Φώτιος Πετρόπουλος, διδάσκαλος 14ου δημοτικοῦ σχολείου Καλαμάτας
Ὁμιλία κατὰ τὸν ἑορτασμὸ τῆς μνήμης τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, 30 Ἰανουαρίου 2013
Λίγοι Ἕλληνες γνωρίζουν ὅτι ἡ καθιέρωση τῆς κοινῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ὀφείλει τὴ γενεσιουργὸ αἰτία της σὲ ἕναν λόγο ποὺ ὁμολογουμένως μᾶς ἐκπλήσσει γιὰ τὴν πρωτοτυπία του, δηλαδὴ νὰ σταματήσουν οἱ φιλονικίες τῶν Χριστιανῶν τῆς ἐποχῆς ἐκείνης γιὰ τὸ ποιὸς ἐκ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν εἶναι ἀνώτερος! Ὁ Μέγας Βασίλειος; Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος; ἢ ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος;
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσσηνίας, Πανοσιολογιώτατε Πρωτοσύγκελε, Αἰδεσιμολογιώτατοι Πατέρες, Ἱερολογιώτατε Διάκονε, Κύριε Ἀντιπεριφερειάρχα, Κύριε Πρόεδρε Δημοτικοῦ Συμβουλίου, Κύριοι Περιφερειακοὶ καὶ Δημοτικοὶ Σύμβουλοι, Κύριοι ἐκπρόσωποι τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων καὶ τῶν Σωμάτων Ἀσφαλείας, Κύριοι Πρόεδροι τῶν ἐπιτροπῶν Παιδείας, Κύριοι Διευθυντὲς Πρωτοβάθμιας καὶ Δευτεροβάθμιας Ἐκπαίδευσης, Κύριοι Σχολικοὶ Σύμβουλοι, Κύριοι Πρόεδροι τοῦ Συλλόγου Ἐκπαιδευτικῶν Πρωτοβάθμιας Ἐκπαίδευσης καὶ ΕΛΜΕ Μεσσηνίας, Κυρίες Διευθύντριες καὶ Κύριοι Διευθυντὲς τῶν Σχολικῶν μας Μονάδων, Κύριε Πρόεδρε τῆς ἕνωσης Γονέων, Κυρίες καὶ κύριοι συνάδελφοι, ἀξιότιμο ἐκκλησίασμα, ἀγαπημένοι μᾶς μαθητές,
Ἐπιτρέψτε μου νὰ ὁμολογήσω ὅτι βρίσκομαι σὲ πραγματικὰ δύσκολη θέση τούτη τὴν ὥρα, βέβαιος γιὰ τὴν ἀποτυχία τοῦ ἐγχειρήματος τῆς ὁμιλίας μου. Τὴ χαρὰ γιὰ τὴν τιμὴ ποὺ μοῦ ἔκαναν ὁ Διευθυντὴς καὶ οἱ συνάδελφοι τοῦ σχολείου μου, διαδέχτηκαν ἡ ἀγωνία τῆς ἀνεπάρκειάς μου, νὰ ἀνταποκριθεῖ μὲ ἀξιώσεις σὲ αὐτὸ τὸ κάλεσμα γιὰ τρεῖς κυρίως λόγους.
Ἡ ὁμιλία γιὰ τοὺς τρεῖς πάνσεπτους Φωστῆρες τῆς Καππαδοκίας, τοὺς διδασκάλους ὄχι μόνων τῶν λόγων ἀλλὰ καὶ τῶν ἔργων, ἀποτελεῖ βαρὺ φορτίο, γιατὶ πρέπει μέσα σὲ λίγα λεπτὰ νὰ σκιαγραφηθοῦν δεκαέξι αἰῶνες παρουσίας στὶς συνειδήσεις τῶν πιστῶν.
Οἱ ἄνθρωποι, βλέποντας μὲ τὰ μάτια τοῦ προσώπου καὶ σπανιότερα μὲ αὐτὰ τῆς ψυχῆς, ἀναζητοῦμε ἐπαίνους ἐπιβράβευσης καὶ ἐφήμερης καταξίωσης ἀγνοώντας ὅτι ἡ ἁγιότητα δὲν ἀξιολογεῖται ἀπὸ τὸ κοσμικὸ φρόνημα, δὲν προσλαμβάνεται μὲ τὴ λογικὴ τοῦ πεπερασμένου ἀνθρώπινου μέτρου. Ἂν ξεπεράσεις τὰ ὅρια στὴ λογικὴ τοῦ κόσμου γκρεμοτσακίζεσαι, στὴ λογικὴ τῶν ἁγίων Πατέρων ἐκτοξεύεσαι καὶ φυσικὰ ἐλευθερώνεσαι. Ὅταν φτιάχνουμε ἁψίδες θριάμβου στοὺς Ἁγίους Πατέρες τοὺς ἐγκλωβίζουμε σὲ νοητὰ σχήματα καὶ τοὺς χαμηλώνουμε. Τὰ κριτήρια ἐπιτυχίας τοῦ κόσμου, κριτήρια ἀποτυχίας γιὰ τὴν ἁγιότητα καὶ ἀντιστρόφως. Ἀπὸ τὴ μιά, ἡ αὐτάρκεια καὶ ἡ ἀλαζονεία τῆς ἐπιτυχίας ποὺ χορτασμένη δὲν ἐλπίζει σὲ τίποτε. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἡ ἀποτυχία καὶ ἡ ταπείνωση ποὺ ἔχει χάσει τὰ πάντα καὶ ψάχνεται νὰ δώσει κι ἄλλα.
Ἡ ἁγιότητα δὲ θαμπώνεται ἀπὸ λαμπερὲς τελετές, οὔτε ἀναζητᾶ τὴ φανέρωση. Κρύβεται ἐπιμελῶς, προσφέρει τὴν ἀσκητικότητα τῆς θυσίας, σηματοδοτεῖ τὴν ἀκατάπαυστη λειτουργία τῆς ἀγάπης, δωροθετεῖ τὴν ἀγωνία τῆς μετάνοιας, προσδοκᾶ τὴν εὐκαιρία τῆς δοκιμασίας. Συμπιέζεται νὰ χωρέσει σὲ βιβλία καὶ ὁμιλίες, σὲ ἀργίες καὶ ἐπετείους καὶ πάντα μας διαφεύγει. Προσπαθοῦμε νὰ διερευνήσουμε τὴ ζωὴ τῶν τριῶν Πατέρων μὲ σύμμαχο τὴ λογική μας καὶ ἀποτυγχάνουμε. Ταπεινωνόμαστε, αἰσθανόμαστε τὴ δύναμη τῆς σιωπῆς καὶ τοῦ βιώματός τους καὶ μᾶς ἀποκαλύπτονται ὅλα.
Ἀντιπαλεύουν μέσα μου, οἱ προσδοκίες τῆς ἐμπιστοσύνης σας καὶ ἡ ἀντίδρασή μου νὰ μιλήσω μπροστά σε τόσους ἀνθρώπους γιὰ τρεῖς κοινωνικὰ ἀποτυχημένους (…) σύμφωνα μὲ τὰ ἰσχύοντα κοινωνικὰ κριτήρια, τὴν αἴγλη, τὴ φινέτσα καὶ τὴ λογικὴ τοῦ κόσμου τούτου.
* * *
Οἱ τρεῖς μελίρρυτοι ποταμοὶ τῆς σοφίας ποὺ σήμερα προσπαθοῦμε νὰ τιμήσουμε δὲ χωροῦν στὶς τελετές μας. Ἀκατανόητη ἡ ζωὴ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν γιὰ τὶς ἀξίες τοῦ σύγχρονου ὑλικοῦ καὶ ἀπρόσωπου πολιτισμοῦ μας, μετεξεταστέα στὴ διαδικασία ἀξιολόγησης τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ μας συστήματος, ποὺ τοὺς «τιμᾶ» ὡς προστάτες του.
Τὸ ἀπρόσωπο σχολικὸ περιβάλλον, τὸ ξενικὸ κλίμα ἐπικοινωνίας, τὸ ἀδηφάγο κυνήγι τῆς βαθμολογίας, ἡ ἀσφυκτικὴ πίεση γιὰ τὴν ὁλοκλήρωση τῆς ὕλης, ἡ ἀγωνία τῆς ἐγρήγορσης ποὺ ἀπαιτεῖ τὸ σχολεῖο καὶ κατ᾿ ἐπέκταση ὁ κόσμος τῶν ἐνηλίκων ποὺ ἑτοιμάζονται νὰ ἐνταχθοῦν οἱ μαθητές μας, βρίσκονται μακριὰ ἀπὸ τὸ ἀσκητικὸ πνεῦμα τῶν Ἱεραρχῶν. Νομίζω ὅτι οἱ τρεῖς Πατέρες εἶναι ἁπλῶς, ἐκτὸς ὕλης…
Τρεῖς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, γόνοι καταξιωμένων κοινωνικά, οἰκονομικὰ καὶ μορφωτικὰ οἰκογενειῶν. Κάτοχοι ἀξιοζήλευτης παιδείας καὶ καλλιέργειας ποὺ ἐκπλήσσει ἀκόμη καὶ σήμερα. Στὶς καλύτερες σχολὲς καὶ δίπλα στοὺς ἀρίστους των δασκάλων τῆς ἐποχῆς τοὺς σπουδάζουν ὅλες τὶς ἐπιστῆμες τῆς ἐποχῆς: ρητορική, φιλοσοφία, θεολογία, μαθηματικά, φυσική, μετεωρολογία, γεωλογία, ἀστρονομία, γεωμετρία, ἰατρική.
Καὶ στὴν κορύφωση τῆς καριέρας τοὺς ἐγκαταλείπουν τὰ πάντα: τιμητικὰ καθηγητικὰ καθήκοντα, προσοδοφόρο δικηγορία καὶ ρητορική, περίφημα ἐκκλησιαστικὰ ἀξιώματα. Ἀρνοῦνται τὸν κόσμο τοῦ πλούτου, τῆς δόξας καὶ τῆς ἐξουσίας. Ἀποσύρονται στὴν ἔρημο, ἐπιλέγοντας τὴ σκληρότατη ἄσκηση, μορφώνουν ἐκεῖ τὸν ἐσωτερικὸ ἄνθρωπο, δοκιμάζουν τὶς ἀντοχὲς τῆς σχέσης τους μὲ τὸ Θεό, σπουδάζουν μὲ δάκρυα τὴ ζωὴ τοῦ Πνεύματος.
Καὶ ἐπιστρέφουν στὸν κόσμο ἀδειάζοντας τὴν ἀγάπη τους. Μοιράζουν τὴν περιουσία τους στὴ φτωχολογιὰ καὶ γίνονται: Ὄχι διδάσκοντες, ἀλλὰ μαθητές, ποὺ μαθητεύουν μὲ ταπείνωση στὸν πόνο καὶ τὴν ἀνέχεια, τὴ θλίψη καὶ τὴ στέρηση, τὸν πειρασμὸ καὶ τὰ πάθη τῶν ἀνθρώπων. Ὄχι δεσπότες, ἀλλὰ ἐπίσκοποι καὶ πατέρες, ποὺ διακονοῦν τὸ μυστήριο τοῦ ὅλου ἀνθρώπου καὶ ὁδηγοῦν μὲ ἔργα θυσίας καὶ καθαρὴ προσευχὴ τὸ «ποίμνιο» ποὺ τοὺς ἐμπιστεύθηκε ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ.
Καὶ οἱ τρεῖς ἀντιδροῦν σὲ μιὰ ἐπιφανειακὴ πνευματικότητα, σὲ ἕναν ἀκίνδυνο χριστιανισμό, σὲ μιὰ πίστη ποὺ τυφλώνει καὶ σὲ μιὰ ἐκκλησία ποὺ δὲν εἶναι ἡ ὁδὸς τῆς ἀληθινῆς σωτηρίας καὶ τῆς ζωῆς, ἀλλὰ ἕνα μέσο στὰ χέρια τῶν ἰσχυρῶν γιὰ τὴ χειραγώγηση καὶ ἐκμετάλλευση ἀνθρώπων καὶ λαῶν.
Οἱ ἅγιοι αὐτοὶ Πατέρες, οἱ πυρσεύσαντες διὰ θείων δογμάτων τὴν οἰκουμένην, δὲν μποροῦν νὰ συμβιβαστοῦν μὲ τὴν ὑποκρισία τῶν βολεμένων χριστιανῶν: «Ξέρω πολλούς», λέει ὁ Χρυσόστομος, «ποὺ νηστεύουν καὶ προσεύχονται καὶ στενάζουν, ἐπιδεικνύοντας κάθε λογὴς ἀδάπανη εὐλάβεια. Ἐνῶ οὔτε ἕναν ὀβολὸ δὲ δίνουν στοὺς θλιμμένους. Τί κέρδος ἔχουν ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη ἀρετή τους; Γι᾿ αὐτοὺς ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν εἶναι κλειστή». Καὶ ὁ Γρηγόριος συμπληρώνει: «Μὴν τεντώνεις τὰ χέρια σου στὸν οὐρανὸ ἀλλὰ στὰ χέρια τῶν φτωχῶν. Ἂν ἐκτείνεις τὰ χέρια σου στὰ χέρια τῶν φτωχῶν ἐπίασες τὴν κορυφὴ τοῦ οὐρανοῦ».
Σεβασμιώτατε, γίνεται ὁλοένα καὶ πιὸ ἔντονη μέσα μου ἡ πεποίθηση ὅτι πρέπει νὰ σταματήσουμε νὰ μιλᾶμε ἐμεῖς γιὰ τοὺς τρεῖς Ἱεράρχες καὶ νὰ προσπαθήσουμε νὰ ἀκούσουμε τί ἔχουν νὰ ποῦν αὐτοί σε μᾶς. Ἄλλωστε, σύμφωνα μὲ τὸν Ὅσιο Βαρσανούφιο τὸν Μέγα, ἡ γνώση μετὰ σιωπῆς καὶ ἐλπίδας στὸ Θεὸ ἀποτελοῦν τὴν ὑπέρτατη θεολογία…
* * *
Παραμονὲς τῆς ἑορτῆς, ὀνειρεύτηκα τὸν Μεγάλο Βασίλειο νὰ μὴ διστάζει νὰ ἀντιπαρατεθεῖ στὸν Αὐτοκράτορα, Οὐάλη, λέγοντάς του: «Ἁρπαγὴ περιουσίας δὲ φοβᾶμαι, γιατὶ δὲν ἔχω τίποτε ἄλλο ἀπὸ λίγα τριμμένα ράσα καὶ λίγα βιβλία. Ἐξορία δὲ γνωρίζω, γιατὶ στὸν κόσμο εἶμαι προσωρινὸς κάτοικος καὶ ὅλοι οἱ τόποι δὲ μὲ ἐμποδίζουν νὰ προσεύχομαι. Ὅσο γιὰ τὸν θάνατο, τὸν παρακαλῶ, γιατὶ θὰ μὲ φέρει πιὸ γρήγορα στὸν Θεό μου…».
Τὸν εἶδα νὰ στέκεται ἀδύνατο ἀπὸ τὴν ἄσκηση καὶ τὸν κάματο στὸ πλευρὸ 30.000 φτωχῶν, ὀρφανῶν πασχόντων ἀνθρώπων, ποὺ διακονοῦσε στὴν πόλη ποὺ ἵδρυσε τὴν Βασιλειάδα κάνοντας τὴ φιλανθρωπία πρωταρχικὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς του ὅλη τὴν περίοδο τοῦ ἔτους καὶ ὄχι μόνο τὴν παραμονὴ τῆς πρωτοχρονιᾶς ποὺ σύμφωνα μὲ τὴν ἐπιβεβλημένη ἐξ ἑσπερίας ὀπτική, προσπαθεῖ μὲ κόπο λόγω τῶν παραπανίσιων κιλῶν του νὰ εἰσέλθει στὸ τζάκι φορώντας τὴν κόκκινη στολή του. Καὶ ὅταν αὐτὴ ἡ φιγούρα χωρέσει στὴν καμινάδα τῆς οἰκίας μας, ἀναπόφευκτα προβάλλει ὁ κίνδυνος νὰ μείνει ἡ χάρις τῆς ἁγιότητας ἐκτὸς τῆς καρδίας μας…
Σπούδασε ὅλες σχεδὸν τὶς ἐπιστῆμες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Στὶς διατριβές του παρελαύνουν ὁ Πλάτων, ὁ Ἀριστοτέλης, ὁ Πλούταρχος, ὁ Πλωτῖνος, οἱ στωικοὶ φιλόσοφοι.
Τὸ 370 μ.Χ., ὁ Βασίλειος καθίσταται Ἀρχιεπίσκοπος Καισαρείας.
Τὸ 16ο αἰώνα, τὰ ἔργα τοῦ Βασιλείου ἄρχισαν νὰ διδάσκονται στὸ Πανεπιστήμιο τῶν Παρισίων, τὸ δὲ πόνημά του: «Πρὸς τοὺς νέους…» ἀπέκτησε τόσους θαυμαστὲς στὴ Δύση, ποὺ ἐντὸς 50 ἐτῶν γνώρισε 20 ἐκδόσεις. Τὰ Ἅπαντά του, ἔχουν ἐκδοθεῖ στὴ Γερμανικὴ γλώσσα ἀπὸ τὸ 1776.
Ἡ ἐπιστημονικὴ ἔρευνα ἔχει καταδείξει ὅτι ὁ Βασίλειος καὶ ὁ Χρυσόστομος εἶναι οὐσιαστικὰ οἱ ἐμπνευστὲς ἑνὸς δημοσίου συστήματος ὑγείας ποὺ μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου ἁπλώνεται σὲ ὁλόκληρη τὴ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία.
* * *
Ἄκουσαν τὸν Γρηγόριο, στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας τὸ 381 νὰ ἐκφωνεῖ τοὺς περίφημους πέντε θεολογικοὺς λόγους ποὺ τοῦ ἔδωσαν δίκαια τὸν τίτλο τοῦ πιὸ σπουδαίου Θεολόγου τῆς ἐποχῆς. Ἀνέστησε ὡς ὄργανο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὴν Ὀρθοδοξία, στὰ πλαίσια τῶν ἐργασιῶν τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐνάντια στοὺς ἀρειανούς.
1700 χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν ἐμφάνιση τοῦ φεμινισμοῦ χτυπᾶ ὁ Γρηγόριος τὴν ἀνισότητα ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν, τοὺς τότε νόμους ποὺ προκλητικὰ εὐνοοῦσαν τοὺς ἄνδρες. «Δὲν δέχομαι αὐτὴν τὴν νομοθεσία» ἔλεγε. «Ἄνδρες ἦσαν οἱ νομοθέτες γιὰ αὐτὸ ἐνομοθέτησαν κατὰ τῶν γυναικῶν.
Ἀποδέχτηκε, ὄχι χωρὶς δισταγμούς, τὴν ἀπόφαση τοῦ Θεοδοσίου νὰ τὸν ἐγκαταστήσει πανηγυρικὰ στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο τὸ 381 μ.Χ. Ἡ Β´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τὸν ἀναγνώρισε ὡς Πρόεδρό της. Ὅμως ὅταν δημιουργήθηκε ζήτημα στὴν Σύνοδο καὶ ξέσπασε διαμάχη στὴν Ἐκκλησία, ὁ Γρηγόριος δείχνοντας στὴν πράξη τὴν ταπεινότητά του, ἀποσύρθηκε ἀπὸ τὸν θρόνο, θυσιαζόμενος γιὰ τὴν εἰρήνευση καὶ τὴν ἑνότητα τῆς ἐκκλησίας.
* * *
Σούρουπο μὲς τὸ καταχείμωνο, παγωνιὰ στοὺς δρόμους τῆς Ἀντιόχειας. Οἱ ἄνθρωποι κρύοι καὶ ἄρρωστοι κλεισμένοι στὰ σπίτια τους. Ἕνας ρασοφόρος, τριγυρίζει στὰ σκοτεινὰ σοκάκια. Ἐπισκέπτεται, παρηγορεῖ καὶ πολλὲς φορὲς χωρὶς νὰ τὸν ἀντιληφθοῦν, μοιράζει χρήματα. Εἶναι ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.
Διετέλεσε Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, ὅπου διακρίθηκε γιὰ τὸ σπουδαῖο ποιμαντικὸ καὶ φιλανθρωπικὸ ἔργο του. Μόλις ἀνέρχεται στὸν θρόνο, τὸ 398 μ.Χ., πουλάει τὰ πολυτελῆ σκεύη καὶ ἔπιπλα τοῦ Πατριαρχείου γιὰ χάρη τῶν φιλανθρωπικῶν ἱδρυμάτων. Διακόπτει ἄμεσα τὴ διοργάνωση ἐπίσημων καὶ πλούσιων δείπνων καὶ μὲ τὰ χρήματα ποὺ ἐξοικονομεῖ, ὀργανώνει συσσίτια γιὰ ἑπτὰ χιλιάδες φτωχοὺς καθημερινά, χωρὶς νὰ ὑπολογίζονται σὲ αὐτὸ τὸ νούμερο οἱ ξένοι καὶ αὐτοὶ ποὺ γιὰ κάποιο διάστημα βρισκόντουσαν στὴν Πόλη.
Ὁ ἴδιος ζεῖ λιτὰ καὶ ἀσκητικά, προκαλώντας τὸ θαυμασμὸ τοῦ ἁπλοῦ λαοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν περιφρόνηση τῶν πλούσιων καὶ κοινωνικὰ ἰσχυρῶν πολεμίων του. Δὲ διστάζει νὰ καθαιρέσει μεγάλο ἀριθμὸ ἐπισκόπων μὲ τὴν κατηγορία τοῦ χρηματισμοῦ κατὰ τὴν ἄσκηση τῆς ἱεροσύνης. Ἀντιμετωπίζει δραστικὰ τὸ σκανδαλισμὸ ποὺ προκαλοῦσαν στοὺς πιστοὺς μὲ τὸν πολυτελῆ βίο τους, ἀπερίσκεπτοι κληρικοὶ καὶ μοναχοί.
Ἡ ἐπιμονή του μάλιστα νὰ κτίσει λεπροκομεῖο, ὄχι σὲ κάποια ὑποβαθμισμένη περιοχὴ τῆς Κωνσταντινούπολης, ἀλλὰ στὴν πλουσιότερη συνοικία ἔξω ἀπ᾿ τὴν πόλη, ἐκεῖ ποὺ ζοῦσαν μεγάλοι γαιοκτήμονες καὶ οἱ ὁποῖοι ἔβλεπαν τὴν οἰκονομικὴ ἀξία τῶν πολυτελῶν οἰκημάτων νὰ μειώνεται λόγω τῆς γειτνίασης μὲ τὸ κτήριο αὐτό, ἀποτέλεσε καὶ τὴν ἀφορμὴ γιὰ τὴν ὁριστικὴ δίωξή του ἀπὸ τὴν αὐτοκράτειρα Εὐδοξία. Τὴ δέχτηκε ἀδιαμαρτύρητα γιὰ τὴ δόξα τῆς ἐκκλησίας.
Οἱ νουθεσίες του ἐπεκτείνονται πρὸς τοὺς πολιτικοὺς καὶ πολιτειακοὺς ἄρχοντες: Ὁ ἄρχοντας, τονίζει ὁ Χρυσόστομος Ἰωάννης, δὲν πρέπει νὰ ὑπερέχει ἀπὸ τοὺς ἀρχόμενους στὶς τιμές, ἀλλὰ στὶς ἀρετές. Ἐπιστέγασμα τοῦ μεγάλου ἀνδρὸς ἡ ρήση: «Ἡ διαμάχη γύρω ἀπὸ τὸ δικό μου καὶ τὸ δικό σου ἀποτελεῖ τὴ ρίζα ὅλων τῶν κοινωνικῶν κακῶν.»
Ψυχολόγος καταπληκτικός, παιδαγωγὸς μέγας. Ἀνάλυσε καὶ διατύπωσε ἀξεπέραστες ἀλήθειες, γιὰ τὴν ἀξία τῆς παιδαγωγίας τὸν δάσκαλο, τὸν μαθητή, τοὺς γονεῖς, τὴ συζυγικὴ καὶ οἰκογενειακὴ ζωή.
* * *
Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες ἀναμφισβήτητα, τάραξαν τὰ νερὰ τῆς ἐποχῆς τους καὶ ἄφησαν παρακαταθῆκες μὲ αἰώνια ἀξία. Οἱ κοινωνικὲς θέσεις τοὺς εἶναι σύγχρονες καὶ ριζοσπαστικές. Ὁ Νικόλας Μπερντιάεφ ὁ μεγαλύτερος ἴσως Ρῶσος διανοητὴς τοῦ 20ου αἰώνα μεταξὺ τῶν ἄλλων ἀναφέρει: «στὸν Μεγάλο Βασίλειο, ὅπως καὶ στὸν Ἰωάννη Χρυσόστομο ἡ κοινωνικὴ ἀδικία, δημιούργημα τῆς κακῆς διανομῆς τοῦ πλούτου, κριτικάρεται μὲ τέτοια δριμύτητα ποὺ θὰ ἔκανε τὸν Προυντὸν καὶ τὸν Μὰρξ νὰ χλωμιάσουν».
Ἄνθρωποι μὲ ἀνοιχτοὺς πνευματικοὺς ὁρίζοντες, τονίζουν στὰ κείμενά τους τὴν ἀξία τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς παιδείας. Ὁ Γρηγόριος ἀντιδρώντας στὶς ἀπόψεις κάποιων ἀκραίων καὶ φοβικῶν χριστιανῶν, ποὺ ἀρνοῦνταν τὴ μελέτη τῆς κλασικῆς παιδείας, ὑποστηρίζει πὼς εἶναι «ἀγροῖκοι καὶ ἀγράμματοι», ὅσοι δὲ δέχονται τὴν ἀξία της. Ἀποκαλεῖ τὴν πόλη τῶν Ἀθηνῶν ποὺ ἦταν κέντρο σπουδῆς τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, «Χρυσὴ Ἀθήνα τῶν Γραμμάτων».
Πέτυχαν νὰ προφυλάξουν τὴ σύνθεση Χριστιανισμοῦ καὶ Ἑλληνισμοῦ ἀπὸ φιλοσοφικὲς καὶ αἱρετικὲς ἀκρότητες ποὺ ἤθελαν τὴν ἀπορρόφηση τοῦ ἑνὸς ἀπὸ τὸ ἄλλο στοιχεῖο. Αὐτὸ ἦταν τὸ πνεῦμα τῶν Τριῶν Πατέρων οἱ ὁποῖοι δὲ φιλοσοφοῦσαν, ἀλλὰ θεολογοῦσαν. Αὐτὸ ἦταν τὸ πνεῦμα τῶν Τριῶν Πατέρων οἱ ὁποῖοι δὲν φιλοσοφοῦσαν, ἀλλὰ θεολογοῦσαν. Οἱ ὁποῖοι ἐπίστευαν, ἐβίωναν, ἐλάτρευαν, ἐκήρυτταν ἐσταυρωμένο καὶ ἀναστημένο Χριστό. Καὶ οἱ ὁποῖοι ὡς Χριστοφόροι καὶ Χριστοκήρυκες ἀναμόρφωσαν τὴν Οἰκουμένη.
Φιλοσοφικότερος καὶ ἐπιστημονικότερος ὁ Βασίλειος, θεολογικότερος καὶ ποιητικότερος ὁ Γρηγόριος, λαμπρότερος στὴ χρήση τοῦ λόγου καὶ ἀσυμβίβαστος ὁ Χρυσόστομος. Καὶ οἱ τρεῖς εἶχαν εἰλικρινῆ καὶ θερμὴ πίστη, ὑπέρλαμπρη εὐγλωττία, μεγάλη καὶ ἰσχυρὴ παιδεία, πλήρη ἀφοσίωση στὴν Ὀρθοδοξία, ἀγάπη στὸ ποίμνιο, τόλμη ἐνώπιον τῶν ἀρχόντων, ἀνεξάντλητη φιλανθρωπία, διαρκῆ νηφαλιότητα, ἄμεμπτη σωφροσύνη.
* * *
Σεβασμιώτατε, αἰσθάνομαι ὅτι ἀποδεικνύομαι κατώτερος τῶν ἀπαιτήσεων τούτης τῆς ἑορτῆς. Ἀδυνατῶ νὰ παραβλέψω τὸ ὀξύμωρο σχῆμα: Σήμερα ποὺ τιμοῦμε «τοὺς Μεγίστους Φωστῆρες τῆς τρισηλίου Θεότητος», γινόμαστε μάρτυρες ἀπὸ τὴ μιὰ τῆς ἀναγνώρισης τοῦ ἐπιστημονικοῦ τους ἔργου σὲ παγκόσμια κλίμακα καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τῆς ἐπιχείρησης ἀποσύνδεσης τῆς Ἑλληνικῆς παιδείας καὶ τῶν γραμμάτων ἀπὸ τὴν παρουσία τῶν Προστατῶν τους καὶ μιᾶς σαφοῦς ἰδεολογικῆς διαφοροποίησης μὲ ἔντονά τα στοιχεῖα τῆς ἀμφισβήτησης ἀκόμη καὶ γιὰ τοὺς Πατέρες, ἐν γένει τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας ἄρα καὶ τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ κόσμου».
Καλοῦμαι νὰ μιλήσω γιὰ τοὺς τρεῖς Ἱεράρχες, ἀλλὰ δυσκολεύομαι νὰ ἀπαντήσω στὸ ἀφοπλιστικὸ ἐρώτημα τῶν μαθητῶν μου. «Γιατί, Κύριε οἱ τρεῖς Ἱεράρχες εἶναι προστάτες τῶν Γραμμάτων καὶ τῆς Παιδείας μας;». Ὁμολογῶ ὅτι ἡ ψυχραιμία καὶ οἱ γνώσεις μου δοκιμάστηκαν σοβαρά. Τὸ δὲ κύρος καὶ ἡ εἰλικρίνειά μου ἐπλήγησαν ἀνεπανόρθωτα.
Πῶς νὰ σᾶς κοιτάξω στὰ μάτια μαθητές μου καὶ νὰ σᾶς πῶ ὅτι οἱ προστάτες ἅγιοι τῆς Παιδείας, εἶναι πιὰ μακριὰ ἀπὸ τὸ ἐπίκεντρο τοῦ ἐνδιαφέροντος τῆς ἐκπαιδευτικῆς στοχοθεσίας μας;
Στὸ γλωσσικὸ μάθημα, ποὺ συστήνει τὸν ἄνθρωπο ὡς πνευματικὸ καὶ ἠθικὸ ὄν, δὲ συναντᾶ ὁ μαθητὴς τοῦ Δημοτικοῦ οὔτε ἕνα κείμενο τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, στὸ βιβλίο τῶν θρησκευτικῶν της Γ´ Γυμνασίου τὸ κεφάλαιο ποὺ ἀναφέρεται στοὺς Τρεῖς Ἱεράρχες ἔχει ἀφαιρεθεῖ.
Ἀγαπημένοι μας μαθητές, πῶς νὰ ἐκστομίσω ὅτι καὶ ἐγὼ ποὺ καλοῦμαι ὡς δάσκαλος νὰ σᾶς ἐμπνεύσω τὶς ἀξίες τῆς ὀρθόδοξης ζωῆς καὶ τῆς ἑλληνικῆς παράδοσης, ἀγωνίζομαι νὰ ξεφύγω ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς κοσμικῆς λογικῆς, τὴν ἀναποτελεσματικότητά μου νὰ διδάξω μέσα ἀπὸ τὸ προσωπικὸ παράδειγμα, τὴ δυσκολία μου νὰ ἀποδεχτῶ καὶ νὰ σεβαστῶ τὴν ἰδιαιτερότητα τοῦ ἄλλου καὶ νὰ διδάξω θυσιαστικὰ τὸ Πρόσωπο τοῦ μαθητῆ ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ μου, τὴν ἀδυναμία νὰ μετατρέψω τὴν ἐχθρότητα σὲ φιλία καὶ ἀγάπη, τὴν ἔλλειψη πνευματικῆς ζωῆς, τὴν ἀραιὴ ἐξομολόγηση καὶ συμμετοχὴ στὴ θεία Κοινωνία σὲ γνήσια, ἐν Χριστῷ, παρουσία, τὸ ἄγχος καὶ τὴ φιλοδοξία τῆς ἐπιτυχίας σὲ πίστη καὶ ἐλπίδα, τὸ φυσικὸ φόβο στοὺς ἀνωτέρους μου σὲ πνευματικὴ παρρησία, τὴ φθορὰ τῆς ρουτίνας τῆς καθημερινότητας σὲ χαραμάδα οὐράνιας ζωῆς καὶ βίωμα κατὰ χάριν θέωσης;
Ὅλοι ἐμεῖς ποὺ ἀναζητοῦμε ἐναγωνίως τὴν ἀλήθεια γιὰ νὰ τὴν ἀνακαλύψουμε πρέπει πρῶτα νὰ τὴν ἀμφισβητήσουμε. Διότι εἶναι ὁρατὸς ὁ κίνδυνος καὶ τούτη ἡ γιορτὴ νὰ λάβει τὴ μορφὴ μιᾶς ἀκόμη ἁπλῆς τυπικῆς ἐπετειακῆς σύναξης.
Ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ πῶ πὼς στέκεται μετέωρη καὶ ἀναποτελεσματικὴ μπροστὰ στὴν ἀπαξίωση τοῦ σχολείου ἡ ἐπίκληση τῆς προστασίας τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν.
Ἡ παιδεία μας σήμερα, ἐγκατέλειψε τὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ καὶ στράφηκε στὸν ἐγκέφαλό του. Γεμίζουμε τὸ κεφάλι τοῦ παιδιοῦ μὲ γνώσεις καὶ ἀφήνουμε σβησμένη τὴν ψυχή του.
Ἕνα ἐκπαιδευτικὸ σύστημα:
Τὸ σχολεῖο ἀρνεῖται πεισματικὰ νὰ γίνει κατάλληλο γιὰ τοὺς μαθητὲς καὶ πασχίζει νὰ κάνει τοὺς μαθητὲς κατάλληλους (…) γιὰ τὸ σχολεῖο.
Καὶ ἔτσι, παρὰ τὶς φιλότιμες προσπάθειες τῶν ἐκπαιδευτικῶν μας ποὺ καὶ αὐτοὶ εἶναι πρόσωπα, ἔχουν τὶς δικές τους ἀνάγκες, καὶ μετατρέπονται ἀπὸ φορεῖς γνώσης καὶ ζωῆς σὲ διεκπεραιωτὲς ὕλης, παραμένει χῶρος ἀφιλόξενος, πληκτικός, δευτερεύουσας παιδευτικῆς σημασίας γιὰ τὸ μαθητὴ ὡς Πρόσωπο καὶ ἐν γένει γιὰ τὸ κοινωνικὸ σύνολο, ἐγκλωβισμένος σὲ σχήματα καὶ μηχανισμοὺς ποὺ τὸν ἐμποδίζουν νὰ ἀνταποκριθεῖ μὲ ἀξιώσεις στὸ βασικὸ καὶ οὐσιαστικό του ρόλο, τὶς ἀναπτυξιακὲς καὶ μορφωτικὲς ἀνάγκες τοῦ κύριου πρωταγωνιστῆ, τοῦ ἴδιου τοῦ μαθητῆ. Συχνὰ λειτουργεῖ ὡς «προκρούστειος κλίνη» τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ συστήματος ποὺ ὅ,τι ὑπολείπεται τὸ τραβάει γιὰ νὰ φθάσει καὶ ὅ,τι περισσεύει τὸ κόβει.
Ἕνα σχολεῖο, ποὺ ἐνῶ δέχεται τοὺς τρεῖς Ἱεράρχες ὡς προστάτες τῆς παιδείας καὶ τῶν γραμμάτων, ἀποστασιοποιεῖται ἀθόρυβα ἴσως καὶ φοβισμένα ἀπὸ τὸν συνειδητὸ ἐκκλησιασμό, τὸν πνευματικὸ προσανατολισμὸ στὴν ἁγιότητα καὶ τὴ θεραπευτικὴ ἀξία τοῦ ἐπιτραχηλίου ἐξομολόγησης στὴ ζωὴ τῶν μαθητῶν…
Τὸ ἐκπαιδευτικὸ πρόβλημα ποὺ ἀναγνωρίζεται μὲ τὸν ὅρο «κρίση τῆς παιδείας μας» ἔχει φθάσει στὶς μέρες μας σὲ σημεῖο αἰχμῆς. Τὸ πρόβλημα γίνεται τραγικὸ τὴν περίοδο ποὺ διανύουμε, ἐν μέσῳ οἰκονομικῆς κρίσης ποὺ οἱ προσπάθειες γιὰ διέξοδο καὶ ἐπίλυση τῶν προβλημάτων ποὺ μαστίζουν τὸ ἑλληνικὸ σχολεῖο δυστυχῶς δὲν εἶναι ἀπαλλαγμένες ἀπὸ τὶς αἰτίες καὶ τὶς νοοτροπίες ποὺ προκάλεσαν τὴν κρίση.
Ξεχάσαμε ὅτι ἡ ἀξία δὲ βρίσκεται στὸ προσωπεῖο, ἀλλὰ στὸ Πρόσωπο. Ἔτσι οἱ νέοι ἄρχισαν νὰ μαζεύουν προσωπεῖα. Πῶς νὰ ἐπιβιώσεις διαφορετικά.
«Φανέρωσέ μας τὴ μάσκα ποὺ κρύβεις κάτω ἀπὸ τὴ μάσκα ποὺ φορᾶς», λέει τὸ τραγούδι. Στὸ βάθος ἀκούγεται ἡ κραυγὴ αὐτῶν ποὺ παλεύουν καὶ διψᾶνε γιὰ ζωή.
Ἀγαπημένοι μας μαθητές, γνωρίζουμε ὅτι ἡ δοκιμασία σας εἶναι ἐπώδυνη καὶ οἱ ἀπαιτήσεις δυσβάσταχτες. Συνθλίβεται ἡ ψυχή σας, στὰ πιὸ εὐαίσθητα, στὰ πιὸ ὄμορφα χρόνια, τῆς παιδικότητας καὶ τῆς ἐφηβείας. Συμφωνοῦμε ἀπόλυτα μὲ τὰ λόγια ἑνὸς ἄξιου δασκάλου, τοῦ παιδαγωγοῦ τῆς ἀγάπης καὶ τῆς παιδαγωγικῆς σχέσης τοῦ Ἀλεξάνδρου Κοσματοπούλου: «Αὐτὸ ποὺ συχνὰ χαρακτηρίζουμε νεανικὴ αὐθάδεια τὶς πιὸ πολλὲς φορὲς δὲν εἶναι παρὰ ἢ ἔντονη διαμαρτύρηση μιᾶς ψυχῆς ποὺ βρέθηκε πληγωμένη, καθὼς μιὰ στιγμὴ εἶδε νὰ καταστρέφεται ἡ ἰδανικὴ μορφὴ ἑνὸς ἀνθρώπου, τοῦ δασκάλου της, ποὺ τὸν ἐπίστευε τέλειο».
Προσφέρουμε σήμερα παιδεία ἀγάπης; Ὄχι. Τότε πῶς θέλουμε παιδεία ζωῆς;
* * *
Τὰ βασικὰ στοιχεῖα τῆς ἀληθινῆς παιδείας γιὰ τοὺς Τρεῖς Ἱεράρχες εἶναι: ἡ ἀγάπη, ἡ ἐλευθερία καὶ ὁ σεβασμὸς τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου. Καὶ οἱ τρεῖς τονίζουν πὼς πρωτεύοντα ρόλο στὴν ἐκπαιδευτικὴ διαδικασία διαδραματίζει ἡ προσωπικότητα τοῦ δασκάλου καθὼς ἐπίσης καὶ ἡ σχέση του μὲ τοὺς μαθητές. Ἡ σχέση δασκάλου-μαθητὴ πρέπει νὰ εἶναι μιὰ σχέση ἀγάπης καὶ ἀλληλοσεβασμοῦ ποὺ βοηθάει οὐσιαστικὰ νὰ γίνει ἀποδοτικὴ ἡ διδασκαλία.
Ἡ παιδεία γιὰ νὰ εἶναι πετυχημένη πρέπει νὰ μιλᾶ στὶς ψυχὲς τῶν μαθητῶν, νὰ τὶς κάνει νὰ χαίρονται, νὰ ὀνειρεύονται, νὰ δημιουργοῦν. Νὰ εἶναι ὅπως προτείνουν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, «δρόμος ἀπελευθέρωσης, ὡρίμανσης καὶ ὄχι διαδικασία ἐξαναγκασμοῦ καὶ ἀνελευθερίας».
«Ἡ παιδεία» γράφει ὁ Χρυσόστομος, «εἶναι μέγιστο ἀγαθὸ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ἀποτελεῖ μετάληψη ἁγιότητας. Ὁ Γρηγόριος ὀνομάζει «τέχνη τεχνῶν καὶ ἐπιστήμη ἐπιστημῶν» τὸ ἔργο τοῦ δασκάλου. «Ἡ διδασκαλία στὴν τάξη» λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, «πρέπει νὰ γίνεται εὐχάριστα, γιατὶ μόνο τότε ἡ γνώση παραμένει μόνιμα.
Σύμφωνα μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο οἱ δάσκαλοι, δὲν δίνουν ὅ,τι ἔχουν, δίνουν ὅ,τι εἶναι! Δὲν ἔχουν ἀγάπη γιὰ τοὺς μαθητές τους. Εἶναι οἱ ἴδιοι ἀγάπη γιὰ αὐτούς…
Πῶς νὰ γίνω φορέας καὶ συνάμα λειτουργὸς τῶν λόγων τοῦ συγχρόνου μας Γέροντος Πορφυρίου, ποῦ λέει ὅτι: «Ὅποιος ἀγαπάει λίγο, δίνει λίγο, ὅποιος ἀγαπάει περισσότερο δίνει περισσότερο κι ὅποιος ἀγαπάει πάρα πολὺ τί ἔχει ἀντάξιο νὰ δώσει; Δίνει τὸν ἑαυτό του…»
Ἂν θέλουμε νὰ τιμήσουμε τοὺς Τρεῖς Ἱεράρχες δὲν ἀρκεῖ νὰ διεκπεραιώνουμε τὴν ὑποχρέωση μέσα ἀπὸ τυπικὲς καὶ ἐπιδερμικὲς ἑορτές. Ἀπαιτεῖται μελέτη τοῦ ἔργου τους, τῆς προσφορᾶς τους, ἀλλὰ κυρίως ἡ μίμηση τῆς στάσης ζωῆς τους, ὥστε νὰ βιώσουμε οἱ ἴδιοι τὴν ὑπερβατικὴ λογικὴ πὼς ὅ,τι βλέπουμε καὶ σκεφτόμαστε ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ αὐτὸ ποὺ νιώθουμε γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ μετάσχουμε στὸ ὕψιστο Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Ὅλοι ἐμεῖς ποὺ ἐργαζόμαστε στὸ χῶρο τῆς ἐκπαίδευσης, ἂν θέλουμε νὰ ἀτενίσουμε τὸ μέλλον μᾶς ὀφείλουμε νὰ σεβαστοῦμε τὸ παρελθόν μας. Ὅλους αὐτοὺς ποὺ ἐργάστηκαν μὲ αὐτοθυσία πρὶν ἀπὸ μᾶς καὶ μᾶς ἔδειξαν τὸ δρόμο. Τοὺς συνάδελφους ποὺ δὲ συνεχίζουν πιὰ μαζί μας εἴτε γιατὶ ἔχουν ἀναχωρήσει ἀπὸ τὴν ἐπίγεια ζωή, εἴτε ἔχουν ἀποσυρθεῖ ἀπὸ τὴν ἐνεργὸ ὑπηρεσία.
Ὅταν μπήκαμε στὴν Εὐρωπαϊκὴ Οἰκονομικὴ Κοινότητα, τὸ 1979, ἡ γαλλικὴ ἐφημερίδα «ΛΕ ΜΟΝΤ» ἔγραψε: «καλωσορίζουμε τὴν Ἑλλάδα, τὴ χώρα τῆς Φιλοκαλίας, τὴ χώρα τοῦ Βασιλείου, τοῦ Γρηγορίου, τοῦ Χρυσοστόμου». Αὐτὸν περιμένει ἡ Εὐρώπη ἀπὸ ἐμᾶς, τὸν φιλόκαλο ἄνθρωπο, τὸν φίλο του καλοῦ, τὸν ἅγιο, τὸν ἄνθρωπο ποὺ ὅπως ἔλεγε ὁ Χρυσόστομος:«εἶναι πλούσιος ὄχι γιατὶ περιβάλλεται ἀπὸ πολλὰ ἀγαθὰ καὶ χρήματα, ἀλλὰ γιατὶ δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τίποτε!...»
Σεβαστὸ ἱερατεῖο, Κυρίες καὶ Κύριοι, ἀγαπητά μας παιδιά, ἑκατοντάδες χρόνια τώρα ἑορτάζουμε στοὺς ναούς μας, στὰ σχολεῖα μας, στὶς αἴθουσες ποὺ γεννιέται τὸ ὄνειρο, στὰ Πανεπιστήμιά μας τοὺς ἁγίους αὐτοὺς Πατέρες…
Ἑκατοντάδες χρόνια τώρα εἶναι δίπλα μας, σὲ ὅ,τι κάνουμε, σὲ ὅ,τι θὰ θέλαμε νὰ κάνουμε, στὸ χαμόγελο ποὺ χαρίζουμε στὸν διπλανό μας, στὸ δάκρυ ποὺ κυλᾶ ἀπ᾿ τὰ μάτια μας, γιὰ κάθε τι ποὺ πεθαίνει, γιὰ καθετὶ ποὺ γεννιέται, στὴν κουβέντα ποὺ θὰ ποῦμε ἀπ᾿ τὴν καρδιά μας, στὴν προσευχὴ ποὺ θὰ σκεφτοῦμε.
Μᾶς ὁδηγοῦν, ἀκολουθώντας τὶς ἀνάγκες μας……
Καὶ ὄχι μόνο! Μᾶς ὁδηγοῦν ἡ ὑπομονή, ἡ πίστη καὶ ἡ ἀγάπη ὄχι τόσο ὡς μηχανισμὸς ἄμυνας καὶ ἀδυναμίας ἀλλὰ κυρίως ὡς λειτουργία προσδοκίας, προσευχῆς, ἐγρήγορσης καὶ ἀναμονῆς τῆς φανέρωσης τοῦ θελήματος τοῦ πανάγαθου Θεοῦ.
Ποιός, ἀλήθεια, γιορτάζει καὶ γιατί σήμερα; Αὐτὴ ἡ ἐρώτηση ἀξίζει νὰ ἀπαντηθεῖ. Ὅμως, ὄχι τώρα, ὄχι ἐδῶ. Ἡ ἀπάντηση εἶναι προσωπικὴ καὶ θὰ δοθεῖ στὸν καθένα χωριστὰ καθὼς θὰ κρατᾶ στὴ χούφτα τὸ ἀντίδωρο καὶ θὰ πάρει τὸ δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς γιὰ τὰ σχολεῖα μας. Ἄραγε θὰ νιώσουμε φέτος ὅτι μᾶς ἁπλώνουν τὸ χέρι;
Σεβασμιώτατε, σεβαστοὶ πατέρες, συνάδελφοι καὶ μαθητές μας, τὸ ἐνδεχόμενο νὰ ἀπογοητευθήκατε ἀπὸ τὰ λόγια μου δὲν εἶναι μικρό.
Γιὰ τὴν τόλμη μου νὰ σᾶς μιλήσω σᾶς ζητῶ νὰ μὲ συγχωρήσετε. Γιὰ τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν εὐγένειά σας νὰ μὲ ἀκούσετε, Σᾶς εὐχαριστῶ ἀπὸ καρδιᾶς.
* Ὁ Ἀλέξιος Κομνηνὸς περὶ τὸ 1100, προκειμένου ἀφενὸς νὰ τιμηθοῦν οἱ τρεῖς μεγάλοι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας κι ἀφετέρου να σταματήσουν οἱ διαμάχες καὶ φιλονικίες μεταξὺ τῶν πιστῶν σχετικὰ μὲ τὸ ποιὸς ἀπὸ τοὺς τρεῖς Ἁγίους (Ἅγιος Βασίλειος ὁ Μέγας, Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυστόστομος, Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος) εἶναι ὀ σημαντικότερος καθιέρωσε τὴν ἑορτὴ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Οι πιστοὶ ποὺ ὑποστήριζαν ὅτι πιὸ σημαντικὸς εἶναι ὁ Μέγας Βασίλειος αὐτοαποκαλοῦνταν Βασιλεῖται, αὐτοὶ ποὺ ὑποστήριζαν ὅτι ἦταν ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος αὐτοαποκαλοῦνταν Γρηγορίται καὶ τέλος αὐτοὶ ποὺ ὑποστήριζαν ὅτι ἦταν πιὸ σημαντικὸς ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος αὐτοαποκαλοῦνταν Ἰωαννίται. Ἕξι αἰῶνες ἀργότερα, τὸ 1826 μΧ ὁ Δημήτριος Φρειδερίκος Γκίλφορντ, ἱδρυτὴς τῆς Ἰονίου Ἀκαδημίας, καὶ ὁ Κωνσταντῖνος Τυπάλδος καθιέρωσαν τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ὡς ἡμέρα ἀφιερωμένη στὴν Ἑλληνικὴ καὶ Ἑπτανησιακὴ Παιδεία. Δεκαέξι χρόνια ἀργότερα, τὸ 1842 μΧ τὸ πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν καθιέρωσε γιὰ ὅλη τὴν ἐλεύθερη Ἑλλάδα τὴν ἑορτὴ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ὡς ἡμέρα ἀφιερωμένη στὴν Παιδεία καὶ στὰ Γράμματα. Ἀπὸ τότε ὡς σήμερα, οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες θεωροῦνται προστάτες τῶν μαθητῶν, τῶν φοιτητῶν καὶ τῶν σπουδαζόντων ἐν γένει, καὶ ἡ μέρα ἑορτὴ τοὺς εἶναι σχολικὴ ἀργία.