Διονύσιος Σολωμός - Μίμηση
τοῦ τραγουδιοῦ τῆς Δεσδεμόνας


The poor soul sat etc.
(Σαίξπηρ, Ὀθέλλος, πράξη 4, 3)
Shakespeare, Othello, Act IV, Sc.3

Ἡ ἀθλία ψυχὴ καθήμενη
σὲ χόρτο, σὲ λουλούδι,
μὲ μία φωνὴ νεκρώσιμη
ἀρχίναε τὸ τραγούδι:
«Ἐλᾶτε, τραγουδήσετε
τὴν πράσινη ἐτιά».

Ἀκίνητο τὸ χέρι της
εἰς τὴν καρδιὰ βαστάει,
τὴν κεφαλὴ στὰ γόνατα
τ᾿ ἀδύνατα ἀκουμπάει,
κι ὁ ρύαξ ἐκεῖ στὰ πόδια της
ἐφλοίσβιζε τερπνά.
«Ὅλοι, ὅλοι, τραγουδήσετε
ἐτιά, ἐτιά, ἐτιά».

Πικρὰ ἀντάμα ἐβγαίνανε
τὰ δάκρυα μὲ τὰ λόγια,
κι ἔτσι ἔλεγε ἀκατάπαυτα
βαριὰ τὰ μοιρολόγια,
ὅπου τὴν ἐλυπιόντανε
λαγκάδια καὶ βουνά.
«Ἐτιὰ νὰ τραγουδήσετε,
ἐτιὰ καὶ πάντα ἐτιά».

«Δὲ φταίει· -ψεύτη τὸν Ἔρωτα
κανεὶς ἂς μὴν τὸν κράζῃ·
ἕως ποὺ μιλεῖ τ᾿ ἀχείλι μου,
δὲ φταίει, θὲ νὰ φωνάζῃ·
γιατὶ μοῦ τὸ φανέρωσε
πὼς πλέον δὲ μ᾿ ἀγαπᾶ,
κι ἀμέσως ἐγὼ ἀρχίνησα
νὰ τραγουδάω ἐτιά.

«Μιὰ μέρα ἐγὼ τοῦ κλαύθηκα
πὼς πέφτει σ᾿ ἄλλα στήθη
κι ἐμένα μ᾿ ἀπαράτησε,
κι ἐκεῖνος μ᾿ ἀποκρίθη:
Μιμήσου με κι ἀγάπησε
ἄλλη κι ἐσὺ ἀγκαλιά.
Τί ν᾿ ἀγαπήσω ἡ δύστυχη
πάρεξ θανάτου ἐτιά!

«Δὲ θέλω νὰ μοῦ βάλουνε
εἰς τὸ στερνὸ κλινάρι
μυρτιές, οὔτε τριαντάφυλλα,
πάρεξ ἐτιᾶς κλωνάρι,
κι ἀπάνου ἀπ᾿ τὸ μνῆμα μου
ἄλλη δὲ θέλω ἰσκιά·
ὅλοι, ὅλοι τραγουδήσετε
τὴν πράσινην ἐτιά».