ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΛΑΪΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

Μ. ΓΚΙΚΑ

Το περιβάλλον μας βρίσκεται σε κατάσταση κινδύνου. Η ελληνική παράδοση θεωρείται αναχρονιστική και αργοπεθαίνει. Υπάρχει σχέση αλληλεξάρτησης στο τρίπτυχο «Περιβάλλον, Παράδοση, Εκπαίδευση»; Υπάρχει, άραγε, κάποιο σημείο που τέμνονται, που συναντιούνται; Ποια είναι η σχέση Παράδοσης-Αστυφιλίας, Παράδοσης-Ελληνικής Φύσης, Παράδοσης-Αρχιτεκτονικής, Παράδοσης-Λογοτεχνίας, Παράδοσης-Λαογραφίας, Παράδοσης-Λαϊκής Τέχνης;

Τι ρόλο καλείται να παίξει η Εκπαίδευση; Μπορεί να ευαισθητοποιήσει εκπαιδευτικούς και μαθητές στην έγκαιρη κατανόηση των περιβαλλοντικών προβλημάτων; Μπορεί η διατήρηση της Παράδοσης να βοηθήσει στη δραστηριοποίηση των μαθητών για την προστασία του περιβάλλοντος; Να μερικά από τα ερωτήματα που θα μας απασχολήσουν στην παρούσα ανακοίνωση.

Our environment is in danger. The Greek tradition is regarded as old –fashioned and is slowly dying. Is there interdependence between environment, tradition and education? Is there a point on which they converge? What is the relationship between Tradition and Urbanism, Tradition and Greek nature, Tradition and Architecture, Tradition and Literature, Tradition and Folklore? What is the role that Education is invited to play? Can it make educators and students more sensitive I order to fully understand at the proper time the environmental problems that exist? Can the preservation of Tradition help activate students in order to protect the environment? These are some of the questions that arise and will be dealt with in the present paper.

«Τα γεγονότα μας υπενθυμίζουν σε κάθε βήμα, ότι δε βασιλεύουμε πάνω στη φύση, όπως κάποιος που θα βρισκόταν έξω απ’ αυτήν, κατακτητής που βασιλεύει πάνω σε ένα ξένο λαό, αλλά ότι της ανήκουμε με τη σάρκα μας, το αίμα μας και το μυαλό μας….»

Και συνεχίζει ο Φ. ΄Ενγκελς στο βιβλίο «Διαλεκτική της Φύσης»: «Σε σχέση με τη φύση, δεν υπολογίζουμε παρά μόνο το πιο βραχυπρόθεσμο και χειροπιαστό αποτέλεσμα. Κι ύστερα απορούμε γιατί, οι πράξεις που αποσκοπούν σ’ αυτό το άμεσο αποτέλεσμα, έχουν μακροπρόθεσμες συνέπειες, τελείως διαφορετικές και συχνά διαμετρικά αντίθετες.» Από την άλλη μεριά, έρχεται ο καθηγητής Σόλων Κυδωνιάτης να δώσει το σύνθημα: «Πίσω στην παράδοση, για να πάμε μπροστά. Δεν είναι αναχρονισμός η παράδοση και η επικοινωνία μ’ αυτήν γίνεται επιτακτική». Άραγε είναι δυνατό το πάντρεμα αυτών των δύο θεμάτων, της Παράδοσης από τη μια πλευρά και της Προστασίας του Περιβάλλοντος από την άλλη; Το πρώτο, η Παράδοση, ανήκει σ’ ένα χώρο πνευματικό, το δεύτερο σ’ ένα χώρο φυσικό. Υπάρχει, άραγε, κάποιο σημείο που τέμνονται, που συναντιούνται; Τι ρόλο καλείται να παίξει η Εκπαίδευση; Μπορεί να ευαισθητοποιήσει εκπαιδευτικούς και μαθητές στην έγκαιρη κατανόηση των περιβαλλοντικών προβλημάτων;

Υπάρχει σχέση συνάφειας στο τρίπτυχο «Περιβάλλον, Εκπαίδευση, Παράδοση» ή αποτελούν αυτόνομες και ασύνδετες ενότητες; Μπορεί η διατήρηση της Παράδοσης να βοηθήσει στη δραστηριοποίηση των μαθητών για την προστασία του περιβάλλοντος; Να μερικά από τα ερωτήματα που θα μας απασχολήσουν στην σημερινή μας συνάντηση.

ΜΕΡΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Θα ξεκινήσω με κάποιους ορισμούς, που θα μας βοηθήσουν να βρούμε τη σχέση που συνδέει τις παραπάνω έννοιες: Ελληνική Παράδοση ονομάζουμε όλα εκείνα τα θεμελιώδη, τα αιώνια πολιτιστικά στοιχεία και τις ηθικές αξίες, που παραδόθηκαν από τη μια γενιά στην άλλη σα γνήσια, σαν αυθεντικά ελληνικά γνωρίσματα. Τα κυριότερα στοιχεία της παράδοσης είναι η Ελληνική μας γλώσσα, η Ορθόδοξη Χριστιανική μας θρησκεία, τα δημοτικά μας τραγούδια, τα παραμύθια, οι παροιμίες, οι λαϊκοί χοροί, η λαϊκή τέχνη, τα ήθη και τα έθιμα χαράς και λύπης, η διάρθρωση και ο θεσμός της οικογένειας, κ.α.

Περιβάλλον Το περιβάλλον μας είναι δύο ειδών: α) το Φυσικό Περιβάλλον, β) το Πολιτιστικό Περιβάλλον. -Φυσικό Περιβάλλον, είναι ο θαλάσσιος, χερσαίος και εναέριος χώρος, που βρίσκεται γύρω μας, μαζί με την πανίδα και την χλωρίδα.

-Πολιτιστικό Περιβάλλον, είναι τα στοιχεία του πολιτισμού που δημιουργήθηκαν από την παρέμβαση και τις σχέσεις του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον, όπως π.χ., οι αρχαιολογικοί τόποι, τα μνημεία, τα ήθη, τα έθιμα, οι παραδόσεις, η τέχνη κ.λ.π.

Προστασία Περιβάλλοντος είναι η οργανωμένη προσπάθεια του ανθρώπου να περισώσει πρώτα το φυσικό του περιβάλλον, τη φύση αυτή καθ’ αυτή, την πανίδα, την χλωρίδα, τα φυσικά τοπία και ύστερα να προστατεύσει τις πολιτιστικές του αξίες, τα μνημεία του, τα έθιμα του, τη γλώσσα του.

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση Σύμφωνα με τον ορισμό που έδωσε η UNESCO το 1977 στην Τιφλίδα της Γεωργίας, η ΠΕ είναι μία νέα εκπαιδευτική διαδικασία ικανή να διαμορφώνει συνειδητούς πολίτες με γνώσεις, ευαισθησίες, φαντασία και επίγνωση των σχέσεων που τους συνδέουν με το περιβάλλον, έτοιμους να προτείνουν λύσεις και να συμμετέχουν στη λήψη και την εκτέλεση αποφάσεων.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Στο προηγούμενο κεφάλαιο ορίσαμε τι είναι Ελληνική Παράδοση, τι είναι περιβάλλον, τι είναι προστασία του περιβάλλοντος, και τι περιλαμβάνει η περιβαλλοντική εκπαίδευση, τα τέσσερα δηλαδή στοιχεία που αποτελούν το αντικείμενο της έρευνάς μας.

Ας επανέλθουμε τώρα στο αρχικό μας ερώτημα. Αν, δηλαδή, αυτά τα θέματα βρίσκονται σε συνάρτηση και πώς μπορεί η ελληνική παράδοση να αποτελεί προϋπόθεση για την προστασία του περιβάλλοντος και επομένως αντικείμενο της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Με μια πρώτη ματιά, θα έλεγε κανείς ότι τα χωρίζει τεράστια απόσταση, διότι ακριβώς ανήκουν σε δυο ξεχωριστούς χώρους. Στην πραγματικότητα, όμως, βρίσκονται σε μια σχέση αλληλεξάρτησης, βρίσκονται σε μια ισορροπία. Και την ισορροπία αυτή ο άνθρωπος μπορεί να την τελειοποιήσει στις λεπτομέρειες της. Δεν μπορεί όμως να την μεταβάλλει σε τίποτα ουσιαστικό, χωρίς ο ίδιος να καταστραφεί. Αν, λοιπόν, η προστασία του περιβάλλοντος είναι μια προσπάθεια διάσωσης, συντήρησης και επιβίωσης του φυσικού μας περιβάλλοντος, δεν είναι τελείως άσχετη από το παραδοσιακό στοιχείο, το οποίο για να είναι αυθεντικό, χρειάζεται το φυσικό του περιβάλλον και αντίθετα. Πώς να μιλήσεις, παραδείγματος χάρη, για την οικογενειακή ζωή, που είναι το στοιχείο της ελληνικής παράδοσης, χωρίς να μιλήσεις για τις γλάστρες με τα λουλούδια, για την αυλή του σπιτιού με τα δέντρα της, για το πηγάδι, για το περιβόλι, για τα έθιμα του γάμου, που είναι στοιχεία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος.

Επομένως, παράδοση και περιβάλλον είναι δύο καλοί συνοδοιπόροι μέσα στο πέρασμα του χρόνου και η τύχη του ενός είναι οπωσδήποτε και τύχη του άλλου. Θα προσπαθήσουμε λοιπόν, να προσεγγίσουμε το θέμα μας, σα μια αλήθεια που θα μας προβληματίσει, που θα μας ξυπνήσει το ενδιαφέρον και θα μας δραστηριοποιήσει, ώστε ξεκινώντας από την ελληνική παράδοση να φτάσουμε σε αποτελεσματικά μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος.

ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΣΤΥΦΙΛΙΑ

Ξέρουμε ότι η κοιτίδα της ελληνικής παράδοσης είναι το ελληνικό χωριό. Η ελληνική ύπαιθρος, τα βουνά της, οι χαράδρες της, έγιναν φρούρια και χάνδακες για να προστατέψουν αυτόν τον πολύτιμο θησαυρό που λέγεται παράδοση.

Έτσι, στις αγροτικές μας κοινότητες, στο ελληνικό χωριό, στο ελληνικό βοσκοτόπι καλλιεργήθηκε και διατηρήθηκε ένας ολόκληρος πολιτισμός: έθιμα, γλώσσα, τραγούδι, αρχιτεκτονική, γεωργικές εργασίες κ.λ.π. Στο χώρο αυτού του πολιτισμού, χωρίς πλαστά σχήματα, ήταν δεμένα το χώμα, το δάσος, το αμπέλι, το χωράφι, ο κήπος, το δέντρο, το ζωντανό, το ποτάμι, η θάλασσα. Ήταν δεμένα οργανικά, δεμένα με την τρέχουσα ζωή, όχι όπως σήμερα προσπαθούμε να προβάλλουμε το σύνδεσμο αυτό του περιβάλλοντος με την παράδοση μέσα από τα βιβλία ή τις εφημερίδες. Κι έρχεται μια αρρώστια βαριά, μεταδοτική, λοιμική αρρώστια: την λένε αστυφιλία. Δρόμο όλοι για την πόλη. Εγκαταλείπεται το χωριό, πάει και η αυλή, πάει και το χωράφι, πάει και η γλάστρα. Περνάς από χωριά με διπλομανταλωμένα παράθυρα και πόρτες παλιών πατρογονικών κτισμάτων, βουβά σπίτια, χορταριασμένα καλντερίμια, που δεν ακούγονται ούτε τα τρεχάματα των παιδιών, ούτε ανθρώπινες φωνές. Οπωσδήποτε δεν μπορούμε να περιμένουμε, σε χωριά που σχεδόν δεν κατοικούνται, δεν σπέρνονται τα χωράφια, δεν καρπίζουν τ’ αμπέλια, δεν μαζεύονται οι ελιές, δεν προστατεύονται τα δάση, χωριά στα οποία η παράδοση πέθανε, δεν είναι δυνατόν να ζήσει το περιβάλλον. Όπου δεν έγινε αυτή η ερήμωση των χωριών, όπου δηλαδή δεν ξεκίνησε το χωριό να πάει στην πόλη, έγινε μια αντίστροφη κίνηση. Πήγε η πόλη στο χωριό. Πήγε, με το πνεύμα της το καταλυτικό και αλλοίωσε τη ζωή του χωριού, έτσι που οι άνθρωποι δεν ένοιωθαν πια ότι εκεί πάνω στο χωριό είναι οι βιγλάτορες μιας παράδοσης ζωογόνου, θαλερής, αλλά ένοιωθαν εξόριστοι στον ίδιο τους τον τόπο. Άλλοι πήραν το δρόμο για την πόλη, ενώ άλλοι προσπάθησαν να μεταβάλλουν το χωριό σε μικρό άστυ πλουτοπαραγωγικό. Κι έτσι πας σε χωριά, που άλλοτε ήταν πραγματικά χωριά, ήταν ύπαιθρος, ήταν μια μονάδα πρασίνου, με την χλωρίδα του και την πανίδα του, πας και βλέπεις πολυόροφες ξενοδοχειακές μονάδες, σούπερ μάρκετ με καταναλωτικά αγαθά, που έρχονται κατευθείαν από την πρωτεύουσα. Γιατί στο χωριό δεν βρίσκεις πια χωράφι να μαζέψεις χόρτα, δεν βρίσκεις γίδι, δεν βρίσκεις γλάστρες, δεν υπάρχει κοτέτσι, υπάρχουν όμως πολλά κατεψυγμένα κοτόπουλα. Η παράδοση λοιπόν πεθαίνει και μαζί της, το περιβάλλον. Πώς θα μπορέσουμε να χαλιναγωγήσουμε αυτήν την ανεξέλεγκτη αστυφιλία; Πώς θα κατορθώσουμε να σώσουμε το ελληνικό χωριό και τη ζωή μέσα σ’ αυτό, ώστε να ξαναγίνει ζωντανό κύτταρο της οικονομίας μας; Πώς θα σταματήσουμε τη μεγάλη αυτή πληγή της εσωτερικής μετανάστευσης; Ερωτήματα, στα οποία δυσκολευόμαστε να δώσουμε απαντήσεις.

ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΥΣΗ

Ο Γέρος του Μωριά σ’ ένα ιστορικό λόγο του προς τους νέους στο λόφο της Πνύκας, εκφράζοντας το πνεύμα των μαχητών της Ελευθερίας, έλεγε: « Σας παραδίδουμε αυτόν τον τόπο, για να τον στολίσετε!...». Και πράγματι μπορεί οι ήρωες του’21 να μας παρέδωσαν μια Ελλάδα ερειπωμένη και οικονομικά εξαντλημένη, αλλά είχε τη μεθυστική καλλονή της γης που είχε εμπνεύσει σοφούς και καλλιτέχνες.

Εμείς, όμως, τι κάναμε; Παραλάβαμε μια Ελλάδα με δασικό πλούτο που έφτανε το 48%, για να τον περιορίσουμε στα 11%.Παραλάβαμε παρθένα τοπία και γελαστές ακρογιαλιές, που τις κακοποιήσαμε και τις αφανίσαμε. Χτίσαμε πάνω σε ιστορικούς, ιερούς χώρους, σα να θέλαμε να θάψουμε τις ωραιότερες μνήμες του εθνικού μας βίου.

Πειράξαμε κάτι, που δεν μας ανήκε, γιατί κανείς δεν δικαιούται για ιδιοτελείς σκοπούς, να αλλοιώνει την ιερή κληρονομιά των πατέρων του. Αυτή ανήκει στο μέλλον. Όσο για το παρόν, κάθε άστοχη επέμβαση αποτελεί ασέβεια προς την ιστορία και έγκλημα απέναντι των γενιών που έρχονται. Γιατί δεν υπάρχει προηγούμενο, που μέσα σ’ ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, μέσα σε μια-δυο γενιές, βουνά και λόφοι να τραυματιστούν οικτρά, θαλερά δάση ν’ αφανιστούν, μαγικά ακρογιάλια να στενάζουν κάτω από το βάρος μπετονένιων όγκων, θάλασσες και ποτάμια να μολυνθούν από βιομηχανικά κατάλοιπα και πίσσες.

Ο πλοίαρχος Κουστώ, μετά από έρευνες και μελέτες περισσότερο από τρία χρόνια καταγγέλλει: «Η ζωή στις θάλασσες έχει εξαφανιστεί κατά 40%». Πράγματι, σε πολλές περιοχές βλέπουμε πινακίδες να γράφουν: «Προσοχή, μολυσμένα ύδατα», που προειδοποιούν τις χιλιάδες των λουομένων για τον κίνδυνο που καιροφυλαχτεί. Οι θάλασσές μας, λοιπόν, αυτές που μας δρόσιζαν και μας έτρεφαν, πεθαίνουν. Απεγνωσμένη έρχεται η φωνή των ψαράδων μας:«Γυρίζουμε πίσω με άδεια δίχτυα….». Ο ελληνικός ενάλιος πλούτος έχει περιοριστεί σημαντικά, τόσο εξ αιτίας των μηχανοκίνητων αλιευτικών μέσων, όσο και από τα πετρελαιοειδή προϊόντα, που ρίχνονται σ’ αυτήν .

Πού είναι, λοιπόν, η αγάπη του παππού μας για τη θάλασσα; Πού είναι εκείνος ο έρωτας των πρώτων ναυτικών μας για την πλανεύτρα αυτήν, που μεταδιδόταν από πατέρα σε παιδί κι από παιδί σ’ εγγόνι και μαγνήτιζε και τραβούσε στα δίχτυα της τους θαλασσινούς;

Κάτι ανάλογο με τη θάλασσα έγινε και στις ακτές μας, στις ακρογιαλιές μας, στα νησιά μας, που αποτελούν την πιο εκφραστική ομορφιά της πατρίδας μας, με τους τόσο πλούσιους σχηματισμούς τους. Οι ακτές μας έδωσαν τόση τροφή στην ελληνική μυθολογία και αυτή σε ανταπόδοση, της πρόσφερε προστάτες Θεούς, Νύμφες, Σειρήνες και ό,τι άλλο η πλούσια ελληνική φαντασία θεώρησε πρόσφορο. Σαν τελευταίο, πρέπει να αναφέρουμε και τον κίνδυνο εξαφάνισης των ζώων και των πουλιών, τα οποία όσο πάνε και λιγοστεύουν κυνηγημένα από τον άνθρωπο.

Εξολοθρεύσαμε τα ελάφια του Πεντελικού και του Κιθαιρώνα, τους φασιανούς του Κηφισού, της Αττικής και όλης σχεδόν της παλιάς Ελλάδας! Αφανίσαμε και το τελευταίο πλατώνι, το πλατύτερο δηλαδή ελάφι, μοναδικό στο είδος του σ’ όλο τον κόσμο… Εξοντώσαμε την πεδινή πέρδικα, ενώ πλησιάζει το τέλος του λαγού και της πετροπέρδικας, όπως επίσης και των τρυγονιών μας, που τόσο όμορφα η λαϊκή μας μούσα τραγούδησε τον συζυγικό δεσμό, που ενώνει την τρυγόνα με το ταίρι της.

«Ανάθεμα σε κυνηγέ,
που σκότωσες το ένα
και δεν εσκότωνες τα δυο,
να παν ζευγαρωμένα»,

διότι, όταν σκοτωθεί ο σύντροφός της, δεν πίνει γάργαρο νερό, το θολώνει και μετά το πίνει…Ακόμη πιο πολύ, δεν ζευγαρώνει ποτέ πια, αλλά μένει χήρα σ’ όλη της τη ζωή! Τι ωραίο συνταίριασμα φύσης και παράδοσης!

ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Η λαϊκή αρχιτεκτονική, τα κτίσματα δηλαδή μέσα στα οποία γεννιέται και αναπτύσσεται ένας λαός, είναι εκείνη που εκφράζει πιο πολύ τον λαϊκό πολιτισμό, γιατί στο σπίτι του ο λαός θα μοιρολογήσει, θα αφηγηθεί, θα ζωγραφίσει, θα σκαλίσει τις πέτρες, θα στρώσει τις πλάκες στην αυλή με το δικό του μεράκι, και γενικά θα εκφράσει τον αυθεντικό εαυτό του. Αδιάψευστα μνημεία του πολιτισμού των λαών και της ιστορίας τους αποτελούν οι μορφές των κάθε λογής οικισμών τους. Βασικοί τέτοιοι οικισμοί γνωστοί στην Ελλάδα, είναι τα Ζαγοροχώρια στην Ήπειρο, τα χωριά του Πηλίου στην Θεσσαλία, τα σπίτια της Μάνης στη Μεσσηνία. Ακόμη είναι γνωστή η νησιώτικη αρχιτεκτονική των Κυκλάδων με την ιδιόρρυθμη αρχιτεκτονική της Σαντορίνης, της Κρήτης, και των Ιονίων Νησιών. Αυτοί οι παραδοσιακοί οικισμοί ζητούν από εμάς το σεβασμό μας και τη φροντίδα μας, για τη διατήρηση της φυσιογνωμίας τους. Δυστυχώς όμως, πολλοί αλλοιώνονται εξαιτίας της απρογραμμάτιστης ανοικοδόμησης, που δεν εναρμονίζεται με το παραδοσιακό περιβάλλον, αφού για το μέσο Έλληνα τα παραδοσιακά στοιχεία είναι συνυφασμένα με καθυστέρηση, με αποτυχία. Γι’ αυτό ο πετυχημένος θα γκρεμίσει το σπίτι στο χωριό και θα το ξαναφτιάξει με την αισθητική της «πολυκατοικίας». Η παραδοσιακή απλότητα έχει χαθεί κάτω από το βάρος της τεχνολογικής προόδου, της δήθεν ανέσεως. Η αισθητική ομορφιά δεν υπολογίζεται.

Ποια είναι σήμερα η εικόνα της σύγχρονης κατοικίας; Πόσο δεμένο είναι σήμερα το σπίτι με το φυσικό περιβάλλον, ώστε η προστασία της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς να είναι και προστασία του φυσικού περιβάλλοντος μας; Το παραδοσιακό σπίτι, ήταν αδιανόητο να μην έχει την αυλή του, το τζάκι του, το λαχανόκηπό του, το πηγάδι του, το κοτέτσι του, όπως επίσης ήταν αδιανόητο η οικογένεια να μην έχει κάποια αυτάρκεια αγαθών ή έστω επάρκεια από την ίδια της την αυλή. Τι έγινε σήμερα αυτή η αυλή; Η λουλουδιασμένη αυλή, που η κάθε μια είχε το δικό της γούστο και τη δική της προσωπικότητα. Ήταν κάτι σαν κέντημα, σαν λαϊκή τέχνη. Σήμερα η πολυκατοικία την εξαφάνισε. Μόλις και μετά βίας υπακούμε στον περιορισμό του «κατά νόμον» ακάλυπτου χώρου, όχι για να φυτέψουμε δέντρα ή λουλούδια, αλλά για να αποθηκέψουμε τα σκουπίδια μας.

Ένα άλλο αρχιτεκτονικό παραδοσιακό στοιχείο που έσβησε είναι το τζάκι. Κι όμως ήταν αυτό, που σκορπούσε τις ροδαλές του ανταύγειες και γέμιζε με γλυκύτατη ποίηση το σπίτι. Σήμερα δεν έχουμε ούτε το τζάκι, ούτε το φούρνο, που στάθηκαν δύο από τους συνδετικούς κρίκους της οικογένειας. Πάνε μαζί τους κι οι γιαγιάδες, που δίπλα στη φωτιά, έλεγαν τα όμορφα παραμύθια. Πώς να φτιάξεις τζάκι στο ισόγειο και να βγει η καμινάδα 5 πατώματα πάνω; Πού να στήσεις το φούρνο σου; Μαζί τους έσβησε και το ενδιαφέρον για τα δάση μας, που έδιναν τα ξύλα της χρονιάς. Χάσαμε τη ζωντανή φωτιά στην εστία του σπιτιού κι αποκτήσαμε φωτιές στα δάση, που έγιναν τα δάση των κερδοσκόπων.

Τι μπορούμε να κάνουμε εμείς; Τουλάχιστον να αντισταθούμε στην απάθεια των συνανθρώπων μας, που νοιάζονται μόνο για την κερδοσκοπία, περιφρονώντας τις παραδοσιακές μας αξίες. Σίγουρα το ζήτημα αυτό είναι πάνω απ’ όλα ζήτημα παιδείας του λαού μας και σ’ αυτήν πρέπει σαν εκπαιδευτικοί να επενδύουμε.

ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Η παράδοση μας σε λογοτεχνία, ποίηση, πεζογραφία, ταξιδιωτικά και λαογραφία, με δάσκαλο τον Παπαδιαμάντη, τον Καρκαβίτσα, την Αθηνά Ταρσούλη, τον Πορφύρα, μας μιλά για ένα κόσμο, που άνθρωποι και φύση είναι γερά δεμένοι, συνταιριασμένοι.

«Τριαντάφυλλο ΄χε στην αυλή και ρόδο στο ποτήρι,
Μαλαματένιονε σταυρό είχε στο παραθύρι.
Μα ΄ρεψε το τριαντάφυλλο, κι έσπασε το ποτήρι
Κι εχάθη κι ο χρυσός σταυρός, που ΄χα στο πανεθύρι.
Σαν του παιδιού τη μυρουδιά κλαράκι δεν την έχει,
Μήτε ο ψιλός βασιλικός και μήτε η μαντζουράνα».

Αναδιφώντας αυτές τις σελίδες, δεν είναι απλώς, ότι γνωρίζεσαι με την ελληνική γη και την ελληνική ομορφιά, αλλά ανακαλύπτεις ότι η φύση έχει πάρει κάτι από την πνευματικότητα των ανθρώπων και οι άνθρωποι κάτι από την απλότητα και την παρθενικότητα της φύσης. Έτσι τραγουδάει τα δέντρα, η Αθηνά Ταρσούλη, που γίνονται γι’ αυτήν πηγή έμπνευσης:

«Αγάπησα το δέντρο, τα δέντρα,
Σύμβολα ιερά στης γης την πλάση.
Εγνώρισα τη μυστική τους γλώσσα
Μεσ’ από τον τρεμουλιαστό παλμό τους,
Κάτω από τις πρασινοφυλλωσιές τους
Τις όμοιες με λαμπροζαφειρένιους θόλους
Κάποιων παραμυθένιων παλατιών,
Κάποιων παλιών μωσαϊκών».

Δεν θα μας έφταναν τόμοι ολόκληροι, για να γράψουμε για την αγάπη των λογοτεχνών μας για την ελληνική φύση. Διαβάζοντας, όμως, αυτές τις σελίδες τους, αγαπάς εκείνους τους ανθρώπους, εκείνες τις ασχολίες, εκείνους τους βράχους, τα δέντρα, τις σταχομαζώχτρες, κι αναλογίζεσαι: Αυτή η λογοτεχνική παράδοση που γεννάει την αγάπη και τη νοσταλγία για κάτι που χάθηκε, πώς θα συνεχιστεί; Ύστερα από λίγα χρόνια, όταν η τεχνολογική πρόοδος θα έχει καταστρέψει τελειωτικά το φυσικό μας περιβάλλον, τι από δάση και χωριά, και δέντρα και θάλασσες και τύπους ανθρώπων θα έχει να προσφέρει η λογοτεχνία μας και ποιες αγάπες θ’ αναστήσει;

Σήμερα η λογοτεχνία έχει βγάλει το φυσικό περιβάλλον έξω από αυτήν, επειδή έπαψε να της προσφέρει θέματα. Τι συγκίνηση έχει να μας προσφέρει σήμερα ο «θρήνος» για την κατεδάφιση ενός σπιτιού, ή ο «θάνατος ενός δέντρου της αυλής ; Δεν μας συγκινεί. Δεν υπάρχουν πια τέτοια πένθη στη ζωή μας, γιατί δεν υπάρχουν και τέτοιες αγάπες.

ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ

Βασικά στοιχεία της Λαογραφίας μας είναι οι παροιμίες, τα δημοτικά ραγούδια, τα μοιρολόγια, τα νανουρίσματα, τα γνωμικά, οι παραδόσεις, τα παραμύθια, τα έθιμα. Όλα αυτά τα στοιχεία της Λαογραφίας μας είναι δεμένα με τη φύση, με τις γεωργικές εργασίες, με τα δέντρα, με τα πουλιά, τη βλάστηση, τα νερά.Είναι έντονη η παρουσία του φυσιολατρικού στοιχείου στα δημοτικά μας τραγούδια, που πλαισιώνουν με θαυμαστή δεξιοτεχνία τα γεγονότα που υμνούν, περιγράφοντας τις φυσικές ώρες, που συγκινημένες ή αδιάφορες τα συντροφεύουν. Να κάποια αντιπροσωπευτικά παραδείγματα:

- Εσείς βουνά, ψηλά βουνά, με τα δασιά κλαριά……….
- Ήλιε που βγαίνεις το ταχύ, σ’ όλο τον κόσμο δίνεις….
- Φύσα μαΐστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου……
- Θάλασσα π’ όλα τα νερά και τα ποτάμια πίνεις……

Δεμένα λοιπόν, τα δημοτικά μας τραγούδια με το φυσικό περιβάλλον. Το ίδιο και τα παραμύθια, όπως π.χ. οι παλιοί μύθοι για τα θεριά που φωλιάζανε στα νερά, και που ένας Βελλερεφόντης ή Αι- Γιώργης ή και Άη-Δονάτος στην Ήπειρο, τα σκότωνε δείχνουν συμβολικά την πάλη που μεσολάβησε, ώσπου να γίνουν πόσιμα τα νερά, αλλά και τον γενικότερο λαϊκό φόβο για τις μολύνσεις. Γι’ αυτό κι ο λαός μόνο στο τρεχούμενο νερό έχει απόλυτη εμπιστοσύνη.

Μύθοι, λοιπόν, παραδόσεις, δημοτικά μας τραγούδια εμπνευσμένα από τη φύση, τραγουδήθηκαν από το λαό μας. Κι ό,τι τραγουδάς, γίνεται αγάπη, γράφεται στην καρδιά σου ανεξίτηλα, σταμπώνεται εκεί μέσα. Πώς λοιπόν, ο άνθρωπος που είναι ριζωμένος στην παράδοση, στην λαογραφία δεν θα προστατέψει το περιβάλλον του, το άρρηκτα με αυτήν δεμένο; Και αντίθετα. Αν μέρα με τη μέρα πεθαίνουν οι παραδόσεις μας, πως θα ζήσει το περιβάλλον;

ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΛΑΪΚΗ ΤΕΧΝΗ

Φτάνοντας στο τελευταίο στοιχείο της ελληνικής μας παράδοσης, την Ελληνική Λαϊκή Τέχνη, πρέπει να τονίσουμε, ότι κι εδώ η φύση αποτελεί πρωταρχική πηγή έμπνευσης. Όλα τα κεντίδια, όλα τα σκαλίσματα στο ξύλο, τα μαξιλάρια, τα χαλιά, έχουν όλα χαρούμενα σχέδια με πουλιά, με φανταχτερά λουλούδια, με θαλασσινά θέματα. Ακόμα και στην Τουρκοκρατία, η κεντήστρα μετέδιδε στο κέντημα της την αισιοδοξία της, που αντλούσε από τη μάνα - φύση, ή για να ξεχάσει την κόλαση της σκλαβιάς. Είναι χαρακτηριστικό, ότι δεν έφτιαχνε γεωμετρικά σχέδια ή αφηρημένα σχήματα, αλλά κομμάτια από την ελληνική φύση. Γιατί όλα αυτά ήταν αγαπημένα πράγματα στην κεντήστρα. Ήταν το όραμα. Άρα, λοιπόν και λαϊκή μας τέχνη είναι δεμένη με το φυσικό μας περιβάλλον.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Μετά από τη διεξοδική ανάλυση, που κάναμε στα παραπάνω κεφάλαια, καταλήγουμε συμπερασματικά, ότι η ελληνική μας παράδοση, από τη γη που μας παραδόθηκε, μέχρι το δημοτικό τραγούδι, κι από το αγροτόσπιτο ως το εργόχειρο της γιαγιάς είναι στενά συνδεδεμένα με τη φύση. Αν θέλουμε η Ελλάδα μας να διατηρήσει τα όμορφα φυσικά της τοπία, την ισορροπία στο ζωικό και στο φυτικό της βασίλειο, να σώσει τις θάλασσες και τις ακτές της, που αποτελούν ανυπολόγιστο πλούτο, πρέπει να αγαπήσουμε την ελληνική μας παράδοση, την πολιτιστική μας κληρονομιά και να ξαναγυρίσουμε στις ρίζες μας, διότι ξαναγυρνώντας σ’ αυτές, γυρνάμε στη Φύση μας.

Σίγουρα οι εκπαιδευτικοί μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά στην επιτυχία αυτού του σχεδίου, με την ενσωμάτωση της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Στην Ελλάδα, η Πολιτεία θεσμοθέτησε την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση το1990-91, ως εξής:

1. Αναγνωρίζεται ως τμήμα των αναλυτικών προγραμμάτων των σχολείων της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.

2. Δημιουργείται ο θεσμός του Υπεύθυνου ΠΕ σε όλες τις Νομαρχίες της χώρας ο οποίος καθοδηγεί, συντονίζει και αναπτύσσει την ΠΕ στα σχολεία της αρμοδιότητας του .

3. Δημιουργείται το νομικό πλαίσιο για την ίδρυση Κέντρων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης.

4. Παράλληλα, κινητοποιούνται τα παιδαγωγικά τμήματα των Πανεπιστημίων της χώρας εντάσσοντας την ΠΕ ως μάθημα στα προγράμματα των βασικών τους σπουδών και προωθώντας την έρευνα.

5. Επίσης, δημιουργούνται δίκτυα πληροφόρησης για την ΠΕ και παράγεται εκπαιδευτικό υλικό κατάλληλο για εφαρμογή σχετικών προγραμμάτων και δραστηριοτήτων.

6. Πέραν αυτών, η Πολιτεία στηρίζει διοικητικά την ΠΕ μέσω εγκυκλίων και νόμων που αφορούν κατά περίπτωση την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και την παροχή κινήτρων.

Παρόλα αυτά, η εφαρμογή της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης δεν αποτελεί εύκολη υπόθεση. Η ένταξη της στο εκπαιδευτικό μας σύστημα γίνεται με αργούς ρυθμούς και σε μικρά ποσοστά ευαισθητοποίησης δασκάλων και μαθητών. Σύμφωνα με έρευνες που έχουν γίνει, τα κυριότερα προβλήματα που παρουσιάζονται είναι τα παρακάτω:

1. Το ιδιαίτερα πυκνό και ανελαστικό ωρολόγιο πρόγραμμα.

2. Ο απαιτούμενος εθελοντισμός των εκπαιδευτικών, που καλούνται να εκπονήσουν προγράμματα ΠΕ, προσφέροντας τις περισσότερες φορές αρκετό από τον ελεύθερο χρόνο τους.

3. Η σύντομη, μη οργανωμένη και αποσπασματική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών.

4. Το σχετικά φτωχό έντυπο και οπτικοακουστικό υλικό που έχει παραχθεί μέχρι σήμερα στην Ελλάδα.

5. Η συχνή επικέντρωση των δραστηριοτήτων της ΠΕ στο γνωστικό πεδίο μάλλον, παρά στην προσπάθεια «εκπαίδευσης πολιτών».

6. Η συγκεντρωτική δομή του Αναλυτικού Προγράμματος που δεν επιτρέπει αναφορά στις τοπικές ιδιαιτερότητες, αλλά και στα ενδιαφέροντα των μαθητών.

Η ένταξη της ΠΕ στην Ευέλικτη Ζώνη πιστεύω πως είναι καλή επιλογή της ηγεσίας του ΥΠΕΠΘ, διότι έτσι μπαίνει στο Αναλυτικό Πρόγραμμα και εξασφαλίζεται σωστότερος προγραμματισμός. Με ικανοποίηση παρακολούθησα προγράμματα συναδέλφων της περιφέρειας μου, που επέλεξαν θέματα λαϊκής παράδοσης, τα οποία θα μπορούσαν να συνδυαστούν με την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και γι’ αυτό είμαι σίγουρη ότι η σημερινή μου εισήγηση θα μας ευαισθητοποιήσει και θα μας δραστηριοποιήσει να ανακαλύψουμε μαζί με τους μαθητές μας, τη σχέση που κρύβεται στο τρίπτυχο Παράδοση-Περιβάλλον-Παιδεία και να την αξιοποιήσουμε αποδοτικά.