Ὁ Ἅγιος Γεράσιμος ὁ Ἰορδανίτης
Γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς στὴ Λυκία, τὸν 7ο μετὰ Χριστὸν αἰῶνα. Ὁ σατανάς, ὅμως, τοῦ ἔπαιξε πονηρὸ παιγνίδι. Κατάφερε καὶ τὸν παρέσυρε στὴν αἵρεση τῶν Μονοφυσιτῶν. Ἀλλ᾿ ὁ Θεός, ποὺ γνώριζε τὶς ἀγαθές του προθέσεις, εὐδόκησε νὰ λάμψει στὸ πνεῦμα του ἡ ἀλήθεια. Ὅταν κάποτε ἐπισκέφθηκε τὸν Ἅγιο Εὐθύμιο, ποὺ ἦταν βαθὺς γνώστης τῶν Γραφῶν, καὶ τὸν ἄκουσε μὲ ταπεινὸ φρόνημα, κατάφερε καὶ ἀναγνώρισε τὴν ὀρθόδοξη ἀλήθεια. Σὰν χαρακτήρας, ὁ Γεράσιμος ἦταν πολὺ αὐστηρὸς μὲ τὸν ἑαυτό του. Ἔτρωγε καὶ κοιμόταν τόσο, ὅσο χρειαζόταν. Ἔλεγε, μάλιστα, ὅτι ὁποῖος θέλει νὰ ζήσει περισσότερο, πρέπει νὰ κοιμᾶται λιγότερο. Ὄχι μόνο διότι ὁ πολὺς ὕπνος κάνει τρυφηλό, ἄρα ἀνίσχυρο στοὺς κόπους τὸ σῶμα, καὶ πολὺ εὐάλωτο στὶς ἀσθένειες, ἀλλὰ καὶ διότι ζωὴ εἶναι κυρίως τὸ μέρος τοῦ χρόνου ποὺ ἔχουμε συνείδηση. Πότε αὐτὸ συμβαίνει; Ὅταν εἴμαστε ξύπνιοι. Καὶ πρόσθετε: «Εἶπαν οἱ σοφοὶ τὸν ὕπνο ἀδελφὸ τοῦ θανάτου. Θέλεις λοιπὸν νὰ βρίσκεσαι περισσότερα χρόνια στὴ ζωή; Μεῖνε λιγότερες ὧρες στὸ κρεβάτι σου. Διότι αὐτὸ εἶναι ἕνα εἶδος φερέτρου καὶ ἐμποδίζει ἀπὸ τὴν ἐνέργεια, ποὺ εἶναι ἡ θεμελιώδης βάση τῆς ζωῆς». Ἀργότερα ὁ Γεράσιμος, κοντὰ στὸν Ἰορδάνη, ἵδρυσε κοινοβιακὴ ἀδελφότητα, ὅπου ὅλοι μαζὶ ἦταν μία ψυχὴ καὶ μία καρδιά. (Νὰ σημειώσουμε ἐδῶ, ὅτι τὰ στοιχεῖα, ἀπὸ τοὺς Συναξαριστές, γιὰ τὸν χρόνο ποὺ ἔζησε ὁ Ἅγιος Γεράσιμος, στεροῦνται ἱστορικῆς βάσεως, διότι ὁ Μέγας Εὐθύμιος μὲ τὸν ὁποῖο συναντήθηκε ὁ Ἅγιος Γεράσιμος, ἔζησε τὸν 5ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ὄχι τὸν 7ο ποὺ ὑποτίθεται ὅτι γεννήθηκε ὁ Ἅγιος Γεράσιμος. Ἑπομένως ὁ χρόνος τῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου Γερασίμου, παρατίθεται ἐδῶ μὲ ἐπιφύλαξη).
Ἔζησαν στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Αὐρηλιανοῦ. Πατρίδα τους ἦταν ἡ Πτολεμαΐδα, καὶ εἶχαν εὐσεβεῖς γονεῖς, ποὺ τοὺς ἀνέθρεψαν μὲ πολλὴ εὐσέβεια καὶ ἔνθερμη ἀφοσίωση πρὸς τὴν στρατευόμενη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Παῦλος, μεγαλύτερος τῆς ἀδελφῆς του Ἰουλιανῆς, ὅταν καταρτίστηκε καλὰ γύρω ἀπὸ τὴν χριστιανικὴ ἀλήθεια, ἐπεδίωκε συναναστροφὲς εἰδωλολατρῶν συνομηλίκων του, μὲ τὴν προοπτικὴ νὰ τοὺς φέρει πρὸς τὸ χριστιανικὸ φῶς. Τὸ παράδειγμά του ἀκολούθησε καὶ ἡ ἀδελφή του.Ὅταν ὅμως ὁ αὐτοκράτωρ Αὐρηλιανὸς ἦλθε στὴν Πτολεμαΐδα, οἱ ἐκεῖ εἰδωλολάτρες, κατήγγειλαν τοὺς δυὸ χριστιανοὺς ἀδελφούς, ὅτι ἦταν πολὺ θρασεῖς καὶ προσβλητικοὶ ἐναντίον τῶν εἰδώλων. Ὁ αὐτοκράτωρ τοὺς συνέλαβε καὶ τοὺς διέταξε ν᾿ ἀπαρνηθοῦν τὸ Χριστό. Τὰ δυὸ ἀδέλφια ἀπάντησαν, ὅτι ἡ ψυχή τους καὶ ἡ θρησκευτική τους συνείδηση ἀνήκουν στὸ Χριστό, καὶ ὅτι μόνο ἀπ᾿ Αὐτὸν μποροῦσαν νὰ παίρνουν τέτοιου εἴδους διαταγές. Ἀκολούθησε τότε ἐναντίον τους, σειρὰ ἀνεκδιήγητων σκληρῶν βασανισμῶν. Ὑπέμειναν ὅμως μὲ καταπληκτικὸ θάῤῥος καὶ ἀλύγιστη καρτερία, τόση, ὥστε καὶ αὐτοὶ οἱ δήμιοί τους Κοδρᾶτος, Ἀκάκιος καὶ Στρατόνικος, ἀφοῦ πέταξαν τὰ βασανιστικὰ ὄργανα, ἔπεσαν στὰ πόδια τοὺς ὁμολογώντας τὸ Χριστό. Ὅμως, νέοι δήμιοι ξέσχισαν τὰ σώματα τῶν μαρτύρων μὲ σιδερένια ὄργανα καὶ ἔτσι ἔλαβαν μαρτυρικὸ θάνατο. (Ἡ μνήμη τους περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται τὴν 17η Αὐγούστου καὶ τὴν 27η ἢ 28η Μαΐου ἀπὸ ὁρισμένους Συναξαριστές).
Οἱ Ἅγιοι Κοδρᾶτος, Ἀκάκιος καὶ Στρατόνικος
Αὐτοὶ ἦταν δήμιοι στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Αὐρηλιανοῦ (270-275). Πίστεψαν στὸν Χριστὸ κατὰ τὸ μαρτύριο τῶν Ἁγίων Παύλου καὶ Ἰουλιανῆς στὴν Πτολεμαΐδα, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀποκεφαλιστοῦν.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἐπίσκοπος Κύπρου
Στὸν Πατμιακὸ κώδικα 266 ἡ μνήμη του συνοδεύεται μὲ αὐτὴ τοῦ Ἀδριανοῦ, καὶ λέγεται ἐπίσκοπος Κωνσταντίας τῆς Κύπρου. Ἴσως καὶ ὁ Ἀδριανὸς αὐτός, ποὺ δὲν μνημονεύεται πουθενὰ ἀλλοῦ, νὰ ἦταν καὶ αὐτὸς ἐπίσκοπος Κύπρου. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ (κατὰ τὸν DeΙ. 5 Μαρτίου).
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἐπίσκοπος Ἀσσου τῆς Ἀνατολῆς
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη, ἀπὸ τὸ χωριὸ Ἀκόρνη (1150μ.Χ.), ποῦ βρίσκεται κοντὰ στὴν Ἱερὰ (ἀρχαία πόλη τῆς Λέσβου, ποὺ ἐρείπιά της βρίσκονται στὸ βόρειο ἄκρο τῆς δυτικῆς πλευρᾶς τοῦ στομίου τοῦ κόλπου τῆς Γέρας). Εἶχε γονεῖς εὐσεβεῖς τὸν Γεώργιο καὶ τὴν Μαρία, ποὺ παρακαλοῦσαν τὸν Θεὸ μὲ δάκρυα νὰ τοὺς δώσει παιδί. Ὁ Θεὸς εἰσάκουσε τὶς προσευχές τους καὶ τοὺς ἔδωσε ἕνα ἀγοράκι ποὺ τὸ ὀνόμασαν Γεώργιο (τὸν μετέπειτα Γρηγόριο). Καὶ τὸ μεγάλωναν μὲ μεγάλη ἐπιμέλεια, μαθαίνοντάς του τὰ θεῖα καὶ ἱερὰ γράμματα. Κατόπιν γιὰ νὰ συμπληρώσει τὶς σπουδές του πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου γνωρίστηκε μὲ τὸν Ἱερομόναχο Ἀγάθωνα, ἡγούμενο σ᾿ ἕνα ἀπὸ τὰ μοναστήρια τῆς Ἀνατολῆς. Ἀργότερα ὁ Γρηγόριος πῆγε στὸ μοναστήρι τοῦ Ἀγάθωνα καὶ ἔμεινε κοντά του τρία χρόνια, ἀσκούμενος στὴν ἀρετή. Ἔπειτα ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα του καὶ ἀπὸ ἐκεῖ πῆγε γιὰ προσκύνημα στὰ Ἱεροσόλυμα, καὶ προχώρησε στὰ ἡσυχαστήρια τοῦ Ἰορδάνη, ὅπου ἔγινε μοναχὸς καὶ ἀργότερα Ἱερομόναχος. Μὲ τὶς συστάσεις τοῦ Ἀγάθωνα, ἔγινε ἐπίσκοπός της Ἄσσου τῆς Μυσίας, ποὺ ἀπεῖχε ἕνα χιλιόμετρο ἀπὸ τὴν ἀκτὴ τοῦ Ἀδραμυτηνοῦ κόλπου. Ἐκεῖ ὁ Γρηγόριος ἔδωσε ὅλο του τὸν ἑαυτό, γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀναβάθμιση τῆς ἐπισκοπῆς του. Ἀλλ᾿ οἱ κακομαθημένοι καὶ φθονεροὶ πρόκριτοι τῆς πόλης, τὸν ἀνάγκασαν νὰ παραιτηθεῖ. Στὴν ἀρχὴ πῆγε στὴν Τένεδο, ὅπου ἡσύχασε γιὰ ἀρκετὸ καιρὸ σὲ μία Μονή. Ἀργότερα ἀφοῦ πέρασε ἀπὸ τὴν πατρίδα του, κατέληξε στὸ ὄρος Πρηῶν τῆς Δ. Μικρᾶς Ἀσίας, ὅπου ἵδρυσε ἡσυχαστήριο καὶ κατόπιν ναὸ στὸ ὄνομα τῆς Θεοτόκου. Ἐκεῖ λοιπόν, μὲ μία μικρὴ συνοδεία περνοῦσε τὸν καιρό του μὲ προσευχὴ καὶ λατρεία. Κάποτε- κάποτε κατέβαινε στὶς πόλεις καὶ κήρυττε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο ὁ ταπεινόφρων Γρηγόριος.