Οἱ Ἅγιοι Συμεὼν ὁ διὰ Χριστὸν σαλὸς (τρελός) καὶ Ἰωάννης
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἔδεσσα καὶ ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ἰουστίνου τοῦ νέου. Ἦταν καὶ οἱ δυὸ εὐσεβεῖς νέοι, συνδεδεμένοι μὲ ἀδελφικὴ φιλία. Κάποτε ἦλθαν στὴν Ἱερουσαλὴμ νὰ προσκυνήσουν τοὺς Ἁγίους Τόπους. Συγκινημένοι, ἄφησαν τὶς ἐγκόσμιες ἀπολαύσεις καὶ ἔμειναν στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Γερασίμου, ὅταν ἡγούμενος ἦταν ὁ Ὅσιος Νίκων. Ἀφοῦ ἐκάρησαν μοναχοί, μετὰ ἑπτὰ ἡμέρες ἔφυγαν ἀπὸ τὴν μονὴ καὶ πῆγαν βαθειὰ στὴν ἔρημο, ὅπου 40 χρόνια πέρασαν σκληρὴ ζωή, μὲ προσευχὲς καὶ νηστεῖες. Κάποια μέρα, εἶπε ὁ Συμεὼν στὸν Ἰωάννη νὰ ἀφήσουν τὴν ἔρημο καὶ νὰ κηρύξουν τὸ Εὐαγγέλιο στοὺς ἀνθρώπους τῶν πόλεων, ὑπενθυμίζοντάς του τὸ λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, «μηδεὶς τὸ ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλὰ τὸ τοῦ ἑτέρου ἕκαστος». Ἂς μὴ ζητάει, δηλαδή, ἐγωιστικὰ κανεὶς ὅ,τι τοῦ ἀρέσει ἢ ὅ,τι τὸν συμφέρει, ἀλλὰ ἂς ζητάει ὁ καθένας τὸ συμφέρον καὶ τὴν πνευματικὴ ὠφέλεια τοῦ ἄλλου. Ὅμως ὁ Ἰωάννης δὲν πείστηκε. Ἀλλὰ καὶ ὁ Συμεὼν δὲν ὑποχώρησε. Ἔτσι, ἀφοῦ ἀποχαιρέτησε τὸν πνευματικό του ἀδελφό, πῆγε στὴν Ἱερουσαλήμ, ὅπου κήρυξε τὸ θεῖο λόγο καὶ φώτισε πολλοὺς Ἰουδαίους καὶ αἱρετικούς. Μὲ τὴν προσευχὴ δέ, θεράπευσε πολλοὺς ἀσθενεῖς. Ἔπειτα πῆγε στὴν πατρίδα του Ἔδεσσα, ὅπου τόσο πολὺ ἀφοσιώθηκε στὴ βοήθεια τῶν πασχόντων, ὥστε πολλοὶ τὸν ἔλεγαν σαλό, δηλαδὴ τρελό. Τελικὰ πέθανε πολὺ φτωχὸς καὶ ταλαιπωρημένος, ἀφοῦ εἶχε δώσει τὰ πάντα, προκειμένου νὰ βοηθήσει τοὺς συνανθρώπους του.
Οἱ Ἅγιοι Τρεῖς Μάρτυρες οἱ ἐν Μελιτινῇ
Μαρτύρησαν, ἀφοῦ τοὺς ἔσυραν μέχρι θανάτου πάνω σὲ κοφτερὲς πέτρες.
Αὐτοὶ οἱ Ἅγιοι, μαζὶ μὲ τὸν Θεόφιλο καὶ τὸν Τρόφιμο (βλέπε βιογραφικό τους σημείωμα παρακάτω), μαρτύρησαν ἐπὶ Διοκλητιανοῦ. Ἐπειδὴ δὲν ἀρνήθηκαν τὸν Χριστό, λιθοβολήθηκαν, πληγώθηκαν, ρίχτηκαν στὴ φωτιὰ καὶ στὸ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν.
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Οἱ Ἅγιοι Θεόδωρος καὶ Γεώργιος
Δὲν γνωρίζουμε κανένα βιογραφικό τους στοιχεῖο, ἁπλὰ ἀναφέρονται σὰν Ἅγιοι.
Οἱ Ἅγιοι Θεόφιλος, Τρόφιμος καὶ ἄλλοι 13 Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι αὐτοί, ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284-304) καὶ διακρίθηκαν γιὰ τὸ χριστιανικό τους θάῤῥος, στὸν διωγμὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν. Ἔμειναν πιστοὶ στὴν ὁμολογία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ὑποβλήθηκαν σὲ σειρὰ μαρτυρίων. Τοὺς λιθοβόλησαν καὶ ξέσκισαν τὶς σάρκες τους μὲ σιδερένια ὄργανα. Ἔπειτα, ἔκαψαν τὶς πληγές τους μὲ ἀναμμένες λαμπάδες. Ἐπειδὴ ὅμως ἄντεχε ἀκόμα ἡ ζωή τους, καὶ τὸ στόμα τους ἐπαναλάμβανε τὴν χριστιανικὴ ὁμολογία, τοὺς ἀποκεφάλισαν.
Ἡ Σύναξις τῶν Ἁγίων Ἀκακίου Μάρτυρος ἐν τῷ Ἑπτασκάλῳ, Ἐλευθερίου πλησίον τοῦ Ξηρολόφου (ἴσως τοῦ Κουβικουλαρίου) καὶ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τοῖς Ἁρματίου
Ὁ Ἅγιος Παρθένιος ἐπίσκοπος Ραδοβυσδίου (Νομοῦ Ἄρτας)
Ὁ νεοφανὴς αὐτὸς Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Βατσουνιὰ τῆς Θεσσαλίας. Ἀπὸ μικρὸς εἶχε τὴν ἱερατικὴ κλίση καὶ ἐπάξια διὰ τῆς θείας χάριτος, ἔγινε ἐπίσκοπος Ραδοβυσδίου. Ὑπῆρξε ἄριστος ποιμενάρχης καὶ διὰ τῆς θερμῆς του ἀγάπης καὶ διὰ τοῦ ἁγίου παραδείγματός του, στήριζε τὸ ποίμνιό του σὲ κάθε του ἀνάγκη. Τακτικὰ μάλιστα ἔβγαινε στοὺς ἀγροὺς καὶ εὐλογοῦσε τὰ ζῷα τῶν κτηνοτρόφων. Ἔτσι ὁσιακὰ καὶ δίκαια ἀφοῦ ἔζησε, παρέδωσε τὴν μακαρία ψυχή του στὸν Θεὸ τὴν 21 Ἰουλίου 1777. Κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἀνακομιδῆς τῶν ἁγίων λειψάνων του, αὐτὰ εὐωδίαζαν οὐράνιο ἄρωμα. Μέρος ἀπὸ τὰ ὀστὰ τῶν χεριῶν του, βρίσκεται στὴν Ἱερὰ Μονὴ Δουσίκου- Τρικάλων. Λέγεται ὅτι ὁ Ἅγιος Παρθένιος ὑπῆρξε ἰδιαίτερα θαυματουργὸς στὴ θεραπεία ἀσθενειῶν τῶν ζῴων.
Ὁ Ὅσιος Ὀνούφριος ὁ σιωπηλὸς ἐν τῷ Σπηλαίῳ (Ῥῶσος)
Ὁ Ὅσιος Μανουήλ αὐτοκράτωρ Κωνσταντινουπόλεως
Αὐτὸς διὰ τοῦ ἀγγελικοῦ (μοναχικοῦ) σχήματος μετονομάστηκε Ματθαῖος (1425). Ἡ μνήμη του ἀγνοεῖται ὑπὸ τῶν Συναξαριστῶν. Ἀπὸ κάποιον ἄγνωστο συντάχθηκε σ᾿ αὐτὸν Ἀκολουθία, ποὺ δημοσίευσε ὁ Λάμπρος στὸν Νέο Ἑλληνομνήμονα, τ. ΙΔ´ (1917) σελ. 318-341, μαζὶ μὲ δυὸ κανόνες, ἀλλὰ χωρὶς ὑπόμνημα (Βλέπε καὶ Γεδεῶν, Βυζαντ. Ἑορτολόγιο, σελ. 219).
Ἐπίσκοπος Κίτρους, ἐν Θεσσαλονίκῃ, Ἱερομάρτυρας καὶ Ἐθνομάρτυρας (†1821).