Στὸ ἔργο του Πανηγυρικὸς Λόγος (§50), τοῦ δίδεται ἡ εὐκαιρία νὰ πλέξει τὸ ἐγκώμιο τῆς πατρίδας του:
... Τόσο πολὺ ξεπέρασε ἡ πόλη μας ὅλους τοὺς ἄλλους στὴν πνευματικὴ ἀνάπτυξη καὶ στὴν τέχνη τοῦ λόγου, ὥστε οἱ δικοί της μαθητὲς ἔγιναν δάσκαλοι στοὺς ἄλλους. Τὸ ὄνομα πάλι Ἕλληνες κατόρθωσε νὰ μὴ συμβολίζει πιὰ τὴν καταγωγή, ἀλλὰ τὴν καλλιέργεια τοῦ πνεύματος, καὶ Ἕλληνες νὰ ὀνομάζονται πιὸ πολὺ ὅσοι δέχτηκαν τὸν τρόπο τῆς δικῆς μας ἀγωγῆς καὶ μόρφωσης παρὰ αὐτοὶ ποὺ ἔχουν τὴν ἴδια μὲ μᾶς καταγωγή... | τοσοῦτον δ᾿ ἀπολέλοιπεν ἡ πόλις ἡμῶν περὶ τὸ φρονεῖν καὶ λέγειν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, ὥσθ᾿ οἱ ταύτης μαθηταὶ τῶν ἄλλων διδάσκαλοι γεγόνασι, καὶ τὸ τῶν Ἑλλήνων ὄνομα πεποίηκε μηκέτι τοῦ γένους ἀλλὰ τῆς διανοίας δοκεῖν εἶναι, καὶ μᾶλλον Ἕλληνας καλεῖσθαι τοὺς τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας ἢ τοὺς τῆς κοινῆς φύσεως μετέχοντας. |