Γεώργιος Σουρῆς (1853-1919): σατιρικὸς ποιητὴς ἀπὸ
τὴν Σύρο,
ἐξέδιδε ἐπὶ μακρὸν τὴν καθὅλα ἔμμετρη ἐφημερίδα «ὁ Ῥωμηός».
|
Ἡ ζωγραφιά μουΣατίριζε τὰ πάντα, ἀκόμα καὶ τὸν Μπόι δυὸ πῆχες, Κούτελο θεῖο, Δυὸ μάτια μαῦρα Μακρὺ ρουθούνι Πηγάδι στόμα, Μούρη ἀγρία Κανένα χρῶμα Δόντια φαφούτη
|
Νὰ ἤμουν παππούς«Ἂχ ἔλεγε ὁ Κοκός, Ἄσπρα νὰ ἔχω γένια, Νὰ παίζω κάθε μέρα Νὰ λέω παραμύθια Νὰ μοῦ φιλοῦν τὸ χέρι, Νἄχω καὶ μιὰ μαγκούρα, Ἐτοῦτα κι ἄλλα λέει |
Ὁ παιχνιδιάρηςΜοῦ ἔλεγε ὁ πατέρας μου Ἐγὼ δὲν τὸ πιστεύω Ἐμπρός, λοιπὸν παιχνίδια, Σεῖς εἶστε κι ἡ χαρά μου Μὰ κι ὁ μπαμπὰς σὰν βλέπει
|
Τὸ παραπαῖον γῆραςΤὰς τρίχας ἄσπρης κεφαλῆς Ὅπου τὸ πόδι μου σταθεῖ Αὐτὸ τὸ ἔρημο κορμὶ Ὡς φάσμα τρέχω τῆς νυκτὸς
|
Και Ὅμως!Καὶ ὅμως ἐνῷ πλέον
|
ΤεμπελιάΔὲν ἔχω κέφι γιὰ δουλειά, Κακὰ νομίζω τὰ καλὰ
|
Στὸν ἴσκιο μουΒρὲ ἴσκιε μου γιατί μ᾿ ἀκολουθεῖς; Πότε στραβὸ σὲ βλέπω πότε ἴσο, Χωρὶς νὰ βλέπεις, πιάνεις ὅτι πιάνω, Βρὲ ἴσκιε μου, γιατί μ᾿ ἀκολουθεῖς;
|
Οἱ ἭρωεςΜέσα σε βόλια κι ὀβίδων κρότους Κανεὶς δὲ ξέρει ποὺ τά ῾χουν θάψει, Ἀνώνυμ᾿ ἥρωες, ἄγνωστοι τάφοι, Μόνο μιᾶς κόρης μαργαριτάρια
|
Κείμενα καὶ σχόλια τοῦ παρόντος τμήματος ἐστάλησαν στὸν ἱστοτόπο ἀπὸ ἀναγνώστη, ὁ ὁποῖος τὰ ἔλαβε ...ἄνευ ἀδείας... ἀπὸ τὸν ἐξαιρετικοῦ περιεχομένου δικτυακὸ τόπο www.sarantakos.com τοῦ Νίκου Σαραντάκου, μὲ τὴν πλούσια συλλογὴ κειμένων νεοελληνικῆς λογοτεχνίας. Τὰ σχόλια στὸ ποιητικὸ κείμενο παρατίθενται καὶ στὸ μονοτονικὸ σύστημα, ὅπως ἐγράφησαν ἀπὸ τὸν Ν.Σ.
Ὁ σατιρικὸς ποιητὴς Γεώργιος Σουρῆς δὲν ἀπέβλεπε στὴν ὑστεροφημία.
Τρομερὰ εὔκολος στὸ γράψιμο, ἐπὶ 35 συναπτὰ χρόνια (ἀπὸ τὸ 1883 ἕως
τὸ 1918) ἔγραφε μόνος του κάθε βδομάδα τὴν τετρασέλιδη ἐφημερίδα του
Ὁ Ρωμηός, ἡ ὁποία, ὅσο κι ἂν ἀκούγεται ἀπίθανο σήμερα,
ἦταν ὁλόκληρη ἔμμετρη, ἀπὸ τὸν τίτλο της (Ὁ Ρωμηός, ἐφημερίς - ποὺ τὴν
γράφει ὁ Σουρῆς) μέχρι τὶς μικρὲς ἀγγελίες της! Στὶς σελίδες τοῦ Ρωμηοῦ σχολιάζεται εὔθυμα ὅλη ἡ ἱστορία αὐτῶν τῶν 35 χρόνων. Αὐτὸ ποὺ ἐντυπωσιάζει τὸν σημερινὸ ἀναγνώστη, πέρα ἀπὸ τὴν ἀβίαστη ροὴ τοῦ στίχου τοῦ Σουρῆ, εἶναι τὸ πόσο λίγο ἔχουν ἀλλάξει ὁρισμένες καταστάσεις καὶ χαρακτηριστικὰ τῶν Ἑλλήνων. Ἂς δοῦμε λοιπόν, πῶς περιέγραψε ὁ Σουρῆς στὸ Ρωμηὸ τοὺς πρώτους Ὀλυμπιακοὺς Ἀγῶνες τοῦ 1896. |
Ο σατιρικός ποιητής Γεώργιος Σουρής δεν απέβλεπε
στην υστεροφημία. Τρομερά εύκολος στο γράψιμο, επί 35 συναπτά χρόνια
(από το 1883 έως το 1918) έγραφε μόνος του κάθε βδομάδα την τετρασέλιδη
εφημερίδα του Ο Ρωμηός, η οποία, όσο κι αν ακούγεται απίθανο σήμερα,
ήταν ολόκληρη έμμετρη, από τον τίτλο της (Ο Ρωμηός, εφημερίς - που την
γράφει ο Σουρής) μέχρι τις μικρές αγγελίες της! Στις σελίδες του Ρωμηού σχολιάζεται εύθυμα όλη η ιστορία αυτών των 35 χρόνων. Αυτό που εντυπωσιάζει τον σημερινό αναγνώστη, πέρα από την αβίαστη ροή του στίχου του Σουρή, είναι το πόσο λίγο έχουν αλλάξει ορισμένες καταστάσεις και χαρακτηριστικά των Ελλήνων. Ας δούμε λοιπόν, πώς περιέγραψε ο Σουρής στο Ρωμηό τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896. |
Ἡ ἀνάθεση |
Η ανάθεση |
Βρισκόμαστε στὰ τέλη τοῦ 1894, ἕνα χρόνο μετὰ τὸ «Δυστυχῶς ἐπτωχεύσαμεν». Παρὰ τὴ σταθερὴ κοινοβουλευτική της πλειοψηφία, ἡ κυβέρνηση Τρικούπη εἶναι ἀναγκασμένη νὰ ἐπιβάλει ἐπαχθεῖς φόρους γιὰ νὰ ἀντεπεξέλθει στὴν ὑπερχρέωση τῆς χώρας. Στὸ φύλλο 486 τοῦ Ρωμηοῦ (12 Νοεμβρίου 1894), ὁ Φασουλὴς καὶ ὁ Περικλέτος, φιγοῦρες ἀπὸ τὸ κουκλοθέατρο καὶ μόνιμοι ἥρωες τοῦ Ρωμηοῦ, σχολιάζουν τὸ μέγα θέμα τῆς ἐπικαιρότητας, τὴν ἀπόφαση γιὰ τέλεση τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων τὸ 1896 στὴν Ἑλλάδα. | Βρισκόμαστε στα τέλη του 1894, ένα χρόνο μετά το «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν». Παρά τη σταθερή κοινοβουλευτική της πλειοψηφία, η κυβέρνηση Τρικούπη είναι αναγκασμένη να επιβάλει επαχθείς φόρους για να αντεπεξέλθει στην υπερχρέωση της χώρας. Στο φύλλο 486 του Ρωμηού (12 Νοεμβρίου 1894), ο Φασουλής και ο Περικλέτος, φιγούρες από το κουκλοθέατρο και μόνιμοι ήρωες του Ρωμηού, σχολιάζουν το μέγα θέμα της επικαιρότητας, την απόφαση για τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων το 1896 στην Ελλάδα. |
-- Θάρρος, καημένε Περικλῆ, κι ἡ μέρα ξημερώνει ποὺ θὰ ξυπνήσουν τὴν ἠχὼ τῶν λόφων τῶν ἐρήμων παιᾶνες νέων ἀθλητῶν καὶ παλαιστῶν ἀλκίμων, ἀπὸ παντοῦ τῆς ράτσας μας θὰ φθάσουν θιασῶται, προσπάθησε δέ, Περικλῆ, νὰ ζήσῃς ἕως τότε κι ὅλων τῶν ζῴων τοὺς ὀροὺς νὰ πίνεις μονορούφι, ἀλλιῶς καθένας θὰ σὲ πεῖ μισέλληνα μαγκούφη, ποὺ βρῆκες τὴν περίσταση γιὰ νὰ τὰ κακαρώσεις πρὶν τῶν ἰοστεφάνων μας τὶς φέστες καμαρώσεις. -- Θὰ κάνω κούρα, Φασουλῆ, μὴ στάξει καὶ μὴ βρέξει γιὰ νὰ προφθάσω ζωντανὸς τὸ ἐνενηνταέξη -- Ἦλθε κι ὁ φίλος Κουβερτέν, ὁ Γάλλος ὁ Βαρόνος, καὶ στοῦ Συλλόγου «Παρνασσοῦ» ἐφώναξε τὸ βῆμα πὼς τὴν Ἐλλάδ᾿ ἀθάνατος τὴν περιμένει χρόνος κι οἱ δόξες θάβγουν οἱ παλιὲς μέσ᾿ ἀπὸ κάθε μνῆμα. Κι ἐγὼ ποὺ λὲς ἐστάθηκα στὸν ρήτορα καρσὶ κι αὐτὸς μιλοῦσε, μάτια μου, τὰ Γαλλικὰ φαρσί, κι ἐγὼ ποὺ τὸ κατάφερα νὰ μὴν τὸν καταλάβω ἐφώναξα μὲ τοὺς λοιποὺς «Βαρόνε, μπράβο, μπράβο», καὶ λόγ᾿ ἠκούσθησαν θερμοὶ στομάχων κεχηνότων κι ὅλοι τὸν χειροκρότησαν οἱ Μαραθωνομάχοι, γιὰ νἆναι δέ, βρὲ Περικλῆ, φιλέλλην ἐκ τῶν πρώτων Ἑλληνικὰ χρεώγραφα πιστεύω πὼς δὲν θἄχη. (...) Καὶ μὴ νομίζῃς Περικλῆ, πὼς μπόλικον Ἀργύρη προθύμως θὰ ξοδέψωμε γι᾿ αὐτὸ τὸ πανηγύρι. Γιὰ τοὺς ἀγῶνες μηδεμιὰ δὲν θὰ γενῆ θυσία, μὲ χρήματα τὴν δόξα τῶν δὲν θὰ τὴν κηλιδώσωμε, καὶ τούτους θὰ τοὺς βγάλωμε εἰς τὴν δημοπρασία κι ὅποιος τοὺς πάρει πιὸ φτηνὰ σ᾿ ἐκεῖνον θὰ τοὺς δώσωμε. Ἡ μὲν Ἑλλὰς τὸ Στάδιον προσφέρει τῶν προγόνων κι ἂς δώσουν ἄλλοι τὸν παρᾶ πρὸς πέρας τῶν ἀγώνων. |
καὶ ὁ Σουρῆς φαντάζεται τοὺς ἀγῶνες: | και ο Σουρής φαντάζεται τους αγώνες: |
πάλιν ὁ Λόρδος προχωρεῖ ἐκ μέσου τῶν ὁμίλων κι ὅπως ὁ περιβόητος Κροτωνιάτης Μίλων φορτώνεται τοὺς δανειστὰς ἀντὶ βωδιῶν στὸν ὦμο κι ἀμέσως παίρνει δρόμο καὶ τρεῖς φορὲς τὸ Στάδιον μὲ τούτους φέρνει γύρα κι ὅλοι φωνάζουν «ἐλελεῦ, ἀθάνατε Σωτῆρα» (...) Ἀλλ᾿ ὅμως καὶ μουφλούζηδες κοιτάζω λεγεῶνας ποὺ παίζουν Καραΐσκο, νὰ βγαίνουν πρῶτοι νικηταὶ εἰς ὅλους τοὺς ἀγῶνας προπάντων δὲ στὸν Δίσκο. (...) Ἀλλ᾿ ὅμως καὶ κολυμβητῶν παράποτε σπανίων κατέρχεται φουσᾶτο, ὁ δὲ Τρικούπης κολυμπᾷ εἰς πέλαγος δανείων χωρὶς νὰ βρίσκει πάτο. |
Οἰκονομικὰ προβλήματαὍσο κι ἂν ἡ διοργάνωση ἐκείνων τῶν πρώτων Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων ἦταν σπαρτιατική σε σύγκριση μὲ τὸν σημερινὸ γιγαντισμό, τὸ οἰκονομικὸ κόστος ἦταν ὑπερβολικὸ γιὰ τὴν ἑλληνικὴ οἰκονομία. Μιὰ λύση (ποὺ δυστυχῶς δὲν ὑπάρχει σήμερα!) ἀποτελοῦσαν οἱ εὐεργέτες. Ὁ διάδοχος Κωνσταντῖνος ἀπευθύνει ἐπιστολὴ στὸν Ἀβέρωφ, ὁ ὁποῖος προσφέρεται νὰ καλύψει τὰ ἔξοδα γιὰ τὴν ἐπιμαρμάρωση τοῦ Παναθηναϊκοῦ Σταδίου, καὶ ὁ Φασουλῆς τοῦ Σουρῆ σατιρίζει στὸ φύλλο 507 τοῦ Ρωμηοῦ (8 Ἀπριλίου 1895). |
Οικονομικά προβλήματαΌσο κι αν η διοργάνωση εκείνων των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων ήταν σπαρτιατική σε σύγκριση με τον σημερινό γιγαντισμό, το οικονομικό κόστος ήταν υπερβολικό για την ελληνική οικονομία. Μια λύση (που δυστυχώς δεν υπάρχει σήμερα!) αποτελούσαν οι ευεργέτες. Ο διάδοχος Κωνσταντίνος απευθύνει επιστολή στον Αβέρωφ, ο οποίος προσφέρεται να καλύψει τα έξοδα για την επιμαρμάρωση του Παναθηναϊκού Σταδίου, και ο Φασουλής του Σουρή σατιρίζει στο φύλλο 507 του Ρωμηού (8 Απριλίου 1895). |
Πρὸς τὸν Ἀβέρωφ ἐπιστολὴ τοῦ κακομοίρη τοῦ Φασουλῆ Ἀμάν, Ἀβέρωφ, σῶσε μας καὶ βοηθὸς γενοῦ |
Στὸ μεταξύ, ἡ κυβέρνηση Τρικούπη ἔχει πέσει καὶ τὴν ἐξουσία ἔχει ἀναλάβει ὁ Θεόδωρος Δηλιγιάννης. Ἡ κατάσταση τῆς οἰκονομίας προχωρεῖ πρὸς τὸ χειρότερο, καὶ ὁ Σουρῆς ἀναφέρεται ἐν παρόδῳ συχνὰ στοὺς Ὀλυμπιακοὺς Ἀγῶνες, ὅπως στὸ φ. 524 (21 Ὀκτωβρίου 1895), ὅπου ἐμφανίζει τὸν βασιλέα τῆς Πορτογαλίας νὰ λέει τὰ ἀκόλουθα στὸν βασιλέα Γεώργιο: | Στο μεταξύ, η κυβέρνηση Τρικούπη έχει πέσει και την εξουσία έχει αναλάβει ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης. Η κατάσταση της οικονομίας προχωρεί προς το χειρότερο, και ο Σουρής αναφέρεται εν παρόδω συχνά στους Ολυμπιακούς Αγώνες, όπως στο φ. 524 (21 Οκτωβρίου 1895), όπου εμφανίζει τον βασιλέα της Πορτογαλίας να λέει τα ακόλουθα στον βασιλέα Γεώργιο: |
Φαντάζομαι τὸ κράτος σου Παράδεισον ἐπίγειον καὶ δίχως ἰσοζύγιον σφοδρὸς δὲ πόθος, ἀδελφέ, μὲ διαφλέγει τώρα νὰ φύγω ἀπ᾿ ἐδῶ καὶ τὴν φυλὴν νὰ δῶ, ποὺ δὲν χαλᾷ τὸ κέφι της τῶν δανεικῶν ἡ ψώρα, κι Ἀγῶνας Ὀλυμπιακοὺς στὸ μέλλον ἑτοιμάζει, ἀλλὰ κι ἐκείνους δανεικοὺς κι ὁ κόσμος τὴν τρομάζει. |
Οἱ ἀγῶνεςΦτάνει ἐπιτέλους ἡ μέρα τῆς ἔναρξης τῶν Ἀγώνων, ἡ 25η Μαρτίου 1896. Παρὰ τὴ μικρὴ ἀριθμητικὰ συμμετοχή τους, οἱ Ἀμερικανοὶ κατακτοῦν τὰ περισσότερα χρυσὰ μετάλλια, ἐνῷ ἡ Ἑλλάδα ἔρχεται δεύτερη. Σχολιάζει ὁ Σουρῆς στὸ φύλλο 547 τοῦ Ρωμηοῦ (30 Μαρτίου 1896): |
Οι αγώνεςΦτάνει επιτέλους η μέρα της έναρξης των Αγώνων, η 25η Μαρτίου 1896. Παρά τη μικρή αριθμητικά συμμετοχή τους, οι Αμερικανοί κατακτούν τα περισσότερα χρυσά μετάλλια, ενώ η Ελλάδα έρχεται δεύτερη. Σχολιάζει ο Σουρής στο φύλλο 547 του Ρωμηού (30 Μαρτίου 1896): |
Ὕμνους ἀναξιφόρμιγγας, βρὲ Περικλῆ, θὰ ψάλω καὶ δι᾿ Ἀγῶνας διεθνεῖς τὸν σβέρκο μου θὰ βγάλω. Τίνα μεγάλον ἥρωα, τίν᾿ ἄνδρα κελαδήσομεν; ἐλᾶτε βάρη ν᾿ ἄρωμεν, ἐλᾶτε νὰ πηδήσωμεν, καὶ νὰ παρακαλέσωμεν μὲ δίσκους εἰς τὸ χέρι Ἀβέρωφ τὸν περίδοξον νὰ λύσει τὸ κεμέρι, κι ὁλάκερο τὸ Στάδιο μαρμάρινο νὰ κάνει γιὰ ν᾿ ἁλωνίζουν Κόννολυ καὶ Φλὰκ κι Ἀμερικάνοι. (...) Ποία ῥώμη, ποῖον νεῖκος!... θέλεις ἅλμα κατὰ μῆκος, θέλεις ἅλμα κατὰ πλάτος; πρῶτος καὶ τὰ δυὸ τὰ κάνει καὶ κερδίζει τὸ στεφάνι Θοδωρὴς ὁ κορδονάτος. (...) Ἂν ρωτᾷς καὶ γιὰ τὴ σφαῖρα πρῶτος εἶναι κι ἐκεῖ πέρα, κι ὅταν δανεισταὶ τὸν δοῦν εἰς τὸ χέρι νὰ τὴν πάρει, τρέμουν μὴν τὴν ἀμολάρει καὶ τὰ γένεια των μαδοῦν. |
Πιὸ κάτω, ὁ Σουρῆς σατιρίζει τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἀντιμετώπισε τοὺς ἀγῶνες ὁ μέσος Ἕλληνας: | Πιο κάτω, ο Σουρής σατιρίζει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε τους αγώνες ο μέσος Έλληνας: |
Ἀγῶνες, ποὺ ξετίναξε καθένας τὰ χαλιά του καὶ ξένους ἐπερίμενε τὴν τύχη του νὰ κάνει, Ἀγῶνες, ποὺ παραίτησε καθένας τὴ δουλειά του καὶ μὲ πηλάλες δυνατὲς στὸν Μαραθῶνα φθάνει. Ἀγῶνες, ποὺ κατήντησε ἡ τῶν προγόνων δόξα γιὰ τοὺς συγχρόνους λόξα, Ἀγῶνες, ποὺ μᾶς ζούρλανε τὸ τόσο μας ὀνόρε καὶ κόσμος πάει κι ἔρχεται στῆς Ἀθηνᾶς τὸ φιόρε, Ἀγῶνες, ποὺ δὲν βρίσκεται κανεὶς νὰ σωφρονίσει τῆς ράτσας τῆς Ρωμαίικης τ᾿ ἀκράτητα παιδιά, Ἀγῶνες, ὁποὺ νόμισαν καὶ στὸ Βαθρακονήσι πὼς θὰ νοικιάσουν κάμαρες δυὸ λίρες τὴν βραδυά. Ἀγῶνες, ὁποὺ πίστεψαν πολλοὶ μὲς στὴν Ἀθήνα ὅτι μονάχα τό῾ν᾿ αὐγὸ θὰ πάει μία στερλίνα, Ἀγῶνες, ποὺ πτερώνεται τὸ φρόνημα τοῦ γένους κι οἱ γάτες κάνουν ἅλματα ψηλὰ στὰ κεραμίδια, Ἀγῶνες, ὁποὺ φύλαξαν καμπόσοι γιὰ τοὺς ξένους τὰ ψάρια των, τὰ χάβαρα, τὶς πίνες καὶ τὰ μύδια. Ἀγῶνες, ποὔδειξε μικρὸ τὸν κάθε κουνενὲ ἡ γῆ μας ἡ μεγάλη κι ὁ Πύργος διεσπάθισε τὸν Γάλλον Περρονὲ μεθ᾿ ὅσης τέχνης ἄλλοι διασπαθίζουν φανερὰ τῶν φουκαράδων τὸν παρᾶ. Ἀγῶνες, ποὺ κουνήθηκε καὶ τοῦτο τὸ ρημάδι, ποὺ πρῶτος ὁ Καρασεβντᾶς ἐβγῆκε στὸ σημάδι, κι εἰς ὅλους ἄναψε σεβντᾶ τὸ γέρας τοῦ κοτίνου κι ἂς βάλῃ τὸ χεράκι της ἡ Παναγιὰ τῆς Τήνου. (...) Ἀγῶνες, ποὺ μὲ σώματα παρέστημεν ἀκμαῖα κι ἐθάμβωσε μισέλληνας ἡ πάγκαλος ἀλκή μας, μὰ πάντ᾿ Ἀμερικάνικη σηκώνετο σημαία μ᾿ ἐλπίδα πὼς θὰ σηκωθεῖ στὸ μέλλον κι ἡ δική μας. Ἀγῶνες, ὁποὺ λύσσαξαν τὰ ξένα τὰ σκυλιὰ καὶ τὸν μπελᾶ μας βρήκαμε μὲ τοὺς Ἀμερικάνους, μὰ βάλαμε τῆς φίλης μας Εὐρώπης τὰ γυαλιὰ καὶ τοὺς δευτέρους πήραμε περιφανεῖς στεφάνους. |
Παρὰ τὰ πολλὰ ἑλληνικὰ χρυσὰ μετάλλια, οἱ θεατὲς ἦσαν ἀπογοητευμένοι ἐπειδὴ δὲν εἴχαμε κερδίσει καμιὰ πρώτη νίκη σὲ ἀγωνίσματα στίβου. Στὸ τελευταῖο ἀγώνισμα, τὸν Μαραθώνιο, ἦρθε ὁ θρίαμβος τοῦ Σπύρου Λούη νὰ ἀναπτερώσει τὸ φρόνημα ὅλων, καὶ ὁ Σουρῆς προλαβαίνει νὰ τυπώσει στὴν τελευταία σελίδα τοῦ ἴδιου φύλλου τὴ χαρμόσυνη εἴδηση: | Παρά τα πολλά ελληνικά χρυσά μετάλλια, οι θεατές ήσαν απογοητευμένοι επειδή δεν είχαμε κερδίσει καμιά πρώτη νίκη σε αγωνίσματα στίβου. Στο τελευταίο αγώνισμα, τον Μαραθώνιο, ήρθε ο θρίαμβος του Σπύρου Λούη να αναπτερώσει το φρόνημα όλων, και ο Σουρής προλαβαίνει να τυπώσει στην τελευταία σελίδα του ίδιου φύλλου τη χαρμόσυνη είδηση: |
Ὁ μαραθώνιοςΤελευταία ὥρα Τὸν νικητήριον χορὸν καὶ σύ, «Ῥωμηέ» μου, σῦρε... |
Οἱ Ἀγῶνες πέρασαν γρήγορα, μόλις καὶ μετὰ βίας διάρκεσαν 10 μέρες. Κατὰ σύμπτωση, τὴν ἴδια σχεδὸν στιγμὴ τῶν πανηγυρισμῶν γιὰ τὴ νίκη τοῦ Λούη, φτάνει στὴν Ἀθήνα ἡ εἴδηση τοῦ θανάτου τοῦ Χαριλάου Τρικούπη στὶς Κάννες. Μετὰ τὴν ἧττα του στὶς ἐκλογές, ὁ μεγάλος πολιτικὸς εἶχε ἐγκαταλείψει ἀπογοητευμένος τὴν Ἑλλάδα. Ἡ πρώτη σελίδα τοῦ ἑπόμενου φύλλου (548) τοῦ Ρωμηοῦ κοσμεῖται ὁλόκληρη ἀπὸ τὴν εἰκόνα τοῦ ἐκλιπόντος μέσα σὲ μαῦρο πένθιμο πλαίσιο. Ὡστόσο, οἱ ἐσωτερικὲς σελίδες σχολιάζουν τὸν ἀπόηχο τῆς νίκης τοῦ Λούη, ποὺ δὲν ἔχει ἀκόμα κοπάσει... | Οι Αγώνες πέρασαν γρήγορα, μόλις και μετά βίας διάρκεσαν 10 μέρες. Κατά σύμπτωση, την ίδια σχεδόν στιγμή των πανηγυρισμών για τη νίκη του Λούη, φτάνει στην Αθήνα η είδηση του θανάτου του Χαριλάου Τρικούπη στις Κάννες. Μετά την ήττα του στις εκλογές, ο μεγάλος πολιτικός είχε εγκαταλείψει απογοητευμένος την Ελλάδα. Η πρώτη σελίδα του επόμενου φύλλου (548) του Ρωμηού κοσμείται ολόκληρη από την εικόνα του εκλιπόντος μέσα σε μαύρο πένθιμο πλαίσιο. Ωστόσο, οι εσωτερικές σελίδες σχολιάζουν τον απόηχο της νίκης του Λούη, που δεν έχει ακόμα κοπάσει... |
... μὰ τώρα νενικήκαμεν καὶ δὲν μὲ μέλει δράμι |
καὶ πιὸ κάτω, ὁ Σουρῆς ἀπευθύνεται στὸν Λούη, λέγοντάς του: | και πιο κάτω, ο Σουρής απευθύνεται στον Λούη, λέγοντάς του: |
Ψάλλω κι ἐγὼ εὐγνώμων τὸν Μαραθωνοδρόμον Ὦ νικητῶν ἀπόγονε κι Ἀμαρουσίου θρέμμα, |
Τὸ κάθε θάμα τρεῖς ἡμέρες καὶ τὸ μεγάλο τέσσερις, λέει ὁ λαός μας. Ἔτσι, τόσο ἡ νίκη τοῦ Λούη, ποὺ ἔγινε καὶ παροιμιώδης ἔκφραση, ὅσο καὶ ὁ θάνατος τοῦ Τρικούπη, ἔφυγαν μοιραῖα ἀπὸ τὸ προσκήνιο τῆς ἐπικαιρότητας καὶ ἀπὸ τὶς σελίδες τοῦ Ῥωμηοῦ. Ἕναν χρόνο ἀργότερα, ἡ χώρα γνώριζε τὴν ἀτιμωτικὴ ἧττα τοῦ ῾97. Οἱ Ἀγῶνες δὲν ἦταν πανάκεια γιὰ ὅλα τὰ προβλήματα... | Το κάθε θάμα τρεις ημέρες και το μεγάλο τέσσερις, λέει ο λαός μας. Έτσι, τόσο η νίκη του Λούη, που έγινε και παροιμιώδης έκφραση, όσο και ο θάνατος του Τρικούπη, έφυγαν μοιραία από το προσκήνιο της επικαιρότητας και από τις σελίδες του Ρωμηού. Έναν χρόνο αργότερα, η χώρα γνώριζε την ατιμωτική ήττα του 97. Οι Αγώνες δεν ήταν πανάκεια για όλα τα προβλήματα... |
Ἐλήφθη ἀπὸ τὴν σελίδα τοῦ Νίκου Σαραντάκου
http://www.sarantakos.com
Ἄρθρο τοῦ Ἀντιπυράρχου Χρήστου Κων. Μητροπέτρου στὸ περιοδικὸ τοῦ Πυροσβεστικοῦ
Σώματος
Ἀπὸ τότε ποὺ πέρασα, πρὶν εἰκοσιπέντε χρόνια, τὸ κατῶφλι τοῦ Πυροσβεστικοῦ Σώματος ἄρχισα νὰ συγκεντρώνω, μὲ σεβασμὸ καὶ ἀγάπη, κάθε μορφῆς ἔντυπο ὑλικὸ ποὺ σχετίζεται μὲ σημαντικὰ γεγονότα τῆς πορείας τοῦ Σώματος, τὸ ὁποῖο ἔχω τὴν ξεχωριστὴ τιμὴ νὰ ὑπηρετῶ, τοὺς λειτουργούς του Πυροσβέστες καὶ τὸ ἀντικείμενο τῆς δουλειᾶς μας. Καὶ νιώθω βαθιὰ συγκίνηση κάθε φορὰ ποὺ ἡ τύχη μὲ βοηθᾷ ν᾿ ἀνακαλύψω κάποιο σημαντικὸ στοιχεῖο ποὺ φωτίζει τὰ περασμένα μας1.
Σημαντικὴ θέση καὶ ἔκταση, στὴν πλούσια αὐτὴ ἀρχειακὴ συλλογή μου, καταλαμβάνουν ἑκατοντάδες ποιητικὰ δημιουργήματα, εὔθυμα καὶ σοβαρά, ποὺ γράφηκαν, κατὰ καιροὺς ἀπὸ τοὺς νεότερους ὁμότεχνους τοῦ Ὁμήρου, γιὰ τὴ φωτιὰ καὶ τοὺς πολέμιούς της Πυροσβέστες. Στὸν ποιητικὸ αὐτὸ θησαυρὸ συμπεριλαμβάνονται στίχοι ἀπὸ τὶς ἀστραφτερὲς γραφίδες καταξιωμένων ποιητῶν, ποιητικὲς ἀπόπειρες συναδέλφων μὲ τὶς ὁποῖες ἐκφράζουν - πολλὲς φορὲς συγκλονιστικὰ - τοὺς καημούς, τὰ βάσανα, ἀλλὰ καὶ τὸ μεγαλεῖο τῆς δουλειᾶς μας καὶ ἁπλοϊκὰ στιχουργήματα, μὲ τὰ ὁποῖα συνάνθρωποί μας ἐκφράζουν τὴν ἄπειρη εὐγνωμοσύνη τους στοὺς Πυροσβέστες σωτῆρες τους καὶ ὑμνοῦν τὶς τιτάνιες προσπάθειές τους σὲ κατασβέσεις πυρκαγιῶν καὶ διασώσεις, ἀτόμων καὶ ἀγαθῶν, ποὺ συγκλόνισαν τὸ Πανελλήνιο.
Ἐπειδὴ πιστεύω πὼς εἶναι, τουλάχιστον, ἐγωιστικὸ ὅτι γνωρίζει ἢ κατέχει κανεὶς νὰ τὸ κρατᾷ σφαλισμένο μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του, θεώρησα χρέος μου νὰ κάνω γνωστά, στοὺς συναδέλφους μου Πυροσβέστες καὶ τοὺς φίλους τοὺς ἀναγνῶστες μας, στὰ πλαίσια αὐτοῦ τοῦ σημειώματος - μὲ τὴ συνοδεία τῶν ἀπαραίτητων γιὰ τὴν κατανόηση τῶν σχολίων καὶ πληροφοριῶν γιὰ τοὺς δημιουργούς τους - μερικὰ ἀπὸ τὰ ὡραιότερα καὶ πιὸ χαρακτηριστικὰ ποιήματα ποὺ γράφτηκαν, ὡς τώρα, γιὰ τὸ σινάφι μας καὶ τὰ ἀντικείμενα τοῦ λειτουργήματός μας.
Θὰ ξεκινήσω τὴν παρουσίαση αὐτὴ παραθέτοντας τὸ ποίημα, «Χριστὲ καὶ Παναγιὰ καρσί μας πυρκαγιά» τοῦ μεγαλύτερου ἕλληνα σατιρικοῦ ποιητῆ Γεωργίου Σουρῆ, (Ἑρμούπολη Σύρου 1853 - Ἀθήνα 1919), μὲ τὸ ὁποῖο περιγράφει τὶς καταστροφικὲς συνέπειες μιᾶς πυρκαγιᾶς σὲ ξυλουργεῖο ποὺ ἔλαβε χώρα, τὸ Μάιο τοῦ 1883, στὴν περιοχὴ τῶν Ἁγίων Θεοδώρων στὸ κέντρο τῆς Ἀθήνας. Στὸ τέλος τοῦ ποιήματος, ὁ Σουρῆς, ἐπιβεβαιώνοντας ὅτι ἡ ποίηση εἶναι ἡ πιὸ ἱερὴ λειτουργία τῆς ψυχῆς, κάνει ἔκκληση στοὺς Ἀθηναίους φιλάνθρωπους νὰ βοηθήσουν τὸν ἄτυχο βιοτέχνη.
ΧΡΙΣΤΕ ΚΑΙ ΠΑΝΑΓΙΑ ΚΑΡΣΙ ΜΑΣ ΠΥΡΚΑΓΙΑ2Πᾶν τοῦ Ῥωμιοῦ τὰ σύνορα, μὰ πᾶν κι οἱ τορναδόροι! Μάιος 1883 |
Ὁ Γεώργιος Σουρῆς ἦταν πολὺ δημοφιλὴς στὸ κοινό της ἐποχῆς του, κυρίως, χάρη στὴν ἑβδομαδιαία ἐφημερίδα ὁ Ρωμιός, στὴν ὁποία δυὸ τύποι - δημιουργήματά του, ὁ Φασουλῆς καὶ ὁ Περικλέτος σχολίαζαν καὶ διᾳκωμωδοῦσαν γεγονότα, πολιτικὰ καὶ ἄλλα, τῆς ἐποχῆς. Ὁ Θαυμασμὸς τῶν συγχρόνων του ὑπῆρξε πολὺ μεγάλος, θεωρήθηκε καὶ πολὺ σωστὰ ὡς «ὁ νέος Ἀριστοφάνης» προτάθηκε μάλιστα, τὸ 1906, γιὰ τὸ βραβεῖο Νόμπελ.
Ὁ σατιρικὸς ποιητικὸς διάλογος, μεταξὺ Φασουλῆ καὶ Περικλέτου ποὺ ἀκολουθεῖ, ἔχει ὡς ἀφορμὴ μία πυρκαγιὰ ποὺ ἐκδηλώθηκε, τὸν Ἰούλιο τοῦ 1884, στὸ Παλάτι3 καὶ ἔδωσε ἀφορμὴ στὸ Σουρῆ νὰ ἐκδηλώσει, γιὰ μία ἀκόμη φορά, τ᾿ ἀντιβασιλικά του αἰσθήματα, γιὰ τὰ ὁποῖα εἶχε ὑποστεῖ πολλὲς διώξεις. Διάχυτη στοὺς πικάντικους στίχους του ἡ ἐκτίμηση καὶ ὁ θαυμασμός του γιὰ τοὺς προδρόμους μας σκαπανεῖς τῆς Διλοχίας Σκαπανέων ποὺ ἐκτελοῦσαν τότε πυροσβεστικὰ καθήκοντα.
ΤΟΥ ΠΑΛΑΤΙΟΥ Η ΠΥΡΚΑΓΙΑ4Φασουλῆς καὶ Περικλέτος, ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ ΦΑΣΟΥΛΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ Ἰούλιος 1884 |
Θα συνεχίσουμε καὶ θὰ τελειώσουμε τὴν ἀναφορά μας στὸν ἀνεπανάληπτο Σουρῆ, ποὺ μὲ τοὺς στίχους του μαστίγωνε τὴν Κοινωνία τῆς ἐποχῆς του, μ᾿ ἕνα ποίημά του ποὺ ἐμπνεύστηκε ἀπὸ πυρκαγιὰ ποὺ συνέβη, τὸν Αὔγουστο τοῦ 1884, στὴν κεντρικὴ Ἀγορὰ τῶν Ἀθηνῶν.
ΑΣ ΡΙΞΩΜΕ ΚΑΙ ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ - ΣΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΜΑΣ ΤΗ ΦΩΤΙΑ5Κοντὰ στὴ μιὰ καταστροφὴ καινούργια μᾶς προφθάνει, Κι ἰδοὺ μὲ σκούφους ναυτικούς, μὲ νυχτικὰ φουστάνια, Αὔγουστος 1884 |
1. Μερικὰ ἀπὸ τὰ ἔγγραφα αὐτὰ στοιχεῖα, ἔχουν χρησιμοποιηθεῖ σὲ ἄρθρα καὶ σημειώματά μου ποὺ ἔχουν δημοσιευθεῖ στὸ παρὸν περιοδικό. Ἐπιθυμία μου εἶναι τὸ ἀρχειακὸ αὐτὸ ὑλικὸ νὰ κατατεθεῖ στὸ Ἱστορικὸ Πυροσβεστικὸ Ἀρχεῖο ποὺ εἶναι ἀνάγκη νὰ δημιουργηθεῖ στὸ Πυροσβεστικὸ Σῶμα.
2. Γεωργίου Σουρῆ, Ἅπαντα, Ἱστορικὲς Ἐκδόσεις Λογοτεχνίας, Τόμος 5ος, σελ. 47.
3. Βλέπε σχετικά, Ἱστορία τοῦ Πυροσβεστικοῦ Σώματος, Ἔκδοση Διεύθυνσης Μελετῶν Ἀρχηγείου Πυροσβεστικοῦ Σώματος, Ἀθήνα 1980, σελ. 16.
4. Ὅπως προηγούμενη σημείωση 2, Τόμος 2ος, σελ. 144 - 147.
5. Ὅπως προηγούμενη σημείωση 2, Τόμος 5ος, σελ. 37