Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή του, τονίζει ὅτι «οἱ ἄγγελοι εἶναι ὑπηρετικὰ πνεύματα, ποὺ δὲν ἐνεργοῦν μὲ δική τους πρωτοβουλία, ἀλλὰ ἀποστέλλονται ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ ὑπηρετήσουν ἐκείνους ποὺ θὰ κληρονομήσουν τὴν αἰώνια ζωή». Ἕνας τέτοιος ἀπεσταλμένος ἄγγελος, ἐπίγειος ὅμως, ἦταν καὶ ὁ προφήτης Μαλαχίας, ἕνας ἀπὸ τοὺς 12 μικροὺς λεγόμενους προφῆτες. Γεννήθηκε ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Λευΐ, ἐν Σοφαῖς κατὰ τοὺς χρόνους ποὺ ἐπέστρεψαν οἱ Ἑβραῖοι στὴν Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία τῆς Βαβυλῶνας. Πῆρε τὸ ὄνομα Μαλαχίας -ποὺ ἑλληνικὰ σημαίνει ἄγγελος- γιὰ τρεῖς λόγους: Πρῶτον, διότι, ὅσα προφήτευε, ἀμέσως τὰ ἐπιβεβαίωνε στὸ λαὸ θεῖος ἄγγελος. Καὶ τὸ παράδοξο ἦταν ὅτι τὸν ἄγγελο δὲν τὸν ἔβλεπαν οἱ ἀνάξιοι, ἀλλὰ μόνο οἱ ἄξιοι, τὴν φωνή του, ὅμως, τὴν ἄκουγαν καὶ οἱ ἄξιοι καὶ οἱ ἀνάξιοι. Ὁ δεύτερος λόγος γι᾿ αὐτή του τὴν ὀνομασία ἦταν ὅτι ἡ ὅλη σωματική του ἐμφάνιση εἶχε τέλεια ἁρμονία καὶ μεγαλοπρέπεια. Ὁ τρίτος λόγος καὶ σπουδαιότερος ἦταν ὅτι, ἀπὸ νέος ἀκόμα, ἔκανε ζωὴ ἐνάρετη καὶ ἠθικὰ ἄμεμπτη. Αὐτὸ τὸ ἀπέδειξε, ὅταν βρέθηκε στὴ θέση νὰ ἐλέγξει καί, πραγματικά, ἤλεγξε μὲ σφοδρότητα τὸν ἴδιο του τὸ λαὸ καὶ τοὺς Ἱερεῖς ἀκόμα τοῦ Ἰσραήλ, γιὰ τὶς ἀνομίες καὶ τὶς ἀσέβειές τους. Ὁ Θεὸς ἀξίωσε τὸν προφήτη Μαλαχία νὰ προφητεύσει καὶ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Προδρόμου τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιὰ τὴν προπαρασκευὴ τοῦ ἔργου Του. Ἔτσι, ἡ ζωὴ τοῦ προφήτη μας δείχνει πὼς κάποιος μπορεῖ νὰ γίνει ἐπίγειος ἄγγελος, μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ προφήτης Μαλαχίας πέθανε εἰρηνικά, σχετικῶς νέος, καὶ τάφηκε στὸ τόπο τῶν πατέρων του.
Ὁ Ἅγιος Γόρδιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισαρεία τῆς Καππαδοκίας καὶ ἦταν διακεκριμένος ἀξιωματικὸς τοῦ στρατοῦ τοῦ αὐτοκράτορα τῆς Ἀνατολῆς Λικινίου, ὁ ὁποῖος τὸ 314 ἦλθε σὲ πόλεμο μετὰ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου. Καὶ ἐπειδὴ ὁ Κωνσταντῖνος ἔδειχνε φανερὴ συμπάθεια πρὸς τοὺς Χριστιανούς, ὁ Λικίνιος ἀποφάσισε νὰ περιποιηθεῖ τοὺς εἰδωλολάτρες μὲ τὴν προοπτικὴ νὰ τοὺς κινήσει κάποια μέρα ἐναντίον τοῦ ἀντιπάλου του. Γι᾿ αὐτό, ἔδιωξε ἀπὸ τὴν Αὐλὴ καὶ τὸ στρατό, ὅλους τοὺς χριστιανούς, καὶ διέταξε νὰ κλείσουν καὶ νὰ γκρεμισθοῦν πολλὲς ἐκκλησίες. Ἐπέβαλε μάλιστα, αὐστηρὲς ποινὲς σ᾿ ὅλους ὅσους ἀντιστέκονταν. Τότε λοιπὸν ἀπομακρύνθηκε καὶ ὁ Γόρδιος ἀπὸ τὸ στρατό. Ἀποσύρθηκε σ᾿ ἕνα ὄρος, ὅπου περνοῦσε τὸν καιρό του μὲ προσευχή, μελέτη καὶ σωματικὴ ἐργασία. Ἀλλ᾿ οἱ πληροφορίες ποὺ ἔπαιρνε ἦταν, ὅτι ὁ Λικίνιος ἐπέμενε στὶς σκληρὲς διώξεις κατὰ τῶν χριστιανῶν. Κατέβηκε λοιπὸν μία νύχτα μὲ τὴν ἀπόφαση νὰ φωνάξει ἐναντίον τῆς ἀδικίας καὶ ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ. Νὰ στιγματίσει τὴν διαγωγὴ τοῦ αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος ἔκανε τόσο ἀνίερη κατάχρηση τῆς ἐξουσίας του ἐναντίον ὄχι μόνο τῆς ἀλήθειας, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἱερότατου δικαιώματος τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας. Ἔτσι λοιπόν, κάποια μέρα ποὺ ὅλοι οἱ ἐπίσημοι ἦταν μαζεμένοι στὸ θέατρο, ὁ Γόρδιος ἔκανε πράξη ὅλα τὰ παραπάνω, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀποκεφαλισθεῖ ἐπὶ τόπου.
Ὁ Ὅσιος Πέτρος ὁ σημειοφόρος ὁ ἐν Ἁγίῳ Ζαχαρίᾳ Ἀτρώας
Ὁ Πέτρος αὐτὸς ἦταν ἀσκητὴς στὰ ἀνατολικὰ μέρη τῆς Προποντίδας, ὅπου βρισκόταν καὶ ἡ Ἀτρώα. Δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὸν Ἅγιο Πέτρο τὸν σημειοφόρο τὸν ἐπίσκοπο Ἄργους.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Μήτηρ καὶ τὰ δυὸ Τέκνα
Μαρτύρησαν διὰ πυρός.
Ὁ Ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Θαυματουργός
Ἀναφέρεται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 361 Coislin φ. 88. Αὐτὸς ἀσκήτευσε στὸ ὄρος Λάτρος καὶ μαζὶ μὲ ἄλλους ἵδρυσε τὴν Λαύρα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Μυρσινῶνος.
Γεννήθηκε, στὴ Λέσβο μεταξὺ τῶν ἐτῶν 910-913. Οἱ γονεῖς της, Μιχαὴλ καὶ Καλή, ἦταν εὐσεβέστατοι, ἔντιμοι καὶ εὐκατάστατοι. Τὴ στέρηση παιδιοῦ τὴν ἀντιμετώπιζαν «πενθοῦντες καὶ σκυθρωπάζοντες», ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ ἀποκτοῦσαν παιδὶ καὶ γιὰ τοῦτο δὲν ἔπαυαν νὰ προσεύχωνται. Τέλος, ἡ Παναγία μὲ θεῖο ὄνειρο προειδοποίησε τὴν Καλὴ ὅτι ὄχι μόνο θὰ ἀποκτοῦσε παιδί, ἀλλὰ ὅτι τοῦτο θὰ ξεχώριζε σὲ πλοῦτο χαρισμάτων καὶ ἁγιότητα. Πραγματικά, ἀπόκτησαν κόρη, ποὺ τὴν ὠνόμασαν Θωμαΐδα, ποὺ καθὼς μεγάλωνε ξεχώριζε γιὰ τὰ χαρίσματα ποὺ εἶχε καὶ τὴν ὀμορφιά της. Ἂν καὶ δὲν εἶχε καμιὰ διάθεση γιὰ γάμο ἀλλ᾿ ἀπεναντίας ἐθαύμαζε τὴν μοναστικὴ ζωή, πειθαρχώντας στὴ θέληση καὶ ἐπιθυμία τῶν γονιῶν της, πανδρεύτηκε, μεταξὺ τῶν ἐτῶν 934-937, σὲ ἡλικία 24 ἐτῶν, κάποιον Στέφανο, ποὺ ἔγινε γι᾿ αὐτὴν «ἀκάνθινος στέφανος» γιὰ ὅλη τὴν ζωή της. Ἐνῷ αὐτὴ ἦταν τόσο καλή, τόσο ἐνάρετη, ὥστε τὴν ἤξεραν ὅλοι σὰν ὑπόδειγμα συζύγου, ὑπέφερε φοβερὰ ἀπὸ τὴν βάναυση συμπεριφορὰ τοῦ βαρβάρου συζύγου της, ποὺ καθημερινὰ εὕρισκε εὐκαιρία νὰ τὴν πληγώνει στὸ σῶμα καὶ στὴν ψυχὴ μὲ ξυλοδαρμούς, ῥαπίσματα, κλωτσιὲς ἀκόμα καὶ στὸ στόμα της, νὰ τὴν καίει, νὰ τῆς ἀνοίγει πληγὲς σ᾿ ὅλο της τὸ σῶμα. Καὶ ἡ Θωμαΐς ἀντιμετώπιζε ὅλη αὐτὴ τὴν μαρτυρικὴ κατάσταση μὲ τὴν προσευχή, τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ἀγαθοεργία. Πολὺ σύντομα ἡ πίστη καὶ ἡ ἁγιότητα τῆς Θωμαΐδος εὐλογήθηκε ἀπὸ τὸ Θεό, ποὺ τῆς ἔδωκε τὴν χάρη νὰ κάνει καὶ θαύματα, ὅταν ζητοῦσε μὲ τὶς θερμὲς προσευχὲς της τὴν βοήθειά Του γιὰ ἀνθρώπους ποὺ ὑπέφεραν. Ἔπειτα ἀπὸ δέκα τριῶν ἐτῶν μαρτυρικὴ συζυγικὴ ζωή, ἀπέθανε ἡ Θωμαΐς σὲ ἡλικία τριάντα ὀκτὼ ἐτῶν.
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτῆς τῆς ἁγίας τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Ἡ ἐν Ὀρθοδοξίᾳ Ἡνωμένη Εὐρώπη» τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη, Ἐκδ. «Ἑπτάλοφος», Ἀθῆναι 1997.