανός, ἔστειλε τὸν Παφνούτιο στὴ Ῥώμη, ὅπου ἔλαβε σταυρικὸ θάνατο.
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ἀπὸ τὴν Πέργη τῆς Παμφυλίας καὶ οἱ Ἅγιοι Σωκράτης καὶ Διονύσιος οἱ στρατιῶτες
Ὑπῆρξε στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Ἀντωνίνου (138-161) καὶ ἡγεμόνα Θεοδότου. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Πέργη τῆς Παμφυλίας καὶ ἦταν πολὺ εὐσεβής. Ἀπὸ τὸ ζῆλο του γιὰ τὴν εὐσέβεια, κατέστρεφε εἴδωλα, ξόανα καὶ εἰδωλολατρικοὺς ναούς. Συνελήφθη ὅμως καὶ ὑπέστη φρικτὰ βασανιστήρια. Τὸν ἅπλωσαν σὲ πυρακτωμένη σχάρα καὶ ἔπειτα τὸν ἔδεσαν πίσω ἀπὸ ἄγρια ἄλογα, τὰ ὁποῖα τὸν ἔσυραν σὲ μεγάλη ἀνώμαλη ἐδαφικὴ ἀπόσταση. Κατόπιν τὸν ἔριξαν μέσα στὸ καμίνι τῆς φωτιᾶς, μαζὶ μὲ δυὸ στρατιῶτες ποὺ εἶχαν πιστέψει στὸν Χριστό, τὸν Σωκράτη καὶ τὸν Διονύσιο. Στὴ συνέχεια τὸν φυλάκισαν καὶ τελικὰ τὸν σταύρωσαν καὶ τὸν τρύπησαν μὲ βέλη. Καὶ μετὰ τρεῖς ἡμέρες ἀγωνιωδῶν βασανιστηρίων ἐπάνω στὸ σταυρὸ παρέδωσε τὴν μακαρία ψυχή του.
Ἡ Ἁγία Φιλίππα μητέρα τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ὁ Ὁμολογητής, ἐπίσκοπος Πισιδίας
Ἔζησε στὰ χρόνια τῶν εἰκονομάχων καὶ ἦταν ἀπὸ παιδὶ ἀφιερωμένος στὸν Θεό. Λόγω τῆς ὑπερβολικῆς του ἀρετῆς, χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Πισιδίας. Ἐπειδὴ δὲ δὲν δέχτηκε νὰ συμφωνήσει μὲ τοὺς αἱρετικοὺς εἰκονομάχους καὶ νὰ ἀρνηθεῖ τὴν προσκύνηση τῶν Ἁγίων Εἰκόνων, ἐξορίστηκε καὶ ὑπέστη διάφορες κακοπάθειες. Ἔτσι ἀφοῦ πέρασε ὅλη τὴν ζωή του, ἀναπαύθηκε ἐν Κυρίῳ, παίρνοντας τὸ στεφάνι τῆς ὁμολογίας.
Ὁ Ἅγιος Τρύφων Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Πατριάρχη Στεφάνου τοῦ Β´, διάδοχός του ἐκλέχθηκε τὸν Δεκέμβριο τοῦ 928 ὁ μοναχὸς Τρύφων. Ὁ Τρύφωνας μόναζε σὲ κάποια μονὴ τῆς Μικρὸς Ἀσίας καὶ διακρινόταν γιὰ τὴν εὐλάβεια καὶ τὴν ἁγιότητά του. Ἡ Ἐκκλησία τὸν προτίμησε, γιατὶ διέθετε μεγάλα ἠθικὰ πλεονεκτήματα. Ἀλλ᾿ ὁ αὐτοκράτορας Ῥωμανὸς ὁ Λεκαπηνός, τάχθηκε καὶ αὐτὸς ὑπὲρ τῆς ἐκλογῆς του, μὲ κάποια σκοπιμότητα ὅμως. Σκεφτόταν δηλ. ὅτι θὰ τοῦ ἦταν εὔκολο μετὰ ἀπὸ κάποιο χρόνο, νὰ πείσει τὸν Τρύφωνα σὲ παραίτηση, γιὰ νὰ ἀναδείξει ἀντ᾿ αὐτοῦ Πατριάρχη τὸ γιό του Θεοφύλακτο. Γι᾿ αὐτὸ καὶ βοήθησε τὸν Τρύφωνα στὸ ἔργο του γιὰ τὴν Ἐκκλησία, μὲ πολλὲς ἐλεημοσύνες καὶ δωρεὲς σὲ μοναστήρια καὶ πτωχοκομεῖα. Ἀνυπόμονος ὅμως καθὼς ἦταν ὁ Ῥωμανός, τὸ 931 ποὺ ὁ γιός του ἦταν μόλις 15 ἐτῶν, εἶπε στὸν Πατριάρχη νὰ παραιτηθεῖ, γιὰ ν᾿ ἀναλάβει τὸ θρόνο ὁ γιός του. Ὁ Τρύφωνας φυσικὰ δὲν συμφώνησε, διότι τὸ βασιλοπαῖδι ἦταν ἀνήλικο καὶ θὰ δημιουργοῦσε φοβερὸ σκάνδαλο καὶ κηλῖδα στὴν Ἐκκλησία. Τότε ὁ Ῥωμανὸς ἔβαλε τὸν τότε μητροπολίτη Καισαρείας Θεοφάνη, ποὺ ὁ λαὸς γιὰ τὴν ἀναισχυντία του τὸν φώναζε «χοιρινό», καὶ μὲ δόλιο τρόπο ἀπέσπασε τὴν ὑπογραφὴ τοῦ ἀνυποψίαστου Τρύφωνα σὲ λευκὸ χαρτί. Ἀπὸ πάνω συνέταξαν τὴν παραίτησή του, καὶ ἔτσι κατόρθωσαν νὰ τὸν διώξουν καὶ νὰ βάλουν στὴ θέση τοῦ τὸν 16ετή Θεοφύλακτο, ποὺ ἄφησε ἐπαίσχυντη μνήμη μὲ τὴν σκανδαλώδη διαγωγή του.
Ὁ Ὅσιος Συμεὼν ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Φιλόθεου Ἁγίου Ὄρους
Καταγόταν ἀπὸ τὰ μέρη τῆς Θεσσαλίας καὶ ὑπῆρξε ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλόθεου κατὰ τὸν 16ο αἰῶνα. Ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος πῆγε στὰ μέρη τῆς Ζαγορᾶς, τοῦ Εὐρίπου, τῶν Ἀθηνῶν καὶ τῆς Λάρισας, ὅπου δίδασκε τὸν λαό. Ἔπειτα ἀποσύρθηκε σ᾿ ἕνα ὄρος τῆς Ζαγορᾶς, ποὺ ὀνομαζόταν Φλαμούριον, ἔκτισε μονὴ στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ μόνασε ἐκεῖ μὲ μερικοὺς μοναχούς. Ἔπειτα πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ κάποιες ὑποθέσεις καὶ πέθανε ἐκεῖ.
Ὁ Ἅγιος Ἀγαθάγγελος ὁ Ἐσφιγμενίτης
Πατρίδα του ἡ Θρᾴκη. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Κωνσταντῖνος, ἡ δὲ μητέρα τοῦ Κρυσταλλία. Κατὰ κόσμον ὀνομαζόταν Ἀθανάσιος. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἐργαζόταν σὲ τούρκικο πλοῖο καὶ ὁ πλοίαρχος τὸν πίεζε νὰ δεχθεῖ τὸν μουσουλμανισμό. Κάποια μέρα ὁ πλοίαρχος αὐτὸς τὸν μαχαίρωσε γιὰ ἐκφοβισμὸ καὶ ὁ μάρτυρας γιὰ ν᾿ ἀποφύγει τοὺς συνεχεῖς ἐκφοβισμοὺς ἐξισλαμίστηκε. Μετανοημένος, ἀναχώρησε ἀργότερα στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ εἰσῆλθε στὴ Μονὴ τοῦ Ἐσφιγμένου, ἀφοῦ ἔγινε δεκτὸς ἀπὸ τὸν ἡγούμενο Εὐθύμιο. Ἐκάρη μοναχὸς καὶ ὀνομάστηκε Ἀγαθάγγελος. Ἐκεῖ συγχρόνως πῆρε καὶ τὴν ἀπόφαση νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὸν Χριστό, γι᾿ αὐτὸ ἀναχώρησε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ πῆγε στὴ Σμύρνη, ὅπου δημόσια ἀποκήρυξε τὸν μουσουλμανισμό. Τελικὰ ὁμολογῶντας τὸν Χριστό, ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο μὲ ἀποκεφαλισμὸ στὶς 19 Ἀπριλίου 1818, ἡμέρα Σάββατο, ὥρα πέμπτη καὶ σὲ ἡλικία 19 χρονῶν. Ὁ λαὸς τῆς Σμύρνης ἀγόρασε τὸ λείψανο τοῦ νεομάρτυρα καὶ τὸ μετέφερε μὲ τιμὲς στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Τὸ λείψανό του ἐνταφιάστηκε στὸν τάφο τοῦ νεομάρτυρα Δήμου, ποὺ μαρτύρησε στὴ Σμύρνη τὸ 1763. Ἡ ἁγία καὶ θαυματουργικὴ κάρα τοῦ νεομάρτυρα Ἀγαθαγγέλου, καθὼς καὶ τὸ δεξί του χέρι, τὸ δεξί του πόδι καὶ μία πλευρά του, ἀποδόθηκαν τιμῆς ἕνεκεν στὴ Μονὴ Ἐσφιγμένου τὸ 1844, κατόπιν αἰτήσεώς της.
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἦταν Ἱερέας τῶν εἰδώλων στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Ἀντωνίνου (138-160). Ἦλθε στὴ χριστιανικὴ πίστη διὰ τῶν θαυμάτων Θεοδώρου τοῦ ἐν Πέργῃ τῆς Παμφυλίας καὶ μαρτύρησε διὰ πυρός.
Ἡ Ἁγία Ἀσινὲθ τοῦ Γκορίτσκυ (Ῥωσίδα)
Διὰ Χριστὸν σαλή.
Ὁ Ἅγιος Alphege (Ἄγγλοσαξωνας)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς Ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.