Ἡ Κοίμησις τῆς Ἁγίας Ἄννας, Μητέρας τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
Ἡ Ἁγία Ἄννα, ἡ μητέρα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, καταγόταν ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Λευΐ. Ὁ πατέρας της, ποὺ ἦταν ἱερέας, ὀνομαζόταν Ματθᾶν καὶ ἡ μητέρα της Μαρία. Ἡ Ἄννα εἶχε καὶ δυὸ ἀδελφές, τὴν ὁμώνυμη μὲ τὴν μητέρα της Μαρία καὶ τὴν Σοβήν. Καὶ ἡ μὲν Μαρία εἶχε κόρη τὴν Σαλώμη, ἡ δὲ Σοβὴ τὴν Ἐλισάβετ. Καὶ ἡ Ἄννα τὴν Παρθένο Μαρία. Ἡ Ἁγία Ἄννα ἀξιώθηκε νὰ ἔχει τὴν μεγάλη τιμὴ καὶ εὐτυχία νὰ ἀποκτήσει μοναδικὴ κόρη, τὴν μητέρα του Σωτῆρα τοῦ κόσμου. Ἀφοῦ ἡ Ἁγία Ἄννα ἀπογαλάκτισε τὴν Θεοτόκο καὶ τὴν ἀφιέρωσε στὸ Θεό, αὐτὴ πέρασε τὴν ὑπόλοιπη ζωή της μὲ νηστεῖες, προσευχὲς καὶ ἐλεημοσύνες πρὸς τοὺς φτωχούς. Τέλος, εἰρηνικὰ παρέδωσε στὸ Θεὸ τὴν δίκαια ψυχή της, κληρονομώντας τὰ αἰώνια ἀγαθά. Διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος διαβεβαίωσε ὅτι «οἱ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον ἀπελεύσονται». Οἱ δίκαιοι, δηλαδή, θὰ μεταβοῦν γιὰ νὰ ἀπολαύσουν ζωὴ αἰώνια.
Οἱ Ἅγιοι 165 Πατέρες τῆς Ε´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου
Στὰ χρόνια τοῦ Βασιλιᾶ Ἰουστινιανοῦ Α´ τὸ ἔτος 535, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ἦταν ὁ Ἄνθιμος ὁ Τραπεζούντιος, ποὺ ὑποστήριζε τὶς αἱρετικὲς θεωρίες τοῦ Εὐτυχοῦς. Ἔτσι ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸν Πατριαρχικὸ θρόνο καὶ ἀντ᾿ αὐτοῦ χειροτονήθηκε Πατριάρχης, ἀπὸ τὸν τότε Πάπα Ρώμης Ἀγαπητό, ὁ Πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας στὴν Κωνσταντινούπολη Μηνᾷς. Μὲ τὴν ἀφορμὴ λοιπὸν αὐτή, ἐπαναστάτησαν οἱ Σεβῆρος καὶ Πέτρος ὁ Ἀπαμείας, ποὺ ἦταν ἄνθρωποι αἱρετικοὶ καὶ συνιστοῦσαν τὰ βλάσφημα δόγματα τοῦ Ὠριγένη. Ὁπότε ἐπικράτησε μεγάλη ταραχὴ στὴν Ἐκκλησία. Ἔτσι ὁ βασιλιὰς Ἰουστινιανὸς συγκάλεσε στὴν Κωνσταντινούπολη Σύνοδο ἀπὸ 165 Ἁγίους Πατέρες, μὲ τὴν προεδρία τοῦ Πατριάρχη Μηνᾷ καὶ ἀναθεμάτισαν τοὺς προαναφερθέντες αἱρετικούς, καθὼς καὶ τοὺς ὀπαδούς τους. Ἀπὸ τότε ἡ Ἐκκλησία γιορτάζει τὴν ἀνάμνηση τῆς Συνόδου αὐτῆς πρὸς δόξαν Θεοῦ.
Ἡ Ὀλυμπιάδα ἔζησε στὰ χρόνια τῶν Πατριαρχῶν Νεκταρίου καὶ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου (395 μ.Χ.). Ὁ πατέρας της Ἀκούνδος εἶχε τὸ ἀξίωμα τοῦ κόμητος. Κατ᾿ ἄλλους ὅμως ὀνομαζόταν Σέλευκος. Ἡ Ὀλυμπιάδα εἶχε μεγάλη σωματικὴ ὡραιότητα, εὐφυΐα, παιδεία, καὶ πολλὰ πλούτη. Παντρεύτηκε τὸν ἔπαρχο Κωνσταντινουπόλεως Νευρίδιο, ἀλλ᾿ αὐτὸς μετὰ ἀπὸ λίγο χρόνο πέθανε καὶ ἔτσι ἡ Ὀλυμπιάδα ἔμεινε χήρα σὲ πολὺ μικρὴ ἡλικία. Ὁ αὐτοκράτωρ Θεοδόσιος προσπάθησε νὰ τὴν πείσει νὰ πάρει δεύτερο ἄνδρα, κάποιο ἀξιωματοῦχο Ἐλπίδιο. Αὐτὴ ὅμως, τιμώντας τὴν μνήμη τοῦ ἄντρα της καὶ φλεγόμενη ἀπὸ τὸν πόθο νὰ ὑπηρετήσει τὴν Ἐκκλησία μὲ τὰ πλούτη της, ἀπέῤῥιψε τὸ δεύτερο γάμο. Ἀφοσιώθηκε λοιπὸν στὸ μέγα ἀρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως Ἰωάννη τὸ Χρυσόστομο καὶ γεμάτη ἐνθουσιασμὸ ἔδωσε στὴν ἀρχιεπισκοπή του χιλιάδες χρυσὰ νομίσματα καὶ κτήματα. Μέσα στὴν Ἐκκλησία εἶχε τὸν τίτλο τῆς Διακόνισσας. Ἵδρυσε μάλιστα καὶ μοναστήρι, κοντὰ στὸ ναὸ τῆς ἁγίας Εἰρήνης. Ἀργότερα, ὅταν ὁ Χρυσόστομος ἐξορίστηκε, ἡ Ὀλυμπιάδα ἔπεσε σὲ βαθὺ πένθος. Γιὰ νὰ τὴν παρηγορήσει ὁ μέγας ἱεράρχης, τῆς ἔστειλε ἀρκετὲς ἐπιστολὲς (σῴζονται 17). Πέθανε ἐξορισμένη στὴ Νικομήδεια, μόλις 50 ἐτῶν, λίγο μετὰ ἀπὸ τὸ θάνατο τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου.
Ἡ Ἁγία αὐτὴ ἦταν κόρη τοῦ συγκλητικοῦ Ἀντίγονου καὶ τῆς Εὐπραξίας (ἡ Ἁγία εἶχε τὸ ἴδιο ὄνομα μὲ τὴν μητέρα της), ποὺ ἦταν συγγενὴς τοῦ Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (379-395). Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ἀντιγόνου, ἡ μητέρα της τὴν παρέδωσε στὸν βασιλιὰ Θεοδόσιο γιὰ νὰ τὴν ἀποκαταστήσει. Αὐτὸς τὴν ἀῤῥαβώνιασε πολὺ μικρὴ μὲ κάποιον συγκλητικό. Ἀλλὰ κατὰ τὴν διάρκεια κάποιας περιήγησής της στὴν Αἴγυπτο, μὲ τὴν συνοδεία τῆς μητέρας της, ἡ Εὐπραξία ἐπισκέφθηκε κάποια γυναικεία Μονὴ στὴ Θήβα τῆς Ἄνω Αἰγύπτου (ὅπου ἡγουμένη ἦταν μία ἁγία γυναῖκα, ποὺ λεγόταν Μαρίνα) καὶ τόσο τῆς ἄρεσε ἡ ζωὴ τῶν ἐκεῖ ἀσκουμένων, ὥστε ἀποφάσισε νὰ περάσει τὸ ὑπόλοιπό της ζωῆς της μαζὶ μ᾿ αὐτές. Ἡ δὲ μητέρα της δὲν ἔφερε ἀντίῤῥηση, ἐπέστρεψε στὴν Ἀνατολή, πούλησε τὴν κτηματική της περιουσία καὶ ἐπανῆλθε στὴ Μονή. Ἐκεῖ ἀφοῦ κατέθεσε ὅλα τὰ χρήματα ἀπὸ τὴν πώληση τῆς περιουσίας της, ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἡ δὲ κόρη της Εὐπραξία, μοίρασε τὰ χρήματα αὐτὰ στὶς ἐκκλησίες καὶ στοὺς φτωχοὺς καὶ ἐπιδόθηκε σὲ αὐστηρότατη ἄσκηση γιὰ 45 ὁλόκληρα χρόνια. Ἔτσι ἀσκητικὰ καὶ ἅγια ἀφοῦ ἔζησε, παρέδωσε εἰρηνικὰ τὸ πνεῦμα της στὸν Θεό, ἐπιτελώντας πολλὰ θαύματα.
Οἱ Ἅγιοι Σάκτος (ἢ Σάγκτος), Ματοῦρος, Ἄτταλος καὶ Βλανδίνα
Μαρτύρησαν στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ τῶν Ρωμαίων Μάρκου Ἀντωνίνου. Ὁ Σάκτος καὶ ὁ Ματοῦρος ἦταν ἀπὸ τὴν Βιέννα, οἱ δὲ Ἄτταλος καὶ Βλανδίνα ἀπὸ τὴν Πέργαμο. Συνελήφθησαν διότι ἦταν χριστιανοὶ καὶ τοὺς βασάνισαν φρικτὰ μὲ διάφορα βασανιστήρια, ὅπως μὲ κοφτερὰ μαχαίρια, πυρακτωμένα σίδερα, ἄγρια θηρία, μαστιγώσεις καὶ ἄλλα. Τελικὰ τοὺς ἀπαγχόνισαν στὴ φυλακὴ καὶ τὰ σώματά τους τὰ ἔριξαν στὴ φωτιὰ καὶ κατόπιν στὸν Ροδανὸ ποταμό, ἀφοῦ τὰ τρύπησαν μὲ ἀκόντια. (Νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι ἐδῶ ὁρισμένα Ἁγιολόγια ἀναφέρουν τὴν μνήμη τῶν Ἁγίων Ποθεινοῦ ἐπ. Λυῶνος (23 Αὐγούστου) Ἀλεξάνδρου ἰατροῦ καὶ Ποντικοῦ τοῦ παιδός).
Ὁ Ὅσιος Μακάριος Ζελτοβόδας ὁ Θαυματουργὸς (Ῥῶσος)
Ὁ Ἅγιος Ἠλίας Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (6ος αἰ.)
Ὑπῆρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς Ε´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ ἔπαιξε πρωτεύοντα ρόλο στὶς ἐνέργειες γιὰ τὴν σύγκληση αὐτῆς τῆς Συνόδου.