Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Πέρσης, ὁ Μεγαλομάρτυρας
Ἔζησε τὸν 4ο μ.Χ. αἰῶνα, ὅταν βασιλιὰς ἦταν ὁ Ἀρκάδιος. Κατοικοῦσε στὴν περσικὴ πόλη Βηθλαβὰ καὶ ἀνῆκε σὲ γένος ἐπίσημο. Ὁ Ἰάκωβος ἦταν πολὺ φίλος με τὸ βασιλιὰ τῶν Περσῶν Ἰσδιγέργη. Ἡ φιλία αὐτὴ ὅμως, δυστυχῶς, τὸν πίεσε καὶ ἀρνήθηκε τὴ χριστιανικὴ πίστη ποὺ εἶχε. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ λύπησε πολὺ τὴ μητέρα του καὶ τὴ σύζυγό του, ποὺ τοῦ δήλωσαν ὅτι μετὰ ἀπ᾿ αὐτὸ δὲν ἤθελαν οὔτε κἂν νὰ τὸν γνωρίζουν. Ἡ στάση αὐτὴ τῶν ἀγαπημένων του προσώπων ἄνοιξε τὰ μάτια τοῦ Ἰακώβου, συναισθάνθηκε τὸ μεγάλο του ὀλίσθημα καὶ ἔχυσε δάκρυα μετανοίας πικρά, ἀλλὰ σωτήρια. Λυπήθηκε πολύ, ἀλλὰ μία λύπη γιὰ τὴν ὁποία ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει: «Νῦν χαίρω, οὐχ ὅτι ἐλυπήθητε, ἀλλ᾿ ὅτι ἐλυπήθητε εἰς μετάνοιαν ἐλυπήθητε γὰρ κατὰ Θεόν». Τώρα, δηλαδὴ χαίρομαι, ὄχι γιατὶ λυπηθήκατε, ἀλλὰ διότι ἡ λύπη ποὺ δοκιμάσατε σᾶς ὁδήγησε στὴ μετάνοια. Διότι λυπηθήκατε ὅπως θέλει ὁ Θεός. Κατόπιν ὁ Ἰάκωβος μὲ θάῤῥος πῆγε στὸ βασιλιά, καταδίκασε τὴν πρώτη του ἐνέργεια καὶ τοῦ δήλωσε ὅτι ὁμολογεῖ καὶ πάλι τὸ Χριστό. Ἔκπληκτος ὁ βασιλιάς, ἀφοῦ δὲν μπόρεσε πάλι νὰ τὸν μεταστρέψει, ἔκοψε σὲ τεμάχια τὰ πόδια καὶ τὰ χέρια του, καὶ στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισε (τὸ 421 μ.Χ. στὴ Βηθλαβά).
Μέγας ἀσκητὴς στὴν Αἰγυπτιακὴ ἔρημο, ἱερέας καὶ ἡγούμενος κοινοβίου κοντὰ στὴν πόλη Πανεφῶ. Ἐπειδὴ δὲν ἤθελε τιμές, ἐγκατέλειψε τὴν Μονή του καὶ μὲ λαϊκὴ ἐνδυμασία κατέφυγε στὴ Μονὴ Ταβεννησιωτῶν καὶ ὑπηρετοῦσε ὅπως ὁ τελευταῖος ὑπηρέτης. Μετὰ τρία χρόνια ὅμως, τὸν γνώρισε κάποιος μαθητής του καὶ ἐπανῆλθε στὴ Μονή του. Ἀλλὰ καὶ πάλι γιὰ τοὺς ἴδιους λόγους τὴν ἐγκατέλειψε καὶ πῆγε στὴν Παλαιστίνη καὶ ἔπειτα ξαναγύρισε στὴ Μονή του, ὅπου μὲ πλήρη ταπεινοφροσύνη ἀφοῦ ἔζησε ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Λόγοι τοῦ ὁσίου αὐτοῦ, σῴζονται στὸν Εὐεργετινό.
Ἀσκητὴς μὲ τὸν ὁποῖο ἀσχολεῖται ὁ Παλλάδιος στὸ Λαυσαϊκό, ἀφηγούμενος τὰ παράδοξα τῆς ζωῆς του. Ἔζησε 37 χρόνια μέσα στὸ κελί του, χωρὶς νὰ βγεῖ καθόλου, παρὰ τὶς παγίδες τοῦ δαίμονα νὰ τὸν ἀποσπάσει ἀπὸ τὴν καλύβα του. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου καὶ τὰ ἔντυπα Μηναῖα. Ἡ μνήμη του μὲ σύντομο ὑπόμνημα ἀναφέρεται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1621, ὅπου λέγεται ὅτι ἦταν ἀπὸ τὴν πόλη Φαρά. Σὲ μικρὴ ἡλικία ἔγινε μοναχὸς καὶ ἔζησε 85 χρόνια ἀσκούμενος πάνω σ᾿ ἕνα ὄρος, μέσα σὲ μία σπηλιά, μὲ αὐστηρὴ νηστεία καὶ προσευχή. Βάδισε μὲ θεοπρέπεια τὸν ἀσκητικὸ δρόμο καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ θαυματουργὸς ἐπίσκοπος Ῥοστοβίας (Ρῶσος, + 1392 μ.Χ.)