Νίκος Καροῦζος (1926-1990): ποιητὴς ἀπὸ τὸ Ναύπλιο.
Σπούδασε νομικὰ καὶ πολιτικὲς ἐπιστῆμες στὸ Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν.
Ἔζησε ἐπὶ σαράντα χρόνια στὴν Ἀθήνα, ἀλλάζοντας δεκάδες σπίτια καὶ συνοικίες.
|
Ἡ ὈρθοδοξίαΓλυκὸ ποὺ εἶναι τὸ σκοτάδι στὶς εἰκόνες τῶν προγόνων
|
Ἡ ἔναστρη φωτεινότηταὉ ἄνθρωπος ποὺ εἰσόρμησε πιὰ στὴν ἀπώτερη θλίψη Πολύκρουνη ἡ θύελλα σπάζει τὰ ματογυάλια της κι ὁ μέγας Ἡ ζωὴ ποὺ μικραίνει: ἡ μεγάλη ἀλήθεια.
|
ΑἴφνηςΑὐτὸ ποὺ λέμε ὄνειρο δὲν εἶν᾿ ὄνειρο
|
Ἡ χρησιμότητα τῆς ἀπειλῆςἜχουν ἀρχίσει νὰ μὲ κυκλώνουν ἐπικίνδυνα οἱ ὧρες.
|
Βαθμίδες1.Ἤτανε ὅλο τὸ πρωῒ σημαιοστολισμένο 2.Ἂν εἴδατε τὴ μοναξιὰ ποτὲ πίσω ἀπ᾿ τὸ τζάμι 3.Ὅλα κοστίζουν ἕνα παίξιμο.
|
Τὸ δέντρο τῶν ἀγνοημάτωνΜιὰ συμφορὰ τυλίγεται στὸ δέντρο.
|
Γαλάζια σπλάγχναΚάτοικε τοῦ ὀνείρου
|
Ἔρημος σὰν τὴ βροχήΔιαβαίνω ἀγιάτρευτος μέσ᾿ στ᾿ ὄνειρό μου
|
Νεότερος[...] Αἰσθάνομαι μόνος
|
Ἕνα ἔρημο ἄνθοςΒαθύτερο ἀπ᾿ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ταραχὴ
|
ΕἰκόναΠῶς δοκιμάζουν τὰ ὄργανα οἱ μουσικοὶ πρὶν ἀπὸ ἔναρξη συναυλίας εὐαισθητισμὸς εὐαισθησία αἰσθητισμὸς ἀρχίζει μὲ χειροκροτήματα τὸ ποίημα.
|
Ἡ συντομία τοῦ ὀνείρουΤρέχει μέσ᾿ στὰ χαράματα τὸ ἐλάφι
|
Πέντε Ποιήματα μέσ᾿ τὸ Σκοτάδι. ΕἰκόναΓυρίζει μόνος
|
Ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σουΝηστεύει ἡ ψυχή μου ἀπὸ πάθη Κύριε, ἀνῆκα στοὺς ἐχθρούς σου.
|
ΕἴσοδοςΕἶναι μία θύρα στὰ μάτια κάθε νεκροῦ
|
ΡωγμέςΠάλι στοὺς δρόμους ὁποὺ ζήσαμε τὴν προσωπίδα
|
Ἡ εὐγένεια τῆς κωμωδίας μαςὍταν ξεραθεῖ τὸ χαμομήλι στὸν καλύτερο ἥλιο τῆς χρονιᾶς
|
Χαρμόσυνο λάβδανοΜέσα στὴ βενζινέρημο ξεράθηκε κι ὁ πόνος -
|
Τί εἶπα κάποτε σ᾿ ἕναν ἱπτάμενοΣὰν ἀφαιρέσεις ἀπὸ τὸν ἥλιο τὴν λαίμαργη ἀστρονομία [Χορταριασμένα Χάσματα, 1974]
|
Νεολιθικὴ νυχτωδία στὴν ΚρονστάνδηΤραυλίζοντας οἰκουμένη καθὼς (Νὰ ἰδοῦμε ἂν ἡ ἄνοιξη θὰ συνδράμει τὰ ὄνειρά μας.) Ἕνας ναύτης: Τὸ μυαλὸ πῶς μαλακώνει στὰ Οὐράλια; μουχλιάζει τὸ τηλέφωνο, εὐδαιμονία .............. Νοστάλγησα τὰ ὀρυχτὰ τὴν ἄφωνη - Ἡ ἐξουσία εἶναι τῆς Ἱστορίας ἡ εὐκοιλιότητα. ............. - Φθέγγομαι τρόμο. Καὶ ἐπιτέλους τί νομίζεις πῶς εἶναι ........... Δούλα τοῦ φωτὸς πεταλούδα, φτερὰ καὶ χνούδι ................ Ἡ Ἄννα (ποὺ πλησιάζει): Τί νέα ἔχουμε ἀπ᾿ τὴν πραγματικότητα; ...... Νικολάι: Φοβᾶμαι, σύντροφε. Καὶ ἡ ἐπίθεση ἐπίκειται. - Πανάκριβα ραφτικά. ............. - Οὐτοπία. Νὰ καὶ ὁ τρισάθλιος ἥλιος. Μιὰ χλεμπόνα .............. - Μὲ σφίγγει μία ἀλήθεια, τῆς παραδίνομαι. Μὲ σφίγγει μία - Παραδέρνεις. Ἀλλὰ ἐμένα τὰ μάτια μου διεκδικοῦσαν ἑνότητα - Χρεμετίζεις φαντασία. [Τὴν ἡμέρα ἐκείνη γεννήθηκα μόνος μου, δὲν εἶχα βιολογικὸ Ὑπερφίαλο φῶς ἰσχνότητα τοῦ ἔρωτα! - Μὰ εἶναι κι ὁ ἄλλος ἔρωτας, ὁ γενετήσιος. - Τί νὰ σοῦ κάνει αὐτός. Ἂν θέλεις, βάζει λίγα παγάκια στὴ ..................... Εἴθε νὰ μὴν ὑπῆρχα ............................... Εἴτε στὸν ὕπνο (πὰξ) εἴτε στὴν ἐγρήγορση (κοὰξ) ὀνομάζομαι .............. Θρομβώδη φυλλώματα, συνεσθίομαι ............ Λέω συχνὰ τὰ νεφρά μου θὰ ὑπερισχύσουν. - Θρησκευτικὴ ὑπόθεση. Κι ὁ χρόνος τώρα δὲν εἶναι ............... - Τί ἐστὶ λάμψη; - Ποιὸς ἀποφάσισε τὰ πτώματά μας; -------------------- - Ξέχειλα τὰ ὁράματά μας. Ἐμπλουτισμένοι ἀθανασία. [Λάμπουμε ὅλοι στὴν Κρονστάνδη. Στὴν πιὸ περήφανη γεωγραφία] .................... Σὲ βοερὰ μνημόσυνα βορᾶς κι ἀθῴας βαρβαρότητας ........... [Βραδυάζει στὸ κείμενο. - Ἂν ἕλιωνε ὁ πάγος, ἂν τοὺς προλάβαινε ἡ Ἄνοιξη ... ........δὲν ἔχει ὅρια ἡ εὐφράδεια τῆς Σταύρωσης ..................... Ἐγὼ λοιπὸν ἔκπληχτος ἀπὸ χέρι διαστέλλω γαλαξίες - Ἄννα, τί συμβαίνει; - Ἄρχισε ἡ ἐπίθεση. - Ἄννα, ἔχε γειά, θὰ πεθάνουμε. - Νικολάι, σ᾿ ἀγαποῦσα ὁλόκληρη. - Μίαν ἄλλη φορά, θὰ ξαναγίνει, Ἄννα ................................. διεδίδοτο δὲ ἐκάστῳ καθότι ἂν τὶς χρείαν εἶχεν - KRONSTADT
|
Σκύβαλο ἀθανασίαςΜὲ γρασωμένα τ᾿ ἄρβυλα στὴ φρικτὴ πάντοτες ἀνηφορίζω Μάιος 1989
|
Στὴν ὕλη εἰσχώρησα οὐρλιάζονταςΔυὸ θάλασσες μὲ κυνηγοῦν: ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος
|
Ποίημα στὸ μαγνητόφωνοΧορό της νύχι ἂς ὦ φῶτα ἠχηρὰ
|
Ῥομαντικὸς ἐπίλογοςΜὴ μὲ διαβάζετε ὅταν δὲν ἔχετε
|
Τύμπανα σοβαρὰ τῆς τραγῳδίαςἨλέκτρα εἶσαι τώρα μέσ᾿ στ᾿ ἀηδόνια κόρη βασιλέως
|
Ὁ Σολωμὸς στ᾿ ὄνειρό μουΠῶς πέφτουμε στὴ νύχτα κι ἀπὸ τί πόθους...
|
Αἰώρησητοῦ Θάνου Κωνσταντινίδη Στὸν οὐρανὸ οἱ δυνατότητες 29 Αὐγούστου 1990
|
Ὁ μειλίχιος τρόπος τοῦ ΒαρβαρόσσαUn Poete sauvage avec un plomb dans Ι᾿ aile - Γέροντας πιὰ καὶ πρώην καπνιστής
|
Ἡ νύχτα μὲ συμφέρειΠράγματι ἡ νύχτα μὲ συμφέρει.
|
Ὁ δεύτερος θάνατοςHomo erectus ἀπόμακρη ἀφετηρία τῆς Ἰλιάδας
|
Μὲ λίγο καστανόχωμαΘὰ βελτίωνα κυανὲς τῶν μίσχων ἀνατάσεις 25 Ἰουνίου 1990
|
Γυναῖκα, πεῖσμα τῆς ἈσίαςΕἶσαι μία ἤπειρος τοῦ στήθους ἀπ᾿ τὸ βάθη τῶν φυλῶν
|
ΜαγιακόφσκιὩραῖος ἀπ᾿ τὴ θύελλα τῆς βιομηχανίας (Δημοσιεύτηκε στὴν «Ἐπιθεώρηση Τέχνης», τ. 146, Φεβρ. 1967, σελ. 133)
|
Διάλογος πρῶτοςΣὰ νὰ μὴν ὑπήρξαμε ποτὲ
|
Τὰ πουλιὰ δέλεαρ τοῦ Θεοῦ
|
ΤΑ ΛΥΠΗΡΑΜΙΚΡΗ ΚΛΙΜΑΞ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥΜὲ λίγα ροῦχα αἱματωμένα βρέθηκε νεκρὸς ΑΠ᾿ ΤΟΝ ΚΗΠΟ ΜΟΥ ΣΤ᾿ ΑΝΑΠΛΙΧειμωνικά μου χρώματα οἱ ἀποθῆκες τὸ μικρὸ τρένο Η ΕΛΕΝΗ ΤΟΝ ΠΟΙΗΤΩΝΕἶναι σκιὰ
|
Ἡ λιτάνευσηὍταν παρέτυχα στὴ νύχτα ποὺ ἔλεγαν
|
Σχέδιο γιὰ τὸ μέλλον τοῦ οὐρανοῦΟὐρανὲ ὁλόκληρε ἀνοίγει τὸ ἄνθος
|