Μαρία Μαγδαληνή, ἱστορικότητα καὶ πλάνες


Ὅσον ἀφορᾶ στὴν ἁγία Μαρία τὴ Μαγδαληνή, πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει μία ἐντελῶς διαφορετικὴ παράδοση γιὰ τὸ σεβαστὸ πρόσωπό της ἀπ᾿ αὐτὴν ποὺ ἐπικαλοῦνται (ἐσχάτως ἐπικερδῶς) οἱ συγγραφεῖς τῆς δύσης. Μὲ τὴ βιογραφία της (γιὰ τὴν ὁποία δὲν ὑπάρχουν οὐσιαστικὲς πληροφορίες οὔτε στὴν Καινὴ Διαθήκη οὔτε στὰ ἀπόκρυφα) δὲν ἀσχολοῦνται οἱ ἱστορικοὶ καὶ οἱ Πατέρες τῶν πρώτων αἰώνων, οἱ ὁποῖοι ὡστόσο τὴν ἐκτιμοῦν βαθύτατα (ἀπὸ τὸ Χρυσόστομο π.χ., στὸ λόγο 40, χαρακτηρίζεται «σπουδαιοτάτη», «τέτραθλος καὶ ἀνδρεία γυνή»), ἀλλὰ πολὺ μεταγενέστερα οἱ βυζαντινοὶ ἱστορικοὶ Γεώργιος Κεδρηνός, Νικηφόρος Κάλλιστος Ξανθόπουλος καὶ Μόδεστος Ἱεροσολύμων συγκεντρώνοντας τὶς σχετικὲς παραδόσεις (βλ. τὰ ἔργα τους στὴν Patrologia Graeca). Ἀναφέρουν ὅτι ταξίδεψε στὴ Ρώμη, ὅπου ζήτησε καὶ πέτυχε (μὲ ἀπευθείας εἰσήγηση στὸν αὐτοκράτορα Τιβέριο) τὴ θανατικὴ καταδίκη τῶν τριῶν βασικῶν ἐνόχων τῆς σταύρωσης τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Πιλάτου καὶ τῶν ἀρχιερέων Ἄννα καὶ Καϊάφα. Κατόπιν ἐπέστρεψε στὴν Παλαιστίνη, ἔζησε λίγα χρόνια κοντὰ στὴν Παναγία, καταδιώχθηκε ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ ἐξορίστηκε στὴ Μασσαλία μαζὶ μὲ τὸν ἀπόστολο Μάξιμο (ἀπὸ τοὺς 70), συνεργάστηκε μὲ τὸν ἀπόστολο Πέτρο, ἔδρασε ὡς ἀπόστολος στὴν Αἴγυπτο, τὴ Συρία καὶ τὴ Φοινίκη καὶ ὁλοκλήρωσε τὴ ζωή της στὴν Ἔφεσο, κοντὰ στὸν εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, ὅπου καὶ ὑπῆρχε ὁ τάφος μὲ τὸ λείψανό της, ποὺ μεταφέρθηκε ἄφθαρτο στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 890 μ.Χ. ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Λέοντα Στ´ τὸ Σοφό, ὅπως καὶ τὸ λείψανο τοῦ ἁγίου Λαζάρου ἀπὸ τὴν Κύπρο.

Ἡ ἐκδοχὴ ὅτι πρόκειται γιὰ μετανοημένη πόρνη, θεωρία ἄγνωστη στὰ εὐαγγέλια, παρέμεινε καὶ παραμένει μέχρι σήμερα ἄγνωστη καὶ στὴν ὀρθόδοξη παράδοση, μέχρι τὶς μέρες μας, ποὺ τὴν υἱοθετήσαμε ἐκ δυσμῶν λόγω ἄγνοιας τῆς δικῆς μας παράδοσης.

Ὁμοίως ἡ ὑπόθεση γιὰ τὴν καταδίκη του Πιλάτου κ.λ.π. δὲ φαίνεται πιθανή, γιατί ἕνα τέτοιο γεγονὸς θὰ προκαλοῦσε σάλο καὶ θυελλώδεις ἀντιδράσεις τῶν Ἰουδαίων τῆς Ρώμης, ποὺ θὰ ἦταν γνωστὰ καὶ ἀπὸ ρωμαϊκὲς πηγὲς καὶ πιθανὸν νὰ ἐπηρέαζαν τὴ στάση τοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους κατὰ τοὺς διωγμοὺς ἐναντίον τῶν χριστιανῶν ποῦ ἐπακολούθησαν (ἢ μήπως τὴν ἐπηρέασαν ἀρνητικά;). Ἄλλωστε, κατὰ τὸν ἱστορικὸ τοῦ 4ου αἰῶνα Εὐσέβιο Καισαρείας, ὁ Πιλάτος ἐξορίστηκε ἀπὸ τὸν Καλιγούλα καὶ αὐτοκτόνησε στὴν ἐξορία. Τὰ πράγματα ὅμως συγκλίνουν στὴν ἱστορικότητα τοῦ ταξιδιοῦ τῆς ἁγίας Μαγδαληνῆς στὴ Ρώμη, πράγμα ποὺ ἐνισχύει τὴν ὑπόθεση ὅτι ἔπαιξε σπουδαῖο ρόλο ἢ ἐνδεχομένως καὶ ἱδρυτικὸ στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, τὸν ἱδρυτὴ τῆς ὁποίας μέχρι στιγμῆς δὲ γνωρίζουμε. Πάντως οὔτε ὁ Πέτρος οὔτε ὁ Παῦλος εἶναι. Ὁ Ρενάν, στὸ ἔργο του «Παῦλος», γράφει πὼς οἱ Εὐρωπαῖοι πρέπει νὰ εἶναι εὐγνώμονες στοὺς ἄγνωστους καὶ φτωχοὺς χριστιανοὺς ποὺ ἔφεραν πρῶτοι τὸ χριστιανικὸ μήνυμα στὴν Ἰταλία καὶ κατ᾿ ἐπέκτασιν στὸ δυτικὸ κόσμο.

Γιὰ τὴν ἱστορία πρέπει νὰ ἀναφέρω ὅτι στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴ Μονὴ τῆς Πέτρας τοῦ Ὁσίου Σίμωνος (Σιμωνόπετρα), φυλάσσεται ἕνα ἄφθαρτο γυναικεῖο χέρι, ποὺ διατηρεῖται αἰῶνες σὲ φυσικὴ θερμοκρασία ζωντανοῦ σώματος. Τὸ χέρι αὐτό, κατὰ τὴν παράδοση, ἀνήκει στὴν ἁγία Μαρία τὴ Μαγδαληνή, ποὺ μὲ τὰ θαύματά της θεωρεῖται δεύτερος κτήτορας τῆς Σιμωνόπετρας. Τὸ 1747 τὸ ἅρπαξαν πειρατές, ἀπὸ τοὺς ὁποίους τὸ ἀγόρασε τὸ 1765, στὴν Τρίπολη τῆς Λιβύης, ὁ ἡγούμενος Ἰωάσαφ. Δυστυχῶς τὰ ἀρχεῖα τῆς μονῆς κάηκαν στὴ μεγάλη πυρκαγιὰ τοῦ 1891 κι ἔτσι δὲν ξέρουμε ἄλλες λεπτομέρειες γιὰ τὴν ἱστορία του.

Ἀντίθετα, στὴ δύση ἡ Μαγδαληνὴ μεταμορφώθηκε σὲ πόρνη, κατ᾿ ἀρχὰς μὲ ἀφορμὴ τὴ γνωστὴ στιχομυθία της μὲ τὸν Ἰησοῦ ἀμέσως μετὰ τὴν ἀνάσταση. Τὸ γεγονὸς ὅτι Τὸν εἶδε πρώτη (Ἐκεῖνος δηλαδὴ ἐπέλεξε νὰ ἐμφανιστεῖ πρῶτα σ᾿ ἐκείνη), τὴν προσφώνησε τρυφερὰ «Μαρία» κι ἐκείνη ὅρμησε νὰ Τοῦ φιλήσει τὰ πόδια, ἔδωσαν ἀφορμὴ γιὰ αἰσθαντικὲς φαντασιώσεις σὲ ἀνθρώπους, πού, λόγω τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀγαμίας ποὺ εἶχε ἐπιβληθεῖ στὸ δυτικὸ κλῆρο ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰῶνα, ζοῦσαν μὲ τὴν ἀφόρητη καταπίεση τῶν ἐρωτικῶν ἀπωθημένων τους. Καλλιεργήθηκε ἔτσι ἕνας μύθος, ποὺ ἐπεκτάθηκε καὶ τελικὰ ἐπικράτησε –ἐπαναλαμβάνω, μόνο στὴ δύση.

Ἐπιπλέον, λόγω τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀγαμίας τοῦ κλήρου, ὑπερτονίστηκε ἡ σημασία τῶν ἁμαρτιῶν ποὺ σχετίζονται μὲ τὸν ἔρωτα. Ὁ ἔρωτας θεωρήθηκε «σαρκικὴ ἁμαρτία» κι ἔδωσε τροφὴ σὲ γαργαλιστικὲς φαντασιώσεις (ὅπως καὶ σήμερα, ποὺ οἱ ἄνθρωποι ἀποστατοῦν κατὰ χιλιάδες ἀπὸ ἕναν ψεύτικο χριστιανισμό, ποὺ τὸν ἔχουμε παραμορφώσει κατὰ τὰ μοῦτρα μας). Οἱ λέξεις ἀνήθικος καὶ ἁμαρτωλὸς ἀπέκτησαν σεξουαλικὸ περιεχόμενο κι ἔχασαν στὴν οὐσία τὸ ἀληθινό τους περιεχόμενο, ποὺ σχετίζεται μὲ τὴν ἄρνηση τῆς ἀγάπης. Συγχρόνως, οἱ δυτικοὶ μυστικιστὲς ποὺ μίλησαν γιὰ ἔρωτα μὲ τὸ Θεό, ὅπως ὁ ἅγιος Φραγκίσκος, ὁ ἅγιος Ἰωάννης τοῦ Σταυροῦ ἢ ἡ ἁγία Τερέζα τῆς Ἄβιλλα, συνιστοῦν ἀποκλῖνον ρεῦμα τῆς δυτικῆς θεολογίας, ποὺ πλησιάζει πρὸς τὴν ὀρθόδοξη σκέψη –ἀπὸ τὴν ὁποία ἀπομακρύνεται κυρίως λόγω τοῦ ἄκρατου συναισθηματισμοῦ του.

Τὴ σύγχυση ἐπέτεινε ἡ μεταφορὰ τοῦ λειψάνου τῆς ἁγίας ἀπὸ τὴν Ἔφεσο στὴν ΚΠολη τὸ 890 μ.Χ. ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Λέοντα Στ´ τὸ Σοφό, μαζὶ μὲ τὸ λείψανο τοῦ ἁγίου Λαζάρου ἀπὸ τὴν Κύπρο. Οἱ δυὸ ἀνακομιδὲς συνεορτάστηκαν ἀπὸ τὴ δυτικὴ Ἐκκλησία στὶς 4 Μαΐου, μὲ συνέπεια νὰ ταυτιστεῖ ἐσφαλμένα ἡ Μαγδαληνὴ μὲ τὴν ἄλλη Μαρία, τὴν ἀδερφὴ τοῦ Λαζάρου (ὅμως ἡ Μαγδαληνὴ ἦταν ἀπὸ τὰ Μάγδαλα, ἐνῶ ὁ Λάζαρος καὶ οἱ ἀδερφές του ἀπὸ τὴ Βηθανία). Ἐπειδὴ λοιπὸν στὸ κατὰ Ἰωάννην, 12, 1-11 ἀναφέρεται ὅτι, μετὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, ἡ ἀδερφή του ἡ Μαρία, συγκλονισμένη κι εὐτυχισμένη, ἄλειψε τὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ μὲ μύρο, ἐνῶ στὸ κατὰ Λουκᾶν 7, 36-50 καὶ στὸ Ματθ. 26, 6-16 ἀναφέρεται ὅτι μία μετανοημένη πόρνη ἔκανε κλαίγοντας κάτι ἀνάλογο στὸ σπίτι τοῦ φαρισαίου Σίμωνα τοῦ Λεπροῦ, πάλι στὴ Βηθανία, τὰ γεγονότα ταυτίστηκαν.

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι οἱ δυὸ διηγήσεις μπερδεύονται σ᾿ ἕνα σημεῖο: κατὰ τὸν Ἰωάννη, ὁ Ἰούδας σκανδαλίστηκε μὲ τὸ μύρο τῆς Μαρίας καὶ ἀναρωτήθηκε γιατὶ νὰ σπαταληθεῖ ἔτσι, ἀντὶ νὰ πουληθεῖ καὶ τὸ ἀντίτιμό του νὰ δοθεῖ στοὺς φτωχοὺς (ὄχι γιατί τὸν ἐνδιέφεραν οἱ φτωχοί, γράφει ὁ εὐαγγελιστής, ἀλλὰ γιατὶ ἀγαποῦσε ὅ,τι εἶχε σχέση μὲ τὰ χρήματα), ἐνῶ, κατὰ τὸ Ματθαῖο, τὸ ἴδιο εἶπαν οἱ μαθητὲς γιὰ τὴν πράξη τῆς πόρνης (ὁ Ἰησοῦς, ἂν σᾶς ἐνδιαφέρει, ἀπάντησε νὰ μὴ σκανδαλίζονται, γιατὶ ἡ δυνατότητα βοήθειας τῶν φτωχῶν πάντα ὑπάρχει, ἐνῶ ἡ πράξη της ἦταν ἕνας αὐθορμητισμός, συνέπεια τοῦ συγκλονισμοῦ της, καὶ κατ᾿ οὐσίαν Τὸν στόλισε προκαταβολικὰ γιὰ τὴν ταφή Του –ἀμέσως μετὰ ὁ Ἰούδας συνεννοήθηκε μὲ τοὺς ἀρχιερεῖς). Ἡ ἀσάφεια αὐτὴ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ σημεῖα τῶν εὐαγγελικῶν διηγήσεων ποὺ διαπλέκονται καὶ ἐξ αἰτίας της προέκυψε ὁ μύθος ὅτι ἡ συγκεκριμένη πόρνη καὶ ἡ ἀδερφὴ τοῦ Λαζάρου ἦταν τὸ ἴδιο πρόσωπο καὶ ταυτιζόταν μὲ τὴ Μαγδαληνή – ἡ ὁποία ὅμως δὲν ἐμπλέκεται καθόλου σὲ κανένα ἀπὸ τὰ δυὸ ἐπεισόδια.

Τὸ γεγονὸς τῆς πόρνης ἑορτάζεται στὴν ὀρθοδοξία μὲ τρόπο ποὺ συμβάλλει στὴν αὐτοσυνειδησία καὶ τὴν αὐτοκριτικὴ τὸ βράδυ τῆς Μεγάλης Τρίτης καὶ γιὰ τὸν ἑορτασμό του ἔχουν γραφτεῖ σπουδαία μουσικὰ καὶ ποιητικὰ ἔργα, μὲ κυριότερο τὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς. Ὅμως πουθενὰ δὲν ἀναφέρεται τὸ ὄνομά της, γιατὶ καὶ πουθενὰ δὲν εἶναι καταγεγραμμένο. Αὐτὸ δὲν ὑποκρύπτει κάποια ὑποτιθέμενη προκατάληψη, γιατὶ ὑπάρχουν ἁγίες πρώην πόρνες (ὅπως ἡ ἁγία Μαρία ἡ Αἰγυπτία) καὶ γιατὶ τὸ πρῶτο τροπάριο τῆς Μ. Τρίτης ἔχει τὴν ἴδια μουσικὴ μὲ τὸ τροπάριο «Τὴν ὡραιότητα τῆς παρθενίας σου», ποὺ ἀναφέρεται στὴν Παναγία.

Σημειωτέον ὅτι ἡ πορνεία προϋποθέτει διαχωρισμὸ τοῦ σὲξ ἀπὸ τὸν ἔρωτα πρὸς τὸν ἄλλο ἄνθρωπο. Πορνεία, στὴν ὀρθόδοξη θεολογικὴ γλώσσα, εἶναι κάθε σεξουαλικὴ σχέση χωρὶς ἀγάπη, ἀκόμη κι ἂν συμβαίνει μέσα στὸ γάμο, πράγμα ποὺ θεωροῦμε ὑποβάθμιση τοῦ θεμελιώδους ἀνθρώπινου προσώπου καὶ χρήση τοῦ ἀνθρώπινου σώματος -ποὺ εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς ναὸς τοῦ Θεοῦ- ὡς ἐργαλείου γιὰ τὴν ἀτομική μου ἡδονή.

Στὸ μεσαίωνα, ποὺ ἀναβίωσε καὶ μάλιστα ἄνθισε ὁ ἀποκρυφισμός (ἡ ἰδέα ὅτι ὑπάρχει μία «ἀπόκρυφη γνώση», στὴν ὁποία καλοῦνται νὰ μυηθοῦν κάποιοι ἐκλεκτοί) καὶ δημιουργήθηκε ἡ ἀλχημεία, ὁ νέος γνωστικισμός, ὁ νέος παγανισμός, οἱ μυστικὲς ἀδελφότητες κ.τ.λ., ἡ χριστιανικὴ προσέγγιση τῆς Μαγδαληνῆς θεωρήθηκε κατώτερου πνευματικοῦ ἐπιπέδου καὶ περιφρονήθηκε ἐντελῶς, ὅπως καὶ κάθε τι χριστιανικό, ποὺ συνδέθηκε de facto μὲ τὴν ἐξουσιαστικὴ μανία τῶν ἐκπροσώπων τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας. Ὅλα ἑρμηνεύτηκαν μὲ ἀποκρυφιστικὴ ματιά. Ἔτσι τὸ πρόσωπο τῆς Μαγδαληνῆς βόλευε, γιὰ νὰ μεταμορφωθεῖ σὲ «ἱερὴ νύμφη» καὶ ν᾿ ἀποδείξουν οἱ μυημένοι στὶς διάφορες παγανιστικὲς κινήσεις ὅτι κι ὁ χριστιανισμὸς δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ μία παγανιστικὴ θρησκεία, τὴν ὁποία οἱ μοχθηροὶ ἐπίσκοποι μεταμόρφωσαν σὲ καταπιεστικὸ σύστημα συντηρητικῆς ἠθικῆς!

Ἡ ἱερὴ νύμφη κατέχει βασικὸ ρόλο στὶς παγανιστικὲς λατρεῖες, γιατὶ ἐνδιαφέρονται γιὰ τὴ γονιμότητα τῆς προσωποποιημένης Φύσης καὶ φυσικὰ χρειάζονται ἕνα συμβολικὸ θεϊκὸ γάμο, ποὺ θὰ τὴ γονιμοποιήσει. Ἀναζητήθηκε λοιπὸν αὐτὸς ὁ γάμος καὶ στὸ χριστιανισμό. Ἡ ἰδέα τῆς Μαγδαληνῆς τοὺς ἦρθε κυριολεκτικὰ στὸ πιάτο –πρώην πόρνη, ἡ πρώτη στὴν ὁποία «ἀποκαλύφθηκε» ὁ Ἰησοῦς (ἄρα ...μυημένη), καὶ ἐπιπλέον ὑπῆρχαν τὰ γνωστικὰ εὐαγγέλια, ποὺ μποροῦσαν νὰ προσφέρουν καὶ μία ὑποτιθέμενη τεκμηρίωση ἀπὸ τὶς πηγές. Οἱ γνωστικοὶ βέβαια, ὅπως εἴπαμε, δὲν ἐνδιαφέρονταν γιὰ τὴν ἱστορικότητα τῶν γεγονότων, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἀντιστοιχία μὲ τὶς οὐράνιες μυθοπλασίες τους καὶ τὰ στάδια μύησης τῶν πιστῶν τους στὴ σωτήρια Γνώση ποὺ ἐπαγγέλλονταν [ἡ «Μαγδαληνή» στὸ ἀπόκρυφο εὐαγγέλιο τοῦ Φιλίππου, στὴ «Σοφία Ἰησοῦ Χριστοῦ» κ.τ.λ., δὲν εἶναι ἄνθρωπος ἀλλὰ ἔκπτωτο πνεῦμα, μὲ τὸ ὁποῖο ὁ ἄσαρκος «Ἰησοῦς» ἔρχεται σὲ ὑπερκόσμιο γάμο γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς κοσμικῆς τάξης]. Οἱ μεσαιωνικοὶ ἑρμηνευτὲς ὅμως τὰ ἐξέλαβαν ὡς κρυμμένα ἱστορικὰ στοιχεῖα καὶ τὰ ἀξιοποίησαν ἀνάλογα.

Ὅλη ἡ σύγχρονη παραφιλολογία περὶ Μαγδαληνῆς ὀφείλεται στὴ σκοτεινὴ ψυχοπαθολογία τοῦ μεσαίωνα, τὴ γεμάτη ἀδιέξοδα καὶ ἀπωθημένα, ποὺ εὐνόησε τὴν καλλιέργεια τοῦ ἀποκρυφιστικοῦ μυστικισμοῦ. Οἱ Ναΐτες, οἱ Ροδόσταυροι, οἱ Ἐλευθεροτέκτονες, οἱ Illuminati καὶ τὰ ὑπόλοιπα ὑποπροϊόντα τοῦ μεσαιωνικοῦ δυτικοῦ κόσμου, κάποτε στοίχισαν τὴ ζωὴ σὲ ἀμέτρητους δυστυχισμένους ἀνθρώπους καὶ σήμερα εἶναι παιχνίδια γιὰ σενάρια συνωμοσίας εὐρείας ἐμπορικῆς κατανάλωσης.

Λυπᾶμαι, ἀγαπητὲ ἀναγνώστη, ποὺ σᾶς παρουσιάζω μία πραγματικότητα τόσο ἀνιαρή, χωρὶς ἔστω μία τόση δὰ συνωμοσιούλα, ἀλλὰ παρηγορηθεῖτε, ἂν εἶναι δυνατόν, μὲ τὴν ἰδέα ὅτι ὁ Θεὸς συρρικνώθηκε οἰκειοθελῶς σὲ ἄνθρωπο-θύμα κάθε ἀνθρώπινης κακίας, γιὰ νὰ καλέσει στὴ θέωση ἐσᾶς καὶ τὸν καθένα προσωπικὰ ἀπ᾿ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔχετε ποτὲ γνωρίσει ἢ ἀκούσει.

Θεόδωρος Ρηγινιώτης, ἀπὸ τὸ βιβλίο «Τὰ ἀπόκρυφα εὐαγγέλια καὶ ὁ σχηματισμὸς τῆς Καινῆς Διαθήκης», ἐκδ. Πύρρα, Ἀθήνα 2006.