* Προσφέροντας βήματα στην αγυρτεία
και καλλιεργώντας τον φετιχισμό του παραλόγου
οι άρχοντες των μέσων ενημέρωσης λειτουργούν ως ενσυνείδητοι μεσίτες της ηλιθιότητας
Άρθρο στο Βήμα της Κυριακής, Τμήμα Νέες Εποχές
Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2006 - Αρ. Φύλλου 14658
Η ισχύς του αθάνατου αξιώματος του Λεμπέση «ενός βλακός δοθέντος, μύριοι έπονται» προϋποθέτει ότι οι βλάκες θα είναι σε θέση να προωθούν ανενόχλητοι τα συμφέροντα και δικαιώματά τους εις βάρος των νουνεχών. Και αυτό φαίνεται να αποτελεί κοινωνιολογική σταθερά. Πράγματι όλες οι κοινωνίες οφείλουν όχι μόνον να ακούν τους ηλίθιους που εκτρέφονται στα σπλάγχνα τους, αλλά ενδεχομένως ακόμα και να ανέχονται ή να συγχωρούν τις κανονιστικές παραβιάσεις και εκκεντρικότητες που μπορούν να αποδίδονται στην «ευήθεια» των δραστών. Είναι γεγονός ότι καμία οργανωμένη κοινωνική ομάδα δεν επιχείρησε ποτέ να θεσπίσει «βλακοδικεία» με στόχο να φιμώσει τα διανοητικά ελλιποβαρή μέλη της. Ο καθένας δικαιούται λοιπόν να δρα, να ομιλεί, να επικοινωνεί και να διεκδικεί, προβάλλοντας με απόλυτη δημοκρατική ισοδυναμία το αναπαλλοτρίωτο δικαίωμά του στην ατομική βλακεία. Προφανώς ο καταναγκασμός στον ορθολογισμό θα ισοδυναμούσε με τον πιο στυγνό ολοκληρωτισμό.
Το ζήτημα δεν θα είχε άλλες προεκτάσεις εάν οι βλακείες που εμφανίζονται συνεχώς σε όλα τα MME πήγαζαν από την ελαττωμένη ατομική διανοητική ικανότητα εκείνων που τις εκφέρουν. Ισχύει όμως εντελώς το αντίθετο. Αν κατακλυζόμαστε από τον ανορθολογισμό, τη δεισιδαιμονία, την ανοησία, αυτό δεν συμβαίνει επειδή πολλαπλασιάζονται οι ηλίθιοι αλλά επειδή πληθύνονται οι επιτήδειοι αξιοποιητές της. Η ευήθεια προσφέρει την πολυτιμότερη πρώτη ύλη στη δυναμική της κοινωνικής προόδου. Με αυτήν την έννοια λοιπόν το αξίωμα του Λεμπέση επαληθεύεται απολύτως μέσα από την εύρυθμη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς. Από τη στιγμή που διαπιστώνεται ότι η αμιγής ηλιθιότητα «πουλάει», θα αυξάνεται νομοτελειακά η αξιοποίησή της.
Έτσι οι καιροί του ορθολογισμού εμφανίζονται ολοένα χαλεπότεροι. Οι ταγοί της χαρτομαντείας, των ωροσκοπίων, της μαύρης μαγείας, της μετεμψύχωσης, της τηλεκίνησης, των μέντιουμ όλων των τύπων και των αυτόκλητων προφητών, μάγων και αιρεσιαρχών δεν πρωταγωνιστούν μόνον σε πολλαπλασιαζόμενες «ειδικές» εκπομπές αλλά ολοένα και πιο τακτικά εμφανίζονται στα δελτία ειδήσεων και κοσμούν τις στήλες σοβαρών εντύπων. Θα αρκούσε μια απλή σύγκριση του τρέχοντος «Χρυσού Οδηγού» με τους παλιότερους για να διαπιστωθεί ότι η προσφορά αντιορθολογικών υπηρεσιών αυξάνεται και πληθύνεται με καταπελτώδεις ρυθμούς. Παντού, μαζί με την αναζωπύρωση των παραδοσιακών θρησκευτικών μορφών, ανθούν και τα νέα θρησκευτικά κινήματα καθώς και οι κάθε λογής προσφορές υπερκόσμιων νοημάτων, εγκολπίων ευζωίας και συνταγολογίων επιμελείας εαυτού.
Οι λόγοι είναι προφανώς πολλαπλοί. Από τη στιγμή όμως που καθίσταται σαφές ότι η θεραπεία του ορθολογισμού δεν συνεπάγεται την άρση ή άμβλυνση των κοινωνικών αδιεξόδων, φαίνονται απόλυτα εύλογα τα απεγνωσμένα εγχειρήματα που ανάγουν τα διαταρακτικά και ακατανόητα μυστήρια της ζωής και του θανάτου σε αυτοσχέδιες ή μεταφυσικές βεβαιότητες. Κάτι αντίστοιχο με το στοίχημα του Πασκάλ φαίνεται λοιπόν να αποκτά πληθώρα αδέξιων μιμητών. Η διάχυτη δυσπιστία μετέτρεψε τους έλλογους θεολογικούς προβληματισμούς του Γάλλου φιλοσόφου σε ασκήσεις αναζήτησης νέων «άγνωστων και άχρηστων Θεών». Από τη στιγμή που οι συγκεκριμένοι όροι της εγκόσμιας σωτηρίας εμφανίζονται δυσεντόπιστοι, πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν πως έχουν κάθε συμφέρον να εκκολάψουν τη δική τους μαγική κοσμοθεώρηση και να στοιχηματίσουν, όπως κάνουν και στο Προ-Πο, στη δική τους ειδοποιό σωτηριολογική πιθανότητα. Υπό τις συνθήκες αυτές λοιπόν, και για πρώτη φορά από την εποχή του Διαφωτισμού, ο αφηρημένος ορθολογισμός (θεϊστικός ή αγνωστικιστικός) φαίνεται να πείθει λιγότερο, και πάντως λιγότερους, από την «παιζόμενη» χειροπιαστή δεισιδαιμονία.
Όμως, προφανώς τα νέα αυτά φαινόμενα δεν αναπτύσσονται από μόνα τους. Αν το χωράφι του ανορθολογισμού είναι από τη φύση του εύφορο, πρέπει επίσης και να λιπαίνεται ανελλιπώς. Όπως λοιπόν συμβαίνει με όλα τα εμπορεύματα που εμφανίζονται «επιθετικά» στην αγορά, έτσι και η κυκλοφορία των σωτηριολογικών ιδεών, όσο ευπώλητες και εάν είναι, συναρτάται με την επικοινωνιακή τους εμβέλεια, δηλαδή με τη διαφήμιση και την προπαγάνδα. Ακόμα και αν η διάχυτη ακροαματικότητα των νέων ανορθολογισμών συναρτάται με την επαγγελία μιας εύσχημης ατομικής παραμυθίας που δεν μπορεί παρά να ράβεται στα μέτρα των επίδοξων πελατών, η προώθησή τους προϋποθέτει τη συστηματική εναργή τους παρουσία.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο εντοπίζεται η ανεκτίμητη συμβολή των MME στη εμπορευματοποιημένη διάχυση του ανορθολογισμού και της δεισιδαιμονίας. Προσφέροντας βήματα στην αγυρτεία, και καλλιεργώντας τον φετιχισμό του παραλόγου, οι άρχοντες των μέσων λειτουργούν ως ενσυνείδητοι μεσίτες της ηλιθιότητας. Ανασκάπτοντας και ονοματίζοντας νέα πεδία «μετα-γνώσης» και προβάλλοντας νέα ανορθολογικά νοηματικά προϊόντα, γεννούν μιαν αγορά δίχως όρια και αναστολές σε όλους τους παίκτες του προσδοκώμενου επέκεινα. Για την πολιτιστική καθημερινότητα των αγελαίων μαζών το ωροσκόπιο είναι πιο ανακουφιστικό αλλά και πιο ελπιδοφόρο από το πεζό σταυρόλεξο, και η αναζήτηση του παράλογου πιο άκοπη και εν δυνάμει πολύ πιο ωφέλιμη από την καλλιέργεια του ορθού λόγου. Με αυτήν την έννοια τα MME δεν αντικατοπτρίζουν απλώς αλλά κατασκευάζουν την πολυπόθητη ακροαματικότητά τους. Με το πρόσχημα της διείσδυσης σε ένα κινούμενο μαζικό ακροατήριο, δεν αρκούνται στο να ενισχύουν και να αναπαράγουν τους παλαιούς και ανεξίτηλους παραλογισμούς, αλλά συμβάλλουν αποφασιστικά στην εκτροφή και ενδυνάμωση νέων.
Τα παραπάνω θα παρέμεναν στο επίπεδο του γραφικού αν η προώθηση του ανορθολογισμού δεν είχε αυτόνομες προεκτάσεις. Άσχετα με τις προθέσεις των εμπόρων του παράλογου, είναι γεγονός ότι η δεισιδαιμονία λειτουργεί ως συνολικό ιδεολογικό πακέτο. Η διαπραγμάτευση με τον ανορθολογισμό και την αλχημεία ανοίγει τον δρόμο σε όλους τους αποκρυφισμούς, υποθάλπει όλες τις αναζητήσεις αληθειών εξ αποκαλύψεως και καλλιεργεί όλες τις πεισματικές προλήψεις. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά. Εις πείσμα του Δαρβίνου και του Νεύτωνα, στις ΗΠΑ συζητείται πλέον σοβαρά το ενδεχόμενο η βιολογία και η δομή της ύλης να αντιμετωπίζονται - και να διδάσκονται - ως (ένα και μόνο) από τα συμπτώματα των βουλών του θείου σχεδιασμού, την ίδια στιγμή που οι παλαιοημερολογίτες διεκδικούν - και πραγματώνουν - το δικαίωμά τους να απαγορεύουν τη μετάγγιση αίματος στα ανήλικα παιδιά τους, που οι θνητοί δικαιούνται μεν να διαθέσουν μετά θάνατον ορισμένα από τα όργανα και τους ιστούς τους δίχως όμως να τους επιτρέπεται να ζητήσουν την καύση του πτώματός τους και που οι κρεατοφάγοι κόπτονται υπέρ των αναφαίρετων ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων των ζώων. Έτσι, ως οριακή μορφή της ελευθερίας της συνείδησης, το δικαίωμα στον ανορθολογισμό εγκαθίσταται στο επίκεντρο των συλλογικών μελημάτων. Η δημοκρατία του ορθού λόγου μετουσιώνεται σε δημοκρατία του παραλογισμού. Anything goes. Στο μέτρο που δεν έχουν (ακόμα) οδηγήσει σε δολοφονίες βρεφών, σε συλλογικούς βιασμούς ή σε ανθρωποθυσίες, οι πρακτικές ασκήσεις στη δεισιδαιμονία και στη μαύρη μαγεία είναι αναφαίρετα δικαιώματα των ελεύθερων πολιτών.
Εδώ ακριβώς επικεντρώνεται η ηθική και πολιτική ευθύνη των MME. Από τη στιγμή που καθίσταται σαφές ότι η άκριτη προπαγάνδιση των παραγώγων του ανορθολογισμού δεν κάνει τίποτε άλλο από το να διευρύνει τη διεισδυτικότητα της δεισιδαιμονίας και να καταλύει τις ηθικές και λογικές αντιστάσεις σε κάθε λογής ακραία, βλαπτικά και αποπροσανατολιστικά φαινόμενα, το λιγότερο που θα μπορούσε κανείς να ευχηθεί είναι η «αυτολογοκρισία» των μέσων. Όμως, εξ υποθέσεως, οι «οικονομικοί άνθρωποι» και κατ' επέκτασιν τα «οικονομικά MME» δεν έχουν κανέναν λόγο να προκρίνουν την αυτολογοκρισία από την κερδοσκοπία. Η αυτονόητη λογική του συμφέροντος επικρατεί της αμφισβητούμενης καθαρής λογικής. Ευλόγως λοιπόν η ελεύθερη αγορά δεν μπορεί να προσκρούει σε εξωαγοραίους περιορισμούς του αντικειμένου της. Η ύπατη αξία την οποία καλείται να υπηρετήσει ο ορθός λόγος είναι η οργανωτική και ιδεολογική μεγιστοποίηση της συνολικής εμπορευσιμότητας.
Στο πλαίσιο αυτό αναδεικνύεται μία από τις κεντρικότερες πολιτιστικές αντιφάσεις των κοινωνιών που διακηρύσσουν urbi et orbi την άνευ όρων και ορίων πίστη τους στην επιστήμη και στην τεχνολογία. Την ίδια στιγμή που το μέλλον του κόσμου συναρτάται με τη πάνδημη διάχυση της φωτισμένης «γνώσης», συγχωρείται και υποθάλπεται η συστηματική καλλιέργεια των σκοτεινών μαιάνδρων του ανορθολογισμού. Το γεγονός αυτό όμως είναι μόνον εκ πρώτη όψεως παράδοξο. Στις μέρες μας ο λόγος καλείται να τεκμηριώνει το κύρος και την ισχύ του μέσω της απτής εργαλειακής ωφελιμότητάς του. Η επιστημονική γνώση μπορεί να θεωρείται ως το κατ' εξοχήν πολύτιμο εμπόρευμα της εποχής μας μόνον επειδή και στο μέτρο που αποδεικνύει εμπράκτως πως είναι σε θέση να συναγωνίζεται επιτυχώς τους πολεμίους, αρνητές και «ανταγωνιστές» της στον επαληθεύσιμο δημοκρατικό στίβο της παραγωγής και της παραγωγικότητας. Υπό τους όρους αυτούς, η ενεργός ζήτηση των προϊόντων και των υπηρεσιών λειτουργεί ως οιονεί θεοδικία. Ο κυρίαρχος ελεύθερος καταναλωτής είναι πλέον ο μόνος αρμόδιος να χωρίζει ακριβοδίκαια ζώντες και νεκρούς και να επιβραβεύει αδιακρίτως καινοτόμους και τσαρλατάνους. Έτσι, ως σύγχρονη Πυθία, η αγοραία ετυμηγορία δεν διαιτητεύει μόνον τις οικονομικές ροές, αλλά αναλαμβάνει και τους ρόλους του ύπατου κριτή της αλήθειας και του Ombudsman του ορθού λόγου. Και αν η αγορά είναι ο Θεός, τα MME είναι οι προφήτες του.
Ο κ. Κωνσταντίνος Τσουκαλάς είναι καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Το ΒΗΜΑ, 08/01/2006, Σελ.: B47
Κωδικός άρθρου: B14658B471
ID: 274750