Οἱ Ἅγιοι 42 Μάρτυρες ἀπὸ τὸ Ἀμόριο
Τὸ Ἀμόριο, πόλη τῆς Φρυγίας, ἀπὸ τὸν 6ο αἰῶνα ἦταν ἐπίσημο στρατιωτικὸ κέντρο τοῦ βυζαντινοῦ κράτους στὴν κεντρικὴ Ἀσία. Ὅταν τὸ 838 κυριεύθηκε ἀπὸ τοὺς Ἄραβες, μὲ πολιορκητὴ τὸ χαλίφη Μουτασίμ, ὕστερα ἀπὸ προδοσία, λέγεται ὅτι σκοτώθηκαν καὶ αἰχμαλωτίσθηκαν ἑβδομήντα χιλιάδες πολῖτες. Μεταξὺ τῶν αἰχμαλώτων ἦταν καὶ 42 διαπρεπέστατοι πολιτικοὶ καὶ στρατιωτικοὶ εὐγενῶν βυζαντινῶν οἰκογενειῶν. Αὐτοὺς τοὺς πῆγαν στὴ Βαγδάτη καὶ τοὺς ἔριξαν στὴ φυλακὴ ἁλυσοδεμένους, μέσα στὸ σκοτάδι καὶ τὴν ὑγρασία. Ἐκεῖ, χωρὶς νερὸ καὶ ψωμί, ἔκαναν συνεχῶς προσευχὴ νὰ πεθάνουν τὸ γρηγορότερο. Κάποια μέρα, τοὺς ἔβγαλαν ἀπὸ τὴν φυλακὴ καὶ τοὺς παρουσίασαν στὸ χαλίφη. Αὐτός, μὲ ὕφος φιλικό, ἔταξε νὰ τοὺς ἀποκαταστήσει στὰ ἀξιώματά τους ἂν γίνονταν μουσουλμάνοι. Οἱ γενναῖοι ἄνδρες, χωρὶς ἀναβολή, εἶπαν στὸ χαλίφη ὅτι αὐτὸ δὲ γίνεται οὔτε κατὰ φαντασία. Τότε ὁ χαλίφης, ἐκνευρισμένος, διέταξε καὶ τοὺς θανάτωσαν μὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο. Ἔτσι, ἡ θυσία αὐτῶν τῶν ἁγίων μαρτύρων διδάσκει αὐτὸ ποὺ λέει καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ὅτι, δηλαδή, οἱ ἀγωνιστὲς τῆς πατρίδας καὶ τῆς πίστης εἶναι διπλὰ ἱεροὶ καὶ ἀποτελοῦν ἐκλεκτὴ παράταξη στὸ χορὸ τῶν ἁγίων του Θεοῦ.
ΟΙ Ἅγιοι αὐτοὶ ἦταν μεταξὺ τῶν πιὸ πάνω 42 μαρτύρων ἀπὸ τὸ Ἀμόριο. Ὁ Θεόδωρος ἦταν στρατηγὸς καὶ πρωτοσπαθάριος, ὁ Θεόφιλος στρατηγὸς καὶ πατρίκιος, ὁ Κάλλιστος τουρμάρχης, ὁ Κωνσταντῖνος δρουγγάριος, ὁ Βασσόης δρομεύς, οἱ Μελισσηνὸς καὶ Ἄετιος στρατηγοί, ὁ Κρατερὸς Εὐνοῦχος, ὁ ἄλλος Κρατερὸς στρατηγὸς καὶ ὁ Κύριλλος ἐπίσης στρατηγός.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος ὁ Θαυματουργός
Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Γαλατία, ἀπὸ ἕνα χωριὸ ποὺ ὀνομαζόταν Ἀνδρακίνα (κατὰ τὸν Μ. Γαλανὸ Νέα Κλαυδιούπολη). Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία, εἶχε κλήση πρὸς τὴν μοναχικὴ πολιτεία. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἔφυγε ἀπὸ τὴν πατρίδα του, καὶ πῆγε πρὸς τὰ παραθαλάσσια μέρη τῆς Ἀρδανίας, πρὸς τὸ ὄρος τοῦ Μαΐωνος. Ἐκεῖ ἔκτισε καλύβα καὶ ζοῦσε ἀπὸ τὴν καλλιέργεια τῶν γύρω ἐρημικῶν τοποθεσιῶν. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ τόπος ἦταν ἄνυδρος, κατέβηκε στοὺς πρόποδες τοῦ βουνοῦ, ὅπου βρῆκε πηγὴ νεροῦ καὶ ἐκεῖ ἔκτισε ναὸ ἐπ᾿ ὀνόματι τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα. Ἔζησε αὐστηρότατη ἀσκητικὴ ζωὴ καὶ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε τὸ χάρισμα νὰ κάνει θαύματα. Πέθανε σὲ μεγάλη ἡλικία καὶ τάφηκε μέσα στὸ ναὸ ποὺ ἔκτισε ὁ ἴδιος, κοντὰ στὴ δεσποτικὴ πύλη καὶ μέσα σὲ πέτρινη λάρνακα. Ἐπὶ δὲ τῆς βασιλείας Κωνσταντίνου καὶ Εἰρήνης κατὰ τὸ ἔτος 781, ὁ ἐπίσκοπος Ἀμάσειας Θεοφύλακτος, μετέφερε τὸ Ἱερὸ λείψανο αὐτοῦ τοῦ μεγάλου ἀσκητῆ στὴν Ἀμάσεια, καὶ ἐναπόθεσε αὐτὸ στὸ δεξιὸ μέρος τοῦ θυσιαστηρίου.
Μαρτύρησε διὰ λιθοβολισμοῦ.
Μαρτύρησε ἀφοῦ τὸν περιέλουσαν μὲ βραστὸ νερό.
Ἡ Εὕρεσις τοῦ Τιμίου Σταυροῦ παρὰ τῆς μακαρίας Ἑλένης
Βλέπε 14η Σεπτεμβρίου, Ὕψωση Τιμίου Σταυροῦ.
Ἡ Εὕρεσις τῶν Τιμίων Ἥλων (Καρφιῶν)
Βλέπε 14η Σεπτεμβρίου, Ὕψωση Τιμίου Σταυροῦ.
Οἱ Ἅγιοι Ἰουλιανὸς καὶ Εὔβουλος
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.