Μια εμπειρική μελέτη των γνωστικών τρόπων μάθησης (cognitive styles) που εφαρμόζονται για την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας.

Ανακοίνωση στο Πανελλήνιο Συνέδριο Γνωστικής Ψυχολογίας
Αλεξανδρούπολη, 4–7 Νοεμβρίου 2004

Γρηγοριάδου Αλεξάνδρα1, Πρωτόπαπας Αθανάσιος1,2
1 Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Βασική και Εφαρμοσμένη Γνωσιακή Επιστήμη»
2Ινστιτούτο Επεξεργασίας του Λόγου/ΚΕΤΕΠ

Τα τελευταία χρόνια κατανοούμε όλο και περισσότερο πόσο η γνώση των ατομικών διαφορών μπορεί να βοηθήσει τη διαδικασία της μάθησης και να αυξήσει την αυτονομία του μαθητή μέσω της κατάλληλης μεταγνώσης και των σωστών στρατηγικών μάθησης. Οι M. Ehrman και B.L. Leaver δημιούργησαν ένα ερωτηματολόγιο γνωστικών τρόπων μάθησης, ειδικά για την εκμάθηση ξένων γλωσσών. Το μοντέλο τους βασίζεται στη σύνοψη-έκταση και περιέχει δέκα γνωστικές διαστάσεις (π.χ. επαγωγικός-αφαιρετικός, αναλυτικός-συνθετικός κ.λ.π.). Το αριστερό σκέλος κάθε διάστασης αποτελεί τη σύνοψη, ενώ το δεξί αποτελεί την έκταση. Η παρούσα έρευνα βασίζεται στο ερωτηματολόγιο αυτό, προσαρμοσμένο στα ελληνικά, για τους έλληνες φοιτητές, εμπλουτισμένο με το διπλάσιο αριθμό ερωτήσεων (60 ερωτήσεις) για πιο ασφαλή στατιστικά αποτελέσματα. Μελετάμε τους τρόπους εκμάθησης δύο διαφορετικών ξένων γλωσσών, των αγγλικών και των γερμανικών. Σκοπός της έρευνας είναι να δείξει αν μπορεί να ισχύσει αυτό το μοντέλο στην ελληνική πραγματικότητα. Επίσης, η μελέτη δύο ξένων γλωσσών μας βοηθά να δούμε αν υπάρχουν σημαντικές διαφορές στον τρόπο εκμάθησης μεταξύ των γλωσσών.

Το ερωτηματολόγιο αυτό μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμο στη μελέτη των γενικότερων τάσεων στην εκμάθηση ξένων γλωσσών στην Ελλάδα, αλλά και πρακτικά μπορεί να λειτουργήσει ως ένα μέσο αξιολόγησης των ατομικών διαφορών των μαθητών. Σαν χρήσιμο εργαλείο στα χέρια των καθηγητών ξένων γλωσσών, θα μπορούσε να βοηθήσει στην καλύτερη κατανόηση των μαθητών από τους καθηγητές, στην ανάλογη προσαρμογή του τρόπου διδασκαλίας στον τρόπο μάθησης των μαθητών καθώς και στην σωστή καθοδήγηση των μαθητών, ώστε να βελτιώσουν τον τρόπο με τον οποίο μαθαίνουν.