Θα επεθύμουν εν πρώτοις να ζητήσω ταπεινώς συγγνώμην από τους πολυπληθείς φοιτητάς και τας φοιτητρίας μου, οίτινες παρηκολούθησαν όλα αυτά τα έτη το μάθημα «Διασκευή μουσικού έργου (Remix)» (διδάσκοντες Χ. Χ. Σπυρίδης, Ι. Χ. Πεϊκίδης), διότι δεν δύναμαι λόγῳ του αριθμού των να παρουσιάσω τας εργασίας των εις την ιστοσελίδα μου. Επέλεξα, όμως, μίαν τετρακτύν (=τετράδα) φοιτητικών εργασιών και αυτάς παρουσιάζω.

 

Ως γνωστόν, εις το Τμήμα Μουσικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών υπάρχει μεταξύ τριών ετέρων κατευθύνσεων  και η Τεχνολογική κατεύθυνσις, ήτις καταρτίζει τους φοιτητάς περί την Ηχοληψίαν κι ουχί μόνον.

 

Εις το πλήρως εξωπλισμένον studio των 300 τ.μ. του Εργαστηρίου Μουσικής Ακουστικής Τεχνολογίας, το οποίον είχα Ιδρύσει με Φ.Ε.Κ. και διηύθυνα μέχρι πρότινος, ήτο κι εξακολουθεί να είναι καταπληκτικόν να συναντάς εν συμπράξει το τάλαντον μετά της επιστημονικής γνώσεως.

 

Ως εργασία εδόθη προς διασκευήν το τραγούδι «Useless» γραφέν εις τας 20 Οκτωβρίου του έτους 1997 υπό του Martin L. Gore πιανίστα, κιθαρίστα, τραγουδιστού, αλλά και βασικού συνθέτου του τριμελούς Βρεταννικού συγκροτήματος Depeche mode (ντιπές μοντ). Το εν λόγῳ τραγούδι εξ επόψεως ύφους ανήκει εις το είδος της industrial rock σκηνής, ήτοι μουσική τέχνη δια βιομηχανικών θορύβων. Πρόκειται περί ενός πειραματικού ύφους των μέσων της δεκαετίας του 1970.

Εκ των 24 προτάσεων εκ των ισαρίθμων φοιτητών μου ιδιαιτέραν εντύπωσιν μου προεκάλεσεν αυτή του φοιτητού μου κ. Μανουσάκη Σταματίου, όστις εδημιούργησεν μίαν εντελώς διαφοροποιημένην σύνθεσιν διατηρών ως μοναδικόν δεδομένον εκ της δοθείσης συνθέσεως την μελωδίαν της φωνής.

Ο κ. Μανουσάκης Σταμάτιος εξησφάλισεν το χρώμα του δοθέντος τραγουδιού χρησιμοποιών υπαρχούσας συγχορδιακάς αλληλουχίας εν αυτῷ κι επροχώρησεν λίαν τεχνιέντως εις την διασκευήν αυτού εις ζεϊμπέκικον μπλουζ, επηρεασθείς, εικάζω, τα μάλα αφενός υπό του Πινδάρου (Σπάραγμα 94b, 15) λέγοντος «μιμήσομ' ἀοιδαῖς» κι αφετέρου υπό της αρχαιοελληνικότητος του ζεϊμπέκικου χορού.

 

Εν ταὐτῷ θα επεθύμουν να σας ομιλήσω για την πρότασιν του φοιτητού μου κ. Καραδήμα Αποστόλου, όστις διεσκεύασεν το κομμάτι «Bad Romance» της Lady Gaga (Stefani Joanne Angelina Germanotta) και του συνθέτου  Nadir Khayat (Red One) εκ του album «The Fame Monster», κυκλοφορήσαν την 26ην Οκτωβρίου του έτους 2009.

Ο κ. Καραδήμας Απόστολος διατηρήσας μόνον τα φωνητικά του δοθέντος κομματιού το διεσκεύασεν αλλάζων αρμονικώς και ρυθμικώς τούτο από pop εις όρχησιν είδους κόρδακος αρχαιοελληνιστί ή τσιφτετέλι νεοελληνιστί.

Υπενθυμίζω δια την ιστορίαν και μόνον ότι ο Αριστοφάνης, ο Λουκιανός, ο Ηρωδιανός, ο Ησύχιος κ.α. μας διασώζουν την πληροφορίαν «τρία εἴδη ὀρχήσεως· ἐμμέλεια μὲν τραγική, σίκιννις σατυρική, κόρδαξ κωμική, ἥτις αἰσχρῶς δινεῖ τὴν ὀσφῦν».

 

Εις όλας μου τας παραδόσεις και εις όλα μου τα μαθήματα δεν έπαυσα ποτέ -όπου έκρινον ότι εχρειάζετο- να μεταφέρω με τα πρέποντα αδιάσειστα στοιχεία κι επιχειρήματα πληροφορίας εκ του μεγαλειώδους πνευματικού πολιτισμού των αρχαίων Ελλήνων· ιδιαίτατα δε εκ του μουσικού πολιτισμού αυτών, αφού εις Τμήμα Μουσικών Σπουδών εδίδασκον.

Διαβάστε εκ νέου, σας παρακαλώ, προσεκτικότερον τα μνημονευθέντα σχετικώς με τας δύο μουσικάς διασκευάς των φοιτητών μου και αμέσως θα αντιληφθείτε ότι και κάποια χρηστική αρχαιοελληνική μουσική γνώσις τους απετυπώθη και συγχρόνως ότι ηύρεν εφαρμογήν η λαϊκή ρήσις «μ’ όποιον δάσκαλο καθήσεις, τέτοια γράμματα θα μάθεις».

 

Ο φοιτητής μου κ. Χρήστος Βλάχος εσκέφθη και εφήρμοσεν κατά τρόπον αξιοθαύμαστον πάντα όσα εδιδάχθη υπ’ εμού περί της επαλληλίας των ταλαντώσεων εις το υποχρεωτικόν μάθημα «Μουσική Ακουστική».

Ως γνωστόν, ἓν σημείον ελαστικού τινός μέσου εξαναγκαζόμενον να εκτελέσει ταυτοχρόνως δύο ή περισσοτέρας ταλαντώσεις, κινείται εκτελούν συνισταμένην ταλάντωσιν εξαρτωμένην κυρίως εκ των πλατών και της διαφοράς φάσεως των προστιθεμένων ταλαντώσεων.

Εις την περίπτωσιν δύο ίσου πλάτους ταλαντώσεων με διαφοράν φάσεως 180ο αποσβένει πλήρως η μία την άλλην.

 

Ο κ. Χρήστος Βλάχος, διασκευάζων την σύνθεσιν «Video Games» με την Lana Del Rey, ήτις ετραγούδει συνοδεία ορχήστρας, εσκέφθη να απομονώσει μόνον την ακουομένην γυναικείαν φωνήν, αποσβένων ολόκληρον την ορχήστραν.

Προς τούτοις έψαξεν και ανηύρεν εις το YouTube ως ορχηστρικόν την ιδίαν σύνθεσιν εκτελεσμένην υπό της ιδίας ορχήστρας και μόνον. Ανέστρεψεν  εις την κονσόλαν την φάσιν αυτής της ορχηστρικής συνθέσεως και εν συνεχείᾳ την προσέθεσεν με την κυματομορφήν της δοθείσης συνθέσεως, ήτοι της ορχήστρας ομού μετά της γυνακείας φωνής. Αι προστεθείσαι κυματομορφαί των δύο ορχηστρών με την αντίθετον φάσιν, ήτοι με διαφοράν φάσεως 180ο, κατά την θεωρίαν της επαλληλίας των ταλαντώσεων απέσβεσεν η μία την άλλην και, τοιουτοτρόπως, του απέμεινεν μόνον η κυματομορφή της γυναικείας φωνής.

Εάν το καλοσκεφθείτε, είναι εξαιρετικά απλούν, αλλά πανέξυπνον. Αναδεικνύει εκκολαπτόμενον επιστήμονα, όστις τουλάχιστον δεν «παπαγαλίζει» ούτε τα της Μουσικής Ακουστικής, ούτε και τα της Ηχοληψίας.

 

H συμμετρία, απαντωμένη και εις την έμβιον και εις την άβιον φύσιν, αποτελεί μίαν λίαν σημαντικήν έννοιαν των Μαθηματικών, της Φυσικής, της Χημείας, της Βιολογίας και των Καλών Τεχνών, ως η Μουσική, η Ζωγραφική, η Αρχιτεκτονική, η Γλυπτική. Εν άλλοις λόγοις, η συμμετρία  αποτελεί το αχανές πεδίον ένθα δραστηριοποιούνται αμιλλώμεναι η φύσις (ανόργανος κι οργανική) και η τέχνη. Δι’ αυτής της φιλοσοφικής και μαθηματικής σπουδαιότητος εννοίας ο άνθρωπος δια μέσου των αιώνων προσεπάθησεν αφ’ ενός να κατανοήσει και αφ’ ετέρου να δημιουργήσει τάξιν, κάλλος και τελειότητα.

 

Σημειωτέον ότι αι γενεσιουργοί αιτίαι της Συμμετρίας εις τα κείμενα δημιουργούν τα αριστουργήματα της λογοτεχνίας, εις την ζωγραφικήν τους θαυμασίους πίνακας του  Ολλανδού Maurits Cornelis Escher και εις την μουσικήν τα του «ηρμοσμένου» κάλλη.

 

Εν κατακληΐδι θα επεθύμουν να ομιλήσω για το έργον ιδιομόρφου συμμετρικής δομής της φοιτητρίας μου κυρίας Ευαγγελίας-Αθηνάς Γκιώζου εις το οποίον αι εμφανιζόμεναι συμμετρίαι μετασχημα­τίζονται κατά το ηχόχρωμά των καθώς μεταβαίνουν διαδοχικώς από οργάνου εις όργανον μεταξύ πέντε μουσικών οργάνων (φλάουτο, βιολί, βιόλα, τσέλο και κοντραμπάσο) κατά μίμησιν του Fandango (Φαντάνγκο), του γνωστού εις το ευρύ κοινόν ως το Bolero (Μπολερό) του Γάλλου ιμπρεσιονιστού συνθέτου Joseph Maurice Ravel (Ζοζέφ Μωρίς Ραβέλ) (1875-1937).

 

Η συνθέτις εισάγει ένα-ένα τα διαφορετικά μουσικά όργανα βασιζομένη αποκλειστικώς εις την επανάληψιν ενός κυρίου θέματος και χρησιμοποιούσα ως συνδετικόν ιστόν ή ισοκράτημα το ρυθμικόν μοτίβον του ταμπούρλο (snare-drum).

 

Συγκεκριμένως, εις την σύνθεσιν του μουσικού έργου χρησιμοποιείται ως ρυθμικόν πρότυπον –κατά ιδικήν μου απαίτησιν- η κάτωθι Θρακική μετρική δομή της ιωνικής πόλεως Τέω του 5ου π.Χ. αι. εις την οποίαν επαναλαμβάνεται δις το ζεύγος των ποδών (ίαμβος + τρίβραχυς) γίνεται ένα είδος τομής και καταλήγει ο στίχος με την αναστροφήν του ζεύγους των ποδών, ήτοι (τρίβραχυς + ίαμβος).

 

Καθ’ όλην την διάρκειαν του έργου αφενός χρησιμοποιείται ως ισοκράτης - κρουστόν συγκεκριμένον μοτίβον επί της νότας Λα κι ένα δεύτερον μοτίβον, μελωδικόν, το οποίον υφίσταται αφ’ ενός ηχοχρωματικούς μετασχηματισμούς, αφ’ ετέρου κατακορύφους και οριζοντίας μετατοπίσεις με αντιστρόφους και αναστρόφους κατοπτρισμούς.