Φώτης Κόντογλου - Χρονολόγιο

1895 ** Νοεμβρίου. Γέννηση τοῦ Φωτίου Ἀποστολέλη στὸ Ἀϊβαλὶ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ὁ Φώτης εἶναι τὸ τέταρτο κατὰ σειρὰ παιδὶ τοῦ Νικολάου Ἀποστολέλη καὶ τῆς Δέσποινας Κόντογλου. Τὰ ἄλλα του ἀδέλφια εἶναι ὁ Ἰωάννης, ἡ Ἀναστασία καὶ ὁ Ἀντώνης.
1896 Πεθαίνει ὁ πατέρας του. Τὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν ἀναλαμβάνει τώρα ἡ μητέρα τους μὲ τὸν ἀδελφό της Στέφανο Κόντογλου, «ἡγούμενο» στὸ οἰκογενειακὸ μοναστηράκι τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς. Στὴν περιοχὴ αὐτή, δίπλα στὴ θάλασσα καὶ τοὺς ἀνθρώπους της, ἔζησε τὰ παιδικά του χρόνια καὶ λόγω τῆς μεγάλης του ἀγάπης γιὰ τὴ θάλασσα, ἀρχικὰ ἤθελε νὰ γίνει πλοίαρχος .
1906 Τελειώνει τὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο τῆς Κάτω Χώρας καὶ ἐγγράφεται στὸ Γυμνάσιο στὸ Ἀϊβαλί.
1911 Ἡ μαθητικὴ παρέα ἀποτελεῖται ἀπὸ τοὺς Στρατὴ Δούκα καὶ Πάνο Βαλσαμάκη. Μαζὶ ἐκδίδουν καὶ τὸ σχολικὸ περιοδικὸ «Μέλισσα», τοῦ ὁποίου τὴν εἰκονογράφηση ἀναλαμβάνει ὁ Φώτης. Συχνὰ μὲ τὸ Στρατὴ Δούκα ἐπισκέπτονται ναοὺς καὶ ἐξωκκλήσια καὶ μελετᾶ τὶς ἁγιογραφίες.
1912 Ἀποφοιτᾶ ἀπὸ τὸ Γυμνάσιο τοῦ Ἀϊβαλί. Σκέπτεται νὰ φοιτήσει στὴ ζωγραφικὴ σχολὴ τοῦ Πολυτεχνείου Ἀθηνῶν.
1913 Τὸ Σεπτέμβριο ὁ θεῖος του Στέφανος τὸν ἐγγράφει στὴ Σχολὴ Καλῶν Τεχνῶν. Δάσκαλοί του εἶναι οἱ Βικάτος, Γερανιώτης, Ροϊλὸς καὶ Καλούδης. Ἐκεῖ γνωρίζει τὸ Σπύρο Παπαλουκᾶ, τεταρτοετῆ στὴ Σχολή. Μεταξὺ τῶν συμφοιτητῶν του καὶ ὁ Ἰούλιος Χαΐμης. Συγκατοικεῖ μὲ τὸ Δούκα σὲ μιὰ σοφίτα στὴ Νεάπολη. Στέκι τῆς φοιτητικῆς τους παρέας εἶναι τὸ παλαιοβιβλιοπωλεῖο - ἐντευκτήριο τοῦ Βασιλάκη Κουμπούγια. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ ἀπὸ τὸν Ἐλευθερουδάκη προμηθεύεται ὁ Φώτης βιβλία καὶ περιοδικά.
1914-15 Διακόπτει τὶς σπουδές του καὶ ταξιδεύει στὴν Εὐρώπη. Πηγαίνει στὸ Βέλγιο, στὴν Ἱσπανία, τὸ Περιγκέ, τὴ Λιμὸζ καὶ τὴν Μασσαλία στὴν Γαλλία. Ἐγκαθίσταται στὸ Παρίσι γιὰ τρία χρόνια ὄπυ ἐργάζεται σὲ διάφορες χειρωνακτικὲς ἐργασίες, παράλληλα ὅμως καὶ στὴν Ἰλλουστρασιὸν ὡς σχεδιαστῆς ὅπου βραβεύεται γιὰ τὴν εἰκονογράφηση τῆς «Πείνας» τοῦ Χάμσουν...
1918 Γράφει τὸν «Πέδρο Καζᾶς» καὶ σχεδιάζει τὴν εἰκονογράφησή του.
1919 Ἐπιστρέφει στὸ Ἀϊβαλί· διδάσκει Γαλλικὰ καὶ Τεχνικὰ στὸ Παρθεναγωγεῖο τῆς πόλης καὶ ἱδρύει τὸ σύλλογο «Νέοι Ἄνθρωποι».
1920 Πρώτη ἔκδοση τοῦ «Πέδρο Καζᾶς» στὸ τυπογραφεῖο τοῦ Αἰολικοῦ Ἀστέρα μὲ ἔξοδα τοῦ Στρατῆ Δούκα.
1921 Ἐπιστρατεύεται στὴ διάρκεια τῆς Μικρασιατικῆς ἐκστρατείας καὶ μετὰ τὴν ἀποστράτευσή του ἐπιστρέφει στὸ Παρθεναγωγεῖο στὸ Ἀϊβαλί.
1922 Μὲ τὴν Μικρασιατικὴ καταστροφὴ φτάνει στὶς 14 Αὐγούστου στὴ Λέσβο, φυλάσσοντας τὴν ἱερὴ εἰκόνα τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς. Ὁ «κύκλος» τῆς Ἕλλης Ἀλεξίου καὶ τοῦ Βάσου Δασκαλάκη τὸν καλεῖ καὶ ἐγκαθίσταται στὴν Ἀθήνα, ὅπου συνεργάζεται μὲ τὶς ἐκδόσεις Ἐλευθερουδάκη καὶ Γανιάρη.
1923 Έκδοση τοῦ «Πέδρο Καζᾶς» ἀπὸ τὸν Χ.Γανιάρη. Τὴν ἄνοιξη ταξιδεύει γιὰ πρώτη φορὰ στὸν Ἄθωνα. Μελετᾶ τὴ βυζαντινὴ καὶ μεταβυζαντινὴ εἰκονογραφία καὶ ζωγραφίζει τοπία, μονὲς καὶ διάφορες μορφὲς μοναχῶν. Ἀντιγράφει εἰκόνες καὶ μικρογραφίες, ποὺ θὰ συμπεριληφθοῦν στὴν ἔκδοση «Ἡ τέχνη τοῦ Ἄθω» ἀπὸ τὸ Χ.Γανιάρη. Ἐκεῖ γράφει καὶ πολλὰ κείμενα τῆς Βασάντα.

Στὴ Μυτιλήνη, στὴν αἴθουσα τοῦ Γυμνασίου, πραγματοποιεῖται ἡ πρώτη του ἔκθεση μὲ τὴν ἁγιορείτικη συγκομιδή του, μαζὶ μὲ ἔργα τοῦ Μαλέα. Στὴν Ἀθήνα, στὸ Λύκειο Ἑλληνίδων (21/10-21/11/23) συμμετέχει μὲ βυζαντινὰ ἀντίγραφα στὴν ἔκθεση Βυζαντινῆς Τέχνης. Γνωρίζεται μὲ τὸν Φῶτο Πολίτη, τὸ Δ.Πικιώνη καὶ τὸ Γ.Ἀποστολάκη. Φιλοτεχνεῖ τὴν προσωπογραφία τοῦ φίλου καὶ συμμαθητή του Στρατῆ Δούκα.

1924 Ἐκδίδεται ἡ «Βασάντα» ἀπὸ τὸ Χ.Γανιάρη. Τὸν Αὔγουστο ταξιδεύει καὶ πάλι στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου συναντᾶ τὸ Δούκα καὶ τὸν Παπαλουκᾶ. Ἀντιγράφει βυζαντινὲς εἰκόνες κατὰ παραγγελία τοῦ Διονυσίου Λοβέρδου. Φιλοτεχνεῖ τὶς προσωπογραφίες τοῦ Νικολάου Χρυσοχόου καὶ τῆς Μαρίας.
1925 Στὶς 27 Φεβρουαρίου παντρεύεται τὴν ἀϊβαλιώτισα Μαρία Χατζηκαμπούρη. Ἀναλαμβάνει τὴν ἐπιμέλεια τοῦ περιοδικοῦ «Φιλικὴ Ἐταιρία». Συνεργάτες στὰ πρῶτα ἕξι τεύχη ποὺ κυκλοφόρησαν ἦταν οἱ : Κώστας Βάρναλης, Βάσος Δασκαλάκης, Δημήτρης Πικιώνης, Γιωσὲφ Ἐλιγιά, Γιάννης Κεφαλληνός, Στρατὴς Δούκας, Κ.Ι.Σφακιανάκης. Μέσα ἀπὸ τὶς σελίδες τοῦ περιοδικοῦ ὑπερασπίζεται τὸν Κ.Βάρναλη γιὰ τὸ «Φῶς ποὺ καίει». Ἐἰκονογραφεῖ τὴν ποιητικὴ συλλογὴ τοῦ Λ.Μαμμέλη «Θαλασσινά».
1926 Στο Ξενοδοχεῖο Μπρίστολ στὸ Βόλο πραγματοποιεῖ ἔκθεση μὲ τὸν Τ.Καλμοῦχο. Φιλοτεχνεῖ τοπίο τοῦ Ναυπλίου καὶ εἰκονογραφεῖ τὸ βιβλίο «Παῦλος Μελᾶς»τῆς Ναταλίας Μελᾶ.
1927 Γνωρίζει τὸν Γιάννη Τσαρούχη. Γίνεται τακτικὸς συνεργάτης στὸ περιοδικὸ «Ἑλληνικὰ Γράμματα» τοῦ Κωστῆ Μπαστιᾶ, μὲ μελέτες, μεταφράσεις καὶ πίνακες. Πραγματοποιεῖ ἔκθεση στὴν Ἀθήνα, στὸ Λύκειο Ἑλληνίδων. Φιλοτεχνεῖ τὸν Ἅγιο Γεώργιο καὶ τὴν Ἁγία Εὐγενία, τὶς πρῶτες φορητὲς εἰκόνες του, γιὰ τὸ «Μητροπολιτικό» Ναὸ Κιμώλου. Εἰκονογραφεῖ τὰ «Παραμύθια» τοῦ Μέγα καὶ σχεδιάζει τὰ κοσμήματα τοῦ περιοδικοῦ «Νέα Ἑστία». Τὸ Μάρτιο ἀναλαμβάνει ἀπὸ κοινοῦ με τὸ Σπύρο Παπαλουκᾶ, τὴ σκηνογραφία τοῦ «Βασιλικοῦ» του Μάτεσι, σὲ σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη, στὸ Ἐθνικὸ Θέατρο. Τὸ Σεπτέμβριο τοῦ ἴδιου χρόνου συνεργάζεται μὲ τὸ Φ.Πολίτη γιὰ νὰ σκηνικά της Ἑκάβης μὲ πρωταγωνίστρια τὴ Μαρίκα Κοτοπούλη, στὸ Παναθηναϊκὸ Στάδιο.
1928 Ἐκδίδεται τὸ βιβλίο του «Ταξίδια». Φιλοτεχνεῖ τὴν προσωπογραφία «Ὁ γέροντας τῆς Κίμωλος».
1929 Δημοσιεύεται στὰ «Ἑλληνικὰ Γράμματα» ἡ σημαντικὴ μελέτη του «Γιὰ νὰ πάρουμε μία ἰδέα ἀπὸ ζωγραφική». Συμμετέχει μὲ ἀντίγραφα τοῦ Θεοτοκόπουλου σὲ ὁμαδικὴ ἔκθεση στὸ «Ἄσυλο Τέχνης» τοῦ Βέλμου. Φιλοτεχνεῖ τοπιογραφία μὲ θέμα «Τὸ μέρος τῆς Χαλκίδας μὲ τὸ ὄνομα Βοῦρκος». Τὸ Μάρτιο σκηνογραφεῖ τὴ Θυσία τοῦ Ἀβραὰμ στὸ Ἐθνικὸ Θέατρο.
1930 Ἐργάζεται ὡς τεχνικὸς ἐπόπτης στὸ Βυζαντινὸ Μουσεῖο, ὅπου μὲ τὸ Γιάννη Τσαρούχη ζωγραφίζει τὸ συντριβάνι τῆς αὐλῆς. Ὁ Τσαρούχης, μαθητὴς καὶ βοηθὸς τοῦ τώρα πιά, μελετᾶ κοντά του τὴ βυζαντινὴ τέχνη. Φιλοτεχνεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ σημαντικά του ἔργα «Ἡ Κοιλάδα τοῦ Κλαυθμῶνος».
1931 Συμμετέχει σὲ ἀνασκαφὲς στὴ Σπάρτη με τὸν Ἀδ.Ἀδαμαντίου. Φτιάχνει ἀντίγραφα τοιχογραφιῶν καὶ ἀναπαραστάσεις ρωμαϊκοῦ τάφου.
1932 Κτίζει τὸ σπίτι του στὴν περιοχὴ Κυπριάδου-Βιζυηνοῦ 16, σὲ σχέδια τοῦ ἀρχιτέκτονα Κίμωνα Λάσκαρι καὶ μαζὶ μὲ τοὺς μαθητὲς τοῦ Τσαρούχη καὶ Ἐγγονόπουλο ζωγραφίζουν, μὲ τὴν τεχνική της νωπογραφίας (fresco), καὶ μεταβυζαντινὴ διάταξη, τὸ μπροστινὸ δωμάτιο. Σήμερα τὸ μοναδικὸ ἔργο αὐτὸ ἔχει ἀποτειχιστεῖ καὶ βρίσκεται στὴν Ἐθνικὴ Πινακοθήκη. Συντηρεῖ τὶς τοιχογραφίες τοῦ καθολικοῦ τῆς Καισαριανῆς. Ζωγραφίζει μὲ τὸν Τσαρούχη εἰκοσιδύο εἰκόνες τοῦ ναοῦ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου (Παντάνασσας) στὸ Μοναστηράκι. Τυπώνεται ἡ ἔκδοση Icones et Fresques d' Αrt Byzantin.
1933

Προσκαλεῖται ἀπὸ τὴν Αἰγυπτιακὴ κυβέρνηση καὶ ἐργάζεται στὸ Κοπτικὸ Μουσεῖο, γιὰ τὸ Διευθυντή του Μάρκο Πασᾶ. Τὸ Νοέμβριο τοῦ ἀπονέμεται τὸ «Ἀπολυτήριο Γραφικῆς» ἀπὸ τὴ Σχολὴ Καλῶν Τεχνῶν. Προσλαμβάνεται ἀπὸ τὸ Κολλέγιο Ἀθηνῶν ὡς καθηγητὴς ζωγραφικῆς, ὅπου συνδέεται στενὰ μὲ τὸν Κάρολο Κοῦν. Μεταξὺ τῶν μαθητῶν του συγκαταλέγονται καὶ οἱ Δημήτρης Χὸρν καὶ Ἀλέξης Σολωμός. Μὲ ἐπιμέλεια τοῦ Ἀ.Ξυγγόπουλου καὶ τὴ συνεργασία τοῦ Γ. Τσαρούχη ἐκδίδεται ἀπὸ τὶς «Ἑλληνικὲς Τέχνες» τὸ βιβλίο «Τοιχογραφίαι ἐκκλησιῶν Ὑμηττοῦ. Μοναὶ Θεολόγου καὶ Καισαριανῆς» (καὶ σὲ γαλλικὴ μετάφραση). Σχεδιάζει τὸ ψηφιδωτό του Ἁγίου Διονυσίου Ἀρεοπαγίτη στὸν ὁμώνυμο ναὸ τῆς ὁδοῦ Σκουφᾶ (ἐκτέλεση Στέφανου Ξενόπουλου).

1934 Ὁ Τσαρούχης διαφωνεῖ μὲ τὸν Κόντογλου καὶ διακόπτει τὴ μαθητεία του. Συντηρεῖ τὶς εἰκόνες στὸ Μουσεῖο τῆς Κέρκυρας. Συμμετέχει στὴν ΧΙΧ Biennale τῆς Βενετίας. Ἀρχίζει τὴν ἁγιογράφηση τοῦ παρεκκλησιοῦ Ἁγίας Λουκίας, ποὺ ἀνήκει στὴν οἰκογένεια Ζαΐμη στὸ Ρίο τῆς Πάτρας. Φιλοτεχνεῖ τὴ φορητὴ εἰκόνα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν Καπνικαρέας καὶ τὴν προσωπογραφία τοῦ Νίκου Ἐγγονόπουλου.
1935 Τυπώνεται ὁ «Ἀστρολάβος» μὲ τὴ συνεργασία τοῦ Τσαρούχη στὶς μικρογραφίες. Φιλοτεχνεῖ τὸν φορητὸ πίνακα «Αἴας καὶ Ὀδυσσέας». Ἀναλαμβάνει τὸ εἰκονοστάσι τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης τοῦ νοσοκομείου Ἐρυθρὸς Σταυρός. Τὸ 1948 στὴν κόγχη τοῦ Ἱεροῦ ἱστορεῖ τὴ φιλοξενία τοῦ Ἀβραάμ.
1936 Καθαρίζει τὶς τοιχογραφίες τῆς Περιβλέπτου στὸ Μυστρᾶ. Οἱ ἐργασίες θὰ ἀποπερατωθοῦν τὸ 1940. Στὴν Ἀθήνα συμμετέχει στὴν ἔκθεση τῆς Ἑνώσεως Ἐλεύθεροι Καλλιτέχναι. Ἐκδίδεται λεύκωμα Βυζαντινῶν σχεδίων του ἀπὸ τὴν Ἐταιρία Βυζαντινῶν Σπουδῶν.
1937 Μεταφράζει τὸ ἔργο τοῦ Μολιέρου «Οἱ κατεργαριὲς τοῦ Σκαπέν», ποὺ θὰ ἀνέβει τὴν ἑπόμενη χρονιὰ στὸ Ἐθνικὸ Θέατρο. Ἀναλαμβάνει τὴ μνημειακὴ εἰκονογράφηση τοῦ Δημαρχείου Ἀθηνῶν (αἴθουσα ἰσογείου καὶ ἀναγνωστήριο) ὅπου ἱστορεῖται τὸ «ἑνιαῖον της φυλῆς», ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες Πατριάρχες μέχρι τὸ 19ο αἰώνα. Τὸ συνολικὸ μνημεῖο θὰ περατωθεῖ τὸ 1940 χωρὶς νὰ ἀμοιφθεῖ ποτέ. Φιλοτεχνεῖ τὴν προσωπογραφία τοῦ Χατζῆ Οὐστᾶ Ἰορδάνογλου μὲ τὸ γιό του Ὅμηρο.
1938 Στὴν Ἀθήνα συμμετέχει στὴν ἔκθεση «Ἑλληνικὴ Λαϊκὴ Τέχνη», μὲ τοὺς Π.Ζωγράφο, Θεόφιλο, Ν.Ἐγγονόπουλο, Σπ.Παπαλουκᾶ, Ν.Χατζηκυριάκο-Γκίκα, Σ.Χρηστίδη κ.ἄ. Συμμετέχει στὴν «Α´ Πανελλήνιον Καλλιτεχνικὴν Ἔκθεσιν» στὸ Ζάππειο Μέγαρο. Ἀναλαμβάνει τὴν ἱστόρηση τοῦ παρεκκλησιοῦ Ἁγίας Εἰρήνης τῆς οἰκογένειας Πεσματζόγλου, στὴν Κηφισιά, μὲ βοηθὸ τὸ Γιῶργο Γλιάτα. Φιλοτεχνεῖ τὴν τοπιογραφία «Ἀλατότοπος κοντὰ στὴ θάλασσα τῆς Μάκρης».
1939 Ἁγιογραφεῖ τὸν πρῶτο ἐνοριακὸ ναὸ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς Παιανίας. Θὰ ὁλοκληρωθεῖ τὸ 1951 μὲ τὴ συνεργασία τῶν Γ.Γλιάτα καὶ Ἰ. Τερζῆ.
1941 Στὰ χρόνια τῆς κατοχῆς ἀναγκάζεται νὰ πουλήσει τὸ σπίτι του γιὰ ἕνα σακὶ ἀλεύρι. Ὁ νέος ἰδιοκτήτης καλύπτει τὶς νωπογραφίες μὲ λαδομπογιά. Τὰ ἑπόμενα χρόνια μετακομίζει διαρκῶς. Στὶς μετακομίσεις του εἶναι πάντα μαζὶ ὁ ἑβραῖος Τζούλιο Καΐμη. Ἁγιογραφεῖ τμήματα στὸ ἐκκλησάκι τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς Παιανίας.
1942 Τυπώνεται ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Ἀετὸς τὸ βιβλίο «Φημισμένοι ἄντρες καὶ λησμονημένοι». Ξεκινᾶ τὴν ἁγιογράφηση τῆς Καπνικαρέας ἡ ὁποία συνεχίζεται μέχρι τὸ τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ ῾50.
1943 Ἐκδίδονται τὰ βιβλία του «Ὁ Θεὸς Κόνανος καὶ τὸ Μοναστήρι του, τὸ λεγόμενο Καταβύθιση», «Τὰ δαιμόνια της Φρυγίας, Ἐξ Ἀνατολῶν πνεύματα ὀργισμένα» ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Νικολόπουλου. Φιλοτεχνεῖ τοιχογραφίες μὲ ἐσχατολογικὰ θέματα στὸν τάφο τῆς Μαρίας Ἀλβανοπούλου, στὸ Α´ Νεκροταφεῖο.
1944 Ἐγκαθίσταται σ᾿ ἕνα γκαράζ, μιὰ «φάτνη αὐτοκινήτων». Ἔκδοση τῶν βιβλίων του «Πέδρο Καζᾶς» (γ´ ἔκδοση), «Ἕλληνες θαλασσινοὶ στὶς θάλασσες τῆς Νοτιᾶς, Ἡ Ἀφρικὴ καὶ οἱ θάλασσες τῆς Νοτιᾶς» (ἐκδόσεις Γλάρος), «Ἱστορίες καὶ περιστατικά» (Ἐκδόσεις Νικολόπουλος), «Ἱστορία ἑνὸς καραβιοῦ ποὺ χάθηκε ἀπάνου σὲ μιὰ ξέρα» (Ἐκδόσεις Πήγασος), «Μυστικὸς Κῆπος» (ξυλογραφίες Γιάννη Μόραλη).Φιλοτεχνεῖ τὶς λιθογραφίες γιὰ τὴν ποιητικὴ συλλογὴ τοῦ Λάμπη Χρονόπουλου «Τὰ ἄστρα τοῦ χειμώνα». Συγκλονίζεται ἀπὸ τὸ θάνατο τῆς Ἑλένης Παπαδάκη καὶ ἀφιερώνει στὴ μνήμη της μιὰ παράσταση τῆς Ἁγίας Ἑλένης.
1945 Ἐκδίδεται τὸ βιβλίο του «Οἱ ἀρχαῖοι ἄνθρωποι τῆς Ἀνατολῆς» (Ἐκδόσεις Σπ.Νικολόπουλου).
1946 Παίρνει μέρος σὲ ἔκθεση μὲ ἄλλους ἕξι ἕλληνες ζωγράφους στὸ «Ἑλληνικὸ Σπίτι», στὸ Λονδίνο (ἐκθέτουν μαζί του οἱ Γ.Βακαλό, Ν.Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Δ.Διαμαντόπουλος, Β.Σεμερτζίδης καὶ Σπ.Παπαλουκᾶς.) Συμμετέχει στὸ Λονδίνο, στὴ Βασιλικὴ Ἀκαδημία Burlinghton House, στὴν ἔκθεση «Ἑλληνικὴ Τέχνη 300π.Χ-1945 μ.Χ. Φιλοτεχνεῖ τὴν προσωπογραφία τοῦ Θάνου Βροντόλαλου.
1947 Ἐκδίδεται τὸ βιβλίο του «Βίος καὶ πολιτεία τοῦ Βλασίου Πασκὰλ διὰ Χριστὸν σαλοῦ» (Ἐκδόσεις Δ.Κολλάρου) καὶ «Βίος καὶ ἄσκησις τοῦ ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Μάρκου τοῦ ἀναχωρητοῦ» (τυπωμένο σὲ χειρόγραφο). Ἱστορεῖ μεγάλες εἰκόνες γιὰ τὸ τέμπλο τοῦ Ἁγίου Νικολάου Ἀχαρνῶν. Ἐκδίδεται τὸ βιβλίου τοῦ Δήμου Ἀπελάτη «Ἡ μηλιὰ μὲ τὰ χρυσὰ μῆλα», Ἑλληνικὸ παραμύθι, χειρογραφημένο, διακοσμημένο ἀπὸ τὸ Φώτη Κόντογλου (Ἔκδοση Κ.Βεζυργιάννη).
1948 Συνδέεται μὲ τὸ Νίκο Καροῦζο. Ἀρθρογραφεῖ στὴν ἐφημερίδα «Ἐλευθερία» καὶ θὰ διατηρήσει τὴ συνεργασία αὐτὴ μέχρι τὸ θάνατό του. Φιλοτεχνεῖ φορητὴ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου Ὁδηγήτριας, γιὰ τὸ τέμπλο τοῦ Ἁγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης. Στὴν Ἀθήνα, στὸ Ζάππειο Μέγαρο συμμετέχει μὲ θρησκευτικὰ ἔργα στὴν «Πανελλήνια Καλλιτεχνικὴ Ἔκθεση».
1949 Ἐκδίδεται τὸ βιβλίο του «Ἄνθος ἤγουν λόγια ἀνθολογημένα ἀπὸ τοὺς πατέρας» (ἀπὸ τὶς Ἐκδόσεις Ἑλληνικῆς Δημιουργίας).
1950 Ἁγιογραφεί τὸν Ἅγιο Ἀνδρέα Κάτω Πατησίων (μὲ τὴ συνεργασία Γ.Γλιάτα καὶ Π.Ὀδάμπαση) καὶ τὰ παρεκκλήσια Ἁγίου Γεωργίου τῶν ναῶν Ἁγίου Κωνσταντίνου Ὁμονοίας καὶ Ἁγίας Βαρβάρας Αἰγάλεω.
1951 Έκδοση τοῦ βιβλίου «Πηγὴ ζωῆς» (Ἐκδόσεις Ἀστέρος), ποὺ περιλαμβάνει μεταφράσεις πατερικῶν κειμένων.
1952 Ἀναλαμβάνει μὲ τὸ Βασίλη Μουστάκη τὴν ἐπιμέλεια τοῦ περιοδικοῦ «Κιβωτός». Μεταφράζει τὸ βιβλίο τοῦ Λ.Οὐσπένσκι «Ἡ εἰκόνα» (ἐκδόσεις Ἀστέρας). Ἐκδίδεται τὸ βιβλίο του «Τὸ κατὰ Ματθαῖον Ἅγιον Εὐαγγέλιον ἐξηγημένον» (Ἐκδόσεις Κιβωτοῦ). Ταξιδεύει στὰ Δωδεκάνησα καὶ ἀναλαμβάνει τὴν ἁγιογράφηση τοῦ Εὐαγγελισμοῦ Ρόδου (μὲ βοηθούς του τοὺς Ἰ. Τερζῆ καὶ Π.Ὀδαμπάση).
1953 Ἐκδίδεται «Τὸ θρηνητικὸ συναξάρι Κωνσταντίνου τοῦ Παλαιολόγου» καὶ «Εἰκόνες τῆς Παναγίας» (Ἐκδόσεις Κιβωτοῦ). Φιλοτεχνεῖ τὴν προσωπογραφία τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ Παλαιολόγου μὲ τὸν τρόπο τῆς φορητῆς εἰκόνας. Φιλοτεχνεῖ εἰκόνες γιὰ τὴν Ἁγία Τριάδα τοῦ Τσάρλεστον, μακέτες ἁγίων γιὰ ὑαλογραφήματα καὶ στὰ ἑπόμενα χρόνια, ἄλλες παραστάσεις γιὰ ναοὺς στὴν Ἀμερική.
1954 Ἀναλαμβάνει τὴν ἁγιογράφηση τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους Πολυγώνου (ἡ ὁποία θὰ ὁλοκληρωθεῖ τὸ 1958, μὲ συνεργάτες τοὺς Σπ.Παπανικολάου καὶ Ν.Ἰωάννου) καὶ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Κυψέλης (ἡ ὁποία θὰ ὁλοκληρωθεῖ τὸ 1961, μὲ συνεργάτες του τοὺς : Κων.Γεωργακόπουλο, Γεωργίου τὸν Κύπριο, Ἰ. Τερζῆ, Σπ. Παπανικολάου, Π.Ὀδάμπαση, Δ.Σεντουκᾶ, Γ.Δασκαλάκο, Π.Βαμπούλη).
1955 Ἐκδίδεται τὸ βιβλίο του «Βίος καὶ Πολιτεία τοῦ Ἁγίου καὶ ἐνδόξου Ἱερομάρτυρος Θεράποντος τοῦ Θαυματουργοῦ». Φιλοτεχνεῖ τὶς εἰκόνες τοῦ τέμπλου τῆς Μονῆς Πεντέλης καὶ τὴν Πλατυτέρα (μὲ τὴ συνεργασία τῶν μαθητῶν Γεωργίου τοῦ Κύπριου καὶ Κ. Γεωργακόπουλου).
1956 ἜΈκθεση ἁγιογραφιῶν στὸ Βυζαντινὸ Μουσεῖο τῆς Ἀθήνας «Ἡ λειτουργικὴ τέχνη ἢ ἡ βυζαντινὴ ζωγραφική».
1957 Ἐκδίδεται «Ἡ ἁγιασμένη Ἑλλάδα» (ἀνατύπωση ἀπὸ τὰ δίπτυχα τῆς Ὀρθοδοξίας). Ἀρχίζει τὴν ἁγιογράφηση τοῦ Ἁγίου Νικολάου Ἀχαρνῶν (μὲ συνεργάτη τὸν Κ.Γεωργακόπουλο) ποὺ θὰ συνεχίσει μέχρι τὸ 1964. Στὴν Ἀθήνα, στὸ Ζάππειο Μέγαρο (Μάϊος) συμμετέχει στὴν Ε´ Πανελλήνιο Καλλιτεχνικὴ Ἔκθεση. Στὴν Ἀλεξάνδρεια συμμετέχει στὴ ΙΙ Biennale (18.12.57 ἕως 15.3.58) μὲ ἀντιπροσωπευτικὸ ἔργο τὴν ἐλαιογραφία «Μακριὰ ἀπὸ τὸν πολιτισμό».
1958 Συμμετέχει τὸν Ἀπρίλιο σὲ ὁμαδικὴ ἔκθεση στὸ ὑπερωκεάνιο «Ὀλυμπία», μὲ κοσμικὰ ἔργα καὶ ἁγιογραφίες. Τοιχογραφεῖ τὸ παρεκκλήσι τῆς οἰκογένειας Πατέρα (Τώρα βρίσκονται στὴ Μονὴ Οἰνουσσῶν).
1960 Τοῦ ἀπονέμεται ὁ Ταξιάρχης τοῦ Φοίνικος. Ἐκδίδεται τὸ δίτομο βιβλίο του «Ἔκφρασις τῆς Ὀρθοδόξου Ἁγιογραφίας» (Ἐκδόσεις Ἀστέρος) ποὺ θὰ βραβευθεῖ ἀπὸ τὴν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν. Ἀναλαμβάνει τὴν ἁγιογράφηση τοῦ ναϋδρίου τῆς οἰκογένειας Καμπάνη στὸ Πικέρμι Ἀττικῆς μὲ τὸν μαθητή του Π. Βαμπούλη.
1961 Ἐκδίδονται τὰ βιβλία του «Ἡ ἀπελπισία τοῦ θανάτου εἰς τὴν θρησκευτικὴν ζωγραφικήν της Δύσεως» ἡ «Εἰρηνόχυτος καὶ πλήρης ἐλπίδος Ὀρθόδοξος Εἰκονογραφία» καὶ «Οἱ Ἅγιοι Ραφαὴλ καὶ Νικόλαος καὶ ἡ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ὁποῦ εὑρέθη εἰς τὴν Καρυὰν τῆς Θερμῆς» (Ἀνατύπωση Ποιμένος). Ἀναλαμβάνει τὴν ἁγιογράφηση τοῦ Ναϋδρίου τῆς οἰκογένειας Γουλανδρῆ στὴν Ἐκάλη μὲ τὸν μαθητή του Π.Βαμπούλη.
1962 Ἐκδίδονται τὰ βιβλία «Σημεῖον Μέγα», «Ἔργα Α´, Τὸ Ἀϊβαλὶ ἡ πατρίδα μου» καὶ «Ἔργα Β´, Ἀδάμαστες ψυχές» (Ἐκδόσεις Ἀστέρος). Συμμετέχει στὴν «Ἔκθεσιν ἐννέα συγχρόνων Ἑλλήνων Ἁγιογράφων» στὴν Αἴθουσα τοῦ παλαιοῦ Ἀρχιεπισκοπικοῦ Μεγάρου Λευκωσίας (28.12.62 ἕως 12.1.63).
1963 Βραβεύεται ἀπὸ τὴν Ὁμάδα τῶν Δώδεκα μὲ τὸ βραβεῖο Πουρφίνα, γιὰ τὸ βιβλίο τοῦ «Τὸ Ἀϊβαλὶ ἡ πατρίδα μου». Στὸ ξενοδοχεῖο «Γαλήνη» στὰ Καμμένα Βοῦρλα πραγματοποιεῖται ἡ «Ἔκθεσις Ἑλληνικῆς Ζωγραφικῆς»ἀπὸ τὸ Πρακτορεῖο πνευματικῆς συνεργασίας τοῦ Μάριου Βαγιάννου(1.1-28.2.63). Εἶναι ἡ τελευταία ἔκθεση στὴν ὁποία λαμβάνει μέρος πρὶν τὸ θάνατό του. Ἐκδίδεται τὸ βιβλίο τοῦ «Ἔργα Γ´, Ἡ πονεμένη Ρωμιοσύνη» (Ἐκδόσεις Ἀστέρος). Στὶς 13 Σεπτεμβρίου τραυματίζεται μὲ τὴ γυναίκα του, σὲ αὐτοκινητικὸ δυστύχημα, στὴ Βούλα. Τὸ Δεκέμβριο, ἀρθρογραφεῖ, μὲ ἀνθενωτικὸ πνεῦμα, στὴν ἐφημερίδα «Ὀρθόδοξος Τύπος».
1964 Ἐκδίδει τὸ βιβλίο του «Τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία καὶ τί εἶναι ὁ Παπισμός».
1965 Στὶς 24 Μαρτίου ἡ Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, τὸν τιμᾶ μὲ τὸ Ἀριστεῖο Γραμμάτων καὶ Τεχνῶν. Ἐκδίδεται τὸ βιβλίο του «Ἔργα Δ´, Γιαβᾶς ὁ Θαλασσινὸς καὶ ἄλλες ἱστορίες» (Ἐκδόσεις Ἀστέρος). Ἁγιογραφεῖ μὲ τὸν Πέτρο Βαμπούλη τὸ παρεκκλήσι τῆς Πολυκλινικῆς Ἀθηνῶν. Ζωγραφίζει τὸ τελευταῖο του ἔργο. Εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ Ἐλεήμονος.

13 Ἰουλίου : Πεθαίνει σὲ ἡλικία 70 ἐτῶν.

Τὸ χρονολόγιο εἶναι ἀπὸ τὸ βιβλίο « Φώτης Κόντογλους Ἐν εἰκόνι διαπορευόμενος» τῶν ἐκδόσεων ΑΚΡΙΤΑΣ

Δέσπω Κόντογλου - Μαρτίνου
ΚΕΝΤΡΟ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ
ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ
Βιζυηνοῦ 16, 111 41 Ἀθήνα
Τηλέφωνο καὶ Φὰξ : 210.2282.426
mail: info@Kontoglou.gr