Ἔλαμψε μὲ τὴν πνευματική του σύνεση, τὴν ταπεινοφροσύνη, τὴ φιλαδελφία καὶ τὸ ἐνδιαφέρον του στὸ νὰ ἐπιστρέψει καὶ ἕνα μόνο ἁμαρτωλό. Μεταξὺ τῶν ἀσκητῶν ἀναδείχτηκε ὀνομαστὸς καὶ μέγας, ἀθλητὴς τῆς πρώτης γραμμῆς, τύπος ἐγκράτειας, ἀλλὰ καὶ ψυχὴ ποὺ προσευχόταν γιὰ δικαίους καὶ ἀδίκους, πλούσιους καὶ φτωχούς, ἄρχοντες καὶ ἰδιῶτες, κληρικοὺς καὶ λαϊκοὺς καὶ γενικὰ γιὰ ὅλον τὸν κόσμο. Στὴ γῆ ἦταν, ἀλλ᾿ ἡ ζωή του ἦταν οὐράνια. Ὑψωμένος πάνω ἀπὸ τὴν σάρκα, ποὺ χαλιναγωγοῦσε τέλεια μὲ τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὴν θεία κοινωνία τοῦ σώματος καὶ τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Ἡ μνήμη του μένει ὑπόδειγμα σ᾿ ὅσους θέλουν τὴν ἀσκητικὴ ζωή, γιὰ νὰ εἶναι γνήσιοι καὶ πραγματικοὶ ἀσκητές, ὄχι μόνο μὲ τὴν ἀντοχὴ τοῦ σώματος, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση καὶ τὴν λάμψη τῆς ἀρετῆς.
Ἡ Ἁγία Λουκία ἡ Παρθενομάρτυς, ὁ Ἅγιος Ρῆξος Βικάριος καὶ πολλοὶ ἄλλοι ποὺ μαρτύρησαν στὴν Κομπανία
Ἡ Ἅγια Λουκία (διάφορη αὐτῆς τῆς 13ης Δεκεμβρίου), συνελήφθη ἀπὸ τὸν Ρῆξο Βικάριο, ποὺ τὴν ἀνάγκαζε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα καὶ ν᾿ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ἡ Λουκία ὄχι μόνο δὲν πείστηκε, ἀλλ᾿ ὁδήγησε στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ τὸν Ρῆξο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἀξιώθηκε μεγάλων τιμῶν καὶ ἐγκαταστάθηκε σ᾿ ἕνα ἥσυχο σπίτι, ὅπου καταγινόταν μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν νηστεία. Παρακάλεσε δὲ τὸν Ρῆξο νὰ πάει στὴν Κομπανία τῆς Ἰταλίας καὶ νὰ μαρτυρήσει ἐκεῖ γιὰ τὸν Χριστό. Ὁ δὲ Ρῆξος, ἀφοῦ ἐγκατέλειψε γυναῖκα, παιδιά, πλοῦτο καὶ ὅλη τὴν κοσμικὴ δόξα, ἀναχώρησε μὲ τὴν Ἁγία. Στὴν πόλη αὐτὴ συνελήφθησαν καὶ οἱ δυό. Μπροστὰ στὸν ἡγεμόνα ὁμολόγησαν μὲ θάῤῥος τὸν Χριστὸ καὶ γι᾿ αὐτὸ ἀποκεφαλίστηκαν. Μαζί τους ἀποκεφαλίστηκαν καὶ πολλοὶ ἄλλοι Ἅγιοι Μάρτυρες.
Αὐτοὶ ἦταν μεταξὺ τῶν πολλῶν, ποὺ μαρτύρησαν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ, μαζὶ μὲ τὴν Ἁγία Λουκία καὶ τὸν Ἅγιο Ρῆξο. Τὰ ὀνόματά τους ἦταν τὰ ἑξῆς: Ἀνατόλιος, Ἀντωνῖνος, Λυκίας, Νέας, Σερῖνος, Διόδωρος, Δίων, Ἀπολλώνιος, Ἄπαμος, Παππιανός, Κοττύιος, Ὄρωνος, Παπικός, Σάτυρος, Βίκτωρ καὶ ἄλλοι ἐννέα.
Ὁ Ὅσιος Ἀστεῖος ἐπίσκοπος Δυῤῥαχίου
Ὁ Ὅσιος αὐτὸς ἦταν ἐπίσκοπος Δυῤῥαχίου καὶ ἔζησε ἐπὶ βασιλέως Τραϊανοῦ καὶ ἡγεμόνος Ἀγρικόλα τὸ ἔτος 98 μ.Χ. Συνελήφθη ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες τοῦ Δυῤῥαχίου καὶ ἐπειδὴ δὲν θυσίαζε στὰ εἴδωλα, ὁδηγήθηκε στὸν ἡγεμόνα Ἀγρικόλα, ὅπου τὸν ἔδειραν μὲ μολύβδινα ὁμοιώματα χεριῶν καὶ τὸν μαστίγωσαν μὲ μαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιῶν. Ἐπειδὴ ὅμως ἐπέμενε στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, τὸν ἄλειψαν μὲ μέλι καὶ τὸν σταύρωσαν σὲ καιρὸ καύσωνα, κοντὰ στὸ τεῖχος τῆς πόλης. Ἐκεῖ ἔπεσαν ἐπάνω του νέφη μελισσῶν, ὅπου ἀπὸ τὰ πολλὰ τσιμπήματα θανατώθηκε.
Οἱ Ἅγιοι Φιλήμων, Ἄρχιππος καὶ Ὀνήσιμος
Τὰ ὀνόματά τους συμπίπτουν μὲ τὰ ὀνόματα ἄλλων προσώπων ποὺ συναντᾶμε στὴν Καινὴ Διαθήκη. Εἶχαν καὶ αὐτοὶ τὴν ἴδια θερμὴ ἀγάπη πρὸς τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τέλεια ἀφοσίωση πρὸς τὸ Εὐαγγέλιό Του. Ὅταν, λοιπόν, διατάχθηκαν νὰ ἀρνηθοῦν τὸ Χριστὸ καὶ νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, καὶ οἱ τρεῖς, μὲ μία φωνή, ἀπάντησαν μὲ τὰ θεόπνευστα λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Οὐδεὶς γὰρ ἡμῶν ἑαυτῷ ζῇ καὶ οὐδεὶς ἑαυτῷ ἀποθνήσκει· ἐάν τε γὰρ ζῶμεν, τῷ Κυρίῳ ζῶμεν, ἐάν τε ἀποθνήσκωμεν, τῷ Κυρίῳ ἀποθνήσκομεν, ἐάν τε οὖν ζῶμεν, ἐάν τε ἀποθνήσκωμεν, τοῦ Κυρίου ἐσμεν». Δηλαδή, κανεὶς ἀπὸ μᾶς ποὺ πιστεύουμε δὲ ζεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ κανεὶς δὲν πεθαίνει γιὰ τὸν ἑαυτό του. Διότι καὶ ἂν ζοῦμε, ζοῦμε γιὰ νὰ δουλεύουμε στὸν Κύριο, καὶ ἂν πεθαίνουμε, πεθαίνουμε ὑποτασσόμενοι στὸ θέλημα τοῦ Κυρίου. Καὶ ἄν, λοιπόν, ζοῦμε καὶ ἂν πεθαίνουμε, εἴμαστε κτῆμα τοῦ Κυρίου. Κάνοντας, λοιπόν, πράξη τὰ λόγια τους, πέθαναν καὶ οἱ τρεῖς με μαρτυρικὸ θάνατο. Ὁ μὲν Φιλήμων μὲ σταύρωση, ὁ δὲ Ἄρχιππος ἀπὸ τραύματα, ποὺ ἔπαθε συρόμενος πίσω ἀπὸ ἕνα ἄγριο ἄλογο, μέσα σὲ πέτρες καὶ ἀγκάθια. Ὁ Ὀνήσιμος ἀποκεφαλίσθηκε μὲ ξίφος. (Ἡ μνήμη του Ἁγίου Φιλήμονος, περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται, ἀπὸ ὁρισμένους Συναξαριστὲς καὶ τὴν 6η Ἰουνίου).
Μαρτύρησε ὡς ἑξῆς: ἀφοῦ τὸν ἔβαλαν μέσα σ᾿ ἕνα πλοῖο κατόπιν στ᾿ ἀνοιχτά της θάλασσας, ἔβαλαν φωτιὰ στὸ πλοῖο μὲ ἀποτέλεσμα νὰ βρεῖ τραγικὸ θάνατο καὶ ὁ Ἀπολλώνιος, ποὺ ἐπίτηδες τὸν εἶχαν βάλει μέσα σ᾿ αὐτό.
Μετακομιδὴ τοῦ Ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ Ὁσίου Εὐδοκίμου
Ἐγκαίνια Ναοῦ Ἱερομάρτυρος Στεφάνου
Βλέπε σχετικῶς 5 Ἰουλίου, Ἅγ. Στέφανος Μητροπολίτης Ρηγίου τῆς Καλαβρίας.
Μαρτύρησε ὡς ἑξῆς: ἀφοῦ τὸν ἔδεσαν σ᾿ ἕνα τροχό, κατόπιν τὸν ἄφησαν νὰ κυλήσει μὲ δύναμη σὲ μία μεγάλη κατηφοριὰ καὶ ἔτσι ὁ Ἀλεξανδρίων, ποὺ ἦταν δεμένος στὸν τροχὸ βρῆκε τραγικὸ θάνατο.
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Κύριλλος ὁ Ὁσιομάρτυρας, ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη
Ὁ γενναῖος Ὁσιομάρτυρας τοῦ Χριστοῦ Κύριλλος, γεννήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη, στὰ χρόνια του Σουλτάνου Σουλεϊμάν. Οἱ γονεῖς του ὀνομαζόταν Πέιος καὶ Παρασκευή. Ὁ Κύριλλος, κατὰ κόσμον Κυριάκος, ὅταν ἦταν δέκα χρονῶν οἱ γονεῖς του πέθαναν καὶ ἔτσι ἔμεινε ὀρφανός. Ἀπὸ τὴν μάννα του εἶχε δυὸ θείους διαφορετικοὺς στὸ θρήσκευμα. Ὁ ἕνας - ὁ Ἰωάννης- ἦταν εὐσεβὴς χριστιανὸς καὶ ὁ ἄλλος εἶχε γίνει μουσουλμάνος. Ὁ δεύτερος κατάφερε καὶ πῆρε κοντά του τὸν Κυριάκο μὲ σκοπὸ νὰ τὸν ἐξισλαμίσει. Ἀλλ᾿ ὁ Θεὸς εὐλόγησε καὶ ὁ Κυριάκος ἦλθε σὲ ἐπαφὴ στὴ Θεσ/νίκη μὲ κάποιους ἁγιορεῖτες πατέρες, ποὺ κατάφεραν νὰ τὸν πάρουν στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ, στὴ Μονὴ Χιλιανδαρίου, ὁ Κυριάκος -14 χρονῶν - ἔγινε μοναχὸς καὶ μετονομάστηκε σὲ Κύριλλος. Ἀλλὰ ἐπειδὴ ἦταν μικρὸς στὴν ἡλικία καὶ δὲν ἐπιτρεπόταν ἡ διαμονή του στὴ Μονή, τὸν πῆγαν νὰ διακονεῖ σὲ διάφορα μετόχια της. Ἐκεῖ ἔμεινε ὀκτὼ χρόνια καὶ κατόπιν πῆγε στὴ Θεσ/νίκη, ὅπου συνάντησε τὸν εὐσεβῆ θεῖο τοῦ Ἰωάννη. Καὶ σὲ κάποια στιγμή, ἐνῷ συζητοῦσαν μὲ τὸν ἐξάδελφό του, γιὸ τοῦ θείου τοῦ Ἰωάννη, στὸ λιμάνι τῆς Θεσ/νίκης, συναντήθηκαν μὲ τὸν μουσουλμάνο θεῖο του. Τότε αὐτὸς τὸν συκοφάντησε στοὺς Τούρκους, ὅτι δῆθεν ὁ Κύριλλος ἦταν μωαμεθανὸς καὶ τώρα ἔγινε Χριστιανός. Ἀμέσως τότε ὁ Κύριλλος ὁδηγήθηκε στὸν δικαστή, ὅπου μὲ θάῤῥος μπροστά του ὁμολόγησε τὸν Χριστό. Καὶ παρὰ τὶς κολακεῖες ἔμεινε ἀμετακίνητος στὴν πίστη του. Τότε τὸν ὁδήγησαν στὸν Ἱππόδρομο, ὅπου τὸν ἔκαψαν ζωντανὸ στὶς 6 Ἰουλίου 1566. Ὁ Ἅγιος αὐτὸς δὲν ἀναφέρεται στοὺς Συναξαριστές.
Ἡ Εὕρεσις τῶν τιμίων Λειψάνων τῆς Ἁγίας Ἰουλιανῆς τῆς Παρθένου
Ἀναπαυομένης ἐν τῇ Λαύρᾳ τοῦ ἐν Κιέβῳ Σπηλαίου (Ῥωσίδα).
Μαρτύρησε στὴ Σκυθούπολη μαζὶ μὲ ἄλλους 69 χριστιανοὺς (βλέπε 28 Ἰουνίου).