Ρήγας Βελεστινλῆς

Θούριος Ὕμνος & Βιογραφικὰ Στοιχεῖα


ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

ΙΣΟΤΗΣ

ΘΟΥΡΙΟΣ

ἤτοι ὁρμητικὸς πατριωτικὸς ὕμνος πρῶτος, εἰς τὸν ἦχον

ΜΙΑ ΠΡΟΣΤΑΓΗ ΜΕΓΑΛΗ

Ὡς πότε παλικάρια, νὰ ζοῦμε στὰ στενά,
μονάχοι σὰ λεοντάρια, σταῖς ράχαις στὰ βουνά;
Σπηλιαῖς νὰ κατοικοῦμε, νὰ βλέπωμεν κλαδιά,
νὰ φεύγωμ᾿ ἀπ᾿ τὸν κόσμον, γιὰ τὴν πικρὴ σκλαβιά;
Νὰ χάνωμεν ἀδέλφια, πατρίδα καὶ γονεῖς,
τοὺς φίλους, τὰ παιδιά μας, κι ὅλους τοὺς συγγενεῖς;
Καλλιῶναι μίας ὥρας ἐλεύθερη ζωή,
παρὰ σαράντα χρόνοι, σκλαβιὰ καὶ φυλακή.
Τί σ᾿ ὠφελεῖ ἂν ζήσῃς, καὶ εἶσαι στὴ σκλαβιά;
στοχάσου πῶς σὲ ψαίνουν, καθ᾿ ὥραν στὴν φωτιά.
Βεζύρης, δραγουμάνος, ἀφέντης κι᾿ ἂν σταθῇς
ὁ τύραννος ἀδίκως σὲ κάμνει νὰ χαθῇς.
Δουλεύεις ὅλ᾿ ἡμέρα, σὲ ὅ,τι κι᾿ ἂν σὲ πῇ,
κι᾿ αὐτὸς πασχίζει πάλιν, τὸ αἷμα σου νὰ πιῇ.
Ὁ Σοῦτζος, κι᾿ ὁ Μουρούζης, Πετράκης, Σκαναβῆς
Γκίκας καὶ Μαυρογένης, καθρέπτης, εἶν᾿ νὰ ἰδῇς.
Ἀνδρεῖοι καπετάνοι, παπᾶδες, λαϊκοί,
σκοτώθηκαν κι᾿ ἀγάδες, μὲ ἄδικον σπαθί.
Κι᾿ ἀμέτρητ᾿ ἄλλοι τόσοι, καὶ Τοῦρκοι καὶ Ῥωμιοί,
ζωὴν καὶ πλοῦτον χάνουν, χωρὶς κᾀμμιὰ ῾φορμή.
Ἐλᾶτε μ᾿ ἕναν ζῆλον, σὲ τοῦτον τὸν καιρόν,
νὰ κάμωμεν τὸν ὅρκον, ἐπάνω στὸν Σταυρόν.
Συμβούλους προκομμένους, μὲ πατριωτισμὸν
νὰ βάλωμεν εἰς ὅλα, νὰ δίδουν ὁρισμόν.
Οἱ νόμοι νἆν᾿ ὁ πρῶτος, καὶ μόνος ὁδηγός,
καὶ τῆς πατρίδος ἕνας, νὰ γένῃ ἀρχηγός.
Γιατὶ κ᾿ ἡ ἀναρχία, ὁμοιάζει τὴν σκλαβιά,
νὰ ζοῦμε σὰν θηρία, εἶν᾿ πλιὸ σκληρὴ φωτιά.
Καὶ τότε μὲ τὰ χέρια, ψηλὰ στὸν οὐρανὸν
ἂς ποῦμ᾿ ἀπ᾿ τὴν καρδιά μας, ἐτοῦτα στὸν Θεόν·

Ἐδῶ συκώνονται οἱ πατριῶται ὀρθοί, καὶ ὑψώνοντες
τὰς χεῖρας πρὸς τὸν οὐρανόν, / κάμνουν τὸν ὅρκον.

Ὅρκος κατὰ τῆς τυραννίας καὶ τῆς ἀναρχίας.

Ὦ βασιλεῦ τοῦ κόσμου, ὁρκίζομαι σὲ σέ,
στὴν γνώμην τῶν τυράννων, νὰ μὴν ἐλθῶ ποτέ.
Μήτε νὰ τοὺς δουλεύσω, μήτε νὰ πλανηθῶ,
εἰς τὰ ταξίματά τους, γιὰ νὰ παραδοθῶ.
Ἐν ὅσῳ ζῶ στὸν κόσμον, ὁ μόνος μου σκοπός,
γιὰ νὰ τοὺς ἀφανίσω, θὲ νἆναι σταθερός.
Πιστὸς εἰς τὴν πατρίδα, συντρίβω τὸν ζυγόν,
ἀχώριστος γιὰ νἆμαι, ὑπὸ τὸν στρατηγόν.
Κι᾿ ἂν παραβῶ τὸν ὅρκον, ν᾿ ἀστράψ᾿ ὁ οὐρανός,
καὶ νὰ μὲ κατακάψῃ, νὰ γένω σὰν καπνός.

Τέλος τοῦ ὅρκου

Σ᾿ ἀνατολὴ καὶ δύσι, καὶ νότον καὶ βοριά,
γιὰ τὴν πατρίδα ὅλοι, νἄχωμεν μιὰ καρδιά.
Στὴν πίστιν του καθ᾿ ἕνας, ἐλεύθερος νὰ ζῇ,
στὴν δόξαν τοῦ πολέμου, νὰ τρέξωμεν μαζί.
Βουλγάροι κι᾿ Ἀρβανῆτες, Ἀρμένοι καὶ Ῥωμιοί,
Ἀράπηδες καὶ ἄσπροι, μὲ μιὰ κοινὴν ὁρμή,
Γιὰ τὴν ἐλευθερίαν, νὰ ζώσωμεν σπαθί,
πῶς εἴμαστ᾿ ἀντριωμένοι, παντοῦ νὰ ξακουσθῇ.
Ὅσ᾿ ἀπ᾿ τὴν τυραννίαν, πῆγαν στὴν ξενητιὰ
στὸν τόπον του καθ᾿ ἕνας, ἂς ἔλθῃ τώρα πλιά.
Καὶ ὅσοι τοῦ πολέμου, τὴν τέχνην ἀγροικοῦν
ἐδῶ ἂς τρέξουν ὅλοι, τυράννους νὰ νικοῦν.
Ἡ Ῥούμελη τοὺς κράζει, μ᾿ ἀγκάλαις ἀνοιχταῖς,
τοὺς δίδει βιὸ καὶ τόπον, ἀξίαις καὶ τιμαῖς.
Ὡς πότ᾿ ὀφφικιάλος, σὲ ξένους Βασιλεῖς;
ἔλα νὰ γένῃς στῦλος, δικῆς σου τῆς φυλῆς.
Κάλλιο γιὰ τὴν πατρίδα, κᾀνένας νὰ χαθῇ
ἢ νὰ κρεμάσῃ φοῦντα, γιὰ ξένον στὸ σπαθί.
Καὶ ὅσοι προσκυνήσουν, δὲν εἶναι πλιὸ ἐχθροί,
ἀδέλφια μας θὰ γένουν, ἂς εἶναι κ᾿ ἐθνικοί.
Μὰ ὅσοι θὰ τολμήσουν, ἀντίκρυ νὰ σταθοῦν,
ἐκεῖνοι καὶ δικοί μας, ἂν εἶναι, ἂς χαθοῦν.
Σουλιώταις καὶ Μανιώταις, λιοντάρια ξακουστὰ
ὡς πότε σταῖς σπηλιαῖς σας, κοιμᾶστε σφαλιστά;
Μαυροβουνιοῦ καπλάνια, Ὀλύμπου σταυρ᾿ ἀητοί,
κι᾿ Ἀγράφων τὰ ξεφτέρια, γεννῆτε μιὰ ψυχή.
Ἀνδρεῖοι Μακεδόνες, ὁρμήσετε γιὰ μιά,
καὶ αἷμα τῶν τυράννων, ρουφῆστε σὰ θεριά.
Τοῦ Σάββα καὶ Δουνάβου, ἀδέλφια Χριστιανοί,
μὲ τ᾿ ἄρματα στὸ χέρι, καθ᾿ ἕνας ἂς φανῇ,
Τὸ αἷμα σας ἂς βράσῃ, μὲ δίκαιον θυμόν,
μικροὶ μεγάλ᾿ ὁμῶστε, τυράννου τὸν χαμόν.
Λεβέντες ἀντριωμένοι, Μαυροθαλασσινοί,
ὁ βάρβαρος ὡς πότε, θὲ νὰ σᾶς τυραννῇ.
Μὴν καρτερῆτε πλέον, ἀνίκητοι Λαζοί,
χωθῆτε στὸ μπογάζι, μ᾿ ἐμᾶς καὶ σεῖς μαζί.
Δελφίνια τῆς θαλάσσης, ἀζδέρια τῶν νησιῶν,
σὰν ἀστραπὴ χυθῆτε, χτυπᾶτε τὸν ἐχθρόν.
Τῆς Κρήτης καὶ τῆς Νύδρας, θαλασσινὰ πουλιά,
καιρὸς εἶν᾿ τῆς πατρίδος, ν᾿ ἀκοῦστε τὴν λαλιά.
Κι᾿ ὅσ᾿ εἶστε στὴν ἀρμάδα, σὰν ἄξια παιδιά,
οἱ νόμοι σᾶς προστάζουν, νὰ βάλετε φωτιά.
Μ᾿ ἐμᾶς κ᾿ ἐσεῖς Μαλτέζοι, γεννῆτ᾿ ἕνα κορμί,
κατὰ τῆς τυραννίας, ῥιχθῆτε μὲ ὁρμή.
Σᾶς κράζει ἡ Ἑλλάδα, σᾶς θέλει σᾶς πονεῖ,
ζητᾷ τὴν συνδρομήν σας, μὲ μητρικὴν φωνή.
Τί στέκεις Παζβαντζιόγλου, τόσον ἐκστατικός;
τεινάξου στὸ Μπαλκάνι, φώλιασε σὰν ἀητός.
Τοὺς μπούφους καὶ κοράκους, καθόλου μὴν ψηφᾷς,
μὲ τὸν ῥαγιὰ ἑνώσου, ἂν θέλῃς νὰ νικᾷς.
Συλήστρα καὶ Μπραΐλα, Σμαῆλι καὶ Κιλί,
Μπενδέρι καὶ Χωτῆνι, ἐσένα προσκαλεῖ.
Στρατεύματά σου στεῖλε, κ᾿ ἐκεῖνα προσκυνοῦν
γιατὶ στὴν τυραννίαν, νὰ ζήσουν δὲν μποροῦν.
Γγιουρντζῆ πλιὰ μὴ κοιμᾶσαι, συκώσου μὲ ὁρμήν,
τὸν Προύσια νὰ μοιάσῃς, ἔχεις τὴν ἀφορμήν.
Καὶ σὺ ποῦ στὸ Χαλέπι, ἐλεύθερα φρονεῖς
πασιᾶ καιρὸν μὴ χάνεις, στὸν κάμπον νὰ φανῇς.
Μὲ τὰ στρατεύματά σου, εὐθὺς νὰ συκωθῇς,
στῆς Πόλης τὰ φερμάνια, ποτὲ νὰ μὴ δοθῇς.
Τοῦ Μισιριοῦ ἀσλάνια, γιὰ πρώτη σας δουλειά,
δικόν σας ἕνα μπέη, κάμετε βασιλιά.
Χαράτζι τῆς Αἰγύπτου, στὴν Πόλ᾿ ἂς μὴ φανῇ,
γιὰ νὰ ψοφήσ᾿ ὁ λύκος, ὁποῦ σᾶς τυραννεῖ.
Μὲ μιὰ καρδίαν ὅλοι, μιὰ γνώμην, μιὰ ψυχή,
χτυπᾶτε τοῦ τυράννου, τὴν ῥίζα νὰ χαθῇ.
Ν᾿ ἀνάψωμεν μιὰ φλόγα, σὲ ὅλην τὴν Τουρκιά,
νὰ τρέξ᾿ ἀπὸ τὴν Μπόσνα, καὶ ὡς τὴν Ἀραπιὰ
Ψηλὰ στὰ μπαϊράκια, συκῶστε τὸν σταυρόν,
καὶ σὰν ἀστροπελέκια, χτυπᾶτε τὸν ἐχθρόν.
Ποτὲ μὴ στοχασθῆτε, πῶς εἶναι δυνατός,
καρδιοκτυπᾷ καὶ τρέμει, σὰν τὸν λαγὸν κι᾿ αὐτός.
Τρακόσοι Γγιρτζιαλῆδες, τὸν ἔκαμαν νὰ ἰδῇ,
πῶς δὲν μπορεῖ μὲ τόπια, μπροστᾶ τους νὰ εὐγῇ.
Λοιπὸν γιατί ἀργῆτε, τί στέκεσθε νεκροί;
ξυπνήσετε μὴν εἶστε ἐνάντιοι κ᾿ ἐχθροί.
Πῶς οἱ προπάτορές μας, ὁρμοῦσαν σὰ θεριά,
γιὰ τὴν ἐλευθερίαν, πηδοῦσαν στὴ φωτιά.
Ἔτζι κ᾿ ἡμεῖς, ἀδέλφια, ν᾿ ἁρπάξωμεν γιὰ μιὰ
τ᾿ ἄρματα, καὶ νὰ βγοῦμεν ἀπ᾿ τὴν πικρὴ σκλαβιά.
Νὰ σφάξωμεν τοὺς λύκους, ποὺ στὸν ζυγὸν βαστοῦν,
καὶ Χριστιανοὺς καὶ Τούρκους, σκληρὰ τοὺς τυραννοῦν.
Στεργιᾶς καὶ τοῦ πελάγου, νὰ λάμψῃ ὁ σταυρός,
καὶ στὴν δικαιοσύνην, νὰ σκύψῃ ὁ ἐχθρός.
Ὁ κόσμος νὰ γλυτώσῃ, ἀπ᾿ αὕτην τὴν πληγή,
κ᾿ ἐλεύθεροι νὰ ζῶμεν, ἀδέλφια εἰς τὴν γῆ.

Πέρας μὲν ὧδε,
Ἡ δὲ αὖ πράξις τέρας.


Ρήγας Βελεστινλῆς: Βίος καὶ πολιτεία

«Ὅποιος ἐλεύθερα συλλογᾶται, συλλογᾶται καλά».

Ὁ Ρήγας Βελεστινλῆς γεννήθηκε τὸ 1757 στὸ Βελεστίνο τῆς Τουρκοκρατούμενης Θεσσαλίας. Ἡ πνευματική του προσφορὰ καὶ ὁ μαρτυρικός του θάνατος τὸν ἀνέδειξαν σὲ μία πρόδρομη μορφὴ τοῦ πνευματικοῦ κινήματος τοῦ Νεοελληνικοῦ Διαφωτισμοῦ καθὼς ἐπίσης καὶ σὲ πρώιμο ἐθνομάρτυρα ποὺ ἐνέπνευσε τὸν πόθο γιὰ ἐλευθερία στὸν ἑλληνικὸ λαό. Ὁ Ρήγας «εὐτύχησε» νὰ γεννηθεῖ στὸ γεωγραφικὸ χῶρο τῆς Θεσσαλίας σὲ μία ἱστορικὴ περίοδο (μέσα 18ου) ὅπου μεγάλοι δάσκαλοι ἐργάζονταν μὲ ζῆλο κυρίως στὴν περιοχὴ τοῦ Πηλίου (Ζαγορά). Ἂν ἡ πατρίδα του τοῦ ἔδωσε ἁπλῶς τὸ ἔναυσμα γιὰ τὴ συνέχιση μίας ἐξαιρετικῆς πνευματικῆς πορείας, ἡ Κωνσταντινούπολη καὶ τὸ Βουκουρέστι ἀποτέλεσαν τοὺς ἑπόμενους σταθμοὺς τῆς πορείας. Ἐκεῖ ὁ Ρήγας θὰ κατορθώσει νὰ διαμορφωθεῖ πολιτικὰ καὶ νὰ σταδιοδρομήσει ὡς «γραμματικός» στὶς Παραδουνάβιες Ἡγεμονίες.

Αὐτὴ ἡ πρώτη περίοδος τῆς πνευματικῆς προετοιμασίας τοῦ Ρήγα συγκεντρώνει ἕνα κυρίαρχο χαρακτηριστικό. Ζεῖ, ἐργάζεται καὶ ἀνδρώνεται πνευματικὰ στὸ χῶρο τῶν Βαλκανίων ἀπὸ τὴ Θεσσαλία ὡς τὸ Βουκουρέστι, στοιχεῖο ποὺ θὰ τὸ συναντήσουμε στὸν πυρήνα τοῦ μετέπειτα μεγαλειώδους συγγραφικοῦ ἔργου του, καθὼς ὁ Ρήγας θὰ ἀναδειχθεῖ σὲ μορφὴ ὄχι ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο τῆς ἑλληνικῆς Ἱστορίας ἀλλὰ καὶ τῆς νεότερης ἱστορίας τῶν Βαλκανίων.

Ὡστόσο οἱ ἐξελίξεις στὴν Εὐρώπη δὲν ἄφηναν ἀδιάφορο τὸ Ρήγα. Ἔχει ἤδη μεσολαβήσει ἡ Γαλλικὴ Ἐπανάσταση, τὸ γεγονὸς σταθμὸς ποὺ γέννησε σὲ ὅλους τοὺς ὑπόδουλους λαοὺς τοῦ κόσμου τὴν ἐπιθυμία νὰ ἀποτινάξουν τὸν τυραννικὸ ζυγό. Τὸ 1790 συναντᾶμε τὸ Ρήγα στὴ Βιέννη, στὸ κέντρο τῆς Αὐστροουγγρικῆς αὐτοκρατορίας τοῦ Φραγκίσκου Β´. Ἡ ἑξάμηνη παραμονή του στὴν πόλη ποὺ ἀνέδειξε τὸν Μότσαρτ θὰ ἀποτελέσει ὁρόσημο στὴν πνευματική του πορεία. Ἐκεῖ θὰ ἐκδώσει ἕνα ἀπὸ τὰ πρῶτα του βιβλία, τὸ «Σχολεῖον τῶν Ντελικάτων Ἐραστῶν».

Τὸ δεύτερο βιβλίο ποὺ τύπωσε ὁ Ρήγας τὸ 1790 ἔφερε τὸν τίτλο «Φυσικῆς Ἀπάνθισμα» καὶ ἀποτελεῖ μία πρώτη προσπάθεια γιὰ ἐκλαΐκευση τῶν ἐπιστημονικῶν γνώσεων καὶ κυρίως τῶν φυσικῶν καὶ ἐπιστημονικῶν γνώσεων. Ὅπως ἔχει ἀποδειχθεῖ σὲ πρόσφατες ἔρευνες, εἶναι κατὰ τὸ μεγαλύτερο μέρος μετάφραση τῆς Γαλλικῆς Ἐγκυκλοπαιδείας τῶν Diderot καὶ D'Alembert. Τέλος τὸ τρίτο βιβλίο εἶναι ἡ μετάφραση τοῦ «Πνεύματος τῶν Νόμων» τοῦ Γάλλου Διαφωτιστῆ Μοντεσκιέ.

Ἀντιλαμβάνεται κανεὶς ὅτι αὐτὴ ἡ πρώτη περίοδος τῆς Βιέννης ἀποτέλεσε γιὰ τὸ Ρήγα τὸ καθοριστικὸ σημεῖο ἐπαφῆς μὲ τὰ πνευματικὰ προϊόντα του Γαλλικοῦ Διαφωτισμοῦ. Θὰ ἦταν καλὸ νὰ σταθεῖ κανεὶς στὸ βιβλίο «Φυσικῆς Ἀπάνθισμα» τὸ ὁποῖο καταδηλώνει καὶ τὴν πολυπλευρικότητα τοῦ πνεύματος τοῦ Ρήγα, ὁ ὁποῖος ἀντιλαμβάνεται ὅτι τὸ πνευματικὸ ξύπνημα ἑνὸς λαοῦ ἔρχεται μέσα ἀπὸ τὴν ἐπαφὴ μὲ τὴν ἐπιστήμη καὶ κυρίως μέσα ἀπὸ τὴν καταπολέμηση τῶν δεισιδαιμονιῶν ποὺ αὐτὴ συνεπάγεται. Τὸ 1796 κι ἐνῷ ἤδη οἱ ἰδέες τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης ἔχουν πάρει σάρκα καὶ ὀστὰ μέσῳ τῶν πρώτων Συνταγματικῶν κειμένων, ὁ Ρήγας θὰ ξαναβρεθεῖ στὴ Βιέννη κι αὐτὴ τὴ φορὰ θὰ διατυπώσει καὶ τὶς κυριότερες θέσεις, οἱ ὁποῖες τὸν ἔκαναν γνωστὸ ἀλλὰ καὶ ἐπικίνδυνο γιὰ κάθε μορφὴ τυραννίας. Ἡ πορεία πρὸς τὸ θάνατο ἔχει ξεκινήσει.

Θὰ ἦταν καλὸ ἀπὸ ἐδῶ καὶ κάτω νὰ σταθεῖ κανεὶς σὲ ὁρισμένα στοιχεῖα - σημεῖα αὐτοῦ τοῦ ἔργου, τὰ ὁποῖα τὸ καθιστοῦν μοναδικὸ στὴν ἱστορία τῶν νεοελληνικῶν Γραμμάτων. Τὸ 1796 ὁ Ρήγας θὰ ἐκδώσει τὴ μεγάλη δωδεκάφυλλη Χάρτα τῆς Ἑλλάδος καὶ ἕνα χάρτη τῆς Βλαχίας καὶ τῆς Μολδαβίας. εἶναι πολὺ σημαντικὸ νὰ καταλάβει κανεὶς ὅτι ὁ Ρήγας ἀποτελεῖ ἕναν ἀπὸ τοὺς πρωτοπόρους της ἐπιστήμης τῆς γεωγραφίας, ἐπιστήμη ποὺ κινεῖται παράλληλα μὲ τὴν ἄνθηση τῆς ἐθνικῆς συνείδησης τῶν λαῶν. Ὁ Ρήγας γίνεται ἐπικίνδυνος, γιατί ἀπευθύνεται στὸ κρυφὸ αἰσθητήριο τοῦ Βαλκάνιου γιὰ τὴ γεωγραφικὴ ἑνότητα τοῦ χώρου στὸν ὁποῖο κατοικεῖ. Ἡ χάρτα δὲν εἶναι μία ἁπλὴ ἀπεικόνιση τοῦ γεωγραφικοῦ χώρου τῆς Ἑλλάδος ἢ τῶν Βαλκανίων ἀλλὰ ἕνας ἱστορικὸς καὶ γεωγραφικὸς πίνακας τοῦ ἀρχαίου, τοῦ μεσαιωνικοῦ καὶ νέου Ἑλληνισμοῦ, ἐμπλουτισμένος μὲ ἄφθονα στοιχεῖα ἀρχαιογνωσίας, ἀρχαῖες ὀνομασίες πόλεων, χωρῶν, ποταμῶν, κλπ. Νεώτερες ἔρευνες ἀποδεικνύουν ὅτι πρόκειται γιὰ τὸ κράτος ποὺ ἤθελε νὰ δημιουργήσει στὸ Βαλκανικὸ χῶρο.

Δεύτερο σημαντικὸ πνευματικὸ σημεῖο ἐκείνης τῆς ἐποχῆς εἶναι ἡ συγγραφὴ τοῦ περίφημου «θουρίου», ἑνὸς τραγουδιοῦ, μίας ἔμμετρης ἐπαναστατικῆς προκήρυξης ποὺ ἀποτέλεσε προσκλητήριο πρὸς ὅλους τοὺς ὑπόδουλους λαοὺς τῶν Βαλκανίων. Ἂς σταθοῦμε σ᾿ ἕνα καίριο σημεῖο τοῦ τραγουδιοῦ.

«Βούλγαροι κι Ἀρβανίτες, Ἀρμένιοι καὶ Ρωμιοί, ἀράπηδες καὶ ἄσπροι, μὲ μία κοινὴ ὁρμή, γιὰ τὴν ἐλευθερία νὰ ζώσωμεν σπαθί...»

Ἡ ἰδιαιτερότητα αὐτοῦ τοῦ πρωτοφανοῦς κηρύγματος ἐντοπίζεται στὸ γεγονὸς ὅτι ἀποτελεῖ ἀνοιχτὸ προσκλητήριο σὲ ὅλους τοὺς ὑπόδουλους λαοὺς ἀνεξαρτήτως θρησκείας, φυλῆς καὶ χρώματος. Στὸ κήρυγμα λοιπὸν τοῦ Ρήγα ἐνυπάρχουν ἐξαιρετικὰ δείγματα μίας σύγχρονης πολιτικῆς σκέψης ποὺ συνοψίζει τὸ ἐπαναστατικὸ ρεῦμα, τὸ κήρυγμα ὑπὲρ τῆς ἀνεξιθρησκίας καὶ ταυτόχρονα παρουσιάζει ἀθέατα ἕνα ἀντιρατσιστικὸ μήνυμα, ἰδέες δηλαδὴ καὶ ἀντιλήψεις ποὺ θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συναντήσει σὲ μία σύγχρονη πολιτειακὴ σκέψη.

Ὡστόσο τὸ σημαντικότερο ἔργο του εἶναι ἡ Διακήρυξη, τὴν ὁποία τύπωσε μυστικὰ σὲ χιλιάδες ἀντίτυπα τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1797. Τὴν ἴδια ἐποχὴ ὁ Ρήγας ἐπιθυμοῦσε νὰ συναντήσει τὸν Ναπολέοντα Βοναπάρτη, ὁ ὁποῖος βρισκόταν στὴν Ἰταλία. Ἡ Διακήρυξη ἀποτελεῖ τὸ πιὸ ριζοσπαστικὸ κείμενο τοῦ Ρήγα καὶ ταυτόχρονα αὐτὸ τὸ ὁποῖο θὰ τὸν καταστήσει ἐπικίνδυνο γιὰ κάθε ἐξουσία. Μέσα ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀναχρονισμοῦ καὶ τῆς ἀντεπανάστασης, τὴν αὐτοκρατορικὴ Βιέννη, αὐτὸς θὰ κάνει λόγο γιὰ δημοκρατικὴ πολιτεία ποὺ θὰ ἐγκαθιδρυθεῖ στὴν ἐλεύθερη ἐπικράτεια καὶ θὰ ὀνομάζεται «Ἑλληνικὴ Δημοκρατία». Ὁ μεγάλος Ἕλληνας διανοητὴς θὰ στηρίξει τὸ λόγο του σὲ μία διακήρυξη τῶν «Δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ πολίτη» σαφῶς ἐπηρεασμένη ἀπὸ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Διαφωτισμοῦ καὶ τὸ ἔργο τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης. Γιὰ πρώτη φορά, θὰ γίνει λόγος γιὰ δικαιοσύνη.

«Ἡ Ἐλευθερία εἶναι ἐκείνη ἡ δύναμη ὅπου ἔχει ὁ ἄνθρωπος εἰς τὸ νὰ κάμει ὅλον ἐκεῖνο ὅπου δὲν βλάπτει εἰς τὰ δίκαια τῶν γειτόνων του». (ἄρ. 6) καὶ γιὰ κάτι ριζοσπαστικό, γιὰ καθολικὴ ἐκπαίδευση ὅλων τῶν ἀρσενικῶν καὶ θηλυκῶν παιδιῶν «ὅλοι χωρὶς ἐξαίρεσιν ἔχουν χρέος νὰ ἠξεύρουν γράμματα. Ἡ πατρὶς ἔχει νὰ καταστήσει σχολεῖα εἰς ὅλα, τὰ χωρία, διὰ τὰ ἀρσενικὰ καὶ θηλυκὰ παιδιά» (ἀρ. 22). Σ᾿ αὐτὸ τὸ τελευταῖο ἄρθρο πρωτο-γίνεται λόγος στὸ χῶρο τῶν Βαλκανίων γιὰ τὴν περίφημη ἰσοτιμία τῶν δυὸ φύλων.

Ὕστερα ἀπὸ αὐτὴ τὴ σύντομη ἀναφορὰ σ᾿ αὐτὸ τὸ τελευταῖο κεφαλαιῶδες ἔργο τοῦ Ρήγα γίνεται φανερὸ ὅτι αὐτὸς καὶ οἱ σύντροφοί του δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ μείνουν ἀνέγγιχτοι ἀπὸ τὴ δυναστικὴ ἐξουσία τῶν Ἀμβούργων τῆς Αὐστρίας, μίας χώρας ποὺ ἀργότερα θὰ πρωτοστατήσει στὴν προσπάθεια κατὰ τῆς Ἐπανάστασης τῶν Ἑλλήνων. Τὸ Δεκέμβριο τοῦ 1797 ὁ Ρήγας καὶ οἱ συνεργάτες τοὺς συλλαμβάνονται καὶ θὰ θανατωθοῦν τὸν Ἰούνιο τοῦ 1798 ὕστερα ἀπὸ μῆνες βασανιστικῶν ἀνακρίσεων...

Τὸ τέλος ὑποδεικνύει καὶ τὴν ἀρχή. Κανεὶς δὲ μπορεῖ νὰ πιστέψει ὅτι ἐδῶ τελείωσαν τὰ πράγματα. Ὁ Ρήγας μὲ τὸ ἔργο του, τὸ ὁποῖο εὐτύχησε νὰ τυπωθεῖ, ἀποτέλεσε τὸ σημεῖο ἀναφορᾶς καὶ κύριο καθοδηγητὴ κάθε ἐπαναστατημένου Ἕλληνα καὶ Βαλκάνιου. Τὸ τραγικό του τέλος δείχνει τὸ μέγεθος τῆς ἀπειλῆς τοῦ ἀγώνα καὶ τοῦ ἔργου τοῦ κατὰ τῶν τυράννων.

Σύνδεσμος: www.karaberopoulos.gr & Ἐπιστημονικὴ Ἐταιρεία Μελέτης Φερῶν-Βελεστίνου-Ρήγα http://www.rhigassociety.gr


Πενήντα ρήσεις τοῦ Ρήγα Βελεστινλῆ

Μπορεῖ νὰ ὑποστηριχθεῖ ὅτι ὁ Ρήγας Βελεστινλὴς εἶναι μία ἀπὸ τὶς μοναδικὲς φυσιογνωμίες τοῦ Νεώτερου Ἑλληνισμοῦ καὶ τοῦ Βαλκανικοῦ χώρου: Διαφωτιστής, Ἐπαναστάτης, Μάρτυρας, Πολιτικὸς νοῦς, Στρατιωτικὸς νοῦς, Ὁραματιστὴς μιᾶς δημοκρατικῆς πολιτείας τῶν Βαλκανικῶν λαῶν, μετὰ τὴν ἀποτίναξη τῆς ὀθωμανικῆς τυραννίας.

Δὲν εὐτύχησε λόγω τῆς προδοσίας νὰ δεῖ ἐλεύθερους ἀπὸ τὴ σουλτανικὴ τυραννία τοὺς βαλκανικοὺς λαούς. Τὸ ἐπαναστατικό του ὡστόσο μήνυμα ἀτσάλωσε τοὺς σκλαβωμένους στὴν ἀπόφασή τους γιὰ ἐπανάσταση καὶ λίγα χρόνια ἀργότερα ὁ σπόρος τῆς λευθεριᾶς βλάστησε στὰ Βαλκάνια.

Σὲ μία καλαίσθητη ἔκδοση προσφέρονται πενήντα χαρακτηριστικὲς ρήσεις τοῦ Ρήγα ποὺ συλλέχθηκαν ἀπὸ τὰ ἔργα του καὶ οἱ ὁποῖες ἀναφέρονται στὰ μεγάλα θέματα τοῦ ἀνθρώπου: τὴν ἐλευθερία, τὴν παιδεία, τὴ δικαιοσύνη, τὴ φιλία, τὴ δημοκρατία, τὴν πατρίδα, τὴν ἰσονομία, τὴν ἀνεξιθρησκία, τὴ γλῶσσα, τὸ καθῆκον.

  1. «Ὅποιος ἐλεύθερα συλλογᾶται συλλογᾶται καλά».
    Φυσικῆς ἀπάνθισμα, σελ. 24
  2. «Κάλλιο ῾ναι μιᾶς ὥρας ἐλεύθερη ζωὴ παρὰ σαράντα χρόνια σκλαβιὰ καὶ φυλακή».
    Θούριος, στίχ. 7-8
  3. «Ὅλοι χωρὶς ἐξαίρεσιν ἔχουν χρέος νὰ ἠξεύρουν γράμματα».
    Τὰ Δίκαια τοῦ Ἀνθρώπου, ἄρθρο 22
  4. «Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη».
    Τὰ Δίκαια τοῦ Ἀνθρώπου, ἄρθρο 22
  5. «Ὁ ἱερὸς τῆς πατρίδος ἔρως ἐμφωλεύει εἰς τὴν καρδίαν, καὶ ἡ καρδία δὲν γηράσκει ποτέ».
    Ἠθικὸς Τρίπους, σελ. 118
  6. «Ἡ Πατρὶς ἔχει νὰ καταστήση σχολεῖα εἰς ὅλα τὰ χωρία διὰ τὰ ἀρσενικὰ καὶ θηλυκὰ παιδία».
    Τὰ Δίκαια τοῦ Ἀνθρώπου, ἄρθρο 22
  7. «Κάλλιο γιὰ τὴν πατρίδα κανένας νὰ χαθῇ ἢ νὰ κρεμάσῃ φούντα γιὰ ξένον στὸ σπαθί».
    Θούριος, στίχ. 57-58
  8. «Γιὰ τὴν Πατρίδα ὅλοι νά ῾χωμεν μιὰ καρδιά».
    Θούριος, στίχ. 42
  9. «Καιρὸς εἶν᾿ τῆς Πατρίδος ν᾿ ἀκοῦστε τὴ λαλιά».
    Θούριος, στίχ. 80
  10. «Ἂς καταβάλουν εὐμενῶς ἕκαστος ἔρανον ὅ,τι βούλεται, ὁποῦ, βοηθούμενον πανταχοθεν, νὰ ἀναλάβῃ τὸ πεπτωκὸς Ἑλληνικὸν Γένος».
    Φυσικῆς Ἀπάνθισμα, σελ. θ´, «Πρὸς τοὺς ἀναγνώστας»
  11. «Στὴν πίστιν τοῦ καθένας ἐλεύθερος νὰ ζῇ».
    Θούριος, στίχ. 43
  12. «Οἱ ἄνθρωποι δὲν ἁμαρτάνουν, ἂν ἐρευνοῦν τὸ ἀποτέλεσμα καὶ τὸν λόγον Του (τοῦ Δημιουργοῦ)».
    Φυσικῆς ἀπάνθισμα, σελ. 40
  13. «Πάντοτε ἐπισφαλεῖς αἱ ἐπίνοιαι καὶ τῶν πλέον σοφῶν ἀνθρώπων».
    Φυσικῆς Ἀπάνθισμα, σελ. 64
  14. «Ὑπὸ τὴν τυραννίαν τοῦ Ὀθωμανικοῦ δεσποτισμοῦ κανένας, ὁποιασδήποτε τάξεως καὶ θρησκείας, δὲν εἶναι σίγουρος μήτε διὰ τὴν ζωήν του, μήτε διὰ τὴν τιμήν του, μήτε διὰ τὰ ὑποστατικά του».
    Ἐπαναστατικὴ Προκήρυξις
  15. «Νὰ μὴν ἀφεθῶσιν οὐδέποτε νὰ καταπατῶνται ὡς σκλάβοι εἰς τὸ ἑξῆς ἀπὸ τὴν ἀπάνθρωπον τυραννίαν».
    Ἐπαναστατικὴ Προκήρυξις
  16. «Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, Χριστιανοὶ καὶ Τοῦρκοι, κατὰ φυσικὸν λόγον εἶναι ἴσοι».
    Τὰ Δίκαια τοῦ Ἀνθρώπου, ἄρθρο 3
  17. «Οἱ Νόμοι νἆν᾿ ὁ πρῶτος καὶ μόνος ὁδηγός».
    Θούριος, στίχ. 25
  18. «Ὁ Νόμος εἶναι ὁ αὐτὸς διὰ τὸ πταῖσμα καὶ ἀμετάβλητος, ἤγουν δὲν παιδεύεται ὁ πλούσιος ὀλιγώτερον καὶ ὁ πτωχὸς περισσότερον διὰ τὸ αὐτὸ σφάλμα, ἀλλ᾿ ἴσια-ἴσια».
    Τὰ Δίκαια τοῦ Ἀνθρώπου, ἄρθρο 3
  19. «Ὁ Νόμος εἶναι ἐκείνη ἡ ἐλευθέρα ἀπόφασις, ὁποῦ μὲ τὴν συγκατάθεσιν ὅλου τοῦ λαοῦ ἔγινεν».
    Τὰ Δίκαια τοῦ Ἀνθρώπου, ἄρθρο 4
  20. «Ἡ Ἐλευθερία εἶναι ἐκείνη ἡ δύναμις ὁποῦ ἔχει ὁ ἄνθρωπος εἰς τὸ κάμῃ ὅλον ἐκεῖνο, ὁποῦ δὲν βλάπτει εἰς τὰ δίκαια τῶν γειτόνων του».
    Τὰ Δίκαια τοῦ Ἀνθρώπου, ἄρθρο 6
  21. «Τὸ ἠθικὸν σύνορον τῆς Ἐλευθερίας εἶναι τοῦτο τὸ ρητόν: Μὴ κάμῃς εἰς τὸν ἄλλον ἐκεῖνο ὁποῦ δὲν θέλεις νὰ σὲ κάμουν».
    Τὰ Δίκαια τοῦ Ἀνθρώπου, ἄρθρο 6
  22. «Τὸ δίκαιον τοῦ νὰ φανερώνωμεν τὴν γνώμην μας καὶ τοὺς συλλογισμούς μας, τόσον μὲ τὴν τυπογραφίαν, ὅσον καὶ μὲ ἄλλον τρόπον δὲν εἶναι ἐμποδισμένον».
    Τὰ Δίκαια τοῦ Ἀνθρώπου, ἄρθρο 7
  23. «Ὁ Νόμος ἔχει χρέος νὰ διαφεντεύῃ τὴν κοινὴν ἐλευθερίαν ὅλου τοῦ ἔθνους καὶ ἐκείνην τοῦ κάθε ἀνθρώπου».
    Τὰ Δίκαια τοῦ Ἀνθρώπου, ἄρθρο 9
  24. «Ὅλον τὸ ἔθνος ἀδικεῖται, ὅταν ἀδικεῖται ἕνας μόνος πολίτης».
    Τὰ Δίκαια τοῦ Ἀνθρώπου, ἄρθρο 23
  25. «Κανένας δὲν ἔχει τὸ δίκαιον νὰ στοχάζεται τὸν ἑαυτόν του ἀπαραβίαστον περισσότερον ἀπὸ τοὺς ἄλλους».
    Τὰ Δίκαια τοῦ Ἀνθρώπου, ἄρθρο 31
  26. «Κανένας δὲν ἀντιστέκεται, ὅταν ἠξεύρῃ πὼς θὲ νὰ λάβῃ τὸ δίκαιόν του μὲ τὴν συνδρομὴν τοῦ Νόμου».
    Τὰ Δίκαια τοῦ Ἀνθρώπου, ἄρθρο 33
  27. «Ὅταν ἡ διοίκησις βιάζῃ, ἀθετῇ, καταφρονῇ τὰ δίκαια τοῦ λαοῦ καὶ δὲν εἰσακούῃ τὰ παράπονά του, τὸ νὰ κάμῃ ὁ λαὸς ἢ κάθε μέρος τοῦ λαοῦ ἐπανάστασιν, νὰ ἁρπάζῃ τὰ ἄρματα καὶ νὰ τιμωρῇ τοὺς τυράννους του, εἶναι τὸ πλέον ἱερὸν ἀπὸ ὅλα τὰ δίκαιά του καὶ τὸ πλέον ἀπαραίτητον ἀπὸ ὅλα τὰ χρέη του».
    Τὰ Δίκαια τοῦ Ἀνθρώπου, ἄρθρο 35
  28. «Παρασταίνει ὅλον τὸ Ἔθνος τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ, τὸ ὁποῖον εἶναι ὡς θεμέλιόν της ἐθνικῆς παραστήσεως καὶ ὄχι μόνον οἱ πλούσιοι καὶ οἱ προεστοί».
    Τὸ Σύνταγμα, ἄρθρο 21
  29. «Κανένας πολίτης δὲν ἐξαιρεῖται ἀπὸ τὴν τιμίαν ὑποχρέωσίν του νὰ συνεισφέρῃ κατὰ τὴν δύναμιν καὶ τὰ πλούτη του τὰ εἰς δημοσίας ἀνάγκας δοσίματα».
    Τὸ Σύνταγμα, ἄρθρο 101
  30. «Ἡ γενικὴ δύναμις τῆς Δημοκρατίας συνίσταται εἰς ὁλόκληρον τὸ ἔθνος».
    Τὸ Σύνταγμα, ἄρθρο 107
  31. «Ὡς πότ᾿ ὀφικιάλιος (ἀξιωματοῦχος) σὲ ξένους βασιλεῖς; ἔλα νὰ γίνῃς στῦλος δικῆς σου τῆς φυλῆς».
    Θούριος, στίχ. 55-56
  32. «Οἱ Ἕλληνες... δέχονται ὅλους τοὺς ἀδικημένους ξένους καὶ ὅλους τοὺς ἐξωρισμένους ἀπὸ τὴν πατρίδα των δι᾿ αἰτίαν τῆς Ἐλευθερίας».
    Τὸ Σύνταγμα, ἄρθρο 120
  33. «Γιὰ τὴν Ἐλευθερίαν νὰ ζώσωμεν σπαθί, πὼς εἴμασθ᾿ ἀντρειωμένοι, παντοῦ νὰ ξακουσθῇ».
    Θούριος, στίχ. 47-48
  34. «Οἱ Ἕλληνες... ἀπαρνοῦνται καὶ δὲν δίδουν ὑποδοχὴν καὶ περιποίησιν εἰς τοὺς Τυράννους».
    Τὸ Σύνταγμα, ἄρθρο 120
  35. «Οἱ Ἕλληνες... δὲν κάνουν ποτὲ εἰρήνην μὲ ἕνα ἐχθρόν, ὁποῦ κατακρατεῖ τὸν ἑλληνικὸν τόπον».
    Τὸ Σύνταγμα, ἄρθρο 121
  36. «Ὡς πότε παλληκάρια, νὰ ζῶμεν στὰ στενὰ μονάχοι, σὰν λιοντάρια, στὲς ράχες, στὰ βουνά;».
    Θούριος, στίχ. 1-2
  37. «Τί σ᾿ ὠφελεῖ ἂν ζήσῃς καὶ εἶσαι στὴ σκλαβιά; στοχάσου πὼς σὲ ψένουν καθ᾿ ὥραν στὴ φωτιά».
    Θούριος, στίχ. 9-10
  38. «Συμβούλους προκομένους, μὲ πατριωτισμό, νὰ βάλωμεν εἰς ὅλα νὰ δίνουν ὁρισμόν».
    Θούριος, στίχ. 23-24
  39. «Σταυρός, ἡ πίστις καὶ καρδιά, δουφέκια καὶ καλὰ σπαθιά, γκρεμίζουν Τυραννίαν, τιμοῦν Ἐλευθερίαν».
    Ὕμνος Πατριωτικός, στροφὴ 14
  40. «Κ᾿ ἡ ἀναρχία ὁμοιάζει τὴν σκλαβιά».
    Θούριος, στίχ. 27
  41. «Στὴν γνώμη τῶν τυράννων νὰ μὴν ἐλθῶ ποτέ, μήτε νὰ τοὺς δουλεύω, μήτε νὰ πλανηθῶ. Εἰς τὰ ταξίματά τους, γιὰ νὰ παραδοθῶ.
    Θούριος, στίχ. 33-35
  42. «Σᾶς κράζῃ ἡ Ἑλλάδα, σᾶς θέλει, σᾶς πονεῖ ζητᾷ τὴν συνδρομήν σας μὲ μητρικὴν φωνή».
    Θούριος, στίχ. 85-86
  43. «Μὲ μία καρδίαν ὅλοι, μιὰ γνώμην, μιὰ ψυχή, κτυπᾶτε τοῦ Τυράννου τὴν ρίζαν, νὰ χαθῇ».
    Θούριος, στίχ. 105-106
  44. «Νὰ λάμψῃ πάλιν Λευθεριά, ὡς ἦτον τότε μιὰ φορά».
    Ὕμνος Πατριωτικός, στροφὴ 20
  45. «Πῶς οἱ προπάτορές μας ὡρμοῦσαν σὰν θεριά, γιὰ τὴν ἐλευθερίαν πηδοῦσαν στὴ φωτιά».
    Θούριος στίχ. 117-118
  46. «Νὰ σφάξωμεν τοὺς λύκους, ποὺ τὸν ζυγὸν βαστοῦν καὶ Χριστιανοὺς καὶ Τούρκους σκληρὰ τοὺς τυραννοῦν».
    Θούριος, στίχ. 121-122
  47. «Εἰς τὴν δικαιοσύνην νὰ σκύψῃ ὁ ἐχθρός».
    Θούριος, στίχ. 124
  48. «Αὐτοὶ (οἱ καπετανέοι) Τυράννους δὲν ψηφοῦν, κ᾿ ἐλεύθεροι στὸν κόσμον ζοῦν, πλοῦτος, ζωή, τιμή τους, εἶν᾿ μόνο τὸ σπαθί τους».
    Ὕμνος Πατριωτικός, στροφὴ 32
  49. «Πάντοτε ἡ σταθερότης εἶναι πρᾶγμα ἐπαινετὸν αὐτὴ ἔχει τὰ πρωτεῖα πολλῶν ἄλλων ἀρετῶν».
    Ἠθικὸς Τρίπους, σελ. 187
  50. «Σταθερὸς ἂς διαμένῃ στὴν φιλίαν του τινάς, γιὰ νὰ ἔχῃ τῆς ζωῆς του τὰς ἡμέρας του τερπνάς».
    Ἠθικὸς Τρίπους, σελ. 187