Ὁ Ἅγιος Παντελεήμων ὁ Μεγαλομάρτυς καὶ Ἰαματικὸς
Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Νικομήδεια. Τὸν πατέρα του ἔλεγαν Εὐστόργιο καὶ τὴν μητέρα του, ποὺ ἦταν εὐσεβέστατη χριστιανή, Εὐβούλη. Ὁ Παντελεήμων γρήγορα στερήθηκε τὶς φροντίδες τῆς μητέρας του, διότι πέθανε πρόωρα. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ διδαχθεῖ τὴν χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ ἕνα διακεκριμένο λειτουργὸ τῆς Ἐκκλησίας, τὸν Ἱερέα Ἑρμόλαο. Τότε ὁ Παντελεήμων εἶχε τελειώσει τὶς ἰατρικές του σπουδές, κοντὰ στὸ φημισμένο γιατρὸ Εὐφρόσυνο. Τὴν ἐπιστήμη του χρησιμοποίησε ἰδιαίτερα γιὰ τοὺς ἀπόρους ἀσθενεῖς καὶ ἔτρεχε μὲ μοναδικὴ προθυμία στὶς καλύβες τους, βοηθώντας τους ὄχι μόνο ἰατρικά, ἀλλὰ καὶ χρηματικά. Σὲ κάθε σπίτι ποὺ ἔμπαινε δίδασκε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἔφερνε σ᾿ αὐτὸ πολλὲς ψυχές. Ἦταν εὐσπλαγχνικὸς σὲ ἀκρότατο βαθμὸ γιὰ ὅλους τοὺς πάσχοντες, γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς τοῦ δώρησε τὸ χάρισμα νὰ θεραπεύει ἀσθενεῖς μὲ μόνη τὴν προσευχή του. Ἔτσι θεράπευσε πολλούς, μεταξὺ αὐτῶν καὶ ἕνα τυφλό, ποὺ ἔγινε ἀφορμὴ νὰ συλλάβει ὁ Διοκλητιανὸς καὶ τὸν Ἅγιο. Τὸν τυφλὸ τὸν θανάτωσε διότι πίστεψε στὸ Χριστὸ καὶ τὸν Παντελεήμονα ὑπέβαλε σὲ φρικτὰ βασανιστήρια, ὥσπου στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισε. Ὁ Παντελεήμων, ὅμως, ἀνήκει σ᾿ αὐτούς, γιὰ τοὺς ὁποίους ὁ Κύριος εἶπε: «μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται». Μακάριοι, δηλαδή, εἶναι οἱ εὐσπλαχνικοί, ποὺ συμπονοῦν στὴ δυστυχία τοῦ πλησίον, διότι αὐτοὶ θὰ ἐλεηθοῦν ἀπὸ τὸ Θεὸ τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως.
Αὐτὸς γιατρεύτηκε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Παντελεήμονα, ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ καὶ μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου τοῦ Κοπρωνύμου (741 μ. Χ.). Οἱ γονεῖς της, Στρατήγιος καὶ Φεβρωνία, διακρίνονταν γιὰ τὴν εὐσέβειά τους καὶ μὲ ὅμοιο τρόπο ἀνέθρεψαν καὶ τὴν θυγατέρα τους. Ἡ Ἀνθοῦσα παρ᾿ ὅλες τὶς προτάσεις γιὰ γάμο, ἐκδήλωσε τὴ θέλησή της ἀπὸ τὴν ἀρχὴ σταθερά. Καὶ ὅταν πέθαναν οἱ γονεῖς της, δὲν μετέβαλλε τὴν ἀπόφασή της. Ἔμεινε παρθένος καὶ ἀφιέρωσε τὴν περιουσία της σὲ φιλανθρωπικοὺς καὶ ἱεροὺς σκοπούς. Στὴν Ἀνθοῦσα ὀφείλεται ἡ ἀνέγερση δυὸ μονῶν. Αὐτὴ τοῦ Μαντινέου μὲ ναὸ ἀφιερωμένο στὴν ἁγία Ἄννα, καὶ αὐτὴ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, ποὺ χρησιμοποιήθηκε σὰ γυναικεία Μονή. Ὅταν ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Κων/νο Κοπρωνυμο διατάχθηκε σκληρὸς διωγμὸς κατὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων καὶ τῶν ὑποστηρικτῶν τους, τὸ μοναστήρι τῆς Ὁσίας Ἀνθούσας ὑπῆρξε ἀπὸ τὰ πιὸ ἔνθερμα κέντρα τῆς Ὀρθοδοξίας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ Ὁσία στὴν ἀρχὴ βασανίστηκε. Ἀλλ᾿ ὅταν προέβλεψε ὅτι ἡ ἄῤῥωστη βασίλισσα θὰ διέφευγε τὸ θάνατο καὶ θὰ γεννοῦσε δίδυμα, τότε ἀγαπήθηκε πολὺ ἀπ᾿ αὐτὴν καὶ ὑποστήριξε ποικιλοτρόπως τὸ μοναστήρι τῆς Ὅσίας Ἀνθούσας. Ἡ ὁποία ἀδιατάρακτη πλέον ἔπειτα, πέθανε εἰρηνικά.
Οἱ Ἅγιοι 153 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Θρᾴκη
Μαρτύρησαν διὰ πνιγμοῦ μέσα στὴ θάλασσα.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος τοῦ Νόβγκοροντ (Ῥῶσος)
Διὰ Χριστὸν σαλός.