«Αὐτὲς τὶς μέρες στὴν προσευχή μου ὁ Θεὸς μοῦ ἀποκάλυψε τὸν ῾νυμφῶνα᾿ τῆς ψυχῆς
μου»
(Γέροντας Ἐφραὶμ Κατουνακιώτης, ἔκδ. α´ 2000, σ. 106).
«Ὅταν ἔρθει ἡ χάρις ξεχνᾶς καὶ τὶς θλίψεις καὶ τὰ βάσανα, χαλάλι νὰ γίνουν ὅλα»
(ὅπ. πρ. σ. 216).
«Ἅμα, ὅμως, κλάψεις στὴ λειτουργία, θὰ καταλάβεις ὅτι λειτούργησες, ὅτι ἔφαγες
κρέας πνευματικό, νὰ ποῦμε»
(σ. 222).
«Δὲν προλαμβάνω νὰ τελειώσω τὴν εὐχήν, καὶ ἀνάρπαστη μοῦ γίνεται ἀπὸ ἐσᾶς. Καὶ
ἀπὸ ἐκεῖ καταλαμβάνω πόσην ἀνάγκην ἔχετε ἀπὸ πνευματικὴν βοήθειαν»
(σσ. 260-261).
«Μὲ γλυκίσματα, δὲν πᾶμε στὸν παράδεισο. Ἔχει κάτι φαρμάκια!»
(Γέροντος Ἰωσὴφ Βατοπαιδινοῦ, Ὁ χαρισματοῦχος ὑποτακτικὸς Γέροντας Ἐφραὶμ ὁ Κατουνακιώτης,
ἔκδοση α´ 2001, σ. 142).
«Μία ἑβδομάδα πρὶν τὸν σεισμὸ» τῆς Θεσσαλονίκης (1978) «ἔβλεπα σὰν σὲ ὀθόνη τηλεοράσεως
τὴν πόλη νὰ σείεται»
(ὅπ. πρ. σ. 162).
«δεξιὰ καὶ ἀριστερά μου ἔβλεπα ἀγγέλους νὰ λειτουργοῦν τὰ θεῖα μυστήρια μαζί
μου»
(ὅπ. πρ. σσ. 163-164).
«ἔχω τέτοια πνευματικὴ κατάσταση, που συνεχῶς ὁρῶ τὸν Θεό»
(ὅπ. πρ. σ. 164).
«ἔβγαινε εὐωδία ἀπὸ τὸ στόμα του ὅταν μιλοῦσε καὶ ἔλαμπε τὸ πρόσωπό του ὅταν
λειτουργοῦσε. Τὰ χέρια του καὶ ὅλο τὸ σῶμα του εὐωδίαζαν. Ἐπίσης πολλοὶ ὁμολογοῦσαν
ὅτι ὅταν τοὺς εὐλογοῦσε αἰσθάνονταν τὴν καρδιά τους νὰ φλέγεται»
(ὅπ. πρ. σ. 179).
«Εἶδαν μάλιστα καὶ οἱ τέσσερεις λευκό, ἱλαρὸ φῶς ὡς φωτοστέφανο γύρω ἀπὸ τὸ κεφάλι
του»
(ὅπ. πρ. σσ. 187, 189).
«τὸ μυστικὸ τῆς Χάριτος εἶναι ἡ εὐχαριστία στὶς θλίψεις»
(Γέροντος Ἰωσὴφ Βατοπαιδινοῦ, Ὁ χαρισματοῦχος ὑποτακτικὸς Γέροντας Ἐφραὶμ ὁ Κατουνακιώτης,
ἔκδοση ι´ 2018, σ. 172).
«Τὸ κάθε τάγμα τῶν ἁγίων ἔχει τὴν δική του εὐωδία, ὅπως καὶ τὰ μυστήρια τῆς ἐκκλησίας
μας ἔχουν τὸ καθένα τὴ δική του εὐωδία. Ἄλλη εὐωδία ἔχει τὸ εὐχέλαιο, ἄλλη τὸ βάπτισμα,
τὴν ἀνώτερη τὴν ἔχει ἡ θεία λειτουργία»
(ὅπ. πρ. σ. 180).
«πολλὲς φορές, παιδί μου, εἶδα τὸ ἄκτιστο φῶς»
(ὅπ. πρ. σ. 181).
«ὅταν οἱ σύζυγοι συνέρχονται μὲ προσευχή, τότε καὶ τὰ παιδιά ποὺ γεννῶνται θὰ
εἶναι ὑγιέστατα»
(ὅπ. πρ. σ. 212).
«οἱ γονεῖς ποὺ προτοῦ συνέλθουν νηστεύουν, προσεύχονται, τότε τὸ παιδὶ ποὺ θὰ
γεννηθεῖ, γεννιέται ἅγιο ἐκ κοιλίας μητρός»
(ὅπ. πρ. σ. 214).
«Κουραμπιέδες; Στὰ Κατουνάκια κουραμπιέδες; Ἄνοιξε τὸ παράθυρο καὶ ῥίξε τους
ἀπὸ ἐδῶ κάτω»
(Ἀρχιμ. Ἐφραὶμ Βατοπαιδινοῦ Γέρων Ἰωσὴφ Βατοπαιδινὸς 2018 σσ. 225).
«Αὐτὸ τὸ φῶς, τί εἶναι ποὺ ἔχεις μέσα στὸ στῆθος σου;...Εἶναι τὸ ἅγιο Βάπτισμα,
ἡ χάρις ποὺ πῆρες στὸ ἅγιο Βάπτισμα»
(Ὁμιλία σὲ σύναξη τῆς ἀδελφότητος Βατοπαιδίου 30/4/1988 (Γέρων Ἰωσὴφ Βατοπαιδινὸς
2018 σ. 403)).
«Ἡ ἁμαρτία καὶ ἡ αἴρεση βρομᾶνε. Κάποτε ἦρθε ἕνας βουδιστὴς. Βρόμαγε τόσο πολύ,
ποὺ δὲν ἄντεξα καὶ βγῆκα ἔξω»
(Μητρ. Ἀργολίδος Νεκταρίου Ἁγίων Ὄρος 2017 σ. 207).
«Ὅταν λειτουργοῦσα μὲ τοὺς ζηλωτὲς ἔβλεπα ἕνα ἀμυδρὸ φῶς πάνω ἀπὸ τὴν ἁγία τράπεζα.
Ὅταν μημόνευα τὸν πατριάρχη, ἔβλεπα ἄπλετο φῶς!»
(ὅπ. πρ. σ. 227).
«Πατέρες τὸ σχίσμα εὔκολα γίνεται, ἡ ἕνωση εἶναι δύσκολη»
(ὅπ. πρ. σ. 228).
«Ὁ ἱερέας, παπά μου, εἶναι χασάπης. Σφάζει τὸ Χριστό!»
(ὅπ. πρ. σ. 264).
«Καὶ μόλις μπήκαμε στὴ λειτουργία αἰσθάνθηκα ὅτι ἦρθε ὁ γέροντας!» Ἰωσήφ. «Μὰ
τόση αἴσθηση ἔλαβα, ποὺ ἔμπηξα τὶς φωνές: -Ἦρθε ὁ γέροντας, ἦρθε ὁ γέροντας!»
(ὅπ. πρ. σ. 348).
Ὁ γέροντας Ἰωσὴφ τοῦ εἶχε πεῖ «Παιδί μου, δὲν ἔχεις ἁπλῶς καθαρότητα ψυχῆς, ἔχεις
ἁγνεία»
(ὅπ. πρ. σ. 371).
Στὴν προσκομιδὴ «διάβαζε καθημερινὰ 12.000 ὀνόματα. Μόνο ἕνας λειτουργὸς μπορεῖ
νὰ καταλάβει αὐτὸν τὸν ἀριθμό, ποὺ σημαίνει 4-5 ὧρες ὀρθοστασία, κόπος, ἀλλὰ καὶ
πόνος καὶ δάκρυα...»
(ὅπ. πρ. σ. 407).
«Ξέρεις τί εἶναι ἅγιος; Αὐτὸς ποὺ δὲν θέλει νὰ προβάλλει τὸν ἑαυτό του οὔ τε
καὶ στὶς κότες!»
(ὅπ. πρ. σ. 447).
«Καὶ πολλὲς φορὲς εἶδα πάνω στὴν ἁγία τράπεζα σῶμα νεκρό»
(ὅπ. πρ. σ. 458).
«Γλυκὸς καὶ ὁ ὕπνος, ἀλλὰ τὴ γλύκα καὶ τὴν ἀνάπαυση τῆς προσευχῆς δὲν τὴν ἔχει»
(π. Σ. Βασιλάκου, Ἔλα Φῶς - Συνάντηση μὲ τὸν ὅσιο Ἐφραὶμ τὸν Κατουνακιώτη 2021 σ.
57).
«Ὁ κόσμος σὲ φορτώνει τρόπον τινά. Ὁ Χριστὸς σὲ ξεφορτώνει...Ὁ κόσμος δὲ χωρᾶ
στὴν πόρτα τοῦ Ἁγίου Ὄρους»
(ὅπ. πρ. σ. 79).
Γιὰ τὸν γέροντά του, ποὺ τοῦ εἶχε κάνει τὸν βίο ἀβίωτο, ἔκανε δεκαεννέα σαρανταλείτουργα,
760 λειτουργίες. «Μέχρι ποὺ εἶδα τὴ Χάρη νὰ τὸν σκεπάζει καὶ ἡσύχασα»
(ὅπ. πρ. σσ. 114-115).
Σὲ εὐχέλαιο «ἄκουσα ἀπὸ τὴν εἰκόνα τοῦ ἀρχαγγέλου μία φωνή: Ἐμεῖς σὲ περιμένουμε,
πότε θὰ ἔρθεις κοντά μας»
(ὅπ. πρ. σ. 119).
«Ἡ ἀσθένεια εἶναι ἡ προετοιμασία. Ἡ εὐλογία τῆς προετοιμασίας. Ἡ ταπείνωση τοῦ
σώματος»
(ὅπ. πρ. σ. 124).
«Στὸ γέροντα ἄν ἀντιμιλήσεις, τὸν οὐρανὸ τουφεκᾶς»
(ὅπ. πρ. σ. 128).
«Ἅμα τὴ ζήσεις τὴ λειτουργία, ἔχει φαγητὸ πολὺ καὶ καλὸ γιὰ μέρες πολλές»
(ὅπ. πρ. σ. 138).
«Ἄμα δὲν σὲ ἀφήνει ὁ λογισμός, ἄστον ἐσύ»
(ὅπ. πρ. σ. 165).
«Ξέρετε τί εἶναι ἡ εὐχὴ τοῦ γέροντα; Δυναμίτις»
(ὅπ. πρ. σ. 168).