Ἁγιολόγιον - Ἰανουάριος - 07


Σύναξις (Πανήγυρις) Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου

Ἦταν γιὸς τοῦ ἱερέα Ζαχαρία καὶ τῆς Ἐλισάβετ. Μέχρι τὰ τριάντα του χρόνια, ζεῖ ἀσκητικὴ ζωὴ στὴν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας, ἀφιερωμένη ὁλοκληρωτικὰ στὴν προσευχή, τὴν μελέτη καὶ τὴν πνευματικὴ καὶ ἠθικὴ τελειοποίηση, ποὺ εἶναι βασικοὶ παράγοντες γιὰ τὴν ἐκτέλεση ὑψηλῶν καὶ θείων ὑπουργημάτων. Τὸ ῥοῦχο του ἦταν ἀπὸ τρίχες καμήλας, στὴ μέση του εἶχε δερμάτινη ζώνη καὶ τὴν τροφή του ἀποτελοῦσαν ἀκρίδες καὶ ἄγριο μέλι. Μὲ μορφὴ ἡλιοκαμένη, σοβαρός, ἀξιοπρεπὴς καὶ δυναμικός, ὁ Ἰωάννης φανέρωνε ἀμέσως φυσιογνωμία ἔκτακτη καὶ ὑπέροχη. Εἶχε ὅλα τὰ προσόντα μεγάλου καὶ ἐπιβλητικοῦ κήρυκα τοῦ θείου λόγου. Ἔτσι, μὲ μεγάλη χάρη κήρυττε «τὰ πλήθη». Κατακεραύνωνε καὶ κτυποῦσε σκληρὰ τὴν φαρισαϊκὴ ἀλαζονικὴ ἔπαρση, ποὺ κάτω ἀπὸ τὸ ἐξωτερικὸ ἔνδυμα τῆς ψευτοαγιότητας ἔκρυβε τὶς πιὸ ἀηδιαστικὲς πληγὲς ψυχικῆς σκληρότητας καὶ ἀκαθαρσίας. Γενικά, ἡ διδασκαλία του συνοψίζεται στὴ χαρακτηριστικὴ φράση του: «Μετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν», προετοιμάζοντας, ἔτσι, τὸ δρόμο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ γιὰ τὸ σωτήριο ἔργο Του. Ὅταν ὁ Χριστὸς ἄρχισε τὴν δημόσια δράση του, ὁ κόσμος ἄφηνε σιγὰ-σιγὰ τὸν Ἰωάννη καὶ ἀκολουθοῦσε Αὐτόν. Ἡ ἀντιστροφὴ αὐτή, βέβαια, θὰ προκαλοῦσε μεγάλη πίκρα καὶ θὰ γεννοῦσε ἀγκάθια ζήλειας καὶ φθόνου σ᾿ ἕναν, ἐκτὸς χριστιανικοῦ πνεύματος, διδάσκαλο ἢ φιλόσοφο. Ἀντίθετα, στὸν Ἰωάννη προκάλεσε μεγάλη χαρὰ καὶ εὐφροσύνη. Ἡ γιορτὴ αὐτὴ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, γιὰ τὸν ὁποῖο ὁ Κύριος εἶπε ὅτι κανεὶς ἄνθρωπος δὲ στάθηκε μεγαλύτερός του, καθιερώθηκε τὸν 5ο μ.Χ. αἰῶνα. Τὸ δὲ μαρτυρικό του τέλος γιορτάζουμε σὲ ἄλλη ἡμερομηνία, ὅπου καὶ θὰ ἀναφερθοῦμε.


Θαῦμα Προδρόμου στὴ Χῖο κατὰ τῶν Ἀγαρηνῶν

Συνεγράφη ἀπὸ τὸν Ἱεροδιδάσκαλο Ἀθανάσιο Πάριο. Βλέπε «Νέον Λειμωνάριον».


Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ἐξ Ἀτταλείας

Ὁ νεομάρτυρας αὐτὸς ζοῦσε στὴ Σμύρνη καὶ ἔκανε παρέα μὲ Ὀθωμανούς, ποὺ συνεχῶς τὸν κορόϊδευαν γιὰ τὴν πίστη του. Ἂν καὶ ἀγράμματος, ὁ Ἀθανάσιος ἀπαντοῦσε εὔστοχα στὶς κοροϊδίες αὐτές, ἔτσι ὥστε οἱ Ὀθωμανοὶ πολλὲς φορὲς ἔμεναν ἄφωνοι. Κάποια μέρα ὁ Ἀθανάσιος ἀκούστηκε νὰ λέει στὰ τούρκικα τὴν φράση «Δόξα τῷ Θεῷ» (Λάι λαλᾷ). Συνελήφθη λοιπὸν ἀπὸ τοὺς πιὸ πάνω Ὀθωμανούς, μὲ τὴν αἰτιολογία ὅτι δῆθεν μὲ τὴν φράση του αὐτή, ὁμολόγησε πίστη στὸν Μωάμεθ. Καὶ ἔτσι ὁδηγήθηκε στὸ κριτήριο. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ὑπέκυπτε στὶς ἀξιώσεις τοῦ Ἱεροδικαστῆ νὰ ἐξισλαμιστεῖ, ἀποκεφαλίστηκε τὴν 7η Ἰανουαρίου 1700 στὴ Σμύρνη, μετὰ ἀπὸ φρικτὰ βασανιστήρια πολλῶν ἡμερῶν. Μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες καὶ μὲ ἄδεια τοῦ κριτῆ, χριστιανοὶ παρέλαβαν τὸ Ἱερὸ λείψανο καὶ τὸ ἔθαψαν μὲ τιμὲς στὸν ναὸ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς.


Ἡ εἰς Κωνσταντινούπολιν μετένεξις τῆς παντίμου χειρὸς τοῦ Προδρόμου

Γι᾿ αὐτὴ οἱ Συναξαριστὲς ἀφηγοῦνται τὰ ἑξῆς: Ὅταν ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς πῆγε στὴν πόλη Σεβαστή, ὅπου τάφηκε ὁ Πρόδρομος, παρέλαβε ἀπὸ τὸν τάφο του τὸ δεξί του χέρι, τὸ μετέφερε στὴν Ἀντιόχεια, ὅπου χάριτι θεοῦ ἐπιτελοῦσε πολλὰ θαύματα. Ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια, τὸ Ἱερὸ χέρι, μετακομίστηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 957, ἀπὸ τὸν διάκονο Ἰώβ, κατὰ τὴν ὥρα ποὺ γινόταν ὁ ἁγιασμὸς στ᾿ ἀνάκτορα, ὅπου καὶ ἐναποτέθηκε, ἀφοῦ ὁ βασιλιὰς τὸ ἀσπάστηκε.


Ὁ Ἅγιος Cedd ἐπίσκοπος (Σκωτίας)

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου της Ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων» τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.