Κωνσταντῖνος Τσάτσος - Ποιήματα

Κωνσταντῖνος Τσάτσος (1899-1987): πολιτικὸς ἀπὸ τὴν Ἀθήνα,
φιλόσοφος, κριτικός, καθηγητὴς πανεπιστημίου, ἀκαδημαϊκός,
Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας (1975- 80).


 

Ἑτοιμασία
Α´

Δὲ χρειάζονται πολλά.
Ἕνα παράθυρο
καὶ λίγος οὐρανὸς
καὶ δυὸ κλωνάρια ἀπὸ ἕνα πεῦκο,
ἀπὸ ἕνα σκῖνο.
Νὰ ξέρης πὼς θὲ νἄρθη ἡ νύχτα ἤρεμη,
πὼς κάτω ἀπὸ ἕνα φῶς
θἆναι στρωμένο γιὰ τοὺς δύο
ἕνα τραπέζι,
πὼς τὸ ἀνοιχτὸ βιβλίο
θὰ ὑπάρχη πάντα ἐκεῖ νὰ περιμένη.

Νὰ ξέρης
πὼς μέσα στὴ σιωπὴ τοῦ σύθαμπου
διαλέγεσαι μὲ μιὰ ψυχή·
πὼς δὲν πλανιένται μόνες τους
οἱ σκέψεις σου,
καὶ πὼς παραφυλάει κάπου ἕνα γέλιο,
τὸ γέλιο ποὺ ξεπλένει
ἀπὸ τὴ σκόνη, ἀπὸ τὴ γλίνα
πράγματα καὶ ἀνθρώπους.

Νὰ ξέρης
πὼς σὲ κοιτάει ἡ ἀγάπη
ἀπὸ δυὸ μάτια γνώριμα, στοχαστικά,
καὶ πὼς ἀκόμα κι ἂν νυχτώση
θὰ μένουν πάντα ἐκεῖ
αὐτὰ τὰ μάτια, ἀνάλλαχτα κι ὀρθάνοιχτα,
νὰ σὲ κοιτάζουν.

 

Ἐμεῖς οἱ χτίστες

Ἐμεῖς οἱ χτίστες τῶν μουγγῶν ἐρώτων τῶν σκληρῶν,
δὲν πᾶμε ἐμεῖς γιὰ ἕνα φιλί, δὲν πᾶμε γιὰ ἕνα γέλιο·
γιὰ τὰ καρφιὰ ποὺ μάτωσαν στὶς ἄκριες τῶν σταυρῶν
ἕνα βαρὺ ἀπὸ ἐντολὲς σηκώνομε Εὐαγγέλιο.

Τὴ γλύκα βαρεθήκαμε τῶν ἥσυχων ὡρῶν,
ὁ Ἀπρίλης εἶναι πίσω μας, βγήκαμε ἀπ᾿ τὸ λιμάνι
κι ἀδειάσαμε στὰ κύματα, βορὰ τῶν χαλασμῶν,
τὸ βιὸς ποὺ στοργικὰ ἡ ζωὴ δῶρο μᾶς εἶχε κάνει.

Μακριὰ ἀπ᾿ τὴ γῆ πλανιόμαστε στὴν ἅπλα τῶν Ὠκεανῶν...
Καὶ πιὰ στὴ νύχτια τὴ σιωπὴ τῆς μοναξιᾶς, δὲ μένει,
σ᾿ ἐμᾶς τοὺς χτίστες τῶν σκληρῶν ἐρώτων τῶν μουγγῶν
παρὰ ἕνα φῶς, τ᾿ ἄϋλο τὸ φῶς, μακριά, ποὺ δὲν πεθαίνει.