Το ίδιο άρθρο, προτού ‘ξαπλώσει’ (εν αγνοία φυσικά του
συγγραφέα – πού καιροί για ευαισθησίες;) στην Προκρούστεια κλίνη του
περιοδικού:
Ο ιξός είναι ένα
κοινό φυτό της Ελληνικής και Ευρωπαϊκής χλωρίδας γνωστό περισσότερο με το
γαλλικό του όνομα γκυ και τη συμμετοχή του στη χριστουγεννιάτικη διακόσμηση.
Στους αρχαίους Έλληνες ήταν γνωστό με τα ονόματα ιξός, ιξία, υφέαρ και στελίς
όπως αναφέρει ο ιδρυτής της Βιολογίας των Φυτών, Θεόφραστος ο Ερέσιος (371-286 π.Χ.). Βασικό χαρακτηριστικό του ιξού (επιστημονικό όνομα Viscum album, οικογένεια Λωρανθίδες)
είναι η κολλώδης υφή του ‘χυμού’ του περικαρπίου στην λευκή ράγα, τον καρπό
του. Η κολλώδης αυτή ουσία χρησίμευε στο παρελθόν (ελπίζουμε ανεπιστρεπτί) για
να φτιάχνονται οι ξόβεργες. Ακριβώς λοιπόν από τον ιξό προέρχεται η γνωστή
έννοια της φυσικής ‘ιξώδες’, που αναφέρεται στην εσωτερική τριβή των υγρών.
Παρόμοια είναι και η προέλευση του ‘διεθνούς’ όρου viscosity από τη λατινική
ονομασία του φυτού, viscum (που μοιάζει ηχητικά με τον ιξό). Το έθιμο της
χειμερινής συλλογής προέρχεται από τους Κέλτες και τους Γαλάτες της
προχριστιανικής περιόδου και μοιάζει να έχει ‘οικολογική’ ερμηνεία: ο ιξός είναι
ημιπαράσιτο και υποχρεωτικό επίφυτο σε διάφορα δέντρα, συνήθως οπωροφόρα. Η
αφαίρεσή του, λοιπόν, απαλλάσσει το φυλλοβόλο δέντρο από έναν ενοχλητικό
επισκέπτη που απομυζά νερό και ανόργανα άλατα (σαν ημιπαράσιτο μπορεί να
φωτοσυνθέτει και έτσι παράγει μόνο του τις αναγκαίες οργανικές ουσίες).
Πρόσφατα η βιολογία του φυτού έγινε αρκετά γνωστή και έχει διαπιστωθεί ότι
πρόκειται για είδος ορνιθόχωρο, που διαδίδεται δηλαδή με τα πουλιά. Αυτό που
δεν είναι όμως γνωστό, είναι ότι ο Θεόφραστος, στο έργο του ‘Περί Φυτών Αιτιών’, θέτει και πραγματεύεται δύο
ερωτήματα: γιατί ο ιξός φύεται μόνο πάνω σε δέντρα (συνήθως έλατα στην κεντρική
και νότια Ελλάδα) και πώς γίνεται η μεταφορά του από δέντρο σε δέντρο. Στο
πρώτο θέμα συμπεραίνει σωστά ότι είναι στη φύση του φυτού αυτού η αδυναμία να
αναπτυχθεί στο έδαφος. Στο δεύτερο ερώτημα εξηγεί ότι οι μονόσπερμες ράγες του
ιξού τρώγονται από πουλιά και στη συνέχεια, περνώντας σώα από τον πεπτικό
σωλήνα, τα σπέρματα (οι σπόροι δηλαδή) αποβάλλονται και ‘κολλούν’, με τη βοήθεια
της κόλλας και της τύχης, σε κλαριά κοντινών ή μακρινών δέντρων, όπου και
φυτρώνουν, αρχίζοντας έτσι έναν καινούριο κύκλο ζωής. - ΚΩΣΤΑΣ Α. ΘΑΝΟΣ