ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ


ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΚΙΑΓΡΑΦΗΣΗ ΤΟΥ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ
Παύλου Πετρίδη. (βλέπε εκτενέστερα «Ο Πολιτικός Θεοδωράκης (1940-1996)» του ιδίου από τις εκδόσεις «ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ")

Η παρούσα ιστορική σκιαγραφία, προσεγγίζοντας τον πολιτικό Θεοδωράκη επισταμένα και αποκλειστικά, φιλοδοξεί να τον ερμηνεύσει παρά την προφανή ταύτιση του μουσικού έργου του με την πατριωτική του συνεισφορά.

Συνεκτιμώντας παράλληλα πως οι πολιτικοί και ιδεολογικοί προσανατολισμοί του αδιαμφισβήτητα προηγήθηκαν των μουσικών του αναζητήσεων, καθορίζοντας (σε μεγάλο βαθμό) και την καλλιτεχνική του συμβολή. Μέσα από την προσωπική αυτή 'μεθοδολογική' προσέγγιση αξιολογείται, επομένως η εθνικοπολιτική του πορεία συνολικά, χωρίς να υποδηλώνεται ωστόσο, η ευχέρεια διάκρισης του εμπνευσμένου δημιουργού από τον αγωνιστή και ιδεολόγο.

Η αποτίμηση του πατριωτικού οδοιπορικού του, από το 1940 μέχρι σήμερα, οδηγεί στο κυρίαρχο (διαχρονικά) συμπέρασμα ότι ο Θεοδωράκης δεν ενστερνίστηκε την πολιτική όπως εφαρμόστηκε στην πράξη από τους επαγγελματίες πολιτικούς. Για τον Θεοδωράκη η έννοια πολιτική ενείχε (και ενέχει φυσικά) μια ξεχωριστή συμβολική σημασία. Πολιτική με αποκλειστικό αποδέκτη το λαό, σημαίνει γι' αυτόν τόλμη, ανιδιοτέλεια, ριζοσπαστισμό, ρήξη, υπέρβαση και ενότητα.

Η Πάγια θέση του απέναντι στο πολιτικό λειτούργημα αποτελεί σημείο αναφοράς για το Έθνος: - Κάθε μου πράξη, κάθε πρωτοβουλία ξεκινά από μια ανοδική αφετηρία. Πώς θα ωφελήσω τον ελληνικό λαό, πώς θα υπηρετήσω καλύτερα την πατρίδα μου. Δεν πιστεύω στις κάθε λογής σκοπιμότητες πολιτικές, κομματικές, συντεχνιακές, φιλικές, οικογενειακές. Με ενδιαφέρει, κάθε φορά το Όλον, το Σύνολο, το Έθνος, ο Λαός, ο Άνθρωπος. Είμαι απόλυτος. Το ξέρω. Όπως ξέρω πως αυτό είναι η μεγάλη μου δύναμη και η ακόμα μεγαλύτερη αδυναμία μου. Πιστεύω, όμως, ότι σ' ένα εθνικό σύνολο, όπου όλα είναι συμβιβασμός, υπολογισμός, φόβος, θα πρέπει να υπάρχουν μερικοί που να μπορούν να λένε φωναχτά όσα και οι άλλοι σκέφτονται και ψιθυρίζουν. Και τότε το τίμημα είναι ένα: Ο προπηλακισμός και το κώνειο-.

Ο πολιτικός Θεοδωράκης αρνήθηκε έμπρακτα τις ετικέτες της κομματική νομιμοφροσύνης και γι' αυτό παρέμεινε, κατά κανόνα, 'δεικτικός' για το καλό του συνόλου. Οι όποιες εμπλοκές του στα 'παιχνίδια' της εξουσίας διέπονται από μια αμετακίνητη πολιτική φιλοσοφία: - Αν απ' τα παιχνίδια αυτά εξαρτάται το να καταστεί ο λαός ελεύθερος, αξίζει ο κόπος ν' ανακατευθείς μήπως ξαφνικά σαν δούρειος ίππος ανατρέψεις όλα αυτά και ανοίξει η μεγάλη πόρτα και μπει το φως ώστε, επιτέλους, ο λαός να σπάσει τα δεσμά του και ελεύθερος να οικοδομήσει τη νέα Ελλάδα. Έτσι μόνο να μπορεί να κριθεί όλη μου η ιστορία. Εγώ τροφοδότησα τον ελληνικό λαό με τραγούδια, δηλαδή με όνειρα. Τον τροφοδότησα με ιδέες την εποχή των Λαμπράκηδων, την εποχή του Πατριωτικού Μετώπου και κάθε στιγμή είτε με το κίνημα Ειρήνης, είτε με τη νέα ΕΔΑ, είτε μέσα από το Κομμουνιστικό κόμμα και την ΚΕΑ και πρόσφατα ακόμα με τον Μητσοτάκη προσπάθησα για να μπορέσουμε να ξεφύγουμε κάποτε απ' το πλέγμα της δοτής πολιτικής εκπροσώπησης που προέκυψε από την ιστορική ανωμαλία, το ιστορικό έγκλημα της συντριβής των εθνικοαπελευθερωτικών δυνάμεων στη δεκαετία του '50 και της υπαγωγής της χώρας στον πλήρη έλεγχο της αγγλοαμερικανικής πολιτικής-.

Αποκρυσταλλωμένη και η πεποίθησή του πως η φυσιολογική κατάληξη του μαζικού Κινήματος, μετά το έπος του ΕΑΜ, έπρεπε να είναι ένα λαϊκό καθεστώς που δεν θα είχε συνάφεια με το ανατολικό μπλοκ και τη Σοβιετική Ένωση: - Να κάνουμε επιτέλους πραγματικότητα του όνειρο του Μακρυγιάννη. Δηλαδή μια πραγματική Λαϊκή Δημοκρατία με αποκλειστικό αφέντη τον ελληνικό λαό που απέδειξε την υπευθυνότητά του όταν πραγματικά είναι κυρίαρχος. Τον κατέστησαν ανεύθυνο για να τους ψηφίζει. Αν ήταν κυρίαρχος ο λαός δεν θα τους ψήφιζε ποτέ, δεν θα συμμετείχε στα πολιτικά παιχνίδια-.

Ο Θεοδωράκης απεδείχθη υπερβατικός και ενωτικός ιδίως στις μεταβατικές περιόδους ομαλής λειτουργίας του πολιτεύματος. Αντίθετα στις συγκυρίες κατάλυσης των λαϊκών ελευθεριών λειτούργησε ως Αντιστασιακός, Κομμουνιστής, Αριστερός και Επαναστάτης. Πολιτεύθηκε υπερβατικά το 1974 και το 1989 μέσα απ' την πεποίθηση της κατά το δυνατόν εφικτής εξυπηρέτησης του κοινωνικού συνόλου. Οι ρήξεις του με τις κατεστημένες δυνάμεις της Αριστεράς, του Κέντρου και της Δεξιάς είχαν σαν γνώμονα την ιδανικότερη δυνατή στήριξη των λαϊκών συμφερόντων. Στις κρίσιμες, βέβαια, φάσεις καταπίεσης και αυταρχισμού βρέθηκε πάντοτε στην πρώτη γραμμή του Αγώνα. Τέλος, οι τοποθετήσεις του απέναντι στα διεθνή δρώμενα εμπεριέχουν ουμανιστικό χαρακτήρα.

Με τη σειρά του, βίωσε και ο ίδιος την τραγική πορεία των πρωτοπόρων μαχητών που υπονομεύτηκαν από τους επίγονους. Ανατρέχοντας στις κρισιμότερες στιγμές του έθνους διαπιστώνουμε, με οδύνη, ότι οι πρωταγωνιστές της επανάστασης του '21 (Δ. Υψηλάντης, Ανδρούτσος, Καραϊσκάκης, Κολοκοτρώνης κ.ά.) παραγκωνίστηκαν στη συνέχεια από τους νομείς της εξουσίας. Παρεμφερείς εξελίξεις δρομολογήθηκαν και μετά τις επαναστάσεις της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, της 10ης Οκτωβρίου 1862, της 15ης Αυγούστου 1909 αλλά και μετά την εποποιία της Εθνικής Αντίστασης και πρόσφατα στη μεταπολίτευση. Είναι γνωστοί ακόμα οι ενωτικοί που περιθωριοποιήθηκαν από τους εμπνευστές της κάθετης αντιπαράθεσης όπως ο Μακρυγιάννης, ο Παπαναστασίου, ο Σβώλος, ο Σαράφης, ο Οθωναίος, ο Σοφιανόπουλος, ο Πασαλίδης, ο Ηλιού κ.ά. Τέλος δεν αποτελεί σύμπτωση ότι από τις ίδιες τις παρατάξεις τους αποδοκιμάστηκαν ο Ζαχαριάδης, ο Σιάντος, ο Κύρκος, ο Φαράκος καθώς και επιφανή στελέχη της Δεξιάς όπως ο Ράλλης και ο Στεφανόπουλος. Μοιραία και το πολιτικό οδοιπορικό του Θεοδωράκη απέβη μοναχικό.

Είναι απογοητευτικό ότι τα κόμματα, στη σύγχρονη Ελλάδα, δεν άντεξαν το βάρος της αυτόνομης πληθωρικής προσωπικότητας του Θεοδωράκη. Κι ενώ οι κομματικές ηγεσίες όλων των αποχρώσεων τον προσεταιρίστηκαν κατά καιρούς, τελικά δεν αντιστάθηκαν στον πειρασμό να τον απεμπολήσουν μετά την κοινή διαπίστωση της αποστροφής του στην κομματική υποταγή. Ο συγγραφέας αυτής της σκιαγραφίας αναρωτιέται πόσο διαφορετική θα διαγραφόταν η μοίρα του προοδευτικού Κινήματος αν ενστερνίζονταν τις εθνικές, κοινωνικοπολιτικές και πολιτιστικές επιλογές του.

ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ

Η πατριωτική δράση του Θεοδωράκη στο απώτερο παρελθόν, στο 1940, όταν δεκαπεντάχρονος ακόμη, βρέθηκε αντιμέτωπος με τη φασιστική θηριωδία. Κατασταλαγμένος ιδεολογικά θα στρατευθεί στις τάξεις του ΕΑΜ, στον αγώνα για την εθνική αναγέννηση. Η σύλληψή του από τους φασίστες και η καταδίκη του σε θάνατο, μέσα στην εφηβεία, θα αποτελέσουν το προανάκρουσμα των συνεπειών της ιδεολογικής στράτευσής του.

Στην καμπή της απελευθέρωσης (1944) επωμίσθηκε καθήκοντα Β΄ γραμματέα της ΚΟΒ του Κομμουνιστικού κόμματος στην Νέα Σμύρνη λαμβάνοντας ενεργό μέρος στη μάχη του Δεκέμβρη ως υπαξιωματικός και στη συνέχεια λοχαγός. Παράνομος πλέον, μετά την ήττα, θα οργανώσει τον πρώτο κομμουνιστικό πυρήνα στην Καλλιθέα, θα γίνει υπεύθυνος διαφώτισης του V Τομέα ΕΠΟΝ και μετά Β΄ γραμματέας διαφώτισης σε όλη την Αθήνα. Θα τραυματισθεί βαριά τον Μάρτη του ΄ 46, θα συλληφθεί στη συνέχεια και θα εξοριστεί στην Ικαρία στη δίνη του εμφυλίου πολέμου. Επικεφαλής του τομέα αυτοάμυνας θα συλληφθεί ξανά, στα 1948, θα βασανισθεί και θα εξοριστεί για μια ακόμη φορά.

Η νίκη των επιλεγόμενων εθνικών δυνάμεων θα συμπέσει με την εκτόπιση του Θεοδωράκη στην Μακρόνησο στο Δ΄ τάγμα πολιτικών κρατουμένων. Παρά την αποστασιοποίησή του από το ΚΚΕ, μετά την 6η Ολομέλεια, (1949), θα μεταφερθεί στο Α΄ τάγμα κρατουμένων και θα βασανισθεί θανάσιμα γλιτώνοντας από θαύμα την αναπηρία. Η τελική ήττα στο Γράμμο θα γκρεμίσει τα νεανικά του όνειρα για μια καινούργια Ελλάδα.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο απολογισμός του για την περίοδο εκείνη: - Το ελληνικό προοδευτικό κίνημα, όπως διαμορφώθηκε στην Εθνική Αντίσταση και μετά, πρόσφερε τα απαραίτητα πολιτικά όπλα μέσα στις ειδικές συνθήκες της κάθε εποχής για να ενισχυθεί και περιφρουρηθεί η ελληνικότητα απέναντι στην ολοκληρωτική και με όλες τις μορφές εισβολή των νεοφράγκων σε συνδυασμό με την ολόπλευρη επίθεση κατά του ελληνικού ήθούς και τους συμβιβασμούς των κάθε λογής εξουσιαστών-.

Τότε, γύρω στα 1950, φάνηκαν και τα πρώτα αχνά σημάδια αμφισβήτησης της ηγεσίας του Κομμουνιστικού κόμματος: - Δεν μας φόβιζε το γεγονός ότι ήμασταν πανταχόθεν περικυκλωμένοι. Πώς όμως να πεις ότι οι θρυλικοί ηγέτες, η αόρατη ηγεσία του λαϊκού κινήματος, ενώ εμείς ματώναμε πρόσωπο με πρόσωπο με τα όργανα της εξουσίας, αυτοί εκεί ψηλά κρατούσαν κρυμμένο στο μανίκι το στιλέτο, για να χτυπήσουν πισώπλατα το σύντροφό τους-

Στους τόπους των δοκιμασιών ο Θεοδωράκης συνειδητοποίησε και την εθνική διάσταση της αποστολή του ως μουσικού δημιουργού: - Είμαστε ένας λαός με πλήρη επάρκεια πνευματικής παράδοσης και με δυνατότητες δημιουργικής συνέχισης, χωρίς να έχουμε ανάγκη να προσφύγουμε σε ξένες πατερίτσες-. Επιστρέφοντας, μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στο Παρίσι, στην Ελλάδα, στα 1960, εγκαινιάζει το θεσμό των λαϊκών συναυλιών στην περιφέρεια ανάγοντας τη μουσική του σε σύμβολο των καταπιεσμένων της Αριστεράς. Καταδιωκόμενος, ως δημιουργός, από τους αυταρχικούς μηχανισμούς της συγκυρίας θα συγκρουστεί και με το κομματικό κατεστημένο της ΕΔΑ λόγω της γραμμής του για εθνική συμφιλίωση και δημοκρατικές διαδικασίες.

Εμπνευστής της κίνησης των Λαμπράκηδων, μετά τη στυγερή δολοφονία της Θεσσαλονίκης, θα προσδώσει σ' αυτή μαζικότητα και ευρύτητα μέσα από τη σύζευξη της πολιτικής με τον πολιτισμό. Επηρεάζοντας τη μουσική παραγωγή η ιδεολογική του έκφραση προσέλαβε διμέτωπο χαρακτήρα: Πολέμιος της ξενοκρατίας και του αυταρχισμού της Δεξιάς από τη μια, τάσσεται υπέρμαχος του εκδημοκρατισμού του ΚΚΕ και της ΕΔΑ από την άλλη.

Το 1964 ο Θεοδωράκης επανήλθε στην ενεργό πολιτική εκλεγόμενος βουλευτής της ΕΔΑ στην Β΄ περιφέρεια Πειραιά. Η κοινοβουλευτική του δραστηριότητα θα αποβεί εξίσου πολύπλευρη ενώ, το 1965, θα προτείνει επίσημα τη χειραφέτηση της ελληνικής Αριστεράς από τη Σοβιετική Ένωση και από τους 'σκληρούς' του Πολιτικού Γραφείου με επακόλουθο τη ρήξη των Λαμπράκηδων με την ηγεσία της ΕΔΑ.

Παρά την ενεργοποίησή του και στο κίνημα ειρήνης θα του αφαιρεθεί η αρχηγία της Δημοκρατικής νεολαίας. Παρ' όλα αυτά, παρέμεινε μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΔΑ για να μην πληγωθεί η ενότητα του κόμματος και ο λαός της Αριστεράς.

Την 21η Απριλίου 1967 θα περάσει στην παρανομία μετά το πραξικόπημα των συνταγματαρχών. Δύο μόλις μέρες από την επιβολή της χούντας, συντάσσει το πρώτο μήνυμα αντίστασης προχωρώντας, ταυτόχρονα, στην ίδρυση Πατριωτικού Μετώπου. Θα συλληφθεί τον Αύγουστο του '67: κρατούμενος, και πάλι, στη Μπουμπουλίνας, στις φυλακές Αβέρωφ και εξόριστος, στη συνέχεια στη Ζάτουνα και στο στρατόπεδο Ωρωπού. Μετά την κινητοποίηση της κοινής γνώμης η χούντα προχωρεί στην απέλασή του (1970).

Ελεύθερος πολιορκημένος στο εξωτερικό ο Θεοδωράκης προσέδωσε στην αντιστασιακή δράση του οικουμενικό χαρακτήρα. Μέσα από ατέρμονες ομιλίες, διακηρύξεις και συναυλίες θα δώσει τη μάχη για την αποκατάσταση των δημοκρατικών ελευθεριών και την ενότητα της αντίστασης και της ευρύτερης Αριστεράς. Ως πρόεδρος του Πατριωτικού Μετώπου συνεργάστηκε στενά και με το νεότευκτο ΚΚ Εσωτερικού το οποίο εγκατέλειψε (1972), όταν διαπίστωσε ότι δεν τήρησε όσα είχαν συμφωνηθεί, ειδικά για την ενότητα της Αριστεράς και της Αντίστασης, ιδρύοντας τη Νέα Ελληνική Αριστερά.

Υπέρμαχος (μετά τη διάσπαση του Εθνικού Αντιστασιακού Συμβουλίου) της ρεαλιστικής και εφικτής 'λύσης Καραμανλή' ως την ανατροπή του καθεστώτος Παπαδοπούλου, επέστρεψε στην Ελλάδα την επομένη της κατάρρευσης της δικτατορίας.

Στο μεταξύ οι αντιστασιακές δυνάμεις θα διασπαστούν ενόψει του προβληματισμού για ενδεχόμενη συμμετοχή στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Ο Καραμανλής δεν θ' αποτολμήσει τελικά την υπουργοποίησή του ενώ ο ίδιος αγωνιζόταν πλέον για την ενότητα της Αριστεράς. Η υποψηφιότητά του, ωστόσο, στην Β΄ εκλογική περιφέρεια Πειραιά υπονομεύτηκε από την ηγεσία του ΚΚΕ.

Το 1975 εκλέχτηκε στην ηγεσία της ΕΔΑ τασσόμενος ανοιχτά υπέρ μιας κυβέρνησης εθνικής συνεργασίας. Η ρήξη του με τα ΠΓ του ΚΚΕ και ΚΚ Εσωτερικού υπήρξε μοιραία και παρεπόμενη. Μετά τις πρωτοβουλίες του, όμως, για συνένωση των Εαμογενών το ΚΚΕ θα υποστηρίξει την υποψηφιότητά του για τη Δημαρχία της Αθήνα (1978) και την εκλογή του (1981) στο ψηφοδέλτιο της Επικρατείας. Στις εκλογές του 1985, παρά τις διαφωνίες του με το ΠΓ, επανεκλέχτηκε βουλευτής Επικρατείας του ΚΚΕ. Τη φορά αυτή η υπονόμευσή του από την παραδοσιακή κομμουνιστική ηγεσία θα τον εξωθήσει σε παραίτηση (1986).

Η πρόσκαιρη απομάκρυνση από την ενεργό πολιτική δεν ανέκοψε τη δημόσια δράση του. Μέσα από επαφές με επιφανείς προσωπικότητες των Βαλκανίων, της Τουρκίας, του Τρίτου κόσμου και της κεντρικής Ευρώπης θα προωθήσει την ιδέα της διακρατικής φιλίας και συνεργασίας των λαών. Παράλληλα δεν έπαψε να πρωτοστατεί υπέρ της εθνικής συμφιλίωσης προτείνοντας κυβέρνηση εθνικής συνεργασίας.

Μετά το σκάνδαλο Κοσκωτά και την κορύφωση του 'Αυριανισμού' αποδέχτηκε μεταβατική εκλογική συνεργασία με τη Νέα Δημοκρατία αφού είχε προϋπάρξει η συγκυβέρνηση (1989).

Και η πρόσφατη ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, με τη σειρά της, δεν άντεξε το βάρος της πολιτικής προσωπικότητας του Θεοδωράκη. Παρά την πρόσκαιρη υπουργoποίησή του οι προτάσεις του δεν εισακούστηκαν τελικά. Η απογοήτευση για την τροπή των πολιτικών πραγμάτων τον εξώθησε σε νέα παραίτηση (1992) χωρίς να ανακόψει την πολυσχιδή και πολύπλευρη πολιτική και πολιτιστική του δράση και συνεισφορά. Απογοητευμένος διαπίστωνε πως ούτε η ελληνική αστική τάξη ούτε η ελληνική Αριστερά 'κατόρθωσαν να δημιουργήσουν ένα ελληνικό κοινωνικό πρότυπο, έναν ελληνικό κοινωνικό δρόμο προς το μέλλον, μια ελληνική κοσμοθεωρία που να λαμβάνει υπ' όψη της τις διεθνείς συνθήκες και εξελίξεις και την κάθε φορά ιστορική συγκυρία'.

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ

Η παρούσα σύντομη σκιαγραφία βασισμένη σε πλήθος άγνωστων, γνωστών και αδημοσίευτων πηγών και εκμυστηρεύσεων καταγράφει οχτώ συνολικά ιστορικούς σταθμούς. Ο Θεοδωράκης προσεγγίζεται και σκιαγραφείται κυρίως μέσα από τις πολιτικές θέσεις και προτάσεις του (καθώς και τους κοινωνικούς του στοχασμούς) σε κρίσιμες ή μεταβατικές συγκυρίες.

Από την άποψη αυτή, σε μεθοδολογικό φυσικά επίπεδο, πρόκειται για ντοκουμέντο αποτίμησης της όλης πατριωτικής-αγωνιστικής πορείας πολλών δεκαετιών.

Αναλυτικότερα στο πρώτο μέρος αυτού του κειμένου αποτιμάται ο νεανικός πολιτικός Θεοδωράκης της κρίσιμης περιόδου 1940-49. Απ' όπου προκύπτει το έμφυτο πατριωτικό πάθος του για την προάσπιση της ελευθερίας και της ενικής αξιοπρέπειας. Ως έφηβος αισθάνθηκε ώριμος να πολεμήσει τον φασίστα κατακτητή, ν' αντιταχθεί στον κάθε μορφής εξουσιαστή υπομένοντας με στωικότητα και ανιδιοτέλεια τις συνακόλουθες δοκιμασίες. Η αποστροφή του στην καταπίεση και στο φασισμό συνετέλεσε στην αυθόρμητη στράτευσή του στη μαρξιστική ιδεολογία μέσα από τη ρομαντική πεποίθηση ότι ο μαρξισμός ενσάρκωνε τη μοναδική θεωρία που εναρμονίζει ιδανικά τις ανθρώπινες σχέσεις. Ενσωματωμένος κυριολεκτικά στο όραμα της κοινωνικής απελευθέρωσης και ισοτιμίας - που εξέφραζαν θεωρητικά το ΕΑΜ και το ΚΚΕ της συγκυρίας - ο Θεοδωράκης στρατεύθηκε στις τάξεις του Κομμουνιστικού κόμματος.

Ουμανιστής-κομμουνιστής πλέον, μετά την εθνική απελευθέρωση, εξακολούθησε τον αγώνα και για την λαϊκή κυριαρχία. Έτσι οι νέες δοκιμασίες που υπέστησαν οι κομμουνιστές της μεταδεκεμβριανής πραγματικότητας σφράγισαν ανεξίτηλα και τον ίδιο.

Βαθμιαία, νεότατος ακόμη, συνειδητοποίησε πως είχε χρέος να υπερασπιστεί την τιμή της ακηδεμόνευτης Αριστεράς μέσα από την 'ιδεολογία' της αντοχής στη βία των εξουσιαστών. Επομένως από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ενεργού πατριωτικής δράσης προκύπτει ξεκάθαρη η αγωνιστική φιλοσοφία του Θεοδωράκη. Από τότε, στην ουσία, ξεκινά και η μοναχική του πορεία στην πολιτική σκηνή: - Στην ουσία παρέμεινα μόνος, ανεξάρτητος αλλά αυτοστρατευμένος. Πίστευα μόνο στο μαζικό κίνημα, στον ενωμένο στη βάση του λαό. Πίστευα ακόμη ότι δεν παίζει ρόλο με ποιο τρόπο θα ενωθεί ο λαός. Φτάνει να ενωθεί-.

Στο δεύτερο Μέρος προσεγγίζεται ο πολιτικός Θεοδωράκης της μετεμφυλιακής περιόδου 1950-63. Επουλώνοντας τις πληγές του από τη συντριβή του λαϊκού κινήματος, τις τραυματικές εμπειρίες των διώξεων και την απογοήτευση απέναντι στις μονολιθικές επιλογές της ηγεσίας, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι για ανώτερες μουσικές σπουδές. Εκεί με την απόσταση του χρόνου θα συνειδητοποιήσει σε όλο της το βάθος την τραγωδία της Αριστεράς και θα προσπαθήσει να αναλύσει τις αιτίες του κακού.

Κατασταλαγμένος σ' ένα καινούργιο είδος μουσικής δημιουργίας ο Θεοδωράκης, μετά την επάνοδό του στην Ελλάδα το 1960, εγκαινίασε τον θεσμό των λαϊκών συναυλιών καλλιεργώντας την άμεση επικοινωνία με το λαό στο κέντρο και στην περιφέρεια. Η επαφή αυτή με τα καταπιεσμένα λαϊκά στρώματα μετουσιώθηκε βαθμιαία σε πολιτική πράξη με επακόλουθο τη συσπείρωση των ανένταχτων της Αριστεράς. Ακολούθησε η κίνηση του Μανιφέστου της Αθήνας με στόχο τον εκδημοκρατισμό της ΕΔΑ και την ταύτιση της πολιτικής με την πολιτιστική, πλέον, δράση.

Στη μετεμφυλιακή συγκυρία οι διώξεις εναντίον των τραγουδιών του θα τον καταστήσουν πολιτικό σύμβολο όχι μόνο της Αριστεράς αλλά και του ευρύτερου δημοκρατικού χώρου οδηγώντας, εκ των πραγμάτων, στην πολιτική επανενεργοποίησή του μετά από την ανάπαυλα των νεανικών αντιστασιακών αγώνων. Υπό τις αντίξοες αυτές συνθήκες δεν θα βραδύνει, μετά τη δολοφονία του Γρ. Λαμπράκη στη συμπρωτεύουσα, η ίδρυση της ΔΚΝΓΛ. Μίας ουσιαστικά ανένταχτης αριστερής προοδευτικής νεολαίας με προφανείς πολιτιστικές και κοινωνικές επιδιώξεις.

Πολιτική πρωτοβουλία που αν στηριζόταν η άνδρωση και η αυτονομία της θα ήταν σε θέση να συμβάλει καθοριστικά στον εκδημοκρατισμό της πολιτικής σκηνής και στην περιφρούρηση των δημοκρατικών θεσμών. Όμως η ηγετική ομάδα της ΕΔΑ (υπό την κηδεμονία του ΚΚΕ), απεμπολώντας τις διαφανείς εσωκομματικές διαδικασίες, βρισκόταν σε διαρκείς προστριβές με τον μη ελεγχόμενο κομματικά Πρόεδρο της ΔΚΝΓΛ.

Παρά τις διαιωνιζόμενες τριβές με τα ηγετικά στελέχη της ΕΔΑ, τελικά, ιδρύθηκε (μετά από συγχώνευση της ΔΚΝΓΛ με τη νεολαία της ΕΔΑ) η Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη με πρόεδρο τον Θεοδωράκη. Πολύ σύντομα ο τελευταίος, λειτουργώντας αυτόνομα, κατόρθωσε να αναδείξει τη Νεολαία Λαμπράκη σε σύμβολο αντίστασης εναντίον της αμερικανοκρατίας, του παλατιού και των παρακρατικών μηχανισμών της Δεξιάς.

Στο τρίτο Μέρος σκιαγραφείται ο πολιτικός Θεοδωράκης της προχουντικής συγκυρίας 1964-67, ο οποίος λειτούργησε ως σύμβολο της ευρύτερης Αριστεράς. Ως αρχηγός της νεολαίας Λαμπράκη κατόρθωσε, αστραπιαία σχεδόν, να προσδώσει στην κοσμοθεωρία της μια προδρομική ριζοσπαστικότητα- προάγγελο του προσανατολισμού αντίστοιχων πολιτικών νεολαιών μετά τη μεταπολίτευση. Ως βουλευτής της ΕΔΑ, παράλληλα, σήκωσε αβοήθητος το βάρος της αντίστασης ενάντια στο στέμμα, την αμερικανοκρατία και την κρατική καταπίεση.

Οι ιδεολογικές επιδιώξεις του, στη φάση αυτή, κατέτειναν στην αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην απελευθέρωση του λαού από τις πληγές της τρομοκρατίας και των παρακρατικών οργανώσεων και στην παγίωση κράτους του νόμου, της ισότητας και της δικαιοσύνης:- Εθνική ανεξαρτησία σημαίνει για μας πλήρη, χωρίς παραχωρήσεις ακόμα και για λόγους τακτικής. Φανατική, με αγώνες μέχρις εσχάτων. Ασυμβίβαστη, χωρίς να υποκύπτει σε κανενός είδους οικονομικές, πολιτικές ή ιδεολογικές παραχωρήσεις-.

Μετά την εκλογική νίκη της Ενώσεως Κέντρου ο Θεοδωράκης, λόγω του ριζοσπαστικού και αυτόνομου πολιτικού λόγου του, θα αναγκαστεί από τα πράγματα να διεξάγει παράλληλο διμέτωπο αγώνα (στην προσπάθεια περιφρούρησης του μαζικού-δημοκρατικού χαρακτήρα της νεολαίας Λαμπράκη) τόσο εναντίον ηγετικών στελεχών της ΕΔΑ όσο και ενάντια στις παλινδρομήσεις του Γ. Παπανδρέου. Ταυτόχρονα με την άνδρωση του κινήματος των Λαμπράκηδων ανέπτυξε και ουσιαστική κοινοβουλευτική δραστηριότητα τοποθετούμενος σε καίρια κοινωνικά θέματα.

Σημαντική, εξάλλου, απεδείχθη η επικοινωνία του με τον Κυπριακό λαό και τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο. Βιώνοντας άμεσα τα προβλήματα των Κυπρίων τάχθηκε ανοιχτά υπέρ της αδέσμευτης ανεξαρτησίας της Μεγαλονήσου: - Χέρι με χέρι με τον ηρωικό Κυπριακό λαό παλέψαμε και θα παλεύουμε κάθε μέρα για τη λευτεριά, την ανεξαρτησία και την αυτοδιάθεση της Κύπρου. Οι Λαμπράκηδες ενώνουν τη φωνή τους με τη φωνή του δημοκράτη μας λαού: Όχι παζαρέματα, λευτεριά στην Κύπρο-.

Τα Ιουλιανά του 1965 επιβεβαίωσαν ότι ο πραγματικός διαχειριστής της εξουσίας ήταν το παλάτι υπό την κάλυψη των Αμερικανών δικαιώνοντας πανηγυρικά τις δημόσιες εκτιμήσεις του Θεοδωράκη. Με δική του παρότρυνση οι διαδηλώσεις καταγγελίας του βασιλικού πραξικοπήματος είχαν ως σημείο αναφοράς τη νεολαία Λαμπράκη. Παρ' όλα αυτά οι σχέσεις του ηγέτη των Λαμπράκηδων με την ηγεσία του ΚΚΕ (και τους τοποτηρητές του στην Ελλάδα) παρέμειναν τεταμένες λόγω της μαζικής και αυτόνομης ιδεολογικής φυσιογνωμίας της ομώνυμης νεολαίας. Είχαν προηγηθεί και εντάσεις με την ηγεσία της ΕΔΑ μετά τα γεγονότα στο Γοργοπόταμο και τις απόψεις του για δυναμικότερη αντιμετώπιση της όλης κατάστασης.

Στην ύστατη πρωτοβουλία ενεργοποίησης του ευρύτερου δημοκρατικού στρατοπέδου ενόψει της επικείμενης δικτατορίας ο Θεοδωράκης υιοθέτησε, συγκυριακά, τη γραμμή στήριξης του Α. Παπανδρέου, ο οποίος δεν τόλμησε όμως να καταψηφίσει τη βασιλική κυβέρνηση Παρασκευοπούλου. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι αγώνες των Λαμπράκηδων προσέλαβαν διεθνή απήχηση, στο μέτρο που ο Ζ. Π. Σαρτρ, στα τέλη του '65, διακήρυσσε ότι η νεολαία Λαμπράκη 'αντιπαρατάσσει στον απειλητικό εξαμερικανισμό τον επανελληνισμό της Ελλάδας'.

Ωστόσο η πορεία προς την επιβολή της χούντας ήταν πλέον ορατή. Διασπασμένες οι πολιτικές δυνάμεις, και στη φάση αυτή, έχουν το δικό τους μερτικό ευθύνης και ανοχής απέναντι στις απρόσμενες εξελίξεις. Ο Θεοδωράκης δεν θα διστάσει να ασκήσει δημόσια κριτική και για τον αμφιλεγόμενο ρόλο της Σοβιετικής Ένωσης έναντι των Ελλήνων κομμουνιστών. Μοιραίο παρεπόμενο των τολμηρών του θέσεων η καθαίρεσή του, με πρωτοβουλία της ΕΔΑ, από τη θέση του προέδρου της ΔΝΛ. Απτόητος εξακολούθησε να υπερασπίζεται δημόσια τα πιστεύω του: - Ο λαός ξύπνησε. Η ιδέα της δημοκρατικής αλλαγής ρίζωσε. Η προοπτική της Αριστεράς φωτίζει τον ορίζοντα. Το μέλλον του κόσμου είναι η Αριστερά δηλ. η πρόοδος, η ευημερία, η πνευματική άνθηση, ο σεβασμός του ανθρώπου, η κυριαρχία της λογικής, του αισθήματος και της ανθρωπιάς. Το μέλλον της Ελλάδας είναι η Αριστερά-.

Στο τέταρτο Μέρος αποτιμάται ο πολιτικός Θεοδωράκης της χουντικής συγκυρίας 1967-72 που αποδείχτηκε, από τα πράγματα, πρωτοπόρος αντιστασιακός (απ' το πρώτο κιόλας βράδυ του πραξικοπήματος) και ακόμη φανατικός υπερασπιστής της δημοκρατικής νομιμότητας και πρωτεργάτης της ενωμένης αντίστασης στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Λειτουργώντας, μάλιστα, χωρίς μηχανισμούς στήριξης ή συγκεκριμένη κομματική νομιμοποίηση.

Από την επόμενη μέρα της δικτατορίας η Ελλάδα βρήκε στο πρόσωπο του Θεοδωράκη τον εκφραστή της αντίστασης: - Οργανωθείτε, παλέψτε και αντισταθείτε στη δικτατορική χολέρα. Λαέ της Αθήνας έβγα στους δρόμους. Πατριώτες, ας συναντηθούμε όλοι αμέσως στην πλατεία Συντάγματος. Εμπρός για να συντρίψουμε τους εχθρούς του λαού και της πατρίδας. Ο φασισμός δεν θα περάσει. Ζήτω η Δημοκρατία, η Ελλάδα, ο Ελληνικός Λαός-.

Κι ακόμη τον αντιπροσωπευτικότερο πρεσβευτή της προβολής του ελληνικού δράματος: - Ο φασισμός ξαναχτύπησε, ύστερα από 30 χρόνια, την Ευρώπη. Χτύπησε το λίκνο του πολιτισμού, την καρδιά της Δημοκρατίας. Χτύπησε τη φωτεινή και περήφανη ακρόπολη του ανθρωπισμού. Κάνουμε έκκληση σε όλους τους Δημοκράτες του κόσμου, και ιδιαίτερα της Ευρώπης, να σταθούν αποφασιστικά στο πλευρό του μαχόμενου ελληνικού λαού-.

Γεμάτος εθνικό παλμό θα προχωρήσει άμεσα στην ίδρυση του Πατριωτικού Μετώπου: - Αναλαμβάνοντας, με τέσσερις άλλους αγωνιστές, μια βδομάδα μετά το πραξικόπημα τη δημιουργία του ΠΑΜ, είχα την αίσθηση ότι μια καινούργια μεγάλη ιστορική ευκαιρία παρουσιαζόταν μπροστά στο λαό μας. Το ευρύ πατριωτικό αναγεννητικό μας κίνημα θα έβρισκε τώρα την ευκαιρία να σφυρηλατηθεί και να πάρει την τελική του πολιτική μορφή-.

Όμως στις 21 Αυγούστου 1967 θα συλληφθεί από τους εγκάθετους της χούντας βιώνοντας, για μια ακόμη φορά, δέσμιος τις τραγικές εμπειρίες του παρελθόντος: Γενική Ασφάλεια, φυλακές Αβέρωφ, Ζάτουνα, Ωρωπός. Παρά τις διώξεις οι στόχοι του ηγέτη του ΠΑΜ παρέμεναν ενεργοί: α. Ανατροπή της δικτατορίας, γ. Αποκατάσταση όλων των δημοκρατικών ελευθεριών, απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων, γενική πολιτική αμνηστία, γ. Διάλυση της χούντας και αυστηρή τιμωρία όλων των ενόχων κατάλυσης του Συντάγματος, καθώς και των στυλοβατών και συνεργατών της δικτατορίας και δ. Ελεύθερες εκλογές από κυβέρνηση όλων των κομμάτων.

Υπέρμαχος, παράλληλα, της ενότητας της Αριστεράς και ολόκληρου του αντιστασιακού φάσματος απηύθυνε εκκλήσεις στη διεθνή κοινή γνώμη και σε προσωπικότητα όπως ο Καραμανλής απαιτώντας τη στράτευση τους στον αντιστασιακό αγώνα.

Μετά την απροσδόκητη απελευθέρωση του θα υψώσει τη σημαία της αντίστασης και στο εξωτερικό κλιμακώνοντας την πατριωτική του δράση. Ταυτόχρονα οραματίστηκε τη σύσταση Εθνικού Συμβουλίου Αντίστασης για την ανατροπή της δικτατορίας και τη διασφάλιση των δημοκρατικών ελευθεριών.

Το όραμα αυτό, ωστόσο, ήταν μοιραίο να σκοντάψει στις ηγετικές τάσεις του αρχηγού του ΠΑΚ Ανδρέα Παπανδρέου. Η υπονόμευση των ενωτικών πρωτοβουλιών του θα τον επηρεάσει πρόσκαιρα να προσανατολιστεί προς την 'ήπια' λύση Καραμανλή στην ύστατη προσπάθεια ανατροπής της χούντας των συνταγματαρχών. Μια τολμηρή πολιτική επιλογή που ενώ δικαιώθηκε τελικά αμφισβητήθηκε έντονα από φίλους και αντιπάλους.

Στο πέμπτο Μέρος αναλύεται διεξοδικά ο πολιτικός Θεοδωράκης της κορύφωσης του αντιστασιακού Αγώνα 1972-74 ο μεγάλος ενωτικός οραματιστής με προοπτική εμπρός στις παρενέργειες της χούντας. Μέσα από τις τάξεις του ΠΑΜ εξακολούθησε να αγωνίζεται για την ανατροπή της δικτατορίας και τη συνακόλουθη αναγεννητική μετεξέλιξη του ελληνικού λαού.

Η διάσπαση του 1968, στο μεταξύ, δικαίωσε τις αντιπαραθέσεις του με την παραδοσιακή ηγεσία του ΚΚΕ. Παρ' όλα αυτά δεν έπαψε να αγωνίζεται και προς την κατεύθυνση της ριζικής ανανέωσης και ανασύνταξης της Ελληνικής Αριστεράς.- Η σπουδαιότερη ιστορική αναγκαιότητα για τη δημιουργική ανανέωση της ελληνική Αριστεράς, είναι να αποκτήσει ένα νέο ορθό πολιτικό προσανατολισμό που θα επιτρέψει στις δυνάμεις της Αριστεράς να προτείνουν στους συμμάχους και στον λαό μας ένα ρεαλιστικό, ένα εφαρμόσιμο πολιτικό πρόγραμμα. Πιστεύουμε ότι στο σημερινό στάδιο είναι απαραίτητη η ριζική ανανέωση του προοδευτικού κινήματος της χώρας μας, που με τόλμη, ανεξαρτησία και προπαντός με αντιδογματικό και αντιγραφειοκρατικό πνεύμα θα επιχειρήσει μια ριζική επανεξέταση της πορείας της ελληνικής Αριστεράς-.

Ταυτόχρονα να προέβαινε στη σύνταξη ολοκληρωμένων εθνικών προγραμμάτων: - Για να οδηγήσουμε τον Έλληνα πολίτη προς την κατεύθυνση της ουσιαστικής ελευθερίας, είναι ανάγκη να συνδέσουμε κάθε στιγμή την έννοια της ελευθερίας με τρεις βασικές - μέσα στον κοινωνικό χώρο -πλευρές: την οικονομική, την πολιτική και τη μορφωτική. Η προσπάθειά μας αποβλέπει στην ουσιαστική απελευθέρωση των μεγάλων εργαζόμενων μαζών και στη δημιουργία εκείνων των μορφωτικών προϋποθέσεων που θα μας επιτρέψουν ν' απαλλαγούμε οριστικά από τα εμπόδια και τα πλέγματα ώστε να βαδίσουμε στο δρόμο της κοινωνικής προόδου και την εθνικής ευημερίας-.

Ασκώντας παράλληλα κριτική στον γραφειοκρατικό δογματισμό που είχε προκαλέσει μαρασμό στα σοσιαλιστικά καθεστώτα αναρωτιόταν:- Πώς είναι δυνατόν ποτέ ένας μηχανισμός που όπως όλοι οι μηχανισμοί, στηρίζεται πάνω στο νόμο της καταπίεσης, να δώσει τη μάχη για την ελευθερία. Πιστεύω πως η κορυφαία μάχη της εποχής μας, η μάχη για την ελευθερία, θα πρέπει να δοθεί και ενάντια στη μεγάλη αρρώστια του παγκόσμιου προοδευτικού κινήματος και αρρώστια της εποχής μας: στον γραφειοκρατικό δογματισμό. -Γι' αυτό είναι ανάγκη, κατέληγε, να δημιουργηθεί μέσα από την τέφρα ένα νέο προοδευτικό- αναγεννητικό κίνημα της Αριστεράς, που παίρνοντας όλη τη θετική κληρονομιά και πετώντας όλες τις αδυναμίες του παρελθόντος να δώσει μια καινούργια ευκαιρία στον ελληνικό λαό για ένα καλύτερο μέλλον-.

Πέρα από τη δημοσιοποίηση των θέσεών του για τη δημοκρατική μετεξέλιξη και ανανέωση της Αριστεράς, ο Θεοδωράκης, μέσα από τις δημόσιες εμφανίσεις και τα τραγούδια του, έδινε τον προσωπικό του αγώνα ενάντια στη χούντα των συνταγματαρχών. Το πολιτικό του πιστεύω παρέμενε αταλάντευτο: - Η συσπείρωση των δυνάμεων της ελληνικής Αριστεράς γύρω από μια ενιαία στρατηγική και η χάραξη μιας εντελώς καινούργιας οργανωτικής τακτικής, είναι ο νόμος δρόμος ώστε ο εργαζόμενος λαός που μαστίζεται από τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, που επιβάλει η ξένη εξάρτηση, να αποκτήσει τη δική του ιδεολογική και πολιτική έκφραση και το δικό του πολιτικο-οργανωτικό μηχανισμό-.

Με δύο λόγια ο Θεοδωράκης της χουντικής περιόδου επιβεβαίωσε την πολιτική του ωριμότητα, αγωνιζόμενος ψυχή τε και σώματι για την ανατροπή της δικτατορίας, την αποκατάσταση της δημοκρατικής νομιμότητας, την ανανέωση της ελληνικής Αριστεράς και την ενότητα των αντιστασιακών δυνάμεων. Οι περισσότερες από τις πολιτικές θέσεις του της συγκυρίας 1967-74 αποδείχτηκαν προδρομικές με ιδεολογικό υπόβαθρο και πατριωτική προοπτική.

Στο έκτο Μέρος σκιαγραφείται η μοναχική πορεία του πολιτικού Θεοδωράκη στο μεταπολιτευτικό σκηνικό 1974-77 που αν και πρωταγωνιστής της αντίστασης υπονομεύτηκε πολυμέτωπα από τους επίγονους της μεταπολίτευσης. Παρ' ότι η επιστροφή στην κοινοβουλευτική Δημοκρατία αποτέλεσε δικαίωση της προσωπικής του πολιτικής υπέρβασης και επιλογής, εν τούτοις αποκλείστηκε πανηγυρικά από την κυβέρνηση της εθνικής ενότητας. Έτσι ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης του αντιστασιακού αγώνα στο εσωτερικό και στο εξωτερικό βρέθηκε απρόσμενα στο περιθώριο.

Όμως και η πρωτοβουλία Θεοδωράκη για μια δημοκρατική-σοσιαλιστική εναλλακτική λύση υπονομεύτηκε από την Αριστερά. Υπό τις συνθήκες αυτές κι ενώ είχε πρωτοστατήσει στην ενότητα του προοδευτικού χώρου τελικά δεν εξελέγη ούτε καν βουλευτής στις πρώτες εκλογές μετά την πτώση της χούντας. Έτσι η μεταπολίτευση απέβη υπέρ των παραδοσιακών δυνάμεων που ήλεγχαν την εξουσία και πριν την επιβολή της δικτατορίας.

Παράλληλα η πολιτική του φιλοσοφία απεδείχθη εξίσου σαφής και ξεκάθαρη: -Πραγματική κοινωνική ειρήνη και προκοπή δεν μπορεί να εξασφαλιστεί μόνιμα και οριστικά στον τόπο μας εφόσον δε θα ξηλωθεί από τα θεμέλιά του το οικοδόμημα που μας επέβαλαν οι Έλληνες πλουτοκράτες, που είναι ενισχυμένοι από το ξένο και ιδιαίτερα από το αμερικανικό κεφάλαιο. Επομένως αυτός θα πρέπει να είναι ο κεντρικός μας στόχος και κάθε επί μέρους πάλη του λαού μας οποιασδήποτε μορφής και σε οποιονδήποτε χώρο, θα πρέπει να συγκλίνει προς αυτόν τον βασικό στόχο-.

Αν και φανερά απογοητευμένος από την τροπή των πολιτικών πραγμάτων ο Θεοδωράκης ύψωσε και πάλι τη σημαία του αγώνα για την ενότητα της Αριστεράς και την εθνική συμφιλίωση: - Η δημοκρατική Αριστερά δεν έχει χρέος μόνο να συσπειρώσει και να ενεργοποιήσει το λαό για να κερδίσουμε τη μάχη για τη δημοκρατία, αλλά ακόμα να γίνει ο πολιτικός εκφραστής των κοινωνικών δυνάμεων που αποβλέπουν στη βαθιά κοινωνική αλλαγή. Δηλαδή στον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας με πρώτο στόχο την περίοδο της 'δημοκρατικής και κοινωνικής Δημοκρατίας'-.

Δημοσιοποιώντας την πεποίθηση πως: - Η δημιουργία μιας δημοκρατικής σοσιαλιστικής συμμαχίας αποτελεί τη μοναδική εγγύηση ότι θα κλείσει οριστικά ο δρόμος για την επανάληψη των παλιών τραγικών σφαλμάτων που είχαν πάντα στη βάση τους την αχαλίνωτη δογματική σκέψη και τον πολιτικό φανατισμό, δηλαδή την για τον α ή β λόγο απογείωση από την ελληνική και διεθνή πραγματικότητα και την εξυπηρέτηση σκοτεινών σκοπιμοτήτων-.

Τα πιστεύω του Θεοδωράκη για τον επιβαλλόμενο πρωταγωνιστικό ρόλο της

Αριστεράς παραμένουν διαχρονικά: - Πρέπει η Αριστερά να αναδειχτεί σε μια εθνική ηγετική δύναμη πείθοντας ότι μόνο αυτή μπορεί να λύσει για όλο το έθνος, για όλο το λαό τα βασικά εθνικά προβλήματα. Πρέπει η Αριστερά να δείξει στο λαό ότι μόνο αυτή μπορεί να δώσει καθαρή και εθνική λύση στο Κυπριακό. Αυτή θα λύσει τις σχέσεις μας με την Τουρκία και τον τουρκικό λαό. Αυτή θα εξαφανίσει κάθε κίνδυνο εκτροπής από το δημοκρατικό μας πολίτευμα. Αυτή θα δώσει στη δημοκρατία ακόμη περισσότερο εύρος, λάμψη, δύναμη. Αυτή θα καταργήσει την κοινωνική αδικία. Θα βοηθήσει όλους τους εργαζόμενους να καταλάβουν το μερτικό που τους ανήκει στην ευτυχία που εξασφαλίζει μόνο μια δίκαιη και νοικοκυρεμένη εθνική διακυβέρνηση-.

Το ίδιο διαχρονικές παραμένουν και οι θέσεις του υπέρ της εθνικής συμφιλίωσης και εθνικής συνεργασίας παράλληλα με τη δημόσια στάση του υπέρ της σύμπηξης ενιαίου Εαμογενούς μετώπου: - Υπάρχει μια ιστορική πραγματικότητα που τη λένε ΕΑΜ. Ένα ιδανικό, μια συμπαράταξη, ένα μαζικό κίνημα με ραχοκοκαλιά το μαρξιστικό κόμμα τους κομμουνιστές που δένουν αρμονικά τον πατριωτισμό με τον διεθνισμό. Ανυψώνουν το κίνημα αυτό σε ένα από τα πιο πρωτότυπα, αυθεντικά, δυναμικά και στρατηγικά λαϊκά επαναστατικά κινήματα του κόσμου-.

Στο έβδομο Μέρος διαπιστώνεται ότι ο πολιτικός Θεοδωράκης και στην περίοδο της παντοδυναμίας του ΠΑΣΟΚ πολιτεύτηκε αυτόνομα και ενωτικά. Στο μεταξύ, οι πρωτοβουλίες του για συσπείρωση των Εαμογενών δυνάμεων βρήκαν ανταπόκριση από το ΠΓ του ΚΚΕ. Επακόλουθο της νέας σύμπλευσης με την παραδοσιακή κομμουνιστική ηγεσία αποτέλεσε η στήριξη της υποψηφιότητάς του για το Δήμο της Αθήνας χωρίς προοπτική εκλογής. Παράλληλα προχώρησε στην ίδρυση της κίνησης για την ενότητα της Αριστεράς με σύμπραξη και του ΚΚΕ.

Στην εκλογική αναμέτρηση του 1981 εξελέγη βουλευτής Επικρατείας υπό τη σημαία του Κομμουνιστικού κόμματος ενώ η παντοδυναμία του ΠΑΣΟΚ, στο πολιτικό προσκήνιο, απεδείχθη αδιαμφισβήτητη. Όμως η 'παθολογία' του ΠΓ δεν επέτρεψε για μια ακόμη φορά, στον Θεοδωράκη να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στη Βουλή. Παρά την επικοινωνία του με τον Χ. Φλωράκη τα ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ εξακολουθούσαν να τον αντιμετωπίζουν με επιφυλακτικότητα λόγω της αυτόνομης ιδεολογικά λειτουργίας του.

Έτσι οι εσωκομματικές σχέσεις του με το ΠΓ παρέμειναν διαταραγμένες ως την προκήρυξη των εκλογών. Στο μεταξύ και νέες εντάσεις προέκυψαν ενόψει της υπερψήφισης του Χ. Σαρτζετάκη από το ΚΚΕ στο αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Κυρίως λόγω της θέσης του Θεοδωράκη για συσχετισμό της επί το αναλογικότερο μεταβολής του εκλογικού νόμου με τη στήριξη της υποψηφιότητας Σαρτζετάκη. Παρά τις έντονες διαφωνίες με το ΠΓ - όχι μόνο στο θέμα της προεδρικής εκλογής - επανεξελέγη βουλευτής Επικρατείας του ΚΚΕ στις εκλογές του 1985.

Στην κρίσιμη αυτή καμπή (διαιώνισης της παντοδυναμίας του ΠΑΣΟΚ) ο Θεοδωράκης εμφανίστηκε αποφασισμένος να συγκρουστεί με το κυρίαρχο πολιτικό φάσμα.

Κλιμάκωσε τη δημόσια κριτική του σε όλα τα μέτωπα περνώντας μηνύματα για τον εκσυγχρονισμό της Αριστεράς και του ΚΚΕ: - Η πολιτική και κοινωνική μας ανάλυση και κριτική να γίνονται από τη σκοπιά ενός μοντέλου φιλοσοφίας και σκέψης που να προπορεύεται σε δυναμικότητα, σε περιεχόμενο ζωής και σε μορφές κοινωνικών σχέσεων και κοινωνικής δράσης από τον τρόπο ζωής όπως τον βιώνει καθημερινά ο μέσος εργαζόμενος-.

Προειδοποιώντας προφητικά: - Τώρα που έχουμε πιο κι εμείς τους ρεφορμιστές στην εξουσία θα πρέπει να ξέρουμε ότι αυτοί είναι δάσκαλοι στο να κουκουλώνουν να εξωραΐζουν, να απαλύνουν ή να ξεστρατίζουν (να αποπροσανατολίζουν) τις ταξικές αντιθέσεις για να προλαβαίνουν τις ταξικές συγκρούσεις. Ας μην υποτιμούμε τα αποτελέσματα από μια τέτοια πολιτική-.

Ταυτόχρονα, συνειδητοποιώντας τα επακόλουθα της επικυριαρχίας του Α. Παπανδρέου, ασκούσε δριμύτατη κριτική και στον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ: - Νομίζω ότι ο Ανδρέας, για την περίοδο που εξετάζουμε, είναι ίσως ο πολιτικός των χαμένων ευκαιριών. Μοναδικό αντίδοτο μια πλατιά συμπαράταξη στην οποία θα συνυπάρξουν λαϊκές δυνάμεις που σήμερα τις έχουν χωρισμένες με πλασματικά σύνορα και η οποία θα μπορέσει να καταστεί καθοριστική δύναμη για όλες τις εθνικές, κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις. Θα βάλει τη σφραγίδα της στα γεγονότα. Θα δημιουργήσει το απαραίτητο αναγεννητικό κλίμα που θα ξαναδώσει την εμπιστοσύνη του λαού μας στις δικές του δυνάμεις-.

Υπό το δεδομένο της αυτόνομης δράσης του στην πολιτική σκηνή δεν βράδυνε και η ρήξη με το ΠΓ: -Τον Γενάρη του 1985 υπέβαλα προφορικά και γραπτά την παραίτησή μου από βουλευτής. Για να επαναλάβω τον επόμενο Γενάρη του 1986. Για να μην υπάρχει καμιά αμφιβολία σχετικά με τους λόγους που με ωθούσαν σ' αυτή την απόφαση παρέδωσα σημείωμα στον Γ.Γ. της ΚΕ όπου προσπάθησα να εξηγήσω τους βαθύτατους λόγους που με υποχρέωναν να διαλέξω τον δρόμο της απομάκρυνσης από την ενεργό πολιτική και της αυτοεξορίας. Είναι αποκλειστικά η στάση σας απέναντι μου που με υποχρεώνει να πάρω το σκληρό δρόμο της αυτοεξορίας. Να συνυπάρχω σαν διακοσμητικό έπιπλο δεν γίνεται άλλο-.

Αδέσμευτος πλέον ολοκληρωτικά, μετά την παραίτησή του από το βουλευτικό αξίωμα το 1986, πρωτοστάτησε στην ίδρυση της Επιτροπής ελληνοτουρκικής φιλίας.

Παράλληλα δημοσιοποιούσε, μέσα από το 'Αντιμανιφέστο', τη φιλοσοφική, ιδεολογική και πολιτική του στάση απέναντι στις διεθνείς και εσωτερικές εξελίξεις: - Θα πρέπει οι γενικές σχέσεις παραγωγής να είναι τόσες και τέτοιες ώστε να εξασφαλίζεται σε όλα τα μέλη της κοινωνίας ποσοτικά μεγάλος και ποιοτικά πλούσιος ελεύθερος χρόνος. Αυτός ο ποιοτικά και ποσοτικά απαραίτητος ελεύθερος χρόνος θα πλουτίσει τον απλό πολίτη με όλη την αναγκαία σωματική και ψυχική δύναμη, ώστε να μπορεί να απολαμβάνει την πνευματική κυρίως δημιουργία, τόσο την παραδοσιακή όσο και τη σύγχρονη-.

Τέλος, στο όγδοο (τελευταίο) Μέρος του παρόντος κειμένου συνάγεται ότι ο πολιτικός Θεοδωράκης και της μεταπαπανδρεϊκής συγκυρίας (1989-96) υπήρξε προφητικός, τολμηρός και πρωτοπόρος στις επιλογές του όπως και στο παρελθόν. Το αμετακίνητο όραμά του για συμπαράταξη των ευρύτερων αριστερών ριζοσπαστικών δυνάμεων κέρδιζε έδαφος ολοένα, ενόψει της φθοράς της κυβερνητικής εξουσίας υπό το βάρος των σκανδάλων και της ανάπτυξης του 'αυριανισμού'. Από την άλλη, οι διαχρονικές θέσεις του για εθνική συμφιλίωση και κυβέρνηση εθνικής συνεργασίας δικαιώθηκαν, σε μεγάλο βαθμό, μέσα από τη συγκρότηση της συγκυβέρνησης και της Οικουμενικής.

Πρώτος σχεδόν από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα επισήμαινε ότι: - Η ρίζα της εθνικής μας κακοδαιμονίας συνίσταται στο γεγονός ότι ορισμένες δυνάμεις που μισούν το λαό συντηρούν προσεχτικά τα φαντάσματα της εμφύλιας διαίρεσης. Κρατούν ανοιχτές και οξύνουν τις πληγές που δημιούργησε ο εμφύλιος πόλεμος-. Για το φαινόμενο Κοσκωτά, που μόλυνε το πολιτικό σκηνικό, σχολίαζε χαρακτηριστικά: - Χιλιάδες επί χιλιάδων οι ξεγελασμένοι, οι απατημένοι, οι απογοητευμένοι ανακαλύπτουν τώρα πόσος πολύτιμος χρόνος χάθηκε για το λαό μας. Μόνο και μόνο γιατί δεν μπόρεσαν να δουν όταν έπρεπε σωστά. Γιατί τους ξεγέλασε κάποια Σειρήνα, με τα λόγια και τις υποσχέσεις της-.

Επιπλέον, με στόχο την ανασύνταξη των δυνάμεων της Αριστεράς υπογράμμιζε με έμφαση: - Τώρα που η Αριστερά προχώρησε επιτέλους προς την ποθητή κατεύθυνση, δεν μπορώ παρά να χαίρομαι γι' αυτό και ας μη συμμετέχω άμεσα. Η μόνη αγωνία που έχω είναι, αν άπαξ και έγιναν τα πρώτα βήματα θα συνεχιστεί η πορεία της Αριστεράς με αποφασιστικότητα προς την κατεύθυνση που χαράχτηκε μέσα από τις τελευταίες αποφάσεις και πρωτοβουλίες-.

Απέναντι στην αποσύνθεση της κυβερνητικής εξουσίας και τον 'αυριανισμό' η δημόσια στάση του υπήρξε σαφής: -Ως προς τους φίλους και συντρόφους της Αριστεράς λέω ότι επικροτώ την πολιτική της ενότητας, την πολιτική των αποστάσεων από το ΠΑΣΟΚ και την πολιτική της συνεργασίας με τη Νέα Δημοκρατία πάνω στο κρίσιμο εθνικό θέμα της εξόδου από την κρίση-. Η ενότητα της Αριστεράς πρέπει να προχωρήσει σε μεγάλο βάθος και σε πλάτος, ώστε να κερδίσει την εμπιστοσύνη των μεγάλων μαζών-.

Εξίσου διάφανες και οι θέσεις του για κυβέρνηση Εθνικής συνεργασίας: - Πιστεύω ότι νόμο μια κυβέρνηση εθνικής συνεργασίας, έστω για έξι μήνες, θα μπορούσε να ξεσκεπάσει όλα τα οικονομικά σκάνδαλα, όλες τις υπεξαιρέσεις του δημοσίου χρήματος και να τιμωρήσει παραδειγματικά όλους τους υπεύθυνους, ανεξάρτητα από τη θέση που κατείχαν ή κατέχουν. Θα μπορούσε ακόμη να προβεί σε ορισμένες ριζικές αλλαγές που έχουν μεγάλο κομματικό κόστος και που θα μπορούσε να προτείνει ο Συνασπισμός σε ένα μίνιμουμ πρόγραμμα εθνικής διακυβέρνησης για να βγούμε από την εθνική κρίση-.

Τελικά τα αποτελέσματα των εκλογών της 18ης Ιουνίου 1989 ανέδειξαν ρυθμιστή των εξελίξεων το Συνασπισμό που υιοθέτησε τις ρεαλιστικές προτάσεις Θεοδωράκη για συγκυβέρνηση με τη Νέα Δημοκρατία χωρίς την υπαγόρευση, όμως, όρων και προϋποθέσεων. Στην καμπή του 1990 και ο ίδιος δεν διέκρινε πλέον διαφορές σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ: - Τι ήταν το ΠΑΣΟΚ της οκταετίας Εθνικό, κοινωνικό, ταξικό, σοσιαλιστικό κίνημα; Ή η εξουσία ενός ανδρός;-.

Υπό τις νέες αυτές συνθήκες ο Θεοδωράκης, μετά το φαινόμενο Κοσκωτά, την έξαρση του Αυριανισμού και την παραπομπή κορυφαίων κυβερνητικών παραγόντων στο ειδικό Δικαστήριο από το ίδιο το ΠΑΣΟΚ, ευελπιστώντας στην αξιοποίηση στελεχών της Αριστεράς από το Μητσοτάκη, αποδέχτηκε συγκυριακή συνεργασία με τη Νέα Δημοκρατία: - Θεωρώ τη δική μου στράτευση σήμερα σαν προάγγελο για την αυριανή προσέγγιση και συμπαράταξη διαφορετικών πολιτικών δυνάμεων που θα επισφραγίσουν και θα ολοκληρώσουν την πολιτική της εθνικής συναίνεσης. Θεωρούσα και εξακολουθώ να θεωρώ τη συνεννόηση όλων των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων σαν κύριο εθνικό στρατηγικό προσανατολισμό, δεδομένου ότι η χώρα μας είναι κυκλωμένη από αδιέξοδα πανεθνικής σημασίας. Δεν υπάρχει, κατά τη γνώμη μου, άλλος δρόμος-.

Ωστόσο ο Κ. Μητσοτάκης δεν επέδειξε το απαιτούμενο πολιτικό θάρρος ώστε να αξιοποιήσει στην κυβέρνηση, που προέκυψε μετά τις εκλογές του Απριλίου 1990, το κύρος και τις ριζοσπαστικές ιδέες του Θεοδωράκη. Έτσι οι δημοσιοποιηθείσες, στα πλαίσια του Υπουργικού συμβουλίου, απόψεις του δεν κατέστη δυνατό να αξιοποιηθούν. Απόψεις που κάλυπταν τους τομείς του Πολιτισμού, ΤΗΣ Παιδείας, των Διεθνών Σχέσεων και των Εθνικών Θεμάτων. Μοιραία η πρόκληση Θεοδωράκη παρέμεινε μετέωρη για την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας η οποία, ταλαντευόμενη, απώλεσε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία το Φθινόπωρο του 1993, ενώ ο ίδιος είχε παραιτηθεί πριν ένα περίπου χρόνο. Ωστόσο, όπως και παλιότερα, χωρίς να πτοηθεί συνέχισε ως απλός πολίτης τις εποικοδομητικές δημόσιες παρεμβάσεις του στην ελληνική και διεθνή σκηνή.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΛΙΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

Ο πολιτικός Θεοδωράκης, όπως μας έχει συνηθίσει άλλωστε, δεν δίστασε να ερμηνεύσει συνολικά την πολιτική του στάση: - Με δεδομένες τις παγιωμένες απόψεις μου για το πολιτικό κατεστημένο, πώς εξηγείται και πιο πολύ πώς δικαιολογείται η ανάμιξή μου στα πολιτικά δρώμενα των τελευταίων δεκαετιών; Είναι ένα πρόβλημα για το οποίο, νομίζω είμαι υποχρεωμένος να τοποθετηθώ υπεύθυνα και κυρίως πειστικά απέναντι στο δεδομένο ότι, εκ πρώτης όψεως, φαίνεται να υπάρχει όχι μία αλλά περισσότερες αντιφάσεις.

Στην περίπτωση που θα είχα επιλέξει ως κανόνα ζωής την αριστοκρατική αποστασιοποίηση από ό,τι νομίζω πως δεν συμβιβάζεται με τις αρχές μου, το ήθος μου, τον τρόπο ζωής μου και μια που η πνευματική δημιουργία μου έδινε τη δυνατότητα - αν ήθελα - να αντιπαρέρχομαι, γεγονότα, καταστάσεις και πρόσωπα αφ΄ υψηλού, τότε φυσικά θα φρόντιζα να μην αναμιχθώ στα κοινωνικά και κυρίως στα πολιτικά δρώμενα της χώρας μου.

Πόσο μάλλον που δεν κατάφερα τελικώς όχι να ταυτισθώ αλλά ούτε καν να πλησιάσω κανένα πολιτικο-κομματικό χώρο. Όπως ήδη έχω δηλώσει, συνυπήρξα με την Αριστερά μόνο σε εποχές εθνικής κρίσης (1943-49, 1963-74 και 1978-86). Με τη Νέα Δημοκρατία στην περίοδο βαθιάς όχι μόνο κρίσης αλλά και εθνικής σήψης (1989-92).

Στην ουσία παρέμεινα μόνος, ανένταχτος, ανεξάρτητος αλλά αυτοστρατευμένος. Η φιλοσοφία μου και η πολιτική μου υπήρξε απλή: Πίστευα μόνο στο μαζικό κίνημα, στον ενωμένο στη βάση του λαό. Πίστευα ακόμα, ότι δεν παίζει ρόλο με ποιο τρόπο θα ενωθεί ο λαός. Φτάνει να ενωθεί. Από κει και πέρα, πίστευα, ότι ο ενωμένος στη βάση του λαός αποκτά τόσο μεγάλη δύναμη, ώστε να οδηγείται προς την αυτοτέλεια ξεπερνώντας, αφήνοντας πίσω του, και αν χρειαστεί απομακρύνοντας ακόμα και αυτούς, που για ιδιοτελείς λόγους συνέτειναν στην ενότητά του.

Όμως έως ότου φτάσει ο λαός στην αυτογνωσία που θα τον αποδεσμεύσει από τα συνήθη κομματικά και άλλα δεσμά του, είμαστε υποχρεωμένοι -αν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές- να λαμβάνουμε υπ΄ όψιν μας τις όποιες δεσμεύσεις- προκαταλήψεις - 'πιστεύω' κ.λπ. της στιγμής που σημαίνει, ότι δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τους εκάστοτε πολιτικούς του ποιμένες. Αφού ο λαός σαν τα πρόβατα ακολουθεί ο καθένας το βοσκό του, για να ενωθούν τα κοπάδια σε ένα, θα πρέπει να πεισθούν οι βοσκοί να σμίξουν στο ίδιο βοσκοτόπι, ανυποψίαστοι ότι υπογράφουν με αυτόν τον τρόπο τη 'θανατική του καταδίκη ως αναμφισβήτητοι ηγέτες, σωτήρες και βοσκοί σιωπηλών αμνών. Γιατί οι σιωπηλοί, πειθαρχικοί και ανεγκέφαλοι αμνοί, απ΄ τη στιγμή που θα πάψουν να αποτελούν κοπάδι και γίνουν Λαός, αποκτούν δύναμη ιστορική. Υπάρχει ποιοτική αλλαγή. Ποιοτικό άλμα. Και τότε ακριβώς συμβαίνει να γίνεται ιστορία.

Η πρόσφατη ιστορία μας δεν είναι τίποτε άλλο, παρά οι στιγμές εκείνες που τα γεγονότα και οι ηγέτες οδήγησαν χωρίς να το γνωρίζουν ούτε να το θέλουν στην ενότητα του ελληνικού λαού για να το μετανιώσουν ευθύς αμέσως και να κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για να γλιτώσουν απ΄ τον ενωμένο Λαό. Αλβανικό Έπος, Εθνική Αντίσταση, Δημοκρατική Αντίσταση, Εθνική κουλτούρα (κυρίως με το τραγούδι). Προσωπικά δε με ενδιέφερε ένα κόμμα, ένας ηγέτης ή μια κατάσταση, παρά μόνο στο βαθμό που έκρινα ότι μπορεί να χρησιμεύσουν, να αποδειχθούν ωφέλιμοι στις συγκεκριμένες κάθε φορά διεργασίες ενότητας στη βάση του Λαού.

Το κίνημα της έντεχνης Λαϊκής Μουσικής, το κίνημα των Λαμπράκηδων, το κίνημα της Αντίστασης, η ενότητα γύρω από τη λύση 'Καραμανλή', η κίνηση για την ενότητα της Αριστεράς και τέλος η ενότητα κατά του τριτοκοσμικού αυριανισμού, ήσαν στοιχεία, μέθοδοι, απόπειρες, προσπάθειες για να δημιουργηθεί η μεγάλη κοίτη, που θα χωρέσει τον ενωμένο στη βάση του Λαό. Μπορεί οι επιλογές μου να ήσαν επιτυχείς ή λαθεμένες. Μπορεί ακόμα αντί για το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα να προέκυπτε ακριβώς το αντίθετο. Ας μην ξεχνάμε όμως, ότι υπήρχε πάντοτε μια εγγενής αδυναμία. Το ότι δηλαδή μου έλειπε κάθε φορά ο αναγκαίος φορέας, ο κομματικός μηχανισμός, οι δημόσιες σχέσεις, η οικονομική υποστήριξη, οι δαιδαλώδεις διακλαδώσεις στον χαώδη κόσμο των διαπλεκομένων συμφερόντων. Με μια λέξη το κόμμα.

Όμως μπαίνοντας σ΄ αυτή τη λογική - της εξουσίας - πίστευα (και πιστεύω) ότι αναιρώ εκ των προτέρων το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα: τη Λαϊκή εξουσία. Λαϊκή εξουσία με φοράς κομματική εξουσία, είναι σα να σφάζεις το έμβρυο στην κοιλιά της μητέρας. Αντίφαση. Που οδηγεί ίσως στην ουτοπία. Όμως μεταξύ των δύο κακών επέλεξα συνειδητά το λιγότερο κακό. Το πρώτο, το μέγιστο για μένα, είναι η βέβαιη αναίρεση της πραγματικής λαϊκής κυριαρχίας, από το όργανο με το οποίο υποτίθεται ότι θα κατακτηθεί, δηλαδή την κομματική κυριαρχία.

Το δεύτερο, το λιγότερο κακό, είναι η άρνηση σε κάθε μορφή κομματικής εξουσίας, με τον κίνδυνο να συνθλιφτείς ανάμεσα στις μυλόπετρες του πολιτικο-κομματικο-οικονομικού κατεστημένου, χωρίς να προφτάσεις να δεις να πραγματοποιείται το όραμά σου: ο ενωμένος λαός. Όμως σ΄ αυτή τη δεύτερη περίπτωση, υπάρχει το θετικό στοιχείο, ότι οι σπόροι που έσπειρες είναι γνήσιοι - δεν έχουν πλαστικοποιηθεί απ΄ τις παρενέργειες των κομματικών σκοπιμοτήτων - και είναι δυνατόν να δημιουργήσουν ενωτικά συμπλέγματα σε άλλα επίπεδα του κοινωνικού γίγνεσθαι όπως π.χ. στην προώθηση του Ιδεώδους, της Ηθικής, της πνευματική καλλιέργειας και της ομαδικής δημιουργικής συμμετοχής σε καλλιτεχνικά δρώμενα εθνικού μεγέθους. Και το πιο σπουδαίο ίσως: της δημιουργίας μιας ψυχικής εθνικής ενότητας σε πείσμα των κάθε είδους εξουσιαστών-.

Αντίστοιχη βαρύτητα εμπεριέχουν και οι πολιτικές του παρακαταθήκες: - Η μοναδική πλέον ελπίδα εναπόκειται στις νέες γενιές των Ελλήνων. Σ΄ αυτές που δεν έχει φτάσει το δηλητήριο από 50 και πλέον έτη ψεύδους και παραχάραξης της νεότερης ελληνική ιστορίας. Γι΄ αυτό πρέπει να δοθεί απόλυτη εθνική προτεραιότητα στην εθνική μας αυτογνωσία, στην αποκατάσταση κατ΄ αρχήν της ιστορικής αλήθειας και σε συνέχεια στη διάδοσή της. Χρειάζεται ριζική απομυθοποίηση. Αυτός ο τομέας περιλαμβάνει την αλήθεια ως προς τα ιστορικά γεγονότα, ως προς τα δημόσια πρόσωπα, ως προς τα έργα, τις ημέρες και τις πράξεις-ενέργειες όλων των Ελλήνων. Η πνευματική και καλλιτεχνική συνεισφορά στον σύγχρονο πολιτισμό είναι υψηλή.

Όμως κακοποιημένη, παραμορφωμένη και άγνωστη. Η επιστημονική επίσης κατάθεση των Ελλήνων επιστημόνων, σημαντική. Ακόμα και σε θέματα παραγωγής και συμβολής στην τεχνολογική ανάπτυξη.

Τέλος ενδείκνυται η μελέτη του ελληνικού ήθους, του ελληνικού τρόπου ζωής, της εθνικής μας ψυχοσύνθεσης ιδιαίτερα σε σύγκριση με τις σκληρές και συχνά απάνθρωπες κοινωνικές συνθήκες και σχέσεις λαών, ειδικά της μεταβιομηχανικής εποχής. Όπως όμως και να ΄ χει το πράγμα, πιστεύω, ότι οι νέοι με το αλάνθαστο ένστικτό τους για αλήθεια, φως, ειλικρίνεια, υπερηφάνεια, θα οδηγηθούν στο να ξεχωρίσουν το χρυσό ανάμεσα στις πολύχρωμες χάντρες από φτηνό γυαλί, με τις οποίες κάποιοι έχουν στολίσει ανάξια πρόσωπα και ανύπαρκτα έργα. Οι Έλληνες νέοι του 2000 θα είναι περήφανοι για τη χώρα τους. Πρώτα απ' όλα γιατί δεν υπάρχει δεύτερος λαός στη γη, που να έγινε ολοκαύτωμα εθελοντικά (και όχι υποχρεωτικά, όπως οι Εβραίοι) μόνο και μόνο γιατί: Πίστεψε πρώτα απ' όλα στην Ελλάδα και μετά στις μεγάλες ανθρώπινες αξίες. Πρέπει να γίνει κατανοητό και να αποδειχθεί ιστορικά πως αν η Ελλάδα έμενε ουδέτερη όπως η Τουρκία, τόσο οι Ιταλοί, όσο και οι Γερμανοί δεν επρόκειτο να μας πειράξουν (κάτι ανάλογο έγινε άλλωστε και με τη Γαλλία του Πταιν). Και όπως συνέβη με την Τουρκία μετά τον πόλεμο και λόγω της στρατηγικής μας θέσης, θα μας υπολόγιζαν οι σύμμαχοι θέλοντας και μη. Επομένως τις θυσίες τις προκαλέσαμε (τις επιδιώξαμε) εμείς. Χαρίσαμε την πρώτη νίκη στους συμμάχους. Καθυστερήσαμε την εισβολή στη Σοβιετική Ένωση αλλάζοντας έτσι την τύχη του πολέμου. Αντισταθήκαμε με όλα τα μέσα. Δεν πήγαμε εθελοντές να εργαστούμε στη Γερμανία, όπως όλοι οι άλλοι Ευρωπαίοι. Δεν δεχτήκαμε την επιστράτευση. Στο Ανατολικό Μέτωπο δεν συμμετείχε ούτε ένας έλληνας στρατιώτης, αντίθετα με όλους τους άλλους Ευρωπαίους. Για όλα αυτά τιμωρηθήκαμε σκληρά. Να γιατί η σημερινή στάση των Ευρωπαίων είναι ουσιαστικά ανήθικη. Και γι΄ αυτό απαράδεκτη.

Δείχνοντας πως δεν κατανοούμε το νόημα της ευρωπαϊκής στάσης, είναι σα να φτύνουμε πάνω στην ιστορία μας. Είναι σα να ξανασκοτώνουμε τους νεκρούς μας. Είναι η άρνηση του εαυτού μας του αληθινού του Ελληνικού. Μόνο όσοι έμειναν παρατηρητές, απόντες των θυσιών μας μπορεί να δεχτούν αυτήν την ΥΒΡΙΝ. Και δυστυχώς είναι σήμερα αυτοί που σε ένα ποσοστό 90% μας κυβερνούν. Και μόνο αυτή η βδελυρή παραχάραξη αυτής της ιστορικής πραγματικότητας αποτελεί έγκλημα κατά της Ελλάδος και κατά της ανθρωπότητας. Αναρωτιέστε γιατί έγινε; Μόνο και μόνο, γιατί κάθισαν πάνω στο σβέρκο του λαού μας με το έτσι θέλω (και φυσικά με τη βοήθεια των ξένων) οι απόντες, οι παρατηρητές και συχνά οι συνεργάτες των εχθρών μας. Που πύκνωσαν τελικά τις στρατιές των καριεριστών, δηλαδή αυτών που έχουν ως επάγγελμα την προσωπική τους προβολή, για την οποία όμως προϋπόθεση αποτελεί η παραχάραξη της ιστορικής αλήθειας, μιας και οι ίδιοι δεν χωρούν μέσα σ΄ αυτήν-.

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ

Το πατριωτικό οδοιπορικό του Θεοδωράκη στις εθνικά κρίσιμες συγκυρίες της Κατοχής και της Αντίστασης, του Εμφυλίου, της μετεμφυλιακής Ελλάδας, της δεκαετίας του 60, της χούντας και της μεταπολίτευσης (ως τις μέρες μας φυσικά) προβάλλει μοναχικό και σε μεγάλο βαθμό αδικαίωτο. Και επί πλέον απόμακρο απέναντι στη γενικότερη παραδοχή και καταξίωση της μουσικής του φυσιογνωμίας.

Μέσα απ' τις σελίδες αυτής της σύντομης σκιαγραφίας κατεβλήθη προσπάθεια ν΄ απαντηθούν τεκμηριωμένα και πειστικά τα όποια (αιωρούμενα) ερωτήματα παρακολουθούν την ενεργό συμμετοχή του στα κοινά. Στο μέτρο που η επίμονη μονομέρεια της καλλιτεχνικής αποδοχής του επισκιάζει αβασάνιστα πτυχές της ανεκτίμητης πατριωτικής του προσφοράς. Μονομέρεια που καλλιεργήθηκε (εκ του πονηρού) από πολιτικούς 'φίλους' και αντιπάλους.

Το συμπέρασμα εν προκειμένω είναι σαφές: Πρόκειται για μια πρωτοπόρα ιδεαλιστικά προσωπικότητα (χωρίς κομματικές ετικέτες), μπολιασμένη από ανθρωπιστικές αξίες και αρχές και 'μακρυγιαννική', ούτως ειπείν, πολιτική φιλοσοφία, με κυρίαρχα σημεία αναφοράς: Την αντιστασιακή σκέψη και πράξη σε περιόδους κατάλυσης των λαϊκών ελευθεριών και την υπερβατική πρακτική (σε μεταβατικές συγκυρίες) με στόχο την προάσπιση του συνόλου και την εθνική συμφιλίωση.

Αντιστασιακός, επαναστάτης, κομμουνιστής και αριστερός σε κρίσιμες εθνικά στιγμές (1942-44, 1945-49, 1960-67, 1967-74) και στοχαστικός συμφιλιωτής σε αμφιλεγόμενες εξελίξεις (1974-75, 1989-92). Ταγμένος διαχρονικά όμως στο μαζικό Κίνημα, στον Άνθρωπο, στο Κοινωνικό γίγνεσθαι, στην κοινωνία των Λαών. Και στην ουσία μόνος στο κομματικό και πολιτικό προσκήνιο.

Το 'πικρό χάπι' της αυθόρμητης και ενθουσιώδους αυτής πολιτικής δυναμικής χρυσώθηκε απρόσμενα από τη συλλογική και ενστικτώδη ανταπόκριση του λαού. Γιατί όπως και (πρόσφατα) αποδείχτηκε (στις εκδηλώσεις του 'Καλλιμάρμαρου') ο ελληνικός λαός αγκάλιασε με αγάπη τον Θεοδωράκη αντίθετα από τις αποστάσεις σκοπιμότητας των κάθε απόχρωσης πολιτικών ηγεσιών.

Η προσέγγιση του πολιτικού Θεοδωράκη παρακολουθείται, ωστόσο, και από ένα (ακόμη) καθοριστικό ερώτημα: Ποια θα όφειλε να είναι η εξιδανικευμένη δυνατή πορεία του στη χώρα των αντιφάσεων καθώς η σύγχρονη Ελλάδα; Σ΄ ένα τόπο που κυβερνήθηκε μοναρχικά ενώ η ηγεσία του είχε επιλέξει (1822-27) δημοκρατικό πολίτευμα; Σε μια Ελλάδα όπου οι φιλελεύθερες επαναστάσεις (1843, 1862, 1909) νομιμοποιούσαν ουσιαστικά τους εκφραστές της συντήρησης; Όπου οι τολμηροί εκσυγχρονιστές (Καποδίστριας, Τρικούπης, Παπαναστασίου) είχαν κατά κανόνα άδοξο τέλος; Σε μια χώρα όπου οι θιασώτες του αντιμοναρχισμού (Βενιζέλος, Πλαστήρας, Κονδύλης, Πάγκαλος Γ. Παπανδρέου) αναδείχθηκαν υπέρμαχοι της βασιλείας; Σε μια Ελλάδα όπου οι δυνάμεις της Αντίστασης υποκαταστάθηκαν από τις δυνάμεις του εθνικού συμβιβασμού; Όπου οι αρνητές της εξάρτησης κατάντησαν έρμαιά της; Κι όπου οι ζωντανές δυνάμεις της Αριστεράς ξέσκισαν κυριολεκτικά τις σάρκες τους;

Σ΄ αυτό το αντιφατικό πλέγμα της εθνικής ανασφάλειας, της ξένης επικυριαρχίας, της πολιτικής ανυποληψίας της ενδοτικότητας και της αέναης εσωστρέφειας των ομοϊδεατών που θα πρέπει να ενταχθεί συγκριτικά και ο πολιτικός Θεοδωράκης ώστε να καταστεί εφικτή η αντικειμενική αξιολόγηση της ιδεολογικής, αγωνιστικής και πολιτικής του πορείας συνολικά.

Στο συγκεκριμένο σημείο ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι προσωπικές του διεισδυτικές διαπιστώσεις: -Το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι πως η ελληνική κοινωνία στην κρίσιμη περίοδο 1912-1995 δεν μπόρεσε να χειραφετηθεί. Αυτή η ανελέητη διαδοχή -οι εθνικοί θρίαμβοι να εναλλάσσονται με εθνικές ήττες, τα Έπη και οι Ηρωισμοί με θρήνους με κορύφωση κάθε φορά τον Εθνικό Διχασμό, που καταλήγει σε Δικτατορίες είτε Ακινησίες. Και κυρίως η επανάληψη των ίδιων φαινομένων δείχνει βασικά απ΄ τη μια μεριά την επιρροή των ξένων παραγόντων και ξένων συμφερόντων κι απ΄ την άλλη την αδυναμία των ισχυρότερων κάθε φορά κοινωνικών ομάδων και πολιτικών εκπροσώπων να αυτονομηθούν.

Ούτε η ελληνική αστική τάξη, ούτε η ελληνική Αριστερά κατόρθωσαν να δημιουργήσουν ένα ελληνικό κοινωνικό πρότυπο, έναν ελληνικό κοινωνικό δρόμο προς το μέλλον, μια ελληνική κοσμοθεωρία που να λαμβάνει υπ΄ όψιν της τις διεθνείς συνθήκες και εξελίξεις και την κάθε ιστορική συγκυρία. Όπως δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν γύρω από ένα ελληνικό πολιτισμικό όραμα (ούτε οι μεν - οι αστοί ούτε οι δε - οι αριστεροί), με αποτέλεσμα να μας λείπει το έρμα, ο πνευματικός εξοπλισμός και το ψυχικό και ηθικό αντίβαρο απέναντι στους διεθνείς ανέμους, που έτσι μας σηκώνουν και μας μετατοπίζουν σα φρόκαλα-.

Ο Θεοδωράκης, καθώς τεκμηριώνεται στις σελίδες αυτού του κειμένου, πίστεψε όσο κανείς στις ζωντανές δυνάμεις του λαού μας. Εξιδανίκευσε όσο κανείς την υπεροχή του ανώνυμου πολίτη και της κοινωνίας των Λαών. Αγωνίστηκε για την ενότητα, την ειρήνη, τη λαϊκή συμμετοχή. Η δράση του δεν ταυτίστηκε με καταξίωση κομματική ή πολιτική. Το όραμά του αφορούσε πάντοτε το σύνολο, το Όλον. Η υπερβατική κομματική του θητεία απέβλεπε στην ανανέωση και στον εκσυγχρονισμό. Και πάνω απ΄ όλα στην εθνική αξιοπρέπεια, στην ανθρωπιά και στην ομοψυχία.

Για την αντικειμενικότητα του εγχειρήματός μου επέλεξα μια ιδιότυπη μεθοδολογικά γραφή: Έδωσα το προβάδισμα στον πολιτικό Θεοδωράκη να εκφραστεί αυθεντικά μέσα από τις θέσεις και τους στοχασμούς του σε όλες τις ιστορικές καμπές. Η ξεκάθαρη φωνή του, η αψεγάδιαστη παρουσία του δεν είχαν την ανάγκη βαθυστόχαστων αναλύσεων. Γι΄ αυτό περιόρισα στο ελάχιστο δυνατό τις επιστημονικές μου παρεμβάσεις. Στόχος μου ήταν να αναδειχτεί κυρίαρχος ο ίδιος, κρινόμενος διαχρονικά από τα πολιτικά 'πιστεύω' του. Οι τοποθετήσεις του, άλλωστε διαπνέονται από αυτογνωσία και σπάνια ιστορική μνήμη.

Ως δείγμα γραφής παραθέτω ανάλυσή του για τη μοιραία συντριβή του Λαϊκού κινήματος στην Ελλάδα: -Μέσα σ΄ αυτές τις βασικές αντιφάσεις που λειτούργησαν εξ αρχής σαν τεράστιες μυλόπετρες πάλεψε ηρωικά, πληγώθηκε και τελικά συνεθλίβη το Αριστερό Κίνημα. Τι έπρεπε να γίνει; Για να διαφυλαχθεί το τεράστιο ελληνικό Αριστερό κίνημα, θα έπρεπε έγκαιρα να απαλλαγεί από οποιοδήποτε δίλημμα, να θρυμματίσει τα δεσμά που το έδεναν πάνω στο βράχο της ουτοπίας, να ελληνικοποιηθεί, με την έννοια της απαλλαγής από τους μύθους που είχαν ήδη σβήσει. Δεν το έπραξε. Δεν μπόρεσε προφανώς να το πράξει. Και ποιος αλήθεια είναι ο αναμάρτητος που θα λιθοβολήσει ποιόν;

Έτσι ο Ανδρέας Παπανδρέου βρήκε τραπέζι στρωμένο και κίνημα αποκεφαλισμένο-ορφανό. Εκείνο όμως που έλειπε απ΄ το κίνημα αυτό το εαμογενές της ελληνικής Αριστεράς, δεν ήταν να μπει μόνο στη λογική της εκλογικής αντιπαράθεσης με τη Δεξιά με στόχο την εναλλαγή στη νομή της εθνικής περιουσίας αλλά η εσωτερική φλόγα που το φόρτιζε και το καθιστούσε καθαρτήριο - αναγεννητική δύναμη.

Χωρίς αυτή τη φλόγα η Αριστερά παύει να είναι Αριστερά. Όμως χωρίς Αριστερά το τρένο παύει να έχει την ατμομηχανή που το σύρει προς το Μέλλον, ο Λαός παύει να έχει τα αντισώματα που τον προφυλάσσουν από λοιμώξεις, από σωματικούς, πνευματικούς και ψυχικούς εκφυλισμούς. Η εθνική ώρα ΜΗΔΕΝ δεν είναι παρά η απόρροια της τελικής αδυναμίας των ηγετών του νεότερου πατριωτικού - αναγεννητικού κινήματος να κόψουν το γόρδιο δεσμό των αντιφάσεων που κρατούσε δέσμια την Αριστερά, ώστε να την αναδείξουν σε κύρια ιστορική - κοινωνική και πολιτική δύναμη της χώρας-.

Κι ακόμη τις ακόλουθες αράδες αυτοκριτικής που αναφέρονται στη Μεταπολίτευση: - Μετά την πτώση της Χούντας, η πολιτική έκφραση και εκπροσώπηση του Μαζικού Κινήματος (δηλαδή μιας άλλης ποιότητας της ενότητας του Λαού) περνούσε και πάλι απ΄ την ενότητα της Αριστεράς. Και έτσι θα πρέπει να ερμηνευθούν οι τακτικές συμμαχίες μου στην αρχή με την ΕΔΑ και μετά με το ΚΚΕ.

Το Κίνημα Ειρήνης και Πολιτισμού, οι Επιτροπές Ελληνοτουρκικής Φιλίας, η Πρόταση για Κυβέρνηση Εθνικής Συνεργασίας, η αντιαυριανική συσπείρωση, που βρήκε πολιτική έκφραση στην Κυβέρνηση Τζαννετάκη και τέλος η δική μου συνεργασία με την Κυβέρνηση Μητσοτάκη με κύριο στόχο την Εθνική Συμφιλίωση, όλες αυτές ήσαν επιλογές και ενέργειες, που στόχευαν πότε στην ενότητα της Αριστεράς, πότε στην ενότητα του Λαού με τελικό στόχο την επίτευξη μαζικότητας και κινητικότητας των λαϊκών μαζών γύρω από εθνικούς και κοινωνικούς στόχους, κινητικότητα που αποτελεί προϋπόθεση για το μπόλιασμα του λαού με νέα οράματα. Μάζα συν ταχύτητα είναι, όπως είδαμε, τα δύο βασικά συστατικά για να φτάσουμε σε ακραίες κοινωνικές και εθνικές κατακτήσεις, με την προϋπόθεση, ότι στην κατάλληλη στιγμή η 'καθαρότητα' της επαναστατικής ιδεολογίας θα μπορέσει να αναλάβει την πρωτοβουλία των κινήσεων και να γίνει έτσι η φυσική πρωτοπορία των εθνικών - λαϊκών δυνάμεων. Όμως η επιδιωκόμενη Ενότητα της Αριστεράς, με την πρόταση για δημιουργία της ΚΕΑ (Κίνημα Ενότητας Αριστεράς) που γίνεται το 1978 αποδεκτή απ' το ΚΚΕ, ξεκινά και από μια καινούργια αναγκαιότητα: Να εμποδίσει τον Ανδρέα Παπανδρέου να λεηλατήσει την κατακερματισμένη και αλληλοσπαρασσόμενη Αριστερά.

Κι έτσι εξηγείται η πλήρης πολιτική μου απομόνωση, δεδομένης της αλλεργίας των αστικών κομμάτων απέναντι στον σταλινισμό, (που σε τελευταία ανάλυση φαίνεται πως εξακολουθεί να ταράζει τον ύπνο τους και μ΄ αυτόν εξομοιώνουν αυτούς που δεν μπορούν να ελέγξουν με καμιά δύναμη όπως εμένα), τον οποίο κατάφεραν με την προπαγάνδα τους να εξισώσουν με τον χιτλερισμό. Ενώ υπήρξε το απολύτως αντίθετό του. Άλλωστε αυτός, ο σταλινισμός, είναι που εξόντωσε τον φασισμό - χιτλερισμό και θα έκοβε το χέρι όλων αυτών που στο όνομα του 'ελεύθερου κόσμου' λεηλατούν σήμερα τις ελπίδες των ανθρώπων. Έτσι επίσης εξηγείται η σφοδρότητα των χτυπημάτων που δέχτηκε απ΄ την Αριστερά, ιδιαίτερα την Κομμουνιστική. Ποια ήταν όμως αυτή η νέα κομμουνιστική αριστερά; Αυτή που διαμορφώθηκε πρώτα στη Μόσχα και μετά σε όλον τον κόσμο επί Χρουτσώφ και μετά κηρύσσοντας ανελέητο πόλεμο στους σταλινικούς και στο σταλινισμό; Κι όπως αποδείχθηκε, η πολιτική του ουσιαστικού συμβιβασμού, που εγκαινιάστηκε, οδήγησε σε αλυσιδωτές διασπάσεις ολοένα προς τα δεξιότερα, ολοένα και σε μεγαλύτερους συμβιβασμούς, έως ότου τα λεγόμενα κατ΄ ευφημισμόν κομμουνιστικά κόμματα κάθε είδους, αφού χρησιμοποιήθηκαν σαν δεκανίκια για την άνοδο κυρίως στην Ευρώπη της πιο επικίνδυνης μεταμφίεσης του καπιταλισμού, των λεγόμενων σοσιαλιστών (Γαλλία, Ελλάδα, Ιταλία), τελικά εξαφανίστηκαν, σκόρπισαν στους τέσσερις ανέμους.

Τώρα εξηγείται και η σχέση η δική μου με την εξουσία του ΚΚΕ μετά το 1974. Μας ένωνε ο ηρωικώς - επαναστατικός κομμουνισμός. Μας χώριζαν οι σκοπιμότητες της μεταχρουτσωφικής πολιτικής. Ενώ τέλος έχυναν δηλητήριο ανάμεσά μας όλοι αυτοί οι περαστικοί επισκέπτες που νόμιζαν πως γίνεται κανείς κομμουνιστής με μια απλή βεβαίωση ενός συνοικιακού ληξιαρχείου. Πόσοι και πόσοι, αλήθεια απ΄ αυτή τη φουρνιά τη μεταχουντική, δεν βρήκαν τελικά τη θέση τους στην αντίπερα όχθη, χωρίς αιδώ, αφού πρώτα χρησιμοποίησαν το βήμα του ΚΚΕ για να αναδειχτούν-.

Εμπλουτίζοντας τις παραπάνω επισημάνσεις θεώρησα χρήσιμη την παράθεση κομβικών σημείων της πολιτικής του φιλοσοφίας στην οποία αναφέρεται και ο ίδιος προσωπικά: - Στον τομέα της πολιτικής υπήρξε κατ΄ αρχήν η απόρριψη της αστικής καπιταλιστικής κοινωνίας. Απόρριψη ολοκληρωτική, που απέκλειε κάθε απόπειρα διαιώνισης με το πρόσχημα του εξωραϊσμού ή της 'από τα μέσα' αλλαγής. Η αστική κοινωνία και δη η καπιταλιστική κατετάγη μέσα μου μια για πάντα σαν ένα απόλυτα κακό με την ηθική, τη 'θρησκευτική' θα έλεγα έννοια, όπως λ.χ. στο Χριστιανισμό ο Σατανάς και η Αμαρτία. Επομένως στόχος μοναδικός για κάθε αποδεκτή απ΄ την πλευρά μου κοινωνική και πολιτική δράση, δεν μπορούσε να είναι άλλος από την εξαφάνιση αυτής της αμαρτωλής κοινωνίας και την αντικατάστασή της από μια άλλη. Ποια;

Η λήψη επαφής με το Νόμο της Συμπαντικής Αρμονίας είναι ο μοναδικός τρόπος για να τιμήσει άνθρωπος τη δωρεά της ζωής. Μετά απ΄ αυτή τη δογματική τοποθέτηση ακολουθούν οι επόμενες δύο, που ολοκληρώνουν τη στάση μου. Η πρώτη αφορά την Τέχνη και δη τη Μουσική, που λόγω των αρμονικών νόμων που τη διέπουν βρίσκεται πολύ κοντά στον θεμελιακό Συμπαντικό Νόμο. Η δεύτερη έχει σαν αντικείμενο το κοινωνικό γίγνεσθαι. Το γεγονός ότι στις ταξικές κοινωνίες ο Νόμος της Συμπαντικής Αρμονίας έχει αντικατασταθεί από το Νόμο της Ζούγκλας, με τη θεσμοθέτηση της βίας που έχει σαν αποτέλεσμα η Βία - δυσαρμονία να οδηγούν τις κοινωνίες αυτές στο άλλο άκρο του ιδεατού - ποθητού. Να λοιπόν ποιος είναι ο βαθύτερος λόγος για τον οποίο οι κοινωνίες αυτές θα πρέπει να ξεριζωθούν και να αντικατασταθούν από κάποια άλλη. Ποια;

Ο φασισμός - ναζισμός και αμέσως μετά ο ιμπεριαλισμός κινητοποίησε στον αιώνα μας εκατοντάδες εκατομμύρια πολίτες του κόσμου. Δε θα πρέπει σ΄ αυτή τη διάταξη να λησμονήσουμε και τον αποικιοκρατισμό.

Ποιο υπήρξε όλα αυτά τα κρίσιμα χρόνια το κέντρο της διεθνούς αντίστασης ενάντια σ΄ αυτές τις θανάσιμες πληγές της ανθρωπότητας; Αναμφισβήτητα η Μόσχα, η Σοβιετική Ένωση, το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Δεν έφτανε όμως η Αντίσταση, δηλαδή η Αντίθεση, το Αντί. Θα έπρεπε να υπάρξει και το Υπέρ. Δηλαδή η θέση, το όραμα. Με δύο λόγια, το Μοντέλο της Νέας Κοινωνίας, που θα μας απήλασε απ΄ το Νόμο της Ζούγκλας και θα μας έφερνε κοντά στο Νόμο της Συμπαντικής Αρμονίας.

Όντας απόλυτος, έμεινα ριζωμένος όπως στα άλλα δύο υπαρξιακά και πνευματικά μέτωπα στην αρχή της αντικατάστασης της μιας κοινωνίας με μιαν άλλη.

Πως μπορούσε όμως να επιτευχθεί κάτι τέτοιο; Σε εθνική βάση; Μήπως απ΄ την πλευρά των ελλήνων αντιδραστικών, η πολιτική τους και τα στηρίγματά τους είχαν εθνική βάση; Για όνομα Θεού! Από το 1821 ακόμα έως σήμερα, ποιος δε γνωρίζει, ότι η ελληνική μεγαλοαστική τάξη επιβλήθηκε με την ενεργητική στήριξη των ξένων; Επομένως αν η αντίδραση είναι διεθνής, τότε και η θέση- δράση- πρόοδος θα πρέπει να είναι κι αυτή το ίδιο Διεθνής.

Έτσι, η πίστη μου στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα ξεκινούσε απ΄ τη βεβαιότητα ότι δεν υπάρχει περίπτωση νίκης των προοδευτικών δυνάμεων και ακόμα περισσότερο εδραίωση αυτής της νίκης χωρίς τη στήριξή της στο αντίπαλο δέος του φασισμού-ιμπεριαλισμού δηλαδή το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα με φυσικό ηγέτη τη Μόσχα.

Το βασικό Κοινωνικό Όραμα κατά και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έχοντας σαν ραχοκοκαλιά του τις αντιστασιακές δυνάμεις, σχημάτισε ένα παγκόσμιο ρεύμα δυνάμεων με τεράστια μάζα και ιλιγγιώδη ταχύτητα. Μάζα συν ταχύτητα, είναι η βασική προϋπόθεση για την ύπαρξη κάθε μεγάλου αναγεννητικού λαϊκού κινήματος. Κάθε είδους: κοινωνικού είτε εθνικού. Μια άλλη προϋπόθεση για τη διατήρηση και ανάπτυξη αυτού του ιστορικού κινήματος ήταν η καθαρότητά του. Που δεν ήταν καθόλου δύσκολο να την καθορίσουμε, ακόμα και στις πιο ελάχιστες λεπτομέρειές της. Αρκούσε να έχουμε κάθε στιγμή μπροστά στα μάτια μας, όλες τις επιμέρους αμαρτίες που όλες μαζί σχημάτιζαν το Απόλυτο κακό, δηλαδή το αστικό καταπιεστικό καθεστώς. Κοινωνία ζούγκλας σημαίνει ισχυροί και αδύνατοι. Κατέχοντες και κατεχόμενοι. Πυραμίδα Εξουσίας. Καταπίεση. Βία. Φόβος. Προσωπικά οφέλη σε βάρος του κοινωνικού συνόλου. Εθνικιστικές τάσεις. Εγωιστικά σύνδρομα. Αδιαφανείς ενέργειες. Προσωπικά συμφέροντα. Κάστες, Ίντριγκες. Όλα αυτά- και άλλα- που χαρακτηρίζουν το Απόλυτο Κακό δηλαδή των Αμαρτωλή Κοινωνία που θα πρέπει με κάθε θυσία να γκρεμίσουμε και στα ερείπιά της να οικοδομήσουμε την Καινούργια. Ποια; Τη σοσιαλιστική! Για να φτάσουμε μια μέρα στην Κομμουνιστική!

Έχοντας μέσα μου αυτές τις αρχές ήταν φυσικό να επαγρυπνώ ειδικά ως προς την προϋπόθεση της καθαρότητας, μιας και στη σκέψη μου αποτελούσε την προϋπόθεση όχι νόμο για την επιτυχία του κινήματος αλλά ακόμα και για την δικαιολόγησή του.

Στην αρχή υπήρξαν κρούσματα προσωπικού και τοπικού χαρακτήρα. Συνοικιακού θα ΄λεγα. Σε επίπεδο ελληνικής ηγεσίας δεν έφτασαν σε γνώση μου παραβιάσεις αυτού του χαρακτήρα. Όπως ήδη είπα, η απογοήτευσή μου ήταν πολιτική και είχε να κάνει νόμο με την ικανότητα της δική μας ηγεσίας. Με άλλα λόγια οι αμφιβολίες μου δεν άγγιζαν την εποχή εκείνη το διεθνές κίνημα, τη Σοβιετική Ένωση, τον Στάλιν.

Αντίθετα, η στάση του Τίτο και αργότερα του Μάο με βρήκαν αντίθετο, δεδομένου όπως είπα, ότι πίστευα ότι η διεθνής ισορροπία δυνάμεων ήταν τέτοια, που οποιοδήποτε πλήγμα στη μονολιθική ενότητα των κομμουνιστών θα μπορούσε να αποβεί μοιραίο για τον τελικό σκοπό. Εθνικιστές, τοπικιστές, προσωποπαγείς τάσεις δεν μπορούσαν να έχουν καμιά σχέση με την καθαρότητα του Καινούργιου Κόσμου, που στα μάτια μου εκπροσωπούσαν οι κομμουνιστές.

Το πρώτο μεγάλο πλήγμα προήλθε απ΄ την έκθεση του Χρουτσώφ και την κατεδάφιση του Στάλιν. Αυτός άλλωστε νομίζω ότι υπήρξε η αρχή του τέλους. Ποια ήταν η στάση μου από κει και πέρα; Έχασα μήπως την πίστη μου στη Σοβιετική Ένωση και στο Κομμουνιστικό Κίνημα; Κάθε άλλο. Χωρίς να το ομολογώ, άρχισα να πιστεύω, ότι οι αντιδραστικές ιδέες και μεθοδεύσεις με τις οποίες βομβάρδιζαν τη Σοβ. Ένωση οι ιμπεριαλιστές, άρχισαν να πιάνουν τόπο. Ναι, είχε αρχίσει απ΄ τα μέσα η προδοσία. Για τον Στάλιν; Κλείστηκε στον εαυτό του, ενέδωσε στην προσωπολατρία, έγινε όργανο του Μπέρια και άλλων υπόπτων, δεν ανοίχτηκε έγκαιρα στο Λαό. Άλλωστε αυτή ήταν η αιώνια κριτική μου σε όσους θεωρούσα ότι είναι αγνοί κομμουνιστές στη Σοβ. Ένωση: Γιατί δεν απλώσατε τη δημοκρατία όχι την αστική αλλά την πραγματική, δηλαδή την υπευθυνότητα, ώστε να οχυρώσετε τον Κομμουνισμό με το μόνο άπαρτο υλικό, το μαζικό κίνημα;

Στο μεταξύ στην Ελλάδα, μετά το τέλος του πολέμου, υπήρχαν σημάδια πως πολλοί απ΄ τους ηγέτες της ΕΔΑ άρχισαν να γλιστρούν προς τον συμβιβασμό με χίλιες δύο δικαιολογίες. Στο τέλος πίστεψα, ότι εγκατέλειψαν οριστικά κάθε επαναστατική πολιτική -έστω και σαν απώτατο στρατηγικό στόχο- και όταν λέω 'επαναστατική', ξεκινώ απ΄ την πίστη στην ειδοποιό διαφορά ανάμεσα στα δύο κοινωνικά μοντέλα και την ανάγκη ριζικής κατεδάφισης αστικού καθεστώτος. Όχι προσαρμογή. Όχι εξωραϊσμός ή μετεξέλιξη. Εξαφάνιση και αντικατάσταση με τη νέα σοσιαλιστική κοινωνική πραγματικότητα. Έτσι και πολύ νωρίς - απ΄ τα 1950, δηλαδή μετά τη Μακρόνησο - κατέληξα σε μία κριτική στάση απέναντι στο Κίνημα, που το έβλεπα να χάνει την καθαρότητά του, την ταχύτητά του και τη μάζα του, να συρρικνώνεται και να φρενάρει ακριβώς γιατί η προϋπόθεση της απόλυτης καθαρότητας είχε αρχίσει να κάνει νερά σε όλα τα επίπεδα, διεθνώς, στην Ελλάδα, ακόμα και στη Σοβ. Ένωση. Ακόμα και το κίνημα Ειρήνης που ανήγγειλε ο Στάλιν, νομίζω στα 1951, δεν με βρήκε σύμφωνο. Ήμουν φαντάρος στα Χανιά και θυμάμαι πως έγραψα ένα μεγάλο ποίημα, στο οποίο του έλεγα (του Στάλιν) περίπου 'Εμείς περιμένουμε να μας οδηγήσεις σε νέα επαναστατική σύγκρουση κι εσύ τους δίνεις το χέρι...'. Βρισκόμουν υπό τον αστερισμό της Ρεβάνς, και συμφωνούσα απόλυτα με τη δήλωση του Ζαχαριάδη, ότι ο Δημοκρατικός Στρατός παραμένει με το όπλο παραπόδας. Δηλαδή έτοιμος να ξαναρχίσει τον ένοπλο αγώνα.

Από κει και πέρα η πολιτική μου σκέψη με οδηγεί μονίμως αριστερότερα από την πολιτική που εφαρμόζουν οι διάφορες κομματικές ηγεσίες. Πίστευα, ότι ήμουν ένας καθαρός κομμουνιστής και επομένως γνήσιος εκφραστής του Μαρξισμού-Λενινισμού-Σταλινισμού όπως τον είχαμε διδαχθεί στη θεωρία και στην πράξη κατά τη διάρκεια του αγώνα. Δεν δεχόμουν τις οποιεσδήποτε σχέσεις με τον αντίπαλο παρά μόνο με μια προϋπόθεση: την εξόντωσή του. Κανένα συμβιβασμό-συμψηφισμό, ουσιαστική συνεργασία.

Από το 1950 ως τις μέρες μας η ιστορία είναι γνωστή: όσο η καθαρότητα έχανε τη λάμψη της, τόσο η Μαζικότητα και η Κινητικότητα (ταχύτητα) του Διεθνούς Κινήματος έχαναν σε ποσότητα και ποιότητα. Έως ότου το Κίνημα ακινητοποιήθηκε, στην ουσία αυτοκαταστράφηκε, αυτοκτόνησε, αυτοδιαλύθηκε.

Όσο πιστεύαμε, μείναμε αιωρούμενοι, καταντήσαμε στο τέλος να γίνουμε η χλεύη των αντιπάλων μας, που θριάμβευαν.

Εν τούτοις από την άποψη μιας τελικής - της ύστατης στιγμής - ρεβάνς του ελληνικού λαού, δεν έχασα την πίστη μου ποτέ, ούτε και τώρα. Κι αυτό γιατί θέλω να πιστεύω, ότι στη χώρα μας οι δεσμοί του Κινήματος με τον ελληνικό λαό έχουν ιδιαιτερότητα σε σχέση με τις άλλες χώρες του κόσμου. Κι ακόμα γιατί απ΄ την απέναντι όχθη η Εξουσία είναι δοτή. Έχει επιβληθεί χάρη στη βοήθεια των ξένων. Επομένως είναι ξένη προς τα συμφέροντα του λαού μας. Το ζητούμενο στη δική μας περίπτωση είναι το μαζικό κίνημα. Εξ ου και η θυελλώδης, θα έλεγα, αντίδρασή μου προς τις ηγεσίες της Αριστεράς: γιατί επέτρεψαν στον Ανδρέα Παπανδρέου να το διαλύσει. Έτσι η δοτή Εξουσία του οφείλει τη μεγαλύτερη υπηρεσία απ΄ όση έλαβε ποτέ στο παρελθόν: Μόνο αυτός κατέβασε το ποσοστό των Ελλήνων κομμουνιστών σε μονοψήφιο αριθμό.

Η κριτική μου τοποθέτηση απέναντι στο ΚΚΕ συνοψίζεται στα εξής: Ορθά διέβλεψαν τη συρρίκνωση στην οποία οδηγήθηκε το Διεθνές Κίνημα. Όμως η πολιτική της συσπείρωσης, της συντήρησης και της αναμονής έως ότου ξημερώσουν καλύτερες μέρες ήταν ορθή κατά το ένα σκέλος. Το διεθνές. Εσωτερικά δεν θα έπρεπε να εγκαταλειφθεί η προσπάθεια για τη διεκδίκηση της πολιτικής έκφρασης του μαζικού κινήματος. Πίστευα, ότι έως ότου οι διεθνείς συνθήκες μας επιτρέψουν να εφαρμόσουμε ριζικές λύσεις, θα έπρεπε να επεξεργαστούμε και να εφαρμόσουμε λύσεις ενδιάμεσες. Και όχι να αφήσουμε σε άλλους να τις κάνουν πιστεύοντας ότι είναι κοντά μας. Και να τα αποτελέσματα: όχι μόνο δεν οδηγηθήκαμε σε ενδιάμεσες λύσεις αλλά δώσαμε την ευκαιρία στον αντίπαλο να μεταμφιεσθεί κι έτσι να οδηγήσει την Αντίδραση ακόμα πιο μπροστά και πιο βαθιά με την ... συγκατάθεση των θυμάτων, δηλαδή ενός μεγάλου μέρους του μαζικού Κινήματος-.

Με δύο λόγια συμπερασματικά την πολιτική δυναμική του Μίκη Θεοδωράκη χαρακτηρίζουν διαχρονικά αξίες, οράματα και αρχές όπως:

Η αντιστασιακή ιδεολογία καθώς αυτή αποδείχτηκε έμπρακτα στα σκοτεινά χρόνια της κατοχής και στις εθνικά επικές 'στιγμές' της απελευθέρωσης και του εμφυλίου. Ακόμη στην μακραίωνη περίοδο της πέτρινης μετεμφυλιακής πραγματικότητας αλλά και στην τραγική συγκυρία της χούντας των συνταγματαρχών. Με βαρύτατο τίμημα καταδίκες, διώξεις, βασανισμούς, εκτοπίσεις και φυλακίσεις.

Η αριστερή κοσμοθεωρία μέσα από τις τάξεις του ΚΚΕ, της ΕΔΑ, των Λαμπράκηδων, του ΠΑΜ, του 'Εσ.', της Νέας Αριστεράς, της Ενωμένης Αριστεράς, της Νέας ΕΔΑ, των Εαμογενών δυνάμεων και της ΚΕΑ. Με στόχο την επανασυσπείρωση της ενιαίας Αριστεράς ως μαζικού κινήματος με αυτόνομο ρεαλιστικό προσανατολισμό.

Η εθνική συμφιλίωση και συνεργασία τόσο στην προδικτατορική περίοδο (μέσα απ΄ το κίνημα των Λαμπράκηδων), στη συγκυρία της χούντας (με τη 'λύση Καραμανλή' και το ΕΑΣ), στη μεταπολίτευση (με τις νέες ισορροπίες) όσο και στο μεταβατικό 1989 (με την ελπίδα της ανανέωσης και ομοψυχίας). Με κύρια επιδίωξη το ξεπέρασμα των διχαστικών καταλοίπων του παρελθόντος.

Οι αέναες ιδεολογικές αναζητήσεις για τον εκσυγχρονισμό, την ανανέωση και την προοπτική της Αριστεράς. Με γνώμονα την ενότητα και την πρόσβαση στην εξουσία.

Το μαζικό κίνημα και η ανάπτυξή του στα πεδία της Ειρήνης, του πολιτισμού και της αντίστασης, με την ελπίδα της απελευθέρωσης του λαού από τα συμπλέγματα της υποταγής και της εξάρτησης.

Ο αντιδογματισμός με στόχο την έμπρακτη αμφισβήτηση των κάθε λογής κατεστημένων ηγεσιών, των παλαιοκομματικών προκαταλήψεων και του ολοκληρωτισμού.

Η υπέρβαση ως προς την αντιμετώπιση κρίσιμων εθνικών θεμάτων όπως το Κυπριακό, τα ελληνοτουρκικά, το Αιγαίο και το Σκοπιανό καθώς και ζητημάτων φιλικής συνεργασίας των λαών πάνω από εθνικιστικές ιδεοληψίες.

Η ενότητα μέσα από προδρομικές παρεμβάσεις για την Αριστερά, την Αντίσταση και την περιφρούρησης των κοινοβουλευτικών κανόνων.

Το καλό του συνόλου υπεράνω της εξυπηρέτησης μικροκομματικών συμφερόντων με επακόλουθο την πολιτική περιθωριοποίηση και τον αφορισμό.

Η πολιτιστική παράδοση με στόχο την αδιάλειπτη καλλιέργειά της και τη δημιουργική της ανανέωση.


Μίκης Θεοδωράκης: Ένας άνθρωπος, ένας συνθέτης, ένα έργο

Του Guy Wagner

«Ο καλλιτέχνης είναι ένας καθοδηγητής. Το γεγονός αυτό τον επιφορτίζει με ιδιαίτερη ευθύνη, γιατί έχει το προνόμιο να γίνει η φωνή της εποχής του, μια φωνή που ενώνει όλες τις άλλες φωνές».

1. Ο Μίκης Θεοδωράκης γεννήθηκε στην Χίο. Από την παιδική του ηλικία είχε πάθος με την μουσική και έγραψε τις πρώτες του συνθέσεις όταν ήταν δεκατριών ετών. Κατά τη διάρκεια της κατοχής της Ελλάδας από τα γερμανικά, ιταλικά και βουλγαρικά στρατεύματα, συνελήφθη για πρώτη φορά στην Τρίπολη το 1942 από τους Ιταλούς κατακτητές. Τα επόμενα χρόνια συνελήφθη και βασανίστηκε ξανά. Μόλις αφέθηκε ελεύθερος, βγήκε στην παρανομία στην Αθήνα και οργανώθηκε στο Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ). Δουλεύοντας για την Αντίσταση, συγχρόνως παρακολουθούσε μαθήματα στο Ωδείο Αθηνών κοντά στον Φιλοκτήτη Οικονομίδη.

Μετά την Απελευθέρωση ο Θεοδωράκης έλαβε μέρος στον εμφύλιο πόλεμο του 1945-1949. Συνελήφθη πολλές φορές. Στις 26 Μαρτίου 1946 κατά τη διάρκεια μιας διαδήλωσης χτυπήθηκε τόσο άγρια από την αστυνομία που θεωρήθηκε νεκρός και μεταφέρθηκε στο νεκροτομείο. Εξορίστηκε για πρώτη φορά το 1947 στην Ικαρία και το 1948 μεταφέρθηκε στην Μακρόνησο, μια κόλαση που οι άνθρωποι του 20ού αιώνα εγκαθίδρυσαν πάνω στη γη για να εξοντώνουν όσους είχαν διαφορετικές αντιλήψεις. Μετά από φριχτά βασανιστήρια ο Θεοδωράκης είναι ένας από τους λίγους που κατάφεραν να επιζήσουν από αυτήν την κόλαση, όμως θα συνεχίσει να υποφέρει δέκα χρόνια αργότερα από τον «πυρετό της Μακρονήσου».

Το 1950, μετά από εξετάσεις στο Ωδείο παίρνει το δίπλωμα της αρμονίας, αντίστιξης και φούγκας. Στις 5 Μαΐου παρουσιάζεται το έργο του «Ασή-Γωνιά». Το 1953, ο Μίκης παντρεύεται την Μυρτώ Αλτίνογλου και την επόμενη χρονιά παίρνει υποτροφία για σπουδές στο Παρίσι. Ο Μίκης γράφεται στο Ωδείο του Παρισιού με καθηγητές τον Ευγένιο Μπιγκό και τον Ολιβιέ Μεσσιάν. Το 1957 το έργο του «Σουίτα Νο 1 για πιάνο και ορχήστρα» παίρνει χρυσό βραβείο στο φεστιβάλ της Μόσχας. Η «Αντιγόνη» (χορογραφία Τζον Κράνκο στο Κόβεν Γκάρντεν), «Les amants de Teruel» (Μπαλέτο της Λουντμίλα Τσερίνα) και το «Le feu aux poudres» γνωρίζουν μεγάλη επιτυχία στο Παρίσι και το Λονδίνο.

Κυριότερα έργα μέχρι το 1960: «Τρίο» για πιάνο, βιολί και βιολοντσέλο, «Το πανηγύρι της Ασή-Γωνιάς» (συμφωνικό έργο), «Πρώτη Συμφωνία», «Ελληνική Αποκριά» (μπαλέτο), Σονατίνα για πιάνο, Σουίτες Νο 1, 2 και 3 για ορχήστρα, Σονατίνες Νο 1 και 2 για βιολί και πιάνο, «Αντιγόνη» (μπαλέτο), «Έρως και Θάνατος» (για φωνή και έγχορδα), «Les amants de Teruel» (μπαλέτο), «Οιδίπους Τύραννος» για έγχορδα, Κονσέρτο για πιάνο.

2. Όταν ο Θεοδωράκης πέτυχε την διεθνή αναγνώριση ως νέος κλασσικός συνθέτης, ανακάλυψε την ελληνική λαϊκή μουσική. Συνθέτει τους «Λιποτάκτες» σε στίχους του αδελφού του Γιάννη και τον «Επιτάφιο» σε ποίηση του Γιάννη Ρίτσου, έργο με το οποίο θα ξεκινήσει η αναγέννηση της Ελληνικής μουσικής και θα οδηγήσει την πατρίδα του σε μια πολιτιστική επανάσταση, τα αποτελέσματα της οποίας υπάρχουν ακόμη και σήμερα.

Η Δεξιά στην Ελλάδα τον θεωρεί έναν από τους μεγαλύτερους εχθρούς της. Όταν δολοφονείται ο γιατρός Γρηγόρης Λαμπράκης («Ζ»), ο Θεοδωράκης αναλαμβάνει επικεφαλής της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη που θα αποκτήσει 50.000 μέλη και θα γίνει η πιο μεγάλη πολιτική οργάνωση στην Ελλάδα. Ο Θεοδωράκης εκλέγεται στο Κοινοβούλιο και μαζί με τους «Λαμπράκηδες» ιδρύει πάνω από διακόσια πολιτιστικά κέντρα στην χώρα του. Συνθέτει ακατάπαυστα χρησιμοποιώντας τα ωραιότερα κείμενα της ελληνικής λογοτεχνίας του 19ου και 20ού αιώνα.

Κυριότερα έργα αυτής της περιόδου. 1. Κύκλοι τραγουδιών: «Αρχιπέλαγος», «Πολιτεία Α και Β», «Επιφάνια» (Γιώργος Σεφέρης, βραβείο Νόμπελ 1963) «Ματχάουζεν» (Ιάκωβος Καμπανέλης), «Ρωμιοσύνη» (Γιάννης Ρίτσος). 1. Μουσική για θέατρο: «Ένας Όμηρος» (Μπρένταν Μπήαν), «Το Τραγούδι του Νεκρού Αδελφού» (Θεοδωράκης), «Μαγική Πόλη», «Η Γειτονιά των Αγγέλων» (Καμπανέλης). 1. Μουσική για φιλμ: «Ζορμπάς» (Μιχάλης Κακογιάννης). 1. Ορατόριο: «Άξιον Εστί» (Οδυσσέας Ελύτης, βραβείο Νόμπελ 1979).

3. Το πραξικόπημα του Παπαδόπουλου και της παρέας του (21 Απριλίου 1967) υποχρεώνει τον Θεοδωράκη να βγει και πάλι στην παρανομία απ’ όπου δυο μέρες μετά το πραξικόπημα θα απευθύνει την πρώτη έκκληση για αντίσταση. Συνελήφθη στις 21 Αυγούστου του 1967 και τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό με την οικογένειά του στο Βραχάτι και αργότερα στη Ζάτουνα, ορεινό χωριό της Αρκαδίας (απ’ όπου και ο κύκλος συνθέσεων «Αρκαδίες» 1 -ΧI). Στη συνέχεια μεταφέρεται στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Ωρωπού και τελικά εξορίζεται από την Ελλάδα, μετά από πολλά διαβήματα αλληλεγγύης με πρωτοβουλία των Ντιμίτρι Σοστάκοβιτς, Λεονάρντ Μπερστάιν, Άρθουρ Μίλερ, ακόμα και του Χάρη Μπελαφόντε, και πολλών άλλων προσωπικοτήτων από πολλές χώρες.

Κυριότερα έργα της περιόδου 1967-70 1. Κύκλοι τραγουδιών: «Ο Ήλιος και ο Χρόνος» (Θεοδωράκη), «Τα Λαϊκά» (Μάνου Ελευθερίου), «Αρκαδίες 1-Χ», «Τα Τραγούδια του Αντρέα» (Θεοδωράκη), «Νύχτα Θανάτου» (Μάνου Ελευθερίου). 1. Ορατόρια: «Επιφάνια Αβέρωφ» (Σεφέρης), «Κατάσταση Πολιορκίας» (Μαρίνα= Ρένα Χατζηδάκη), «Πνευματικό Εμβατήριο» (Άγγελος Σικελιανός), «Raven» (Σεφέρης από τον Ε.Α Πόε). 1. Μουσική για φιλμ: «Ζ» (Κώστα Γαβρά).

4. Στις 13 Απριλίου 1970, ο Θεοδωράκης φθάνει στο Παρίσι. Επικεφαλής του «Πατριωτικού Μετώπου» συνεχίζει τον αγώνα του. Γνωρίζεται με τον Νερούντα. Περιοδείες σ’ ολόκληρο τον κόσμο και χιλιάδες συναυλίες αφιερωμένες στην αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ελλάδα, τον καθιστούν ζωντανό σύμβολο της αντίστασης ενάντια στη δικτατορία.

Κύρια έργα της εξορίας. 1. Κύκλοι τραγουδιών: «Λιανοτράγουδα» («18 Λιανοτράγουδα της Πικρής Πατρίδας», Γιάννης Ρίτσος), «Μπαλλάντες» (Μ. Αναγνωστάκης). 1. Ορατόριο: «Canto General» (Πάμπλο Νερούντα). 1. Μουσική για φιλμ: «Τρωάδες» (Μ. Κακογιάννης), «Σέρπικο» (Λιούμετ).

5. Θριαμβευτική επιστροφή στην Ελλάδα, στις 24 Ιουλίου 1974. Ο Θεοδωράκης γίνεται εκ νέου στόχος επιθέσεων, αυτή τη φορά από την Αριστερά, γιατί υπερασπίζεται τον Καραμανλή, στην προσπάθειά του για ένα ήπιο πέρασμα προς την δημοκρατία και από φόβο νέου πραξικοπήματος που θα συνέθλιβε το ευαίσθητο λουλούδι της δημοκρατίας. Το 1980 αυτοεξορίζεται στο Παρίσι, καταπιάνεται με το συμφωνικό του έργο της εποχής του 50.

Ολοκληρώνει τη σύνθεση του «Canto General» που μαζί με τον «Ζορμπά» και το «Άξιον Εστί» τον κάνουν παγκοσμίως γνωστό συνθέτη. Το 1981, ο Θεοδωράκης εκλέγεται και πάλι στο ελληνικό Κοινοβούλιο. Το 1986 παραιτείται από την έδρα του για να αφοσιωθεί στο μουσικό του έργο. Το 1987, η πρώτη του όπερα «Κώστας Καρυωτάκης» παρουσιάζεται στην Αθήνα και το 1988 το μπαλέτο του «Ζορμπάς» παρουσιάζει θριαμβευτική επιτυχία στην Αρένα της Βερόνας, όπου θα ξαναπαρουσιασθεί το 1990. Παρουσιάζεται, επίσης, στην Βαρσοβία και τo Λοτζ της Πολωνίας. Το 1989 ο Θεοδωράκης κάνει έκκληση συνασπισμού ανάμεσα στη «Νέα Δημοκρατία» και την Αριστερά για την κάθαρση από τα σκάνδαλα της κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ.

Μετά τις εκλογές του Απριλίου του 1990, ο Μίκης γίνεται υπουργός επικρατείας της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Εργάζεται ιδιαίτερα για το ζήτημα των ναρκωτικών, της παιδείας, του πολιτισμού και για την συμφιλίωση ανάμεσα σε Έλληνες και Τούρκους. Εγκαταλείπει την κυβέρνηση τον Απρίλιο του 1992 και αναλαμβάνει για δύο χρόνια την γενική διεύθυνση των Μουσικών Συνόλων της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης (ΕΡΤ).

Στις 5 Οκτωβρίου του 1990 παρουσιάζεται στο Μπιλμπάο η όπερά του «Μήδεια». Το 1992 γράφει μετά από παραγγελία του Σάμαρανκ το «Canto Olympico» για τους Ολυμπιακούς αγώνες της Βαρκελώνης. Η όπερά του «Ηλέκτρα» του Ευριπίδη, σημειώνει θριαμβευτική επιτυχία στο Λουξεμβούργο, Πολιτιστική Πρωτεύουσα Ευρώπης 1995, από το θέατρο Γιέλκι, του Πόζναν (Πολωνία). Ο Θεοδωράκης ολοκληρώνει τη σύνθεση της τέταρτης όπεράς του «Αντιγόνη» το 1996 καθώς και του πρώτου του Κονσέρτου για βιολοντσέλο και ορχήστρα.

Κυριότερα έργα μετά το 1974 1. Κύκλοι τραγουδιών: «Τα Λυρικά», «Διόνυσος», «Φαίδρα», «Βεατρίκη», «Μια θάλασσα», «Ως αρχαίος άνεμος», «Λυρικότερα», «Λυρικότατα» 1. Μουσική για θέατρο: «Ορέστεια» (σκηνοθεσία Σπύρος Ευαγγελάτος), «Αντιγόνη» (σκηνοθεσία Μ. Βολανάκης) 1. Μουσική για φιλμ: «Ιφιγένεια» (Μ. Κακογιάννης), «Ο Άνθρωπος με το Γαρίφαλο» (Ν. Τζήμας). 1. Ορατόρια: «θεία Λειτουργία»(«Miss a Greca»), «Liturgia 2», «Requiem». 1. Συμφωνική μουσική, καντάτες, ορατόρια: Συμφωνίες Νο 2, 3, 4, 7, «Κατά Σαδδουκαίων», «Canto Olympico», «Κονσέρτο για βιολοντσέλο και ορχήστρα», «Κονσέρτο για κιθάρα και ορχήστρα». 1. Όπερες: «Κώστας Καρυωτάκης», «Μήδεια», «Ηλέκτρα», «Αντιγόνη».


Το μουσικό έργο του Μίκη Θεοδωράκη (σύνθεση)

Ο Θεοδωράκης συνέθεσε πάνω από χίλιες μελωδίες, εκ των οποίων κάποιοι κύκλοι, ανήκουν σήμερα στην πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας: «Επιτάφιος», «Αρχιπέλαγος», «Πολιτεία», «Επιφάνια», «Ένας Όμηρος», «Μικρές Κυκλάδες», «Ματχάουζεν», «Ρωμιοσύνη», «Ήλιος και Χρόνος», «Τα τραγούδια του Αντρέα», «Μυθολογία», «Νύχτα Θανάτου», «Οι Γειτονιές του Κόσμου», «Διόνυσος», «Φαίδρα», «Μια θάλασσα».

Συμφωνική μουσική

1953. Συμφωνία Νο 1. (Πρώτη Συμφωνία), 1981 Συμφωνία Νο 2. (Το τραγούδι της Γης, Ποίηση: Μίκη Θεοδωράκη, για παιδική χορωδία, πιάνο και ορχήστρα), 1983: Συμφωνία Νο 7 («Εαρινή», Ποίηση: Γιάννης Ρίτσος, Γιώργος Κουλούκης) για 4 σολίστ, χορωδία και ορχήστρα, 1986/7: Συμφωνία Νο 4 («Των Χορικών») για σοπράνο, μέτζο, αφηγητή, χορωδία και συμφωνική ορχήστρα χωρίς έγχορδα. 3 Σουίτες, ένα κονσέρτο για πιάνο (1958), μουσική δωματίου.

Καντάτες και Ορατόρια

1960: «Άξιον Εστί» (Ποίηση: Οδυσσέας Ελύτης), 1967: «Επιφάνια Αβέρωφ» (Κείμενο: Γ. Σεφέρης), 1969: «Πνευματικό Εμβατήριο» (Ποίηση: Άγγελος Σικελιανός), «Κατάσταση Πολιορκίας» (Ποίηση: Ρένα Χατζηδάκη), 1971/82: «Canto General» (Ποίηση: Πάμπλο Νερούντα), 1981/2: «Κατά Σαδδουκαίων» (Ποίηση: Μιχάλης Κατσαρός) για τενόρο, βαρύτονο, μπάσο, χορωδία και ορχήστρα, 1982: Λειτουργία Νο 2. («Για τα παιδιά που σκοτώνονται στον Πόλεμο» Ποίηση: Τάσος Λειβαδίτης, Μίκης Θεοδωράκης) για χορωδία, 1982/3: «Λόρκα» για φωνή, σόλο κιθάρα, χορωδία και ορχήστρα, (βασισμένο στο «Romancero Gitan»), 1992: «Canto Olympico», για σόλο πιάνο, χορωδία και ορχήστρα.

Μπαλέτα

1953: «Ελληνική Αποκριά», 1958: «Le feu aux poudres», 1958: «Les amants de Teruel», 1959: «Αντιγόνη», 1963 «Ηλέκτρα», 1958: «Επτά Ελληνικοί Χοροί» (μπαλέτο: Μωρίς Μπεζάρ), 1987/88: «Ζορμπάς».

Όπερες

1984/85: «Κώστας Καρυωτάκης», 1988/90: «Μήδεια», 1992/93: «Ηλέκτρα», 1995/97: «Αντιγόνη».

Μουσική για το θέατρο

Κλασσικές τραγωδίες:
1979. «Ιππής» (Αριστοφάνη), 1986/88: «Ορέστεια»: «Αγαμέμνων» - «Χοηφόροι» - «Ευμενίδες» (Αισχύλου), 1987 «Εκάβη» (Ευριπίδη), 1990 «Αντιγόνη» (Σοφοκλή), 1992 «Προμηθέας Δεσμώτης» (Αισχύλου), 1960/61 «Το Τραγούδι του Νεκρού Αδελφού», μουσική τραγωδία (Μίκη Θεοδωράκη).

Μοντέρνο Θέατρο:
1961/62: «Όμορφη Πόλη», μουσική επιθεώρηση (Μποστ, Χριστοδούλου, Χριστοφέλης και άλλοι), 1963: «Η Γειτονιά των Αγγέλων», (Ιάκωβου Καμπανέλλη), 1963: «Μαγική Πόλη», μουσική επιθεώρηση (Θεοδωράκης, Περγιάλης, Κατσαρός), 1974: «Προδομένος Λαός», (Βαγγέλης Γκούφας), 1975: «Εχθρός Λαός», δράμα (Ιάκωβος Καμπανέλης), 1975: «Χριστόφορος Κολόμβος», (Νίκος Καζαντζάκης), 1976: «Καποδίστριας», (Νίκος Καζαντζάκης), 1977: «Ο Άλλος Αλέξανδρος», (Μαργαρίτα Λυμπεράκη), 1979: «Παπαφλέσσας», θέατρο (Σπύρος Μελάς).

Διεθνές θέατρο:
1961 «Ένας Όμηρος», (Μπρένταν Μπήαν), 1975: «Sauspiel», (Μάρτιν Βάλσερ), 1978: «Πολίτες δεύτερης κατηγορίας», (Μπρένταν Φρίες), 1979: «Καλιγούλας», (Αλμπέρ Καμύ), 1980: «Περικλής», (Ουίλιαμ Σαίξπηρ), 1974: «Μάκβεθ», (Ουίλιαμ Σαίξπηρ).

Μουσική για φιλμ:
«I ll Met by Moonlight» (1960), «Honeymoon» (1960), «The Shadow of the Cat» (1961), «Five Miles to Midnight» (1961), «Ηλέκτρα» (1962), «Φαίδρα» (1962), «Les Amants de Teruel» (1964), «Ζορμπάς» (1964), «Ζ» (1969), «Κατάσταση Πολιορκίας» (1972), «Σέρπικο» (1973), «Ιφιγένεια» (1977/8) και το «Ο άνθρωπος με το γαρίφαλο» (1980).