Ο Ρήγας γεννήθηκε στο Βελεστίνο της Θεσσαλίας στα μέσα της δεκαετίας του 1750. Δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα η ακριβής χρονολογία της γέννησής του, αλλά η πιθανότερη εκδοχή είναι το 1757. Οι γονείς του, Κυρίτζης και Μαρία, ήταν ευκατάστατοι κάτοικοι του Βελεστίνου. Ο πατέρας του ασχολείτο με βιοτεχνικές και εμπορικές δραστηριότητες. Είχε έναν αδελφό, τον Κώστα, και μια αδελφή, την Ασήμω. Παρακολούθησε μαθήματα στο σχολείο της Ζαγοράς. Μετά την ολοκλήρωση των βασικών σπουδών του, κι αφού για ένα μικρό διάστημα δίδαξε κι ο ίδιος σε ένα κοντινό χωριό, τον Κισσό, εγκατέλειψε την πατρίδα του και πήγε στην Πόλη. Η μετάβασή του στην Πόλη τοποθετείται γύρω στο 1773-1774, όταν ήταν 17, περίπου, ετών. Εκεί φαίνεται ότι εντάσσεται στην ανθούσα κοινότητα των πηλιορειτών εμπόρων και ασχολείται και ο ίδιος με το εμπόριο. Αξιοποιώντας τις στενές σχέσεις των συμπατριωτών του με τους Φαναριώτες και το Πατριαρχείο έρχεται σε επαφή με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη --πατέρα των Κωνσταντίνου και Δημητρίου Υψηλάντη και παππού του νεότερου Αλέξανδρου Υψηλάντη-- και γίνεται γραμματέας του. Ο Υψηλάντης τον βοηθά να αποκτήσει ανώτερη μόρφωση και να μάθει γαλλικά. Δεν είναι γνωστό το ακριβές διάστημα που παρέμεινε στην Πόλη, αλλά φαίνεται ότι κάποια στιγμή έφυγε μαζί με τον Υψηλάντη για τις Ηγεμονίες.
Γύρω στα 1786 βρίσκεται στο Βουκουρέστι. Εκεί προσλαμβάνεται ως γραμματέας από τον άρχοντα Μπραγκοβάνου. Στο Βουκουρέστι, ο Ρήγας συναντά τον Δημήτριο Καταρτζή, με τον οποίο σχετίζεται στενά. Ο Δημήτριος Καταρτζής (1730-1807) υπήρξε ένας από τους επιφανέστερους εκπροσώπους της ελληνικής λογιοσύνη του 18ου αιώνα. Οραματιζόταν τη δημιουργία μιας ελληνικής επικράτειας ευθυγραμμισμένης με τα πρότυπα του ευρωπαϊκού διαφωτισμού, ιδιαίτερα όπως αυτά εκφράστηκαν από τους Εγκυκλοπαιδιστές. Επεξεργάστηκε ένα ευρύ μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που θεμελιωνόταν στη δημοτική γλώσσα ως αποκλειστικό όργανο παιδείας. Την περίοδο που τον συνάντησε ο Ρήγας, ο Καταρτζής βρισκόταν στην κορυφή της δικαστικής ιεραρχίας και ασχολούνταν με την ανάπτυξη του σχεδίου του σε σειρά προκηρύξεων, δοκιμίων και μελετών. Εκτός από τον Ρήγα, στον κύκλο του ανήκαν ο Γρηγόριος Κωνσταντάς, ο Δανιήλ Φιλιππίδης κ.ά. Σύμφωνα με τον Χρήστο Περραιβό, που υπήρξε σύντροφος και ο πρώτος βιογράφος του Ρήγα, ο Καταρτζής γοητευμένος από την προσωπικότητα του Ρήγα άρχισε να συνεργάζεται μαζί του. Τον δίδαξε αραβικά και τον συνέδραμε με τις πολιτικές συμβουλές του.
Το 1790, ηγεμόνας της Βλαχίας διορίζεται ο Μαυρογένης, ο οποίος δεν είναι Φαναριώτης. Ο Ρήγας φαίνεται ότι είχε αρχίσει να απομακρύνεται από τους φαναριώτικους κύκλους μετά την αναγόρευση του Υψηλάντη σε ηγεμόνα της Μολδαβίας. Έτσι, μετά από λίγο καιρό μπαίνει στην υπηρεσία του Μαυρογένους ως γραμματέας. Επίσης, σύμφωνα με ορισμένες ενδείξεις, κατά την παραμονή του στη Βλαχία, ο Ρήγας απέκτησε τσιφλίκι στην επαρχία της Βλάσκας και ασχολήθηκε με την παραγωγή και το εμπόριο κτηνοτροφικών προϊόντων. Στη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου του 1787-1792, ο Μαυρογένης ανέλαβε την επιστασία των τουρκικών στρατευμάτων της περιοχής. Ο Ρήγας διορίζεται μεσολαβητής μεταξύ του Μαυρογένους και των τουρκικών στρατευμάτων που σταθμεύουν στην Κράιοβα. Εκεί του δίνεται η ευκαιρία να γνωριστεί με έναν τούρκο οπλαρχηγό της περιοχής του Βιδινίου, τον Πασβάνογλου ή Παζβάντογλου. Όταν ο τελευταίος πέφτει στη δυσμένεια του Μαυρογένους, ο Ρήγας τον φυγαδεύει και μετά το θάνατο του Μαυρογένους τον ξανασυναντά και τον μυεί στο πολιτικό του όραμα. Την ίδια, περίπου, περίοδο συνοδεύει στη Βιέννη το Μεγάλο Σερδάρη Χριστόδουλο Κιρλιάνο, ως γραμματέας και διερμηνέας. Εκεί παραμένει μέχρι την άνοιξη του 1791 και τυπώνει το Σχολείον των Ντελικάτων Εραστών (1790) και το Φυσικής Απάνθισμα (1790) με τη συνδρομή και χορηγία του Κιρλιάνου.
Το 1793 φτάνει στο Βουκουρέστι ο Χρήστος Περραιβός, ο οποίος επιδιώκει συνάντηση με τον Ρήγα. Εντυπωσιάζεται από το λόγο του και από την κατήχηση του Καταρτζή. Έκτοτε και μέχρι τη σύλληψη του Ρήγα στην Τεργέστη παραμένει αχώριστος σύντροφός του. Ο Ρήγας εμπνέεται από τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης και οραματίζεται ένα βαλκανικό μέλλον, όπου όλες οι εθνότητες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ("Βούλγαροι, κι Αρβανήτες, Αρμένοι, και Ρωμηοί, Αράπηδες και Άσπροι", γράφει στο Θούριο) θα συγκροτήσουν ένα σύγχρονο κράτος με δημοκρατικές αρχές και οικονομική ελευθερία. Η Επαναστατική Προκήρυξις, επίσης, απευθύνεται στο λαό, απόγονο των Ελλήνων, που κατοικεί στη Ρούμελη, τη Μικρά Ασία, τα νησιά του Αρχιπελάγους, τη Βλαχομπογδανία και όσους "στενάζουν υπό την δυσφορωτάτην τυραννίαν του Οθωμανικού βδελυρωτάτου δεσποτισμού", Χριστιανούς και Τούρκους, "χωρίς κανένα ξεχωρισμόν θρησκείας". Υιοθετεί τις αρχές του φυσικού δικαίου και γράφει στο φυλλάδιο της Νέας Πολιτικής Διοικήσεως (Τα Δίκαια του Ανθρώπου):
Στη Βιέννη, ο Ρήγας ασχολείται με την έκδοση των έργων του. Λόγω του φόβου της αυστριακής αστυνομίας, ορισμένα από αυτά τυπώνονται κρυφά. Το Σχολείον των Ντελικάτων Εραστών (1790) και το Φυσικής Απάνθισμα (1790) είχαν τυπωθεί ελεύθερα. Το ίδιο και ο τέταρτος τόμος του Νέου Αναχάρσιδος (1797), και ο Ηθικός Τρίπους (1797). Αντίθετα, ο Θούριος (1797), το Στρατιωτικόν Εγκόλπιον και η Νέα Πολιτική Διοίκησις [Η Προκήρυξη, Τα Δίκαια του Ανθρώπου και το Σύνταγμα] (1797) τυπώθηκαν κρυφά. Η διάδοση του προπαγανδιστικού υλικού πραγματοποιείται μέσων των διαύλων επικοινωνίας που διαθέτουν οι έλληνες έμποροι με τις διάφορες περιοχές της Βαλκανικής. Στη Βιέννη, ο Ρήγας τυπώνει, επίσης, το 1796, την Επιπεδογραφία της Κωνσταντινουπόλεως και το 1797 τη Νέα Χάρτα της Βλαχίας και μέρους της Τρανσυλβανίας, τη Γενική Χάρτα της Μολδαβίας και μέρους των γειτνιαζουσών αυτή επαρχιών, τη Χάρτα της Ελλάδος, την Εικόνα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το έμμετρο δράμα του Metastasio Ολύμπια, και τη Βοσκοπούλα των Άλπεων του Marmontel.
Το πολιτικό όραμα του Ρήγα συνίσταται στη δημιουργία μιας πολυεθνικής βαλκανικής επικράτειας που θα είναι απαλλαγμένη από τις αγκυλώσεις της οθωμανικής πολιτικής, οι οποίες υπονομεύουν την οικονομική και πολιτική συγκρότηση των νέων κοινωνικών ομάδων που διαμορφώνονται στην περιοχή κατά τα τέλη του 18ου αιώνα. Μείζων πολιτικός του στόχος είναι να έρθει σε επαφή με τον Ναπολέοντα, που εκείνη την εποχή βρίσκεται στην Ιταλία, για να τον πείσει να στρέψει την προσοχή του στις βαλκανικές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Προκειμένου να διανοίξει ένα δίαυλο επικοινωνίας καταφεύγει στο συμβολισμό του δώρου: Στέλνει στον αυτοκράτορα μια ταμπακιέρα φτιαγμένη από το ξύλο δάφνης που βρίσκεται στα ερείπια του ναού του Απόλλωνα, στα θεσσαλικά Τέμπη. Σύμφωνα με την αφήγηση του Περραιβού, ο Ναπολέων, ο οποίος εν τω μεταξύ είχε καταλάβει τη Βενετία, συγκινήθηκε από το δώρο και κάλεσε τον Ρήγα στη Βενετία. Είτε αληθεύει η αφήγηση αυτή είτε όχι, ο Ρήγας πηγαίνει στην Τεργέστη αποφασισμένος να περάσει στην Ιταλία και να τον συναντήσει.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία