Ματθαῖος Μουντές - Ὁ κυρ-Φώτης δὲν φταίει
ἢ ὁ κυρ-Φώτης θὰ ξαναρθεῖ

Ὁ κυρ-Φώτης δὲν φταίει
γιὰ τὰ νέον στοὺς σταυροὺς τῶν τρούλλων
γιὰ τὰ ἰδιωτικὰ παρεκκλήσια
τῶν νεοαριστοκρατῶν καὶ τῶν νεοπλούτων.

Ἐκεῖνος ἀποκατάστησε τὴν τιμὴ
τῶν βυζαντινῶν εἰκόνων
γιὰ τὶς καθέδρες καὶ τὰ ἐξωκκλήσια
μὲ τάματα καὶ δεήσεις καὶ δάκρυα
κι ὄχι μὲ λαχειοφόρες ἀγορές.

Πολέμησε τοὺς εἰκονοκλάστες
ἐγκόσμια νηπτικός·
στάθηκε κοντὰ στοὺς καυσοκαλυβίτες
ἄσκευος καὶ ἀπέριττος·
κάλεσε σὲ αὐτοσχέδια τράπεζα
τοὺς πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν ἁπλότητα·
τὶς ὀπῶρες τῆς Ὀρθοδοξίας
μάζευε στὸ καλαθάκι τῆς ἀλήθειάς του.

Στὸν Ξηροπόταμο τῶν ἀγαθῶν
εὐλόγησε τὰ ἄσπαρτα χωράφια·
συντρόφεψε τοὺς ἀσκητὲς καὶ τὰ κυνάρια·
νωτοφόρος καὶ ἄγρυπνος
κουβάλησε τὸ μικρὸ κοινόβιό του
στὴν ὀροφὴ τῶν οὐρανῶν.

Ἔπηξε τὴ Λαύρα του
στὴν πλαγιὰ τῆς ἀκτημοσύνης
καὶ κλάδευε τὴν ἀμπελικιά του
γιὰ νὰ τοῦ δίνει μιὰ μικρὴ νταμιζάνα κρασί.

Ἐπέστρεφε συχνὰ στὴν καταγωγὴ τῶν ὑδάτων
στὸ μικρὸ ἐπίνειο τῆς ταπεινοσύνης
στοὺς ἀρσανάδες τῆς πολύβουης ἀκτῆς.

Ἡσύχιος καὶ ἀνύπνωτος
κατέγραψε τὰς ἐπιδρομὰς τῶν δαιμόνων
καὶ τῶν πειρατῶν.

Ὁ κυρ-Φώτης δὲν φταίει
γιὰ τοὺς τοκογλύφους τῶν ἰδεῶν
καὶ τοὺς χριστοκάπηλους.

Πρὸς τὸ παρὸν σιωπᾶ.
Ὅμως φραγγέλιο μᾶς ἑτοιμάζει
ἀπὸ κεῖ ψηλὰ ποὺ μᾶς βλέπει.
(Πίνει τὸ τσιπουράκι του μὲ τὸν κὺρ Ἀλέξανδρο
καὶ τὸν Καροῦζο - ὁ Τσαρούχης τρώει τὸ γλυκό του.)
Συχνὰ ἀποστρέφει μὲ βδελυγμία τὸ πρόσωπο.
Ὀργίζεται.

Καὶ θἄρθει ὥρα καὶ νῦν ἐστι
ποὺ θὰ παραμερίσει βίαια
τοὺς κίβδηλους καὶ τοὺς παραχαράκτες
τὸν ἑσμὸ τῶν Φαρισαίων
τῶν καθαρῶν
τῶν κυμβάλων ποὺ ἀλαλάζουν τὴν ἀρετή τους
καὶ θὰ ἀποκαταστήσει ξανὰ
τὴν πονεμένη Ρωμιοσύνη.

Ἐκεῖ ποὺ τὰ ξυλοκέρατα τῶν ἀνέραστων
ἐκεῖ ποὺ πλαστικὰ ἰδανικὰ πλεονάζουν
ἐκεῖ, στὴν πενία καὶ στὴν ἔνδεια
θἄρθει καὶ θὰ μᾶς ἐμπλήσει καὶ πάλι
σίτου, οἴνου καὶ ἐλαίου.