Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νεοκαισαρείας, ὁ Θαυματουργός
Γεννήθηκε περίπου τὸ 210 μὲ 215 μ.Χ. Οἱ γονεῖς του ἦταν εἰδωλολάτρες καὶ εἶχαν μεγάλη κοινωνικὴ θέση στὴ Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου. Μετὰ τὴν στοιχειώδη ἐκπαίδευσή του, ὁ Γρηγόριος μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του Ἀθηνόδωρο πῆγαν στὴ Βηρυττὸ γιὰ νὰ σπουδάσουν νομικά. Ὁ Θεὸς ὅμως εἶχε ἄλλα σχέδια γιὰ τὸ Γρηγόριο. Ὅταν περνοῦσε ἀπὸ τὴν Καισαρεία, ἄκουσε τὸ δεινὸ ἑρμηνευτῆ τῶν Γραφῶν, Ὠριγένη. Ὁ Γρηγόριος τόσο πολὺ ἐνθουσιάστηκε μαζί του, ὥστε ἄφησε τὰ νομικὰ καὶ διετέλεσε ἐπὶ χρόνια μαθητής του. Κατόπιν πῆγε στὴν Ἀλεξάνδρεια, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἐπέστρεψε στὴ Νεοκαισάρεια μὲ πλήρη θεολογικὴ μόρφωση καὶ ἅγιο ζῆλο. Τότε ὁ Μητροπολίτης Ἀμάσειας Φαίδημος διέκρινε τὰ χαρίσματά του καὶ τὸν ἔκανε ἐπίσκοπο Νεοκαισαρείας. Ἡ ἐπισκοπὴ αὐτὴ εἶχε μόνο 17 χριστιανούς! Ὁ Γρηγόριος, ὅμως, δὲν τὸ θεώρησε ὑποτιμητικό. Βασιζόταν πολὺ στὴ δύναμη τῆς θείας χάριτος καὶ πάντα εἶχε στὸ μυαλό του τὰ ἐνθαῤῥυντικὰ λόγια του θείου Παύλου: «Ἐνδυναμοῦ ἐν τῇ χάριτι τῇ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Νὰ ἐνδυναμώνεσαι μὲ τὴ χάρη ποὺ μᾶς δίνεται ἀπὸ τὴν σχέση καὶ τὴν ἕνωσή μας μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Πράγματι, μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ὁ Γρηγόριος ἔκανε καταπληκτικὸ ἀγῶνα καὶ ἐκχριστιάνισε σχεδὸν ὅλη τὴν πόλη. Καὶ ἐνῷ εἶχε παραλάβει 17 χριστιανούς, ὅταν πέθανε εἰρηνικὰ στὰ τέλη τοῦ 270 μ.Χ. εἶχαν ἀπομείνει στὴν ἐπισκοπική του περιφέρεια μόνο 17 εἰδωλολάτρες! Ὑπῆρξε δὲ τόσο ἐγκρατὴς στὴ γλῶσσα του, ὥστε δὲν βγῆκε ἀπ᾿ αὐτὴν κανένας κακός, περιττὸς ἢ ἀργὸς λόγος. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς τὸν κόσμησε καὶ μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας.
Ἁγιογράφος στὸ ἐπάγγελμα, ποὺ κατόπιν δέχτηκε τὴν ἱερωσύνη, μὲ τὴν πανοπλία τῆς ὁποίας ἀγωνίστηκε συνέχεια καὶ ἔντιμα στὸ στάδιο τῆς πίστης. Ὄχι μόνο ζηλωτής, ἀλλὰ καὶ γραμματισμένος, ἔλεγχε τὶς πλάνες τῶν ὀπαδῶν τοῦ Νεστορίου, τοῦ Εὐτυχοῦς, τοῦ Διοσκόρου, καὶ δυὸ φορὲς πῆγε σὰν ἀπεσταλμένος στὴ Ῥώμη γιὰ συνεννόηση, χάριν τοῦ κοινοῦ ἀγῶνα τῆς Ἀνατολικῆς καὶ Δυτικῆς Ἐκκλησίας ἐναντίον τῶν Εἰκονομάχων. σ᾿ ἕνα ἀπὸ τὰ δρομολόγιά του ὅμως, λόγω ἀντίξοων καιρικῶν συνθηκῶν, ἀῤῥώστησε καὶ ἀπεβίωσε (τὸ 867 μ.Χ.). Τὸ τίμιο σῶμα του, ἀργότερα κατατέθηκε στὸ Μοναστήρι τοῦ Εὐάνδρου.
Οἱ Ἅγιοι Ζαχαρίας ὁ Σκυτοτόμος καὶ Ἰωάννης
Οἱ δυὸ αὐτοὶ Ὅσιοι ἀναφέρονται σὲ κάποια διήγηση, κατὰ τὴν ὁποία ὁ Ἰωάννης εἶδε τὸν Ζαχαρία νὰ βγαίνει ἀπὸ τὸν Ναὸ τῆς ἁγίας Σοφίας συνοδευμένο ἀπὸ θεῖο φῶς. Τὸν ἀκολούθησε στὸ σπίτι του καὶ ἔμαθε ὅτι, ἂν καὶ ἦταν παντρεμένος, ζοῦσε μὲ παρθενία καὶ σωφροσύνη, ὅσα κέρδιζε ἀπὸ τὴν τέχνη του τὰ μισὰ τὰ ἔδινε στοὺς φτωχοὺς καὶ ὅτι ἔζησε ζωὴ θεοφιλῆ (7ος αἰ. μ.Χ.). Γιὰ τὸν Ἰωάννη λέγεται, ὅτι ἦταν πλούσιος καὶ ἀξιωματοῦχος. Περιφρόνησε ὅμως τὰ ἐγκόσμια καὶ ζοῦσε ζωὴ ἁπλὴ καὶ ἀσκητική, συχνάζοντας κάθε μέρα στοὺς ναούς, ὅπου ἔτυχε νὰ συναντήσει καὶ τὸν πιὸ πάνω σκυτοτόμο Ζαχαρία.
1. Σκυτοτόμος: σανδαλοποιός, ῥάπτῃς δερμάτων, κάτι παρόμοιο καὶ μεταξὺ σημερινοῦ τσαγκάρη καὶ τεχνίτη κατεργασίας καὶ μεταποίησης δερματίνων εἰδῶν.
Ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς λόγιους καὶ σοφοὺς τῆς ἐρήμου ἀσκητές. Κάποια σοφὰ ἀποφθέγματά του, περιλαμβάνονται στὸν Εὐεργετινό, ὅπου ὁ Λογγίνος ῥωτᾷ τὸν Ἀββᾶ Λούκια γιὰ διάφορα ζητήματα. Ὁ Ὅσιος Λογγίνος ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Οἱ Ἅγιοι Γεννάδιος καὶ Μάξιμος Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως
Ἄξιοι κατὰ πάντα καὶ οἱ δυὸ ποιμενάρχες τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Γεννάδιος Α´, διαδέχτηκε τὸ ἔτος 458 τὸν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ἀνατόλιο. Προηγούμενα ἦταν πρεσβύτερος στὴν ἴδια Ἐκκλησία. Ὁ Πατριάρχης αὐτός, ἐργάστηκε καρποφόρα γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ πολλῶν αἱρετικῶν στὴν Ὀρθοδοξία. Μεταξὺ αὐτῶν, ἐπέστρεψε μέσῳ τοῦ Γενναδίου καὶ ὁ ἀσπαζόμενος τὶς πλάνες τῶν Ναβατιανῶν Μαρκιανός, τὸν ὁποῖο καὶ ἔκανε οἰκονόμο τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας. Ἐπίσης ὁ Γεννάδιος Α´, ἔπεισε τὸν αὐτοκράτορα Λέοντα τὸν Θράκα, νὰ ἐξορίσει τὸν αἱρετικὸ Πέτρο τὸν Κναφέα, ὅταν αὐτὸς ἅρπαξε τὸ θρόνο τῆς Ἀντιοχείας ἀπὸ τὸν ὀρθόδοξο Πατριάρχη Μαρτύριο. Ἀλλὰ ἐπὶ Γενναδίου ὁ αὐτοκράτορας Λέων ὁ Μακέλλης, νομοθέτησε τὸν ἁγιασμὸ τῆς Κυριακῆς. Ὁ Γεννάδιος κανένα δὲν χειροτονοῦσε ἱερέα, ἂν αὐτὸς δὲν γνώριζε καλὰ τὴν ἑρμηνεία τῶν Ψαλμῶν. Ἐπίσης συγκάλεσε Σύνοδο στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἐκδόθηκε ἐγκύκλιος «κατὰ τῆς χρηματολογίας πρὸς χειροτονίαν». Μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν εὐσυνείδητη καὶ ἱεροπρεπῆ πολιτεία, ὁ Γεννάδιος Α´ πέθανε τὸ 471. Τώρα ὡς πρὸς τὸν Πατριάρχη Μάξιμο, δὲν εἶναι ἐπαρκῶς καθορισμένο ποιὸς ἀπὸ τοὺς Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, ποὺ φέρουν τὸ ὄνομα αὐτὸ εἶναι ὁ Ἅγιος. Κατὰ πᾶσα πιθανότητα ὅμως, πρόκειται γιὰ τὸν Μάξιμο Γ (1476 -1482). Αὐτὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο καὶ ἐργάστηκε μὲ πολλοὺς τρόπους γιὰ τὴν βελτίωση τῶν ἠθῶν. Ὁ ἴδιος μάλιστα, ἀκούραστα κάθε Κυριακὴ δίδασκε στὸ λαὸ τὸν θεῖο λόγο. (Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ, περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται σ᾿ ὁρισμένους Συναξαριστὲς καὶ τὴν 20ή Νοεμβρίου).
Ὁ Ὅσιος Γεννάδιος ὁ Βατοπαιδινός
Ὁ Ὅσιος αὐτὸς ἦταν δοχειάρης (ὑπεύθυνος γιὰ τὴν πλήρωση τῶν δοχείων τῆς Μονῆς μὲ λάδι) τῆς Μονῆς Βατοπαιδίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Αὐτὸς λοιπόν, ἀξιώθηκε νὰ δεῖ πιθάρι ἄδειο νὰ ἀναβλύζει λάδι, διὰ θαύματος τῆς Θεοτόκου. Ὁ Ὅσιος Γεννάδιος ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος αὐτός, ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές, βρίσκεται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1578 χωρὶς ὑπόμνημα. Ἴσως νὰ εἶναι ὁ ἴδιος με τὸν μάρτυρα Σάκτο ποὺ γιορτάζεται τὴν 25η Ἰουλίου.
Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται στὸν Συναξαριστὴ Delehaye μὲ τὴν σημείωση ὅτι ἀσκήτευσε στὸν Ὄλυμπο τῆς Βιθυνίας. Πρόκειται γιὰ τὸν Ἰωάννη τὸν μοναχὸ ποὺ ὑπῆρξε (919-944) γνωστὸς γιὰ τὴν ἁγιότητα τῆς ζωῆς του ἐπὶ Ῥωμανοῦ τοῦ Λεκαπηνοῦ, ποὺ ὁ αὐτοκράτορας αὐτός, μετὰ τὴν πτώση του, ἔστειλε σφραγισμένη ἐπιστολὴ σ᾿ αὐτὸν τὸν Ἰωάννη καὶ ἐξομολογεῖτο τὶς ἁμαρτίες του.
Ὁ Ὅσιος Νίκων ὁ θαυματουργὸς μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Σεργίου
Ρῶσος (†1427 μ.Χ.)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτῆς τῆς ἁγίας τῆς Ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστοφόρου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.