Ὁ Ἅγιος Μεθόδιος ὁ Ἱερομάρτυρας ἐπίσκοπος Πατάρων
Ὁ Ἅγιος Μεθόδιος ἔζησε κατὰ τὸν 6ο αἰῶνα μετὰ Χριστόν. Ἡ σπάνια ἀρετή του καὶ ἡ μεγάλη μόρφωση ποὺ τὸν διέκρινε τὸν ἀνέβασαν στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῶν Πατάρων. Σὰν ἐπίσκοπος, ἐπεδίωκε νὰ ἐπιτελεῖ τέλεια τὰ καθήκοντά του. Ὁ φωτιστικὸς λόγος του, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸ ἅγιο παράδειγμά του, ἔτρεφε τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων τοῦ ποιμνίου του. Ἦταν ἀκοίμητος φρουρὸς τοῦ ὀρθοδόξου δόγματος καὶ ἀποφασισμένος σὲ ὅλη του τὴν ζωὴ «φυλάσσειν τὰ δόγματα τὰ κεκριμένα ὑπὸ τῶν ἀποστόλων». Νὰ φυλάττει, δηλαδή, τὶς ἀποφάσεις, ποὺ εἶχαν ὁριστικὰ κριθεῖ σὰν μόνες ὀρθὲς ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους. Γι᾿ αὐτὸ καὶ πέτυχε μετὰ ἀπὸ συστηματικὸ ἀγῶνα νὰ περιορίσει σημαντικὰ στὴν ἐπαρχία του τοὺς ὀπαδοὺς τῶν λανθασμένων δοξασιῶν τοῦ Ὠριγένη. Ὅμως, αὐτοὶ οἱ λίγοι ποὺ ἔμειναν, γιὰ νὰ ἐκδικηθοῦν, κατάφεραν νὰ βάλουν δικό τους ὑπηρέτη κοντὰ στὸ Μεθόδιο. Καὶ κάποια μέρα ποὺ ὁ ἐπίσκοπος ἀῤῥώστησε, τὸν σκότωσε μὲ μαχαίρι. Ἀλλὰ ἐνῷ τὸν μαχαίρωνε, ὁ Μεθόδιος ἄκουσε τὸ δολοφόνο νὰ λέει: «ἔτσι σκοτώνουν οἱ Ὠριγενιστές». Τότε μειδίασε ἐλαφρὰ καὶ ἔγειρε τὸ κεφάλι του εὐχαριστημένος, παραδίδοντας τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο. Ἦταν ἡ χαρά, διότι ἔπεφτε θῦμα τοῦ καθήκοντός του νὰ διαφυλάττει τὰ ὀρθὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης ὅμως, στὸ Ἁγιολόγιό του, ἔχει ἄλλη γνώμη περὶ τῶν βιογραφικῶν στοιχείων τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ καὶ τὴν παραθέτουμε ὡς ἔχει: «Ἤκμασε περὶ τὰ τέλη τοῦ γ´ καὶ τὰς ἀρχὰς τοῦ δ´ αἰῶνος· κατὰ τὸν Ἱερώνυμον (De Νirill. 83) καὶ τὸν ἱστορικὸν Σωκράτην (Ἐκκλ. Ἱστ. 6,13) ἦν οὐχὶ Πατάρων ἐπίσκοπος, ἀλλὰ Ὀλύμπου τοῦ ἐν Λυκίᾳ καὶ εἶτα ἐπίσκοπος Τύρου (τῆς Φοινίκης), κατ᾿ ἄλλην δὲ γνώμην, ἐπίσκοπος Φιλίππων τῆς Μακεδονίας. Ἡ τοιαύτη πλάνη, τοῦ νὰ λέγεται Πατάρων ἐπίσκοπος, προῆλθεν ἐκ τοῦ ὅτι ὁ περὶ ἀναστάσεως διάλογος αὐτοῦ ἐκτυλίσσεται εἰς τὰ Πάταρα. Ὁ Μεθόδιος ἦν διαπρεπὴς ἀρχιερεὺς καὶ πλατωνικὸς φιλόσοφος, ἀντίπαλος σφοδρὸς τῶν Ὠριγενιστῶν καὶ ποιητὴς δόκιμος, ὡς φαίνεται ἐκ τοῦ περισωθέντος ἔργου αὐτοῦ «Συμπόσιον τῶν δέκα παρθένων ἢ περὶ ἁγνείας». Κατὰ τὸν ἐπὶ Διοκλητιανοῦ διωγμὸν ὑπέστη τὸν μαρτυρικὸν θάνατον ἐν Χαλκίδι (τῆς Συρίας).
Ἡ κατάθεσις λειψάνων καὶ περιβολαίων τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Λουκᾶ, Ἀνδρέου καὶ Θωμᾶ, τοῦ προφήτου Ἐλισσαίου καὶ τοῦ μάρτυρος Λαζάρου, ἅτινα κατετέθησαν ἐν τῷ Ναῷ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων τῶν μεγάλων
Ἀπεβίωσαν εἰρηνικὰ στὴν ἔρημο.
Ὁ Ὅσιος Κάλλιστος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ἦταν λόγιος ἱερομόναχος Ἁγιορείτης, ποὺ ἀσκήτευε στὴ Μονὴ Ἰβήρων, καὶ τὸν ὁποῖο ὁ αὐτοκράτορας Ἰωάννης ὁ Κατακουζηνὸς ἀνύψωσε στὸν οἰκουμενικὸ θρόνο τὸ 1350, διάδοχο τοῦ Ἰσιδώρου. Μετὰ τέσσερα χρόνια πατριαρχίας, ἀναγκάσθηκε νὰ παραιτηθεῖ καὶ ἀποσύρθηκε στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Μάμαντα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴν Τένεδο. Ἀλλὰ τὸν κάλεσαν γιὰ δεύτερη φορὰ στὸν οἰκουμενικὸ θρόνο (1355-1363) μετὰ τὴν πτώση τοῦ Πατριάρχη Φιλοθέου. Ὅταν ὅμως ἦταν ἀπεσταλμένος στὴν ἡγεμονίδα τῆς Σερβίας Ἐλισάβετ καὶ πῆγε στὶς Φέῤῥες τῆς Θεσσαλίας, ἀῤῥώστησε βαρειὰ καὶ πέθανε ἐκεῖ τὸ 1363.
Γεννήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη τὸ 1322 καὶ θεῖος του ἦταν ὁ Νεῖλος Καβάσιλας, ποὺ ὑπῆρξε Ἀρχιεπίσκοπος Θεσ/νίκης. Τὸ πατρικὸ ἐπώνυμο τοῦ Νικολάου ἦταν Χαμαετός, κράτησε ὅμως τὸ μητρικὸ ἐπώνυμο Καβάσιλας προφανῶς λόγω τῆς ἰσχυρῆς παρουσίας τοῦ θείου του. Σπούδασε στὴ Θεσ/νίκη καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη ῥητορική, Θεολογία καὶ φυσικὲς ἐπιστῆμες. Διετέλεσε σύμβουλος τοῦ Κατακουζινοῦ καὶ στὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του, πρέπει νὰ ὑπῆρξε μοναχὸς καὶ ἔμενε στὸ μοναστήρι τῶν Μαγγάνων. Ὁ Ἅγιος ἦταν ὀπαδὸς τοῦ ἀνατολικοῦ μυστικισμοῦ καὶ ἡσυχαστικοῦ πνεύματος, ὅπως τὸ διαμόρφωσε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Ὑπῆρξε πληθωρικὸς συγγραφέας θεολογικῶν, λειτουργικῶν καὶ ἑρμηνευτικῶν ἔργων, καθὼς ἐπίσης, πανηγυρικῶν λόγων, ἐπιστολῶν, ἐπιγραμμάτων καὶ κειμένων πολιτικοῦ καὶ κοινωνικοῦ περιεχομένου. Πέθανε λίγο μετὰ τὸ 1391 καὶ ἁγιοποιήθηκε στὶς 19 Ἰουλίου 1983.
Σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Ὁδηγήτριας
Ἡ εἰκόνα της βρίσκεται στὴ Μονὴ Ξενοφῶντος τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
Ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ θαυματουργός, ὁ Πεντασχινίτης, Κύπριος
Βλέπε σχετικῶς Α.Χ.Ε.Χ.