Ἀλέξανδρος Ἀγγελάκης
|
1. Ἔκλειψη (ὀργανικό)
|
5:39 |
Μυθολογία τῶν ἐκλείψεων. Οἱ ἐκλείψεις γενικῶς προκαλοῦσαν στοὺς ἀρχαίους λαοὺς τρόμο καὶ θεωροῦνταν κακοὶ οἰωνοὶ (ἐπιδημίες, λιμοί, πόλεμοι, συμφορὲς κ.ἄ.). Ὁ Ὅμηρος συσχετίζει τὶς ἐκλείψεις τοῦ Ἥλιου μὲ τὸν θάνατο ἐπιφανῶν ἀνδρῶν. Ἐπίσης εἶναι ἱστορικὰ γνωστὸ ὅτι ὁ Θαλῆς ὁ Μιλήσιος πρόβλεψε μία ἔκλειψη Ἡλίου, ποὺ ἔγινε τὸ 4ο ἔτος τῆς 48ης Ὀλυμπιάδας ἢ ἀντίστοιχα τὴν 28η Μαΐου τοῦ 585 π.Χ. καὶ ἔγινε ἡ ἀφορμὴ νὰ σταματήσει ὁ πόλεμος μεταξὺ Λυδῶν καὶ Μήδων. Γενικά, οἱ θρῦλοι ὅλων τῶν λαῶν ἀναφέρουν ὅτι δαίμονες καὶ δράκοντες καταβροχθίζουν τὸν Ἥλιο τὴν ὥρα τῆς ἔκλειψης. Οἱ Βαβυλώνιοι πίστευαν ὅτι ἑπτὰ δαίμονες περιτριγύριζαν πιέζοντας τὴ Σελήνη. Οἱ Ἰνδοί, ὅπως ἀναφέρεται στὶς Βέδες, πίστευαν ὅτι ὁ δαίμονας Σβαρβχάνου προκαλοῦσε τὶς ἐκλείψεις, ἐνῷ ἕνας ἄλλος θρῦλος ἀναφέρει ὅτι ὁ Ἥλιος καὶ ἡ Σελήνη πρόδωσαν τὸν δαίμονα Ῥαχοὺ στὸν Βισνού, ὅτι ἤπιε ἀπὸ τὸ κρασὶ τῆς ἀθανασίας. Ὁ Βισνοὺ ἀποκεφάλισε τὸν δαίμονα, ἀπὸ τότε ὅμως αὐτὸς καταδιώκει καὶ προσπαθεῖ νὰ καταβροχθίσει τὸν Ἥλιο καὶ τὴν Σελήνη. Οἱ Μάγια πίστευαν ὅτι ὁ μυθικὸς θεός τους, ὁ Οὐιτζιλοπόχτλι, τὸ Φτερωτὸ Φίδι, καταβρόχθιζε τὸν Ἥλιο κατὰ τὴ στιγμὴ τῆς ἔκλειψης. Οἱ ἱερεῖς τους ἴσως μποροῦσαν νὰ προβλέψουν τὶς ἐκλείψεις, ἀλλὰ κρατοῦσαν ἑπτασφράγιστο μυστικὸ τὶς γνώσεις τους. Ἡ ἱκανότητα πρόβλεψης μίας ἔκλειψης ἦταν ἕνα ἰσχυρὸ πολιτικὸ «ἀτού», μία ἀκατανίκητη δύναμη, γιὰ ἕναν πολιτισμὸ ποὺ θεμελιώθηκε πάνω στὴν ἄγρια λατρεία τοῦ Ἥλιου. Ἀκόμα καὶ σήμερα ὁ ἰνδιάνικος λαὸς τοῦ Μεξικοῦ αἰσθάνεται δέος γιὰ τὶς ἐκλείψεις. Ὁ ἀστρονόμος καθηγητὴς Ἀρμάντο Γκαρθία ντὲ Λεὸν στὸ Πανεπιστήμιο τοῦ Μεξικοῦ γράφει ὅτι οἱ ἄνθρωποι κλείνονται στὰ σπίτια τους κατὰ τὴ στιγμὴ τῆς ἔκλειψης, ἐνῶ οἱ ἔγκυες γυναῖκες φοβοῦνται μήπως γεννήσουν παιδιὰ τέρατα. Γιὰ ἱστορικοὺς λόγους θὰ πρέπει νὰ ἀναφερθεῖ ὅτι οἱ Βαβυλώνιοι καὶ ἄλλοι ἀρχαῖοι ἀστρονόμοι ὑπολόγιζαν μὲ ἀκρίβεια τὶς ἐκλείψεις, ἀφοῦ αὐτὲς ἐπαναλαμβάνονται μὲ τὴν ἴδια σειρὰ κάθε 18 ἔτη, 11 ἡμέρες καὶ 8 ὧρες (±1 ἡμέρα ἀναλόγως τοῦ ἀριθμοῦ τῶν δίσεκτων ἐτῶν, 4 ἢ 5 στὸ σύνολό τους, τὰ ὁποῖα περιλαμβάνονταν σ᾿ αὐτὸ τὸ χρονικὸ διάστημα). Ἡ χρονικὴ αὐτὴ περίοδος τῶν 18 ἐτῶν, 11 ἡμερῶν καὶ 8 ὡρῶν ἴση μὲ 223 συνοδικοὺς σεληνιακοὺς μῆνες καλεῖται Σάρος. Ὅσον ἀφορᾶ τὴν ἐπιστημονικὴ ἀξία τῶν ἡλιακῶν ἐκλείψεων, παλαιότερα αὐτὲς ἦταν ἡ μοναδικὴ εὐκαιρία ποὺ εἶχαν οἱ παρατηρητὲς ἀστρονόμοι νὰ παρατηρήσουν τὴ χρωμόσφαιρα καὶ τὸ ἡλιακὸ στέμμα. Κι αὐτό, ἐπειδὴ κατὰ τὴ διάρκεια μίας ἡλιακῆς ἔκλειψης, ὅταν ἡ φωτόσφαιρα καλύπτεται ἀπὸ τὸν δίσκο τῆς Σελήνης, οἱ παρατηρητὲς εἶχαν -καὶ ἔχουν- τὴν εὐκαιρία νὰ παρατηρήσουν τὴ χρωμόσφαιρα καὶ τὸ στέμμα, δύο στιβάδες τῆς ἀτμόσφαιρας τοῦ Ἥλιου, οἱ ὁποῖες δὲν παρατηροῦνται σὲ κανονικὲς συνθῆκες, ἐπειδὴ εἶναι πολὺ πιὸ ἀμυδρὲς ἀπὸ τὴ φωτόσφαιρα. Ὡστόσο, ἐδῶ καὶ τρεῖς δεκαετίες περίπου, ἀπὸ τότε ποὺ ἡ παρατηρησιακὴ ἀστρονομία «βγῆκε» στὸ διάστημα, εἰδικὰ ἀστρονομικὰ ὄργανα τοποθετήθηκαν στοὺς τεχνητοὺς δορυφόρους. Τὰ ὄργανα αὐτὰ εἶναι ἔτσι κατασκευασμένα ὥστε νὰ δημιουργοῦν τεχνητὲς ἐκλείψεις μὲ τὴ βοήθεια ἑνὸς ἀδιαφανοῦς δίσκου, ὁ ὁποῖος μὲ εἰδικὴ τεχνικὴ καλύπτει τὴ φωτόσφαιρα τοῦ Ἥλιου. Ἔκτοτε ἡ ἀνάγκη γιὰ εἰδικὲς ἐπιστημονικὲς ἀποστολὲς παρατήρησης τῶν ὁλικῶν ἡλιακῶν ἐκλείψεων μειώθηκε αἰσθητά. Αὐτὸ βέβαια δὲν πάει νὰ πεῖ ὅτι οἱ ὁλικὲς ἡλιακὲς ἐκλείψεις δὲν παρουσιάζουν ἐνδιαφέρον τόσο γιὰ ἐπαγγελματίες ὅσο καὶ γιὰ ἐρασιτέχνες ἀστρονόμους. Βιβλιογραφία: Μάνος Δανέζης καὶ Στράτος Θεοδοσίου: «Τὸ Σύμπαν ποὺ ἀγάπησα-Εἰσαγωγὴ στὴν Ἀστροφυσική», Ἐκδόσεις Δίαυλος, Ἀθήνα 1999 |
Ῥουστικιανό ῾ναι τὸ νερό, Ῥουστικιανὴ κι ἡ βρύση, Ῥουστικιανὸς ὁ ποταμός, Ῥουστικιανὸς κι ὁ μύλος, |
Ῥούστικα: Κεφαλοχώρι τοῦ δυτικοῦ Ῥεθέμνους
Φτερὰ ῾πὸ τσὶ γυπαετοὺς καὶ κόμες τῶν ἀλόγων, Χτύπα το τὸ σκαρόφτερο καὶ σέρνε τὸ δοξάρι |
Νὰ μπόργηενε τὴ θάλασσα ὁ ἥλιος νὰ τὴν κάψει, Νά ῾μουν χιονιᾶς νὰ ῾μπόρουνε θάλασσα νὰ παγώσω, |
Ἀνάθεμα τὸν αἴτιο κι ἂς τό ῾χει ἁμαρτία, Σὺ μπαξὲς κι ἐγὼ φυντάνι, νὰ μ᾿ ἀπαρνηθῇς δὲν κάνει. Ἀγάπα με πουλάκι μου, ὅπως μ᾿ ἀγάπας πρῶτα· Σάλτα πιάσε μ᾿ ἀπ᾿ τὸ κύμα, μὴν πνιγῶ κι ἔχεις τὸ κρίμα. Θὰ τό ῾χω τὸ παράπονο σὲ ὅλη τὴ ζωή μου· Ἔχε γειὰ κι ἐγὼ παγαίνω μὲ τ᾿ ἀχείλι μου καμένο. Κι ἀνάθεμα τὸν αἴτιο κι ἂς τό ῾χει ἁμαρτία, Σὺ μπαξὲς κι ἐγὼ φυντάνι, νὰ μ᾿ ἀπαρνηθῇς δὲν κάνει. |
Τρία ῾πὸ τὰ πολλὰ θεριά, ἁπού ῾βγαλεν ἡ φύση Εἶδα ῾να ὄφι πύρινο νὰ μὲ περικυκλώνει, Κι εὐθὺς ἀνασυντάχτηκα νὰ τ᾿ ἀντιμετωπίσω· Καὶ σὰν ἀρχαιοέλληνας, φίλος τοῦ Ποσειδῶνα, Κι ἐνῷ φαινόμουν νικητὴς μὲ λάφυρα στὸν ὦμο, Νίκησα θάλασσ᾿ ἀπ᾿ τὴ μιά, φωθιὰ ἀπὸ τὴν ἄλλη, Κι ἔγινε μάχη ἄνιση καὶ χαλασμὸς Κυρίου, Εἶχε τὰ σκῆπτρα τσ᾿ ὀμορφιᾶς καὶ γέμισέ με πάθος, |
Ὦ Θέ μου πῶς τρεζαίνομαι νὰ παίζω τὸ χανιώτη Στὸ Λιβυκὸ τὸ πέλαγος, εἰς τὴν Ὀρθὴ τὴν Ἄμμο, |
Σὰν τὴ χελώνα ὀγλήγορα φεύγω ἀπὸ κοντά σου Ἔφυγε ἡ (γι)ἀγάπη μου κι ἀκόμη δὲν τὴ βρῆκα, Σὰν τὸ μπεγίρι μ᾿ ἔκαμες ἀναθεματισμένη, |
Ἐγὼ τὸ νέκταρ τῶν θεῶν τὸ ἔχω δοκιμάσει, Ἀειθαλὴς ὁ πλάτανος ἁπού ῾ναι στὴ Γορτύνη· |
Μυθολογία τοῦ ἀειθαλοῦς πλατάνου: Σπουδαῖο μνημεῖο τῆς φύσεως ἀποτελεῖ ὁ ἀειθαλὴς πλάτανος τῆς Γόρτυνας, ὁ ὁποῖος συνδέεται μὲ τὸν μύθο τῆς ἁρπαγῆς τῆς Εὐρώπης. Σύμφωνα μὲ αὐτόν, ὁ Δίας μεταμορφωμένος σὲ ταῦρο, ἅρπαξε τὴν Εὐρώπη, τὴν κόρη τοῦ Ἀγήνορα, βασιλιᾶ τῆς Φοινίκης· καὶ διασχίζοντας τὴν νοτιοανατολικὴ Μεσόγειο, κατέληξαν στὴν Κρήτη. Ἐκεῖ, καὶ συγκεκριμένα στὴν Γόρτυνα, ὁ Δίας ζευγάρωσε μὲ τὴν Εὐρώπη κάτω ἀπὸ τὴν σκιὰ ἑνὸς πλατάνου ποὺ ἔκτοτε παραμένει ἀειθαλής. Ὁ Δίας καὶ ἡ Εὐρώπη ἀπέκτησαν τρεῖς γιούς: τὸν Μίνωα, τὸν Ῥαδάμανθυ καὶ τὸν Σαρπηδόνα.
Μά ῾λεγα ῾γὼ στὰ πετρωτὰ καὶ στὰ κεραμιδᾶτα Μὰ δὰ θωρῶ στὰ πετρωτὰ καὶ στὰ κεραμιδᾶτα Καὶ μαύρισέν τα τὰ στενά... |
Τὸ ῥιζίτικο αὐτὸ ἀναφέρεται σὲ μία ἀπὸ τὶς ἱστορικότερες οικογένειες τῆς Ἑλλάδος. Εἶναι καταγεγραμμένο ἀπὸ τὸν ἰατρό, ἐρευνητὴ καὶ συγγραφέα Ἐμμανουὴλ Σ. Καλλέργη στὸ βιβλίο «Εἰσαγωγὴ στὴν ἱστορία τῶν Καλλέργων». Τὸ τραγούδι διεσώθη ἀπὸ τὸν Σπύρο Ῥικουνάκη, κάτοικο Θερίσσου Χανίων, ὁ ὁποῖος τὸ ἔμαθε σὲ ἡλικία 15 ἐτῶν, ἀπὸ ἕνα θεῖο του στὶς Μαδάρες. Θυμᾶται χαρακτηριστικὰ τὴν ἐμμονὴ τοῦ θείου του νὰ τοῦ τὸ διδάξει, γιατὶ εἶχε μεγάλη ἱστορικὴ σημασία, ὅπως τοῦ ἔλεγε. Τὸ περιεχόμενο τοῦ τραγουδιοῦ ἐκτιμᾶται ὅτι ἀναφέρεται σὲ ἱστορικὰ γεγονότα τῆς Κρήτης τοῦ 15ου αἰῶνα.
Ὁ καλλιτέχνης προειδοποιεῖ: «μὴν τὸ ἀκοῦτε ὅταν ὁδηγεῖτε». |
Τύρβη: θόρυβος, βοή, ταραχή, ἀταξία: Στὴν ἀρχαιότητα μὲ αὐτὸ τὸ ὄνομα ἀπαντᾶται θορυβώδης ἑορτὴ πρὸς τιμὴν τοῦ Διονύσου.
Παίζουν οἱ μουσικοί: Ἠχολῆπτες: Ἄρης Ντεληθέος, Φώτης Κίκιρας, Γιῶργος Στεργίου, Μιχάλης
Μπουτᾶς |