1. Πανσέληνος στοὺς Φιλίππους
Στίχοι: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Μουσική: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς, Κώστας Σιδέρης
Μέσα στὴ νύχτα ξεκινῶ γιὰ κάτι μάρμαρα θαρρῶ
μιᾶς ἐκκλησιᾶς παλιᾶς χαμένης,
ἐσὺ κοιμᾶσαι, μὰ ἐγὼ μὲς στὸ σκοτάδι προσπαθῶ,
μικρό μου, νὰ σὲ δῶ.
Ὅλα τὰ δέντρα στὴ σειρὰ θυμίζουν ψεύτικα φυτά,
μαρμαρωμένα,
ἐνῶ τὰ μάρμαρα χορὸ ἀρχίζουν στροβιλιστικά,
τά ῾χω χαμένα.
Στῆς παραζάλης τὸ σκοπὸ ἔρχομαι γιὰ νὰ θυμηθῶ
χρόνια θαμμένα,
οἱ τάφοι ἀνοίγονται στὴ γῆς κι οἱ ἅγιοι στήνονται πιὸ ῾κεῖ,
στὸ Ἅγιο Βῆμα.
Τὰ φῶτα ἀντίκρυ τῶν χωριῶν μοιάζουν παράλογα στὸ φῶς
τῆς πανσελήνου,
φωνές, εἰκόνες, ξωτικά, χρόνια παλιὰ ζεῖτε ξανὰ
σὰν μαγεμένα.
Πολλὲς φορὲς σὰν ξεκινῶ, μικρό μου, νὰ σὲ θυμηθῶ,
ὁ νοῦς μου τρέχει
καὶ τὸ μεθύσι τὸ γλυκὸ μὲ κάνει ἄλλα νὰ σκεφτῶ,
παράξενα.
Αὔγουστος τοῦ 1969 στὸ Ὀκτάγωνο τῶν Φιλίππων.
Τὸ πρῶτο μου τραγούδι (Α. Μ.)
|
2. 23 κόκκινα φῶτα
Στίχοι: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Μουσική: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
23 κόκκινα φῶτα οἱ βραδινοὶ στόχοι μου,
στόχοι τοῦ νοῦ καὶ στόχοι τοῦ ὅπλου.
Χαϊδεύω τὸ σκύλο, ρίχνω μία πέτρα, γεμίζω τὸ ὅπλο.
Σημαδεύω τὸ φεγγάρι, πέφτει τὸ φεγγάρι
καὶ τότε λέω τό ῾ριξα ῾γώ, ὁ τρελὸς ὁ μανιακός.
Γύρω γύρω ὅλοι, δεμένοι μὲ σοῦστες,
φεύγουν ταξίδια, πᾶνε γιὰ μπάνιο
κι ἐγὼ στὴ μέση στημένος
ἐλέγχω τὸ δρόμο, ἐλέγχω τὶς πίστες,
στὴ μέση ἀρχηγός, ἐγώ, ὁ τρελὸς ὁ μανιακός.
Μὲ μάτια ποὺ καῖνε ἐλέγχω τὸ δρόμο, ἐλέγχω τὶς πίστες.
Ὁ ἥλιος βαράει κι ἡ ὥρα δὲν περνάει,
κι ἐγώ, στὴ μέση στημένος,
ἐλέγχω τὸ δρόμο, ἐλέγχω τὶς πίστες,
ἐγώ, ὁ τρελὸς ὁ μανιακός.
Τὸ κίτρινο αὐτοκίνητο μὲ θλίβει ἀφάνταστα
γιατὶ δὲν μπορῶ ποτὲ νὰ τὸ ἐλέγξω.
Πάντα τὸ ξεχνάω καὶ πάντα, πάντα περνάει
νὰ μοῦ φέρει τὴ θλίψη
καὶ τότε κλαίω, καὶ κλαίω πάντα,
ἐγώ, ὁ τρελός, μοναχός.
Ἀεροδρόμιο Μίκρας, Αὔγουστος 1970
|
3. Ἀχαριστία
Στίχοι: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Μουσική: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἀχαριστία τ᾿ ἄνομά σου εἶναι γυναίκα
μπορεῖς ν᾿ ἀκούσεις κάθε στόμα νὰ σ᾿ τὸ πεῖ
ὅλων αὐτῶν ποὺ ἡ ζωὴ ἔχει κάνει πέρα,
γιατὶ ἀγάπησαν καὶ πόθησαν πολύ.
Γυναίκας ἴσκιος τώρα πιὰ δὲ μὲ σκιάζει
κι ὅ,τι κι ἂν ποῦνε τὶς ἀγάπησα πολύ,
ὅμως ἡ γκρίνια τους καὶ ἅγιο τρελαίνει
καὶ γιὰ ἕνα τίποτα ξοδεύεται ἡ ζωή.
Θὰ φάω τὰ πάντα καὶ σὰν δαίμονας θὰ γίνω,
θὰ πάω παντοῦ σὲ τόπους ἄλλους, σὲ καιροὺς
καὶ σ᾿ ἀγροκτήματα μεγάλα θὰ τὶς κλείσω,
ψηλὰ μαντρόσκυλα καλὰ νὰ τὶς φυλοῦν.
Μὰ ἡ ἀλήθεια μὲ τὸ ψέμα πολὺ μοιάζει
κι ἂν θὲς νὰ ψάξεις ἴσως εὔκολα θὰ βρεῖς
πὼς ἡ γυναίκα μὲ τὴ φύση της ταιριάζει
καὶ πιὸ ξεκάρφωτοι εἶν᾿ οἱ ἄντρες στὴ ζωή.
|
4. Κάποιος νὰ μὲ προσέχει («τύπου»)
Στίχοι: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Μουσική: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς,
Κώστας Σιδέρης, Μιχάλης Σιγανίδης
-Εἶσαι γυναίκα τύπου «κάποιος νὰ μὲ προσέχει»
κι ἔτσι τὴ βγάζεις ζούλα στὴ ζωή,
ὅποιος εἶναι κοντά σου ξεχνάει τί θέλει,
εἶσαι γυναίκα τύπου «κάποιος νὰ μὲ προσέχει».
-Ἀρχίζεις τὴ μέρα σου πάντα μ᾿ ἕνα παράπονο
πὼς δὲ σὲ προσέχουμε κι ὅμως ποτέ, μὰ ποτέ σου,
δὲ λὲς ἢ δὲν ξέρεις τί θέλεις,
περνάει ὁ καιρός σου μὲ τρόπο ἀνάποδο,
ἄραγε, ὅταν κοιμᾶσαι τί ὄνειρα βλέπεις ἢ μήπως δὲ βλέπεις;
-Μοῦ λὲς θὲς νὰ μένουμε μόνοι στὸ σπίτι τὰ βράδια,
ἐγὼ ἔχω μόνιμα ψύλλους στ᾿ αὐτιά,
τὸ ξέρω ξενύχτης θὰ μείνω καὶ ράκος θὰ πιάσω ξημέρωμα,
ἐσύ, ἄραγε, πῶς μπορεῖς νὰ κοιμᾶσαι τόσο εὔκολα μετὰ ἀπὸ καυγᾶ;
-Πάντα μπάνιο θὰ κάνεις πρὶν βγεῖς ἀπ᾿ τὸ σπίτι,
τὸ νερὸ τελειώνει στὴ γῆ καὶ ἐσὺ συνεχίζεις στὸν ἴδιο χαβᾶ,
σ᾿ τὸ ῾χω πεῖ κάθε Σάββατο βράδυ θὰ πρέπει νὰ κάνουμε μπάνιο
καὶ μετὰ τηλεόραση, ὕπνο, τὸ πρωὶ ἐκκλησία, ἀντίδωρο, λούνα πὰρκ
καὶ φαῒ στὴ γιαγιά, ὁ μπαμπάς, ἡ μαμά, τὰ παιδιά.
(ὅλοι μαζί)
-Τὸ τηλέφωνο πάντα σὲ βρίσκω νὰ ἔχεις στὸ χέρι,
τὴ μαμά σου θὰ πάρεις κάθε μέρα τουλάχιστον πέντ᾿ ἕξι φορές,
εἶσαι κλέφτης διπλός, τὴ διάθεση πάντα μοῦ κλέβεις
καὶ ὁ χρόνος κλεμμένος κι αὐτός,
πόσο εὔκολα φεύγει ἀναίτια χαμένος ὁ κλέφτης καιρός.
-Τὰ ντουλάπια μας εἶναι γεμάτα παπούτσια καὶ τσάντες
ποὺ ἀγοράζεις ἀμέσως ἀφοῦ σοῦ συμβεῖ κατιτί,
ἢ καλὸ ἢ κακὸ τὸ ἴδιο κάνει, ἔχεις βρεῖ εὐκαιρία
ν᾿ ἀγοράσεις παπούτσια καὶ τσάντες, κυρία Μάρκος,
ποὺ ποτὲ δὲ φορᾶς.
Ὀργανικὸ θέμα: Χάρης Παπαδόπουλος
|
5. Vista senza fine (Εἰκόνα δίχως τέλος)
Στίχοι: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Μουσική: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς, Μιχάλης Σιγανίδης
Non c᾿ era d᾿ aspettarmi per noi un᾿ altra vita,
avevi già deciso la strada che prendesti,
sembravano allora difficili i tempi.
Non credo fosse colpa soltanto dei fascisti,
era anche la etá, quasi ventisette,
per te che non avevi famiglia e denaro.
Ma piu delle altre cose, quel che rimane ancora
è la vista senza fine di separazione,
poteva tutto andare davvero altrimenti.
Δὲν ἦταν νὰ προσμένω γιὰ μᾶς μιὰ ἄλλη ζωή,
εἶχες ἀποφασίσει τὸ δρόμο ποὺ θὰ πάρεις,
μοιάζαν ἀλήθεια τότε σὰν δύσκολοι οἱ καιροί.
Θαρρῶ δὲν ἦταν μόνος λόγος οἱ φασίστες,
ἦταν κι ἡ ἡλικία, σχεδὸν εἴκοσι ἑπτά,
γιὰ σένα ποὺ δὲν εἶχες φαμίλια καὶ λεφτά.
Μὰ πάνω ἀπ᾿ ὅλα τ᾿ ἄλλα, εἶναι ποὺ μένει ἀκόμα
εἰκόνα δίχως τέλος, τοῦ ἀποχωρισμοῦ,
μποροῦσε κατὰ τύχη ὅλο νὰ πάει ἀλλιῶς.
Διορθώσεις στοὺς ἰταλικοὺς στίχους, μερικῶς ἀποδεκτὲς
ἔκαναν οἱ Sandro Tufano καὶ Γιάννης Χαρισιάδης.
|
6. Τραῖνο ἐξορίας
Στίχοι: Τασούλα Ταχτσίδου
Μουσική: Χάρης Παπαδόπουλος
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Στὴν ἀγορά, Σάββατο βράδυ
χωρὶς παλτὸ καὶ δίχως χάδι
μέσα στὸν κόσμο τὴ ματιά σου ἀναζητῶ
βλέπω ἄλλα ἀπὸ κεῖνα ποὺ ποθῶ.
Νὰ ξέρω θέλω ποιὸν κοιτᾶς, μὲ ποιὸν ταιριάζεις
ἂν καίγεσαι ἀργὰ κι ἀναστενάζεις
νὰ ρίχνω σπίρτο καὶ ἁλάτι στὴν πληγὴ
φτάνει ὁ πόνος ποὺ πονάω νά ῾σαι σύ.
Ἡ ἀγάπη μου εἶναι τραῖνο ἐξορίας
σὲ πάει κι ἐσὺ κρυφογελᾶς
ἀπ᾿ τὸ παράθυρό σου μὲ κοιτάζεις
μὰ ὅ,τι μένει πίσω τὸ ξεχνᾶς.
Στὴν ἀγορά, Σάββατο βράδυ
χωρὶς φιλὶ καὶ τὸ μυαλὸ ρημάδι
θέλω ἡ σκέψη μου γιὰ σένα νὰ καεῖ
κι ἀπὸ τὶς στάχτες πάλι ἐσένα νὰ σκεφτεῖ.
Τρελὸς κι αὐτὸς ποὺ κυνηγάει μιὰ ὀπτασία
ποὺ ψάχνει τὴ δική του τιμωρία
ὥρα τὴν ὥρα, ξέρω, θά ῾ρθει νὰ μὲ βρεῖ
θά ῾ναι ἡ ματιά σου μὰ δὲ θὰ κοιτᾶς ἐσύ.
31-10-2009
|
7. Ἡ ἀπαλλαγή
Στίχοι: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Μουσική: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ὁ δικαστὴς μ᾿ ἀπάλλαξε, λόγῳ ἀμφιβολίας,
ὅτι ἐγὼ τὴν ἔσπρωξα τὴν τρυφερὴ Γεωργία.
Καὶ τὸ κεφάλι χτύπησε, τὴ σύντριψε ὁ πόνος
κι ἀπ᾿ τὰ πολλὰ τὰ αἵματα μ᾿ ἔπιασε μέγας φόβος.
Λέω τοῦ Θανάση γρήγορα, Θανάση, βγέκα ὄξω
γιατὶ τὴ Γεωργούλα μας τὴν τρώει ὁ Κάτω Κόσμος.
Βγαίνει ὁ Θανάσης σὰν ἀητός, στὴν ἀγκαλιὰ τὴν παίρνει,
καὶ τὰ φτερά του ἄνοιξε, στὴ χώρα τήνε φέρνει.
Κι ἕνας χασάπης, τί γιατρός, φωτιὰ νὰ τόνε κάωει,
τὴν ἔραψε σὰν νά ῾τανε ἄχυρο σὲ τσουβάλι.
Μὰ ὁ Καϊμακλιώτης Καλαβᾶς μ᾿ ἕναν ἐκ Γερμανίας
τὴν κέντησαν σὰν νά ῾τανε τσεβρὲς ἀπ᾿ τὴν Περσία,
τὴ φρόντισαν σὰν νά ῾τανε φορτίο ἀπ᾿ τὴν Περσία.
Κι ὅταν χαθοῦν μὲ τὸν καιρὸ πόνοι, καημοὶ καὶ πάθος,
θὰ μείνει, Γεωργούλα μου, ἡ πτήση σου στὸ χάος.
|
8. Τὸ Στέλθ
Στίχοι: Χάρης Παπαδόπουλος
Μουσική: Χάρης Παπαδόπουλος
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς, Κώστας Σιδέρης
Τί ἀξία ἔχει τὸ διαμάντι, ὅταν εἶναι κάρβουνο ἡ ψυχή,
μέσ᾿ ἀπὸ τὴν κόλαση τοῦ Δάντη τῆς φυγῆς ἡ πόρτα εἶναι κλειστή.
Συννέφιασαν οἱ οὐρανοὶ μὲ ἀρχαῖες κραυγὲς πολέμου,
οἱ γιάνκηδες τὴν πέσανε τῆς χερσονήσου τοῦ Αἴμου.
Τῆς μοίρας ἤτανε γραφτὸ μιὰ νύχτα νὰ κατέλθ᾿
στὰ κρύα βουνὰ τοῦ Κόσσοβου τ᾿ ἀεροπλάνο Στέλθ.
Τί ἀξία νά ῾χει τὸ μετάξι ὅταν κουρελιάσει τὸ μυαλό,
τώρα ἡ Παγκόσμια Νέα Τάξη κάνει πλιάτσικο στὸν Θερμαϊκό.
Συννέφιασαν οἱ οὐρανοὶ...
Μ᾿ ἔβαλες ξανὰ στὴ ναφθαλίνη γκιόσα, πεισματάρα, σὰν λεπρό,
τώρα, ποὺ ἀνάβει τὸ γιαγκίνι, ἄκου τὸ δικό μου εὐχαριστῶ.
Συννέφιασαν οἱ οὐρανοὶ...
|
9. Ποδόσφαιρο στὰ χρόνια της χούντας
στὴ μνήμη τοῦ παλιοῦ Παοκτσῆ Μανόλη Ἀναγνωστάκη
Στίχοι: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Μουσική: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἑρμηνεία: Χειμερινοὶ Κολυμβητές, φίλοι ΠΑΟΚ καὶ ΑΕΚ
Τρικαλινές μου ὄμορφες, μὴν κλαῖτε τὸν καλό σας,
τοῦ πήραμε τὸ στέφανο γιὰ τὸ συμφέρον τὸ δικό σας.
Φτωχολογιὰ τρικαλινή, ποὺ σὲ τραβᾶνε σὰν τ᾿ ἀρνί,
μὲ τὸν καιρὸ θ᾿ ἀντιληφθεῖς πὼς ἱερὴ εἶν᾿ αὐτὴ ἡ στιγμή.
Μὲ τὴ δική σου συμβολή, χωρὶς νὰ ξέρεις τὸ γιατί,
δώσαμε στὸν ἀγώνα καινούργιο φῶς, καινούργιο χρώμα.
Ὀργανικὸ θέμα: Νίκος Μπακιρτζῆς
«Ὁλοστρόγγυλη σφαίρα καὶ τετράγωνος χῶρος
ἐνῷ ἀντίπαλες οἱ δύο ὁμάδες στέκουν
ἡ σφαίρα ἀνάμεσά τους θὰ πετάξει σὰν τὴ σελήνη.
Ἀρχηγοὶ ἐκλέγονται καὶ τὶς θέσεις τους παίρνουν,
χωρὶς νὰ συγχωροῦν ἀπ᾿ τὴν ἀδελφοσύνη παρεκτροπὴ
οἱ ἀμετάβλητοι κανονισμοὶ δὲν ἐπιτρέπουν μεροληψία.
Ἐκεῖ χρειάζεται ἀποφασιστικότης καὶ ψυχραιμία
οὔτε ὁ παραμικρὸς ἐρεθισμὸς στὴν ἀτυχία.
Κι ἂν ὅλ᾿ αὐτὰ εἶν᾿ ἀναγκαῖα στὸ ποδόσφαιρο
-ὅσο περισσότερο στὶς ὑποθέσεις τῆς ζωῆς».
-Ποίημα τοῦ Κινέζου ποιητῆ Λὶ Γί (50-130 μΧ.),
ἀντιγραμμένο ἀπὸ ἔκδοση τσέπης τοῦ ῾50
μὲ τίτλο Τὸ ποδόσφαιρο, ἀγνώστων λοιπῶν στοιχείων.
|
10. Ὁ ζωντόχηρος
Στίχοι: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Μουσική: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Τώρα πού ῾μαι ζωντόχηρος ἡ μοναξιὰ μὲ δέρνει
κι ἕνας τσομπάνης στὸ χωριὸ μὲ βρίσκει καὶ μοῦ λέει:
-Τί θέλεις μόνος στὸ βουνὸ στὰ νιάτα σου ἀπάνω,
τουλάχιστο ἔχεις συντροφιὰ κάνα κομμάτι γράβο;
-Ὅλο διαβάζεις, μελετᾶς, Βόγκτ, Σπίνραντ, Ντίκ, Χενλάιν
καὶ Μπέστερ,
γιατί δὲν πᾶς στὸ φεστιβὰλ νὰ νιώσεις λίγο χάι;
-Μ᾿ ἐμᾶς, τοὺς γέρους, τί ζητᾶς στὴν ἐρημιὰ τοῦ κόσμου;
μ᾿ ἂν θὲς ν᾿ ἀρμέξεις πρόβατα ἕνα χεράκι δῶσ᾿ μου.
-Γιάννη μου, νὰ μὲ συμπαθᾶς, ὄχι κτηνοτροφία,
γιὰ τὰ Σαββατοκύριακα μοῦ φθάν᾿ ἡ Γεωργία.
|
11. Ὁ καφές
Στίχοι: Σταῦρος Καραμανιώλας
Μουσική: Σταῦρος Καραμανιώλας
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς,
Σταῦρος Καραμανιώλας, Κώστας Σιδέρης
Μπῆκα μέσ᾿ σὲ μιὰ καφετερία
ποὺ τὴν εἶχε μία κομψὴ κυρία,
νὰ κάτσω στὸν μπουφέ, μὲ ὅλα μου τὰ ἐφέ,
νὰ πιῶ ἕνα βαρὺ γλυκὸ καφέ.
Κάθισα στὸν μπουφέ, μὲ ὅλα μου τὰ ἐφέ,
παρήγγειλα βαρὺ γλυκὸ καφέ.
Τάκα τάκα ἦρθε ἡ παραγγελία
πού ῾χα δώσει στὴν κομψὴ κυρία.
Ρουφάω τὸν καφέ, ἐπάνω στὸν μπουφὲ
καὶ τότε λέω στὴν κομψὴ κυρία,
ἐκείνη πού ῾χε τὴν καφετερία:
-Ὡραῖος ὁ καφές, ὡραῖος κι ὁ μπουφές,
ὡραία καὶ ἡ κυρία ποὺ σερβίρει.
Ὡραῖος ὁ καφές, ὡραῖος κι ὁ μπουφές,
τραγούδι νὰ τῆς κάνουμε, Ἀργύρη.
Βγάζω νὰ πληρώσω τὴν κυρία,
ἐκείνη πού ῾χε τὴν καφετερία,
νὰ δώσω πουρμπουάρ, νὰ πῶ κι ὀρεβουάρ,
καὶ τότε ἀκούω τὴν κομψὴ κυρία,
ἐκείνη πού ῾χε τὴν καφετερία:
-Σ᾿ τὸ λέω ὀρθὰ κοφτά, δὲ θέλω ἐγὼ λεφτά,
δεκάρα τσακισμένη ἀπὸ σένα,
μόν᾿ θέλω νὰ μοῦ πεῖς καὶ δίχως νὰ ντραπεῖς
τὸ τραγουδάκι πού ῾γραψες γιὰ μένα.
Μπράβο!
-Ὡραῖος ὁ καφές, ὡραῖος κι ὁ μπουφές,
ὡραία καὶ ἡ κυρία ποὺ σερβίρει.
Ὡραῖος ὁ καφές, ὡραῖος κι ὁ μπουφές,
τραγούδι νὰ τῆς κάνουμε, Ἀργύρη.
|
12. Τὸ φάρμακο (ντὶ-ντὶ-τί)
Στίχοι: Βασίλης Γαντζίας
Μουσική: Βασίλης Γαντζίας
Ἑρμηνεία: Χειμερινοὶ Κολυμβητές,
Χορωδία Δήμου Γλυκῶν Νερῶν
Τὸ ντὶ-ντὶ-τί, τὸ ντὶ-ντὶ-τί,
εἶν᾿ ἕνα φάρμακο πολὺ ἐξαιρετικό.
Μᾶς τό ῾στειλε ὁ Τρούμαν ἀπ᾿ τὴν Ἀμερική,
τὸ φάρμακο ποὺ λέμε ντὶ-ντὶ-τί, τὸ ντὶ-ντὶ-τί,
τὸ ντὶ-ντὶ-τὶ εἶν᾿ ἕνα φάρμακο πολὺ ἐξαιρετικό.
Σκοτώνει τοὺς κορέους, ψύλλους κι ἀρουραίους,
τὸ φάρμακο ποὺ λέμε ντὶ-ντὶ-τί, τὸ ντὶ-ντὶ-τί,
τὸ ντὶ-ντὶ-τὶ εἶν᾿ ἕνα φάρμακο πολὺ ἐξαιρετικό.
Τὸ ντὶ-ντὶ-τί, τὸ ντὶ-ντὶ-τί,
εἶν᾿ ἕνα φάρμακο πολὺ ἐξαιρετικό.
Μᾶς τὸ ῾στειλε ὁ Μεγάλος ἀπ᾿ τὴν Ἀμερική,
τὸ φάρμακο ποὺ λέμε ντὶ-ντὶ-τί, τὸ ντὶ-ντὶ-τί,
τὸ ντὶ-ντὶ-τὶ εἶν᾿ ἕνα φάρμακο πολὺ ἐξαιρετικό.
Τὸ βάζουμε στὴν τράμπα καὶ κάνει φς, φς,
τὸ φάρμακο ποὺ λέμε ντὶ-ντὶ-τί, τὸ ντὶ-ντὶ-τί,
τὸ ντὶ-ντὶ-τὶ εἶν᾿ ἕνα φάρμακο καπιταλιστικό.
Διασκευή: Ἁγιομαυρίτικη Παρέα
Ὁ Κερκυραῖος ἀρχιτέκτονας Σταμάτης Χοντρογιάννης κιθαρίστας
τοῦ πρώτου πυρήνα τῆς ὁμάδας μας μέχρι τὸ 1980, ὅταν μᾶς ἔστειλε,
τὶς ἴδιες μέρες μὲ τὸν Νίκο Βαλκάνο, μὲ e-mail τὸ τραγούδι Τὸ φάρμακο,
τὸ συνόδευσε μὲ τὸ παρακάτω κείμενο: «Τὸ τραγουδάκι αὐτὸ τὸ λέει
ἡ Λευκαδίτικη κομπανία Ἁγιομαυρίτικη Παρέα καὶ περιλαμβάνεται
στὸ δίσκο της Σουλάτσο στὸ Ἰόνιο. Τὸ λένε χρόνια στὴ Λευκάδα,
ὅπου
ἔχει γίνει γνωστό, πολλοί, δέ, νομίζουν ὅτι εἶναι ντόπιο ἢ πάντως Ἰόνιο.
Σχετικὰ μὲ τὸ DDT ὅμως ἔχω μία ἐνδιαφέρουσα προσωπικὴ μαρτυρία.
Στὴ δεκαετία τοῦ ῾50, ὅταν ζοῦσα στὸ Σωκράκι, στὴν Κέρκυρα, κάθε
καλοκαίρι ἔρχονταν νὰ μείνουν στὸ Mon Repos ἡ βασιλικὴ οἰκογένεια.
Λίγο πρὶν ἔρθουν λοιπόν, ἀεροπλάνο ψέκαζε ὅλο τὸ νησὶ μὲ DDT, γιὰ
νὰ μὴ τοὺς ἐνοχλοῦν κουνούπια καὶ μύγες. Αὐτὸ γινόταν κάθε χρόνο.
Τὸ ἀεροπλάνο ψέκαζε καὶ τὸ ὀρεινὸ Σωκράκι, καὶ λέγανε οἱ κάτοικοι:
Ἔρχεται ὁ βασιλιᾶς!»
|
13. Μῆνες
Στίχοι: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Μουσική: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς, Κώστας Βόμβολος
Μῆνες σοῦ λέω σ᾿ ἀγαπῶ, μῆνες δὲ μὲ πιστεύεις,
μῆνες στὰ χείλη σὲ φιλῶ, μῆνες δὲ λὲς πὼς θέλεις.
Τ᾿ ἀχείλι σου τ᾿ ἀμίλητο μοῦ λέει ἡ καρδιά μου· φίλα το.
Τώρα ποὺ φεύγω μακριά, ὁ φόβος σου θὰ σβήσει
κι ἡ παιδική σου, ἄμυαλη καρδιὰ λύπη θὰ μὲ γεμίσει.
Τί κι ἂν δακρύζεις καὶ γελᾶς ἀφοῦ γλυκὰ δὲ μὲ φιλᾶς.
Solidaire ou solidaire? (Ἔρημος ἢ ἀλληλέγγυος;)
Ta présence froide a orne l’entrée de la tombe;
en enceinte macédonienne un chien de chasse libre.
Ceux qui meurent a la neige me rappellent les peupliers aux camps,
ceux qui meurent a la neige sont des hommes solidaires.
(Ἡ ψυχρή σου παρουσία στόλιζε τὴν εἴσοδο τοῦ τάφου·
στὸν μακεδονικὸ περίβολο ἕνας σκύλος κυνηγετικὸς ἐλεύθερος.
Ὅσοι πεθαίνουν στὸ χιόνι μοῦ θυμίζουν τὶς λεῦκες στὰ στρατόπεδα·
ὅσοι πεθαίνουν στὸ χιόνι εἶναι ἄνθρωποι ἀλληλέγγυοι.)
Ἐμπνευσμένο ἀπ᾿τὴ νουβέλα τοῦ Ἀλμπὲρ Καμὺ
Ὁ Ἰωνᾶς ἢ ὁ καλλιτέχνης στὴ δουλειά του
|
14. Κάθε βράδυ στὸ καφὲ Ἀμάν
Στίχοι: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Μουσική: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Κάθε βράδυ στὸ καφὲ Ἀμάν
συνήθισα νὰ πίνω,
κάθε βράδυ νὰ πίνω νὰ μεθῶ,
γι᾿ αὐτὴν τὶς νύχτες νὰ μὴν μπορῶ νὰ κοιμηθῶ.
Τόσους μῆνες στὸ καφὲ Ἀμὰν
τὰ βήματά μου σέρνω,
τόσους μῆνες πόνοι καὶ καημοί,
τέτοια ζωὴ πῶς ἀπορεῖ στὸ κρασὶ νὰ ξεχαστεῖ.
Κάθε χαρὰ κι ὡραῖο ἔχουν χαθεῖ
ἀπ᾿ τὴ ζωή μου τώρα
κι οὔτε ἀπορῶ τίποτ᾿ ἄλλο νὰ σκεφτῶ,
οὔτε στιγμὴ τέτοια τύχη δὲν ἀντέχω, δὲ βαστῶ.
Βραδιὲς σειρὰ στὰ καπηλειὰ
ἡ σκέψη μας κομμάτια,
πνίγει ὁ φόβος τὴ μιλιὰ καὶ τὰ δάκρυα.
|
15. Ὁ ἥλιος καὶ τὸ φεγγάρι
Στίχοι: Παραδοσιακό
Μουσική: Παραδοσιακό
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς,
Μάρθα Μαυροειδῆ, Κώστας Σιδέρης
Ὁ ἥλιος καὶ τὸ φεγγάρι συμφωνήσανε τὰ δυό,
νὰ σὲ κάνουν τέτοια νέα, νὰ μαραίνεις κάθε νιό.
Τ᾿ ἀπεφάσισα νὰ γίνω στὴν Ἁγιὰ Σοφιὰ κουμπές,
νά ῾ρχονται νὰ προσκυνᾶνε μαυρομάτες καὶ ξανθές.
Ἂν ἐσὺ δὲ μοῦ τὸ δώσεις τὸ φιλὶ ποὺ σοῦ ζητῶ,
θὰ σ᾿ τὸ πάρω μὲ τὸ ζόρι κι ἂς μὲ φέρουνε νεκρό,
τέσσερις θὰ μὲ περάσουν ἀπ᾿ τὴν πόρτα σου νεκρό.
Ἄσπρη, μαρμαρένια βρύση, πῶς κρατᾶς κρύο νερό,
ἔτσι κι ἐγὼ ὑποφέρω τῆς ἀγάπης τὸν καημό.
Τραγουδιέται στὴ Σαμοθράκη καὶ πιθανὸν ἀναφέρεται
στὸ Φεγγάρι, τὴν κορυφὴ τοῦ ὄρους Σάος τοῦ νησιοῦ.
|
16. Ἡ κιθάρα μου νὰ σπάσει
Στίχοι: Παραδοσιακὸ Ἰθάκης
Μουσική: Παραδοσιακὸ Ἰθάκης
Ἑρμηνεία: Μάρθα Μαυροειδῆ, Κώστας Σιδέρης
Κάν᾿ τα σκάλα τὰ μαλλιά σου, κάν᾿ τα σκάλα ν᾿ ἀνεβῶ·
νὰ φιλήσω τὴν ἐλιά σου καὶ τὸν ἄσπρο σου λαιμό.
Ἴβαλα, ἴβαλα, ὤ, πᾶμε γιαλό, γιαλό,
ἴβαλα, ἴβαλα, ὤ, μόνον ἐσέν᾿ ἀγαπῶ.
Μενεξέδες καὶ ζουμπούλια, καὶ θαλασσινὰ πουλιά,
ἅμα δεῖτε τὸ πουλί μου χαιρετίσματα πολλά.
Ἴβαλα, ἴβαλα, ὤ, πᾶμε γιαλό, γιαλό,
ἴβαλα, ἴβαλα, ὤ, μόνον ἐσέν᾿ ἀγαπῶ.
Ἡ κιθάρα μου νὰ σπάσει κι οἱ χορδές της νὰ σχιστοῦν
καὶ τὰ χέρια ποὺ τὴν παίζουν σὰν κεριὰ νὰ μαραθοῦν.
Ἴβαλα, ἴβαλα, ὤ, πᾶμε γιαλό, γιαλό,
ἴβαλα, ἴβαλα, ὤ, μόνον ἐσέν᾿ ἀγαπῶ.
|
17. Καϊμακτσαλάν
Στίχοι: Χρῆστος Ραζᾶκος
Μουσική: Θεόδωρος Ἀνανιάδης
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς,
Μιχάλης Σιγανίδης, Κώστας Σιδέρης, Διονύσης Ροῦσσος
Ἄλλοι ἔχουνε τὰ πλούτη, ἄλλοι ἔχουν τὰ λεφτὰ
κι ἄλλοι στὴ ζωὴ ἐτούτη ἔχουν μόνο τὸν νταλγκᾶ,
ἔχουν νταλγκᾶ.
Ἄλλοι δὲν ἔχουν ποῦ νὰ πᾶν᾿
κι ἄλλοι τραβᾶν᾿ Καίμακτσαλαν.
Ἄλλοι στὰ σαλὲ κοιμοῦνται καὶ στὰ χιονοδρομικά,
κι ἄλλοι πάλι δὲ θυμοῦνται πῶς περνᾶνε φτωχικά,
μπατίρικα.
Καλὰ ἂν θέλεις νὰ περνᾶς στὸ Καϊμακτσαλὰν νὰ πᾶς,
ἔχει ταβέ᾿ νὰ φά᾿ νὰ σκά᾿,
ἔχει λουτρὰ νὰ κάνεις σπά.
Ἄλλοι ζοῦνε στὴ μιζέρια καὶ δὲν ἔχουνε νὰ φᾶν᾿
κι ἄλλοι στέλνουνε χαμπέρια ἀτ᾿ τὸ Καϊμακτσαλάν,
Καϊμακτσαλάν.
Ἄλλους τοὺς λέν᾿ στὰ σπὰ νὰ πάς
κι ἄλλους τοὺς κόψαν τὸ ΕΚΑΣ.
|
18. Ἡ μπλὲ κυρία
Στίχοι: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Μουσική: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Τὰ ματάκια σου τὰ μαῦρα, τὰ σγουρά σου τὰ μαλλιά,
τὴν τρεμούλα τῶν χειλιῶν σου δὲν τὰ βρῆκα πουθενά.
Βελουδένια μου κυρία, ὢ κραυγὲς πού ῾βγαζες ψές,
δὲν ἀντέχω, μπλὲ κυρία, νὰ σ᾿ ἀκούω νὰ μοῦ λές:
-Τὸ χειμώνα μὲ τὸ κρύο ἂν δὲν ἔρχομαι συχνά,
δὲν πειράζει, μὴ φοβᾶσαι, ἥλιος θὰ φανεῖ ξανά.
-Τὸ χωράφι σου ὅλο βγάζει ῥίζες κι ἄνοστα φυτά,
στὴν Ἀθήνα τώρα πάω γιὰ κονὲ καὶ τὰ λοιπά.
|
19. Σκιές
Στίχοι: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Μουσική: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ὅταν σουρουπώνει κι οἱ σκιὲς τῶν ἀνθρώπων
ἀποφεύγουντο φῶς ποὺ μὲ δύναμη φεύγει.
ἀποφάσεις καὶ θέλω ποὺ ποτὲ δὲ μετροῦν,
οἱ παλιές μου ἀγάπες, τὰ βιβλία κι οἱ φίλοι.
οἱ σκιὲς τ᾿ οὐρανοῦ καὶ οἱ λάμψεις τῆς δύσης
ἀνασαίνουν μονάχα στὸ δικό σου μέτρο.
Ἀπ᾿ τῆς δίκης τὸ στὺλ στὸ μαζικὸ καφὲ
ὑπάρχει μία ἀπόστασή ποὺ μετριέται μὲ θλίψη.
Ἀγαπημένε μου Κάντε, στὴ μικρή μας πάλη,
μία δική σου σκιὰ πλανιέται σήμερα.
Τὸ τραγούδι αὐτὸ γράφτηκε μετὰ τὴν αὐτοκτονία ἑνὸς
φίλου μου Καβαλιώτη,
τοῦ Γιάννη Γεωργιάδη. Τὴ μέρα ποὺ ἔγινε ἡ δίκη γιὰ τὴν ἔκδοση μίας κοπέλας,
τῆς Ροσάννας, στὴν Ἰταλία, συνάντησα μία παρέα νέων ποὺ γύριζαν ἀπὸ
τὴ δίκη,
κι ἀνάμεσά τους αὐτὸς ὁ φίλος ποὺ μὲ φώναξε νὰ πάω μαζί τους γιὰ καφὲ
στὴ
Μυροβόλο. Ἀκόμη ἕνα τραγούδι γιὰ τὸ πῶς αἰσθάνθηκα, ἐγώ, ἕνας ξένος,
τὴν πόλη
τῆς Καβάλας. Ὁ Κόντε ποὺ ἀναφέρεται στὸ τραγούδι εἶναι ὁ γνωστὸς Ἰταλὸς
τραγουδοποιὸς Πάολο Κόντε. Θυμᾶμαι, ἕνα βράδυ στὸ μπὰρ τοῦ Σαλαβάτη
στὴ Βενιζέλου, εἶχα πάρει μαζί μου τὸ δίσκο του Un gelato al limone,
μετάφρασα
τοὺς στίχους ἐκεῖ, τὸ ἴδιο βράδυ, καὶ ἔφτιαξα ἕνα φυλλάδιο μὲ τοὺς στίχους
καὶ
διάφορες φωτογραφίες ποὺ τὸ μοίραζα σὲ φίλους, ἀλλὰ καὶ στὸν ἴδιο τὸν
Κόντε,
στὸ τέλος μιᾶς συναυλίας του στὴν Ἀθήνα, στὸ Παλλάς. Τώρα, τὸ πῶς συνδέθηκε
ὁ Κόντε μὲ τὸ τραγούδι αὐτό, δὲ θυμᾶμαι. Νομίζω πὼς εἶχα ἀκούσει ὅτι
ἦταν
δικηγόρος στὸ Μιλάνο καὶ εἶχε σχέση μὲ τὰ γεγονότα τῆς ἐποχῆς. (Α.Μ.)
|
20. Γιατί δὲν πεθαίνεις;
Στίχοι: Νίκος Κουμαριᾶς
Μουσική: Μιχάλης Σιγανίδης
Ἑρμηνεία: Ἕλενα Κουμαριᾶ, Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Στὰ χείλη πικρὸ τὸ ἀντίο,
μακραίνεις στὸ κρύο καὶ μένεις
ἀγάπη, εἰκόνα θολή.
Μοῦ εἶπες τί κάνεις, πὼς ἀναλαμβάνεις
μία τόσο ἐπικίνδυνη ἀποστολή.
Καὶ μὲς στὸ μυαλά μου, βρὲ μπὰ σὲ καλό μου,
φουντώνει μία σκέψη τρελή,
πὼς θὰ ῾ταν ὡραῖο, φινάλε μοιραῖο,
νὰ μείνεις γιὰ πάντα ἐκεῖ,
γιατί δὲν πεθαίνεις, γιατί;
Ἄχ!
Γιατί δὲν πεθαίνεις νὰ βρῶ τὴ γαλήνη,
νὰ ποῦμε στερνὸ ἔχε γειά,
στὰ μνήματα μέσα θρηνώντας μὲ ὀδύνη
σειρὰ νὰ σοῦ ἀνάβω κεριά.
Χωρὶς διαζύγιο θὰ βρῶ καταφύγιο
στοῦ πένθους τὴν ἀπαντοχή,
μία χήρα θλιμμένη, στὰ μαῦρα ντυμένη
ὡσότου περάσει ἡ ζωή,
γιατί δὲν πεθαίνεις, γιατί;
Καθένας τὸ νιώθει, τελειώνουν οἱ πόθοι
μὲ τύψεις, καημὸ κι ἐνοχή,
αὐτὰ ποὺ ἦταν ἔρως βουλιάζει στὸ τέλος
στὴν πλήξη καὶ τὴν παρακμή.
Ρομάντζο παλιό μου, φορτίο τωρινό μου
καὶ πλάνη μου ἐφηβική,
παιδιά, συνουσίες, στὶς τόσες θυσίες
δὲν κάνεις καὶ μία ἐσύ,
γιατί δὲν πεθαίνεις, γιατί;
Ἀπὸ τὸ θεατρικὸ ἔργο τοῦ Νίκου Κουμαριᾶ «Στὴν καρδιὰ
τοῦ τέλματος»
ποὺ παρουσιάστηκε στὸ στρατόπεδο Κόδρα τῆς συμμητρόπολης
τὸν Μάιο τοῦ 2007 μὲ μουσικὴ τοῦ Μιχάλη Σιγανίδη.
Τὸ τραγούδι ἑρμηνεύτηκε καὶ τότε ἀπὸ τὴν Ἕλενα Κουμαριᾶ.
|
21. Χαμένα φιλιά
Στίχοι: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Μουσική: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Τώρα πιὰ ἔφυγ᾿ ἡ ἀγάπη πού ῾χα
γιὰ σὲ κρυμμένη μέσα στὴν καρδιά,
τώρα πιὰ ἔσβησε ἡ φλόγα πού ῾χα
γιὰ σὲ καὶ μένω μέσ᾿ στὴν παγωνιά.
Δὲν τὸ περίμενες ἔτσι νὰ ῾ρθοῦνε
γιὰ σὲ τὰ πράγματα μὰ μὴν ξεχνᾶς,
δικά σου τά ῾θελες ὅλα δικά σου,
ὅλο νὰ παίρνεις κι ὅλο νὰ ζητᾶς.
Γιατί δὲν ἤξερες τὰ αἰσθήματά σου
ποτὲ δὲν εἶχες τὴν ὑπομονή,
πάντα κορόϊδευες τὸν ἑαυτό σου
καὶ μ᾿ ἄλλους γύρναγες ὡς τὸ πρωΐ.
Κι ἂν λυπημένη τώρα τριγυρίζεις,
τὸ ξέρω, σύντομα κάτι θὰ βρεῖς
καὶ στὸ φτωχὸ καὶ δόλιο ἑαυτό σου
ἀντὶ νὰ κλάψεις, ψέματα θὰ πεῖς.
Κι ὅμως, μικρή μου, κάποτε μία μέρα
γιὰ ὅλα τοῦτα σὺ θὲ νὰ πονᾶς,
τὰ χρόνια πού ῾χασες, τὰ χίλια χάδια,
τὶς ἀγκαλιὲς καὶ τὰ γλυκὰ φιλιά.
|
22. Στοὺς πέντε ἀνέμους
Στίχοι: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Μουσική: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἦταν ἕνας νέος σιωπηλός,
πάντα σκεφτικὸς καὶ μελαγχολικός,
ποὺ πολλὰ πράγματα συγχρόνως ἐρευνοῦσε
κι ἔτσι στοὺς πέντε ἀνέμους ἐσκορποῦσε.
Κάποτε γνώρισε μία νέα,
μία νέα ποὺ φαινόταν δυνατὴ σὲ σκέψη καὶ σ᾿ ἰδέα,
κι ἀφοῦ τὴν ἀγάπησε πολὺ
νόμιζε πὼς αὐτὴ δὲν τοῦ ῾μενε πιστή.
Κι ἔτσι τρελάθηκ᾿ ὁ καημένος,
ἡ νέα φαινόταν δυνατὴ σὲ σκέψη καὶ σ᾿ ἰδέα,
καὶ τὸ κακὸ ἦταν ποὺ κι αὐτὴ τὸ νέο ἀγάπησε πολύ,
κι ὅλα στοὺς πέντε ἀνέμους φύγανε.
Ὀργανικὸ θέμα: Κώστας Μπακιρτζῆς
|
23. Ἡ συμπεθέρα καὶ ἡ Ρούλα
Στίχοι: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Μουσική: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς
Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς,
Κώστας Σιδέρης, Μιχάλης Σιγανίδης, Διονύσης Ροῦσσος
Ἡ συμπεθέρα
Ἡ συμπεθέρα μοῦ ῾ταξε νὰ ῾ρθεῖ τὸ καλοκαίρι,
τότε ποὺ σπᾶνε οἱ δουλειὲς κι ὁ κόσμος πάει γιὰ μπάνιο.
Τότε θὰ δυσκολέψουνε τὰ πράγματα γιὰ λίγο,
στὸ τέλος ὅμως θὰ βρεθεῖ δίοδος καὶ γιὰ μᾶς.
Μεμονωμένα αἰσθήματα κι ὡραῖα παραμύθια
θὰ βυθιστοῦν μὲς στὸ γιαλό, χάρισμα τοῦ Ἀντώνη.
Ν᾿ ἀντιληφθεῖ καμιὰ φορὰ τί φαντασία κρύβουν
κι ἀπὸ τὸν πόνο τὸν πολὺ λίγο νὰ ξαποστάσει.
Σοὺ στέλνω χαιρετίσματα, τὸ πέλαγο τὰ πίνει
καὶ σύ, βρὲ συμπεθέρα μου, ὅλο τοῦ λὲς μωρό μου.
Μιτσικουρὶν ῾ν᾿ τζὶ ἀνήμερον κι ἔχει καρκιὰν μεγάλην,
κι ὅσες κοροῦες συναντᾶ πιστὰ τὲς ἀγαπάει.
(Μικρὸ εἶναι κι ἀνήμερο κι ἔχει καρδιὰ μεγάλη,
καὶ ὅσες κόρες συναντᾶ πιστὰ τὶς ἀγαπάει.)
Ἡ Ρούλα
Δὲν τὸ περίμενα ποτὲ νὰ ἐρωτευτῶ τὴ Ρούλα,
πρῶτον γιατὶ ἔχει ὄνομα ποὺ καταλήγει σὲ -ούλα.
Ὅμως εἶν᾿ ἀναπόφευκτο νὰ τὴ φωνάζουν Ρούλα,
ἀφοῦ οἱ θρησκόληπτοι γονεῖς τὴν εἴπανε Σταυρούλα.
Δεύτερο γιατὶ ἤτανε πάρα πολὺ μικρούλα,
καὶ τρίτο ποὺ μὲ τὸν καιρὸ ξεχάστηκ᾿ ἡ καρδούλα.
Τόσο ποὺ τώρα σκέφτομαι μὴ μοῦ γενεῖ κομμάτια,
ὅμως τὸν Χάρο δὲν κοιτῶ, κοιτῶ τὰ δύο της μάτια.
Καὶ γιὰ νὰ μὴν πολυλογῶ, ἂς κάνουμε μία σούμα,
γεννήθηκα Αἰγόκερως, Παρθένος ἡ Σταυρούλα.
|