π. Θεόδωρος Ζήσης - Ἡ Κληρονομιὰ τοῦ Σεβαστιανοῦ

Ἔκδοση ΣΦΕΒΑ, 1996


ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Ἡ ἀκριτικὴ Ἱερὰ Μητρόπολις Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης εὐλαβεῖται ἰδιαίτερα τὴν μνήμη τοῦ Ἱερομάρτυρος καὶ Ἰσαποστόλου Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ. Κάθε χρόνο, στὴν Κόνιτσα, λαμβάνουν χώρα λαμπρὲς τελετές, ποὺ ἄρχισαν ἀπὸ τὸ ἔτος 1975, ὁπότε καὶ τελέσθηκαν τὰ ἐγκαίνια τοῦ περικαλλοῦς Ἱεροῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ.

Ἐμπνευστὴς τῆς ἀνεγέρσεως τὸν φερωνύμου Ναοῦ καὶ ἐμψυχωτὴς τοῦ ἑορτασμοῦ τῆς μνήμης τὸν μεγάλου Διδασκάλου τοῦ Γένους ὑπῆρξε ὁ ἀοίδιμος Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης κυρὸς ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ, ὁ ὁποῖος εἶχε - τηρουμένων, βεβαίως, τῶν ἀναλογιῶν - πολλὲς ὁμοιότητες μὲ τὸν προσφιλῆ του Ἅγιο: Ἀκαταπόνητος στὶς περιοδεῖες, στὸ κήρυγμα, στὴν τόνωση τοῦ ἐθνικοῦ φρονήματος τοῦ λαοῦ καί, μάλιστα τῶν Βορειοηπειρωτῶν, σὲ ἰδιαίτερα δύσκολους καιρούς. Καὶ πάντα ἔχοντας «τὸ ἀπόκριμα τοῦ θανάτου» (Β´ Κορ. α´ 9) γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸ Γένος, καθὼς τὸ εἶχε καὶ ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός.

Ἦταν, λοιπόν, φυσικὸ νὰ ἀφήσει - ὅταν ἔφυγε γιὰ τὴν αἰωνιότητα - μιὰ πολύτιμη καὶ βαριὰ κληρονομιά, ὄχι μόνο στὸν διάδοχό του, στοὺς στενοὺς συνεργάτες του καὶ στοὺς πιστοὺς τῆς Ἐπαρχίας του, μὰ καὶ σ᾿ ὁλόκληρο τὸν ὅπου γῆς Ἑλληνισμό.

Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, στὸν περυσινὸ ἑορτασμὸ τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ - τὸν πρῶτο μετὰ τὴν ἐκδημία τοῦ ἀειμνήστου ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΥ - θεωρήθηκε ἀπόλυτα ἀναγκαῖο νὰ γίνει ἀναφορὰ σ᾿ ὅ,τι πολύτιμο μᾶς ἄφησε ὁ ἐκδημήσας Ἱεράρχης. Παρεκλήθει, λοιπόν, πρὸς τοῦτο ὁ ἀγαπητός μας αἰδεσιμολογιώτατος πρωτοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης, Καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ὁ ὁποῖος καὶ γνώριζε καὶ ἀγαποῦσε βαθιὰ τὸν ἀοίδιμο ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟ καὶ ἐκτιμοῦσε ἀνυπόκριτα τὸ πολύπλευρο ἐκκλησιαστικὸ καὶ ἐθνικὸ ἔργο του.

Ὁ π. Θεόδωρος μὲ πολλὴ χαρὰ ἀνταποκρίθηκε στὴ σχετικὴ παράκλησή μας καὶ δέχτηκε νὰ ὁμιλήσει γιὰ τὸν ἀείμνηστο Γέροντα. Ἡ ὁμιλία ἔγινε στὶς 24 Αὐγούστου 1995, ἀμέσως μετὰ τὴν Θεία Λειτουργία, στὴν αἴθουσα τοῦ Πνευματικοῦ Κέντρου τοῦ Δήμου Κονίτσης, ἐνώπιον πυκνότατου ἀκροατηρίου, ἐπὶ παρουσίᾳ καὶ τῶν Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν Παραμυθίας, Φιλιατῶν καὶ Γηρομερίου κ. Τίτου, Νικοπόλεως καὶ Πρεβέζης κ. Μελετίου, Σερρῶν καὶ Νιγρίτης κ. Μαξίμου καὶ Ξάνθης καὶ Περιθεωρίου κ. Παντελεήμονος, οἱ ὁποῖοι συμμετέσχον στοὺς σχετικοὺς ἑορτασμούς, καί, κατὰ κοινὴν ὁμολογία, ἱκανοποίησε ὅλους τοὺς παριστάμενους.

Ἐπειδὴ δὲ πολλοὶ ἐξέφρασαν τὴν ἐπιθυμία νὰ ἔχουν τὸ κείμενο τῆς ὁμιλίας τὸν π. Θεοδώρου, γι᾿ αὐτὸ ἡ Μητρόπολή μας προέβη στὴν ἔκδοσή του μὲ ἰδιαίτερη χαρά. Ὁ τίτλος παραμένει αὐτὸς ποὺ χρησιμοποίησε ὁ συντάκτης του: «Ἡ Κληρονομιὰ τοῦ ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΥ». τὸ παραδίδει δὲ στοὺς ἀγαπητοὺς ἀναγνῶστες μὲ τὴν θερμὴ εὐχὴ νὰ ἀξιοποιηθεῖ αὐτὴ ἡ κληρονομιὰ τὸν ἀλησμόνητου καὶ πολύκλαυστου ἀκρίτα Ἱεράρχου ἀπ᾿ ὅλους μας, γιὰ τὸ καλὸ τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Ἔθνους καὶ τῆς χειμαζόμενης, εἰσέτι, Βορείου Ἠπείρου.

27 Μαΐου 1996

Ὁ Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης ΑΝΔΡΕΑΣ


Ἡ Κληρονομιὰ τοῦ Σεβαστιανοῦ

1. Οἰκονόμος τῆς Διαθήκης Ἰησοῦ Χριστοῦ

Εἶναι ἡ πρώτη φορὰ ἐφέτος ποὺ ἡ Κόνιτσα γιορτάζει τὴν πανήγυρη τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ χωρὶς τὴν παρουσία τοῦ νέου πατρο-Κοσμᾶ, τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης κυροῦ Σεβαστιανοῦ, τοῦ ἀξίου καὶ ἁγίου ποιμένος καὶ διδασκάλου, τοῦ ἀγωνιστοῦ Ἱεράρχου καὶ ὁμολογητού, τῆς μεγαλειώδους ὄντως καὶ προφητικῆς αὐτῆς μορφῆς τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας. Εὐλογημένοι καὶ μακάριοι ὅσοι τὸν εἶδαν, τὸν ἄκουσαν, τὸν συναναστράφηκαν, γιατί στὴ ζωὴ καὶ στὸ ἔργο του ἔλαμπαν καὶ ἐνυλώνονταν οἱ θεϊκὲς ἐντολές, θησαυρίστηκε ὁ πλοῦτος τῆς Καινῆς Διαθήκης, τῆς καινούργιας κληρονομιᾶς, ποὺ ἅπαξ διαπαντὸς κληροδότησε ὁ Χριστὸς στοὺς ἀνθρώπους, ὑπογράφοντας τὴν γνησιότητα καὶ τὴν αἰώνια ἰσχύ της μὲ τὸ πανάχραντο αἷμα τῆς Σταυρικῆς Του θυσίας. Αὐτῆς τῆς κληρονομιᾶς, αὐτοῦ τοῦ πλούτου, πιστὸς κληρονόμος, οἰκονόμος καὶ διαχειριστῆς ἀποδείχθηκε στὴ ζωὴ καὶ στὸ ἔργο του ὁ μητροπολίτης Σεβαστιανός, καθιστώντας τὴν ἁπτὴ καὶ προσιτὴ καὶ χειροπιαστὴ καὶ ὁλοζώντανη, «Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς ἅγιος αὐτοῦ, τοῖς ἁγίοις τοῖς ἐν τῇ γῇ αὐτοῦ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος». (Ψαλμ. 67,36 καὶ 15,3.)

Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ὀνομάζει εὐλογημένους αὐτοὺς ποὺ ἀξιώνονται νὰ κληρονομήσουν τὴ βασιλεία Του (Ματθ. 25,34· «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλεία ἀπὸ καταβολῆς κόσμου»). Σίγουρα ὁ Σεβαστιανὸς ἀνήκει σ᾿ αὐτούς, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐνῷ ἀκόμη ζοῦσε, σκορποῦσε καὶ διένειμε ἁπλόχερα τὰ ἀγαθὰ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ σὲ ὅσους βρέθηκαν κάτω ἀπὸ τὴν ἀκτινοβόλο παρουσία καὶ δράση του. Ἀπὸ τὴ δική του εὐλογία καὶ χάρη ἀντλήσαμε καὶ πήραμε ὅσοι τὸν γνωρίσαμε. Ἀπὸ τὴ χάρη καὶ εὐλογία τοῦ Θεοῦ, μὲ τὶς ὁποῖες ὡς σκεῦος ἐκλεκτὸ ἦταν ὑπερπληρωμένος.

Γύρω ἀπὸ αὐτὸν τὸν ὕψιστο πνευματικὸ στόχο τῆς συμμετοχῆς στὴν αἰώνια βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνο του ἴδιου, ἀλλὰ ἀπὸ ἄμετρη ἀγάπη καὶ τῶν ἄλλων, περιστρέφονταν ὅλες οἱ προσπάθειες καὶ ὅλοι οἱ ἀγῶνες καὶ ὡς λαϊκοῦ κατηχητοῦ καὶ ἱεροκήρυκος, ἀλλὰ κυρίως καὶ πρὸ παντὸς ὡς ἱερέως, καὶ μάλιστα ὡς Ἱεράρχου τῆς ἀκριτικῆς καὶ ἡρωικῆς Κόνιτσας, ὡς ὑπευθύνου καὶ ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ κατεστημένου λειτουργοῦ καὶ οἰκονόμου τῶν θείων μυστηρίων τῆς κληρονομιᾶς καὶ τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Στὴν ἀπέριττη καὶ ταπεινὴ ἰδιόχειρη Διαθήκη του, ποὺ δὲν ἔχει τίποτε κοινὸ μὲ τὶς συνήθεις διαθῆκες, μὲ τὶς ὁποῖες μεταβιβάζουν οἱ ἄνθρωποι ὑλικὰ συνήθως ἀγαθὰ στοὺς κληρονόμους τους, ἀλλὰ κινεῖται μέσα στὸ πνεῦμα τῆς Καινῆς Διαθήκης τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ὑπάρχει στὸ τέλος ἕνα συγκλονιστικὸ ὄντως κομμάτι ποὺ δείχνει πολὺ καλὰ ποιὰ ἦταν ἡ ἐσωτερικὴ ἁγία ἐπιθυμία καὶ ἐπιδίωξη τοῦ πνευματοκίνητου Ἱεράρχη, μέσα στοὺς κοπιώδεις καὶ ἐξαντλητικοὺς ἀγῶνες ποὺ ἔκανε τὰ τελευταῖα κυρίως χρόνια γιὰ τὸ μεγάλο ἐθνικὸ θέμα τῆς Βορείου Ἠπείρου, τῆς ἐσταυρωμένης, ὅπως ἔλεγε, Βορείου Ἠπείρου. Δὲν ζητεῖ ἀπὸ τὸ Θεὸ τίποτε γήινο καὶ κοσμικό, κάτι ποὺ νὰ ἔχει σχέση μὲ τὸ πρόσωπο καὶ τὸ ἔργο του, μὲ τὴ δική του προσωπικὴ δόξα καὶ ὑστεροφημία, ἀλλὰ ταπεινὰ καὶ ἁπλὰ μὲ πατερικὴ αὐτομεμψία καὶ αὐτοεξουθένωση ζητᾷ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ ἀξιωθεῖ νὰ κληρονομήσει τὴν ἐπουράνιο βασιλεία, «Καὶ τώρα, Σὺ Κύριέ μου Κύριε, τὸν ὅποιο, παρὰ τὴν ἐν γένει ἁμαρτωλότητά μου, Σὲ ἠγάπησα, γενοῦ ἵλεως εἰς τὴν ἁμαρτωλήν μου ψυχὴν καὶ ἀξίωσόν με μετὰ τοῦ εὐγνώμονος λῃστοῦ τῆς ἐπουρανίου βασιλείας. Ἀμήν».

Αὐτόματα αὐτὴ ἢ προσευχή, ἡ ἐνδόμυχη ἐπιθυμία τοῦ ἀειμνήστου ποιμενάρχη, προκαλεῖ δικαιολογημένες ἐνστάσεις καὶ ἀπορίες. Μά, ἂν ὁ Σεβαστιανός, ὁ ὁποῖος παιδιόθεν ἀφοσιώθηκε στὸ Χριστὸ καὶ στὴν Ἐκκλησία, ἀγωνίσθηκε ἀνύστακτα καὶ ἀκατάπαυστα γιὰ τὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἕλιωσε ὄντως σὰν λαμπάδα γιὰ νὰ ἀνακουφίσει τὸν πόνο, τὴ δυστυχία, τὴ φτώχεια, τὴ δουλεία καὶ καταπίεση, ἂν λοιπὸν ὁ Σεβαστιανὸς δὲν εἶναι σίγουρος πῶς θὰ κληρονομήσει τὴν αἰώνιο ζωή, τότε τί νὰ ποῦμε, ποιὲς ἐλπίδες ἔχουμε ἐμεῖς οἱ πολλοί, οἱ ὁποῖοι ξεχνιόμαστε καὶ δενόμαστε μὲ τὰ ὑλικὰ καὶ τὰ γήινα, μὲ τὰ χρήματα καὶ τὰ κτήματα, μὲ συμβόλαια καὶ διαθῆκες, καὶ ὄχι μόνο δὲν κάνουμε τίποτε γιὰ νὰ βοηθήσουμε καὶ νὰ ἀνακουφίσουμε τὸν ἀνθρώπινο πόνο, ἀλλὰ ἀντίθετα μὲ τὶς κακίες καὶ τὰ πάθη μας, ἰδιαίτερα μὲ τὸν ἐπάρατο καὶ καταστροφικὸ ἐγωισμό μας, πληγώνουμε καὶ τραυματίζουμε καὶ ἐξουθενώνουμε τοὺς συνανθρώπους μας; Ἡ ἀπάντηση πρὸς δυὸ κατευθύνσεις, καὶ γιὰ τὴ δικαίωση τοῦ Σεβαστιανοῦ καὶ γιὰ τὴ δική μας πνευματικὴ πορεία σὲ σχέση μὲ τὴ δική του, ἐμφαντικὰ παρουσιάζει ἀξιόλογα πνευματικὰ στοιχεῖα τῆς κληρονομιᾶς τοῦ Σεβαστιανοῦ, στὴν ὁποία λεπτομερέστερα θὰ ἀναφερθοῦμε.

2. Φιλάνθρωπος, ταπεινὸς καὶ συγχωρητικός

Χωρὶς ἀμφιβολία ὁ Σεβαστιανὸς ἀνήκει σ᾿ ἐκείνους τοὺς εὐλογημένους καὶ ἀξιομακάριστους πρὸς τοὺς ὁποίους ἀπευθύνεται ἡ πανευφρόσυνη πρόσκληση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου». Ἡ αἰτιολόγηση, τὸ σκεπτικὸ αὐτῆς τῆς ἀποφάσεως εἶναι σὰν νὰ ζωγραφίζει καὶ νὰ ἀπεικονίζει τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο του, τὸ σκόρπισμα τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ ὅσων ὑλικῶν δυνάμεων διέθετε στὸ νὰ βοηθήσει φτωχοὺς νέους νὰ σπουδάσουν, γέρους νὰ βροῦν ἀποκούμπι καὶ στήριγμα, ξένους νὰ ξαποστάσουν, θλιμμένους καὶ ἀρρώστους νὰ παρηγορηθοῦν, φυλακισμένους καὶ ἀλύτρωτους νὰ νοιώσουν ἀγάπη καὶ θαλπωρή- «Ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ᾔλθατε πρός με» (Αὐτόθι 25, 35-36)-. Ἡ ἐπιτέλεση ὅμως ὅλων αὐτῶν, ὅταν γίνεται ἀπὸ ἐγωιστικοὺς καὶ γιὰ ἐγωιστικοὺς λόγους, ὡς αὐτοδικαίωση καὶ αὐτοσωτηρία, καὶ θέτει στὸ περιθώριο τὸ ἔλεος καὶ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, στὸν ὁποῖο ὀφείλουμε τὰ πάντα, τὴ ζωή, τὰ χαρίσματα, τὶς ἱκανότητες, τὰ πλούτη γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ ἀγαθοεργοῦμε, ὅταν φαρισαϊκὰ προβάλλουμε τὴν ἀξιοσύνη καὶ τὴν ἀξιομισθία μας καὶ στήνουμε πρὸς λατρεία τὸ εἴδωλο τοῦ ἐγωισμοῦ μας, ξεχνώντας τὸν Θεὸ καὶ τὴ χάρη του, ἀποδεικνύει ὅτι πίσω ἀπὸ ὅλα αὐτὰ δὲν εἶναι ἡ ἀνιδιοτελὴς ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, ἀλλὰ ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν ἑαυτό μας, ἡ πρόθεση νὰ μᾶς ἐπαινέσουν οἱ ἄλλοι ὡς φιλάνθρωπους καὶ εὐσπλαχνικούς. Γνωρίζουν οἱ ἅγιοι καὶ ἐκλεκτοὶ ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν κατορθώνει τίποτε ἀξιόλογο χωρὶς τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅτι ὅσα καὶ ἂν ἐπιτελέσουν δὲν μποροῦν μὲ αὐτὰ νὰ ἰσοσταθμίσουν τὴ μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀπροσμέτρητη ἀξία τῆς σταυρικῆς τοῦ Κυρίου θυσίας, μὲ τὴν ὁποία μᾶς ἐξαγόρασε καὶ μᾶς λύτρωσε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸ θάνατο. Νοιώθουν γι᾿ αὐτὸ ὡς ἀχρεῖοι, ὡς τιποτένιοι δοῦλοι ποὺ πράττουν ἁπλῶς αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ πράξουν, χωρὶς ἀπαιτήσεις στεφάνων καὶ ἀμοιβῶν τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς φιλανθρωπίας, ποὺ εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τὴν κληρονομιὰ τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν, εἶναι ἡ στοιχειώδης ἀνταπόκριση στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Κληρονομοῦν τὴν αἰώνια ζωὴ ὄχι μὲ τὴν ἐγωιστικὴ ἐπίκληση τῆς προσφορᾶς τους, ὅπως ἔκανε ὁ Φαρισαῖος, ἀλλὰ τοῦ ἐλέους καὶ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἄλλωστε μὲ σαφήνεια συνιστᾷ καὶ ἐντέλλεται ὁ Χριστός- «Ὅταν ποιήσητε πάντα τὰ διαταχθέντα ὑμῖν, λέγετε ὅτι δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐσμεν, ὅτι ὃ ὠφείλομεν ποιῆσαι πεποιήκαμεν». (Λουκᾶ 17,10)-. Ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ ἀσκητὴς σὲ ἕνα εἰδικὸ σχετικὸ ἔργο ποὺ ἀναφέρεται σ᾿ αὐτοὺς ποὺ νομίζουν ὅτι δικαιώνονται καὶ σῴζονται μὲ τὰ ἔργα τους, «Περὶ τῶν οἰομένων ἐξ ἔργων δικαιοῦσθαι», ποὺ ἔχει περιληφθεῖ καὶ στὴ γνωστὴ «Φιλοκαλία», συμπεραίνει ὅτι «οὐκ ἐστὶ μισθὸς ἔργον ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἀλλὰ χάρις Δεσπότου πιστοῖς δούλοις ἡτοιμασμένην».(Τόμος Ι, κεφ. β´, σελ. 109.) Ὁ ἴδιος ἅγιος ἀσκητὴς γιὰ νὰ ἀποφευχθεῖ τὸ ἐνδεχόμενο παρερμηνείας αὐτῆς τῆς θέσεως καὶ νὰ ἀμεληθοῦν τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης μὲ τὸ ἐπιχείρημα ὅτι ἀρκεῖ μόνον ἡ πίστη, ὑπογραμμίζει ὅτι κάνουν τὸ ἴδιο λάθος ἐκεῖνοι ποὺ δὲν ἐπιτελοῦν τὶς ἐντολὲς στηριζόμενοι στὴν πίστη τους, μὲ ἐκείνους ποὺ περιμένουν νὰ κληρονομήσουν τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ στηριζόμενοι στὰ ἔργα τους· «Τινὲς μὴ ποιοῦντες τὰς ἐντολᾶς, πιστεύειν ὀρθῶς νομίζουσι, τινὲς δὲ ποιοῦντες ὡς μισθὸν ὀφειλόμενον τὴν βασιλείαν ἐκδέχονται. Ἀμφότεροι δὲ τῆς ἀληθείας ἀπεσφάλησαν» (Αὐτόθι, σελ. 110.)

Ἀπέναντι λοιπὸν στοὺς ἐπηρμένους κοσμικοὺς ἄρχοντες καὶ ἀξιωματούχους καὶ στοὺς ἄλλους ἐπιφανεῖς τῶν γραμμάτων καὶ τῆς τέχνης, οἱ ὁποῖοι ἐλάχιστα προσφέρουν σὲ ἔργα ἀγάπης καὶ εὐποιίας, διερχόμενοι τὴ ζωή τους μὲ ἄνεση καὶ τρυφὴ καὶ διασκεδάσεις, πολλὲς μάλιστα φορὲς μὲ φθοροποιὸ ἐπίδραση καὶ ἀρνητικὲς συνέπειες, καὶ ἀξιοῦν ἐν τούτοις αὐτοὶ καὶ οἱ περὶ αὐτοὺς νὰ προβάλλονται καὶ νὰ τοὺς προβάλλουν καὶ νὰ κηδεύονται δημοσίᾳ δαπάνῃ, μὲ δόξες καὶ τιμές, ὁ ταπεινὸς καὶ παντελεήμων Δεσπότης τῆς Κόνιτσας, ποὺ ἔκανε τὰ πάντα γιὰ τὸ Θεὸ μέχρι τὴ θανή του, νύκτα καὶ ἡμέρα ἀκοίμητος φρουρὸς τοῦ χρέους, ξαναπαρουσιάζει ζωντανὴ στὶς ἡμέρες μας τὴ μεγαλύτερη, τὴν πιὸ πολύτιμη, τὴν ἀνεκτίμητη, κληρονομιὰ τοῦ Γένους καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, τὴν κληρονομιὰ τοῦ χρέους, τῆς θυσίας, τῆς ἀγάπης, τῆς προσφορᾶς καὶ μαζὶ μ᾿ αὐτὰ ἄρρητα συνδεδεμένη τὴν κληρονομιὰ τῆς ταπείνωσης, τῆς ἁπλότητας, τῆς ἀρετῆς καὶ τοῦ ἤθους, τοῦ «διδόναι» καὶ ὄχι τοῦ «λαμβάνειν», τῆς παραιτήσεως ἀπὸ διεκδικήσεις καὶ ἀπαιτήσεις καὶ ἀνταποδόσεις, ποὺ εἶναι τίποτε, ἄχυρα καὶ καλάμια καὶ ξύλα μπροστὰ στὸ χρυσάφι καὶ στὸ ἀσήμι τῶν θησαυρῶν τῆς αἰώνιας ζωῆς. Διαμαντένιος καὶ χρυσὸς στὴν ἀρετὴ καὶ στὴ θυσία ὁ Σεβαστιανός, μᾶς πλούτισε μὲ τὴν παρουσία του σὲ μιὰ ἐποχὴ φτώχιας, εὐτελισμοῦ καὶ ἔκπτωσης τῶν πνευματικῶν καὶ ἠθικῶν ἀξιῶν.

3. Καὶ ἄλλοι Σεβαστιανοὶ γιὰ νὰ ἀξιοποιήσουν τὴν κληρονομιά του

Ὁ Σεβαστιανὸς εἶναι εὐλογημένος καὶ ἀξιομακάριστος, καὶ ἂς ἐπικαλεῖται στὴν τελευταία του ἐπιθυμία, ὡς ἁμαρτωλός, τὸ ἔλεος καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Εἶναι καὶ αὐτὸ πολύτιμο κομμάτι τῆς πνευματικῆς του διαθήκης, τῆς ταπείνωσης τοῦ μπροστὰ στὸν ὑπερβάλλοντα πλοῦτο τῆς ἀγαθότητος τοῦ Θεοῦ. Κι ἐμεῖς, ποὺ κληρονομοῦμε αὐτὸν τὸν θησαυρό, οἱ μικροὶ καὶ εὐτελεῖς καὶ τιποτένιοι, ποὺ ζήσαμε καὶ γευθήκαμε τὸ μεγαλεῖο καὶ ἀπολαύσαμε τὴν παρουσία του, πῶς θὰ ἀξιοποιήσουμε αὐτὴ τὴν διαθήκη, ποὺ περιλαμβάνει ἀσφαλῶς καὶ ἄλλους πολλοὺς θησαυρούς, ποὺ θὰ τοὺς ἐπισημάνουμε σύντομα στὴ συνέχεια;

Πῶς θὰ χαράξουμε τὴν δική μας πνευματικὴ πορεία, τώρα ποὺ ἐκεῖνος σωματικὰ ἀπουσιάζει; Ἡ ἀπάντηση εἶναι σαφής, μολονότι δύσκολη στὴν ἐφαρμογή της. Αὐτοὶ ποὺ κληρονομοῦν ὑλικὰ ἀγαθὰ δεσμεύονται νὰ τηρήσουν τοὺς ὅρους τῆς διαθήκης, νὰ ἀξιοποιήσουν καὶ νὰ αὐξήσουν ὅ,τι κληρονομοῦν. Ὁ Σεβαστιανὸς δὲν ἄφησε στὴ διαθήκη του τίποτε ὑλικό, γιατί οὔτε κληρονόμησε οὔτε ἀπέκτησε τέτοια περιουσία, ὅπως γράφει: «Περιουσίαν ἀτομικὴ κινητὴ ἢ ἀκίνητον δὲν ἔχω νὰ ἀφήσω. Οὔτε ἐκληρονόμησα, οὔτε ἀπέκτησα μὲ τὴν Ἱερωσύνην μου. Ὅ,τι χρήματα εὑρεθοῦν εἰς τὸ γραφεῖον μου γνωρίζουν οἱ στενοί μου συνεργᾶται ὅτι ἀνήκουν εἰς φιλανθρωπικοὺς σκοπούς». Εἶναι μάλιστα ἀξιοπαρατήρητο, γιατί δείχνει τὴν εὐγένεια καὶ ἀρχοντιά του, ὅτι τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς ἰδιόχειρης γραπτῆς διαθήκης του, πρᾶγμα ἀσυνήθιστο γιὰ παρόμοια κείμενα, περιλαμβάνει εὐχαριστίες, πρῶτα βέβαια πρὸς τὸν Θεό, ποὺ τὸν ἐτίμησε ποικιλοτρόπως, ἰδιαίτερα μὲ τὸ ἀνώτατο ἀξίωμα τῆς ἀρχιεροσύνης, καὶ κατόπιν πρὸς τοὺς συνεργάτες του, τοὺς ἱερεῖς, τὸ λαό, τὰ στελέχη τοῦ ΠΑΣΥΒΑ, τὰ παλικάρια τῆς ΣΦΕΒΑ, τοὺς Βορειοηπειρῶτες ποὺ τόσο ἀγάπησε, τὸ λαὸ τῶν Ἰωαννίνων, ὅπου πέρασε τὴν ὡραιότερη ἐποχὴ τῆς ζωῆς του, γιὰ νὰ καταλήξει μὲ τὴν αἴτηση συγγνώμης, ἀπὸ ὅλους ὅσους ἐπίκρανε καὶ τὴν παροχὴ συγχωρήσεως σὲ ὅσους ἄθελά τους τὸν ἐλύπησαν, καὶ μάλιστα ἐξ αἰτίας τοῦ ἐθνικοῦ θέματος τῆς Βορείου Ἠπείρου.

Τί λές, Δεσπότη μου, Σεβασμιώτατε, μακαριστὲ καὶ ἀοίδιμε ἅγιε Κονίτσης; Εὐχαριστεῖς ἐσὺ ὅλους ἐκείνους στοὺς ὁποίους ἔδωσες ἀγάπη, θυσίες, χαρίσματα, ἱκανότητες, κόπους, ἱδρῶτες, ξενύχτια, ἀγωνίες, τὸν ἑαυτό σου ὁλόκληρο καὶ ἀπὸ τοὺς ὅποιους τίποτε ἢ ἐλάχιστα πῆρες; Πόσες πρέπει νὰ εἶναι οἱ δικές μας εὐχαριστίες, πῶς ἐμεῖς θὰ ἀνταποδώσουμε τὴ δική σου ἀγάπη, θὰ ἐξοφλήσουμε τὸ χρέος μας ἀπέναντι σὲ ἕνα θεοπρόβλητο ἡγούμενο, ἡγέτη καὶ ἱεράρχη μὲ προφητικὴ φωνὴ καὶ ἀποστολικὸ βίο; Ἡ ἀπάντηση εἶναι σαφής, ὅπως ἐλέχθη, μολονότι δύσκολη στὴν ἐφαρμογή της, γιατί ἀπαιτεῖ τὴν μίμηση τοῦ Σεβαστιανοῦ, τὴν ἀξιοποίηση καὶ αὔξηση τῆς πνευματικῆς κληρονομιᾶς ποὺ ἄφησε. Πόσο θὰ ἀγαλλόταν ἡ μακαριὰ ψυχῇ του, πόσο θὰ ἀγάλλονταν οἱ οὐρανοὶ ποὺ ζητοῦν μέσῳ τοῦ οὐρανοβάμονος ἀποστόλου Παύλου νὰ ἀκολουθοῦμε τοὺς πνευματικούς μας ταγούς, νὰ ἀναπολοῦμε τὴ συμπεριφορὰ καὶ τὴ ζωή τους, καὶ νὰ τοὺς μιμούμαστε στὴν πίστη, ἂν ξεπετάγονταν ἕνας καὶ δυὸ καὶ πέντε καὶ δέκα Σεβαστιανοί, γιὰ νὰ χαριτώσουν τὴν ἄχαρη, γιὰ νὰ πλουτίσουν τὴ φτωχὴ ἐποχή μας, γιὰ νὰ παρουσιάσουν ζωντανὴ τὴν κληρονομιά, τὴ Διαθήκη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ;

4. Τὰ πνευματικὰ κίνητρα τοῦ ἔργον του

Καὶ εἶναι δύσκολη αὐτὴ ἡ μίμηση, γιατί εἶναι δύσκολη ἡ πνευματικὴ ζωή, οἱ πνευματικοὶ ἀγῶνες, τῶν ὁποίων ἀποτελεῖ καρπὸ καὶ ὁλοκλήρωση. Εἶναι μάλιστα ἀπαραίτητο ἐδῶ νὰ ἐπισημανθεῖ ὅτι ἐλλοχεύει ὁ κίνδυνος νὰ ἀλλοιώσουμε καὶ νὰ παραχαράξουμε τὸ ἔργο καὶ τὴν προσφορὰ τοῦ Σεβαστιανοῦ, νὰ νοθεύσουμε τὴν Κληρονομιά του, ἂν ἀπομονώσουμε ὁρισμένες μόνο πλευρὲς τῆς δράσεώς του καὶ τὶς παρουσιάσουμε ἀσύνδετες καὶ ἀνεξάρτητες ἀπὸ τὰ πνευματικὰ τοὺς κίνητρα, ἀπὸ τὴν πνευματική τους θεμελίωση. Καὶ αὐτὸ ἰσχύει ἰδιαίτερα γιὰ τὴν προσφορὰ τοῦ στὸ μεγάλο ἐθνικὸ θέμα τῆς Βορείου Ἠπείρου, ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας πολλοὶ τὸν ἐπίκραιναν, ἰδιαίτερα ἀπὸ τῆς πλευρᾶς τῶν κρατικῶν ὑπευθύνων, τῶν ὁποίων ἤλεγχε μὲ προφητικὴ παρρησία καὶ δύναμη τὴν ἀδιαφορία καὶ ἀμέλεια, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ τὸν θαύμασαν καὶ τὸν ὑπερύψωσαν ὡς ἐθνικὸ μόνο ἀγωνιστῆ καὶ ἡγέτη, παραθεωρώντας τὸν πνευματικό, τὸν καθαρὰ χριστιανικὸ χαρακτῆρα τῶν ἀγώνων τοῦ Σεβαστιανοῦ, ποὺ τὸν ἐντάσσουν μέσα σὲ ἁπλοὺς ἐθνικιστικοὺς στόχους, μὲ προφανῆ τὸν κίνδυνο νὰ ἐκπέσει τὸ ἔργο του σὲ κοσμικές, γήινες διαστάσεις, σὲ ἀντικείμενο θετικῆς ἢ ἀρνητικῆς ἀπὸ τοὺς κακόβουλους ἐκμετάλλευσης, νὰ χάσει τὴν καθολικότητα καὶ ἁγιοσύνη του ὡς φροντίδας καὶ μέριμνας τοῦ καλοῦ καὶ ἀξίου ποιμένος πρὸς τὸ ἐν πικρᾷ δουλείᾳ καὶ αἰχμαλωσίᾳ εὑρισκόμενο ποίμνιό του, ὡς συμπάθειας καὶ συγκακουχίας πρὸς τὰ πάσχοντα μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας,

Αὐτὴ ἡ παραχάραξη καὶ παρερμηνεία ἔγινε ἤδη στὴν περίπτωση τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, τὸν ὅποιο ὁ μητροπολίτης Σεβαστιανὸς εἶχε ὡς πρότυπο καὶ τοῦ ὁποίου ὄντως ἐπανέλαβε τὸ ἔργο καὶ τοὺς ἀγῶνες μὲ πολλὲς ἀντιστοιχίες, ἔστω καὶ ὑπὸ διαφορετικὲς συνθῆκες ὥστε δικαιολογημένα νὰ ἔχει ἐπιβληθεῖ στὴ συνείδηση ὅλων καὶ νὰ ὀνομάζεται νέος πατρο-Κοσμᾶς. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς λοιπόν, τοῦ ὁποίου τὸ ἔργο, τὸ Ἱεραποστολικό, ψυχοσωτήριο καὶ ἐθνεγερτήριο δὲν πρέπει καθόλου νὰ παραβλεφθεῖ καὶ νὰ ἀποσιωπηθεῖ, γιατὶ εἶναι μοναδικὸ καὶ τεράστιο, στὴ γραφίδα ἀντιεκκλησιαστικῶν καὶ ἀθέων συγγραφέων παρουσιάσθηκε ὄχι ὡς ὁ ἁγιορείτης καλόγερος ὁ ὁποῖος, βλέποντας τὸ πνευματικὸ σκοτάδι, τὴν ἀμάθεια καὶ ἀπαιδευσία τοῦ Γένους, λυπόταν κατάβαθα, γιατὶ ἐξ αἰτίας τῆς ἀμάθειας δὲν μποροῦσαν οἱ Χριστιανοὶ νὰ διαβάσουν τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τοὺς βίους τῶν ἁγίων, νὰ ὠφεληθοῦν καὶ νὰ σώσουν τὶς ψυχές τους, ἀλλὰ ἄσχετα μὲ ὅλα αὐτά, μὲ τὴ μοναχική του ἰδιότητα, μὲ τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς ἁγίους παρουσιάσθηκε ἁπλῶς ὡς ἕνας λαϊκὸς διδάσκαλος ποὺ βοήθησε προπαρασκευαστικὰ στὴν ἀφύπνιση τῶν ὑποδούλων καὶ στὸ ξέσπασμα τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Τὸ ἴδιο περίπου ἐπανελήφθη στὶς ἡμέρες μας μὲ τὴν περίπτωση τοῦ Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη, τὸν ὁποῖο ὅλοι σχεδὸν οἱ διανοούμενοι παρουσίαζαν μὲ θαυμασμὸ καὶ ἐνθουσιασμὸ ὡς παραδειγματικὸ τύπο λαϊκοῦ ἡγέτη καὶ ἀγωνιστῆ, ποὺ δὲν δίσταζε νὰ τὰ βάλει μὲ τὸν βασιλιὰ Ὄθωνα καὶ μὲ τοὺς ξένους ποὺ καταδυνάστευαν τὸν τόπο. Ὅταν ὅμως ἀποκαλύφθηκε ὅτι ὑπάρχει καὶ ἄλλη εἰκόνα τοῦ Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη, διαφορετικὴ ἀπὸ αὐτὴν ποὺ δίνουν τὰ Ἀπομνημονεύματά του, ἡ εἰκόνα τοῦ θρησκεύοντος, τοῦ πιστοῦ Μακρυγιάννη, τοῦ δεμένου μὲ τὶς παραδόσεις καὶ τὴν πίστη τοῦ Γένους καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ εἰκόνα ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὸ νεοανακαλυφθὲν ἔργο τοῦ Στρατηγοῦ «Θάματα καὶ Ὁράματα», τότε ὁ Μακρυγιάννης χαρακτηρίσθηκε ὡς θρησκόληπτος καὶ ἔχασε τὴν αἴγλη καὶ τὸ θαυμασμό.

Μέχρις ἐδῶ, μὲ βάση κυρίως τὴ γραπτὴ διαθήκη τοῦ ἀειμνήστου μητροπολίτου Σεβαστιανοῦ, ἐπιχειρήσαμε μερικὲς ἐκτιμήσεις γιὰ τὸν πνευματικὸ χαρακτῆρα τῆς κληρονομιᾶς ποὺ μᾶς ἄφησε, ὁ ὁποῖος χαρακτηρίζει ὅλες τὶς πτυχὲς τοῦ ἔργου καὶ τῆς προσφορᾶς του, ὡς προσφορᾶς ἑνὸς ἀξίου ποιμένος καὶ οἰκονόμου τῆς Διαθήκης Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ τῆς ἰδικῆς μας εὐθύνης ὡς πρὸς τὴν ἀξιοποίηση, τὴ γνήσια καὶ αὐθεντικὴ αὐτοῦ τοῦ πνευματικοῦ πλούτου. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴ γραπτὴ Διαθήκη του, τὴν ταπεινὴ καὶ ἁπλοϊκή, ποὺ ἀντιπροσωπεύει πολὺ λίγα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ μᾶς ἄφησε, ὑπάρχουν καὶ ἄλλα πολλὰ ποὺ ἄφησε μὲ τὴν ἄγραφη διαθήκη του, γραμμένα στὶς καρδιὲς καὶ στὶς σκέψεις μας, στὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Γένους, στὸ θησαυροφυλάκιο τῆς ἑλληνορθόδοξου παραδόσεως, τοῦ ὁποίου τελευταία ἀγνοήσαμε τὴν ὕπαρξη καὶ τὴν ἀξία, ἀφοῦ σχεδὸν ὅλοι, ἡγεσία καὶ λαός, σὲ ἄλλες τράπεζες καὶ ἄλλα ταμεῖα ἐπενδύσαμε τὶς καταθέσεις μας, ἀνταλλάσσοντας τὸ χρυσὸ καὶ τὸ ἀσῆμι τῆς Ὀρθοδοξίας μας μὲ φράγκικα ψευτοχίλιαρα, μὲ ἄχυρα καὶ σκουλήκια.

5. Τὸ μεγαλεῖο τοῦ Σεβαστιανοῦ. Χρέος καὶ εὐθύνη νὰ προβάλλουμε τὸ ἔργο του

Σὲ μιὰ παρόμοια μὲ τὴ σημερινὴ ἐκδήλωση ποὺ ὀργάνωσαν στὴν Ἀθήνα ἡ «Ὁμοσπονδία Ἀδελφοτήτων Ἐπαρχίας Κόνιτσας», ὁ Φιλολογικὸς Σύλλογος «Παρνασσός» καὶ ἡ ΣΦΕΒΑ, στὴν αἴθουσα τοῦ «Παρνασσοῦ», τὸν Μάρτιο τοῦ τρέχοντος ἔτους (1995), εἶχα τὴν τιμὴ καὶ τὴν εὐλογία, ὡς δεύτερος ὁμιλητής, μετὰ τὸν σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανὴς καὶ Κονίτσης κ. Ἀνδρέα, τὸν ἄξιο καὶ πανάξιο διάδοχο τοῦ Σεβαστιανοῦ, νὰ ἀναφερθῶ στὸ μεγαλεῖο, στὴ μεγαλοσύνη τοῦ Σεβαστιανοῦ. Δικαιολογώντας τότε κάποιους ἀρχικοὺς δισταγμούς μου, εἶπα ὅτι μέσα σὲ πολὺ μικρὸ χρονικὸ διάστημα ἀπὸ τὴν εἰς Κύριον ἐκδημία του, ἀπὸ τῆς μετοικεσίας του στὸν οὐρανό, γράφτηκαν καὶ εἰπώθηκαν τόσα πολλά, σοβαρὰ καὶ ἀξιόλογα, ἀπὸ γλαφυροὺς ὁμιλητὲς καὶ συγγραφεῖς, ἀξιωματούχους τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Πολιτείας, ἐκπροσώπους πνευματικῶν καὶ ἄλλων ἱδρυμάτων, ὥστε νὰ ἀναρωτιέται κανεὶς ἂν πρέπει νὰ μιλήσει ἢ νὰ σιωπήσει, μπροστὰ στὸν κίνδυνο νὰ εἶναι πλέον ὁ λόγος του κοινὸς καὶ τετριμμένος, νὰ ἐκπέσει καὶ νὰ εὐτελισθεῖ. Αὐτὸ ἰσχύει σὲ μεγαλύτερο βαθμὸ μάλιστα σήμερα, ἀφοῦ ἐν τῷ μεταξὺ ἐξακολουθοῦν νὰ πληθαίνουν τὰ δημοσιεύματα καὶ τὰ ἀφιερώματα στὴ μνήμη τοῦ μακαριστοῦ ἱεράρχου. Ἐξακολουθοῦν, ὅμως, ἐπίσης νὰ κατανικῶνται οἱ δισταγμοὶ ἀπὸ τὸ χρέος ποὺ ἔχουμε ὅλοι, ἰδιαίτερα οἱ ἀκαδημαϊκοὶ διδάσκαλοι, νὰ ἐκμεταλλευόμαστε παρόμοιες εὐκαιρίες, σπάνιες ἄλλωστε, καὶ νὰ παρουσιάζουμε πρακτικὰ καὶ συγκεκριμένα στὰ πρότυπα μεγάλων μορφῶν, σὰν τοῦ Σεβαστιανοῦ, αὐτὰ ποὺ θεωρητικὰ καὶ ἀφηρημένα καὶ ἱστορικά, ὡς γεγονότα τοῦ παρελθόντος διδάσκουμε στοὺς φοιτητές μας. Ἀποτελεῖ ἱστορικό, ἐπιστημονικό, ἐκκλησιαστικό μας καθῆκον νὰ μελετοῦμε καὶ νὰ ἀξιολογοῦμε τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο τῶν προσώπων ποὺ σφράγισαν τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Γένους, στὴν περίπτωση δὲ τοῦ Σεβαστιανοῦ, καὶ ἐλάχιστη ἀπόδοση χρέους καὶ ὀφειλῆς, τὸ δικό μας εὐχαριστῶ στὸν ἀκατάβλητο, ἀνυποχώρητο καὶ διαπρεπῆ ἱεράρχη, ποὺ σημάδεψε μὲ τὴν παρουσία του, μὲ τὸ δυναμικὸ καὶ καρποφόρο ἔργο τοῦ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Γένους στὸν αἰῶνα μας, ἀλλὰ καὶ ὡς ἔνδειξη σεβασμοῦ καὶ ἀγάπης πρὸς ἕναν ἄξιο ἐπίσκοπο ποὺ στάθηκε ψηλά, πολὺ ψηλά, στὸ ὕψος τῆς ἀποστολῆς του, ἀναβιώνοντας στοὺς ἄχαρους καιρούς μας τὰ πρότυπα τῶν ἁγίων μορφῶν τοῦ παρελθόντος.

6. Τὸ ἔργο καὶ ἡ προσφορά του.

Δὲν πρόκειται βέβαια στὸ ἐναπομένον μέρος τῆς ὁμιλίας μου νὰ παρουσιάσω τὸ ἔργο τοῦ Σεβαστιανοῦ ποὺ ἀποτελεῖ ὄντως τὴν πολύτιμη κληρονομιά του- τὴν ἀθόρυβη, στὴν ἀρχή, πνευματικὴ ἐργασία καὶ ὑποδομὴ ποὺ ἔκανε στὴν Κόνιτσα μὲ τὴ μαθητιῶσα καὶ φοιτητικὴ νεολαία, τὰ μαθητικὰ οἰκοτροφεῖα καὶ τὰ ἄλλα φιλανθρωπικὰ ἱδρύματα, τὸ ἄνοιγμά του κατόπιν πρὸς τὸ μεγάλο ἐθνικὸ θέμα τῆς Βορείου Ἠπείρου, τὶς περιοδεῖες του καὶ τὶς ἐνθουσιώδεις ὁμιλίες του, σ᾿ ὁλόκληρη τὴν Ἑλλάδα καὶ ἔξω ἀπὸ αὐτήν, τὴν ἵδρυση τοῦ ΠΑΣΥΒΑ καὶ τῆς ΣΦΕΒΑ, τοῦ ραδιοφωνικοῦ σταθμοῦ καὶ τῆς ἐφημερίδος, τὴν στήριξη, ὑλικὴ καὶ ἠθική, τῶν ἡρωικῶν φυγάδων μέσα ἀπὸ τὰ συρματοπλέγματα τοῦ Χότζα καὶ τοῦ Ἀλία, τὶς ἀποστολὲς κληρικῶν ἀλλὰ καὶ ὑλικῶν ἐφοδίων μετὰ τὴν πτώση τοῦ κομμουνισμοῦ, μέσα στὴ Βόρειο Ἤπειρο, τὴν προσπάθειά του νὰ συγκρατηθεῖ τὸ κῦμα τῶν Βορειοηπειρωτῶν προσφύγων καὶ ὁ κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο ἀφελληνισμὸς τῆς Βορείου Ἠπείρου, τὴν ἐπίμονη καὶ ἀγωνιώδη του προσπάθεια νὰ συγκινήσει καὶ ὑποκινήσει τοὺς κρατικοὺς ὑπευθύνους νὰ ἀντιμετωπίσουν μὲ σοβαρότητα καὶ εὐθύνη τὸ θέμα καὶ προπαντὸς τὸν ἀγῶνα του, ποὺ στέφθηκε ἀπὸ ἐπιτυχία πλήρη, νὰ μεταφέρει τὸ βορειοηπειρωτικὸ ἀπὸ τὴν ἡγεσία, ποὺ ἀδιαφοροῦσε, στὸ λαὸ ποὺ ἦταν εὐαίσθητος, τὸ ἐθνεγερτήριο σάλπισμα ποὺ ἀφύπνισε καὶ ξύπνησε καὶ ἀνάστησε στὶς καρδιὲς τῶν Ἑλλήνων τὴ θαμμένη καὶ ξεχασμένη Βόρειο Ἤπειρο. Ὄντως τὸ ράσο του ἔγινε σημαία, καὶ ὁ ἴδιος σύμβολο καὶ εἰκόνα στὸ εἰκονοστάσι τῶν Βορειοηπειρωτῶν.

7. Δυὸ ξεχωριστὰ γνωρίσματα.

Ὅλα αὐτὰ ἔχουν ἀναλυθεῖ καὶ παρουσιασθεῖ μὲ γλαφυρότητα καὶ πληρότητα καὶ ἐλάχιστα θὰ προσέφερε ἡ ἐπανάληψή τους σήμερα. Ἡ ἐπισήμανση δυὸ γνωρισμάτων καὶ χαρακτηριστικῶν αὐτῆς τῆς πλούσιας ὄντως κληρονομιᾶς του, σὲ σχέση μάλιστα μὲ τὶς ἀνάγκες τῶν καιρῶν, ἴσως ἀποβεῖ περισσότερο χρήσιμη γιὰ τὴν πορεία τοῦ Γένους.

α) Ἡ εὐρύτητα καὶ ἀνοικτοσύνη του

Τὸ πρῶτο ἀπὸ αὐτὰ τὰ γνωρίσματα εἶναι ἡ εὐρύτητα καὶ ἡ ἀνοικτοσύνη τοῦ Σεβαστιανοῦ. Ὁ Σεβαστιανὸς δεχόταν καὶ ἀγκάλιαζε ὅλους, ὅσοι εἶχαν διάθεση νὰ στρατευθοῦν καὶ ἑνωμένοι νὰ προσφέρουν στὸν κοινὸ ἀγῶνα, στὸν κοινὸ στόχο. Στὴ Διαθήκη του εὐχαριστεῖ τὴν Ἀδελφότητα Θεολόγων «Σωτήρ», τὴ μητέρα καὶ τροφό του, ὅπως γράφει, στὰ σπλάχνα τῆς ὁποίας γαλουχήθηκε πνευματικά. Δὲν ἔμεινε ὅμως στενὰ καὶ ἀποκλειστικὰ μέσα ἀτὰ πλαίσια τῆς ἀδελφότητας. Ὡς ἐπίσκοπος τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἐργάσθηκε καθολικὰ καὶ οἰκουμενικά. Ἀπευθύνθηκε σὲ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους Ἕλληνες καὶ ζήτησε τὴ συνεργασία ὅλων. Γνώριζε ἀπὸ τὴν ἱστορία πόσο ἔβλαψε τὸν Ἑλληνισμὸ ἡ διχόνοια ἡ δολερή, κατὰ τὸν ἐθνικό μας ποιητή, καὶ ἄφησε τὶς διαιρέσεις, τοὺς ἀπομονωτισμοὺς καὶ τὶς ἀποκλειστικότητες. Ὁ ἀγῶνας τοῦ ἐπέτυχε, γιατί ξεπέρασε παραδοσιακὲς ἀντιθέσεις, ποὺ δυστυχῶς ὑπῆρχαν καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ ὑπάρχουν μέσα στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀνάμεσα σὲ «ὀργανωσιακούς» καὶ «ἀντιοργανωσιακούς» καὶ τοὺς ἕνωσε ὅλους κάτω ἀπὸ τὴ δική του μεγαλοσύνη, ἀνοικτοσύνη καὶ εὐρύτητα. Ἦταν ἐντυπωσιακὸ καὶ ἐνθαρρυντικὸ νὰ παρατηρεῖ κανεὶς στὰ δυὸ ἐπιστημονικὰ συνέδρια ποὺ ὀργάνωσε στὴν Κόνιτσα νὰ παρίστανται καὶ νὰ συνεισφέρουν στὴν κατοχύρωση τῶν ἐθνικῶν δικαίων τοῦ Βορειοηπειρωτικοῦ Ἑλληνισμοῦ, εἴτε ὡς εἰσηγητὲς εἴτε ὡς ἁπλοὶ σύνεδροι, ἐπιστήμονες ἀντίπαλοι τῶν χριστιανικῶν ἀδελφοτήτων, «ἀντιοργανωσιακοί», ὅπως ἐπεκράτησε νὰ ὀνομάζονται. Οἱ μητροπολῖτες σχεδὸν ὅλοι, εἴτε φίλοι εἴτε ἀντίπαλοι τῶν ὀργανώσεων, πρόθυμα παραχωροῦσαν τοὺς ναοὺς καὶ τὶς αἴθουσες τῶν μητροπόλεων στὸν μητροπολίτη Σεβαστιανό, καὶ ὁ λαὸς ὅλος σύσσωμα καὶ καθοριστικὰ ἀνταποκρίθηκε στὸ ἑνωτικό του κάλεσμα, γιατί διέκρινε τὴν ἀνοικτοσύνη καὶ ἀρχοντιά του. Ἡ ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία, ἡ ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία ἀντίθετα, ἔχασε σπάνια καὶ μοναδικὴ εὐκαιρία μὲ ἑνωμένη, σύμψυχη καὶ ὁμόψυχη τὴν ἱεραρχία καὶ τὸ λαὸ νὰ ξεπεράσει τὶς ἀντιθέσεις καὶ τὶς ἀντιπαλότητες καὶ νὰ ἀνταποκριθεῖ στὶς εὐθύνες τῆς ἀπέναντι τῶν ἄλλων ὀρθοδόξων ἐκκλησιῶν, ἀπέναντι τῆς ἀναταραχῆς στὰ Βαλκάνια, τῆς καινούργιας ἐποχῆς ποὺ ἄνοιξε μετὰ τὴν πτώση τῶν κομμουνιστικῶν καθεστώτων. «Ὀργανωσιακοί» καὶ «ἀντιοργανωσιακοί», κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, κόλλησαν καὶ βάλτωσαν στὰ λυπηρὰ «γεγονότα τῆς Λάρισας», στὶς διεκδικήσεις θρόνων καὶ ἀξιωμάτων, ἐνῷ ὁ Σεβαστιανὸς ἀπὸ τὴ μικρὴ καὶ φτωχικὴ ἐπαρχία τῆς Κόνιτσας, ὡς ὑψιπέτης ἀετὸς μὲ τὴν ἀνοικτοσύνη καὶ εὐρύτητα τοῦ πέταξε καὶ ἀπογειώθηκε στὰ ὕψη ὄχι μόνο της ἐκκλησιαστικῆς καθολικότητας ἀλλὰ καὶ τῆς ἐθνικῆς ὁμοψυχίας. Γιατί, ἡ στάση του αὐτὴ δὲν περιορίζεται μόνο στὸν ἐκκλησιαστικό, ἀλλὰ ἐπεκτείνεται καὶ στὸν πολιτικὸ χῶρο. Πολλὲς φορὲς ἐπεχείρησαν πολλοὶ νὰ σπιλώσουν τὸν ἀγῶνα του, ἰδιαίτερα τὶς σκληρὲς ἀναμετρήσεις μὲ πολιτικοὺς ἀξιωματούχους, μὲ βάση πολιτικὲς σκοπιμότητες καὶ ἐπιδιώξεις, γιὰ νὰ διαψευσθοῦν σὲ λίγο, ὅταν ἔβλεπαν τὴν ἴδια σκληρὴ ἀντιπαράθεση πρὸς ὅλες τὶς πολιτικὲς κατευθύνσεις. Μὲ πικρία παρατηροῦσε ὅτι τὸ σαράκι τῶν κομματικῶν καὶ πολιτικῶν ἀντιθέσεων μεταφερόταν καὶ μεταδιδόταν καὶ στοὺς Βορειοηπειρῶτες, τοὺς ὁποίους παρακαλεῖ στὴ Διαθήκη του «νὰ μείνουν στὸν τόπο τους καὶ νὰ συνεχίσουν ἑνωμένοι καὶ μονιασμένοι τὸν ἀγῶνα τοὺς διὰ τὴν ἀνάκτηση τῶν δικαιωμάτων τους», διότι ὅπως προσθέτει « Ἰσχὺς ἐν τῇ ἑνώσει».

β) Ἡ ἐθναρχική του συνείδηση

Τὸ δεύτερο ἐλπιδοφόρο καὶ αἰσιόδοξο μήνυμα τῆς κληρονομιᾶς τοῦ Σεβαστιανοῦ ἔγκειται εἰς τὸ ὅτι φανέρωσε πῶς ἡ Ἐκκλησία ἐξακολουθεῖ νὰ παραμένει στῦλος καὶ ἑδραίωμα τοῦ Ἔθνους, ἡ ραχοκοκαλιὰ ποὺ τὸ συγκρατεῖ καὶ τὸ στηρίζει, ἡ ψυχὴ ποὺ τὸ τρέφει καὶ τὸ ζωογονεῖ. Δὲν ἐπιθυμεῖ νὰ ἀναμειγνύεται στὶς ἁρμοδιότητες καὶ στὶς εὐθύνες τῶν πολιτικῶν ἀρχόντων, γιατὶ ἡ δική της εὐθύνη δὲν εἶναι πολιτική, ἀλλὰ πνευματική. Ὅταν ὅμως ἐξ αἰτίας ἀναξίων καὶ ἀνικάνων ἀρχόντων κινδυνεύει ἡ ἴδια ἡ ταυτότητα καὶ αὐτοσυνειδησία τοῦ Γένους, ὅταν τυπικὰ μόνον οἱ ἄρχοντες εἶναι ὁμόφυλοι καὶ ὁμόδοξοι, ἐνῷ οὐσιαστικὰ εἶναι ἀλλόφυλοι καὶ ἀλλόδοξοι, ξένοι πρὸς τὸν πολιτισμὸ καὶ τὶς ὀρθόδοξες παραδόσεις, ὅταν καταστρέφονται ὅλες οἱ προϋποθέσεις γιὰ τὴν ἄσκηση τοῦ πνευματικοῦ της ἔργου, ὅταν ἀδίστακτοι εἰκονομάχοι κατεβάζουν ἀπὸ τὸ εἰκονοστάσι τῆς παιδείας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ τὰ Ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια, τὸ ἦθος, τὴν ἀρετή, τὴ σεμνότητα, τὴν ὑπακοή, τὴν ταπείνωση, τὸ σεβασμὸ πρὸς τοὺς γονεῖς, τοὺς διδασκάλους, τοὺς μεγαλύτερους, τοὺς γέροντες, τὴ μεγαλοκαρδία, τὸ φιλότιμο, τότε ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νὰ ἀντιδράσει καὶ νὰ ἀναλάβει τὸ ἐθναρχικὸ τῆς ἔργο, χωρὶς πολιτικὲς διεκδικήσεις, ἀλλὰ πνευματικὰ καὶ ἀθόρυβα, ὅπως τὸ ἔκανε, κάτω ἀπὸ σκληροὺς ἀλλόφυλους καὶ ἀλλόθρησκους κατακτητὲς καὶ ἐπέτυχε.

Γνωρίζουν οἱ δυτικοθρεμμένοι καὶ δυτικόπληκτοι ἡγέτες μας, ποὺ οὐσιαστικὰ εἶναι ἀπόδημοι καὶ φυγάδες ἀπὸ τὸν τόπο μας, γιατί ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιά τους βρίσκονται στὴν Εὐρώπη, ὅτι ἡ μόνη δύναμη ποὺ μπορεῖ νὰ ἀποτρέψει τὴν ἀφομοίωση καὶ νὰ συντηρήσει τὸν Ἑλληνισμὸ καὶ τὴν Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Τοὺς ἀνησύχησαν μάλιστα καὶ τοὺς φάνηκαν ἀπίστευτες οἱ τελευταῖες σφυγμομετρήσεις ποὺ φέρνουν τὴν Ἐκκλησία πρώτη στὴν ἐμπιστοσύνη καὶ στὴν ἐκτίμηση τοῦ λαοῦ μὲ ποσοστὸ γύρω στὸ 35%, ἐνῷ οἱ πολιτικοὶ καὶ τὰ κόμματα μόλις φθάνουν τὸ 2-3%. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀπὸ καιρὸ μεθοδεύουν τὸ διαζύγιο, τὸν χωρισμὸ Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας, γιὰ νὰ ἐκκοσμικεύσουν καὶ νὰ ἐκλαϊκεύσουν τελείως τὸ κράτος, γιὰ νὰ μὴ γιορτάζονται οἱ ἐθνικὲς γιορτὲς μὲ δοξολογίες στοὺς ναούς, νὰ μὴ συνοδεύουν τὶς εἰκόνες καὶ τὰ ἱερὰ κειμήλια τιμητικὰ στρατιωτικὰ ἀγήματα, νὰ μὴ γίνεται ἁγιασμὸς στὴ Βουλὴ κατὰ τὴν ἔναρξη τῶν ἐργασιῶν της καὶ κατὰ συνέπεια καὶ στὶς ἄλλες ὑπηρεσίες, νὰ καταργηθεῖ στὸ σύνταγμα ἡ ἐπίκληση τῆς Ἁγίας Τριάδος, νὰ καταργηθεῖ τὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν στὰ σχολεῖα, τὸ ἐλάχιστο αὐτὸ καὶ ἀνεπαρκέστατο ἀπομεινάρι, ἀπὸ τὴν ἑλληνορθόδοξη παιδεία καὶ ἀγωγή, ποὺ στὸ σύνολό της εἶχε ἀνθρωπιστικό, πνευματικό, ἀνθρωποπλαστικὸ καὶ ὄχι τεχνοκρατικὸ καὶ γνωσιολογικὸ χαρακτῆρα.

8. Ἡ σκληρὴ πραγματικότητα τῆς ἀλλοτρίωσης, τῆς ἐσωτερικῆς σκλαβιᾶς καὶ κατοχῆς.

Καὶ γιὰ νὰ προσγειωθοῦμε ὅλοι μας στὴ σκληρὴ πραγματικότητα αὐτῆς τῆς ἀλλοτρίωσης, τῆς οὐσιαστικῆς καταστροφῆς τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τῆς παιδείας μας, τῆς ἐσωτερικῆς κατοχῆς καὶ καθοδήγησης τῶν πάντων ἀπὸ ξένα κέντρα ἐξουσίας, ποὺ καθορίζουν ἀκόμη καὶ τὸ περιεχόμενο τῶν σχολικῶν βιβλίων, ἀρκεῖ νὰ παραλληλίσουμε τὸ σημερινὸ σχολεῖο ὅπου κυριαρχοῦν τὰ εὐρωπαϊκὰ πρότυπα, τὸ σχολεῖο ὅπου διδάσκεται ὁ ἐλεύθερος ἔρωτας καὶ συνιστᾶται ἡ χρήση προφυλακτικῶν ἐναντίον τοῦ AIDS, τὸ σχολεῖο ὅπου ἀπαγορεύεται ἡ διάδοση χριστιανικῶν ἐντύπων καὶ θὰ καταργηθοῦν τὰ θρησκευτικά, ἔχουν ὅμως εἰσχωρήσει ὁ σατανισμὸς καὶ τὰ ναρκωτικά, μὲ τὸ σχολεῖο τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, τοῦ ὁποίου πανηγυρίζουμε σήμερα τὴ μνήμη. Γράφει σὲ μία ἀπὸ τὶς ἐπιστολές του:

- «Καλὰ παιδιά μου, μοῦ ἐχαρίσατε τὰ παιδιά σας, Ἀμήν νὰ ἰδοῦμεν, ἔχετε καὶ σχολεῖον ὅπου νὰ διαβάζουν, νὰ μανθάνουν γράμματα τὰ παιδιά μας;

- Δὲν ἔχομε, ἅγιε τοῦ Θεοῦ.

- Τέτοια παιδιὰ ἀγράμματα μοῦ ἐχαρίσατε; Τί τὰ θέλω; Χάρισμά σας. Παιδιὰ ὡσὰν τὰ γουρουνόπουλα νὰ ἔχω δὲν τὸ καταδέχομαι, διότι εἶμαι ὑπερήφανος. Χάρισμά σας. Ὡσὰν θέλετε χαρίσετέ μου καὶ ἕνα σχολεῖον ἐδῶ εἰς τὴν χώρα σας, νὰ μανθάνουν τὰ παιδιά μας γράμματα, νὰ ἠξεύρουν ποῦ περιπατοῦνε καὶ τότε νὰν τὰ εὔχωμαι νὰ ζήσουν νὰ προκόψουν.

- Ἀμήν, δὲν εἶναι καλὰ νὰ βάλετε ὅλοι σὰς νὰ κάμετε ἕνα ρεφενέ, νὰ βάλετε καὶ ἐπιτρόπους, νὰν τὸ κυβερνοῦν τὸ σχολεῖον, νὰ βάνουν διδάσκαλον νὰ μανθάνουν ὅλα τὰ παιδιὰ καὶ πλούσια καὶ πτωχὰ χωρὶς νὰ πληρώνουν; Διατὶ ἀπὸ τὸ σχολεῖον μανθάνομεν τὸ κατὰ δύναμιν τί εἶναι Θεός, τί εἶναι ἁγία Τριάς, τί εἶναι ἄγγελοι, ἀρχάγγελοι, τί εἶναι δαίμονες, τί εἶναι Παράδεισος, τί εἶναι Κόλασις, τί εἶναι ἁμαρτία, ἀρετή. Ἀπὸ τὸ σχολεῖον μανθάνομεν τί εἶναι ἁγία Κοινωνία, τί εἶναι Βάπτισμα, τί εἶναι τὸ ἅγιον Εὐχέλαιον, ὁ τίμιος Γάμος, τί εἶναι ψυχή, τί εἶναι κορμί, τὰ πάντα ἀπὸ τὸ σχολεῖον τὰ μανθάνομεν, διατὶ χωρὶς τὸ σχολεῖον περιπατοῦμεν εἰς τὸ σκότος. Καλύτερα νὰ ἔχεις εἰς τὴν χώραν σου σχολεῖο ἑλληνικὸ παρὰ νὰ ἔχεις βρύσες καὶ ποταμούς, διατὶ ἡ βρύσις ποτίζει τὸ σῶμα, τὸ δὲ σχολεῖον ποτίζει τὴν ψυχή, τὸ σχολεῖον ἀνοίγει τὲς ἐκκλησίες, τὸ σχολεῖον ἀνοίγει τὰ μοναστήρια. Ἀνίσως καὶ δὲν ἤτανε σχολεῖα ποῦ ἤθελα ἐγὼ νὰ μάθω νὰ σᾶς διδάσκω;» (Ἰωάννου Μενούνου, Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ Διδαχές, Ἀθήνα 1979, Διδαχὴ Α1, σελ. 36-37).

Τὰ σχολεῖα μας τώρα ποτίζουν μόνο τὸ σῶμα· Ὄχι μόνο δὲν ποτίζουν καὶ τὴν ψυχή, ἀλλὰ τὴν ἀφανίζουν καὶ τὴν καταστρέφουν, διδάσκοντας ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἐξελικτικὰ κατάγεται ἀπὸ τὸν πίθηκο καὶ καταργώντας ὅλα τὰ ἠθοπλαστικὰ καὶ ψυχοσωτήρια μαθήματα. Ὅλοι προτιμοῦν τὶς βρύσες καὶ τὰ ποτάμια καὶ τὰ μεγάλα δημόσια ἔργα καὶ οὔτε νοιάζονται γιὰ ἐκκλησιὲς καὶ μοναστήρια, ποὺ θὰ ἤθελαν νὰ κλείσουν, καὶ ὄχι νὰ ἀνοίξουν καὶ ἄλλα μέσῳ τῶν σχολείων. Ὁ νέος πατρο-Κοσμᾶς, ὁ μητροπολίτης Σεβαστιανός, μᾶς ἄφησε στὴν κληρονομιὰ τοῦ μιὰ πολὺ σοβαρὴ παρακαταθήκη. Ἔδειξε πὼς ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἀξιόπιστη καὶ μπορεῖ νὰ συνεγείρει, νὰ ἐνθουσιάσει, νὰ ὀργανώσει ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, νέους καὶ ἡλικιωμένους. Εἴχαμε καιρὸ νὰ δοῦμε τέτοιο ἡγέτη, γιὰ νὰ ἀναθαρρήσουμε. Αὐτὴν τὴν κληρονομιὰ ὑπάρχει μεγάλη ἀνάγκη ἐκκλησιαστικὴ καὶ ἐθνικὴ νὰ τὴν ἀξιοποιήσουμε καὶ νὰ τὴν αὐξήσουμε.

9. Ὁ κίνδυνος τώρα μεγαλύτερος. Ἀληθινὰ ἑλληνικὰ σχολεῖα.

Ὁ κίνδυνος δὲν εἶναι σὲ ὅλους αἰσθητός, ἀλλὰ εἶναι μεγαλύτερος. Κινδυνεύουν ὁ Ἑλληνισμὸς καὶ ἡ Ὀρθοδοξία, ὄχι μόνο στὴ Βόρειο Ἤπειρο, ἀλλὰ καὶ μέσα στὴν Ἑλλάδα, ὅπου κάτω ἀπὸ ἐπίφαση πολιτικῆς ἐλευθερίας ἔχουμε ξενικὴ κατοχή. Ἂς τὸ ἀκούσουν καὶ ἂς βγάλουν τὰ συμπεράσματά τους οἱ ἐπίδοξοι μεταρρυθμιστὲς καὶ ἀναθεωρητές· χωρισμὸς Ἐκκλησίας καὶ κράτους δὲν θὰ ἐπιτρέψουμε νὰ γίνει στὴ χώρα μας. Ἡ Ἑλλάδα μπορεῖ καὶ πρέπει μένοντας στὴν Εὐρώπη νὰ διατηρήσει τὴν πνευματική της ταυτότητα, τὴν Ὀρθοδοξία, τὸν πολιτισμὸ καὶ τὶς παραδόσεις της γιὰ τὸ καλό της ἴδιας τῆς Εὐρώπης, τὸ πνευματικὸ πρότυπο τῆς ὁποίας δοκιμάσθηκε καὶ ἀπέτυχε. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς καὶ ὁ νέος πατρο-Κοσμᾶς μας δείχνουν τὸν δρόμο· σὲ κάθε μητρόπολη καὶ σὲ κάθε μεγάλη ἐνορία θὰ λειτουργήσουν, πρέπει νὰ λειτουργήσουν, δυὸ καὶ τρία σχολεῖα ἑλληνικὰ σὰν τὰ σχολεῖα τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ σὲ ἐνοριακὴ κοινοτικὴ βάση. Θὰ κάνουμε καὶ πάλι ἐράνους, θὰ βάλουμε ὅλοι «ρεφενέ», θὰ ὁρίσουμε ἐπιτρόπους, θὰ διορίσουμε ἐναρέτους καὶ πιστοὺς δασκάλους. Καὶ ὅπως ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ἀνέστησε τὸν Ἑλληνισμὸ καὶ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη, ὁ δὲ μητροπολίτης Σεβαστιανὸς ἀνέστησε τὸ θαμμένο «βορειοηπειρωτικό», φωνάζοντας τὸ γνωστό του παιᾶνα «Χριστὸς Ἀνέστη! καὶ ἡ Βόρειος Ἤπειρος Ἀνέστη», θὰ ἀναστήσουμε καὶ ἐμεῖς τὸν πολιτισμό, τὴν παιδεία, τὶς παραδόσεις μας, θὰ στηρίξουμε καὶ θὰ θωρακίσουμε τὴν Ὀρθοδοξία μας, ἡ ὁποία μετὰ τὴν ἀπογοήτευση ἀπὸ τὴν Εὐρώπη τοῦ Παπισμοῦ, τοῦ Προτεσταντισμοῦ, τοῦ Ὀρθολογισμοῦ καὶ τῆς ὑλοφροσύνης, ἐξακολουθεῖ νὰ παραμένει, ἀρχομένης τῆς τρίτης χιλιετίας, ἡ μόνη ἐλπίδα, ὄχι μόνο γιὰ τὸν Ἑλληνισμό, ἀλλὰ γιὰ ὅλη τὴν Οἰκουμένη. Ὅπως ἔχει σωστὰ λεχθεῖ, ἡ Δύση δύει καὶ ἀνατέλλει ἡ Ἀνατολή.

10. Ὁ Σεβαστιανὸς δὲν πέθανε. Ἐπίλογος

Ἀρχίζοντας τὴν ὁμιλία μου εἶπα ὅτι, ἐφέτος εἶναι ἡ πρώτη φορὰ ποὺ ἡ Κόνιτσα γιορτάζει τὴν πανήγυρη τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ, χωρὶς τὴν παρουσία τοῦ νέου πατρο-Κοσμᾶ, τοῦ μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης κυροῦ Σεβαστιανοῦ. Πρέπει νὰ διορθώσω - ὁ Σεβαστιανὸς δὲν ἀπουσιάζει- εἶναι παρών, πιὸ δυνατός, πιὸ φωτεινός, πιὸ ὑπέρλαμπρος. Νοιώθουμε ὅλοι τὴν παρουσία του, εἶναι μαζί μας. Ἦταν μαζί μας στὸ ναό, χθὲς καὶ σήμερα- προΐστατο καὶ χοροστατοῦσε. Καὶ εἶναι ἐδῶ πάλι, σ᾿ αὐτὴν τὴν ἱστορικὴ αἴθουσα τοῦ Δήμου. Καὶ ὄχι μόνο χθὲς καὶ σήμερα, ἀλλὰ διαρκῶς καὶ πάντοτε. Τὴν αἴσθηση αὐτῆς τῆς παρουσίας, τὴν πεποίθηση πὼς δὲν πέθανε ἀλλὰ ζεῖ καὶ βασιλεύει ἐκεῖ γιὰ πάντα, ἐκφράζει σὲ ἕνα συγκλονιστικὸ ποίημα, ὁ Κονιτσιώτης, ἂν δὲν κάνω λάθος, ποιητής. Τὸ ποίημα ἔχει τίτλο «Δὲν ὑπάρχουν πλέον σύνορα γι᾿ αὐτόν». Στὴν ἀρχὴ ἐμφανίζεται ἀγανακτισμένος, γιατί ὅλοι καὶ ὅλα τὰ μέσα ἐνημερώσεως εἶπαν καὶ ἐπανέλαβαν πολλὲς φορὲς πὼς πέθανε ὁ Σεβαστιανός, καὶ συνεχίζει:

Μᾶς τό ῾πατε. Τ᾿ ἀκούσαμε, Τὸ μάθαμε.
Μὰ σᾶς τὸ λέμε καθαρά:
Μὴν ἐπιμένετε!
Δὲν πέθανε κι οὔτε κοιμᾶται.

Κι ἂν δὲν πιστεύετε, τραβᾶτε
Ἐκεῖ ψηλὰ στὴν Κόνιτσα κι ἐκεῖ
Ἔχει στὰ σύνορα κοντὰ
Κι ἐκεῖ στὸ Μοναστήρι.

Καὶ πᾶτε σούρουπο
Ὅταν κινοῦνται οἱ σκιὲς κι ἀνάβουν τ᾿ ἄστρα
Πέστε λοιπὸν στὸ Τάγμα
Νὰ βρεῖ ἕναν καινούργιο τόπο τώρα νὰ φυλάξει

Δὲν τὸ χρειάζεται πιὰ ἡ Κόνιτσα
Δὲν τὸ χρειάζονται τὰ σύνορα.
Τώρα στὰ σύνορα βιγλάτορας
Ἀπ᾿ ἄκρη σ᾿ ἄκρη
Μὲ τὶς μεγάλες δρασκελιὲς
Φυλάει Ἐκεῖνος ὁλονυχτίς.

Καὶ μὴν φοβᾶστε. Πέστε το κι αὐτό.
Πὼς δὲν ὑπάρχουν πλέον σύνορα γι᾿ Αὐτόν.
Πὼς κάθε βράδυ τώρα περπατάει
Τὴν γῆ τῶν τόσων στεναγμῶν.

Πὼς σπίτι — σπίτι καὶ χωριὸ — χωριὸ κι ὡς πέρα
Περνάει τὴ νύχτα κι εὐλογάει, κι ἀκόμα
Καὶ στὰ ὀνείρατα ἀκόμα
Καὶ τῶν παιδιῶν καὶ τῶν μανάδων
Φυσάει τὴ φλόγα δυνατά

…………………………….

Λοιπόν, τί λέτε τώρα, πέθανε;
Δὲν πέθανε ὁ ἀετὸς
Καὶ ζεῖ καὶ βασιλεύει ἐκεῖ γιὰ πάντα
Ὁ μέγας ἱεράρχης.
Τῶν πονεμένων ὁ Πατέρας, ὁ Σεβαστιανός.